της ΕΛΕΝΗΣ ΣΤΟΥΜΠΟΥ-ΚΑΤΣΑΜΟΥΡΗ
Αρχαιολόγου-σκηνοθέτριας
Το απέναντι σπίτι είχε μια ωραία πλατειά ζώνη ανάμεσα στη αδρή επιφάνεια που όριζε το υπόγειο και τη βάση των παραθύρων του ορόφου. Μια ζώνη στο ύψος του χεριού, που χωρούσε ένα σύνθημα με πολλές λέξεις, ή ένα στίχο από ποίημα. Στη γωνιά του σπιτιού ήταν η λάμπα του δρόμου, που εξασφάλιζε ότι η γραφή θα φαίνονταν και το βράδυ.
Τα πλεονεκτήματα αυτά έκαναν τα πολιτικά συνθήματα να μην λείπουν ποτέ από τον καλοφτιαγμένο τοίχο, όσο κι αν αγανακτούσε ο ιδιοκτήτης κι όσο κι αν έβαφε και ξανάβαφε τα γράμματα που είχαν βαφεί κι αυτά με τη μέθοδο του ελαιοχρωματιστή: βούρτσα και κουβάς. Τις πολυκατοικίες τις πείραζαν λιγότερο, έπειτα, όλο και κάποιος θα ξυπνούσε και η αστυνομία τότε κυνηγούσε ακόμη αυτούς που ρύπαιναν τους τοίχους. Τα συνθήματα καταδίωκαν τις τελευταίες μονοκατοικίες με τα ήσυχα ροχαλητά τους, ή τα ρημαγμένα παλιόσπιτα, σαν να ήταν η τελευταία τους σύνδεση με τη ζωή, πριν από το φιλί του εκσκαφέα.
Την αθώα εκείνη εποχή, που ανέθρεψε τόσα κυβερνητικά στέλεχη, άξιους τεχνίτες του κουβά, θυμάμαι καμιά φορά, όταν πέφτω στα νέας τεχνολογίας καλλιτεχνήματα των τοίχων. Σπρέι, αερογράφοι, ανεξίτηλοι μαρκαδόροι, πόστερ, μάσκες διάφορες, τραπέζια, σκαλωσιές επιστρατεύονται για να φτιαχτεί το έργο.
Το κείμενο δεν είναι καν στα ελληνικά. Τα πρόσωπα, βγαλμένα από εφιαλτικά κόμικ. Η πόλη σιγά σιγά κοιμάται, όμως τα τερατάκια της, άλλα στραβοχυμένα κι άτεχνα, άλλα που αξίζουνε το βλέμμα, τανύζονται κι ετοιμάζονται να κάνουν μια βόλτα. Δεν θα ζήσουν πολύ. Θα τα φάει άδικα κανένα καινούριο καλλιτέχνημα από πάνω, ή θα τα σβήσει το συνεργείο καθαριότητας του Δήμου σε καμιά εντυπωσιακή επιχείρηση-σφουγγαρόπανο.
Στο τέλος, ο καιρός, με την ανελέητη βροχή και το δυνατό ήλιο. Μη σας περάσει από το νου ότι είναι απλοί βανδαλισμοί. Κρύβουνε τεχνική, έχουνε γλώσσα ευδιάκριτη, δική τους, φτιάχονται από ένα νεαρόκοσμο στο ημίφως και απευθύνονται, όπως κάθε δημόσιος λόγος, σε όλους εμάς. Έναν κόσμο που σοκάρεται, αγανακτεί, περιμένει να θαυμάσει και στο τέλος να ενσωματώσει – πνίγοντάς τη – τη σπιρτάδα μιας τέχνης που γίνεται στην κόψη του ξυραφιού. Η τέχνη του δρόμου (graffiti, spray art) ήρθε από τις αμερικάνικες μεγαλουπόλεις για να μείνει κι έχει ανάγκη επειγόντως από ρύθμιση και κανόνες του παιχνιδιού για να μην παρασύρει την πόλη, το κοινό μας σπίτι, στην αυθαιρεσία και την υποβάθμιση.
