21/10/2024
Ο Τούρκος ισλαμιστής διανοούμενος και αρχηγός του θρησκευτικού τάγματος Νουρ είχε συγκεντρώσει 500.000 ψήφους, προκαλώντας αμηχανία στους οργανωτές (περιοδικά Foreign Policy και Prospect). Όπως είχε συμβεί παλαιότερα και με τον Κεμάλ, η πρωτιά του Γκιουλέν προέκυψε από μια οργανωμένη εκστρατεία των οπαδών του, που ψήφισαν μαζικά. Ο Γκιουλέν ξεκίνησε τη σταδιοδρομία του ως ιμάμης και ανέπτυξε τη σκέψη του στην ιδεολογική γραμμή που είχε χαράξει ο κουρδικής καταγωγής δάσκαλός του Σαΐντ-ι Νουρσί, ο ιδρυτής του ισλαμικού τάγματος Νουρ. Στην πορεία δημιούργησε ένα τεράστιο θρησκευτικό-κοινωνικό και εμμέσως πλην σαφώς πολιτικό δίκτυο, που έχει προ πολλού υπερβεί τα όρια της Τουρκίας.
Το κήρυγμα του Γκιουλέν, που έχει διατυπωθεί στα περίπου 60 βιβλία του, συνδυάζει τον ισλαμισμό με δυτικές αντιλήψεις και πρακτικές, ειδικά με παρότρυνση για ανάπτυξη της επιστήμης και της τεχνολογίας. Υποστηρίζει την ενσωμάτωση των μουσουλμάνων στον σύγχρονο κόσμο, αλλά με τρόπο που να διατηρούν τον συντηρητικό τρόπο ζωής στην ιδιωτική σφαίρα. Μιλάει για δημοκρατικό καπιταλισμό και αυτοπροβάλλεται ως συνεχιστής των αξιών του σουφισμού, που διατυπώθηκαν από στοχαστές όπως ο Τζαλαλαντίν Ρούμι. Στο πλαίσιο αυτό υποστηρίζει την ανεκτικότητα έναντι του διαφορετικού, την επίλυση των διαφορών με ειρηνικό τρόπο, τη φιλανθρωπία, την ταπεινοφροσύνη και την ανάγκη της μόρφωσης. Στην πραγματικότητα, ο Γκιουλέν χρησιμοποίησε δυτικές ιδεολογικές φόρμες για να μπολιάσει την οθωμανική εκδοχή του Ισλάμ.
Η αδελφότητα του Γκιουλέν υποστηρίχθηκε περισσότερο ή λιγότερο από τις κυβερνήσεις του Οζάλ, αλλά και του Ετσεβίτ, καθώς και από δημοσιογράφους και διανοούμενους. Τη χρηματοδότησαν πολλοί μεγάλοι επιχειρηματίες, όπως οι Σαμπαντζί, ο Ισαάκ Αλατόν και ο Ουζεΐρ Γκαρίχ (οι δύο τελευταίοι είναι εξισλαμισμένοι Εβραίοι). Ο Γκαρίχ σκοτώθηκε σε νεκροταφείο της Πόλης από στρατιώτη, εγκάθετο της Εργένεκον και ήταν από τους χρηματοδότες του πραξικοπήματος εναντίον του Χαϊντάρ Αλίγιεφ, το οποίο οργάνωσαν στο Αζερμπαϊτζάν στελέχη των Γκρίζων Λύκων το 1995.
Στις αρτηρίες του συστήματος
Η διευρυνόμενη επιρροή της αδελφότητας και κυρίως η διείσδυσή της στις ένοπλες δυνάμεις και στα σώματα ασφαλείας θεωρήθηκε “αιτία πολέμου” από την κεμαλική στρατογραφειοκρατία. Αφορμή για τη δικαστική δίωξη του Γκιουλέν το 1999 ήταν ομιλία του σε κλειστό κύκλο οπαδών του, με την οποία είχε υποστηρίξει τη διείσδυσή στους κρατικούς μηχανισμούς, ώστε να επέλθει αλλαγή του μετακεμαλικού καθεστώτος από τα μέσα. «Πρέπει να κινηθείτε στις αρτηρίες του συστήματος χωρίς κανείς να καταλάβει την παρουσία σας μέχρις ότου φθάσετε σ’ όλα τα κέντρα εξουσίας… Μέχρι οι συνθήκες να ωριμάσουν, θα πρέπει να συνεχίσετε έτσι… Δεν ήρθε ακόμη η ώρα. Πρέπει να περιμένετε μέχρι τη στιγμή που θα είστε ολοκληρωμένοι και οι συνθήκες θα είναι ώριμες, μέχρι να μπορούμε να σηκώσουμε όλο τον κόσμο και να τον παρασύρουμε… Πρέπει να περιμένετε ωσότου έχετε στα χέρια σας όλη την κρατική εξουσία, μέχρι να έχετε φέρει με το μέρος σας όλη τη δύναμη των συνταγματικών θεσμών στην Τουρκία… Μέχρι τότε, οποιοδήποτε βήμα θα είναι πρόωρο, σαν να σπάσεις ένα αυγό αντί να το περιμένεις σαράντα μέρες να εκκολαφθεί. Θα ήταν σαν να σκοτώνεις το έμβρυο που κλείνει μέσα του».
