της Μαρίας Ν. Παπαδοπούλου*
ΣΗΜΕΙΩΣΗ ΑΝΙΧΝΕΥΣΕΩΝ: Η Δικηγόρος και Αναλύτρια Διεθνών Σχέσεων Μαρία Παπαδοπούλου προσεγγίζει, σε βάθος τις σχέσεις Ρωσίας- Κίνας. Σχέσεις με ιστορικές διαστάσεις που επηρέασαν τις εξελίξεις της ανθρωπότητας και απο ό,τι φαίνεται θα τις επηρεάσουν και στο προσεχές μέλλον, αναλόγως των επιλογών που θα κάνουν οι ΗΠΑ ως προς τον εχθρό απέναντι στον οποίο θα ετεροπροσδιοριστούν.
Το μέλλον, λοιπόν, αυτών των σχέσεων και η σημασία τους για τις νέες παγκόσμιες ισορροπίες είναι που κάνει επιτακτική την ιστορική γνώση τους.
Α! ΜΕΡΟΣ
ΚΙΝΑ – ΡΩΣΙΑ
Ποιες ήταν οι σχέσεις τους έως την κατάρρευση της ΕΣΣΔ
Κι εκεί που διέσχιζαν το ποτάμι, ο βάτραχος γύρισε και ρώτησε τον σκορπιό,
«Γιατί με τσίμπησες? Τώρα θα πνιγούμε κι οι δύο ..».
Κι ο σκορπιός, σκαρφαλωμένος και γαντζωμένος ακόμα πάνω στην πλάτη του βατράχου, του απάντησε…
«Γιατί είμαι σκορπιός !»
α. Εισαγωγή.
«Σύντροφοι και φίλοι,
Το κινεζικό έθνος είναι ένα μεγάλο έθνος. Με ιστορία άνω των 5.000 ετών, η Κίνα συνέβαλε ανεξίτηλα στην πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού. Ωστόσο, μετά τον πόλεμο του οπίου του 1840, η Κίνα μειώθηκε σταδιακά σε μια ημι–αποικιακή, ημι–φεουδαρχική κοινωνία και υπέστη μεγαλύτερες καταστροφές από ποτέ. Η χώρα υπέστη έντονη ταπείνωση, οι άνθρωποι υπέστησαν μεγάλο πόνο και ο κινεζικός πολιτισμός βυθίστηκε στο σκοτάδι. Από τότε, η εθνική αναζωογόνηση ήταν το μεγαλύτερο όνειρο του κινεζικού λαού και του κινεζικού έθνους.»
Σι Τζινπίνγκ , 1.7.2021
Με αυτά τα λόγια, ξεκίνησε την ομιλία του στην Πλατεία Τιενανμέν απευθυνόμενος προς τον λαό του, ο Κινέζος Πρόεδρος την ημέρα της επετείου των 100 ετών από την ίδρυση του Κινέζικου Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ).
Στα λόγια του αυτά, κρύβονταν οι πιο πικρές αλήθειες, που στοιχειώνουν ακόμα μέχρι τις μέρες μας , όχι μόνο τον ίδιο τον Προέδρο της Κίνας ή τα μέλη του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος , αλλά μέχρι και τον τελευταίο Κινέζο πολίτη, που γεννήθηκε, γαλουχήθηκε και μεγάλωσε με αυτήν την πίκρα.
Στην ιστορία της Κίνας, πολλοί λαοί, ήρθαν και πέρασαν και την σημάδεψαν. Ένας λαός όμως, από όλους τους υπόλοιπους, της έχει δώσει το χαριστικό, το πιο ταπεινωτικό, το πιο επίπονο και καίριο πλήγμα. Το βέλος του τρύπησε την καρδιά της Κίνας και βρίσκεται, ακόμη μέχρι τις μέρες μας, βαθιά σφηνωμένο εκεί διατρέχοντας το συλλογικό ασυνείδητο του λαού της.
Είναι ποτέ δυνατόν αυτό το βέλος να μην είναι καθοριστικό και να μην διαμορφώνει τον χαρακτήρα των μεταξύ τους σχέσεων μέχρι τις μέρες μας ?
Τι εννοούσε με τα παραπάνω λόγια του ο Σι Τζινπινγκ ?
Γιατί ξεκίνησε με αυτές τις συγκεκριμένες φράσεις τον λόγο του την 1.7.2021, κατά τους μεγάλους εορτασμούς της Κίνας για την εκατονταετή πλέον ιστορία του ΚΚΚ ?