Κυρίες και κύριοι, να λίγα από τα εφήμερα ζωγραφιστά πλάσματα της πόλης που συναντώ κι αισθάνομαι την ανάγκη να σας γνωρίσω.
1. Οδός Κασσάνδρου
Δεν ξέρω πώς μοιράζονται τα χωράφια στην τέχνη του δρόμου, πάντως από την Εγνατία και πάνω είναι σαν να εκπαιδεύονται οι αρχάριοι. Πρωτόλειο ή φτιαγμένο με μεγάλη φούρια το τερατάκι της φωτογραφίας λέει απλά «γιο», που κάτι σημαίνει στη γλώσσα των ράπερ. Το σχέδιο δεν είναι για πέταμα, χρησιμοποιεί και κιαροσκούρο, όμως το σύνολο δεν περνάει τη βάση. Το ίδιο συμβαίνει και την οδό
2.-Μακεδονικής Αμύνης και Κασσάνδρου
όπου το σαφώς πιο σύνθετο και με πιο βέβαιη χειρονομία τερατάκι είναι ικανό να σ’ αγριέψει, αλλά όχι να σε συγκινήσει.
3.- Εγνατία
Και μια υπογραφή, tag ο αγγλικός όρος, που την παραθέτω για λόγους τεχνικής. Μεταλογράμματη γραφή, φωσφορούχα χρώματα που θυμίζουν ποπ αρτ και πουαντιγιστική τεχνική δίνουν μια ανάλαφρη διακοσμητική διάθεση που δεν μπορείς να απορρίψεις. Δουλεύτηκε με άνεση, αφού το σημείο προστατεύεται από τα βλέμματα των περαστικών από τις λαμαρίνες του σταθμού του μετρό.
Ίωνος Δραγούμη
Άλλη μια υπογραφή, αδιάγνωστη, κι αυτή για λόγους τεχνικής. Μεγαλογράμματη, με εκρηκτική κίνηση και σίγουρο σχέδιο, αξιοποιεί την κυματοειδή επιφάνεια της λαμαρίνας κάνοντας το έργο να βγαίνει στο χώρο. Η άνεση εδώ οφείλεται στα αρκετά άδεια καταστήματα του δρόμου και την ερήμωσή του τη νύχτα.
5.-Ίωνος Δραγούμη και Αγίου Μηνά (έχει αφαιρεθεί)
Με διαφορά καλύτερο από άποψη σχεδίου και τεχνικής το αγενές τερατάκι με τη γλώσσα έξω αντιγράφει τη μέθοδο πολλών σύγχρονων αγιογράφων που εκτελούν τοιχογραφίες! Αντί να ζωγραφίζει με την ψυχή στο στόμα ο καλλιτέχνης, δουλεύει το έργο στο σπίτι του σε χαρτί, το κόβει και το κολλάει στην επιφάνεια που έχει διαλέξει, ή έστω βρήκε διαθέσιμη. Στο άψε σβήσε, κίνδυνος μηδέν, όμως χαμηλή εκτίμηση στο σινάφι.
6.-Οδός Φιλικής Εταιρείας με Μανουσογιαννάκη (επιζωγραφισμένο )
Η παράσταση της φωτογραφίας άψογα δουλεμένη με αερογράφο και σπρέι έχει τις αρετές ζωγραφικού πίνακα. Κύριο θέμα, παραμορφωμένες φιγούρες παιδιών, τοπίο στο βάθος, γεωμετρική απόδοση του χώρου, ονειρική ή εφιαλτική, όπως θέλετε, διάθεση. Βρίσκεται πάνω στον περίβολο της Ιωαννιδείου Σχολής και η επιμέλειά της δείχνει επίσημη ανάθεση και καλές συνθήκες εργασίας.
