Του Πλάμεν Τόντσεφ*
Αντίθετα με την σύσφιξη των διατλαντικών σχέσεων και την αποφασιστική στάση των Ευρωπαίων που προκαλεί η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, δεν είναι δεδομένο ότι η θέση της Μόσχας στην Ασία αποδυναμώνεται. Θα ήταν χρήσιμο αυτή η παράμετρος να λαμβάνεται υπόψιν κατά την ανάλυση των γεωπολιτικών εξελίξεων στην “παγκόσμια νήσο” γνωστή ως Ευρασία. Η αντιπαράθεση Δύσης-Μόσχας έχει πολύ ευρύτερες διαστάσεις που αφορά πλήθος χωρών κι όχι μόνο την Ρωσία. Μια προφανής αφετηρία αυτής της συζήτησης είναι η στάση της Κίνας, με την οποία ο Πούτιν έχει αναπτύξει στενές σχέσεις εδώ και χρόνια.
Κίνα: “Ουδετερότητα” υπέρ της Μόσχας
Υπάρχουν πολλές συγκλίνουσες πληροφορίες ότι το Πεκίνο ήταν ενήμερο για το σχέδιο της Μόσχας να επιτεθεί στην Ουκρανία και τα αποδέχθηκε. Ωστόσο, δεν είναι σαφές αν ο Πούτιν είχε παρουσιάσει στον Κινέζο ομόλογό του Σι Τζινπίνγκ την πλήρη κλίμακα της επικείμενης επέμβασης. Πιθανώς ο ίδιος ο Ρώσος πρόεδρος δεν περίμενε η “ειδική επιχείρηση” που σχεδίαζε να εξελιχθεί σε τακτικό πόλεμο τέτοιας διάρκειας και έντασης. Αν μη τι άλλο, οι ιθύνοντες στο Zhongnanhai σημειώνουν την υπεροψία και τις αστοχίες του εταίρου τους στο Κρεμλίνο.
Είναι βέβαιο ότι η αγριότητα των εχθροπραξιών και η παγκόσμια κατακραυγή φέρνουν την Κίνα σε δύσκολη θέση και την αναγκάζουν να προβεί σε εξόφθαλμες ακροβασίες στην διατύπωση μιας θέσης που να τετραγωνίζει τον κύκλο: να παρέχει στήριξη στην Ρωσία χωρίς να δικαιολογεί απροκάλυπτα την εισβολή στην Ουκρανία. Τρόπον τινά, αποδεικνύεται ότι η σύμπλευση με την Μόσχα δεν είναι μόνο asset, αλλά και liability για το Πεκίνο. Και, ενώ η Κίνα υιοθετεί την ρωσική προπαγάνδα περί “ειδικής επιχείρησης” στην Ουκρανία, το Πεκίνο υπαινίσσεται με διάφορους τρόπους ότι δεν είναι ευχαριστημένο με την εξέλιξη του πολέμου και σίγουρα σημειώνει με ανησυχία τις αναφορές του Πούτιν στο πυρηνικό οπλοστάσιο της Ρωσίας.
Επιπροσθέτως, το Πεκίνο δεν έχει την πολυτέλεια για κατά μέτωπον αντιπαράθεση με το σύνολο της Δύσης και ιδιαίτερα με την ΕΕ, την οποία χρειάζεται στο πλευρό του στην αντιπαλότητά του με την Ουάσιγκτον. Ούτε μπορεί η Κίνα να αγνοήσει τον μεγαλύτερο οικονομικό εταίρο της, με τον οποίον είχε εμπόριο αξίας 740 δισ. ευρώ το 2021, δηλ. πάνω από 2 δισ. ευρώ ημερησίως. Η άνευ προηγουμένου συσπείρωση της – κατά κανόνα κατακερματισμένης – ΕΕ εν μέσω του πολέμου στην Ουκρανία δεν διαφεύγει της προσοχής του Πεκίνου. Οι δε προειδοποιήσεις που απηύθυνε στην Κίνα η Γερμανίδα υπουργός εξωτερικών Αναλένα Μπερμπόκ στην πρόσφατη διάσκεψη του Μονάχου, σε συνδυασμό με το πάγωμα της σινο-ευρωπαϊκής συμφωνίας επενδύσεων, δείχνουν στο Πεκίνο ότι η συνήθης ευρωπαϊκή αβρότητα αντικαθίσταται από αποφασιστικότητα που δεν αφορά μόνο την Ρωσία.
Όλα αυτά εξηγούν την επαμφοτερίζουσα στάση του Πεκίνου, η οποία όμως ισοδυναμεί κατ’ ουσίαν με «ουδετερότητα υπέρ της Μόσχας». Το στρατηγικό δίδυμο Κίνας-Ρωσίας, παρότι όχι ακριβώς συνασπισμός, έχει πολλούς κοινούς στόχους που εκτίθενται στην μακροσκελή κοινή δήλωση της 4ης Φεβρουαρίου. Είναι φανερό ότι, βάσει της πεποίθησης για την παρακμή της Δύσης, το Πεκίνο και η Μόσχα αμφισβητούν τον διεθνή συσχετισμό δυνάμεων και τους κανόνες που ίσχυσαν μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου. Σε ό,τι αφορά την Ευρασία συγκεκριμένα, στην δήλωση αναφέρονται ο νέος Δρόμος του Μεταξιού της Κίνας και η Ευρα-ασιατική Οικονομική Ένωση της Ρωσίας ως συμπληρωματικά σχέδια και συστατικά ενός κοινού οράματος.
Οι ολοένα και στενότερες σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών καλύπτουν την προμήθεια ρωσικών ενεργειακών πόρων αξίας 100 δισ. ευρώ σε βάθος τριακονταετίας, στρατιωτική συνεργασία, κοινή διαστημική έρευνα και πολλούς άλλους τομείς στρατηγικής σημασίας. Συγχρόνως, η απομόνωση του Πούτιν από την Δύση τον σπρώχνει έτι περισσότερο στην αγκαλιά της Κίνας, η οποία αυξάνει την δυνατότητά της να εξασφαλίσει καλύτερες τιμές για τους ρωσικούς φυσικούς πόρους, αλλά και να βασίζεται στην Ρωσία ως πιστό σύμμαχο για την επίτευξη των δικών της στόχων.
Στήριξη της Μόσχας από άλλες χώρες στην Ευρασία
Η γεωπολιτική σκακιέρα της Ευρασίας περιλαμβάνει και πολλές άλλες σημαντικές εξελίξεις, όπως είναι η άτακτη αποχώρηση των νατοϊκών δυνάμεων από το Αφγανιστάν τον περασμένο Αύγουστο και η ενίσχυση της θέσης τόσο της Κίνας όσο και της Ρωσίας. Σημειώνεται ότι και οι δύο χώρες έχουν στρατιωτικές βάσεις στο γειτονικό Τατζικιστάν και συντονίζονται για την αναχαίτιση του ισλαμικού εξτρεμισμού στην Κεντρική Ασία. Σ ’αυτό πρέπει να προστεθούν και οι αναταραχές στο Καζακστάν τον περασμένο Ιανουάριο που προκάλεσαν την επέμβαση του Οργανισμού της Συνθήκης Συλλογικής Ασφάλειας (ΟΣΣΑ) και αυξάνουν την επιρροή του Πούτιν στον πρόεδρο Τοκάεβ, ο οποίος οφείλει την διάσωσή του στην Μόσχα. Πολλοί αναλυτές τόνισαν τότε την αποδοχή αυτής της παρέμβασης του ΟΣΣΑ από την Κίνα που προτίμησε να κρατήσει παθητική στάση εν όψει των επικείμενων Χειμερινών Αγώνων του Πεκίνου, ενώ διατήρησε τον βαρύνοντα ρόλο της ως χρηματοδότη πολλών επενδυτικών σχεδίων στην Κεντρική Ασία.
Στις 21 Φεβρουαρίου, την ίδια ημέρα που ανακοινώθηκε η αναγνώριση των “Λαϊκών Δημοκρατιών” του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ, κατέφθασε στη Μόσχα ο Αζέρος πρόεδρος Ιλχάμ Αλίγιεφ για την υπογραφή διμερούς συμφωνίας, η οποία – σημειωτέον – δεν δόθηκε στην δημοσιότητα. Το ειδικό βάρος στην Ασία που έχει η Ρωσία, παρά την απομόνωσή της από την Δύση, πιστοποιεί και η επίσκεψη του Πακιστανού πρωθυπουργού Ίμραν Χαν στην Μόσχα στις 24 Φεβρουαρίου, την ημέρα που τα ρωσικά στρατεύματα εισέβαλλαν στην Ουκρανία. Πιθανότατα ο Χαν δεν ήταν ενήμερος για την επίθεση, αλλά η επίσκεψή του έγινε λίγες μέρες μετά την αναγνώριση των δύο αποσχισθεισών επαρχιών από το Κρεμλίνο.
Σε ό,τι αφορά την πρωτοβουλία της Ουκρανίας για έκτακτη συζήτηση στο Συμβούλιο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων του ΟΗΕ, η Ρωσία και η Κίνα καταψήφισαν την πρόταση, ενώ την αποχή επέλεξαν – μεταξύ άλλων – η Ινδία, το Καζακστάν, το Ουζμπεκιστάν, το Πακιστάν, η Αρμενία και τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η ουδετερότητα της Ινδίας: το Νέο Δελχί έχει σφοδρή αντιπαράθεση με το Πεκίνο, αλλά προτιμά να διατηρεί στενές σχέσεις με την Ρωσία ως αντίβαρο στην κινεζική επιρροή.
Τα παραδείγματα αυτά καταδεικνύουν, πρώτον, την πολυπλοκότητα του γεωπολιτικού “μωσαϊκού” της Ασίας και, δεύτερον, τον ρόλο που διαδραματίζει η Μόσχα στην μεγαλύτερη ήπειρο. Θα ήταν σφάλμα να υποθέσει κανείς ότι το decoupling της Ρωσίας από την Δύση θα την απομονώσει από την “παγκόσμια νήσο”. Εκτιμάται ότι οι εξαγγελθείσες δυτικές κυρώσεις θα έχουν σοβαρές επιπτώσεις στο καθεστώς του Πούτιν, αλλά η Ρωσία δεν θα πάψει να εκτείνεται στην Ευρασία, η οποία τής προσδίδει στρατηγικό βάθος και τής παρέχει πλήθος εναλλακτικών επιλογών. Το αιώνιο ερώτημα αν η Ρωσία αποτελεί προέκταση της Ευρώπης στην Ασία ή προέκταση της Ασίας στην Ευρώπη θα συνεχίσει να πλανάται.
* Ερευνητής, Ινστιτούτο Διεθνών Οικονομικών Σχέσεων (ΙΔΟΣ)