Ο γοργά αυξανόμενος πληθωρισμός ροκανίζει τα εισοδήματα και την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών. Πολλοί Τούρκοι δεν μπορούν να αγοράσουν ακόμη και τα βασικά.
Η Ελίφ Αϊντίν είναι φοιτήτρια, 25 χρονών, και ζει σε μια συνοικία της Κωνσταντινούπολης, που κατοικούν άνθρωποι με ισχνά εισοδήματα. «Κάθε φορά που πηγαίνω στην αγορά βλέπω κι άλλες τιμές» λέει. «Παλαιότερα, με τα ίδια χρήματα έπαιρνα δύο πράγματα, τώρα δεν μου φτάνει ούτε για ένα». Οι περιγραφές της δεν είναι μεμονωμένα γεγονότα. Καταναλωτές και παραγωγοί παλεύουν συνεχώς με τον πληθωρισμό. Σύμφωνα με την Τουρκική Στατιστική Υπηρεσία, τον περασμένο Οκτώβριο το ποσοστό ανέβηκε κατά 19,89 σε ετήσια βάση, μια αύξηση της τάξης των 7 μονάδων σε σχέση με τον περσινό Οκτώβριο. Παράλληλα κυκλοφορεί η υποψία ότι τα επίσημα στοιχεία δεν αντικατοπτρίζουν τον πραγματικό πληθωρισμό. Μετρήσεις μιας ανεξάρτητης επιτροπής, που ονομάζεται Ομάδα Ερευνών Πληθωρισμού, το ποσοστό αύξησης των τιμών τον Οκτώβριο έφτασε στο 49,87%. Οι πιέσεις δεν πρόκειται να σταματήσουν.
Στο μισό η μείωση τηςαγοραστικής δύναμης
Η οικονομολόγος Εζλέμ Ντερίσι Σενγκίλ ανέφερε στη Deutsche Welle, ότι οι μηνιαίες αυξήσεις τιμών για τρόφιμα και ενέργεια θα συνεχιστούν. «Υπάρχουν σοβαρές αποκλίσεις ανάμεσα στους δείκτες κατανάλωσης και παραγωγής. Οι παραγωγοί δεν έχουν υπολογίσει τις αυξήσεις στις τιμές των προϊόντων τους και δεν θα μπορέσουν να αντέξουν τις πιέσεις πάνω από τρεις μήνες». Ο ψηφιακός σχεδιαστής Αϊντίν Σαβούρ λέει ότι νιώθει στο πετσί του τις ανατιμήσεις προϊόντων παρά τις τακτικές αυξήσεις του μισθού του. «Μπορώ να το πω με ήσυχη τη συνείδηση, όταν βλέπω στο καλάθι τις αγορές μου. Αυξήσεις μισθών έχουν λίγη χρησιμότητα, διότι συρρικνώνονται. Είναι μια κανονική οικονομική αφαίμαξη. Μέσα σε ένα χρόνο η αγοραστική δύναμη μειώθηκε στο μισό». Και είναι λογικό. Γιατί οι αυξήσεις των τιμών σε βασικά αγαθά «τρώνε» το εισόδημα και μειώνεται η αγοραστική δύναμη εκείνων, που παίρνουν τον κατώτατο μισθό. Ο λόγος είναι η εξάρτηση της τουρκικής λίρας από το δολάριο και το ευρώ. Διότι, ενώ το κατώτατο εισόδημα το 2015 ήταν 1000 λίρες, το 2021 ανέβηκε στις 2835 λίρες.Στην πραγματικότητα όμως μειώθηκε η αγοραστική αξία τα προηγούμενα έξι χρόνια λόγω της υποτίμησης της λίρας σε σχέση με το ευρώ και το δολάριο.
