ΑΛΕΞΗΣ ΠΑΠΑΧΕΛΑΣ
21η Απριλίου 1967: Τεθωρακισμένα έξω από τη Βουλή.
Τα ξημερώματα της 21ης Απριλίου δύο συνταγματάρχες (Γεώργιος Παπαδόπουλος, Νικόλαος Μακαρέζος) και ένας ταξίαρχος (Στυλιανός Παττακός) έκαναν ένα πραξικόπημα. Εχουν από τότε περάσει πενήντα χρόνια και τα ιστορικά ερωτήματα βρίσκουν τις απαντήσεις τους.
Οι τρεις πραξικοπηματίες ήταν οι «τεχνικοί» στους οποίους είχε ανατεθεί η επεξεργασία σχεδίων πολιτικής εκτροπής για παν ενδεχόμενο. Παρόμοια σχέδια υπήρχαν στο Πεντάγωνο και στην ΚΥΠ κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Οι Παπαδόπουλος και Μακαρέζος ήταν οι επιτελικοί εγκέφαλοι του βαθέος κράτους. Ο Παττακός ήταν ο εκτελεστικός βραχίονας, καθώς ήλεγχε τα τανκς στο στρατόπεδο στο Γουδί.
Μετά τη νίκη της Ενωσης Κέντρου το 1964 εξελίχθηκε ένα μπρα ντε φερ για το ποιος ελέγχει το βαθύ κράτος, τις ένοπλες δυνάμεις και την ΚΥΠ. Αποκορύφωσή του ήταν τα γεγονότα του Ιουλίου του 1965. Από εκεί και πέρα η χώρα μπήκε σε μια βαθιά θεσμική πολιτική κρίση. Συνταξιούχοι αξιωματικοί, ορισμένοι πολιτικοί και στελέχη του παλατιού συζητούσαν και σχεδίαζαν συνταγματικές εκτροπές. Ο φόβος τους κλιμακώθηκε μετά την προκήρυξη εκλογών που επρόκειτο να διεξαχθούν τον Μάιο του 1967. Η ανησυχία όλων ήταν ότι ο Γεώργιος Παπανδρέου θα κέρδιζε τις εκλογές με μεγάλη πλειοψηφία αλλά με τον Ανδρέα σε ρυθμιστικό ρόλο. Η διελκυστίνδα για τον έλεγχο του στρατεύματος θα διεξαγόταν πλέον με άλλους όρους. Τα μέλη της τριανδρίας ήταν πολύ πιθανό να έχαναν τη δύναμή τους ή και να αποστρατεύονταν στο νέο σκηνικό. Ο Ανδρέας είχε ριζοσπαστικοποιηθεί και το παλάτι δύσκολα θα μπορούσε να επαναλάβει την εμπειρία του 1965.
Το αθηναϊκό κατεστημένο περίμενε την εκτροπή των στρατηγών, δηλαδή την κήρυξη στρατιωτικού νόμου, τη ματαίωση των εκλογών και την επιβολή μιας «προσωρινής» δικτατορίας που θα «πάγωνε» τις εξελίξεις. Ο Μακαρέζος έπαιζε κρίσιμο ρόλο στη δημιουργία ψυχολογικού κλίματος, καθώς από τη θέση του στην ΚΥΠ έκανε εκτιμήσεις για πιθανή συνεργασία του Ανδρέα με την Αριστερά. Είναι δύσκολο με τα σημερινά δεδομένα να εξηγήσει κανείς τις εμμονές και «ψυχώσεις» εκείνης της περιόδου.
Ο Παπαδόπουλος φρόντιζε να είναι όλα έτοιμα με τις μεταθέσεις αξιωματικών σε θέσεις-κλειδιά. Οι στρατηγοί, όμως, με πρώτο τον αρχηγό ΓΕΣ Σπαντιδάκη, ήταν αναποφάσιστοι. Ορισμένοι ήθελαν να προχωρήσουν σε πραξικόπημα, έστω και χωρίς την άδεια του βασιλέα. Αλλοι ανέβαλλαν συνεχώς τη λήψη της απόφασης και συζητούσαν τη μετάθεση της εκτροπής για μετά τις εκλογές. Η τριανδρία αντελήφθη τους δισταγμούς τους και αποφάσισε να προχωρήσει μόνη, αφού ούτως ή άλλως οι τρεις ήξεραν πώς να κάνουν τη «δουλειά». Η αλήθεια είναι πως τόσο ο Παττακός όσο και ο Μακαρέζος είχαν προειδοποιήσει υπουργούς, κ.ά. για τις προθέσεις τους, λέγοντας πως «αν δεν κινηθείτε εσείς θα κάνουμε κάτι μόνοι μας».
Το έκαναν πράγματι παίρνοντας μεγάλο ρίσκο, ξεγελώντας πολλούς νομιμόφρονες αξιωματικούς τους οποίους έπεισαν ότι ενεργούσαν για λογαριασμό του θρόνου και της ηγεσίας του στρατεύματος. Ο Κωνσταντίνος κατάλαβε πολύ γρήγορα ότι, παρά τις ψευδαισθήσεις που του είχαν καλλιεργήσει σύμβουλοι και στρατηγοί, δεν ήλεγχε τίποτα απολύτως. Οι πρώτες ώρες ήταν κρίσιμες. Ο Παττακός παραδέχθηκε χρόνια μετά πως «με ένα φύσημα θα πέφταμε». Δεν υπήρξε όμως καμία σοβαρή αντίδραση και η τριανδρία μπόρεσε πολύ γρήγορα να επιβληθεί και κατόπιν να εδραιωθεί. Ενας άπειρος μονάρχης, μία άβουλη ανώτατη στρατιωτική ηγεσία και ένα απορρυθμισμένο και ξέπνοο κατεστημένο υπέκυψαν πολύ γρήγορα.
Ο ρόλος των Ηνωμένων Πολιτειών
Οι ΗΠΑ βρέθηκαν σε ένα δίλημμα την άνοιξη του 1967. Η πρεσβεία της Αθήνας και ο σταθμός της CIA είχαν προτείνει τη διεξαγωγή μιας μυστικής επιχείρησης που θα επηρέαζε το ποιους βουλευτές θα εξέλεγε η Ενωση Κέντρου, έτσι ώστε να αποδυναμωθεί ο ρόλος του Ανδρέα και της ομάδας του στη νέα κυβέρνηση. Δεν ήταν λίγοι οι εκπρόσωποι του αθηναϊκού κατεστημένου που προσέγγιζαν τους Αμερικανούς για να εξασφαλίσουν τη στήριξή τους σε ένα πραξικόπημα. Η απάντηση που έπαιρναν έμοιαζε με «πορτοκαλί φως». Οι Αμερικανοί αξιωματούχοι συμμερίζονταν την ανησυχία των ενδιαφερομένων αλλά δεν έδιναν το δικό τους «ΟΚ».
Ο Παπαδόπουλος διατηρούσε όμως σχέσεις, λόγω της σταδιοδρομίας του στην ΚΥΠ, με Ελληνοαμερικανούς που εργάζονταν στην αμερικανική υπηρεσία πληροφοριών. Ηταν σχέσεις καθαρά προσωπικές με Ελληνοαμερικανούς που είχαν τις ίδιες ακραία ψυχροπολεμικές και αντικομμουνιστικές αντιλήψεις με τον ίδιο. Το τι έλεγαν μεταξύ τους δεν το γνωρίζουμε γιατί δεν αποτυπώθηκε ποτέ σε έγγραφα. Μπορεί όμως εύκολα κανείς να συμπεράνει ότι η ελληνοαμερικανική «μαφία», όπως αυτοαποκαλούνταν οι Ελληνοαμερικανοί πράκτορες της εποχής, έδινε τα δικά της μηνύματα στον μετέπειτα δικτάτορα.
Η ιστορική έρευνα έχει αποδείξει ότι η CIA ήξερε για τη συνωμοτική ομάδα της τριανδρίας, σε μεγάλο βάθος και με πολλές λεπτομέρειες. Οι σχετικές αναφορές διακόπηκαν ξαφνικά εβδομάδες πριν από το πραξικόπημα. Δύο εκδοχές υπάρχουν: είτε ο Παπαδόπουλος διέκοψε κάθε επαφή με την πηγή των πληροφοριών για λόγους συνωμοτικότητας είτε η πηγή αποφάσισε να προστατεύσει το εγχείρημα.
Καμία, όμως, αμφιβολία δεν μπορεί να έχουμε σήμερα για το τι πίστευαν οι αμερικανικές υπηρεσίες και το Πεντάγωνο για την Ελληνική Δημοκρατία και το νέο καθεστώς. Οι Αμερικανοί αξιωματικοί της στρατιωτικής αποστολής ήταν οι μεγαλύτεροι συνήγοροι της νέας κυβέρνησης. Ο σταθμάρχης Τζακ Μόρι, πάλι, διάβασε το τηλεγράφημα που του έδωσε ο πρέσβης Φίλιπς Τάλμποτ λίγες ώρες μετά την επικράτηση του πραξικοπήματος με τίτλο «Ο βιασμός της Ελληνικής Δημοκρατίας». Και μετά σχολίασε: «Καλά, πώς μπορείς να βιάσεις μία πόρνη;».
Οι ΗΠΑ πλήρωσαν αργότερα το τίμημα της άκριτης υποστήριξης στη δικτατορία.
