Υπάρχει ένα βασικό ερώτημα που θα έπρεπε να απασχολεί και την πολιτεία αλλά και την ελληνική κοινωνία το οποίο, κάθε φορά που απαιτεί επιτακτική απάντηση, εξωθείται εις το πυρ το εξώτερον.

Το ερώτημα είναι αν η ελληνική κοινωνία είναι διατεθειμένη να πολεμήσει για να διατηρήσει την ακεραιότητα της χώρας. Αυτό που ο Ερντογάν με τον χαρακτηριστικό τρόπο έκφρασής του περιέγραψε ως εξής: «Γεμίστε (ενν. εξοπλίστε) όσο θέλετε αυτά τα νησιά. Τίποτε από αυτά δεν θα σας ωφελήσει. Εδώ υπάρχει η Τουρκία. Τα αεροπλάνα που έρχονται, τα όπλα, κι όλα αυτά… δεν ωφελούν. Αυτή η δουλειά δεν είναι ζήτημα κόπου και ισχύος, είναι ζήτημα καρδιάς».

Αυτή η καρδιά που ο Ερντογάν φαντάζεται πως την έχει η Τουρκία, υπάρχει στην Ελλάδα;

Στην Ελλάδα η κυρίαρχη αντίληψη είναι να αποφύγουμε τον πόλεμο χωρίς απώλειες. Είναι, όμως, ένα δόγμα το οποίο δεν μπορεί να λειτουργήσει τα επόμενα χρόνια. Η ανάλυση πρέπει να βασιστεί στο πως θα αντιμετωπιστεί, με συνδυασμό ήπιας αλλά και σκληρής ισχύος, η Τουρκία. Θέλουμε να την αντιμετωπίσουμε ή, για να διατηρήσουμε τον σημερινό τρόπο ζωής που οδηγεί στην αποχαύνωση, θα οδηγηθούμε σε παραχωρήσεις;

Ελάτε, όμως, που η παραχώρηση δεν θα είναι τύπου Ιμίων. Η Τουρκία αυτά που αμφισβητεί από την Ελλάδα είναι, ουσιαστικά, η ύπαρξή της. Θέλει να την καταστήσει τμήμα του νέου οθωμανισμού. Αυτό είναι το ερώτημα. Δεν είναι να βρούμε έναν τρόπο συνεννόησης με την Τουρκία μέσω συνομιλιών. Είναι αν θα παραδοθούμε. Θέλουμε να παραδοθούμε; Όχι θα απαντήσουν όλοι. Αλλά η μη παράδοση μπορεί να χρειαστεί πολεμική αντιπαράθεση με την Τουρκία. Θέλει η ελληνική κοινωνία αυτήν την αντιπαράθεση; Είναι αποφασισμένη να πολεμήσει;

Σ αυτό το ερώτημα οδηγούν συγκεκριμένοι συλλογισμοί. Να μερικοί:

1.-Η Τουρκία αποκτά μεγάλους βαθμούς αυτονομίας στις κινήσεις της. Ο βομβαρδισμός της Βόρειας Συρίας και του Βορείου Ιράκ τις τελευταίες ημέρες, παρά την αντίθεση ΗΠΑ και Ρωσίας, αυτό δείχνει. Μια ενέργειά της κατά της Ελλάδας δεν είναι αυτήν την στιγμή εφικτή και, πιθανώς, να σκέπτεται πως αν την πραγματοποιήσει χωρίς την αμερικανική, κυρίως, κάλυψη, μπορεί να βρει μπροστά της, στο πεδίο και δυτικές δυνάμεις. Θα έχει, όμως, και αύριο τις ίδιες δεσμεύσεις αν το ρευστό γεωπολιτικό τοπίο καταστήσει τις δεσμεύσεις των δυνάμεων απέναντι στην Ελλάδα πιο χαλαρές;

2.-Όπως αναφέρει η «Καθημερινή» σε μια ενδιαφέρουσα ανάλυσή της  (ΕΔΩ), η Τουρκία με την επιμονή στη δήλωση «θα έρθουμε ένα βράδυ», διαμόρφωσε ένα νέο δόγμα, πέρα από το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας και το casus belli το οποίο αναφέρεται στην επέκταση των χωρικών υδάτων. Με το νέο δόγμα του «θα έλθουμε ένα βράδυ» η Τουρκία επιχειρεί να δημιουργήσει τις προϋποθέσεις και κάνει τις αναγκαίες προειδοποιήσεις να επέμβει κάποια στιγμή που θα κρίνει κατάλληλη, στην Ελλάδα. Επικαλούμενη είτε την, φανταστική, υπόθαλψη τρομοκρατών από την Αθήνα, είτε τον εξοπλισμό των νησιών, είτε οτιδήποτε σκαρφιστεί ο αρχηγός της ΜΙΤ Χακάν Φιντάν. Δεν υποστηρίζω ότι θα το κάνει τώρα. Αλλά όταν κρίνει πως η συγκυρία την βολεύει.