Η απότομη αύξηση των τιμών σε είδη διατροφής έχει επιφέρει αλλαγές στις διατροφικές συνήθειες των Τούρκων. Για τους ανθρώπους έχει σημασία να καλύπτουν τις βασικές ανάγκες τους, τα υπόλοιπα είναι για πολλούς είδη πολυτελείας. Το κρέας για παράδειγμα πλήττεται περισσότερο από την αύξηση των τιμών τροφίμων. Και είναι ένα από τα βασικά είδη στην τουρκική διατροφή. Σύμφωνα με στοιχεία του λεγόμενου συμβουλίου κόκκινου κρέατος η τιμή των σφαγείων βοδινού κρέατος ανέβηκε αρχές Νοεμβρίου 2020 κατά 35,31 λίρες Τουρκίας. Ένα χρόνο αργότερα η τιμή τους έφτασε στις 48,11 λίρες Τουρκίας. Για το ίδιο διάστημα η τιμή του βοδινού κιμά ανέβηκε τουλάχιστον κατά 30%. Άλλα προϊόντα με βάση το κρέας, όπως το μοσχαρίσιο φιλέτο, η σπάλα βοδινού ή οι μπριζόλες, αυξήθηκαν κατά 60%.
«Η τάξη του πληθωρισμού»
Ο Γκιρκάν Κερ 41ενός χρονών εργάτης από τη Λίβυσσα παραπονιέται κι αυτός ότι ο μισθός του δεν φτάνει πια για να τα βγάλει πέρα. «Σε σχέση με πέρυσι η ζωή δυσκόλεψε» λέει. «Εάν όλα πάνε καλά μπορούμε να αγοράσουμε κρέας πουλερικών μια φορά το μήνα. Για ελιές που δίναμε 27 λίρες, τώρα κοστίζουν 50 λίρες Τουρκίας. Δεν θέλω να επιβαρύνω την οικογένειά μου, αλλά το κάνω καλώς ή κακώς». Δεν είναι μόνο οι πολίτες που υποφέρουν, αλλά και οι ιδιοκτήτες μαγαζιών, οι έμποροι και οι παραγωγοί. Το χάσμα ανάμεσα στον δείκτη τιμών παραγωγού, που βρίσκεται στο 46,31, είναι τόσο υψηλό όσο δεν ήταν επί 19 έτη, ενώ οι τιμές καταναλωτή αυξάνονται συνεχώς. Αντιστρόφως, αυτό σημαίνει ότι οι παραγωγοί παράγουν σε υψηλότερες τιμές αλλά πρέπει να πωλούν σε χαμηλότερες. Ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας Τούρκων μικροεπιχειρηματιών και τεχνιτών Μπντέβι Παλαντέκεν, είπε στη DW ότι οι περισσότεροι πωλούν τα προϊόντα τους σε τιμή κόστους, χωρίς κέρδος. Ο οικονομολόγος Άρντα Τούνκα υποστηρίζει ότι οι εμπειρίες των ανθρώπων από την καθημερινότητά τους, τους οδηγούν στο να χάνουν την εμπιστοσύνη τους απέναντι στα θεσμικά όργανα. Ο Τούνκα εξηγεί ότι οι τιμές που βλέπουν οι άνθρωποι στις αγορές καθημερινά, δεν αντιστοιχούν με τα στοιχεία της στατιστικής υπηρεσίας. Αλλά οι καταναλωτές αναγκάστηκαν να τις αποδεχθούν.
«Ό,τι συμβαίνει, γίνεται στους δρόμους» λέει. «Η Τουρκία πήρε λάθος αποφάσεις στην νομισματική πολιτική. Ακόμη και για τη μεσαία τάξη δεν γίνεται πια λόγος. Τα εισοδήματα συρρικνώνονται συνεχώς. Ο πληθωρισμός έχει δημιουργήσει μια νέα τάξη». Ο Άρντα Τούνκα την αποκαλεί «τάξη του πληθωρισμού» και σημειώνει ότι κάτω από κανονικές συνθήκες οι ομάδες με υψηλά εισοδήματα δημιουργούν θέσεις εργασίας και στηρίζουν την παραγωγή. «Αλλά αυτή η τάξη κάνει χρήση των επενδύσεών της σε λάθος κατεύθυνση. Προτιμά να κερδίζει από τον πληθωρισμό». Τα τελευταία 7,8 χρόνια η Τουρκία αναπτύχθηκε, αλλά δεν αποτυπώθηκε στο ατομικό εισόδημα. «Έχουμε απομακρυνθεί από μια βιώσιμη πολιτική. Οι άνθρωποι είναι καταχρεωμένοι. Έγιναν μεγάλα λάθη».
Έμρε Έσερ
Επιμέλεια: Ειρήνη Αναστασοπούλου
DW