του Δημήτρη Τσαϊλά*
Παρά τις ολοένα και πιο ανησυχητικές γεωπολιτικές εξελίξεις, οι παλινδρομήσεις και η αναβλητικότητα εξακολουθούν να καταπνίγουν τη θεσμική σκέψη του Πολεμικού Ναυτικού σχετικά με την αρχιτεκτονική δομής δυνάμεων του Στόλου που θα αντιμετώπιζε καλύτερα αυτές τις αναδυόμενες προκλήσεις ασφαλείας. Η αντίληψη ότι η πρόσκτηση παλαιού σχεδιασμού πλοίων είναι αδύνατη στο τρέχον περιβάλλον και ισοδυναμεί με την παραχώρηση του πεδίου της μάχης στους αντιπάλους μας.
Αρκεί να δει κανείς την επίθεση στο ρωσικό δεξαμενόπλοιο SIG κοντά στην Κριμαία από μη επανδρωμένο σκάφος επιφανείας (θαλάσσιο drone), για να καταλάβει πώς η σύγχρονη τεχνολογία των drone θα μπορούσε σύντομα να καταστήσει τις σημερινές τακτικές μάχης ξεπερασμένες. Με μια τέτοια επιχειρησιακή επίδειξη πολυπλοκότητας, δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς τη ζημιά που θα μπορούσε να προκληθεί κατά της δύναμης ενός αντιπάλου εάν μια μαζική επίθεση εκατοντάδων drones οπλισμένα και διαμορφωμένα αναζητήσουν για να καταστρέψουν εχθρικούς σχηματισμούς. Τα μικρά μη επανδρωμένα εναέρια συστήματα που διατίθενται ακόμα και στο εμπόριο μπορούν εύκολα να τροποποιηθούν για να μεταφέρουν διάφορα θανατηφόρα ωφέλιμα φορτία, να εντοπίζουν στόχους σε μεγάλες αποστάσεις και να εκτελούν ένα ευρύ φάσμα επιθέσεων. Η εκθετική πρόοδος της τεχνολογίας και η εμφάνιση της παραγωγής χαμηλού κόστους επέτρεψε σε κρατικούς και μη κρατικούς φορείς να αναπτύξουν μικρά μη επανδρωμένα συστήματα σταθερών και περιστροφικών πτερύγων.
Όσο εμείς προσανατολιζόμαστε σε λύσεις που περιφραστικά θα τις περιγράφαμε σαν τον πνιγμένο που από τα μαλλιά του πιάνεται, και ακόμη δεν είναι ορατές οι πραγματικότητες που στην Ελλάδα περιγράφονται ως επιστημονική φαντασία, οι εχθροί μας τόσο περισσότερο υιοθετούν νέες τεχνολογίες.
Η έλευση της τεχνητής νοημοσύνης και η εξέλιξη της μηχανικής σε συνδυασμό με τη δυνατότητα παραγωγής νέων φτηνών αυτόνομων μοντέλων μη στελεχωμένων πλατφορμών σε επιφάνεια αέρα και υποβρύχια, θα αντιπροσωπεύσει ένα κβαντικό άλμα στον χαρακτήρα των μελλοντικών συγκρούσεων. Τα αυτόνομα drones μπορούν επίσης να λειτουργήσουν με αναγνώριση εικόνας και ηλεκτρομαγνητικές ή ακουστικές υπογραφές χωρίς να απαιτούν καθοδήγηση του χειριστή από την εκτόξευσή τους. Οι άμυνες με εκρηκτικά βλήματα εναντίον των drones μπορεί να αποδειχθούν μέτριας αποτελεσματικότητος, και μάλλον δύσκολο να αντιμετωπισθούν. Εάν υποθέσουμε δε, ότι ένα σμήνος drones επιτεθεί σε μια εχθρική θέση από πολλές κατευθύνσεις, τα αμυντικά όπλα πρέπει επίσης να προσβάλλουν περιμετρικά με μεγάλη ταχύτητα προς κάθε κατεύθυνση και κάθε αντικείμενο. Οπότε μόνο όπλα με χρήση λέιζερ (κατευθυνόμενης ενέργειας) ή με μικροκύματα παρουσιάζουν δυνατότητες ως άμυνες έναντι επιθέσεων σμήνους drones. Οι κατευθυνόμενες ενεργές άμυνες πρέπει επίσης να ανταποκρίνονται στις σημαντικές απαιτήσεις ισχύος έναντι των drones και του χρόνου που απαιτείται για την παρακολούθηση και τον εγκλωβισμό κάθε στόχου. Οι δυσκολίες στο να νικήσουμε αυτή την απειλή μπορούν να επιδεινωθούν από τα «έξυπνα σμήνη drones», τα οποία συγχρονίζουν την άφιξή τους στον στόχο σε αριθμούς που εγγυημένα θα κατακλύσουν κάθε φιλική άμυνα πλατφόρμας. Οπότε γίνεται αντιληπτό το πρόβλημα που θα αντιμετωπίσουν όλα αυτά τα πανάκριβα πεπαλαιωμένα συστήματα που επιμένουν οι ελληνικές ένοπλες δυνάμεις να προμηθεύονται από τα «εκπτωτικά καταστήματα των συμμάχων». Αντί αυτού χρειάζεται ολόκληρη η κοινωνία να μεταμορφωθεί, αναγκάζοντας τις ένοπλες δυνάμεις της να αλλάξουν σε κάθε επίπεδο ταυτόχρονα, από τεχνολογία και αμυντική βιομηχανία, σε στρατηγική, τακτική, εκπαίδευση, δόγμα και διοικητική μέριμνα. Όταν συμβεί αυτό, η σχέση οικονομίας και κοινωνίας θα μεταμορφωθεί και θα δούμε και την πολυπόθητη ανάπτυξη.