Τι βάθος έχουν και τι σημασία αποκτούν για αυτόν ?
Ποια η ανταπόκριση των φράσεων του αυτών στον ψυχισμό του λαού της Κίνας στον οποίο απευθυνόταν?
Τι κρυφά μηνύματα κρύβονταν μέσα στις προτάσεις του αυτές?
Είναι ικανές αυτές να καθορίσουν το παρόν αλλά και να οριοθετήσουν και να κατευθύνουν τις κινήσεις της Κίνας στο μέλλον?
Η ερμηνεία κι η κατανόηση των παραπάνω φράσεων, όπως είπε κι ο ίδιος ο Σι Τζινπινγκ , ξεπερνά τον 20ο αιώνα και χάνεται κάπου βαθιά μέσα στον χρόνο…
Για να είμαι ειλικρινής στην αρχή σκεφτόμουν να πιάσω την ιστορία από την μέση, κάπου από τα 1969 και να προχωρήσω γρήγορα σε μια ανάλυση των σύγχρονων σχέσεων αυτών των δύο χωρών. ‘Όμως , αυτό θα ήταν άδικο για τον αναγνώστη, θα του έλειπαν, ίσως, τα πιο ουσιαστικά κομμάτια του πάζλ, ώστε να μπορέσει να σχηματίσει μόνος του πλήρη εικόνα και μια ολοκληρωμένη άποψη, που θα τον βοηθήσει να αξιολογήσει την σύγχρονη δυναμική των σχέσεων της Κίνας με την Ρωσία και των κινήσεων τους, όπως εξελίσσονται στο σήμερα.
Επομένως μια ιστορική αναδρομή, που θα μας κοινωνήσει τα μυστικά των σχέσεων αυτών των δύο χωρών, μάλλον είναι χρήσιμη για να αποτελέσει την βασική θεματολογία αυτού του άρθρου, πριν προσγειωθούμε στις τρέχουσες σχέσεις τους.
*
β. Ιστορική Αναδρομή
Οι σχέσεις Κίνας – Ρωσίας δεν ήταν πάντα αγαστές, όπως ίσως πολλοί νομίζουμε. Για την ακρίβεια , το μεγαλύτερο τμήμα του συνολικού χρόνου της ιστορικής τους διαδρομής, οι σχέσεις των δύο αυτών κρατών , μόνον ως εξαιρετικά εχθρικές, με ιδιαίτερα μάλιστα «θερμές» περιόδους, διάστικτες από ιδιαίτερα μελανές κηλίδες , θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν . Με αυτές τις ιστορικές αφηγήσεις λοιπόν λέω να καταπιαστούμε στο σημερινό άρθρο..
*
Από τους Ευρωπαϊκούς λαούς, οι πρώτοι, που ουσιαστικά γνώρισαν πραγματικά καλά την Κίνα , ήταν οι Ρώσοι.
Αν εξαιρέσεις βέβαια τον Μάρκο Πόλο, που έζησε στα τέλη του 13ου με αρχές του 14ου αιώνα και κάποιους περιστασιακούς Βενετούς εμπόρους, που την είχαν ανακαλύψει λίγο νωρίτερα κι όταν επέστρεφαν από τα μακρινά τους ταξίδια στην Κίνα περιέγραφαν, στους ντόπιους της Γαληνοτάτης, ιστορίες που λίγο διέφεραν για αυτούς από τις ιστορίες του βαρόνου Μινχάουζεν…
Κι αν εξαιρέσεις σαφώς και τους Πορτογάλους, που ανακάλυψαν την Κίνα κάπου στα 1517 κι ύστερα από μια σειρά εχθροπραξιών απωθήθηκαν από τους Κινέζους σε μια μικρή χερσόνησο, με μια συστάδα νησιών στις νότιες ακτές της Κίνας, νοτιοδυτικά του Χονγκ Κόνγκ όπου ως το 1557 δημιούργησαν την περιορισμένης γεωγραφικά έκτασης αποικία του Μακάο που διέσωζαν ως υπερπόντια κτήση τους μέχρι το 1974… Κατά τα λοιπά, όλοι οι υπόλοιποι δυτικοί λαοί, μέσω κάποιων περιπλανώμενων εμπόρων κι ιεραποστόλων, έμελλε να έρθουν αρχικά σε ενός βαθμού επιδερμική επαφή με την Κίνα, κάποιους αιώνες αργότερα , όταν ήδη τους είχαν προλάβει οι Ρώσοι, καθώς η συνάντηση των τελευταίων με την Κίνα προπορεύονταν έναν περίπου αιώνα νωρίτερα, δηλαδή από το πρώτο μισό του 17ου αιώνα.
