Οἱ κλασσικές σπουδές πεθαίνουν στήν Εὐρώπη, ἡ ὁποία ὑπῆρξε ἡ κοιτίδα τους καί στήν ὁποία κατ’ἐξοχήν ἐκαλλιεργήθησαν. Γιά νά καταλάβουμε τήν σύγχρονη τάση τῆς ἐκπαιδευτικῆς πολιτικῆς στήν Εὐρώπη πρέπει νά κάνουμε ἀναφορά στή σύγχρονη πολιτική, οἰκονομική καί κοινωνική δυναμική πού ἐπικρατεῖ στούς κόλπους της, ἡ ὁποία δυναμική ἐπηρεάζει καταλυτικά τό φαινόμενο τῆς ἐκπαιδεύσεως σ’ὅλες τίς βαθμίδες του. Οἱ σύγχρονες δεσπόζουσες δυνάμεις στήν Εὐρώπη, καί ὄχι μόνο, εἶναι ἡ παγκοσμιοποίηση καί ἡ κοινωνία τῆς πληροφορίας. Ἡ παγκοσμιοποίηση καί ἡ κοινωνία τῆς πληροφορίας ἀσκοῦν βαθιά ἐπίδραση στήν ἐκπαίδευση. Κυριολεκτικά διαμορφώνουν ἐξ ὁλοκλήρου σχεδόν τή φύση, τίς λειτουργίες καί τό σχεδιασμό της τόσο ἀπό τίς Βρυξέλλες ὅσο καί ἀπό τίς ἐπιμέρους ἐθνικές κυβερνήσεις.
Ἄς ἐξετάσουμε ὁρισμένα χαρακτηριστικά τῆς σύγχρονης παγκοσμιοποίησης ὅσο καί τῆς κοινωνίας τῆς πληροφορίας, τά ὁποῖα χαρακτηριστικά ἐπηρεάζουν τήν ἐκπαιδευτική πολιτική. Κατ’ἀρχήν νά σημειώσουμε ὅτι ἡ παγκοσμιοποίηση καί ἡ κοινωνία τῆς πληροφορίας, πού στηρίζεται στίς σύγχρονες τεχνολογίες τῆς πληροφορικῆς καί τῆς ἐπικοινωνίας (ΤΠΕ), ἀλληλοεπηρεάζονται, ἀλληλοσυμπληρώνονται, ἀλληλοενισχύονται καί ἀλληλοενδυναμώνονται. Ἡ κοινωνία τῆς πληροφορίας, πού ἑδράζεται στή διάχυση τῆς πληροφορίας μέσῳ τῶν ΤΠΕ, ἀποτελεῖ τή διάδοχη μορφή κοινωνίας ὡς πρός τήν βιομηχανική κοινωνία, καί συνδέεται ἄμεσα μέ τήν παγκόσμια οἰκονομία. Ἡ συνεχῶς καί καταιγιστικῶς παραγόμενη καινούργια γνώση τίθεται στήν ὑπηρεσία τῆς ἀναπτύξεως τῆς οἰκονομίας. Ἔχει χαρακτηριστικά λεχθεῖ ὅτι ὅ,τι ὑπῆρξε γιά τή βιομηχανική ἐπανάσταση ὁ ἀτμός, εἶναι ἡ γνώση, οἱ πληροφορίες, γιά τή σύγχρονη μεταβιομηχανική κοινωνία. Χαρακτηριστικά τῆς παγκοσμιοποίησης εἶναι ἡ ρευστότητα, ἡ ἀβεβαιότητα, ὁ σχετικισμός, ὁ πλουραλισμός, ὁ ἀνταγωνισμός, ὁ ἀτομικισμός καί ὁ καταναλωτισμός.Ἡ σύγχρονη τάση τῆς οἰκονομίας προϋποθέτει καί ἀπαιτεῖ τήν ἀνάγκη γιά δημιουργικότητα, καινοτομία, ἀλλαγή. Ἡ Νέα οἰκονομία, ἡ Οἰκονομία τῆς γνώσεως ἔχει ἀνάγκη γιά ἐξειδικευμένο καί ὑψηλά κατηρτισμένο ἐργατικό δυναμικό. Ἑπομένως ἀναδύεται μέ ἐπιτακτική ἀναγκαιότητα ἡ σύνδεση τῆς οἰκονομίας μέ τήν ἐκπαίδευση ἤ ὀρθότερα ἡ ὑποταγή τῆς παιδείας στήν οἰκονομία. Ἡ θεσμοθετημένη παιδεία δομεῖται καί σχεδιάζεται μέ πρότυπο τήν ἀνάπτυξη καί ἀνταγωνιστικότητα τῆς οἰκονομίας.
