Το πόκερ της δεύτερης αξιολόγησης

- Advertisement -

του Σταύρου Λυγερού

Ο δρόµος της επιστροφής της τρόικας στην Αθήνα για διαπραγµατεύσεις, οι οποίες θα καταλήξουν σε επώδυνο για την ελληνική πλευρά συµβιβασµό, άνοιξε µετά τη συνάντηση δανειστών και Τσακαλώτου στις Βρυξέλλες. Αποµένουν, όµως, ορισµένα αγκάθια από την πλευρά του ∆ΝΤ, τα οποία εµποδίζουν να ανάψει το πράσινο φως για να γεφυρωθούν οι εναποµείνασες διαφορές που θα επιτρέψουν το κλείσιµο της δεύτερης αξιολόγησης.

Η συνάντηση της Παρασκευής στις Βρυξέλλες είχε εξαρχής στόχο να υπάρξει μία προκαταρκτική συμφωνία-πλαίσιο ανάμεσα στους δανειστές και στην ελληνική κυβέρνηση και –σύμφωνα με ελληνική κυβερνητική πηγή– ο στόχος αυτός επετεύχθη. Αυτό προκύπτει και από την ανακοίνωση του Ντάισελμπλουμ ότι πραγματοποιήθηκε «σημαντική πρόοδος» και «είµαστε κοντά στο κοινό έδαφος για να επιστρέψει η αποστολή στην Αθήνα την επόµενη εβδοµάδα. Θα εξετάσουµε την περαιτέρω πρόοδο της δεύτερης αξιολόγησης στο επόµενο Eurogroup».

Κυβερνητικές πηγές, ωστόσο, έσπευσαν αργά την Παρασκευή το βράδυ να υπογραµµίσουν ότι «έγινε πρόοδος. Ωστόσο, όσο παραµένουν παράλογες απαιτήσεις από πλευράς ∆ΝΤ δυσκολεύονται οι προϋποθέσεις για συνέχεια της διαπραγµάτευσης σε επίπεδο τεχνικών κλιµακίων».

Μπορεί ο πρωθυπουργός να χαρακτήρισε την Παρασκευή στη Βουλή «θέατρο του παραλόγου» τις απαιτήσεις των δανειστών, αλλά την κυβερνητική γραμμή είχε συνοψίσει η ρήση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομικών: «καλύτερα μία χειρότερη λύση τώρα παρά μία καλύτερη σε πέντε μήνες». Όπως μας είπε κυβερνητικός παράγοντας, κακώς ο Χουλιαράκης μίλησε κατ’ αυτό τον τρόπο, αλλά είναι αληθές ότι ο Τσακαλώτος πήγε την Παρασκευή στις Βρυξέλλες για να διαπραγματευθεί με την εντολή να κάνει ό,τι χρειάζεται για να έλθει το Κουαρτέτο στην Αθήνα.

Στόχος της κυβέρνησης είναι να κλείσει η αξιολόγηση στις 20 Φεβρουαρίου. Κατά την ίδια πηγή, η κυβέρνηση προσπαθεί να περιορίσει όσο το δυνατόν αυτά που την πιέζουν να δώσει και κυρίως να εξασφαλίσει αφενός ότι δεν θα τεθούν στην πορεία άλλα ζητήματα, αφετέρου ότι θα ανοίξει ο δρόμος για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Η ειδική συνάντηση που πραγματοποιήθηκε το απόγευμα της Παρασκευής ήταν το αποτέλεσμα της πρωτοβουλίας του Ντάισλεμπλουμ και πυρετωδών διαβουλεύσεων αφενός μεταξύ της Ευρωζώνης και του ΔΝΤ, αφετέρου μεταξύ της Ευρωζώνης και της Αθήνας. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, ο παράγοντας που εργάστηκε περισσότερο για να βρεθεί ένας συμβιβασμός είναι ο πρόεδρος της Κομισιόν και οι συνεργάτες του.

