του Σταύρου Λυγερού 19-2-2107
Παρά το γεγονός ότι οι εκ του μακρόθεν διαβουλεύσεις μεταξύ της Αθήνας και των δανειστών συνεχίζονταν όλες τις προηγούμενες ημέρες, μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές είναι αμφίβολο εάν στο Eurogroup της Δευτέρας θα γεφυρωθεί το υφιστάμενο χάσμα. Χωρίς μία προκαταρκτική συμφωνία σε πολιτικό επίπεδο δεν πρόκειται να ανοίξει ο δρόμος για την έλευση του Κουαρτέτου και κατ’ επέκτασιν για τη σύναψη της περιβόητης staff level agreement, η οποία είναι προϋπόθεση για το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης.
Η κυβέρνηση διέψευσε ότι ο Μοσχοβισί μετέφερε συγκεκριμένες προτάσεις για την άρση του αδιεξόδου. Σύμφωνα με αξιόπιστες πληροφορίες, η επίσκεψή του είχε σκοπό να μεταφέρει μηνύματα στον πρωθυπουργό και να διερευνήσει επί τόπου τη δυνατότητα επίτευξης συμβιβασμού. Για την ακρίβεια, ο επίτροπος κινήθηκε στη γραμμή της παρασκηνιακής πρωτοβουλίας που έχει αναλάβει ο Γιούνκερ για να εξευρεθεί ένας συμβιβασμός.
Το ξεμπλοκάρισμα της διαδικασίας δεν εξαρτάται αποκλειστικά και μόνο από το εάν η Αθήνα θα αποδεχθεί τις απαιτήσεις των δανειστών. Πολλά εξαρτώνται και από τη διελκυστίνδα Βερολίνου-ΔΝΤ. Πριν λίγες ημέρες, ο σκληροπυρηνικός Γερμανός επικεφαλής της Κεντροδεξιάς στο Ευρωκοινοβούλιο (Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα) Βέμπερ θόλωσε τα νερά. Δήλωσε ότι αφού το Ταμείο θέτει ως όρο για τη συμμετοχή του στο ελληνικό πρόγραμμα την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους και η Ευρωζώνη δεν είναι διατεθειμένη να προχωρήσει σε ελάφρυνση, τότε το ΔΝΤ πρέπει να αποχωρήσει.
Αυτή η δήλωση, σε συνδυασμό με κάποιες αντίστοιχες δηλώσεις άλλων Γερμανών Χριστιανοδημοκρατών, δημιούργησε προς στιγμή την εντύπωση ότι το Βερολίνο αλλάζει θέση. Γρήγορα, ωστόσο, η εντύπωση αυτή διαψεύσθηκε από τις επίσημες τοποθετήσεις της γερμανικής κυβέρνησης. Οι Μέρκελ και Σόιμπλε συνεχίζουν να θέλουν «και την πίτα ολάκερη και τον σκύλο χορτάτο». Με άλλα λόγια, επιμένουν στη θέση τους «και το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα και όχι ελάφρυνση του ελληνικού χρέους».
Η θέση αυτή είναι αντιφατική μόνο εφόσον το Ταμείο εννοεί απολύτως και θα επιμείνει μέχρι το τέλος στη δική του θέση ότι για να συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα πρέπει:
- Πρώτον, να υλοποιηθούν τα προαπαιτούμενα της 2ης αξιολόγησης και επιπλέον να νομοθετηθούν από τώρα μέτρα ύψους 4,5 δισ. για την περίοδο 2018-20 με μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων.
- Δεύτερον να ελαφρυνθεί άμεσα το ελληνικό χρέος, ή τουλάχιστον να ανακοινωθούν τα μεσοπρόθεσμα μέτρα για την ελάφρυνσή του.
Το Βερολίνο πιέζει όσο μπορεί το ΔΝΤ για να αφαιρεθεί από το τραπέζι η δεύτερη αυτή προϋπόθεση. Αυτό ήταν το αντικείμενο της προ καιρού συνάντησης Σόιμπλε-Λαγκάρντ στο Νταβός, αυτό συζητήθηκε και στην προ λίγων ημερών τηλεφωνική συνομιλία Μέρκελ-Λαγκάρντ. Η εφημερίδα Welt, που την αποκάλυψε, αναφέρει ότι η γενική διευθύντρια δεσμεύθηκε στην καγκελάριο πως το Ταμείο θα συμμετάσχει στο ελληνικό πρόγραμμα, παραπέμποντας για το 2018 την απαίτησή του για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Λίγο αργότερα, μάλιστα, το Spiegel ανέφερε ότι το ΔΝΤ θα συμμετάσχει με πέντε δισ. αντί για 16 δισ. που είχε αρχικά συμφωνηθεί το 2015.