Ἄλλο ἕνα ἐντελῶς ἰδιάζον χαρακτηριστικό τῆς κοινωνίας τῆς πληροφορίας εἶναι οἱ συνεχεῖς ἀλλαγές ἐργασίας ἐν ἀντιθέσει πρός τήν ἐργασιακή σταθερότητα τῆς βιομηχανικῆς κοινωνίας. Κυριολεκτικά στή σύγχρονη κοινωνία τῆς πληροφορίας καί στή παγκοσμιοποιουμένη οἰκονομία ἐπέρχεται ὁριστική θραύση τοῦ μοντέλου: προετοιμασία-σπουδές (παιδική καί ἐφηβική ἡλικία), ἐργασία (ὥριμη ἡλικία), συνταξιοδότηση (γεροντική ἡλικία), πού κυριαρχοῦσε στήν βιομηχανική κοινωνία. Οἱ συνεχεῖς ἀλλαγές ἐργασίας καθιστοῦν ἀναγκαία τή συνεχῆ κατάρτιση καί ἐπανακατάρτιση τῶν ἐγαζομένων. Ἡ ἐκπαίδευση πρέπει νά προετοιμάζει τό μαθητή καί αὐριανό ἐργαζόμενο νά εἶναι ἱκανός «νά κάνει ὅ,τι τοῦ ζητήσουν» οἱ ἐργοδότες του. Ἡ συνεχής κατάρτιση, ἐπανακατάρτιση καί ἐπικαιροποίηση ὡς πρός τίς ἀνακαῖες, συνεχῶς μεταβαλλόμενες, δεξιότητες καί ἱκανότητες καθιστοῦν ἀναγκαία τήν πολυθρύλητη «διά βίου παιδεία». Ὁ ἐργαζόμενος πρέπει συνεχῶς νά ἀνανεώνει καί νά ἐπικαιροποιεῖ τίς δεξιότητες καί ἱκανότητές του, ὥστε νά ἔχει πρόσβαση στήν ὁλοένα μεταβαλλόμενη καί συνεχῶς ἀπαιτητικώτερη ἀγορά ἐργασίας. Τό ἐρώτημα πού ἀναδύεται αὐτόματα εἶναι ἱκανός ψυχοβιολογικά ὁ ἄνθρωπος γιά τέτοιους ρυθμούς ἐργασίας; Εἶναι ἀδιαμφισβήτητη ἡ δυσκολία προσαρμογῆς στίς ραγδαῖες ἀλλαγές στίς Τεχνολογίες Πληροφορικῆς καί Ἐπικοινωνία (ΤΠΕ) καί ἡ ἀδυναμία ἀφομοιώσεως τῆς συνεχῶς διογκούμενης καί ἐμπλουτιζόμενης γνώσεως.Ὁ ψηφιακός ἀναλφαβητισμός ὁδηγεῖ σέ κοινωνικό καί οἰκονομικό ἀποκλεισμό. Συνεπείᾳ ὅλων τούτων εἶναι ὅτι τό σχολεῖο μεταβάλλεται ἀπό ἵδρυμα μεταδόσεως γνώσεων σέ φορέα ἀναπτύξεως δεξιοτήτων καί ἱκανοτήτων. Σέ αὐτό τό συνεχῶς μεταβαλλόμενο κόσμο τό παιδί πρέπει νά προετοιμασθῆ νά προσαρμόζεται στίς συνεχεῖς ἀλλαγές, χωρίς νά «σπάζει» ἐσωτερικά-ψυχοδιανοητικά.
Οἱ τέσσερις βασικοί πυλῶνες τῆς ἐκπαιδεύσεως κατά τήν Unescoτόν 21ο αἰώνα εἶναι:
• Τό παιδί πρέπει νά μάθει πῶς νά μαθαίνει (μεταγνωστική ἱκανότητα)
• Νά μάθει νά πράττει
• Νά μάθει νά συνυπάρχει
• Νά μάθει νά ὑπάρχει
Ἄμεση προτεραιότητα εἶναι ἡ ἀνάπτυξη μεταγνωστικῆς ἱκανότητος: ἡ δυνατότητα προσβάσεως στή συνεχῶς αὐξανόμενη καί ἀνανεωνουμένη γνώση.Ἐνδιαφέρει περισσότερο ἡ διαδικασία προσεγγίσεως τῆς συνεχῶς μεταβαλλομένης γνώσεως παρά ἡ ἀπόκτηση ἑνός σταθεροῦ κορμοῦ γνώσεως, τό ὁποῖο ἄλλωστε πιθανόν νά ἀχρηστευθῆ.
Οἱ ΤΠΕ εἶναι ἐργαλεῖο μαθήσεως καί δημιουργοῦν νέα δεδομένα στή γνώση καί διδασκαλία. Ἔτσι ἀναδύεται τό λεγόμενο «ψηφιακό σχολεῖο», ὁ «ψηφιακός μαθητής», καί ὁ «ψηφιακός κοσμοπολίτης».Οἱ ΤΠΕ καί τό διαδίκτυο εἶναι ἴσως ἡ πιό ἰσχυρή μετασχηματιστική τεχνολογία στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος. Τό εἰκονικό σχολεῖο στηρίζεται στήν ἀκαταμάχητη ἕλξη πού ἀσκοῦν οἱ νέες Τεχνολογίες στούς νέους. Ὅπως ἔχει λεχθεῖ,«καμμία ἄλλη τεχνολογία δέν εἶναι τόσο ἀκαταμάχητη καί καμμία δέν ἐμπεριέχει τόση δύναμη ὅσο οἱ ψηφιακές τεχνολογίες».
