Γράφει ο Αλέξανδρος ΤΖΙΟΛΑΣ
Ο ΤΥΜΦΑΙΟΣ ΣΤΡΑΤΗΓΟΣ ΤΟΥ ΜΕΓ.ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΠΟΥ ΕΦΤΑΣΕ ΜΕΧΡΙ την ΣΟΓΔΙΑΝΗ & την ΙΝΔΙΑ
Ο ΠΡΩΤΟΣ ΔΙΑΣΗΜΟΣ & ΔΙΕΘΝΩΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΜΟΣ ΑΝΔΡΑΣ ΤΩΝ ΓΡΕΒΕΝΩΝ
ΜΕΡΟΣ Α΄
Στην κλασική εποχή η Άνω -ορεινή- Μακεδονία των αρχαίων καταλάμβανε τους σημερινούς νομούς της Δυτικής Μακεδονίας, δηλ. το Ν. Κοζάνης (με τμήματα των αρχαίων βασιλείων της Ελίμειας, της Ορεστίδας και της Εορδαίας), το Ν. Γρεβενών (με τμήματα της Ελίμειας και της Τυμφαίας), το Ν. Φλώρινας (με τμήματα της Εορδαίας και της Λυγκηστίδας) και το Ν. Καστοριάς (με μεγάλο τμήμα της Ορεστίδας).
Επίσης, την ίδια εποχή, η Ήπειρος γειτνίαζε με την Ανω Μακεδονία και είχε συνεχής επαφές, ανταλλαγές, αμοιβαία υποστήριξη, εμπορικές σχέσεις και σχέσεις φιλίας και συνεργασίας. Αποτελούνταν από πολλές ελληνόφωνες φυλές που ζούσαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη της περιοχής.
Ορισμένες περιοχές πιθανόν να μην φανταζόμαστε πως αποτελούσαν αυτόνομα κράτη και έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην έκβαση της Ελληνικής ιστορίας και της υψίστης σημασίας προσωπικότητες που δόξασαν την Ήπειρο και την Μακεδονία σε πολλές μεριές της Γης.
Ένα παράδειγμα τέτοιας περιοχής είναι της φυλής των Τυμφαίων, με το όνομά-της να προκύπτει από το όρος Τύμφη, που βρίσκεται μεν στην Ήπειρο (με τα σημερινά γεωγραφικά όρια στο Ν. Ιωαννίνων) αλλά εκτείνεται με τις κορυφογραμμές και τις πλαγιές της και προς τα Γρεβενά.
Οι Τυμφαίοι κατοικούσαν στην ευρύτερη περιοχή δυτικά του Αλιάκμονα – κυρίως προς τα ημιορεινά και ορεινά– και στην περιοχή του Βόϊου, της Πραμορίτσας και του Αώου. Τα όρια τους δυτικά δεν ήταν σαφή καθώς ιστορικές αναφορές τους φέρουν να κατέχουν και πλαγιές στο άνω Ζαγόρι [πιθανόν λόγω μετακινήσεων & γειτνίασης των εκτάσεων στην περιοχή Μετσόβου-Μηλιάς με τις ανατολικές πλαγιές της Πίνδου [π.χ. Βωβούσα-Περιβόλι-Αβδέλα-Σαμαρίνα κλπ].
Η φυλή ήταν ορεινή και η κύρια απασχόληση ήταν η κτηνοτροφία και δευτερευόντως το κυνήγι και η γεωργία.
Παρά τον γεωργοκτηνοτροφικό αυτό χαρακτήρα της οικονομίας και τις εποχικές μετακινήσεις οι αρχαιολογικές ανακαλύψεις μαρτυρούν παράλληλα διαδικασίες εξέλιξης και ύπαρξη οικισμών με δομές μόνιμου αστικού βίο και στον χώρο της Τυμφαίας και τεκημιρώνουν υψηλό βιοτικό-ποιτιστικό επίπεδο και πλούσιες επαφές με την υπόλοιπη Άνω Μακεδονία και τη νότια Ελλάδα. (εκτενέστερα για τους Τυμφαίους και την εξέλιξη τους ιστορικά ανα τους αιώνες θα αναφερθούμε σε άλλη καταχώριση καθότι τώρα ξεφεύγει από τον σκοπό του άρθρου).