Είναι αξιοσημείωτο πως ο εκπρόσωπος του Ταμείου διέψευσε τα παραπάνω δημοσιεύματα, δηλώνοντας ότι δεν σχολιάζει υποθετικά σενάρια και πως οι θέσεις του ΔΝΤ είναι γνωστές και δεν έχουν αλλάξει τους τελευταίους μήνες. Η συνάντηση Μέρκελ-Λαγκάρντ την Τετάρτη στο Βερολίνο θα δείξει εάν τα παραπάνω δημοσιεύματα απηχούν τους ευσεβείς πόθους της γερμανικής κυβέρνησης, ή πράγματι “ψήνεται” κάποια παρασκηνιακή συμφωνία. Τόσο η παραπάνω συνάντηση όσο και η συνάντηση της καγκελαρίου με τον Γιούνκερ επιβεβαιώνουν, πάντως, τις πληροφορίες ότι η Μέρκελ παίρνει από γερμανικής πλευράς τη σκυτάλη στις διαβουλεύσεις για το ελληνικό πρόβλημα.
Είναι σαφές πως οι Ευρωπαίοι προσπαθούν να χρησιμοποιήσουν το ΔΝΤ για να εξυπηρετήσουν τις δικές τους πολιτικές σκοπιμότητες στο μέτωπο της ελληνικής κρίσης. Αυτό, άλλωστε, κάνουν με επιτυχία από το 2010 μέχρι τώρα. Στη συνεδρίαση του Συμβουλίου του Ταμείου στις 6 Φεβρουαρίου, όμως, βρέθηκαν στη μειοψηφία. Σύμφωνα με κοινοτική πηγή, το γεγονός αυτό δεν σημαίνει πως η εσωτερική μάχη έχει κριθεί. Η Λαγκάρντ κάνει ό,τι μπορεί για να διευκολύνει το Βερολίνο, δεδομένου ότι η επανεκλογή της οφείλεται και στη γερμανική υποστήριξη. Κατά την ίδια πηγή, εάν η κυβέρνηση Τραμπ δεν αντιταχθεί, η γενική διευθύντρια θα τα καταφέρει.
Εάν συμβεί αυτό και το ΔΝΤ αφήσει για αργότερα τον όρο του για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, στο τραπέζι θα μείνει μόνο η απαίτησή του για από τώρα νομοθέτηση της μείωσης του αφορολόγητου και των συντάξεων. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η κυβέρνηση θα βρεθεί με την πλάτη στον τοίχο. Η υποχώρηση του Ταμείου στις πιέσεις των Γερμανών κατ’ αντιδιαστολή θα οδηγήσει σε σκλήρυνση της στάσης του έναντι της Αθήνας.
Ο Τσίπρας προσπαθεί να αποφύγει το πικρό ποτήρι, αλλά τα περιθώρια ελιγμών του συρρικνώνονται. Μία οδός πολιτικής διαφυγής ήταν να ισχυρισθεί πως δεν θα υπάρξει απόκλιση από τους στόχους και ως εκ τούτου δεν θα χρειασθεί να εφαρμοσθούν οι μειώσεις. Γι’ αυτό και είναι έτοιμος να αποδεχθεί επέκταση της ισχύος του “κόφτη” και στη διετία 2019-20. Γι’ αυτό και ορισμένοι στην κυβέρνηση δεν απέκλειαν την από τώρα νομοθέτηση κάποιων μειώσεων του αφορολόγητου, ακόμα και των συντάξεων. Έθεταν, όμως, ως όρο και γι’ αυτές τις μειώσεις να ισχύσει η ρήτρα ακύρωσης, δηλαδή να μην εφαρμοσθούν εάν πιαστούν οι δημοσιονομικοί στόχοι.
