Κάθε αναφορά στο παρελθόν είναι χρήσιμη γιατί μας δίνει πληροφορίες που θα βοηθήσουν να κατανοήσουμε καλύτερα το παρόν και να αντλήσουμε διδάγματα για την διαμόρφωση γνώμης πολιτικής η άλλης.
Κύπρος και ΝΑΤΟ είναι μια παλιά ιστορία. Το θέμα της ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ πάει πίσω στο 1959. Όταν έγιναν οι συμφωνίες για την εγκαθίδρυση της Κυπριακής Δημοκρατίας στο Λονδίνο, το Ηνωμένο Βασίλειο τάχθηκε υπέρ της εντάξης της Κύπρου στη Κοινοπολιτεία και το Συμβούλιο της Ευρώπης, όχι όμως και στο ΝΑΤΟ. Η διακιολογία ήταν ότι η Κύπρος είναι μικρή χώρα με μικρό πληθυσμό. Βεβαίως, θα μπορούσε κανείς να αντιτάξει το παράδειγμα του Λουξεμβούργου και της Ισλανδίας. Όσον, δε, αφορά τη στρατηγική θέση της Κύπρου την Ανατολική Μεσόγειο, το Ηνωμένο Βασίλειο την είχε δεδομένη, λόγω των βάσεων του στο Ακρωτήρι και την Δεκέλεια, που θα εξυπηρετούσαν και το ΝΑΤΟ. Το γεγονός είναι πάντως ότι τόσο ο Μακάριος όσο και ο Γρίβας έδωσαν τότε το πράσινο φως για ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ. Τούτο ανάφερε το 1975 ο Μακάριος στον Γιώργο Ιακώβου και του το επιβεβαίωσε αργότερα ο Ευάγγελος Αβέρωφ στη Γερμανία όπου τότε υπηρετούσε ως πρέσβης της Κυπριακής Δημοκρατίας. Τα πιο πάνω ήταν μέρος ενημέρωσης που έκανε ο τότε υπουργός σε σύσκεψη στο Υπουργείο Εξωτερικων.
Αργότερα, σύμφωνα με πληροφορία που περιέχεται στα αποχαρακτηρισμένα έγγραφα του Foreign Office (δημοσιεύθηκαν το Δεκέμβριο του 1984) ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας, Σπύρος Κυπριανού πρότεινε, τον Ιανουάριο του 1985, στην Πρωθυπουργό Μάργραρετ Θάτσερ την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ. Η επί του θέματος συμβουλή του Foreign Office προς την Βρετανική κυβέρνηση ήταν να διαβουλευθεί με ΗΠΑ, Δυτική Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία, και σε περίπτωση που ο Σπύρος Κυπριανού έθιγε ξανά το θέμα η απάντηση θα έπρεπε να ήταν ότι, δεδομένων των τουρκικών αντιδράσεων, η ένταξη θα περιέπλεκε σοβαρά αντί να διευκολύνει τη λύση του Κυπριακού.
Στη συναντήση με την Θάτσερ (14 Ιανουαρίου 1985) στη οποία ήταν παρών και ο τότε Υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Ιακώβου, ο Πρόεδρος Κυπριανού τόνισε ότι ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και την ΕΟΚ ενδεχομένως να ήταν η καλύτερη εγγύηση για λύση αφού θα απέτρεπε την ανάγκη συγκεκριμένων εγγυήσεων και θα δημιουργούσε ενότητα στη Κύπρο.
Τέλος, ας μου επιτραπεί να καταθέσω και μία προσωπική μαρτυρία. Τον Μάιο του 1975, υπηρετούσα ως βοηθός διευθυντής στη Γραμματεία της Κοινοπολιτείας, με απόσπαση από το Υπουργείο Εξωτερικών, είχα συνάντηση με τον Μακάριο στο Κίνγκστον της Ιαμαικής, όπου συνήλθε η Διάσκεψη Κορυφής της Κοινοπολιτείας και μεταξύ άλλων μου ανέφερε ότι το 1965 είχε προτείνει στους Αμερικάνους την ένταξη της Κύπρου στο ΝΑΤΟ και ότι αυτοί αρνήθηκαν. Αυτό μου το επιβεβαίωσε στην Ουάσινγκτον ο πρέσβης μας Νίκος Δημητρίου τον Σεπτέμβριο του 1976 λέγοντας μου ότι ως απεσταλμένος του Μακαρίου ενήργησε ο τότε υπουργός Οικονομικών Ρένος Σολομίδης. Τον Αύγουστο του 1977, συνάντησα τον κ. Σολομίδη στη Λευκωσία και μου ανέφερε ότι όντως αυτός ήταν που ήγειρε το θέμα στον Αμερικάνο πρέσβη και όχι ο ΥΠΕΞ Σπύρος Κυπριανού, λόγω των καλών του σχέσεων που είχε με τις ΗΠΑ. Η απάντηση ήταν αρνητική, προφανώς λόγω, αντιδράσεων της Τουρκιάς.