Η συνέχεια της παράστασης στην όψη της Μανουσογιαννάκη, με παραμορφωμένο μασκοφόρο πλάσμα και εντυπωσιακό ιχθυόμορφο τέρας. Βρισκόμαστε στα χωράφια της μεταφυσικής ζωγραφικής και
των εκπληκτικών απεικονίσεων του Άδη στη δική μας παράδοση.
7.-Φυλάκιο Ανακτόρων Γαλερίου (σβησμένο)
Άψογο σχέδιο κι έντονα χρώματα για τον καπελωμένο κύριο με τα μάτια-κεραίες σαλιγκαριού. Η νέα μυθολογία ανακατεύει ανθρώπους, ζώα και μηχανές δημιουργώντας μια αίσθηση παγερή ή μήπως απλώς προάγγελο του καινούριου;
- Διαλέττη
Μια απόπειρα πολιτικής κριτικής με τον τρόπο του Bugsy, η μικρή πορεία από σκιές που κουβαλούν κινητά τηλέφωνα, εξοπλισμό φωτορεπόρτερ και για πλακάτ ασπρόμαυρες φωτογραφίες γονέων. Η γνώριμη μέχρι κορεσμού εικόνα των ανθρώπων σε πορεία διαμαρτυρίας μεταμορφώνεται σε θέατρο σκιών. Ένα παγωμένο ανοιχτό βήμα, που τι σημαίνει άραγε μετά από εκατοντάδες χιλιάδες πορείες διαμαρτυρίας κι όλο και πιο αδιάφορα αυτιά και μάτια; Ένα μοτίβο στον τοίχο, ένα στοιχείο του τοπίου της πόλης.
- Ηλύσια (σβησμένο)
Στα πρώην Ηλύσια, που λειτουργούν ως κατάστημα ρούχων, για ένα διάστημα φιλοξενήθηκε μετά από παραγγελία το επιμελημένο γκάφιτι της εικόνας. Η ελεγχόμενη ατμόσφαιρα μυστικισμού που αποπνέει και οι έντονες κάθετες ρίγες για να τραβήξουν το μάτι, φαίνεται πως δεν εκπλήρωσαν το σκοπό τους κι έτσι αποσύρθηκε γρήγορα. Ένα καλό παράδειγμα πως αναρχική τέχνη με το μεροκάματο δεν γίνεται.
- Φράγκων
Ένα μωβ καλοφτιαγμένο γουρούνι με μάτια όλο νοημοσύνη μας καρφώνει με το βλέμμα και δεν μπορώ να μη σκεφτώ τη ζωοανθρωπομορφία που τόσο αγαπούν τα γκράφιτι και τα όρια της βιολογίας. Πόσο άνθρωποι θα είναι οι άνθρωποι στο μέλλον και σε τι ποσοστό ζώα, ανάλογα με τις ιατρικές πράξεις που θα χρειαστεί να υποστούν; Πόση ανθρωπιά θα έχει το βλέμμα ενός ζώου που μπορεί και να μας συμπονά στην αγωνία μας, ενώ εκείνο μακάρια μασουλάει το χρόνο της ζωής του; Θα μπορούσε άνετα να είναι έργο σε καμβά, αλλά πόση διαφορά στη δύναμη, όταν η παράσταση εκτίθεται βίαια στην κοινή θέα, τον πιθανό χλευασμό και τη στιγμιαία συναισθηματική αντίδραση του περαστικού.