Οι αντιλήψεις του Γκιουλέν επηρέασαν βαθιά τον ιδεολογικό προσανατολισμό και διευκόλυναν τη μετεξέλιξη του τουρκικού πολιτικού Ισλάμ από το μοντέλο του Ερμπακάν στο μοντέλο του Ερντογάν. Για την ακρίβεια επικαθόρισαν την ιδεολογικοπολιτική φυσιογνωμία του ΑΚΡ (Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης). Μεταξύ του ΑΚΡ και της αδελφότητας υπήρχε στενή πολιτικοοργανωτική διαπλοκή. Η εκλογική νίκη του ΑΚΡ το 2002 διευκόλυνε την ενίσχυση της επιρροής του Γκιουλέν, ο οποίος το 2003 απηλλάγη απ’ όλες τις κατηγορίες που του είχε φορτώσει η κεμαλική στρατογραφειοκρατία. Παρέμεινε, όμως, αυτοεξόριστος στην Πενσυλβάνια , όπου έχει καταφύγει από το 1998, παρά την πρόσκληση του Ερντογάν να επιστρέψει (2012).
Ο Γκιουλέν αυτοπροβλήθηκε σαν εκφραστής του εκσυγχρονισμού του Ισλάμ. Ο ίδιος, μάλιστα, έδωσε έμφαση στην καλλιέργεια αυτής της εικόνας με την ανάληψη πρωτοβουλιών για διαπολιτισμικό και διαθρησκευτικό διάλογο, οι οποίες τον “νομιμοποίησαν” στα μάτια της Δύσης. Τον Σεπτέμβριο 2007 η αδελφότητα διοργάνωσε σε αίθουσα του Κογκρέσου εκδήλωση, στην οποία συμμετείχε και ο τότε ορθόδοξος αρχιεπίσκοπος Αμερικής Δημήτριος. Το δε βραβείο Rumi, που έχει θεσπίσει η αδελφότητα, απονεμήθηκε στον Ερντογάν και στον τότε Ισπανό ομόλογό του Θαπατέρο. Τον επόμενο μήνα της ίδιας χρονιάς το λονδρέζικο School of Oriental and African Studies και το London School of Economics διοργάνωσαν, υπό την αιγίδα της Βουλής των Λόρδων, συνέδριο για τον Γκιουλέν και την αδελφότητά του.
Στο βιβλίο του “Ο αόρατος στρατός του ιμάμη” ο δημοσιογράφος Αχμέτ Σικ αποκάλυψε στοιχεία για τη διείσδυση της αδελφότητας του Γκιουλέν στους κρατικούς μηχανισμούς της Τουρκίας και ειδικότερα στην Αστυνομία, στις μυστικές υπηρεσίες και στη Δικαιοσύνη. Αν και επικριτής της κεμαλικής στρατογραφειοκρατίας, ο Σικ καταδικάσθηκε το 2011 ως μέλος της! Μετά την αποφυλάκισή του (2012), ο συγγραφέας είχε δηλώσει: «Εάν τους ακουμπήσεις, καίγεσαι… Είτε είσαι δημοσιογράφος, είτε διανοούμενος, είτε ακτιβιστής ανθρωπίνων δικαιωμάτων, εάν τολμήσεις να τους επικρίνεις, κατηγορείσαι ότι είσαι ή λαθρέμπορος ναρκωτικών ή τρομοκράτης».
Πολυσχιδές διεθνές δίκτυο
Στηριζόμενος στη γενναιόδωρη χρηματοδότηση από παραδοσιακούς μεγάλους επιχειρηματίες και κυρίως από τους ανερχόμενους επιχειρηματίες της Ανατολίας, ο Γκιουλέν οικοδόμησε ένα πολυσχιδές δίκτυο, το οποίο περιλαμβάνει επιχειρήσεις, ΜΜΕ, εκδόσεις, σχολεία, πολιτιστικά κέντρα και φιλανθρωπικά ιδρύματα. Το δίκτυο, μάλιστα, επεκτάθηκε σ’ όλες τις ηπείρους, εκμεταλλευόμενο και αμερικανική χρηματοδότηση δεκάδων ή και εκατοντάδων εκατομμυρίων δολαρίων.
Στην Τουρκία, η αδελφότητα Γκιουλέν έλεγχε ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα, με σημαντικότερο το γνωστό Πανεπιστήμιο Φατίχ στην Κωνσταντινούπολη. Είχε ιδρύσει περισσότερα από 200 ιδιωτικά γυμνάσια και λύκεια, δεκάδες φοιτητικές εστίες, δεκάδες ιατρικά κέντρα και πολλά φιλανθρωπικά ιδρύματα, τα οποία έδιναν υποτροφίες και οργάνωναν πολιτιστικές εκδηλώσεις. Η αδελφότητα διαπαιδαγωγούσε μαθητές, αρκετούς από τους οποίους στη συνέχεια σπούδαζε με υποτροφίες σε πανεπιστήμια. Τους αριστούχους τους έστελνε με υποτροφίες για μεταπτυχιακά στη Δύση. Οι απόφοιτοι προωθούνταν σε σημαντικές θέσεις στον τουρκικό κρατικό μηχανισμό και έφτασαν να κατέχουν θέσεις-κλειδιά.
Κεμαλιστές είχαν καταγγείλει ότι η σχέση με την αδελφότητα αποτελούσε στη δεκαετία 2000 άτυπο αλλά καθοριστικό κριτήριο για τις προαγωγές στην Αστυνομία και στις μυστικές υπηρεσίες. Η κυβέρνηση Ερντογάν, πάντως, στηρίχθηκε στο δίκτυο Γκιουλέν εντός των μηχανισμών ασφαλείας για να επικρατήσει στον πόλεμό της με το κεμαλικό “βαθύ κράτος”. Επανειλημμένως φιλοκυβερνητικά ΜΜΕ δημοσίευσαν μαγνητοφωνημένες συνομιλίες στελεχών του κεμαλικού “βαθέος κράτους”, αλλά και απόρρητα έγγραφα.
Τον Φεβρουάριο 2008, αναρτήθηκε μια απόρρητη ομιλία του ταξίαρχου Μουνίρ Ερτέν για επικείμενη στρατιωτική επιχείρηση των Τούρκων στο κουρδικό κρατίδιο στο βόρειο Ιράκ. Επίσης, αναρτήθηκε το περιεχόμενο εμπιστευτικής συνομιλίας με τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου. Τον Μάρτιο 2008 αναρτήθηκε υποκλαπείσα συνομιλία ανάμεσα στον εισαγγελέα Σαμίρ Ντεμιρτσί και ένα συνάδελφό του για τον Ερντογάν. Είναι αρκετές οι υποκλαπείσες συνομιλίες που είδαν το φως δημοσιότητας σε ΜΜΕ που ελέγχονταν από την αδελφότητα Γκιουλέν. Εφημερίδες του πολιτικού Ισλάμ (Βακίτ, Γενί Σαφάκ και Ζαμάν) και η φιλοκυβερνητική Ταράφ είχαν δημοσιεύσει εμπιστευτικές συνομιλίες κρατικών και στρατιωτικών αξιωματούχων. Όλες αυτές οι αποκαλύψεις καλλιέργησαν το κλίμα και δικαιολόγησαν τις δικαστικές διώξεις εναντίον στελεχών του κεμαλικού “βαθέος κράτους”.
Η αδελφότητα Γκιουλέν διέθετε και συγκρότημα ΜΜΕ. Η εφημερίδα Ζαμάν, με κυκλοφορία περίπου 800.000 φύλλα ημερησίως, ήταν πρώτη στην Τουρκία και είχε ειδικές εκδόσεις για Αζερμπαϊτζάν, Βουλγαρία, Γερμανία, Καζακστάν, Αυστραλία, Ρουμανία, Κιργιζία, Τουρκμενιστάν, Βόρεια Μακεδονία και ΗΠΑ! Στο ίδιο συγκρότημα ανήκαν το κανάλι Samanyolu ΤV, το πρακτορείο ειδήσεων Cihan Haber Ajansi, το εβδομαδιαίο περιοδικό Aksiyon και τρία περιοδικά θρησκευτικοκοινωνικής κατεύθυνσης. Πέρα απ’ αυτά, υπάρχουν ενδείξεις ότι η αδελφότητα είχε έμμεση ιδιοκτησιακή σχέση ή ασκούσε καθοριστική επιρροή και σε άλλα σημαντικά ΜΜΕ. Η αδελφότητα είχε στην ιδιοκτησία της τον επιχειρηματικό όμιλο Isik Sigorta και την τράπεζα Asya. Το κίνημα επεκτάθηκε και στον τουριστικό τομέα με την ξενοδοχειακή επιχείρηση Asya Kizilcahamam Resort.
Διασύνδεση με αμερικανικές υπηρεσίες
Η αδελφότητα είχε ευρεία διείσδυση σε Κεντρική Ασία, Βαλκάνια και Αφρική, κυρίως μέσω της εκπαίδευσης. Τα σχολεία της έδιναν έμφαση στην καλλιέργεια ισλαμοτουρκικής κουλτούρας και στη διαμόρφωση φιλοτουρκικών μελλοντικών ελίτ. Στην Κεντρική Ασία ο Γκιουλέν είχε ιδρύσει περίπου 100 υψηλής ποιότητας σχολεία, στα οποία φοιτούσαν παιδιά των τοπικών ελίτ και αριστούχοι. Τα σχολεία αυτά δίδασκαν ως δεύτερη γλώσσα την τουρκική. Αν και απέφευγαν τον κραυγαλέο προσηλυτισμό, διακριτικά σφυρηλατούσαν στενές σχέσεις με την αδελφότητα. Στόχος του Γκιουλέν είναι να αποκτήσει ερείσματα στις ανερχόμενες μορφωμένες τοπικές ελίτ, οι οποίες θα μιλάνε άριστα αγγλικά και τουρκικά και, όταν στο μέλλον βρεθούν σε θέσεις εξουσίας, θα κληθούν να δείξουν την ευγνωμοσύνη τους για τη βοήθεια που είχαν λάβει.
Ας σημειωθεί ότι η αδελφότητα Γκιουλέν στην Κεντρική Ασία είχε διασυνδεθεί με αμερικανικές ΜΚΟ και είχε κατηγορηθεί για πολιτικές παρεμβάσεις. Η αδελφότητα είχε καταγγελθεί για ανάμειξη σε προσπάθειες των αμερικανικών υπηρεσιών να δημιουργήσουν αντικαθεστωτικά κινήματα στην Κεντρική Ασία. Ο τότε πρόεδρος του Ουζμπεκιστάν Καρίμωφ, μάλιστα, είχε καταγγείλει ότι οι επίδοξοι δολοφόνοι του το 1999 συνδέονταν με την αδελφότητα Γκιουλέν. Η ρωσική κυβέρνηση είχε κλείσει σχολεία του Γκιουλέν, ενώ αντίστοιχα μέτρα έχει λάβει και η κινεζική κυβέρνηση, επειδή η αδελφότητα είχε σχέσεις με το αποσχιστικό ισλαμικό κίνημα των Ουιγούρων.
Στην Ευρώπη, η αδελφότητα δεν ακολουθούσε την πεπατημένη άλλων ισλαμικών οργανώσεων. Δεν ίδρυε τζαμιά ούτε διοργάνωνε σεμινάρια για το Κοράνι. Όπου υπάρχει σημαντικός αριθμός Τούρκων μεταναστών ίδρυε φροντιστήρια για μαθητές. Στη Γερμανία ο Γκιουλέν είχε ιδρύσει πάνω από 100 τέτοια φροντιστήρια και στη Γαλλία περίπου 20. Όπου επιτρεπόταν, είχε ιδρύσει και ιδιωτικά σχολεία, τα οποία έδιναν έμφαση στην καλλιέργεια της ισλαμοτουρκικής ταυτότητας. Στο καθολικό πανεπιστήμιο της Αυστραλίας, μάλιστα, είχε ιδρυθεί το 2008 έδρα Γκιουλέν, με σκοπό τη μελέτη του μοντέλου Γκιουλέν που κατά μία έννοια “αποαραβοποιεί” το Ισλάμ. Από τον χώρο δράσης του Γκιουλέν δεν θα μπορούσε να λείπει η Θράκη. Το 2005 ίδρυσε στην περιοχή τα πρώτα φροντιστήρια με τον τίτλο Elite, καθώς και βιβλιοπωλείο-αναγνωστήριο στην Κομοτηνή. Σε Αλβανία, Κοσσυφοπέδιο και Βοσνία, η παρουσία της αδελφότητας ήταν έντονη. Στη Νοτιοανατολική Ασία και στην Αφρική ο Γκιουλέν ίδρυσε μεικτά σχολεία.
