του Αναστάσιου Λαυρέντζου*
Κατά την άποψη μου στην παρούσα φάση βιώνουμε τη σοβαρότερη ελληνοτουρκική κρίση από το 1974. Σε αυτές τις συνθήκες δεν είναι προτεραιότητά μου να ασκήσω κριτική στην κυβέρνηση.
Όσον αφορά τις Συμφωνίες ΑΟΖ με Ιταλία και Αίγυπτο, έχω πάρει θέση γραπτώς στα άρθρα μου, τα οποία έχουν διαβαστεί από χιλιάδες αναγνώστες. Έχω ασκήσει κριτική και στην παρούσα κυβέρνηση, αλλά και συνολικά στο πολιτικό σύστημα της χώρας που με την αδράνειά του μας έχει φέρει στη σημερινή δυσμενή κατάσταση απέναντι στον Τούρκο που “έχει κόψει λουρί” και λυσσομανά εναντίον μας.
Άποψη μου είναι ότι η σπασμωδικότητα και ο αυτοσχεδιασμός του ελληνικού πολιτικού συστήματος σήμερα μας κοστίζει. Σε αυτό δεν έχει τη μεγαλύτερη ευθύνη η παρούσα κυβέρνηση. Ευθύνεται όμως και αυτή για το ότι άργησε να κινητοποιηθεί. Από τις δύο Συμφωνίες ΑΟΖ που συνήψε, η Συμφωνία με την Αίγυπτο έχει και μεγάλο κόστος και αρνητικές δυνητικές παρενέργειες.
Όταν όμως είσαι στα πρόθυρα πολέμου, είναι πάγια τακτική της διπλωματίας να κλείνεις πιθανές εστίες προβλημάτων. Έτσι λοιπόν ακόμη και αυτή η κακή – πλην όμως διεθνής – συμφωνία θα ήταν αδιανόητο στις τωρινές συνθήκες να μην επικυρωθεί. Αυτό δεν σημαίνει ότι η κυβέρνηση δεν έχει ευθύνες που υποχώρησε στην πλήρη επήρεια ΑΟΖ της Κρήτης, στο ότι παραχώρησε περιοχή με πιθανό κοίτασμα και στο ότι άφησε απροσδιόριστο το καθεστώς ανατολικά του 28ου μεσημβρινού. Δεν θα της πω λοιπόν μπράβο.
Θα δεχτώ όμως ως θετική την εξαγγελία για επέκταση των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο στα 12 ναυτικά μίλια, έστω και αν έρχεται αργά ή και κάπως άκαιρα. Ακόμη κι αν υποτεθεί πάντως ότι έγινε σε αντιστάθμισμα των αντιδράσεων για τη Συμφωνία του Καΐρου, θεωρώ ότι η άσκηση ενός νομίμου δικαιώματος στο 100% είναι κέρδος για τη χώρα. Αρκεί βεβαίως να μην αποτελεί το ορατό τμήμα μιας μυστικής διπλωματίας που έχει παραχωρήσει κάτω από το τραπέζι άλλα κυριαρχικά δικαιώματα και η οποία απλώς θέλει να δημιουργήσει εντυπώσεις ότι “το παλεύουμε”.
Αντιπαρέρχομαι και τις αναφορές ορισμένων ότι το 2015 ή το 2018 κάποιοι από τους σημερινούς κυβερνητικούς βουλευτές έλεγαν ότι μια μερική επέκταση των χωρικών υδάτων είναι μια έμμεση αναγνώριση ότι στο Αιγαίο ισχύει ειδικό καθεστώς. Τότε ήταν 2015 ή 2018 και σήμερα είναι 2020. Την ημέρα που ο Ερντογάν ουρλιάζει ως άλλος Χίτλερ κατά της Ελλάδας, όταν του λες “επεκτείνω τα χωρικά μου ύδατα”, είναι σαν να του λες «εγώ είμαι εδώ, δεν πτοούμαι και συνεχίζω». Όπως ανέφερα παραπάνω, όλα αυτά τα λέω υπό μια προϋπόθεση: ότι αυτά που βλέπουμε, είναι και αυτά που ισχύουν. Θα δούμε αργότερα αν ισχύει αυτό.