Ἐπίσης στή σύγχρονη ἐκπαιδευτική πολιτική ἐπιχειρεῖται προσέγγιση σχολείου καί ἐπιχείρησης. Ἔτσι ἐνισχύεται καί προωθεῖται τό ἄνοιγμα τῆς ἐκπαιδεύσεως στόν κόσμο τῆς ἐργασίας καί ἡ συμμετοχή τῆς ἐπιχειρήσεως στήν παροχή ἐπαγγελματικῆς καταρτίσεως. Προωθεῖται ἡ καταπολέμηση τοῦ ἀποκλεισμοῦ μέ τήν παροχή στούς νέους, πού ἀπειλοῦνται μέ ἀποκλεισμό, δεύτερης εὐκαιρίας στήν ἐκπαίδευση, ὅπως ἀκόμη καί ἡ ἐκμάθηση τριῶν κοινοτικῶν γλωσσῶν. Ἡ ἐκμάθηση κοινοτικῶν γλωσσῶν εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά νά ἐπωφεληθῆ ὁ νέος τίς εὐκαιρίες πού τοῦ προσφέρει ἡ ἑνιαία Εὐρωπαϊκή ἀγορά.
Στή σύγχρονη Εὐρωπαϊκή ἐκπαιδευτική πολιτική προωθεῖται ἡ ἰδιωτικοποίηση τῆς δημοσίας ἐκπαιδεύσεως. Ὅθεν παρατηρεῖται καί ἐπιβάλλεται ἡ εἰσαγωγή στοιχείων καί παραμέτρων τῆς ἀγορᾶς στό δημόσιο σχολεῖο. Τό σχολεῖο παύει νά ὑπόκειται στόν ἀπόλυτο ἔλεγχο τοῦ κράτους. Ὀργανισμοί τῆς ἐλεύθερης ἀγορᾶς ἀποκτοῦν δικαιώματα στήν ἐκπαίδευση. Ἀπόρροια τούτου εἶναι ὁ μανατζεριαλισμός (managerialism), διευθυντισμός καί μαρκετοποίηση (marketization) τοῦ δημοσίου σχολείου.
Τό σύγχρονο σχολεῖο γιά νά εἶναι ἀποτελεσματικό πρέπει νά διέπεται ἀπό τίς ἑξῆς ἀρχές: Συνεχής ἀξιολόγηση καί ἔμφαση στό δικαίωμα ἐπιλογῆς τοῦ σχολείου ἀπό τούς γονεῖς. Τό ἀποτελεσματικό σχολεῖο βοηθεῖ βασικά τούς «ἀδύνατους» μαθητές, τούς μαθητές πού προέρχονται ἀπό χαμηλά κοινωνικά καί οἰκονομικά στρώματα.
Ἀποτέλεσμα τῆς «φιλοσοφίας» καί τοῦ «γενικοῦ διέποντος νοῦ» τοῦ Νέου Σχολείου εἶναι ἡ δραστική ὑποχώρηση τῶν κλασσικῶν σπουδῶν.Ἡ γλῶσσα καλλιεργεῖται ὡς ἐπικοινωνιακό ἐργαλεῖο καί ὄχι ὡς φορέας πολιτισμοῦ, ὡς πολιτισμική ἀξία. Καλλιεργεῖται στή συγχρονική της καί ὄχι στήν διαχρονική της διάσταση. Ἐπίσης ἡ Ἱστορία καί Θρησκευτικά περιθωριοποιοῦνται.
Οἱ νέες δεξιότητες καί ἱκανότητες πού πρέπει νά ἀναπτύξει ὁ σημερινός μαθητής καί αὐριανός ἐργαζόμενος σέ γενικές γραμμές εἶναι:
• Μεταγνωστικές δεξιότητες
• Γλωσσικές δεξιότητες
• Μαθηματικές δεξιότητες
• Δεξιότητες στίς ΤΠΕ
• Δεξιότητες ζωῆς (life skills)
• Συνεργατικές δεξιότητες
• Ἐπικοινωνιακές δεξιότητες
• Ψυχολογικές-ὑπαρξιακές ἱκανότητες
• Ἱκανότητα διαχειρίσεως τοῦ ἀγνώστου, τοῦ ἀβεβαίου
Καταλαβαίνουμε ὅτι στό ἀναδυόμενο τοπίο τῆς ἐκπαιδεύσεως κατά τόν 21ο αἰώνα στήν Εὐρώπη ἐλάχιστη ἕως μηδαμινή θέση κατέχουν οἱ κλασσικές σπουδές. Ἰδιαίτερη σημασία γιά τήν μελλοντική πορεία τῆς ἐκπαιδεύσεως στίς Εὐρωπαϊκές χῶρες ἔχει ἡ ἔκθεση τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἐπιτροπῆς γιά τήν ποιότητα τῆς ἐκπαιδεύσεως, στήν ὁποία ἐπιχειρεῖται ὁ καθορισμός συγκεκριμένων δεικτῶν ἀποτιμήσεως τῆς ἐκπαιδευτικῆς ποιότητος. Οἱ δεῖκτες αὐτοί εἶναι:
• Μαθηματικά
• Ἀναγνωστική ἱκανότητα
• Θετικές ἐπιστῆμες
• Τεχνολογίες τῶν Πληροφοριῶν καί Ἐπικοινωνιῶν
• Ξένες γλῶσσες
• Ἱκανότητα τοῦ μανθάνειν
• Ἀγωγή τοῦ πολίτη
(Πηγή EuropeanCommission2000).