Συνόρευαν με τους Παρωραίους, του Μολοσσούς και διάφορες Μακεδονικές φυλές. Αυτή η φυλή θα γεννήσει και θα αναδείξει μία σπουδαία προσωπικότητα που το όνομα του θα ακουστεί ως τα βάθη της Ανατολής. Αυτός είναι ο Πολυπέρχων, στρατηγός του Φιλίππου Β’ και του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Ο Πολυπέρχων ήταν μία σπουδαία προσωπικότητα της κλασικής και ελληνιστικής περιόδου και σημαντικό κομμάτι της Ηπειρωτικής και Μακεδονικής ιστορίας, ειδικότερα δε της ιστορίας των Τυμφαίων.
Ο Πολυπέρχων (394 – 303 π.Χ.) ήταν από την φυλή των Τυμφαίων και σημαντικός στρατηγός που διακρίθηκε στα πεδία των μαχών κατά την εκστρατευτική περίοδο του Μεγάλου Αλεξάνδρου στην Ασία και έπαιξε μεγάλο ρόλο στον Πόλεμο των Διαδόχων, ύστερα από τον θάνατο του Έλληνα στρατηλάτη.
Ήταν γιός του Σιμμία βασιλιά των Τυμφαίων, γι’ αυτό τον αποκαλούσαν και Πολυπέρχων ο Σίμμιος.
Σημαντικότερα πρόσωπα του βασιλικού οίκου της Τυμφαίας ήταν ο βασιλιάς Σιμμίας, ο Πολυπέρχων (υιός του), ο Ανδρομένης και οι τέσσερεις υιοί του (Αμύντας, Σιμμίας, Άτταλος, Πολέμων) καθώς και ο γιός του Πολυπέρχοντα ο Αλέξανδρος ο Φιλόδοξος.
Αρχικά ο Πολυπέρχων ήταν στρατηγός του Φιλίππου (382 π.Χ. – 336 π.Χ.) που όπως φαίνεται ήταν συνομήλικοι.
Στη συνέχεια κατά την διαδοχή υποστήριξε τον Αλέξανδρο για τον θρόνο και έλαβε μέρος στην εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου στην Ασία ως επικεφαλής της Τυμφαίας τάξεως και διακρίθηκε.
Τάξεις (ή Φάλαγγες) πεζεταίρων είχε [6] ο στρατός του Αλέξανδρου στην Ασία, με στρατηγούς: τον Περδίκκα, τον Κοίνο, τον Αμύντα του Ανδρομένη, το Μελέαγρο[1], το Φίλιππο του Αμύντα και τον Κράτερο κι’ οι τάξεις αυτές φαίνεται πώς είχαν στρατολογηθεί κατά περιοχές όπως του Κοίνου από την Ελειμιώτιδα, του Περδίκκα από την Ορεστίδα και Λυγκηστίδα, του Φίλιππου που αργότερα επικεφαλής της ήταν ο Πολυπέρχων, από την Τυμφαία. Οι Έλληνες οπλίτες, μισθοφόροι και σύμμαχοι, είχανε χωριστούς αρχηγούς. Στρατηγός των συμμάχων ήταν ο Αντίγονος, ο μετέπειτα βασιλιάς, και των μισθοφόρων ο Μένανδρος, ένας απ’ τούς εταίρους. Η δυνατότερη θεσσαλική Ίλη, με τούς περισσότερους ιππείς, είναι των Φαρσάλιων. Αρχηγός των θεσσαλών ιππέων είναι ο Κάλας, ο γιος τού Άρπαλου[2]. Ο Άρπαλος με καταγωγή από την Ελιμεία, ήταν παιδικός φίλος του Αλέξανδρου. Επειδή έπασχε από αναπηρία, και ήταν συνεπώς ακατάλληλος για τα πολεμικά, ορίστηκε από τον Αλέξανδρο θησαυροφύλακάς του. Ήταν η χειρότερη επιλογή που μπορούσε να γίνει γιατί ο Άρπαλος ήταν έκδοτος στις ηδονές, συντηρούσε πλήθος ερωμένες και διασπάθιζε το χρήμα του Αλέξανδρου ενώ αυτός πολεμούσε στην Ασία.
Το 333 π.Χ. μετά την Μάχη της Ισσού ο Αλέξανδρος έδωσε στον Πολυπέρχοντα την διοίκηση της νικηφόρου Τυμφαιϊκής φάλαγγας που διατήρησε μέχρι το 324.