Αν εξετάσουμε χρονικά τις δυο κινήσεις, Μακαρίου το 1965 και Κυπριανού το 1985, παρατηρούμε ότι η πρώτη έγινε μετά τους βομβαρδισμούς της Τηλλυρίας το 1964 και η δεύτερη μετά την ανακήρυξη του ψευδοκράτους το 1983. Ίσως στη σκέψη των δύο ηγετών να επικράτησε η εντύπωση ότι η ένταξη μας στο ΝΑΤΟ θα εθωράκιζε την Κύπρο έναντι των προθέσεων της Τουρκίας.
Είναι πρόδηλο, ότι στην περίπτωση της Κύπρου εκείνο που προέχει είναι το θέμα της ασφάλειας, που τώρα, λόγω των εξελίξεων, προβληματίζει σοβαρά, τόσο τους πολιτικούς, όσο και την κοινή γνώμη της Κύπρου. Τα πρόσφατα γεγονότα το προβάλλουν επιτακτικά. Η επιθυμία της Ουκρανίας να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ έφερε τον πόλεμο στην χώρα με τις καταστροφικές του συνέπειες. Οι νέες αντιλήψεις για την αρχιτεκτονική ασφάλειας, απότοκες αυτού του πολέμου, οδηγήσαν τις ουδέτερες Φινλανδία και Σουηδία να ζητήσουν την ένταξη τους στο ΝΑΤΟ, συνεπικουρούμενες από την αυξημένη πλειοψηφία της κοινής γνώμης. Τέλος, η πρόσφατη Διάσκεψη Κορυφής του ΝΑΤΟ στην Μαδρίτη πρόβαλε το θέμα της παγκόσμιας ρευστότητας ασφάλειας σ’ένα ραγδιαία μεταβαλλόμενο αμυντικό πλαίσιο, που ενδιαφέρει όχι μόνο το ΝΑΤΟ και την Ε.Ε., αλλά και δυνάμεις, όπως η Κίνα και η Ινδία. Ο παγκόσμιος χαρακτήρας που προσλαμβάνει το θέμα της ασφάλειας καταφαίνεται από το γεγονός ότι στο ΝΑΤΟ, εκτός των 23 μελών της Ε.Ε. (δεν συμμετέχουν Αυστρία, Ιρλανδία, Μάλτα και η Κύπρος για λόγους που αναφέραμε πιο πάνω) συμμετέχουν μεταξύ άλλων ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και Καναδάς.
Ενόψει των ανωτέρω, το ερώτημα, που τίθεται είναι κατά πόσο θα ήταν επιτυχής μια κίνηση της Κύπρου, κάτω από τις παρούσες συνθήκες, για ένταξη στο ΝΑΤΟ. Η απάντηση είναι ΟΧΙ, γιατί τόσο το ΑΚΕΛ στο εσωτερικό, όσο και η Άγκυρα και κάποια μέλη του ΝΑΤΟ στο εξωτερικό θα αντιδράσουν αρνητικά. Γι’άυτούς, λοιπόν, που είναι θιασώτες της ένταξης της Κύπρου στο ΝΑΤΟ, για λόγους προστασίας και ασφάλειας την απάντηση δίνουν οι απειλές της Νατοικής Τουρκίας κατά της Ελλάδας («Χώρα», Ιμια, παραβιάσεις εναερίου χώρου, γαλάζια πατρίδα και άλλα) και της Κύπρου. Μόνο εάν η Τουρκία γίνει Ισλαμική, η γραμμή του ΝΑΤΟ θα περάσει πάνω από την Κύπρο.
Η έγκριτη δημοσιογράφος Φανούλα Αργυρού απάντησε πολύ κατατοπιστικά στο εν λόγω άρθρο στην Σημερινή Κύπρου όπως αναδημοσιεύτηκε εδώ:
https://www.onisilos.gr/?p=34839