Κατά την ίδια πηγή, ο Γιούνκερ είχε εξασφαλίσει από τον Τσίπρα τη διαβεβαίωση ότι είναι έτοιμος να κάνει τις αναγκαίες υποχωρήσεις, ώστε να βρεθούν αμέσως κοινοί τόποι με το Κουαρτέτο στα όσα προβλέπονται από το 3ο Μνημόνιο για να κλείσει η 2η αξιολόγηση (εργασιακά, ενεργειακά, κόκκινα δάνεια κλπ). Παραδέχθηκε, ωστόσο, ότι η Αθήνα είχε εγκαίρως στείλει το μήνυμα και στην Κομισιόν και στο Eurogroup ότι η διαβεβαίωση αυτή ισχύει υπό την προϋπόθεση ότι θα υπάρξει μία συμφωνία-πακέτο, η οποία πολιτικά να κλείνει τη 2η αξιολόγηση και να ανοίγει τον δρόμο για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης.

Τούτων δοθέντων, την τελευταία εβδομάδα το κέντρο βάρους των ζυμώσεων είχε μετατοπισθεί στο μέτωπο Ευρωζώνη-ΔΝΤ. Οι διατυπώσεις στις εκθέσεις του Ταμείου έδειξαν από νωρίς πως το παζάρι σ’ αυτό το μέτωπο θα ήταν σκληρό. Δεν είναι τυχαίο ότι όχι μόνο οι Τσακαλώτος και Στουρνάρας, αλλά και εμπλεκόμενοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι (Ντάισελμπλουμ και Ρέγκλινγκ) άσκησαν έντονη κριτική στις εκθέσεις, αν και ο καθένας εστίασε την κριτική του, σύμφωνα με τα συμφέροντά του.

Πιεζόμενη και από το ευρωιερατείο, η Λαγκάρντ προσπάθησε παρασκηνιακά να επιτύχει ένα συμβιβασμό, που θα επιτρέψει την παραμονή στο ελληνικό πρόγραμμα. Όπως, όμως, φάνηκε καθαρά στη συνεδρίαση του Συμβουλίου στις 6 Φεβρουαρίου, έχει εκδηλωθεί από εκπροσώπους των υπολοίπων χωρών ένα ισχυρό ρεύμα αντίδρασης στην προσπάθεια των Ευρωπαίων να καθοδηγήσουν το ΔΝΤ σύμφωνα με τις δικές τους σκοπιμότητες. Αντιμέτωπο με αντίρροπες πιέσεις και για να μη διαρρηχθεί η ενότητά του, το ΔΝΤ έχει υιοθετήσει μία βαθύτατα αντιφατική γραμμή:

  • Πρώτον, ομολογεί ότι το ελληνικό χρέος είναι εξαιρετικά μη βιώσιμο και απαιτεί την άμεση και γενναία ελάφρυνσή του.
  • Δεύτερον, παραδέχεται ότι ακόμα και εάν η Ελλάδα εφαρμόσει στο ακέραιο όλες τις μεταρρυθμίσεις η ελληνική οικονομία δεν πρόκειται να ορθοποδήσει χωρίς γενναία ελάφρυνση του χρέους.
  • Τρίτον, θεωρεί υπερβολικό και μη ρεαλιστικό τον στόχο για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ για χρόνια. Ρεαλιστικό στόχο θεωρεί το 1,5%.
  • Τέταρτον, αναγνωρίζει ότι ακόμα και εάν συμφωνηθεί και παραχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για μία δεκαετία μετά το 2018, όπως ζητάει ο Σόιμπλε, το χρέος θα παραμείνει μη βιώσιμο και η ελληνική οικονομία δεν θα ορθοποδήσει.