Ἀπό τόν ἀνωτέρω πίνακα δεικτῶν τῆς ἐκπαιδευτικῆς προτεραιότητος ἀπουσιάζουν ἐντελῶς οἱ κλασσικές σπουδές καί οἱ κλασσικές γλῶσσες. Λέγεται ὅτι οἱ κλασσικές σπουδές ἔχουν μεγάλη ἀνθρωποπλαστική δύναμη. Ἀλλά καί σ’αὐτό τό προνομιακό πεδίο τῶν κλασσικῶν σπουδῶν ὑποστηρίζεται ὅτι μεγαλύτερη ἀξία γιά τό σύγχρονο παιδί καί τίς ἀνάγκες του ἔχουν διάφορα προγράμματα σπουδῶν, ὅπως:
• Προγράμματα διαχειρίσεως θυμοῦ
• Προγράμματα εἰρηνικῆς ἐπιλύσεως συγκρούσεων
• Προγράμματα ἐνισχύσεως τῆς συναισθηματικῆς νοημοσύνης
• Προγράμματα διαχειρίσεως τῆς ἀντικοινωνικότητος, τῆς ἐπιθετικότητος, τῆς παραβατικῆς συμπεριφορᾶς
• Προγράμματα ἐνισχύσεως τῆς ψυχικῆς ἀνθεκτικότητος
• Προγράμματα ἀναπτύξεως σεβασμοῦ στήν ἰδιαιτερότητα καί διαφορετικότητα τοῦ ἄλλου
• Προγράμματα ἐκμαθήσεως κοινωνικῶν καί συναισθηματικῶν δεξιοτήτων
(Βλ. Ἠλία Ε. Κουρκούτα, Προβλήματα συμπεριφορᾶς στά παιδιά, ἐκδ. Ἑλληνικά Γράμματα, Ἀθήνα 2007)
Τά προγράμματα αὐτά πού στηρίζονται στή σύγχρονη ψυχολογία ὑποστηρίζεται, καί ἴσως ὄχι ἀδίκως, ὅτι ἀνταποκρίνονται καλύτερα στίς ἀνάγκες τοῦ σύγχρονου παιδιοῦ, ἀπό ὅ,τι οἱ κλασσικές σπουδές.
Τό Νέο Σχολεῖο ἔχει στόχο τήν προετοιμασία τῶν νέων γενιῶν, ὥστε νά μποροῦν:
• Νά πατοῦν στέρεα πάνω σέ ἀξίες καί ἀρχές πού κάνουν κάθε νέο «πάνω ἀπ’ὅλα ΑΝΘΡΩΠΟ»
• Νά συνεχίζουν νά ἀποκτοῦν γνώσεις σέ ὅλη τή διάρκεια τοῦ βίου
• Νά συμμετέχουν μέ ἐπιτυχία στήν οἰκονομική ζωή καί νά ἔχουν εὐκαιρίες κοινωνικῆς ἀνόδου
• Νά ἀσκοῦν τό ρόλο τοῦ ὑπεύθυνου πολίτη
• Νά συμμετέχουν ἐνεργῶς στήν κοινωνική καί πολιτιστική ζωή.
Ὅπως γράφει ὁ JohnAnton(Ἰωάννης Ἀντωνόπουλος) «Ἡ ἰδέα τῆς παιδείας, ὕστερα ἀπό τούς δύο παγκοσμίους πολέμους τοῦ 20ου αἰῶνα, ἔχει τόσο ἀλλοιωθεῖ ὥστε νά χάνονται τά ἴχνη συνέχειας μέ τόν κλασικό πολιτισμό. Καί τό χειρότερο, οἱ μεταλλαγές περιόρισαν τή λειτουργία τῆς παιδείας στήν ἀπόκτηση συνηθειῶν καί δεξιοτήτων γιά ἐπιχειρηματίες δημοσίους ὑπαλλήλους, γραφεικράτες, ἐργᾶτες, ὄχι ὅμως καί πολῖτες πού θά ἀσχοληθοῦν μέ τή διευκρίνηση τῆς ἔννοιας τοῦ πολιτικοῦ βίου, ὅπως ἀποκάλεσαν οἱ Ἕλληνες τήν ἔλλογη ἀρετή. Ἡ παιδεία αὐτή ἀντικαταστάθηκε βαθμηδόν μέ μία ἄλλη πού εὐνοεῖ τήν εὐόδωση τῶν σκοπῶν τῆς πολιτικῆς τῆς παγκοσμιοποίησης. Οἱ νέοι στόχοι μορφοποιοῦνται μέ τρόπους πού ἀποσκοποῦν στή δημιουργία τοῦ “παγκόσμιου χωριοῦ”, τέτοιου πού ἡ ἐπιβίωση καί ἡ εὐημερία του θά ἐξαρτᾶται συνεχῶς ἀπό τή λειτουργικότητα τῆς τεχνοκρατίας».
Στό ἀνωτέρω τοπίο τοῦ συγχρόνου Εὐρωπαϊκοῦ καί Ἑλληνικοῦ σχολείου ἀναφύεται τό ἀμείλικτο ἐρώτημα: σέ τί μᾶς χρησιμεύουν οἱ κλασσικές σπουδές; Οἱ ὑποστηρικτές τῆς κλασσικῆς παιδείας ἀντιτάσσουν τό ἐπιχείρημα τῆς ἐγγενοῦς μορφωτικῆς ἀξίας τῶν κλασσικῶν γλωσσῶν καί ἀκόμη ὅτι γιά αἰῶνες ἀπετέλεσαν τήν βάση, τόν κορμό τῆς Εὐρωπαϊκῆς οὑμανιστικῆς παιδείας. Πράγματι ἐπί αἰῶνες ἡ κλασσική παιδεία ἦταν βασική στήν ἐκπαίδευση τῆς Εὐρώπης.