Ο Αρριανός γράφει σχετικά :
[2.12.2] καὶ Κιλικίας μὲν ἀποδεικνύει σατράπην Βάλακρον τὸν Νικάνορος, ἕνα τῶν σωματοφυλάκων τῶν βασιλικῶν, ἀντὶ δὲ τούτου ἐς τοὺς σωματοφύλακας κατέλεξε Μένητα τὸν Διονυσίου· ἀντὶ δὲ Πτολεμαίου τοῦ Σελεύκου τοῦ ἀποθανόντος ἐν τῇ μάχῃ Πολυπέρχοντα τὸν Σιμμίου ἄρχειν ἀπέδειξε τῆς ἐκείνου τάξεως. καὶ Σολεῦσι τά τε πεντήκοντα τάλαντα, ἃ ἔτι ἐνδεᾶ ἦν ἐκ τῶν ἐπιβληθέντων σφίσι χρημάτων, ἀνῆκεν καὶ τοὺς ὁμήρους ἀπέδωκεν.
[2.12.2] Τον Βάλακρο, τον γιο του Νικάνορα, που ήταν ένας από τους βασιλικούς σωματοφύλακες, τον διόρισε σατράπη της Κιλικίας· στη θέση του στους σωματοφύλακες τοποθέτησε τον Μένητα, τον γιο του Διονυσίου· στη θέση του Πτολεμαίου, του γιου του Σελεύκου, που σκοτώθηκε στη μάχη, διόρισε τον Πολυπέρχοντα, τον γιο του Σιμμία, ως διοικητή του τάγματός του. Στους κατοίκους των Σόλων χάρισε τα πενήντα τάλαντα, που όφειλαν ακόμη από το χρηματικό πρόστιμο που τους είχε επιβληθεί, και τους επέστρεψε τους ομήρους.
O ΠΟΛΥΠΕΡΧΩΝ ΣΤΗ ΣΟΓΔΙΑΝΗ
Ο Αρριανός μας γράφει αρκετές πληροφορίες για την δράση του στην Σογδιανή και την Βακτριανή :
[4.16.1] Διαβὰς οὖν ξὺν μέρει τῆς στρατιᾶς ἐς τὴν Σογδιανήν, Πολυπέρχοντα δὲ καὶ Ἄτταλον καὶ Γοργίαν καὶ Μελέαγρον αὐτοῦ ἐν Βάκτροις ὑπολιπόμενος τούτοις μὲν παρήγγειλεν τήν τε χώραν ἐν φυλακῇ ἔχειν, ὡς μή τι νεωτερίσωσιν οἱ ταύτῃ βάρβαροι, καὶ τοὺς ἔτι ἀφεστηκότας αὐτῶν ἐξαιρεῖν· [4.16.2] αὐτὸς δὲ ἐς πέντε μέρη διελὼν τὴν ἅμα οἷ στρατιὰν τῶν μὲν Ἡφαιστίωνα ἄρχειν ἔταξε, τῶν δὲ Πτολεμαῖον τὸν Λάγου τὸν σωματοφύλακα· τοῖς τρίτοις δὲ Περδίκκαν ἐπέταξε· τῆς δὲ τετάρτης τάξεως Κοῖνος καὶ Ἀρτάβαζος ἡγοῦντο αὐτῷ· τὴν δὲ πέμπτην μοῖραν ἀναλαβὼν αὐτὸς ἐπῄει τὴν χώραν ὡς ἐπὶ Μαράκανδα.
[4.16.1] Αφού, λοιπόν, πέρασε ο Αλέξανδρος στη Σογδιανή με ένα μέρος του στρατού, άφησε πίσω στα Βάκτρα τον Πολυπέρχοντα και τον Άτταλο και τον Γοργία και τον Μελέαγρο και τους διέταξε να φρουρούν την περιοχή για να μην επαναστατήσουν οι βάρβαροι που κατοικούσαν σε αυτήν, και για να υποτάξουν όσους ήταν επαναστατημένοι. [4.16.2] Χώρισε σε πέντε τμήματα τον στρατό που ήταν μαζί του και όρισε στο ένα τμήμα αρχηγό τον Ηφαιστίωνα και στο άλλο τον Πτολεμαίο, τον γιο του Λάγου, τον σωματοφύλακα. Στο τρίτο τοποθέτησε αρχηγό τον Περδίκκα, ενώ του τετάρτου τμήματος την αρχηγία ανέλαβε ο Κοίνος και ο Αρτάβαζος. Ο ίδιος ανέλαβε το πέμπτο τμήμα και προχώρησε προς τη Σογδιανή με κατεύθυνση τα Μαράκανδα.