Κατόπιν όλων αυτών και με δεδομένες τις καταστατικές αρχές του, θα περίμενε κανείς πως το Ταμείο θα έθετε ξεκάθαρα ως όρους για να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα αυτά που το ίδιο διακηρύσσει ως αναγκαία: μαζί με τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις την άμεση και γενναία ελάφρυνση του χρέους, καθώς και τη μείωση του στόχου για το πρωτογενές πλεόνασμα.

Αντί γι’ αυτό, όμως, το ΔΝΤ απαιτεί την από τώρα νομοθέτηση της μείωσης του αφορολόγητου και των συντάξεων, ώστε να εξοικονομηθούν 4,2-4,5 δισ. τη διετία 2019-2020. Το επιχείρημά του είναι ότι μόνο έτσι θα βγουν οι αριθμοί. Και μάλιστα, όταν το ίδιο αναφέρει ρητά ότι η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει άλλη λιτότητα. Πρόκειται για μία ακόμα κραυγαλέα αντίφαση, η οποία έχει αποκλειστικό σκοπό να βρεθεί ένας συμβιβασμός με την Ευρωζώνη, η οποία έχει καταντήσει να σέρνεται πίσω από τις μικροπολιτικές σκοπιμότητες των Μέρκελ και Σόιμπλε.

Υπενθυμίζουμε πως ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών έχει δηλώσει εκβιαστικά ότι χωρίς τη συμμετοχή του Ταμείου δεν υπάρχει 3ο Μνημόνιο και ως εκ τούτου η χρηματοδότηση θα πρέπει να επανεγκριθεί από τη γερμανική Βουλή. Φρόντισε, μάλιστα, να προειδοποιήσει πως η επανέγκριση θα είναι πολύ αμφίβολη και κατ’ επέκτασιν να επαναφέρει την απειλή του Grexit, το οποίο άρχισε και πάλι να γίνεται αντικείμενο συζήτησης.

Απαντώντας σε σχετική ερώτηση αριστερού βουλευτή, όμως, η αρμόδια νομική υπηρεσία της γερμανικής Βουλής διέψευσε τον Σόιμπλε. Επιβεβαιώθηκε για μία ακόμα φορά αυτό που είναι εδώ και καιρό προφανές: το ελληνικό πρόβλημα τείνει να καταστεί κεντρικό ζήτημα της γερμανικής προεκλογικής αντιπαράθεσης. Για την ακρίβεια, η καγκελάριος και ο υπουργός της αρχίζουν να το χρησιμοποιούν σαν προεκλογικό όπλο εναντίον των Σοσιαλδημοκρατών του Σουλτς, στο πλαίσιο ενός μικροκομματικού παιχνιδιού στην πλάτη της Ελλάδας.

Μετά από πολλά μεταξύ τους παζάρια την τελευταία εβδομάδα, η Ευρωζώνη και το Ταμείο κατέληξαν σε μία κοινή πρόταση προς την Αθήνα, η οποία έγινε αντικείμενο διαπραγμάτευσης στη συνάντηση της περασμένης Παρασκευής. Σ’ αυτή τη συνάντηση συμμετείχαν από πλευράς των δανειστών ο πρόεδρος του Eurogroup Ντάισελμπλουμ, ο πρόεδρος του Euroworking Group Βίζερ, τα στελέχη της Κομισιόν Μπούτι και Κοστέλο, ο επικεφαλής του ΕΜΣ (Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας) Ρένγκλινγκ, το μέλος της διοίκησης της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) Κερέ και από το ΔΝΤ οι Τόμσεν και Βελκουλέσκου. Από ελληνικής πλευράς συμμετείχαν οι Τσακαλώτος και Χουλιαράκης.

Σύμφωνα με τις διαθέσιμες πληροφορίες μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, η εν λόγω πρόταση προβλέπει:

  • Πρώτον, την επίτευξη συμφωνίας για τα ζητήματα που εξαρχής συμπεριλαμβάνονταν στην ατζέντα της 2ης αξιολόγησης και εκκρεμούν.
  • Δεύτερον, τη νομοθέτηση μέτρων ύψους 1% του ΑΕΠ (περίπου 1,7 δισ.), κυρίως μέσω της μείωσης του αφορολόγητου με ρήτρα ακύρωσης. Εάν, δηλαδή, επιτευχθεί ο στόχος του πρωτογενούς πλεονάσματος το αφορολόγητο δεν θα μειωθεί. Η Αθήνα θεωρεί πως το ποσό αυτό καλύπτεται με δυνάμει μείωση του αφορολόγητου στα 7.200 ευρώ και με κατάργηση όλων σχεδόν των φοροαπαλλαγών, ενώ οι δανειστές ζητούν μεγαλύτερη μείωση. Σύμφωνα με πληροφορίες, η κόκκινη γραμμή της κυβέρνησης είναι αφορολόγητο στις 6.000 ευρώ.
  • Τρίτον, την επέκταση του “κόφτη” για τη διετία 2019-20 με τη ρητή συμπερίληψη της μείωσης των συντάξεων, ώστε να εξοικονομηθεί ακόμα ένα ποσό ύψους 1% του ΑΕΠ.
  • Τέταρτον, τη δέσμευση της Ελλάδας ότι από το 2018 και για πέντε χρόνια θα παράγει πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ (με σημερινούς όρους πάνω από 6,5 δισ. ετησίως).

Πριν τη συνάντηση της Παρασκευής, ο Ντάισελμπλουμ είχε δηλώσει πως το ζήτημα της ελάφρυνσης του χρέους δεν θα ήταν στην ατζέντα. Ας σημειωθεί ότι για να παρακαμφθεί το γερμανικό βέτο για το ζήτημα του χρέους, η Κομισιόν είχε ρίξει στο τραπέζι τη φόρμουλα για σπάσιμο της 2ης αξιολόγησης σε δύο φάσεις, όπως είχε συμβεί και με την 1η αξιολόγηση. Σύμφωνα με αυτή, το ζήτημα του πρωτογενούς πλεονάσματος και των απαιτήσεων του ΔΝΤ θα αφηνόταν να διευθετηθεί αμέσως μετά τις γερμανικές εκλογές μαζί με την εφαρμογή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος.

Αν κρίνουμε από τις πιο πρόσφατες πληροφορίες η φόρμουλα αυτή έχει μπει τουλάχιστον προς το παρόν στην άκρη, αν και μπορεί να επανέλθει με άλλη μορφή. Μπορεί να αγοράζει χρόνο, αλλά έχει δύο κρίσιμα μειονεκτήματα: Πρώτον, δεν ικανοποιεί την προεκλογική ανάγκη των Μέρκελ και Σόιμπλε για συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα. Δεύτερον, αφήνει την Ελλάδα εκτός του προγράμματος ποσοτικής χαλάρωσης. Ο Ντράγκι έχει θέσει ως όρο για τη συμμετοχή της Ελλάδας τουλάχιστον την περιγραφή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους.

Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, για να ρυμουλκήσει το Ταμείο να συμμετάσχει και χρηματοδοτικά στο ελληνικό πρόγραμμα, η Ευρωζώνη εμφανίσθηκε διατεθειμένη να του δώσει ισχυρές εγγυήσεις, αλλά η πρότασή της δεν έγινε δεκτή. Έτσι –κατά την ίδια πηγή– οι Ευρωπαίοι έχουν ρίξει στο τραπέζι την πρόταση το ΔΝΤ να συμμετέχει με μικρό ποσό και τμηματικά, δηλαδή να δανείζει μόνο όταν κρίνει ότι η Ελλάδα έχει επιτύχει τον εκάστοτε δημοσιονομικό στόχο.