Χωρίς βέβαια αυτό να σημαίνει ότι η συνάντηση της Κίνας με την Μεγάλη Βρετανία και την Γαλλία, που άρχισε να εξελίσσεται από τα τέλη του 18ου αιώνα και όλον τον 19ου αιώνα δεν έμελλε να αποτελέσει για αυτήν μια εξίσου δραματική ιστορία και μια τραυματική εμπειρία, με κάποιες από τις απολήξεις της να εξελίσσονται τουλάχιστον μέχρι και το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1990..
*
-Μογγολικές επιδρομές-κατάκτηση.
Ωστόσο, σε αντίθεση με όλους τους δυτικούς λαούς, δεν συνέβη το ίδιο με τα μογγολικά φύλα, που κυριολεκτικά από τον 12ο έως και τον 14ο αιώνα είχαν ταράξει την Κίνα στις επιδρομές, με αναμφίβολα την χειρότερη, από όλες τις επιδρομές τους, αυτή του Τζέκινγκς Χαν, ο οποίος. μέχρι τον θάνατο του το 1227 μ.Χ., στα 66 του χρόνια, κατέκτησε όλα τα εδάφη από την Κασπία έως την Κορέα, δηλαδή μέσα σε αυτά κι ολόκληρη την Κίνα. Τις κατακτήσεις αυτές τις διατήρησε ο εγγονός του Κουμπλάϊ Χάν, που στην πορεία τον διαδέχτηκε. Ο τελευταίος πέθανε κάπου προς τα τέλη του 13ου αιώνα, συνεχίζοντας την αιμοσταγή παράδοση του παππού του κι έχοντας μετατρέψει ως τότε, από άκρου εις άκρον τα εδάφη της σημερινής Κίνας σε μογγολική περιφέρεια . Όταν ο Μάρκο Πόλο μιλούσε για Κίνα, σε αυτήν την Κίνα αναφέρονταν, την υπό μογγολική κατοχή.
Η Δυναστεία των Μινγκ όταν ανέβηκε στην εξουσία τον 14ο αιώνα, αφού προηγούμενα χρειάστηκε να υποσκελίσει την Μογγολική Δυναστεία των Γιουάν , εξόπλισε την Κινεζική Αυτοκρατορία, με την συγκρότηση στρατού 1 εκατομμυρίου ανδρών κι έκανε τα κύρια οχυρωματικά έργα στο ήδη υπάρχον παλιό Σινικό Τείχος, που το επέκτειναν με όλες του τις διακλαδώσεις σε μήκος 21.196 χιλιομέτρων κάνοντας το Μεγάλο, με σκοπό να προστατευτεί η Κίνα από τις επιδρομές των Μογγόλων. Έκτοτε , ακόμα και τις εποχές, που είχαν πλέον υποχωρήσει οι μογγολικές επιδρομές, κάθε αυτοκράτορας στην Κίνα όφειλε να το προσέχει και να το συντηρεί κι αυτό ήταν ίσως μία από τις πρώτες του δουλειές όταν αναλάμβανε τα καθήκοντα του.
*
Οι Ρώσοι, ήρθαν σε επαφή για πρώτη φορά με την Κίνα κάπου το 1640, δηλαδή τον 17ο αιώνα. Συγκεκριμένα, την εποχή εκείνη κάποιοι Ρώσοι νομάδες, αφού προηγουμένως είχαν διασχίσει την Σιβηρία, προχωρώντας ανατολικότερα, έφτασαν κι άρχισαν να δημιουργούν οικισμούς γύρω από την λεκάνη του ποταμού Αμούρ τις οποίες επέκτειναν έως τις εκβολές του στις ασιατικές ακτές του Ειρηνικού.
Οι Κινέζοι, καθώς θεωρούσαν την περιοχή κινεζικό έδαφος, εξαρχής τους είδαν με κακό μάτι και σαν βάρβαρους εχθρούς. Έτσι, πολύ σύντομα κοίταξαν να τους καθυποτάξουν κι επιπλέον δεν δέχτηκαν τον Ρώσο Πρέσβη που τους έστειλε ο Τσάρος Μιχαήλ του οίκου των Ρομανόφ.
Όταν λοιπόν οι Κινέζοι επιτέθηκαν στους Ρώσους καταπατητές , για κακή τους τύχη, ξεχύθηκαν από τα βουνά Στανόβοϊ οι Κοζάκοι κι άρχισε το πανηγύρι.
Αυτή ήταν η πρώτη σύγκρουση των Ρώσων με τους Κινέζους. Διήρκησε περίπου 40 χρόνια, ξεκινώντας στα 1640 και τέλειωσε κάπου στα 1680, με την υπογραφή μεταξύ τους της Συνθήκη του Νερτσίνσκ.
Οι Ρώσοι, δέχτηκαν με την Συνθήκη αυτή να εγκαταλείψουν την λεκάνη του ποταμού Αμούρ κι οι Κινέζοι δέχτηκαν την κυριαρχία των Ρώσων στην περιοχή μεταξύ ποταμού Αργκούν και λίμνης Βαϊκάλης , που μέχρι τότε πίστευαν ότι τους ανήκε.
Επομένως, από την πρώτη σύγκρουση αυτή, κερδισμένοι βγήκαν οι Ρώσοι, που απέκτησαν εδάφη που μέχρι τότε δεν τους ανήκαν. Βγήκαν όμως επιπλέον κερδισμένοι και για έναν άλλο λόγο, αφού σχεδόν αμέσως άνοιξαν τα ρωσικά εμπόρια με την Κίνα, που απέφεραν ζεστό χρήμα στα ταμεία της Τσαρικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Αντίθετα για τους Κινέζους το ρωσικό εμπόριο προκαλούσε πολλά και μεγάλα προβλήματα, από τους διάφορους μεθυσμένους Ρώσους εμπόρους, που προξενούσαν συνεχώς διάφορα επεισόδια κι αναστάτωναν συστηματικά, με τις γενικότερα προκλητικές τους συμπεριφορές, τα ευαίσθητα ήθη κι έθιμα της Κινέζικης κοινωνίας.
*
Παρόλα αυτά ,δίχως πόλεμο, Ρωσία και Κίνα, κατάφεραν να κάνουν την ανάγκη φιλότιμο και στην συνέχεια όρισαν τα σύνορα τους στην Άπω Ανατολή υπογράφοντας στα 1727 την ομώνυμη Συνθήκη του Κυαχτά, μιας πόλης στα σύνορα της σημερινής Ρωσίας με την Μογγολία. Οι Συνθήκες του Νερτσίνσκ και του Κυαχτά, είναι σημαντικές γιατί αποτέλεσαν τις βάσεις που έδωσαν στους Κινέζους την αναγκαία περίοδο ηρεμίας στα βορειοανατολικά σύνορα τους ώστε να επιτεθούν στα 1755 στα δυτικά σύνορα τους στην Εξωτερική Μογγολία, όπου βρίσκονταν διάφορα μογγολικά χανάτα της εποχής, τα οποία υπερνίκησαν κι έτσι η Κίνα απέκτησε και κατέχει μέχρι σήμερα την περιοχή Σιντζιάγνκ.
Αποκτώντας δε, την κυριαρχία της Σιντζιάνγκ, συγχρόνως η Κίνα απέκτησε και στα δυτικά της, κοινά σύνορα με την Ρωσία.
Οι Ρώσοι, ήδη από τα 1590 περίπου είχαν κατέβει το ποταμό Ίρτισ, εκδίωξαν κι αυτοί με την σειρά τους κάποια άλλα μογγολικά χανάτα κι είχαν εδραιώσει κυριαρχία σε μια περιοχή που εκτείνονταν μέχρι τις στέπες του σημερινού Καζακστάν.
Τις Συνθήκες Νερτσίνσκ (1680) και Κυαχτά (1727) , οι Ρώσοι τις υπέγραψαν με την Δυναστεία των Τσινγκ.