Και στη συνέχεια αναφέρει πάλι νέο γεγονός στα Βάκτρα της Σογδιανής:
[4.22.1] Αφού τακτοποίησε τα ζητήματα αυτά ο Αλέξανδρος, προχώρησε ο ίδιος για τα Βάκτρα και απέστειλε τον Κρατερό με εξακόσιους εταίρους ιππείς και από τους πεζούς τη φάλαγγά του και τις φάλαγγες του Πολυπέρχοντα, του Αττάλου και του Αλκέτα εναντίον του Κατάνη και του Αυστάνη, οι οποίοι ήταν οι μόνοι που παρέμεναν ακόμη επαναστατημένοι στην περιοχή των Παρειτακηνών. [4.22.2] Σε σφοδρή μάχη που έγινε με αυτούς νίκησαν οι άνδρες του Κρατερού. Ο Κατάνης σκοτώθηκε εκεί πολεμώντας, ενώ ο Αυστάνης αιχμαλωτίσθηκε και οδηγήθηκε στον Αλέξανδρο.
Ο Αρριανός συνεχίζει να μας δίνει πληροφορίες για τον Πολυπέρχοντα ο οποίος παραπάνω οδηγούσε τις φάλλαγές-του κάτω από την καθοδήγηση του Κρατερού με συγκεκριμένες οδηγίες & εντολές που τους έδινε ο Αλέξανδρος. Ενώ σε άλλη καταχώριση την [4.25.6] τον είχε μαζί του ο ίδιος ο Αλέξανδρος όταν πέρασε τον Γουραίο ποταμό με κατεύθυνση την Άορνο Πέτρα (η οποία βρισκόταν μεταξύ του Γουραίου ποταμού και της κοιλάδας του Ινδού ποταμού) :
[4.25.6] Ο ίδιος ο Αλέξανδρος προχώρησε προς τους Ασσακηνούς οδηγώντας το ιππικό των εταίρων, τους ιππακοντιστές, τις φάλαγγες του Κοίνου και του Πολυπέρχοντα, τους χίλιους Αγριάνες και τους τοξότες και βάδιζε μέσα από τη χώρα των Γουραίων. [4.25.7] Πέρασε με δυσκολία τον ποταμό Γουραίο, που έδωσε το όνομά του στη χώρα, επειδή και βαθύς ήταν και ορμητικός και επειδή υπήρχαν σε αυτόν στρογγυλές πέτρες που έκαναν να γλιστρούν όσους τις πατούσαν. Όταν οι βάρβαροι αντιλήφθηκαν ότι πλησιάζει ο Αλέξανδρος, δεν τόλμησαν να συνάψουν μάχη….
Στο βιβλίο που δώσαμε σε κυκλοφορία την 11.Ιουνίου.2024 με τίτλο «Ο Δαρείος και ο Μέγας Αλέξανδρος στην Σογδιανή» και όπου αναφέρονται σε 370 σελ. οι περιπέτειες των Μακεδόνων για την κατάκτηση της μακρινής αυτής περιοχής της Ασίας (στην οποία κυριαρχούσαν επι αιώνες οι Σκύθες) στις σελίδες 502-505 περιγράφεται η σύγκρουση του Πολυπέρχοντα με τον Σπιταμένη[3] τον εθνικό ηγέτη των λαών της περιοχής.
ΣΤΗΝ ΙΝΔΙΑ
Στην μάχη με τον Πώρο ο Αλέξανδρος άφησε τον Κρατερό και τον Πολυπέρχοντα στα μετόπισθεν με ειδικές εντολές….
[5.11.3] Αφού αποφάσισε να επιχειρήσει τη διάβαση, άρχισε φανερά πλέον στο στρατόπεδο να ετοιμάζει όσα χρειάζονταν. Ο Κρατερός είχε μείνει πίσω στο στρατόπεδο με τη δική του ιππαρχία και με τους ιππείς των Αραχωτών και των Παραπαμισαδών και με τα τάγματα του Αλκέτα και του Πολυπέρχοντα από τη μακεδονική φάλαγγα και με τους νομάρχες των Ινδών της από δω μεριάς και τους πέντε χιλιάδες άνδρες που είχαν μαζί τους.