Το τρίγωνο Ερντογάν-Γκιουλέν-ΗΠΑ
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, η δράση της αδελφότητας στον μουσουλμανικό κόσμο είναι συμβατή με την αμερικανική στρατηγική. Η αδελφότητα, άλλωστε, υποστηρίζεται από το βαθύ αμερικανικό κράτος. Το στέλεχος της ΜΙΤ Οσμάν Νουρί Γκιουντές είχε δημοσίως καταγγείλει ότι ο Γκιουλέν είχε στενές σχέσεις με τη CIA. Σειρά από ενδείξεις οδηγούν σ’ αυτό το συμπέρασμα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι είναι όργανό τους. Αντιθέτως, όλα δείχνουν ότι είχε τη δική της ατζέντα.
Παραδοσιακά, οι Αμερικανοί ήταν επιφυλακτικοί απέναντι στο τουρκικό πολιτικό Ισλάμ. Όταν, όμως, στις αρχές της δεκαετίας του 2000 διαπίστωσαν αφενός την ιδεολογική μεταλλαγή, αφετέρου την πολιτική δυναμική του ΑΚΡ, ανέπτυξαν σχέσεις μαζί του. Όταν το κόμμα του Ερντογάν κέρδισε τις εκλογές (2002) οι ΗΠΑ το στήριξε. Με την εκλογή του Ομπάμα, μάλιστα, η στήριξη ενισχύθηκε όχι μόνο για γεωπολιτικούς λόγους, αλλά και σαν μοντέλο για τον μουσουλμανικό κόσμο.
Όταν ο Ερντογάν άνοιξε μέτωπο κατά του Ισραήλ στις ΗΠΑ άρχισαν να γίνονται δεύτερες σκέψεις, που ενισχύθηκαν από την ατζέντα ισλαμοποίησης της Τουρκίας. Όπως προκύπτει από έγγραφα που αποκάλυψε το Wikileaks, ο Αμερικανός πρεσβευτής στην Άγκυρα Τζέιμς Τζέφρι θεωρούσε ότι ο Γκιουλέν υπαγορεύει πολιτική στην κυβέρνηση Ερντογάν. Ενημέρωνε, μάλιστα, ότι η αδελφότητα έχει διεισδύσει τόσο πολύ στα σώματα ασφαλείας, ώστε να τα ελέγχει. Σύμφωνα με αμερικανικές εκτιμήσεις, ο Γκιουλέν διαχειριζόταν περίπου 25 δισ. δολάρια (προέρχονταν από χορηγίες και από αφανείς πηγές), με τα οποία χρηματοδοτούνταν οι κάθε είδους δραστηριότητες της αδελφότητας.
Όπως είναι γνωστό, από ένα χρονικό σημείο και πέρα οι σχέσεις Ερντογάν-Γκιουλέν άρχισαν να γεμίζουν σύννεφα κι αυτό συνέβη αφενός λόγω της τάσης αυτονόμησης του Ερντογάν από τις ΗΠΑ, αφετέρου λόγω της προσπάθειας του Τούρκου πρωθυπουργού να θέσει υπό τον δικό του έλεγχο τα ερείσματα της αδελφότητας στους κρίσιμους κρατικούς μηχανισμούς και όπου αυτό δεν ήταν δυνατόν να τα ξηλώσει. Ο ανταγωνισμός κλιμακώθηκε και το 2016 εκδηλώθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος, για το οποίο ο Ερντογάν κατηγόρησε την αδελφότητα, αφήνοντας σαφώς να εννοηθεί ότι λειτούργησε σαν μακρύ χέρι της CIA.
Η αλήθεια είναι πιο σύνθετη, αλλά η καταγγελία δεν είναι τελείως αβάσιμη. Από τότε, το καθεστώς Ερντογάν ξεκίνησε εκστρατεία διώξεων της αδελφότητας Γκιουλέν και στο εσωτερικό και στο εξωτερικό. Δεκάδες χιλιάδες μέλη της φυλακίστηκαν και απολύθηκαν από το κράτος. Στην πραγματικότητα, όταν ο Ερντογάν κέρδισε με τη βοήθεια της αδελφότητας τον πρώτο πόλεμό του εναντίον του κεμαλικού βαθέος κράτους, στη συνέχεια στράφηκε εναντίον του μέχρι τότε συμμάχου του Γκιουλέν, θεωρώντας σχεδόν τον “μακρύ χέρι” των ΗΠΑ. Και παρότι δεν έχει καταφέρει να εξαρθρώσει πλήρως την αδελφότητα, την έχει εξουδετερώσει ως παράγοντα ισχύος εντός της Τουρκίας.