- Περίβολος Ροτόντας, Αγ. Παντελεήμων, Τοιχογραφία Άρη Προδρομίδη
Το σύνθημα στον περίβολο της Ροτόντας εκφράζει ξεκάθαρα τα αισθήματα του γραφέα. Για κάποιους η πολιτιστική κληρονομιά, που διατηρείται με τόσο κόπο και επένδυση χρημάτων, είναι φρικαλέα. Επομένως, γιατί να μη λερώσουν μια ιστορική τοιχοποιΐα που δεν μπορεί πια να ξαναχτιστεί (ούτε να καθαριστεί άλλωστε). Χώρια που με τους χιλιάδες που προσέρχονται κάθε μέρα να επισκεφθούν το μνημείο γιατί ακριβώς το θεωρούν τόσο σπουδαίο, όλο και κάποιοι θα ρίξουν μια ματιά στις απόψεις του γραφέα, ακόμη περισσότερος αποτροπιασμός, ακόμα μεγαλύτερη επιτυχία μέσω της πρόκλησης. Το ίδιο ισχύει και για τον περίβολο του Άγιου Παντελεήμονα, κομψοτέχνημα του 13ου-14ου αι. που πάνω του κάποιοι οπαδοί θεώρησαν καλό να διαφημίσουν την ομάδα τους και μετά κάποιοι παρόμοιας εφυΐας να διαγράψουν το προηγούμενο γράψιμο για να αραδιάσουν παραπέρα το δικό τους. Πάνω στους πλίνθους και τα ιστορικά κονιάματα, λαδομπογιά σπρέι! Εδώ ταιριάζει η λέξη “βάνδαλοι”, όπως και λίγο πιο κάτω, για ένα έργο νεώτερο που συμβόλισε τη δυναμική ανάκαμψη της Θεσσαλονίκης μετά τους σεισμούς του ’78. Η λιτή, αφαιρετική τοιχογραφία του Άρη Προδρομίδη στην πλάγια όψη πολυκατοικίας εφαπτόμενης με τον αρχαιολογικό χώρο του ανακτόρου του Γαλερίου, έχασε από τις επιζωγραφίσεις το χαμηλότερο μέρος της. Εκνευρισμένος που δεν μπορούσε να γράψει και ψηλότερα, ένας από τους “γραφείς” θεώρησε καλό να πετάξει τη μπογιά στον αέρα κι όσο πιάσει. Τα κατάφερε. Λέρωσε την πρώτη υπαίθρια τοιχογραφία της Θεσσαλονίκης, έργο επιτυχημένο, εναρμονισμένο με το χώρο, που επιτρέπει στο βλέμμα να περάσει ήπια από τα ρωμαϊκά ερείπια στην κάθετη πυκνότητα των εργολαβικών πολυκατοικιών.
- Ολυμπίου Διαμαντή με Τσιμισκή, Λαδάδικα
Η σημερινή περίηγηση τελειώνει σ’ ένα έργο που αξίζει να επιβιώσει. Στην άχαρη πλάγια όψη κτιρίου γραφείων με την κάπνα του δρόμου και τα σκούρα σημάδια της υγρασίας, ο καλλιτέχνης ύψωσε μια μεταφυσική τοιχογραφία με άψογη εκτέλεση. Ένα εφιαλτικό αρθρωτό πουλί είναι δεμένο σαν αλυσίδα πάνω σε μια στολισμένη με λευκά άνθη νεαρή γυναικεία μορφή. Στο ένα της χέρι ο καλλιτέχνης αφήνει να πέσει σαν καταρράχτης το λευκό σημάδι από τα νερά του κτιρίου. Τα μάτια της είναι κλειστά σαν να βλέπει στον εαυτό της. Ο φόβος αρπάζει με τους συρμάτινους βρόχους του τη χλωμή κοπέλα που υπνώττει. Δεν γνωρίζω τίποτα για τον καλλιτέχνη και πιθανώς να είναι μεγάλη παράλειψη. Το έργο του όμως αποδίδει καλύτερα από οποιοδήποτε κείμενο τα αισθήματα που υποβάλλουν οι δρόμοι του κέντρου στα χρόνια της κρίσης. Στο χέρι μας είναι να ξημερώσει και οι εφιάλτες να σκορπίσουν. Κι οι απεικονίσεις του φόβου να έχουν αξία ιστορική. Όπως συνέβη τόσες και τόσες φορές σε πόλεις με διάρκεια, όπως η δική μας.