Τον Αύγουστο του 2014, για μία ακόμα χρονιά, ο Ουμπέρτο Έκο είχε διαψευστεί πανηγυρικά. Το τέλος του καλοκαιριού εκείνης της χρονιάς έμελλε να φέρει την Ελλάδα και την ξεχασμένη για αιώνες, αλλά ξακουστή στην αρχαιότητα, Αμφίπολη, στο επίκεντρο του παγκόσμιου ενδιαφέροντος.
Είχε πολλά χρόνια να βρεθεί η χώρα μας στο επίκεντρο μιας τόσο μεγάλης επικοινωνιακής «καταιγίδας» λόγω ενός αρχαιολογικού ευρήματος και εν προκειμένω ενός ταφικού μνημείου. Ίσως η τελευταία φορά να ήταν, όταν ο αείμνηστος Μανώλης Ανδρόνικος έφερε στο φως τους τάφους της Βεργίνας. Αλλά τότε δεν υπήρχε η σύγχρονη τεχνολογία, τα κοινωνικά δίκτυα και η ασύλληπτη ταχύτητα στην επικοινωνία.
Τα μικρό και μέχρι τότε ασήμαντο καφενείο στη Μεσολακιά του δήμου Αμφίπολης μετατράπηκε εκείνο το καλοκαίρι σε κέντρο ενημέρωσης και ανταλλαγής πληροφοριών Ελλήνων και ξένων δημοσιογράφων που εν μία νυκτί έφθασαν στην περιοχή αναζητώντας πρόσβαση σε εικόνες και στοιχεία για ένα ταφικό μνημείο που τα επόμενα χρόνια επρόκειτο να συνταράξει τα θεμέλια της Ιστορίας, της Αρχαιολογίας και της Αρχιτεκτονικής. Ήταν η στιγμή που η αρχαιολόγος Κατερίνα Περιστέρη και η ανασκαφική της ομάδα εντόπισαν τη μικρή είσοδο του τάφου που θα τους οδηγούσε στην μεγάλη αποκάλυψη.
Δέκα χρόνια από εκείνη τη μοναδική στιγμή και τη φωτογραφία που έκανε τον γύρω του κόσμου με τις δυο ακέφαλες σφίγγες, το ΑΠΕ-ΜΠΕ κάνει μια μικρή αναδρομή στην ανασκαφή.
Ο δημοσιογράφος Θεόδωρος Σπανέλης από το γραφείο Τύπου της Περιφέρειας ΑΜΘ ήταν από τους πρώτους που βρέθηκαν στην ανασκαφή, τον Αύγουστο του 2014, και η τοπική εφημερίδα της Καβάλας, για την οποία εργαζόταν, ήταν η πρώτη πανελλαδικά που δημοσίευσε πως κάτι μεγάλο και σημαντικό διαδραματίζεται στην Αμφίπολη.
«Η είδηση εντοπισμού δυο ακέφαλων σφιγγών απογείωσε την ανασκαφή»
«Το Σεπτέμβριο του 2012», επισημαίνει ο κ. Σπανέλης μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «είχε προηγηθεί η αποκάλυψη του εντυπωσιακού μαρμάρινου περιβόλου του ταφικού μνημείου, αλλά μέχρι το τέλος του 2013 τίποτα περισσότερο δεν είχε βρεθεί, προς απογοήτευση ολόκληρης της ανασκαφικής ομάδας. Στα τέλη Νοεμβρίου του 2013 εντοπίστηκε μια κατασκευή, στη νοτιοδυτική πλευρά του περιβόλου σαν ένα σκάμμα με πώρινο περίγραμμα γεμάτο άμμο. Ο εντοπισμός έγινε την τελευταία ημέρα πριν ολοκληρωθεί, λόγω χειμώνα, η ανασκαφή. Θα μπορούσε βέβαια τότε να ήταν και η οριστική διακοπή των εργασιών, λόγω απουσίας άλλων σημαντικών ευρημάτων, πέραν του περιβόλου που ήδη είχε αποκαλυφθεί».
Τον Ιούλιο του επόμενου χρόνου, η ανασκαφική περίοδος ξεκινάει εκ νέου φτάνοντας στη σημαδιακή ημέρα της 8η Αυγούστου 2014, όταν μια τοπική εφημερίδα της Καβάλας, το ΧΡΟΝΟΜΕΤΡΟ, δημοσιοποιεί πρώτη τον εντοπισμό του ταφικού μνημείου και λίγες ώρες αργότερα μια επίσημη είδηση σκορπάει αναταραχή και παγκόσμιο ενδιαφέρον.
«Η είδηση του εντοπισμού δυο ακέφαλων σφιγγών», σημειώνει ο κ. Σπανέλης, «είναι το σημείο απογείωσης της ανασκαφής σε άλλες σφαίρες, τόσο σε επικοινωνιακό επίπεδό, όσο κύρια σε επιστημονικό. Στις 12 Αυγούστου 2014, με την επίσκεψη Σαμαρά (σ.σ. τότε πρωθυπουργού) στον τύμβο και τις εικόνες που κατακλύζουν το παγκόσμιο επικοινωνιακό στερέωμα, ξεκινάει μια κούρσα ενημέρωσης, εκτιμήσεων και σεναρίων, τόσο για το ποιος είναι ο “ένοικος” του τάφου, όσο και για το τι άλλο μπορεί να βγει στο φως της δημοσιότητας, όσο προχωράει στα ενδότερα η ανασκαφική σκαπάνη».
Οι μεγάλες αλλαγές στον τύμβο και τα σημαντικά έργα υποστύλωσης
Όλα αυτά τα δέκα χρόνια ο κ. Σπανέλης παρακολουθεί και μελετάει την ανασκαφική προσπάθεια που γίνεται τόσο από δημοσιογραφικό όσο και προσωπικό ενδιαφέρον, καθότι λάτρης της ιστορίας και της αρχαιολογίας και υπογραμμίζει σήμερα πως τα όσα διαδραματίστηκαν εκείνη την περίοδο ήταν κάτι πρωτόγνωρο για τα ελληνικά δεδομένα.
«Το μικρό χωριό της Μεσολακιάς αλλά και ο περιβάλλων χώρος του αρχαιολογικού μουσείου της Αμφίπολης», θυμάται σήμερα, «είχαν κατακλυστεί από κάμερες και δημοσιογράφους από ειδησεογραφικά πρακτορεία από ολόκληρο τον κόσμο που περίμεναν κάτι καινούργιο. Όλες οι ενημερώσεις από την μεριά του υπουργείου γίνονταν στην αίθουσα “Δημήτρης Λαζαρίδης”, στο αρχαιολογικό μουσείο της Αμφίπολης, με τη φωτογραφία του να δεσπόζει, και αυτό είχε έναν ιδιαίτερο συμβολισμό, αν σκεφτεί κανείς πως ήταν ο πρώτος που μελέτησε σε βάθος τον τύμβο και πίστευε πως η Αμφίπολη έχει πολλά και σημαντικά να προσφέρει στην Ιστορία. Πιστεύω, πάντως, πως χάρη στον τρόπο που χειρίστηκε τότε το όλο θέμα της επικοινωνίας η ηγεσία του ΥΠΠΟ και η εκπρόσωπος της ανασκαφής η κ. Παναγιωταρέα, ίσως για πρώτη φόρα όλοι όσοι ήμασταν στη Μεσολακιά παρακολουθούσαμε καθημερινά και μεταδίδαμε σε live χρόνο την εξέλιξη της ανασκαφής».
Δέκα χρόνια μετά πολλά έχουν αλλάξει και έχουν διαφοροποιηθεί στον τύμβο Καστά και όσοι είχαν την μοναδική ευκαιρία να τον επισκεφθούν και να δουν από κοντά το εσωτερικό του ταφικού μνημείου δηλώνουν εντυπωσιασμένοι. «Όλα αυτά τα χρόνια, οι δημοσιογράφοι πιέζουν να τελειώσει γρήγορα το μνημείο και να γίνει επισκέψιμο», σημειώνει ο κ. Σπανέλης, «αλλά νομίζω πως ένα τέτοιο έργο δεν είναι καθόλου εύκολη υπόθεση. Ο τύμβος του 2014 δεν έχει καμία σχέση με τον τύμβο του 2024. Οι αλλαγές είναι πάρα πολλές, ορατές, όπως και τα έργα που έπρεπε να γίνουν ήταν σημαντικά και πρωτόγνωρα για ένα μνημείο αυτού του διαμετρήματος. Αν, για παράδειγμα, με πρωτοβουλία της υπουργού Πολιτισμού δεν είχε έρθει από το εξωτερικό ειδικό συνεργείο για τις υποστυλώσεις πιθανόν σήμερα να βρισκόμασταν σε πολύ δυσάρεστες καταστάσεις. Επιπλέον, πολλά από τα στοιχεία του μνημείου αποκαταστάθηκαν – επανασυγκολλήθηκαν επί τόπου χωρίς να μεταφερθούν ή να μετακινηθούν καν».
Όπως όλα δείχνουν ο επίλογος σε αυτή την ιστορία θα αργήσει να γραφτεί καθώς για δεκαετίες θα γίνεται μελέτη των ευρημάτων του ταφικού μνημείου. Ωστόσο, όταν το 2027 το μνημείο γίνει επισκέψιμο θα έχει κλείσει το πρώτο μεγάλο κεφάλαιο.