Σύμφωνα με κυβερνητικό παράγοντα, όμως, το ΔΝΤ δεν πιέζει για τη νομοθέτηση της μείωσης του αφορολόγητου και των συντάξεων αποκλειστικά και μόνο για δημοσιονομικούς λόγους, για να βγαίνουν τα νούμερα όπως λέει. Αν ήταν αυτός ο λόγος θα αποδεχόταν την επέκταση του “κόφτη”. Κατά την ίδια πηγή, δεν τον αποδέχεται για τον ίδιο λόγο που απορρίπτει και τη ρήτρα ακύρωσης. Επιδιώκει μόνιμες μειώσεις του αφορολόγητου και των συντάξεων με σκοπό να αντλήσει έσοδα που θα επιτρέψουν τη μείωση των φορολογικών συντελεστών και τη χρηματοδότηση αναπτυξιακών πρωτοβουλιών. Για να “χρυσώσει το χάπι”, μάλιστα, το Ταμείο εμφανίζεται ανοικτό και στο να διατεθεί ένα μικρό κονδύλι για την ενίσχυση των πολύ φτωχών.
Όπως προαναφέραμε, η άρνηση του ΔΝΤ να δεχθεί ρήτρα ακύρωσης δεν επιτρέπει στην κυβέρνηση να ισχυρισθεί ότι ναι μεν νομοθετεί πρόσθετα μέτρα, αλλά αυτά δεν πρόκειται να εφαρμοσθούν επειδή θα πιαστούν οι δημοσιονομικοί στόχοι. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι το κεντρικό επιχείρημα της Αθήνας έναντι των δανειστών όλο αυτό το διάστημα είναι η υπεραπόδοση της οικονομίας το 2016.
Το επιχείρημα γίνεται σε γενικές γραμμές δεκτό από την Ευρωζώνη. Αλλά και ο Τόμσεν άφησε ανοικτό το ενδεχόμενο το Ταμείο να αναθεωρήσει τις εκτιμήσεις του εάν η υπεραπόδοση επιβεβαιωθεί από τα οριστικά στοιχεία. Για τους λόγους που προαναφέραμε, όμως, αυτό δεν αναμένεται να μετριάσει ουσιαστικά τις απαιτήσεις. Στην πραγματικότητα, το ΔΝΤ επιδιώκει να αντλήσει πρόσθετα έσοδα από τους μικρομεσαίους με μείωση του αφορολόγητου και των συντάξεων κυρίως για να μειώσει τους φορολογικούς συντελεστές. Με άλλα λόγια, το Ταμείο επιδιώκει την αλλαγή της ελληνικής δημοσιονομικής αρχιτεκτονικής.
Σύμφωνα με την ίδια κυβερνητική πηγή, το χάσμα που χωρίζει το ΔΝΤ και την Αθήνα είναι εξαιρετικά δύσκολο να γεφυρωθεί. Δεν βοηθάει και το γεγονός ότι ακόμα και η Κομισιόν στο συγκεκριμένο ζήτημα τηρεί στάση Ποντίου Πιλάτου. Αυτό που την ενδιαφέρει είναι να κλείσει όσο πιο γρήγορα η 2η αξιολόγηση για να αποφευχθούν ενδεχόμενες εμπλοκές. Αυτή τη θέση αντανακλά και η δήλωση του Ντομπρόβσκις ότι η καθυστέρηση κοστίζει και στην Ευρωζώνη και στην Ελλάδα.
Γι’ αυτό και ενώ η Κομισιόν δημοσίως αποδέχεται σε μεγάλο βαθμό τα ελληνικά επιχειρήματα, πιέζει τον Τσίπρα να αποδεχθεί το πακέτο που προτάθηκε στον Τσακαλώτο προ ημερών στη σύσκεψη των Βρυξελλών. Το πακέτο αυτό, όμως, απέχει πολύ από το καλύπτει έστω και στοιχειωδώς τους όρους της Αθήνας. Εκτός από την από τώρα νομοθέτηση πρόσθετων μέτρων, όπως ζητάει το ΔΝΤ, εκτός από πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% για κάποια χρόνια, παραπέμπει για μετά τις γερμανικές εκλογές τη συζήτηση για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους.