Ενώ παρακάτω ο Αλέξανδρος μαζί με τον Πολυπέρχοντα και άλλους πέρασαν τον Υδάσπη όπου στη συνέχεια «διέταξε τον Κρατερό να αναλάβει την αρχηγία» :
[6.5.5] Εδώ συνενώθηκαν πλέον μαζί του ο Ηφαιστίων, ο Κρατερός και ο Φίλιππος με τις δυνάμεις τους. Ο Αλέξανδρος μετέφερε στην απέναντι όχθη του Υδάσπη τους ελέφαντες και τη φάλαγγα του Πολυπέρχοντα, τους ιπποτοξότες και τον Φίλιππο με τον στρατό του και διέταξε τον Κρατερό να αναλάβει την αρχηγία. Έστειλε επίσης τον Νέαρχο με το ναυτικό, αφού τον διέταξε να προηγείται του στρατού τρεις ημέρες. [6.5.6] Τον υπόλοιπο στρατό διαίρεσε σε τρία τμήματα. Διέταξε τον Ηφαιστίωνα να προπορεύεται πέντε ημερών πορεία, έτσι ώστε αν μερικοί βάρβαροι διέφευγαν από τον στρατό του Αλεξάνδρου και προχωρούσαν γρήγορα εμπρός, να συλλαμβάνονται όπως θα έπεφταν επάνω στους άνδρες του Ηφαιστίωνα. Έδωσε και στον Πτολεμαίο, τον γιο του Λάγου, μέρος του στρατεύματος και τον διέταξε να ακολουθεί μένοντας πίσω πορεία τριών ημερών, ώστε όσοι βάρβαροι διέφευγαν από τον Αλέξανδρο και στρέφονταν πίσω να πέφτουν στα χέρια των ανδρών του Πτολεμαίου. [6.5.7] Και όσους θα έφθαναν πρώτοι στο μέρος όπου συμβάλλει ο Ακεσίνης με τον Υδραώτη ποταμό τους διέταξε να περιμένουν εκεί, μέχρις ότου φθάσει ο ίδιος και ενωθούν μαζί του οι άνδρες του Κρατερού και του Πτολεμαίου.
Δεν έχουμε άλλες αναφορές για τα χρόνια μετά το 326 π.Χ. όταν και έγινε η μεγάλη μάχη στον Υδάσπη και τον συναντάμε να επιστρέφει στην Ελλάδα το 324 π.Χ. μαζί με τον Κρατερό (‘‘ως δεύτερο μετά τον Κρατερό αρχηγό’’) κατόπιν σχετικών οδηγιών του Αλέξανδρου :
[7.12.4] Κρατερῷ δὲ τούτους τε ἄγειν ἐκέλευσε καὶ ἀπαγαγόντι Μακεδονίας τε καὶ Θρᾴκης καὶ Θετταλῶν ἐξηγεῖσθαι καὶ τῶν Ἑλλήνων τῆς ἐλευθερίας· Ἀντίπατρον δὲ διαδόχους τοῖς ἀποπεμπομένοις ἄγειν Μακεδόνας τῶν ἀκμαζόντων ἐκέλευσεν. ἔστειλε δὲ καὶ Πολυπέρχοντα ὁμοῦ τῷ Κρατερῷ, δεύτερον δὲ ἀπὸ Κρατεροῦ ἡγεμόνα, ὡς εἴ τι κατὰ πορείαν Κρατερῷ συμπίπτοι, ὅτι καὶ μαλακῶς τὸ σῶμα ἔχοντα ἀπέπεμπεν αὐτόν, μὴ ποθῆσαι στρατηγὸν τοὺς ἰόντας.