3.-Στην Αθήνα με τον ρηχό προβληματισμό και τα πολλά φοβικά σύνδρομα επικράτησε η θέση, σε σχέση με την επέκταση των χωρικών υδάτων, αναμονής της κατάλληλης στιγμής για την επέκτασή τους. Η κατάλληλη στιγμή όχι, μόνο, δεν έρχεται όσο περνά ο καιρός αλλά συνεχώς μετατίθεται και μπορεί η μετάθεση να γίνει στο άπειρο. Να αποτελεί μια ελπίδα. Αν οι τουρκικοί σχεδιασμοί ευοδωθούν, η Τουρκία θα γίνει κέντρο ενός τουρκόφωνου κόσμου τον οποίο θα επιχειρήσει να ενώσει πολιτικά, οικονομικά και πολιτισμικά, όπως περιγράφει σε μια εξαιρετική ανάλυσή του στις «Ανιχνεύσεις» ο Στρατηγός Λάζαρος Καμπουρίδης (ΕΔΩ)  Στις χώρες αυτές περιλαμβάνονται Αζερμπαϊτζάν, Καζακστάν, Κιργιστάν, Τουρκία, Ουζμπεκιστάν και Τουρκμενιστάν οι οποίες συμμετέχουν στον ήδη υφιστάμενο «Οργανισμό Τουρκικών Κρατών» στον οποίο η Τουρκία ενέταξε ως παρατηρητή και τα κατεχόμενα. Ως παρατηρητής συμμετέχει και η Ουγγαρία. Το πρότυπο συγκρότησης θα είναι μια Ένωση πιο προωθημένη από την Ε.Ε. αφού θα περιλαμβάνει και στρατιωτική δύναμη με κέντρο το Αζερμπαϊτζάν και στρατηγείο στην Άγκυρα, αλλά με οικονομικό και ενεργειακό κόμβο την Κωνσταντινούπολη.

Η Τουρκία θα ζητήσει την βοήθεια Ευρωπαϊκής Ένωσης και ΗΠΑ στην προσπάθειά της αυτή και δεν αποκλείεται να την πάρει αφού μια τέτοια Τουρκική Ένωση θα είναι καρφί στα μάτια της Ρωσίας και της Κίνας. Τα στρατηγικά γεωπολιτικά συμφέροντα της Τουρκίας και της Ρωσίας είναι αποκλίνοντα. Όχι στη λογική ότι η Τουρκία θα επιστρέψει στη δύση αλλά, ως ανεξάρτητη, θα δημιουργήσει τη δική της ζώνη επιρροής η οποία θα κινείται πότε προς τη Δύση πότε προς την Ανατολή. Αυτό που επιχειρεί να κάνει τώρα μόνη της, θα το κάνει με μεγαλύτερη ισχύ ως ηγεμονεύουσα δύναμη μιας ομάδας τουρκόφωνων κρατών.

4.-Ο ελληνικός προβληματισμός πάνω σε αυτές τις κινήσεις είναι ρηχός και αναχρονιστικός. Στην Ελλάδα υπάρχει έλλειμμα παραγωγής πολιτικής. Αναλυτές όπως ο Ομότιμος Καθηγητής Γεωπολιτικής του Πανεπιστημίου της Σορβόννης Γ. Πρεβελάκης, το απέδωσαν σε άρθρο τους και στην έλλειψη ικανών διπλωματών (ΕΔΩ) αλλά το πρόβλημα είναι βαθύτερο. Υπάρχει τεράστιο έλλειμμα πολιτικής ηγεσίας με ξεκάθαρους στόχους. Αλλά για να ξεκαθαρίσουν οι στόχοι πρέπει τα ερωτήματα να τεθούν ωμά μπροστά στην ελληνική κοινωνία: είναι διατεθειμένη η κοινωνία να πολεμήσει κάποια στιγμή; Αν ναι, πρέπει να προετοιμαστεί προς αυτήν την κατεύθυνση. Και να προετοιμαστεί με διακομματική συναίνεση από τις καλύτερες δυνάμεις των στρατιωτικών που διαθέτει η χώρα. Όχι από τις επιλογές των κολλητών που κάνει κάθε κυβέρνηση. Αν όχι, τι γίνεται; Πάντως, η συνέχιση της σημερινής κατάστασης αποτελεί παθογένεια. Οδηγεί μαθηματικά στην καταστροφή.

5.-Το πρόταγμα μιας νέας Τουρκίας όπως επιγραμματικά περιγράφηκε παραπάνω, αποτελεί επιθυμία της τεράστιας πλειοψηφίας των τούρκων. Και της πολιτικής ηγεσίας τους. Κανείς δεν φαίνεται να διαφωνεί. Εκεί που φάνηκαν αντιθέσεις είναι υπέρ της ενίσχυσης αυτής της τάσης και όχι αποδυνάμωσής της.

6.-Τις επερχόμενες τουρκικές εκλογές θα τις κρίνουν οι Κούρδοι. Όπως και στο πρόσφατο παρελθόν, ο Ερντογάν έκανε πριν λίγες ημέρες ένα «άνοιγμα» προς τους Κούρδους μεταφέροντας αεροπορικώς τον συμπρόεδρο του κουρδικού κόμματος HDP από τις φυλακές της Σηλυβρίας στο χωριό του, στις περιοχές των Κούρδων για να δει τον πατέρα του.

Τέσσερις ημέρες μετά, στο κέντρο της Κωνσταντινούπολης εξερράγη βόμβα με τα γνωστά αποτελέσματα. Το βαθύ κράτος έδρασε για να «μαζέψει» τον Ερντογάν. Και ο υπουργός των εσωτερικών, ο ελληνόφωνος Γκρίζος Λύκος Σουλεϊμάν Σοϊλού απείλησε τους πάντες. Ακόμη και τους Αμερικανούς.

Οι αντιθέσεις στην Τουρκία υπάρχουν και εκδηλώνονται α λα τούρκα. Όπως και η αναδιπλώσεις.

Στην Ελλάδα το βασικό ερώτημα, πλέον, δεν απευθύνεται στους πολιτικούς. Αλλά στην κοινωνία. Τι θέλει και τι είναι διατεθειμένη να κάνει με την Τουρκία;

makthes.gr