Οι μικρές μοιραίες ιστορίες που ενδεχομένως θα άλλαζαν την Ιστορία
Το πραξικόπημα θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί. Υπήρξαν στιγμές που έκριναν την πορεία των γεγονότων. Ο Παπαδόπουλος, για παράδειγμα, αποκαλύφθηκε ως ο εμπνευστής και οργανωτής του περίφημου σαμποτάζ που έγινε στον Εβρο τον Ιούνιο του 1965. Ο αρμόδιος υφυπουργός Αμυνας, Μιχάλης Παπακωνσταντίνου, επέμενε ότι έπρεπε να αποστρατευθεί αμέσως γιατί ήταν σαφές πως ήταν ένας συνωμότης με ηγετικές φιλοδοξίες. Ο Γ. Παπανδρέου αποφάσισε όμως να τον διατηρήσει στη θέση του. Κατά τη διήγηση του Γιάννη Μανουσάκη, διευθυντή του γραφείου και εξ απορρήτων του τότε πρωθυπουργού, ο πατέρας του Παπαδόπουλου ήταν φίλος ή και συμμαθητής του Παπανδρέου, ενώ κατάγονταν από κοντινά χωριά. Η οικογενειακή αυτή σχέση μέτρησε προφανώς πολύ και γλίτωσε τον Παπαδόπουλο από την αποστρατεία. Ο Παπακωνσταντίνου διαφωνούσε με αυτή την εκδοχή και διηγόταν ότι σε μια σύσκεψη για την τύχη του μετέπειτα δικτάτορα, ο Γ. Παπανδρέου δέχθηκε ένα τηλεφώνημα και ζήτησε από όλους τους παρευρισκομένους να βγουν από το δωμάτιο. Οταν επέστρεψαν, τους ανακοίνωσε την απόφασή του να μην πειραχθεί ο Παπαδόπουλος. Ο Παπακωνσταντίνου, χωρίς να έχει στοιχεία, πίστευε ότι το τηλεφώνημα έγινε από το παλάτι. Είναι δύσκολο να μαντέψει κανείς αν η 21η Απριλίου θα συνέβαινε με τον φιλόδοξο συνταγματάρχη εκτός στρατεύματος. Η απομάκρυνσή του, πάντως, σίγουρα θα ήταν ένα βαρύ πλήγμα στην ομάδα των συνωμοτών.
Μία άλλη μοιραία στιγμή που θα μπορούσε να αλλάξει τον ρουν της Ιστορίας ήταν το περίφημο τηλεφώνημα της 20ής Απριλίου. Ενας άγνωστος τηλεφώνησε στη σύζυγο του Λάζαρη, υπασπιστή του αρχηγού ΓΕΣ Σπαντιδάκη. Την προειδοποιούσε ότι την επομένη, δηλαδή την 21η, θα εκδηλωνόταν κίνημα και ότι οι πρωτεργάτες του θα «έδεναν» και τον αρχηγό του ΓΕΣ. Ο Λάζαρης ενημέρωσε τον επικεφαλής του Γραφείου Πληροφοριών (Α2) του ΓΕΣ Ταξίαρχο Πανουργιά, ο οποίος ήταν γνωστός του Παττακού. Ο Πανουργιάς υποψιάστηκε ότι ο ταξίαρχος διοικητής τεθωρακισμένων είχε κάποια ανάμειξη και τον κάλεσε στο γραφείο του. Ο Παττακός του έδωσε τον λόγο της στρατιωτικής του τιμής πως οι πληροφορίες δεν είχαν βάση, ο Πανουργιάς καλοπροαίρετα τον πίστεψε και δεν έδωσε συνέχεια.
Το τρίτο περιστατικό έχει διηγηθεί στον γράφοντα ο Νικόλαος Μακαρέζος, ο οποίος ενημέρωνε τον Σπαντιδάκη για τη συνεχή ανανέωση του σχεδίου «Περικλής» που ήταν το επίσημο κρατικό σχέδιο εκτροπής σε περίπτωση εκτάκτου ανάγκης. Το σχέδιο συμπεριλάμβανε ένα παράρτημα με τη λίστα των ατόμων που συλλαμβάνονταν. Κατά τον Μακαρέζο, η τριανδρία της 21ης Απριλίου είχε δώσει, εκ λάθους, το σχετικό παράρτημα του δικού της σχεδίου, που μεταξύ αυτών που θα συλλαμβάνονταν ήταν ο ίδιος ο Σπαντιδάκης και ο υπασπιστής και στενός συνεργάτης του βασιλέα, ταγματάρχης Αρναούτης. Μερικές ημέρες πριν από το πραξικόπημα, κατά τη διήγηση του Μακαρέζου, ο Αρναούτης επισκέφθηκε τον Σπαντιδάκη και ζήτησε να ενημερωθεί για το επίσημο σχέδιο. Καθώς βρισκόταν πάνω από το γραφείο του αρχηγού ΓΕΣ είδε τη λίστα των συλλήψεων όπου πρώτο, προφανώς λόγω αλφαβητικής σειράς, ήταν το δικό του όνομα. Ακολούθησε μια πολύ έντονη συζήτηση. Ο τέως βασιλιάς επιμένει ότι δεν ενημερώθηκε ποτέ γι’ αυτό το επεισόδιο. Ο Μακαρέζος από την πλευρά του ισχυρίζεται ότι όταν το πληροφορήθηκαν επέσπευσαν το πραξικόπημα γιατί φοβούνταν ότι θα αποκαλυφθούν. Το αν και ποιον ενημέρωσε ο Αρναούτης δεν το γνωρίζουμε μέχρι σήμερα.
Τρεις μικρές ιστορίες που θα μπορούσαν να έχουν εξελιχθεί διαφορετικά. Και μαζί τους και η χώρα.
“Καθημερινή”