Το δίλημμα των ΗΠΑ: με την Κίνα ή τη Ρωσία;

- Advertisement -

του ΠΑΝΤΕΛΗ ΣΑΒΒΙΔΗ

Η εικόνα που παρουσιάζουν οι Ηνωμένες Πολιτείες, μέχρι χθες μοναδική παγκόσμια υπερδύναμη, είναι μιας χώρας που δεν ξέρει τι θέλει. Δεν είναι, μόνο, η αδυναμία της σημερινής αμερικανικής διοίκησης να χαράξει πολιτική, τόσο στο εσωτερικό όσο, και κυρίως, στο εξωτερικό αλλά ουσιαστικότερες αιτίες  που, δυστυχώς,  παρατείνουν, ίσως και να εντείνουν ακόμη περισσότερο, την παγκόσμια αστάθεια.

Δεν είναι τυχαίο που η ομάδα Τράμπ διαφωνεί, φυσικά, με τη Δημοκρατική αντιπολίτευση αλλά και με το ίδιο της το κόμμα, του Ρεπουμπλικανούς.

Το κόστος της παγκόσμιας ηγεμονίας είναι βαρύ και δεν είναι, πια, σίγουρο ότι ο αμερικανικός λαός θέλει να το σηκώσει. Ο αμερικανικός στρατός έχει ανάγκη προσωπικού που δύσκολα καλύπτεται.

Αλλά, και οι άλλες δυνάμεις, κυρίως Κίνα και Ρωσία, έχουν κάνει σημαντικά βήματα στις δυνατότητες που έχουν και στην παγκόσμια παρουσία τους από το πρόσφατο παρελθόν.

Στην πολιτική του αμερικανού προέδρου και των αναγκών της χώρας του υπάρχει μια αντίφαση: ενώ οι ΗΠΑ στήριξαν την παγκόσμια ηγεμονία τους στην παρουσία της παγκόσμιας επιστημονικής και τεχνικής πρωτοπορίας και στις δυνατότητες που παρείχαν στους ανθρώπους αυτούς για εξέλιξη, το περιοριστικό και «απομονωτιστικό» πνεύμα του κ. Τράμπ, εξασθενεί αυτή τη δυναμική.

Αυτό, βεβαίως, δεν σημαίνει πως οι Ηνωμένες Πολιτείες καταρρέουν αλλά, πως αναζητούν συγκάτοικο στην κορυφή της παγκόσμιας ηγεμονίας, κάτι που πρώτος διέβλεψε πριν ένα χρόνο σε άρθρο του στο περιοδικό “American Interest” ο Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκυ.

Κίνα, λοιπόν, ή Ρωσία, το δίλημμα της Αμερικής;

Σαράντα πέντε χρόνια πριν,  ο πρόεδρος των ΗΠΑ Ρίτσαρντ Νίξον επέστρεφε από μια επίσκεψη στην Κίνα που συγκλόνισε τον κόσμο και τους σοβιετικούς ηγέτες, οι οποίοι αναρωτήθηκαν αν, τελικά, θα γίνουν μάρτυρες της γέννησης μιας συμμαχίας ΗΠΑ-Κίνας την οποία φοβόνταν απο τότε που διέκοψαν τη σινο-σοβιετική συμμαχία στις αρχές της δεκαετίας του 1960.

Αν και ο Τράμπ αναρωτήθηκε «δεν θα ήταν ωραίο αν, πραγματικά, έχεις μαζί σου τη Ρωσία;» οι διαμορφωτές της πολιτικής των ΗΠΑ αντιμετωπίζουν με τον ίδιο τρόπο τη Μόσχα και το Πεκίνο.

Κατά την ανάλυσή τους, λοιπόν, υπάρχουν δύο επιλογές.

Διευθέτηση των εκκρεμοτήτων με τη Ρωσία και συμφιλίωση μαζί της για εξισορρόπηση της μεγαλύτερης δύναμης, της Κίνας, ή, ευθυγράμμιση με την Κίνα για την υπεράσπιση μιας διεθνούς τάξης, που βασίζεται σε κανόνες, από τον πιο ισχυρό ανταγωνιστή- τη Ρωσία.

Οι διαμορφωτές της αμερικανικής πολιτικής θεωρούν πως η χώρα τους δεν μπορεί, πλέον, να αντιταχθεί και στη Ρωσία και στην Κίνα ταυτόχρονα.

«Δεν είμαστε, πλέον, στο ύψος των περιστάσεων», εκτιμά μια σχετική ανάλυση του Newsweek. Το ύψος αυτό, κατά την ανάλυση, θα απαιτούσε αποφασιστική δράση των ΗΠΑ στη Συρία, σταθερή στρατιωτική υποστήριξη για την κυβέρνηση στο Κίεβο, δραστική στρατιωτική συγκέντρωση των δυνάμεων του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη και μια πιο επιθετική στάση στις θάλασσες της Νότιας και Ανατολικής Κίνας. Κάτι που προϋποθέτει περαιτέρω ενίσχυση του στρατού των ΗΠΑ που αντιμετωπίζει ήδη έλλειψη προσωπικού. Θα αποτελέσει επίσης ένα βάρος που ο αμερικανικός λαός δεν επιθυμεί, πλέον, να σηκώσει.