Πάντως τα τουρκικά μέσα “έπαιξαν” την είδηση της επέκτασης των χωρικών υδάτων στο Ιόνιο ως μια ακόμη “ελληνική πρόκληση”. Αν το εννοούν και δεν είναι μέρος ενός θεάτρου, θα έλεγα ότι δεν είναι κακό να το νομίζουν. Θα θεωρήσω δε την κίνηση αυτή πιο επιτυχημένη, αν περιλάβει και την Κρήτη. Θα ήταν επίσης χρήσιμο να δηλωθεί ρητώς ότι η επέκταση των χωρικών υδάτων σε 12 μίλια στο Ιόνιο δεν συνιστά παραίτηση από το αντίστοιχο δικαίωμά μας στο Αιγαίο. Συνολικά πάντως η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να σταθμίσει προσεκτικά τις ενέργειές της για να μην δώσει στους Τούρκους την αφορμή για την κλιμάκωση που επιδιώκουν. Από την άλλη πλευρά, πρέπει να επιλέξει ως που θα προχωρήσει, για να προλάβει πιθανή επέκταση του τουρκικού Casus Beli, που ως σκοπό θα έχει την αδρανοποίηση των επόμενων ελληνικών κινήσεων.
Αυτή είναι μια ώρα μάχης. Και την ώρα της μάχης πρέπει να βλέπουμε ως εχθρό μόνο τον εχθρό που έχουμε απέναντί μας. Το χρωστάμε σε αυτούς που σήμερα επανδρώνουν θέσεις μάχης, που βρίσκονται στα πλοία του πολεμικού ναυτικού και οργώνουν τους ουρανούς του ελληνικού Αιγαίου με τα αεροσκάφη της ΠΑ. Είναι συγγενείς μας, αδέλφια μας ή παιδιά μας. Η στάση ευθύνης απέναντί τους είναι απαράβατη και ιερή υποχρέωση. Όσες φορές σταθήκαμε ενωμένοι, ακόμη και λιγότεροι ή και με υποδεέστερο εξοπλισμό, ο Τούρκος ποτέ στην Ιστορία δεν μας νίκησε.
*Ο Αναστάσιος Λαυρέντζος κατέχει πτυχίο Φυσικής και διπλώματα μεταπτυχιακής ειδίκευσης (MSc) στα Οικονομικά Μαθηματικά και στη Θεωρητική Φυσική. Έχει εργαστεί ως διευθυντικό στέλεχος στον τομέα Διαχείρισης Κινδύνων σε μεγάλους ελληνικούς χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Στο πλαίσιο αυτό έχει επισκεφτεί πολλές βαλκανικές χώρες (Τουρκία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Σερβία). Συνεργάζεται με διεθνείς ελεγκτικούς οίκους ως συμβουλος επιχειρήσεων και διδάσκει Διαχείριση Κινδύνων στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Έχει γράψει τα βιβλία: «Η Θράκη στο μεταίχμιο» και «Σιωπηρή Άλωση – Το Δημογραφικό και το Μεταναστευτικό πρόβλημα της Ελλάδας».
1. Κε Λαυρέντζο, επειδή συμβαίνει να παρακολουθώ (και να εκτιμώ) αρκετά από τα όσα λέτε περί Τουρκίας (καί Ελλάδος)θα σας παρακαλούσα – με πολύ σεβασμό – να μήν παρασυρθείτε από την μέθη δημοσιότητας, που συμβαίνει σε πολλούς σχολιαστές των ημερών αυτών. Γιατί η μέθη αυτή παρασύρει σε αντιφάσεις, πλατειασμούς ή ακόμα και κενολογίες.
2.Γράφετε «Αυτή είναι μια ώρα μάχης» (αλλά συνάμα, “προς θεού να μην κλιμακώσουμε”!!). Με συγχωρείτε,αλλά ή δεν καταλάβατε τίποτε από τα τεκταινόμενα,ή φλυαρείτε. Διότι, την όποια Μάχη, η Κυβέρνηση αποφάσισε πως ΔΕΝ έπρεπε να δοθεί – γι’ αυτό και διέταξε τις Ένοπλες Δυνάμεις να ΜΗΝ εμποδίσουν την περατζάδα/έρευνα του Oruc Reis, επί 20 ημέρες – μέχρι και την Δευτέρα που λήγει η Τουρκική NAVTEX. Αυτή ήταν και η παραδοχή του Ναύαρχου/Συμβούλου Εθνικής Ασφάλειας κου Αλ. Διακόπουλου, τόσο με όσα είπε, πχ «να μήν κοροϊδευόμαστε», όσο και με τα όσα δεν είπε αλλά υπενόησε με την πράξη του.