«Η υπόθεση της μελέτης του τύμβου Καστά», επισημαίνει ο κ. Σπανέλης, «είναι ακόμη στην αρχή και όταν το μνημείο γίνει επισκέψιμο, το μόνο βέβαιο είναι ότι βγαίνοντας από αυτό, οι επισκέπτες θα είναι κυριολεκτικά άφωνοι από τα όσα έχουν δει. Μέχρι σήμερα η αρχαιότητα δεν μας κληροδότησε κάποιο άλλο μνημείο σε αυτή την εξαιρετική κατάσταση και σε μεγάλο βαθμό άθικτο από τη φθορά του χρόνου. Επιπλέον, η θεολογία που εμπεριέχει αυτό το μνημείο είναι μοναδική και στο μέλλον έχουν να γραφτούν πάρα πολλά βιβλία για αυτήν».
Μ. Λεφαντζής: «Στον τύμβο δεν υπάρχουν μυστικά μόνο επιστημονικά δεδομένα»
Ο Μιχάλης Λεφαντζής, προϊστάμενος σήμερα του τμήματος Μελετών Διεύθυνσης Αναστήλωσης Αρχαίων Μνημείων του ΥΠΠΟ, ξεκίνησε ως αρχιτέκτονας της μικρής ανασκαφικής ομάδας που ανακάλυψε το ταφικό μνημείο και συνέχισε ως μελετητής και επιβλέπων των εργασιών αποκατάστασης επί 12 συνεχή χρόνια και μέχρι σήμερα.
Για τον ίδιο, το μεγάλο γεγονός της ανακάλυψης του ταφικού μνημείου ξεκινάει δυο χρόνια νωρίτερα, το 2012, όταν ταύτισε τις εκατοντάδες των διάσπαρτων μελών του περιβόλου που βρισκόταν πλησίον της σημερινής θέσης του Λέοντα της Αμφίπολης, με τα οποία κατασκευάστηκε και η συμβατική βάση του γλυπτού. «Ήταν η απαρχή μιας μεγάλης διαδρομής έρευνας για την κατανόηση του μνημείου, που φτάνει μέχρι το σήμερα, στο πλαίσιο πάντοτε της αρχαιολογικής υπηρεσίας του ΥΠΠΟ», τονίζει ο ίδιος, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ.
Αναφερόμενος στη μεγάλη ανασκαφική προσπάθεια των τελευταίων δέκα ετών δεν κρύβει πως όλη η μικρή ομάδα τότε πίστεψε σε αυτό το σημαντικό έργο και στην μεγάλη απήχηση που θα είχε. «Βέβαια, η αρχική πολύ μικρή ανασκαφική ομάδα του 2014», επισημαίνει ο κ. Λεφαντζής, «πλαισιώθηκε αμέσως με προσωπικό από τις συναρμόδιες κεντρικές διευθύνσεις του ΥΠΠΟ, του οποίου η ηγεσία, το 2014, πίστεψε στην υψηλή σημασία του μνημείου και παρακολούθησε την πολύμηνη ανασκαφή και τις παράλληλες εργασίες σωστικής στερέωσης και συντήρησης που απαιτούνταν. Τόσο η ανακάλυψη, όσο και η παγκόσμια αναγνώριση του μνημείου δεν ήταν τυχαία. Ήταν προϊόν επίπονης, μεθοδικής εργασίας, συχνά αφανούς, που κρύβει και μακρά εμπειρία στο διεπιστημονικό αντικείμενο εκ μέρους των στελεχών του ΥΠΠΟ. Σημειώνω, δε, ότι η τότε γενική γραμματέας του ΥΠΠΟ και νυν υπουργός Λίνα Μενδώνη, από τις 12 Αυγούστου 2014 ως και την ολοκλήρωση της ανασκαφής παρείχε κάθε δυνατή διευκόλυνση».
Οι εκτιμήσεις της πολιτικής ηγεσίας του ΥΠΠΟ είναι πως το ταφικό μνημείο στον τύμβο Καστά θα είναι πλήρως αποκαταστημένο και επισκέψιμο πιθανόν στα τέλη του 2027 καθώς όλα τα έργα είναι σε πλήρη εξέλιξη. Μέχρι σήμερα, δέκα χρόνια μετά, συνεχίζονται να ακούγονται διάφορες θεωρίες περί «μυστικών» που κρύβει ο τάφος και, όπως όλα δείχνουν, οι θεωρίες αυτές δεν θα σταματήσουν εύκολα. Ωστόσο, ο κ. Λεφαντζής, μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, είναι απολύτως σαφής: «Κατά τη γνώμη μου δεν υπάρχουν μυστικά, παρά μόνο τα δεδομένα της επιστημονικής έρευνας που καλούμαστε να συνθέσουμε. Όπου δεν υπάρχουν δεδομένα, δεν υφίστανται και απαντήσεις. Αρκετά ζητήματα στο μνημείο απαντήθηκαν και μόνο η πράξη της κατά χώραν έρευνας θα δώσει περισσότερα δεδομένα και απαντήσεις, αν όχι τώρα, σίγουρα στο μέλλον, το οποίο για τον τύμβο Καστά, προδιαγράφεται λαμπρό».
του ανταποκριτή του ΑΠΕ-ΜΠΕ Β. Λωλίδη