Χαρακτηριστική περίπτωση αδιαφορίας περιφερειακών παικτών για τις θέσεις της Αμερικής ήταν  η συνάντηση των υπουργών εξωτερικών Ρωσίας, Ιράν και Τουρκίας στη Μόσχα για το συριακό.

Όταν οι τρείς υπουργοί συναντήθηκαν στη ρωσική πρωτεύουσα, κατά τις τελευταίες εβδομάδες της κυβέρνησης Ομπάμα για την επίλυση της συριακής κρίσης μόνες τους, χωρίς να καλέσουν τις ΗΠΑ, έκαναν μια αναπάντεχη δήλωση: Το έθνος που είχε κάποτε δηλώσει ότι είναι «απαραίτητο» ήταν ,πλέον πολύ καθαρά, περιττό. Κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο από το  Περλ Χάρμπορ και εδώ.

Είναι δύσκολο να επισημανθούν οι παράγοντες που έφεραν τις ΗΠΑ σ αυτό το σημείο: Είναι, απλά, μια συνέπεια της σχετικής, ή ακόμα και απόλυτης, αμερικανικής παρακμής; Είναι το αποτέλεσμα της πολιτικής ενός προέδρου ο οποίος προσπάθησε να κατευθύνει τις εξελίξεις από το παρασκήνιο και του οποίου η βασική αρχή της εξωτερικής πολιτικής ήταν ότι είναι χειρότερο να δρας από το να μην κάνεις τίποτε;  Ή μήπως ο Ομπάμα κατέληξε στο συμπέρασμα ότι είχε να κάνει με μια χώρα ήδη εξαντλημένη απο τους πολέμους στο Ιράκ και το Αφγανιστάν  και δεν ήταν, πλέον, πρόθυμη να επωμιστεί το βάρος της υπεράσπισης του ελεύθερου κόσμου;

Είτε έτσι είτε αλλιώς, ο Trump έχει κληρονομήσει μια χώρα που δεν είναι πλέον πρόθυμη και ικανή να παίξει τον ηγετικό ρόλο που έπαιζε κάποτε στις παγκόσμιες υποθέσεις, επισημαίνει το έγκυρο αμερικανικό περιοδικό.

Που οδηγούνται, λοιπόν, οι ΗΠΑ από εδώ και πέρα; Αν δεν μπορούν να αντιταχθούν τόσο στη Ρωσία όσο και στην Κίνα, τότε θα πρέπει να συμβιβαστούν με τουλάχιστον μία απο αυτές.

Όσοι υποστηρίζουν ότι θα πρέπει να ευθυγραμμιστούν με τη Ρωσία θεωρούν ότι η Κίνα κάνει ήδη μεγαλύτερη ζημιά στα αμερικανικά συμφέροντα, σε όλο τον κόσμο, από τη Ρωσία.

Η Κίνα ζημιώνει τα αμερικανικά οικονομικά συμφέροντα μέσω αθέμιτων εμπορικών πρακτικών, ζημιώνει την αμερικανική θέση στην Ασία υπονομεύοντας τις συμμαχίες της και την ικανότητά της για την προώθηση της δημοκρατίας, ιδίως στην Αφρική, προσφέροντας βοήθεια και επενδύσεις, χωρίς την προϋπόθεση των συνθηκών διακυβέρνησης. Καθώς η Κίνα γίνεται όλο και πιο ισχυρή και δυναμική, προσπαθεί να εξωθήσει, κατά το δυνατόν, τις ΗΠΑ από την Ανατολική Ασία, εκτιμούν οι αμερικανοί αναλυτές.

Αντιθέτως, οι προκλήσεις της Ρωσίας για τα αμερικανικά συμφέροντα είναι σχετικά μικρές. Η Ρωσία δεν έχει την ικανότητα να μετατρέψει είτε την Ανατολική Ευρώπη είτε τη Μέση Ανατολή σε δική της σφαίρα επιρροής, κατά τις ίδιες εκτιμήσεις. Ακόμη, χάνει τον ανταγωνισμό για την οικονομική επιρροή στην Κεντρική Ασία,  απο την Κίνα.

Ο Πούτιν ίσως να μην είναι ένας διαβολεμένος δικτάτορας  αλλά να διαθέτει μια ρεαλιστική άποψη για τη θέση της Ρωσίας στον κόσμο, να ήλπιζε να συνεργαστεί με τους ηγέτες της Δύσης, αλλά να έχει πικραθεί απο την κακή αντιμετώπιση απο αυτούς.

Η Ρωσία του Πούτιν, ως εκ τούτου, δεν θα αποτελέσει θανάσιμη απειλή για τη διεθνή τάξη πραγμάτων, αλλά, μάλλον, μια χαμένη ευκαιρία, που μπορεί, ακόμα ίσως, να αξιοποιηθεί.

 Η άλλη άποψη προτείνει, εναλλακτικά, προσέγγιση της Κίνας κατά της Ρωσίας.

Αυτή η προσέγγιση προϋποθέτει να  πιστέψει κανείς  ότι ο Πούτιν ξεκίνησε ως πραγματιστής, αλλά αυτή ήταν μια προσωρινή πορεία, δεδομένων του παρελθόντος του στην KGB και των αυταρχικών εθνικιστικών κλίσεών του.

Αλλά τώρα που έχει δει πόσο αδύναμοι είναι οι αντίπαλοι του και πόσο χάος μπορεί να προκαλέσει, έχει θέσει τον πήχη ψηλά.

Δεκαπέντε χρόνια πριν, δεν θα μπορούσε να φανταστεί ότι θα ήταν δυνατό να διασπάσει το ΝΑΤΟ ή την ΕΕ, αλλά τώρα του φαίνεται ένας στόχος εφικτός και τίποτα δεν θα τον αποτρέψει να εκμεταλλευτεί την ευκαιρία και να πραγματοποιήσει τα πιο απίθανα όνειρα των σοβιετικών προκατόχων του. Τι θα μπορούσαν, ενδεχομένως, να του προσφέρουν αυτά τα όνειρα; Θα απολάμβανε το χάος που θα ακολουθούσε και, βεβαίως, θα επαναδιαμόρφωνε τις ισορροπίες.

Το χάος, ωστόσο, είναι ακριβώς το αντίθετο από ό, τι επιθυμούν οι ηγέτες του Πεκίνου. Η αναβίωση της Κίνας χτίζεται σε έναν κόσμο ειρήνης και εμπορίου, έναν κόσμο που, τελικά, υπέφερε από την αμερικανική στρατιωτική δύναμη.

Η αμφισβήτηση από την Κίνα της παγκόσμιας τάξης  σημαίνει ότι πρέπει να συμπληρώσει το ρόλο της ΗΠΑ και να διαχειριστεί τη μετάβαση στη νέα ισορροπία χωρίς να προκληθεί χάος.

Οι Κινέζοι ηγέτες δεν βλέπουν την ανάγκη να βιαστούν για μια τέτοια μετάβαση πριν ωριμάσουν οι προϋποθέσεις. Ο Πρόεδρος Xi Jinping είναι, ούτως ή άλλως, απασχολημένος με την εξασφάλιση της επ ‘αόριστον συνέχιση της διακυβέρνησης απο το Κομμουνιστικό Κόμμα. Γιατί να οδηγήσει έναν κόσμο στο χάος και την οικονομική καταστροφή;

Οι διαμορφωτές της αμερικανικής πολιτικής  εκτιμούν ότι και οι δύο επιλογές είναι δυσάρεστες διότι περιλαμβάνουν παραχωρήσεις και την παραδοχή ότι οι ΗΠΑ  δεν είναι πλέον σε θέση να υπερασπιστούν την παγκόσμια τάξη ώστε να την εγγυηθούν επι μακρόν. Αυτή είναι μια δύσκολη πραγματικότητα για να γίνει αποδεκτή.

Αποδεχόμενοι την πιθανότητα μιας τέτοιας επιλογής, οδηγούνται σε πιο δύσκολες ερωτήσεις, σύμφωνα με το δημοσίευμα του Newsweek:

“Θα μπορούσε η Ρωσία να πειστεί να ευθυγραμμιστεί με τις ΗΠΑ κατά της Κίνας ή η Κίνα κατά της Ρωσίας; Τι θα έχουμε να προσφέρουμε σε κάθε πλευρά; Τι θα σημαίνει αυτό για τους συμμάχους μας, ειδικά στην Ευρώπη και την Ανατολική Ασία; Το τελευταίο ερώτημα μπορεί να μην είναι τόσο αξεδιάλυτο όσο φαίνεται, διότι οι σύμμαχοί μας έχουν αρχίσει, εδώ και πολύ καιρό, να προβλέπουν, ακριβώς, ένα τέτοιο σενάριο.

Αλλά αν δεν είμαστε πλέον ικανοί και πρόθυμοι να εκτελέσουμε το ρόλο που κάποτε είχαμε, θα πρέπει να αναλογιστούμε τις συνέπειες», καταλήγει η πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση του αμερικανικού περιοδικού.

 Στο επόμενο δημοσίευμα: «Το νέο μεγάλο παιχνίδι», όπως το βλέπει το αμερικανικό think tank Carnegie.

 

spot_img

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
37,400ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα