του Παντελή Σαββίδη
Ο τούρκος υπουργός εξωτερικών Χακάν Φιντάν σε συνέντευξη που έδωσε στην Κωνσταντινούπολη μίλησε περιφροντικά για τη Γαλλία χαρακτηρίζοντάς την μικρή χώρα με την οποία δεν συνομιλεί.
Η Γαλλία πρότεινε να αναπτύξει δυνάμεις, μαζί με τις ΗΠΑ, στα τουρκοσυριακά σύνορα για να ελεγχθεί η περιοχή και να καθησυχασθούν, προφανώς, και οι τουρκικές ανησυχίες απο την παρουσία των κούρδων. Και ο Φιντάν απέρριψε την πρόταση λέγοντας πως αν η Γαλλία θέλει να έχει λόγο να κινηθεί μόνη της και όχι καλυμμένη πίσω απο τις ΗΠΑ. Συνομιλούμε, μόνο, με τις ΗΠΑ, είπε ο Φιντάν σε μια επίδειξη οθωμανικής αλαζονείας.
Ο Φιντάν απέρριψε, επίσης, και την αποστρατιωτικοποίηση του Κομπάνι, μιας συμβολικής πόλης της Συρίας υπο κουρδικό έλεγχο την οποία θέλει να καταλάβει η Τουρκία.
Το ερώτημα που αναδύεται εδώ είναι με ποιο δικαίωμα αποφαίνεται η Τουρκία στο τι θα γίνει στη Συρία και η απάντηση είναι η στρατιωτική παρουσία της και η ισχύς της. Όχι το δίκαιο. Το δίκαιο σε τέτοιες περιστάσεις είναι για να περνούν τα μαθήματά τους οι φοιτητές της νομικής.
Αυτήν την στιγμή υπάρχουν τρεις δυνάμεις στην ευρύτερη περιοχή που είναι διατεθειμένες να προβάλλουν σκληρή ισχύ: οι ΗΠΑ, η Ρωσία που το κάνει στην Ουκρανία και η Τουρκία που συμμετέχει σε διάφορα μέτωπα, άμεσα ή έμμεσα.
Σε περιόδους ανακατατάξεων διεθνείς παίκτες είναι όσοι ρίχνονται στην μάχη. Όχι οι αναλυτές απο τις πρωτεύουσές τους.
Η Τουρκία είναι μια απο αυτές τις δυνάμεις. Διείδε τις εξελίξεις πολύ νωρίς, προετοιμάστηκε και είχε την θέληση και την αποφασιστικότητα να διεκδικήσει επι του πεδίου. Παρανόμως ή μη η Τουρκία ελέγχει εδάφη ή θάλασσες και παράγει αποτελέσματα. Το τελικό δια ταύτα θα κριθεί, ίσως, σε μια διάσκεψη ειρήνης στην οποία θα συμμετάσχει. Σε τέτοιες διασκέψεις συμμετέχουν οι εμπόλεμοι. Όχι οι θεωρητικοί του πολέμου.
Για να καταλάβετε απο ένα ιστορικό παράδειγμα, η προσάρτηση της Αλεξανδρέττας απο την Τουρκία δεν έχει γίνει δεκτή απο την Συρία και τον αραβικό κόσμο. Σε ποιόν ανήκει σήμερα η Αλεξανδρέττα;
Ένα άλλο παράδειγμα είναι τα Ίμια. Η Ελλάδα έχει το δίκαιο και η Τουρκία ελέγχει με περιπολίες του ναυτικού της τα νησιά. Ποιος ωφελείται απο την ύπαρξή τους;
Στις θεωρητικές χώρες συγκαταλέγεται και η Ελλάδα η οποία αυτήν την στιγμή χρησιμοποιεί τις ένοπλες δυνάμεις της για παρελάσεις και καμιά ΝΑΤΟϊκή άσκηση και τις αντιμετωπίζει με την μέγιστη περιφρόνηση, όπως φαίνεται και απο τις αμοιβές των στελεχών τους που αναγκάζουν πολλούς να τις εγκαταλείπουν αλλά, κυρίως, απο τον τρόπο που μπορεί και τις ανακατατάσσει ο κάθε υπουργίσκος του αρμόδιου υπουργείου. Εξελίσσεται κατά κύριο λόγο ο κολλητός και όχι ο ικανός. Εννοποιούνται μονάδες με κριτήρια τα πολιτικά και κομματικά συμφέροντα του τυχαίου, εκείνην την στιγμή, υπουργού.
