του Max Boot*
Το να επισκέπτεσαι το Ισραήλ, όπως έκανα την περασμένη εβδομάδα, είναι αυτή την εποχή μια δύσκολη εμπειρία, καθώς ο πόλεμος στη Γάζα κοντεύει να κλείσει εννιά μήνες. Επισκέπτομαι το Ισραήλ εδώ και 25 χρόνια και δεν έχω ξαναδεί τους Ισραηλινούς τόσο κατηφείς- ούτε στη διάρκεια της δεύτερης Ιντιφάντα, στην αρχή της δεκαετίας του 2000, όταν Παλαιστίνιοι τρομοκράτες ανατίναζαν συχνά λεωφορεία.
«Υπάρχει μια θλίψη και μια έλλειψη ελπίδας που διαπερνούν τους πάντες», λέει ένας Ισραηλινός δημοσιογράφος. «Αντιμετωπίζουμε τις χειρότερες απειλές μετά τον Πόλεμο της Ανεξαρτησίας», παρατηρεί το μέλος ενός ισραηλινού think tank. «Ποτέ δεν ήμουν πιο απαισιόδοξος για το μέλλον του Ισραήλ», εξομολογείται ένας αρχαιολόγος. Σε μια δημοσκόπηση που έγινε τον Μάιο, μόλις το 37% των Ισραηλινών δήλωσαν αισιόδοξοι για το μέλλον της χώρας, έναντι 48% τον Μάρτιο.
Πολλοί αναλυτές επισημαίνουν πόσο μεγάλο είναι το τραύμα για τους Ισραηλινούς από την επίθεση της 7ης Οκτωβρίου. Δεν είναι περίεργο. Οι Ηνωμένες Πολιτείες έχουν υποστεί δύο μεγάλα τραύματα μέσα σε δύο δεκαετίες, την ιρανική κρίση των ομήρων το 1979-1981 και τις τρομοκρατικές επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Το Ισραήλ βίωσε έναν συνδυασμό καταστροφών την ίδια μέρα, όταν η Χαμάς σκότωσε πάνω από 1.200 Ισραηλινούς και απήγαγε 250. Εκτιμάται ότι 80 είναι ακόμη ζωντανοί και παντού βλέπει κανείς το σύνθημα «Φέρτε τους πίσω».
Στο Ισραήλ έχει γίνει η πιο εκτεταμένη κινητοποίηση στρατευσίμων στην ιστορία, με έναν φοιτητή να μας διηγείται πως μελετούσε για το πανεπιστήμιο τη νύχτα, ενώ περνούσε την ημέρα του μέσα σε ένα τανκ κοντά στα σύνορα με τον Λίβανο. «Πολλοί από εμάς είναι κουρασμένοι», λέει.
Το βάρος μπορεί να μεγαλώσει, καθώς το Ισραήλ αντιμετωπίζει την προοπτική ενός νέου μετώπου κατά της Χεζμπολάχ, η οποία βομβαρδίζει διαρκώς τη χώρα μετά τις 7 Οκτωβρίου και έχει εκτοπίσει 60.000 Ισραηλινούς από τα σπίτια τους. Πολλοί ζητούν τώρα από τον στρατό να εκδιώξει τη Χεζμπολάχ από τα σύνορα ώστε να μπορέσουν οι εσωτερικοί πρόσφυγες να επιστρέψουν στα σπίτια τους εγκαίρως για την έναρξη της σχολικής χρονιάς. Αυτό σημαίνει όμως έναν νέο εφιάλτη για τις ήδη εξαντλημένες ένοπλες δυνάμεις, που θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τους 150.000 πυραύλους της Χεζμπολάχ.
Παρά τις δυσκολίες αυτές, λίγοι ξένοι παρατηρητές διάκεινται συμπαθώς προς το ισραηλινό κράτος, προτιμώντας να στρέφουν το βλέμμα τους στην τραγωδία των Παλαιστινίων στη Γάζα. Αυτό οδηγεί ακόμη περισσότερους Ισραηλινούς να υποστηρίξουν τη δεξιά τους κυβέρνηση: η δημοτικότητα του Νετανιάχου έχει αυξηθεί από το 24% στο 31%, κάτι που τον φέρνει μπροστά από τον αρχηγό της αντιπολίτευσης Μπένι Γκαντς για πρώτη φορά εδώ κι έναν χρόνο. Τον Νετανιάχου φαίνεται πως βοήθησαν και τα εντάλματα σύλληψης που εξέδωσε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο στις 20 Μαΐου.
Ο Ισραηλινός πρωθυπουργός δεν μπορεί πάντως να συμφωνήσει σε ένα σχέδιο για την επόμενη ημέρα, καθώς οι ακροδεξιοί του εταίροι απειλούν να τον ανατρέψουν αν δώσει στην Παλαιστινιακή Αρχή ρόλο στη διακυβέρνηση της Γάζας ή αν δώσει υποσχέσεις στην κατεύθυνση της αναγνώρισης ενός παλαιστινιακού κράτους. Παραλλήλως, οι στρατηγοί αρχίζουν να παραπονιούνται ότι η καταστροφή της Χαμάς δεν αποτελεί ρεαλιστικό στόχο και ότι οι στρατιώτες θα παγιδευτούν σε έναν αιώνιο πόλεμο.
(*) O Μαξ Μπουτ είναι αρθρογράφος της Washington Post
(Πηγή: Washington Post)