Αν και στη συνάντηση της Παρασκευής συμμετείχαν οι Τόμσεν και Βελκουλέσκου, κοινοτική πηγή ομολογεί ότι αυτή η συμμετοχή δεν σημαίνει ότι το Ταμείο έχει αποφασίσει να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα. Σημαίνει απλώς ότι το ΔΝΤ δεν έχει ακόμα αποφασίσει σχετικά. Οι απαιτήσεις του που συμπεριελήφθησαν στην πρόταση του ευρωιερατείου προς την Ελλάδα είναι τα ελάχιστα για να παραμείνει με το σημερινό καθεστώς του τεχνικού συμβούλου στο τραπέζι.

Η ίδια κοινοτική πηγή προσέθεσε ότι έτσι όπως έχουν τα πράγματα, η μόνη παραχώρηση που μπορεί να κάνει η Ευρωζώνη προς το Ταμείο για το ελληνικό χρέος είναι μία γενική δέσμευση του Eurogroup ότι εάν χρειασθεί θα προχωρήσει σε πρόσθετες ενέργειες. Αν κρίνουμε, όμως, από την τύχη που είχε η αντίστοιχη δήλωση του Νοεμβρίου 2012, τέτοιου είδους δεσμεύσεις δεν είναι ισχυρές και το ΔΝΤ το γνωρίζει άριστα. Αν, λοιπόν, ικανοποιηθεί θα το κάνει έχοντας επίγνωση ότι αγοράζει πρόσχημα και όχι πραγματική δέσμευση.

Στην Ουάσιγκτον, άλλωστε, κυριαρχεί η άποψη ότι ενώ οι Ευρωπαίοι επιζητούν επιμόνως τη συμμετοχή του Ταμείου στο ελληνικό πρόγραμμα δεν λαμβάνουν υπόψη τους τις συστάσεις του. Αυτός είναι ένας πρόσθετος λόγος που ενισχύει τις αντιδράσεις στο Συμβούλιο του ΔΝΤ για τις μεθοδεύσεις των Ευρωπαίων, οι οποίες έχουν σκοπό να το χρησιμοποιήσουν στα πολιτικά παιχνίδια τους, γεγονός που πλήττει την όχι και τόσο καλή φήμη του διεθνώς.

Αν και προς το παρόν έχουμε μόνο το περίγραμμα μίας συμφωνίας, είναι σαφές πως το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης θα είναι πικρό ποτήρι για τη συμπολίτευση. Η χθεσινή συνεδρίαση της Πολιτικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ με τη συμμετοχή του Τσίπρα είχε ως στόχο να προετοιμάσει το έδαφος, ώστε στις κοινοβουλευτικές ψηφοφορίες να αποτραπούν διαρροές.

Αν και το κλίμα στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ είναι βαρύ, το ενδεχόμενο να μην ψηφισθούν τα κρίσιμα νομοσχέδια συγκεντρώνει αμελητέες πιθανότητες. Το Μαξίμου, μάλιστα, έχει ήδη αρχίσει να κάνει ενέσεις αισιοδοξίας, πλασάροντας το αφήγημα ότι πρέπει η κυβέρνηση να περάσει αλώβητη τον κάβο της 2ης αξιολόγησης, επειδή μετά ο δρόμος θα είναι ανοικτός. Η δημοσκοπική άνοδος των Σοσιαλδημοκρατών του Σουλτς τροφοδοτεί σενάρια για ανατροπές στην Ευρώπη που θα αλλάξουν τα πράγματα και για την Ελλάδα.

Βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, πάντως, σχολίασε με διαφορετικό τρόπο την εξέλιξη στο μέτωπο της αξιολόγησης: «δεν λέω είναι βαρύ να ψηφίσουμε από τώρα τη μείωση του αφορολόγητου. Δεν καταλαβαίνουν στο Μαξίμου, όμως, ότι τη μεγαλύτερη ζημιά θα μας την κάνει η μετατροπή της ασφαλιστικής εισφοράς σε φόρο. Και αυτό είναι δικό μας επίτευγμα!»

“Πρώτο Θέμα”

spot_img

1 ΣΧΟΛΙΟ

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
37,400ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα