Στον απόηχο της πρόσφατης συνάντησης του Έλληνα υπ. Εξωτερικών Γιώργου Γεραπετρίτη με τον Τούρκο ομόλογό του Χακάν Φιντάν στην Άγκυρα και ενόψει της πολυαναμενόμενης συνάντησης του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν στις 18 Σεπτεμβρίου στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών στη Νέα Υόρκη, το Βερολίνο φαίνεται ότι παρακολουθεί στενά τις ανανεωμένες προσπάθειες προσέγγισης και διαλόγου μεταξύ Αθήνας και Άγκυρας.
Εκπρόσωπος του γερμανικού υπ. Εξωτερικών ανέφερε σχετικά μιλώντας στην DW: «Χαιρετίζουμε τις συνομιλίες μεταξύ της τουρκικής και ελληνικής πλευράς. Η γερμανική κυβέρνηση έχει εργαστεί εντατικά για έναν τέτοιο διάλογο και έχει ενθαρρύνει προς αυτό και τις δύο πλευρές. Είναι ένα σημαντικό βήμα, Ελλάδα και Τουρκία, ως γειτονικές χώρες και σύμμαχοι στο ΝΑΤΟ να επιθυμούν την επίλυση μέσω εποικοδομητικού διαλόγου των ανοιχτών ζητημάτων στο Αιγαίο και την ανατολική Μεσόγειο. Υπάρχει τώρα προοπτική για επόμενες συναντήσεις και συνομιλίες. Πρόκειται για ενθαρρυντικές ενδείξεις, με βάση τις οποίες μπορούμε να προχωρήσουμε».
Καταδίκη των τουρκοκυπριακών ενεργειών στην Πύλα
Την ίδια ώρα, το γερμανικό υπ. Εξωτερικών παρακολουθεί με προσοχή και τις πρόσφατες εξελίξεις στην Κύπρο, μετά την βίαιη επίθεση Τουρκοκυπρίων σε μέλη της ειρηνευτικής αποστολής του ΟΗΕ στη νεκρή ζώνη στην Πύλα. Απαντώντας σε σχετικό ερώτημα, εκπρόσωπος του υπ. Εξωτερικών στο Βερολίνο σημειώνει:
«Η γερμανική κυβέρνηση πληροφορήθηκε με μεγάλη ανησυχία τα επεισόδια στην νεκρή ζώνη των Ηνωμένων Εθνών στην Κύπρο. Το Συμβούλιο Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών καταδίκασε την επίθεση σε βάρος κυανόκρανων, δηλώνοντας ότι η άνευ έγκρισης διάνοιξη δρόμου αντίκειται στα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών», αναφέρει στην απάντησή του εκπρόσωπος του γερμανικού υπ. Εξωτερικών, υπογραμμίζοντας τέλος ότι:
«Η γερμανική κυβέρνηση απευθύνει έκκληση προς όλες τις πλευρές να συμμετέχουν με εποικοδομητικό τρόπο στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού ζητήματος υπό τον ΟΗΕ, να τηρούν τους κανονισμούς που ορίζονται στα σχετικά ψηφίσματα του ΟΗΕ και να απέχουν από τη λήψη μονομερών μέτρων».