Βέβαια οἱ καιροί ἔχουν ἀλλάξει ἀπό τότε οἱ δύο κλασσικές γλῶσσες ἀλλά καί οἱ ἀνθρωπιστικές σπουδές γενικώτερα ἀποτελοῦσαν τά θεμέλια τῆς τότε παρεχομένης σχολικῆς καί πανεπιστημιακῆς μορφώσεως. Σήμερα, ὅσο καί ἄν φαντάζει ἄκρως ἀπογοητευτικό, ἐμεῖς οἱ λάτρεις τῆς κλασσικῆς παιδείας ἀδυνατοῦμε νά ἀντιτάξουμε ἰσχυρά ἐπιχειρήματα ὑπέρ τῆς ἀναγκαιότητος τῆς κλασσικῆς παιδείας. Δέν πρέπει νά παραθεωροῦμε καί τό ἀδιαμφισβήτητο γεγονός ὅτι ἡ ναζιστική Γερμανία – ὅσο καί ἄν τό ἴδιο τό ναζιστικό κόμμα, ὅταν ἦλθε στήν ἐξουσία, περιόρισε τίς κλασσικές σπουδές καί ἐνίσχυσε τίς θετικές ἐπιστῆμες στήν ἐκπαίδευση – ἦταν κλασσικοαναθρεμμένη. Ὁ Γερμανός Κάϊζερ στίς ἀρχές τοῦ 20ου αἰῶνα ἀποροῦσε γιά τήν τόσο μεγάλη ἔκταση τῆς διδασκαλίας τῆς ἀρχαίας ἑλληνικῆς γλώσσας στήν Γερμανική ἐκπαίδευση καί διερωτᾶτο ἄν αὐτή – ἡ Γερμανική ἐκπαίδευση – ἀποσκοποῦσε στήν (δια)μόρφωση Γερμανόπουλων ἤ Ἀθηναιόπουλων ἤ Σπαρτιατόπουλων, ὅπως ἔλεγε χαρακτηριστικά. Τό γεγονός πάντως εἶναι ὅτι ἡ κλασσική μόρφωση δέν ἀπέτρεψε τήν σκληρότητα, τήν θηριωδία τῆς γερμανικῆς ναζιστικῆς ψυχῆς.
Στόν Ὀρθόδοξο χῶρο τό ἔργο τοῦ ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς μπορεῖ νά θεωρηθεῖ ὅτι ἀμφισβητεῖ εὐθέως καί ἀπεριφράστως τήν οὑμανιστική παιδεία καί φιλοσοφία καί στή θέση της, λίαν εὐστόχως, ἀντιτάσσει τήν Θεανθρώπινη παιδεία καί φιλοσοφία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας (στήν κατ’ἄνθρωπον φιλοσοφία προτείνει τήν κατά Θεάνθρωπον φιλοσοφία).
Βέβαια συνεχίζουν νά ὑπάρχουν, ἀποδυναμωμένοι ὅμως, οἱ ὑποστηρικτές τῆς κλασσικῆς παιδείας. Πολύ ὀρθά ὑποστηρίζουν ὅτι σήμερα πού κυριαρχεῖ ὁ homoeconomicusκαί ὁ δίδυμος ἀδελφός του, ὁ homotechnicus, εἶναι δύσκολο νά ὁμιλεῖ κανείς γιά κλασσική παιδεία. Αὐτό συμβαίνει διότι ὁ σύγχρονος πολιτισμός ἔχει πάρει στραβό καί ἀδιέξοδο δρόμο. Ἐάν ὅμως ἡ ἀνθρωπότητα ἀφυπνισθεῖ ἀπό τήν καταναλωτική παραζάλη καί φρενίτιδα καί ἐπανεύρει τό ἀνθρωπιστικό ἰδεῶδες τοῦ homosapiensκαί τοῦ homouniversalis, τότε ἡ κλασσική παιδεία θά ἀνακτήσει τό ἀπωλεσθέν πρωτεῖο της στήν ἀνθρώπινη ἐκπαίδευση καί παιδεία. Τί πρωτίστως θέλουμε; ἄρτια ἐκπαιδευμένους ἐπαγγελματίες πού θά μεγιστοποιοῦν τήν παραγωγή καί τόν παραγόμενο πλοῦτο θά νέμεται μία ἐπιτήδεια ἐλίτ, καί ἡ ὁποία θά δημιουργεῖ κοινωνικούς καί περιβαντολλογικούς ἐφιάλτες ἤ συνειδητούς καί ἐνεργούς πολῖτες, πού θά εἶναι σέ θέση νά ὀργανώσουν μέ φρόνησιν τόν δημόσιο καί ἰδιωτικό βίο, νά ἐγκαθιδρύσουν καθεστῶτα δικαιοσύνης (λιτῆς μέν, μεστῆς νοήματος δέ) καί θά προφυλάξουν τό φυσικό περιβάλλον ἀπό ἀνεπανόρθωτες καταστροφές;
Ὁ Κορνήλιος Καστοριάδης γράφει ἐπί τοῦ προκειμένου: «Θά ἔπρεπε νά θέλουμε μιά κοινωνία στήν ὁποία οἱ οἰκονομικές ἀξίες θά ἔχουν πάψει νά κατέχουν κεντρική (ἤ μοναδική) θέση, ὅπου ἡ οἰκονομία θά ἔχει ξαναμπεῖ στή θέση της, δηλαδή θά ἔχει γίνει ἕνα ἁπλό μέσο τοῦ ἀνθρώπινου βίου καί ὄχι ὕστατος σκοπός, στήν ὁποία ἑπομένως θά ἔχουμε παραιτηθεῖ ἀπό τήν τρελή κούρσα πρός μία συνεχῶς αὐξανόμενη κατανάλωση. Αὐτό δέν εἶναι ἁπλῶς ἀναγκαῖο γιά ν’ἀποφύγουμε τήν τελεσίδικη καταστροφή τοῦ γήϊνου περιβάλλοντος. Εἶναι ἀναγκαῖο κυρίως γιά νά βγοῦμε ἀπό τήν ψυχική καί ἠθική ἐξαθλίωση τῶν σύγχρονων ἀνθρώπων. Θά ἔπρεπε λοιπόν ἀπό δῶ καί ἐμπρός οἱ ἄνθρωποι (μιλάω γιά τίς πλούσιες χῶρες) νά δεχτοῦν ἕνα ἀξιοπρεπές ἀλλά λιτό βιοτικό ἐπίπεδο καί νά παραιτηθοῦν ἀπό τήν ἰδέα ὅτι ὁ κεντρικός στόχος τῆς ζωῆς τους εἶναι νά αὐξάνεται ἡ κατανάλωσή τους κατά 2 μέ 3% τόν χρόνο. Γιά νά δεχτοῦν αὐτό, θά ἔπρεπε κάτι ἄλλο νά δίνει νόημα στή ζωή τους. Ξέρουμε ποιό εἶναι αὐτό τό κάτι ἄλλο – τί ὠφελεῖ ὅμως, ἀπό τή στιγμή πού ἡ μεγάλη πλειονότητα τοῦ κόσμου δέν τό δέχεται καί δέν κάνει αὐτό πού πρέπει ὥστε νά γίνει πραγματικότητα; Αὐτό τό ἄλλο εἶναι ἡ ἀνάπτυξη τῶν ἀνθρώπων, ἀντί γιά τήν ἀνάπτυξη τῶν σκουπιδοπροϊόντων. Κάτι τέτοιο θά ἀπαιτοῦσε μιά ἄλλη ὀργάνωση τῆς ἐργασίας, ἡ ὁποία θά ἔπρεπε νά πάψει νά εἶναι ἀγγαρεία καί νά γίνει πεδίο προβολῆς τῶν ἱκανοτήτων τοῦ ἀνθρώπου· ἄλλο πολιτικό σύστημα, μιά ἀληθινή δημοκρατία πού θά συνεπαγόταν τήν συμμετοχή ὅλων στήν λήψη ἀποφάσεων· μιάν ἄλλη ὀργάνωση τῆς παιδείας, ὥστε νά διαπλάθονται πολίτες ἱκανοί νά ἄρχουν καί νά ἄρχονται, σύμφωνα μέ τή θαυμάσια ἔκφραση τοῦ Ἀριστοτέλη – οὕτω καθ’ἑξῆς». (Κορνήλιου Καστοριάδη, Ἡ ἄνοδος τῆς ἀσημαντότητας, μετάφραση Κ. Κουρεμένος, Ὕψιλον/βιβλία, Ἀθήνα 2000, σελ. 129-130)
Οἱ σύγχρονοι θιασῶτες τῆς κλασσικῆς παιδείας ὑποστηρίζουν τήν προτεραιότητα τῆς πολιτικῆς παιδείας, μέ τήν εὐρεῖα ἔννοια, ἔναντι τῆς ἐπαγγελματικῆς-τεχνικῆς παιδείας σύμφωνα μέ τό πλατωνικό ἰδεῶδες. Ὁ Πλάτων στό τελευταῖο ἔργο του Νόμοι προβληματίζεται ὡς ἑξῆς γιά τόν σκοπό καί τούς στόχους τῆς παιδείας:“ΑΘΗΝΑΙΟΣ. Λέγω δή, καί φημί τόν ὁτιοῦν ἀγαθόν ἄνδρα μέλλοντα ἔσεσθαι τοῦτο αὐτό ἐκ παίδων εὐθύς μελετᾶν δή, παίζοντά τε καί σπουδάζοντα ἐν τοῖς τοῦ πράγματος ἑκάστοις προσήκουσιν. Οἷον τόν μέλλοντα ἀγαθόν ἔσεσθαι γεωργόν ἤ τινα οἰκοδόμον, τόν μέν οἰκοδομοῦντά τι τῶν παιδείων οἰκοδομημάτων παίζειν χρή, τόν δ’αὖ γεωργοῦντα, καί ὄργανα ἑκατέρῳ σμικρά, τῶν ἀληθινῶν μιμήματα, παρασκευάζειν τόν τρέφοντα αὐτῶν ἑκάτερον, καί δή καί τῶν μαθημάτων ὅσον ἀναγκαῖα προμεμαθηκέναι προμανθάνειν, οἷον τέκτονα μετρεῖν ἤ σταθμᾶσθαι καί πολεμικόν ἱππεύειν παίζοντα ἤ τι τῶν τοιούτων ἄλλο ποιοῦντα, καί πειρᾶσθαι διά τῶν παιδιῶν, ἐκεῖσε τρέπειν τάς ἡδονάς καί ἐπιθυμίας τῶν παίδων, οἷ ἀφικομένους αὐτούς δεῖ τέλος ἔχειν. Κεφάλαιον δή παιδείας λέγομεν τήν ὀρθήν τροφήν, ἥ τοῦ παίζοντος τήν ψυχήν εἰς ἔρωτα ὅτι μᾶλλον ἄξει τούτου ὅ δεήσει γενόμενον ἄνδρ’αὐτόν τέλειον εἶναι τῆς τοῦ πράγματος ἀρετῆς. Ὁρᾶτε οὖν μέχρι τούτου γε, ὅπερ εἶπον, ἡμῖν ἀράσκει τό λεχθέν.ΚΛΕΙΝΙΑΣ. Πῶς γάρ οὔ; ΑΘΗΝΑΙΟΣ. Μή τοίνυν μηδ’ὅ λέγομεν εἶναι παιδείαν ἀόριστον γένηται. Νῦν γάρ ὀνειδίζοντες ἐπαινοῦντες θ’ἕκαστον τάς τροφάς, λέγομεν ὡς τόν μέν πεπαιδευμένον ἡμῶν ὄντα τινά, τόν δέ ἀπαίδευτον, ἐνίοτε εἴς τε καπηλείας καί ναυκληρίας καί ἄλλων τοιούτων μάλα πεπαιδευμένων σφόδρ’ἀνθρώπων· οὐ γάρ ταῦτα ἡγουμένων, ὡς ἔοικ’, εἶναι παιδείαν ὁ νῦν λόγος ἄν εἴη, τήν δέ πρός ἀρετήν ἐκ παίδων παιδείαν, ποιοῦσαν ἐπιθυμητήν τε καί ἐραστήν τοῦ πολίτην γενέσθαι τέλεον, ἄρχειν τε καί ἄρχεσθαι ἐπιστάμενον μετά δίκης. Ταύτην τήν τροφήν ἀφορισάμενος ὁ λόγος οὗτος, ὡς ἐμοί φαίνεται, νῦν βούλοιτ’ἄν μόνην παιδείαν προσαγορεύειν, τήν δέ εἰς χρήματα τείνουσαν ἤ τινά πρός ἰσχύν, βάναυσόν τ’εἶναι καί ἀνελεύθερον καί οὐκ ἀξίαν τό παράπαν παιδείαν καλεῖσθαι.” (Πλάτωνος, Νόμοι 643c, d, e)Μετάφραση (Κων. Φίλιππα): «ΑΘΗΝΑΙΟΣ. Λέω λοιπόν, καί ὑποστηρίζω, ὅτι ὁ ἄνδρας πού ἐπιθυμεῖ νά διακριθῇ σέ ὁτιδήποτε, πρέπει αὐτό νά τό μαθαίνῃ ἀπό τήν παιδική του ἡλικία, παίζοντας καί σπουδάζοντας μέ ἐκεῖνα πού ταιριάζουν σέ κάθε περίπτωση: λόγου χάριν, ἕνας πού θέλει νά γίνῃ γεωργός, ἤ ἕνας ἄλλος, οἰκοδόμος, πρέπει νά παίζουν, ὁ μέν οἰκοδόμος φτιάχνοντας μικρά σπιτάκια, ὁ δέ (γεωργός) καλλιεργώντας τή γῆ, σέ καθέναν δέ ὁ διδάσκαλός του νά κατασκευάζῃ ὄργανα μικρά, τέλειες ἀπομιμήσεις τῶν ἀληθινῶν, καί παραλλήλως νά τούς διδάσκῃ προκαταρκτικῶς ὅσα ἀπό τά μαθήματα εἶναι ἀνάγκη νά διδαχθοῦν ἀπό πρίν, ὅπως, λόγου χάριν, τόν τέκτονα νά μετρῇ ἤ νά ζυγιάζῃ, τόν πολεμιστή νά ἱππεύῃ παίζοντας ἤ κάνοντας ὁτιδήποτε ἄλλο ἀπό αὐτά, καί νά προσπαθῇ μέ τά παιγνίδια πρός τά ἐκεῖ νά τρέπῃ τήν ἀγάπη καί τόν ζῆλο τῶν παιδιῶν, ὥστε φθάνοντας στήν ὥριμη ἡλικία νά ἔχουν φθάσει καί στόν τελικό τους σκοπό. Οὐσιώδη παράγοντα, λοιπόν, τῆς παιδείας θεωροῦμε τή σωστή διαπαιδαγώγηση, ἡ ὁποία, περισσότερο ἀπό κάθε τι ἄλλο, θά ὁδηγήσῃ τήν ψυχή τοῦ παίζοντος στό νά ἀγαπήσῃ ἐκεῖνο πού θά πρέπει νά κάνῃ, ὅταν δέ γίνῃ ὥριμος ἄνδρας νά κατέχῃ στήν ἐντέλεια τό ἀντικείμενο τῆς ἐργασίας του. Γιά ἰδέστε λοιπόν, ἄν ὅ,τι εἶπα, μέχρι τώρα τουλάχιστον, σᾶς ἀρέσει. ΚΛΕΙΝΙΑΣ.Καί βέβαια. ΑΘΗΝΑΙΟΣ.Ἀλλά δέν πρέπει ἐμεῖς νά ἀφήσωμε νά καταντήσῃ ἀοριστολογία αὐτό πού λέμε ὅτι εἶναι παιδεία. Τώρα, πράγματι, κακολογώντας ἤ ἐπαινώντας τήν διαπαιδαγώγηση τοῦ καθενός, λέμε ὅτι ὁ μέν ἕνας εἶναι μορφωμένος, ὁ δέ ἄλλος ἀμόρφωτος, ἄν καί μερικές φορές πρόκειται γιά ἐμπόρους ἤ γιά πλοιοκτήτας καί γιά ἄλλους τέτοιους, πάρα πολύ μορφωμένους ἀνθρώπους. Συνεπῶς, ἡ ἄποψίς μας τώρα, μοῦ φαίνεται, δέν θά εἶναι σύμφωνη μέ ἐκείνων πού νομίζουν ὅτι αὐτό εἶναι παιδεία, ἀλλ’ὅτι παιδεία εἶναι ἡ ἀπό τῆς παιδικῆς ἡλικίας διαπαιδαγώγησις πρός τήν ἀρετή, πού κάνει τόν πολίτη νά ἐπιθυμῇ καί νά ἀρέσκεται στό νά γίνῃ τέλειος, νά γνωρίζῃ δέ νά ἄρχῃ καί νά ἄρχεται μέ δικαιοσύνη. Αὐτή τή διαπαιδαγώγηση, ὅπως τήν προσδιώρισε ἡ παραπάνω συζήτησις, θά ἤθελε μοῦ φαίνεται νά ὀνομάζωμε ὡς τή μόνη παιδεία, ἐκείνη δέ πού ἀποβλέπει στόν πλοῦτο ἤ μιά ἄλλη πρός τήν ἰσχύν, ἤ μιά τρίτη ἀκόμη ἀκόμη (πού ἀποβλέπει) στήν ἀπόκτηση γνώσεων χωρίς φρόνηση καί δικαιοσύνη, ὅτι εἶναι χυδαία καί ἀνελεύθερη καί ὅτι δέν ἀξίζει καθόλου νά τήν ὀνομάζῃ κανείς παιδεία». (Πλάτωνος, Νόμοι, πρόλογος Κ. Δ. Γεωργούλη, μεράφρασις-σημειώσεις Κων. Φίλιππα, ἐκδ. Πάπυρος, Ἀθήνα 1975, σελ. 249-251).
Ὁ σύγχρονος τεχνοκρατικός πολιτισμός στηρίζεται καί προωθεῖ τήν τοῦ πράγματος παιδείαν, ὅπως γράφει παραπάνω ὁ Πλάτων. Ἡ παιδεία πού ἀποσκοπεῖ στή διαμόρφωση τοῦ συνειδητοῦ καί ἐνεργοῦ πολίτη καί στήν σύμπηξη τοῦ ἔλλογου πολιτικοῦ βίου ἀπουσιάζει σχεδόν ἐξ ὁλοκλήρου ἀπό τή σύγχρονη ἐκπαίδευση. Σύμφωνα μέ τόν JohnAnton(Ἰωάννη Ἀντωνόπουλο) ἡ πολιτική τῆς τεχνολογίας κατά κανόνα καταλήγει νά εὐθυγραμμίζεται μέ τήν πολιτική τῆς ἰσχύος καί τοῦ κέρδους. Χωρίς τήν ἑλληνική θεώρηση τοῦ ἔλλογου καί ἀγαθοῦ βίου ὁδηγούμεθα στή μή ἔλλογη χρήση τῆς τεχνολογίας.
Ὅσα ὅμως ἐπιχειρήματα καί ἄν προσάγουμε ὑπέρ τῶν κλασσικῶν σπουδῶν αὐτά φαντάζουν ἰσχνά καί ἀνεδαφικά στόν σύγχρονο τεχνοκρατούμενο, οἰκονομοκεντρικό καί καταναλωτικό κόσμο. Εἶναι ἄκρως εὔστοχα αὐτά πού εἶπε ὁ Σταμάτης Κριμιζῆς, πρόεδρος τοῦ Ἐθνικοῦ Συμβουλίου Ἔρευνας καί Τεχνολογίας: «Οι μελέτες που έχουν γίνει σε προηγμένες οικονομίες ἔχουν ἀποδείξει ότι τα 2/3 της ετήσιας αύξησης του ΑΕΠ προέρχονται από καινοτομίες στήν τεχνολογία». (Βῆμα 23 Οτωβρίου 2011, σελ. 69) Ἑπομένως τά περιθώρια πού ἀπομένουν στίς κλασσικές σπουδές ἔναντι στίς τεχνολογικές εἶναι ἐλάχιστα. Ἡ σύγχρονη κοινωνία εἶναι βασισμένη στήν τεχνολογία.
Ο ζωγραφικός πίνακας (“Αίθουσα στο Λούβρο”) που πλαισιώνει τη σελίδα είναι έργο του, γάλλου, Hubert Rober.
πηγή κειμένου: Aντίφωνο