Συμπεράσματα-Προτάσεις
Παρά την έμφαση που δίνει η κυβέρνηση στην ενίσχυση των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων, η αμυντική πολιτική δεν μπορεί να υπάρξει από μόνη της, αλλά θα πρέπει να εντάσσεται σε μια συνολική στρατηγική πολιτική του Ελληνισμού. Σε αυτό το πνεύμα, η κυβέρνηση θα πρέπει να εκδώσει στρατηγική καθοδήγηση σχετικά με την πολιτική του Ελληνισμού προς τη ναυτική ισχύ με ειδική προτροπή προς το ΥΕΘΑ, το Υπουργείο Ανάπτυξης, το Υπουργείο Οικονομικών και τους άλλους εμπλεκόμενους στην εθνική ασφάλεια, πλαισιώνοντας τον ρόλο κάθε υπηρεσίας και τα επόμενα βήματα εφαρμογής. Για να διατηρεί τις υπηρεσίες υπόλογες, η κυβέρνηση θα πρέπει να δημοσιεύει ετήσιο στρατηγικό έγγραφο που θα αξιολογεί την πρόοδο σε κάθε γραμμή προσπάθειας και τον ρόλο που διαδραματίζουν αυτές οι ενέργειες στην ευρύτερη στρατηγική προς την περιοχή.
Το ΥΕΘΑ θα πρέπει να επικεντρωθεί σε ζωτικής σημασίας στρατηγικά ζητήματα προτού προκύψει μια κρίση ή σύγκρουση. Για παράδειγμα, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής θα πρέπει να επιδιώξουν να απαντήσουν εάν ο Ελληνισμός πρέπει να σκεφτεί το προληπτικό κτύπημα, ή το ισοδύναμο τετελεσμένο στον ενιαίο αμυντικό χώρο. Τέτοιοι σχεδιασμοί είναι απαραίτητοι εάν η κυβέρνηση ελπίζει να είναι σε θέση να εγείρει αξιόπιστες αποτρεπτικές απειλές στις «αμφισβητούμενες θαλάσσιες ζώνες», καθώς και για τη διατήρηση της σταθερότητας στην κρίση, αλλά και για να μπορεί να συζητήσει με τον αντίπαλο τα Μέτρα Οικοδόμησης Εμπιστοσύνης και λύσεις στον Ελληνοτουρκικό διάλογο..
Όσον αφορά τη διατήρηση της ελευθερίας των θαλασσών, το ΥΕΘΑ θα πρέπει να δηλώσει ξεκάθαρα είτε εσωτερικά είτε δημόσια ότι η διασφάλιση των κυριαρχικών δικαιωμάτων είναι ύψιστης προτεραιότητας. Ο Ελληνισμός θα πρέπει επίσης να καθορίσει τα συμφέροντα και τους στόχους του στις Θάλασσες του Αιγαίου, και της Μεσογείου. Με αυτόν τον τρόπο, οι προσπάθειες για την αναβάθμιση της ισχύος και η βελτίωση της ασφαλείας μπορούν να στοχευθούν για την καλύτερη επίτευξη αυτών των στόχων. Για να διατηρήσει τη στρατιωτική υπεροχή ο Ελληνισμός, το ΥΕΘΑ θα πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην έρευνα και την ανάπτυξη δυνατοτήτων με βραχυπρόθεσμες εφαρμογές. Οι εξελιγμένες μη στελεχωμένες πλατφόρμες, επιφανείας-αέρος –υποβρυχίως, θα είχαν μεγάλη αξία σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης. Ενώ οι πολλαπλές επιχειρησιακές έννοιες που αντιμετωπίζουν ένα φάσμα απρόοπτων συμβάντων αξίζουν και θα πρέπει να επιδιωχθούν, έτσι η κυβέρνηση θα πρέπει επίσης να ηγηθεί των προσπαθειών για τη δημιουργία μιας ιδέας καταπολέμησης του εξαναγκασμού.
*Ο Δημήτριος Τσαϊλάς είναι απόστρατος Αξιωματικός του ΠΝ, δίδαξε επί σειρά ετών στις έδρες Επιχειρησιακής Σχεδιάσεως καθώς και της Στρατηγικής και Ασφάλειας, σε ανώτερους Αξιωματικούς στην Ανώτατη Διακλαδική Σχολή Πολέμου. Σήμερα είναι συνεργάτης και ερευνητής του Institute for National and International Security(INIS), και του Strategy International (SI). Συγγραφέας του βιβλίου «Ο Σύγχρονος Πόλεμος» Προκλήσεις για την Ελληνική Ασφάλεια. Εκδόσεις Ινφογνώμων.
Πηγή: Εφημερίδα “Μακεδονία”
Γίνεται λάθος γραφή και χρήση των συντμήσεων.
Δεν είναι το ΥΕΘΑ αλλά το ΥΠΕΘΑ : Το ΥΠουργείο Εθνικής Άμυνας.
Ο ΥΕΘΑ: Ο Υπουργός ΕΘνικής Άμυνας