Διέταξε τον Κρατερό να τους οδηγήσει στην πατρίδα και να αναλάβει, όταν φθάσει, τη διοίκηση της Μακεδονίας, της Θράκης και της Θεσσαλίας, καθώς και τη διαφύλαξη της ελευθερίας των Ελλήνων. Διέταξε επίσης τον Αντίπατρο να φέρει στη θέση των ανδρών που απέλυσε άλλους Μακεδόνες στην ακμή της ηλικίας τους. Μαζί με τον Κρατερό έστειλε και τον Πολυπέρχοντα, ως δεύτερο μετά τον Κρατερό αρχηγό, ώστε, αν πάθει τίποτε κατά την πορεία ο Κρατερός —γιατί η υγεία του δεν ήταν καλή, όταν αναχωρούσε— να μη μείνουν χωρίς στρατηγό αυτοί που επέστρεφαν.
Καθ’ οδόν, στην Κιλικία, πληροφορήθηκαν και οι δύο ότι πέθανε ο Αλέξανδρος οπότε και θα επιστρέψει μαζί με τον Κρατερό στον Ελλαδικό χώρο και θα οριστεί Έπαρχος των Τυμφαίων.
(Συνεχίζεται : ο ΠΟΛΥΠΕΡΩΝ στην Ελλάδα [Β΄ Μέρος] )
ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ 2024
Αλέξανδρος ΤΖΙΟΛΑΣ
Εικ. 2 : Αρχαιολογικά ευρήματα που ανήκουν στην αρχαία ΤΥΜΦΑΙΑ, από τη Λ΄ Εφορ. Προιστορικών & Κλασσικών Αρχαιοτήτων (© Υπ. Πολιτισμού – Μουσείο Αιανής).
Εικ. 1 (εισαγωγής) : Χάρτης της Ανω Μακεδονίας (© Γ.Μεντεσίδη-Καραμήτρου, Μουσείο Αιανής).
Κάτω : Το εξώφυλλο του βιβλίου και της σελ. 247 που αρχίζει η διήγηση για τον Αλέξανδρο.
[1] Στην έκδοση που κυκλοφόρησε πρόσφατα «Ο Δαρείος & ο Μέγας Αλέξανδρος στη Σογδιανή» γίνεται μία εξαιρετική περιγραφή της μάχης μεταξύ του Μελέαγρου και του Σπιταμένη :
«Οι Σογδιανοί αιφνιδιαστικά ρίχνονται στους Έλληνες που κυνηγούσαν τους ξεκομμένους Μασσαγέτες. Αρχίζει σύντομη αλλά αιματηρή μάχη κάτω από τα τείχη της Δράψακας. Και ο Σπιταμένης βλέπει, τελικά, ποιος είναι ο Μελέαγρος !
Ήταν κοντόχοντρος, έμοιαζε με πίθηκο τριχωτός χειροδύναμος με φαρδείς ώμους, στραβά πόδια και μακριά γερά χέρια.
Σ’ όλη την ταραγμένη ζωή του, που πέρασε στις εκστρατείες και τις μάχες, ο Μελέαγρος δεν τραυματίστηκε ούτε μία φορά, γιατί ξεχώριζε στην εξαιρετική σβελτάδα του και συνέτριβε στην διάρκεια των μαχών, όλα, ό,τι δεν προλάβαινε να ξεφύγει κάτω από τα πελώρια χέρια του.
Αυτός ο παθιασμένος συναντιέται πρόσωπο με πρόσωπο με τον απόγονο του Σιαβαχσά :
- Ώστε αυτός είναι ο ξακουστός Σπιταμένης!
Εκείνη τη στιγμή που ο Έλληνας σηκώνει το κυρτό μαχαίρι, για να κόψει το κεφάλι του Σογδιανού, στο μυαλό του περνάει μια σκέψη: «Ο Αλέξανδρος ….ένα τσουβάλι χρυσάφι θα δώσει γι’ αυτόν τον βάρβαρο».
Κι αυτός φωνάζει στη στιγμή και του πέφτει το μαχαίρι. Το μαχαίρι του Σπιταμένη, που πήδηξε μπροστά, χώνεται κάτω από τη μασχάλη του ανασηκωμένου χεριού. Ο Σογδιανός χτυπάει τον Μελέαγρο ….
(συνεχίζεται στη σελ. 508-509 του βιβλίου).
[2] Ο Άρπαλος, γιος του Μαχάτα, ήταν αριστοκράτης από την Μακεδονία και παιδικός φίλος του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Επειδή έπασχε από αναπηρία, και ήταν συνεπώς ακατάλληλος για τα πολεμικά, ορίστηκε από τον Αλέξανδρο θησαυροφύλακάς του. Ήταν η χειρότερη επιλογή που μπορούσε να γίνει γιατί ο Άρπαλος ήταν έκδοτος στις ηδονές, συντηρούσε πλήθος ερωμένες και διασπάθιζε το χρήμα του Αλέξανδρου ενώ αυτός πολεμούσε στην Ασία. Τελικά ο Άρπαλος δραπέτευσε συναποκομίζοντας 5.000 τάλαντα του ταμείου και υπάρχει ολόκληρη ιστορία για το τι συνέβη στη συνέχεια. Ο Μαχάτας της Ελίμειας, που ήταν ο πατέρας του Άρπαλου, του Ταύρου και του Φίλιππου (του σατράπη της Ινδίας) ήταν αδελφός του Δέρδα (άρχων της Ελίμειας, 360–355 π.Χ.) και της Φίλας, μιας από τις πολλές συζύγους του Φιλίππου Β ‘ και ανήκε στην οικογένεια των πριγκίπων της Ελίμειας.
[3] ΣΠΙΤΑΜΕΝΗΣ (370-327 π.Χ.) ηρωική μορφή στην ιστορία των προγόνων των λαών Τατζικιστάν-Ουζμπεκιστάν δηλ. της αρχαίας Σογδιανής-Βακτριανής όπου κατοικούσαν επι αιώνες οι φυλές των Σκυθών. Κατάγονταν από αριστοκρατική οικογένεια της Σογδιανής ή οποία ήταν στην υπηρεσία των Αχαιμενιδών της Περσίας. Σύμφωνα με ορισμένες πηγές ο Σπιταμένης είχε οικογενειακούς δεσμούς με την περσική δυναστεία. Είτε επειδή ήταν υποτελής στους Πέρσες είτε γιατί είδε την ευκαιρία μετά την κατάρρευση της αυτοκρατορίας να νικήσει τους Μακεδόνες και να γίνει κυρίαρχος των φυλών αποφάσισε να αντισταθεί στους Μακεδόνες.
Έτσι υπήρξε ηγέτης της εξέγερσης στην περιοχή εναντίον του Μ. Αλέξανδρου το 329-327 π.Χ. Ένα από τα αποφασιστικά γεγονότα ήταν η μάχη στον ποταμό Πολυτιμέτη (Zerafshan). Το 329 ο Σπιταμένης συγκέντρωσε σημαντικό στρατό, ενωμένο με τις γύρω φυλές (Σάκους, Δάκες, Τοχάρους, Αφγάλους, Μασσαγέτες κ.α.) και κατέλαβε με έφοδο την πόλη της Σαμαρκάνδης. Το μεγαλύτερο μέρος της ελληνικής φρουράς καταστράφηκε και οι επιζώντες κλειδώθηκαν στην ακρόπολη, περιμένοντας εξωτερική βοήθεια από τον Αλέξανδρο. Στις μάχες που επακολούθησαν και οι δύο πλευρές υπέστησαν βαριές απώλειες. Στο τέλος ο Σπιταμένης αναγκάστηκε να υποχωρήσει στη στέπα. Εκεί οι αρχηγοί των νομαδικών φυλών τον συνέλαβαν σε μία πολύ επεισοδιακή ενέδρα, όπου ο Σπιταμένης υπεράσπισε τον εαυτό του με μοναδικό και ηρωικό τρόπο. Το κεφάλι του εστάλη στην Αλέξανδρο σε μία τελετή που σήμανε την λήξη του πολέμου (327 π.Χ.) και την παράδοση της περιοχής στον Αλέξανδρο οποίος αφού ξεκούρασε τον στρατό του, άφησε νέο σατράπη τον Οξύαρτο και εγκατέστησε Μακεδονικές φρουρές εισέβαλλε στην Ινδία. Η κόρη του Σπιταμένη, Απάμα, έγινε σύζυγος του Σέλευκου Α΄ Νικάτορα ιδρυτή της δυναστείας των Σελευκιδών. (Η Απάμα αποκαλύπτεται στο τέλος ότι είναι αυτή που διηγείται τις ιστορίες στην έκδοση).
Μνημείο ύψους 4 μ. του εθνικού ήρωα ανεγέρθηκε στην πρωτεύουσα Dushanbe του Τατζικιστάν την 16.09.2013.
Περισσότερα σε εκτενέστατες περιγραφές στο βιβλίο που αναφέρεται παραπάνω.