Αυτό δεν είναι κράτος αλλά περιουσιακό στοιχείο του εκάστοτε κυβερνώντος.
Τι κάνει, όμως, την Τουρκία να είναι δραστήρια και παρηκμασμένες δυνάμεις όπως τη Γαλλία (η Ελλάδα δεν είναι δύναμη) ή το σύνολο της Ευρώπης να ασχολούνται με την σκιά του όνου και να εξαντλούνται στην ευρωπαϊκή γραφειοκρατία με αποτέλεσμα μηδέν;
Η Τουρκία απέκτησε τα τελευταία χρόνια μια ηγεσία με φιλοδοξίες για τον ρόλο της χώρας και μια διανόηση η οποία ανέλυσε εύστοχα τις εξελίξεις από τις αρχές του αιώνα.
Διείδε που θα πάει ο κόσμος και προετοιμάσθηκε ιδεολογικά, ψυχολογικά, οικονομικά και στρατιωτικά.
Αυτά θα μπορούσαν να τα κάνουν και άλλες, δυτικές, δυνάμεις αλλά η Τουρκία έχει ένα πλεονέκτημα. Έπεισε την κοινωνία της ότι ο θάνατος για την πατρίδα ήταν ηρωϊκή πράξη κι οι μάρτυρες θα απολάμβαναν τα αγαθά του Αλλάχ. Αυτό το ιδεολογικοθρησκευτικό πλαίσιο είχε θετική ανταπόκριση στην τουρκική κοινωνία η οποία αποδέχεται τις απώλειες ανθρώπων της που είναι καθημερινές. Λίγο η αποδοχή των απωλειών, λίγο η σιωπή των μέσων ενημέρωσης λίγο η πετυχημένη κρατική προπαγάνδα και η σιωπή των αμνών δημιούργησαν τις συνθήκες αποδοχής των απωλειών που είναι αδύνατον να αποφευχθούν σε πολεμικές αναμετρήσεις.
Την ίδια περίοδο ο αποδομητισμός ως ιδεολογία έχει διαβρώσει τις δυτικές κοινωνίες και δημιουργεί στην νεολαία και τις οικογένειές τους το ερώτημα: για ποιο πράγμα να πάω να πολεμήσω; Για τον Μακρόν, τον Σόλτζ ή τον Μητσοτάκη; Αξίζει να σκοτωθώ; Γιατί;
Και αυτό είναι ένα υπαρκτό ερώτημα για τις δυτικές κοινωνίες.
Με τα ιδεολογήματα που κυριαρχούν στην δύση το πρόβλημα δεν ξεπερνιέται.
Η λύση είναι μία: οι μαλθακές κοινωνίες, όπως οι δυτικές, έχουν αναπτυγμένο τον επιστημονικό τομέα και θα μπορούσαν να εφεύρουν αποτελεσματικές μεθόδους προάσπισης των συμφερόντων τους (για συμφέροντα μιλάμε, πια, όχι για πατρίδες) χωρίς να εκτίθενται σε άμεσο βιολογικό κίνδυνο. Από τα υπόγεια των αιθουσών επιχειρήσεων.
Το θέμα είναι ότι ακόμη και αν κερδίσεις από τις αίθουσες κάποιος πρέπει να διασφαλίσει με την μπότα του ότι αυτό που κέρδισες σου ανήκει.
Άρα, ένας αξιόμαχος στρατός ξηράς είναι απολύτως αναγκαίος.
Στην Ελλάδα που μας ενδιαφέρει αυτό το είδος έχει εγκαταληφθεί εντελώς.
Αλλά στην Ελλάδα όλα είναι εγκαταλελειμμένα.
Και κανείς δεν είναι διατεθειμένος να αλλάξει ρότα.
ΥΓ: στο πρόσωπο του Φιντάν η Τουρκία αναδεικνύει έναν άλλο, ίσως, πιο επικίνδυνο, ηγέτη απο τον Ερντογάν. Το συμπέρασμα είναι ότι η Τουρκία έχει πάγκο. Σε αντίθεση με την Ελλάδα που δεν έχει ούτε ομάδα.
H Eλλαδα με βαση αναλογια πληθυσμου έχει πολυ περισσοτερα λαμογια και κλέφτες που λυμαινονται την χωρα και τους κοπους των υπολοιπων Ο κύριος λόγος που στο μέλλον ο τοπος θα αλλαξει χερια
Τα πες όλα σε 2 σειρές!!!