3. Δεν κρίνω την απόφαση της Κυβέρνησης, η οποία προφανώς συνεκτιμά το Όλον και αποφασίζει για το εκάστοτε Δέον Γενέσθαι. Το βέβαιον είναι ότι αποφάσισε την ΜΗ ΜΑΧΗ «επί του πεδίου» όπως την προκάλεσε ρητά ο Ερντογάν, μιά πρόκληση που οι Ένοπλες Δυνάμεις ήθελαν να την αναλάβουν και να την απαντήσουν, αλλά η κυβέρνηση έκρινε πως ΔΕΝ ΠΡΕΠΕΙ. Εξ’ ού και η παραίτηση Διακόπουλου, ο οποίος δεν μπορούσε να ψεύδεται ενώπιον των πληρωμάτων του Στόλου και να προσποιείται «… μή έρευνες του Oruc Reis » όπως τα “μπάλωνε” η κυβέρνηση με τα περί “θορύβων” κλπ.
4. Θα ήταν πραγματικά «η σοβαρότερη ελληνοτουρκική κρίση από το 1974» αν η Κυβέρνηση αποφάσιζε, με τρόπο αξιόπιστο τόσο για τον Αντίπαλο όσο και για τους …Συμμάχους, ότι αποδέχεται την πρόκληση του «πεδίου». Τα βήματα/στάδια της Αξιόπιστης Απάντησης δεν θα τα υποδείξω εγώ, αλλά πολλοί – μεταξύ των οποίων και εσείς – μπορούν να τα αντιληφθούν. Δεν έγιναν. Και έτσι παραμένουμε θεατές του βιασμού μας.
5. Το κρισιμότερο ερώτημα που τίθεται (ή τουλάχιστον θα έπρεπε να τεθεί)είναι ΑΝ ΤΕΛΙΚΑ ΩΣ ΧΩΡΑ ΕΧΟΥΜΕ ΚΟΚΙΝΕΣ ΓΡΑΜΜΕΣ. Και αυτό δεν αφορά την παρούσα Κυβέρνηση, αλλά όπως γράφω, την Χώρα συνολικά. Αν δεν έχουμε, είναι μάλλον επικίνδυνο να κινητοποιούμε τις Ένοπλες Δυνάμεις, απλώς για να καλύπτουμε με φανταχτερά και ακριβά “πυροτεχνήματα” την “ουρά κάτω από τα σκέλη”. Γιατί “σπαταλούμε” το ήδη καταπεπτωκός (από τις περικοπές, λιτότητα, λειψανδρία, μη-εξοπλισμούς) ηθικό τους.
6. Σε κάθε περίπτωση, προσωπικά, αν μέμφομαι την Κυβέρνηση για κάτι, δεν είναι « το γιατί δεν απάντησε επί του πεδίου» (ξέρω το γιατί), αλλά γιατί ΔΕΝ ΣΧΕΔΙΑΣΕ ορθολογικά τα βήματά της, ώστε να μήν υποστεί η Χώρα μιά ακόμα Tαπείνωση – τόσο εξόφθαλμη που μέχρι και σήμερα, η άτυπη Σύνοδος ΥΠΕΞ της Ευρωπαϊκής Ένωσης μας την υπογράμμισε εμφατικά – με την ΜΗ ΛΗΨΗ/ΑΝΑΚΟΙΝΩΣΗ ΜΕΤΡΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ. Αυτόν τον Σχεδιασμό, μπορούσε να τον κάνει, αλλά η ….Επικοινωνία γαρ.
7. Αν εσείς είδατε κάποιον Στρατηγικό Ορθολογισμό στην διαχείριση αυτής της Κρίσης, θα πρέπει να μας τον υποδείξετε, εξηγώντας μας ταυτόχρονα και…
(Συμπλήρωση τελικής φράσης προηγούμενου σχολίου) «7….., εξηγώντας μας ταυτόχρονα και την Ταπείνωση.»