Κοινοτική πηγή ομολογεί ότι η πρωτοβουλία του Γιούνκερ για την επίτευξη ενός συμβιβασμού ήταν εξαρχής ναρκοθετημένη. Πρώτον, λόγω της άρνησης του Βερολίνου να αποδεχθεί έστω περιγραφή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους. Δεύτερον, λόγω της απαίτησης του Ταμείου για από τώρα νομοθέτηση της μείωσης του αφορολόγητου και των συντάξεων.
Η Αθήνα προς το παρόν αντιστέκεται, επειδή αντιλαμβάνεται το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης και σαν εισιτήριο για τη συμμετοχή της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ (Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα). Ο Ντράγκι έχει θέσει ως όρο όχι μόνο το κλείσιμο της 2ης αξιολόγησης, αλλά και τουλάχιστον την περιγραφή των μεσοπρόθεσμων μέτρων για την ελάφρυνση του χρέους, ώστε να το χαρακτηρίσει βιώσιμο.
Όσο το Βερολίνο αρνείται και εμποδίζει το Eurogroup να κάνει αυτό το βήμα, η Ελλάδα θα μένει αποκλεισμένη από την ποσοτική χαλάρωση. Αυτός ο αποκλεισμός αφενός της στερεί κάποια δισ. ευρώ, αφετέρου δεν στέλνει το μήνυμα πως η ελληνική οικονομία έχει εισέλθει σε φάση σταθεροποίησης. Το γεγονός, μάλιστα, ότι ο Σόιμπλε έχει φροντίσει με δηλώσεις του να επαναφέρει στο προσκήνιο το ενδεχόμενο του Grexit επιδεινώνει το κλίμα. Είναι ενδεικτική, μεταξύ άλλων, η εκτίμηση του Economist Intelligence Unit ότι οι πιθανότητες να εγκαταλείψει η Ελλάδα την Ευρωζώνη την επόμενη πενταετία είναι 60%.
Η συνεδρίαση αύριο Δευτέρα του Eurogroup θα δείξει που πραγματικά στέκονται και η ελληνική κυβέρνηση και οι δανειστές. Μπορεί η Ελλάδα να μην είναι απομονωμένη και ο Σόιμπλε να δέχεται πυρά από πολλές πλευρές (χαρακτηριστική η κριτική που του άσκησε ο Σοσιαλδημοκράτης υπουργός Εξωτερικών Γκαμπριελ), αλλά, έστω και με προβλήματα, διατηρεί τον έλεγχο του Eurogroup. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η επίτευξη ενός έστω και ετεροβαρούς συμβιβασμού θα είναι πολύ δύσκολη.
Η ρητορική του Μαξίμου ότι το ΔΝΤ και ο Σόιμπλε πρέπει να επιστρέψουν στον ρεαλισμό προφανώς δεν συνιστά αποτελεσματική πολιτική. Για πόσο χρόνο είναι διατεθειμένος να το τραβήξει ο Τσίπρας; Μπορεί να φθάσει μέχρι τον Απρίλιο χωρίς μεγάλο κόστος, αλλά από εκεί και πέρα ο χρόνος θα αρχίσει να τρέχει σε βάρος της Ελλάδας με αυξανόμενη ταχύτητα. Το 2015 έδειξε που οδηγεί η τακτική “πορευόμαστε με βάρκα την ελπίδα”.
Σύμφωνα με την κυρίαρχη άποψη, ο Σόιμπλε επιδιώκει απλώς να αποφύγει κάθε συζήτηση για ελάφρυνση του ελληνικού χρέους μέχρι τις γερμανικές εκλογές και για να το επιτύχει ρίχνει συνεχώς την ευθύνη στην Αθήνα. Κυβερνητικός παράγοντας, ωστόσο, μας έθεσε υπό μορφή ερωτήματος και μία άλλη εκδοχή: «Θέλει πραγματικά ο Σόιμπλε το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα, ή μήπως θέλει να χρησιμοποιήσει την απόσυρσή του ως δικαιολογία για να οδηγήσει το 3ο Μνημόνιο σε κατάρρευση;». Για να δώσει έμφαση, μάλιστα, μας υπενθύμισε τη δήλωση Ντάισελμπλουμ στην ολλανδική Βουλή για την Ελλάδα: «ΔΝΤ ή χρεοκοπία».
“Πρώτο Θέμα”