Η Δυναστεία αυτή, που ξεκίνησε την μεγαλειώδη πορεία της κάπου στα 1644 ήταν και η τελευταία αυτοκρατορική Δυναστεία της Κίνας. Η παντοκρατορία της διήρκησε μέχρι το 1912. Οι Τσινγκ όμως δεν ήταν Κινέζοι, ήταν Μαντσού, δηλαδή με καταγωγή από την Μαντζουρία. Οι Μαντσού είναι τουρκμενικό-αλταϊκό φύλο, που μαζί με άλλα αλταϊκά φύλα, κατέβηκαν από τις περιοχές της Σιβηρίας κι εγκαταστάθηκαν στις βορειοανατολικές ακτές του Ειρηνικού στην περιοχή της Μαντζουρίας. Το 90% των Κινέζων ανήκουν στην φυλή των Χαν, που κατοικεί από την αρχαιότητα στα συγκεκριμένα εδάφη. Επομένως το διάστημα από 1644 έως και 1912 την Αυτοκρατορία της Κίνας, ύστερα από τους Μογγόλους, ανέλαβαν και την κυβερνούσαν Τουρκμενικής- Αλταϊκής καταγωγής αυτοκράτορες και με αυτούς υπέγραψαν όλες τις συνθήκες οι Ρώσοι, αλλά και κάθε επόμενος δυτικός λαός.
Στο σημείο αυτό αξίζει να τονιστεί ότι Τουρκμένος ή Τουρκμάνος δεν σημαίνει κατ’ανάγκη Τούρκος. Ο όρος Τουρκμένος ή Τουρκμάνος αναφέρεται στους ανθρώπους των διαφόρων αλταϊκών φύλων που κατέβαιναν από την οροσειρά Αλτάι , που βρίσκονται μεταξύ των σημερινών κρατών Ρωσίας-Μογγολίας και Κίνας και δόθηκε από τον Άραβα λόγιο και γεωγράφο, Αλ Μουκαντάσι ή Αλ Μουκντίσι (al Muqaddasi), περίπου στα τέλη του 10ου αιώνα στο βιβλίο του με τίτλο «Ahsan Al-Taqasim Fi Ma’rifat Al-Aqalim». Σύμφωνα με τις αναφορές του συγκεκριμένου βιβλίου, Τουρκμένος ή Τουρκμάνος , σημαίνει «κάποιος που μοιάζει με Τούρκο» κι όχι κάποιος που είναι πράγματι Τούρκος. Ο συσχετισμός έγινε από τον Αλ Μουκαντάσι ή Μουκντίσι, επειδή την ίδια εποχή η Περσία (σημερινό Ιράν) είχε δεχθεί επιδρομές από τους Σελτζούκους Τούρκους, είχε έρθει το πρώτον σε επαφή με αυτούς κι εντέλει κατακτήθηκε από αυτούς, από όπου στην συνέχεια χρησιμοποίησαν τα πρώην περσικά εδάφη για τις επιδρομές τους στα εδάφη της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας (σσ. Βυζάντιο).
Επομένως για να μην μπερδεύουμε τα πράγματα, οι Μαντσού και η Δυναστεία των Τσινγκ, δεν ήταν Τούρκοι, ήταν απλώς ένα ακόμα αλταϊκό φύλο, από τα πολλά που κατέβηκαν από τον Σιβηρικό Βορρά, πέρασαν τα Αλτάι και ξεχύθηκαν προς τον νότο.
Με αυτόν τον τρόπο, για κάτι παραπάνω από έναν αιώνα, από τα 1727 μέχρι το 1858 περίπου οι σχέσεις της Αυτοκρατορίας της Κίνας και της Τσαρικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας κύλησαν σχετικώς ανέφελα.
Δεν έμελλε όμως να εξακολουθήσουν σε αυτόν τον ρυθμό, καθώς στο μέλλον θα ξεκινούσε ο Πόλεμος του Οπίου…
*
-Πόλεμος του Οπίου
Ο Πόλεμος του Οπίου διεξήχθη σε 2 φάσεις.
Στην πρώτη φάση, η Μεγάλη Βρετανία στράφηκε κατά της Αυτοκρατορίας της Κίνας.
Στην δεύτερη φάση, Μεγάλη Βρετανία και Γαλλία ενεπλάκησαν από κοινού στον πόλεμο ενάντια της Κίνας. Ωστόσο, όσο παράλογο κι αν ακούγεται αυτό, τελικά εδαφικά κερδισμένη από τους Πολέμους του Οπίου, αποδείχθηκε η Τσαρική Ρωσία, που απέσπασε σημαντικά εδάφη από την Κίνα, χωρίς μάλιστα να συμμετέχει με ένοπλα μέσα, σε καμία από τις δύο φάσεις του πολέμου αυτού.
Ας δούμε όμως πως εξελίχθηκαν τα πράγματα..
*
Βρισκόμαστε κάποιους αιώνες μετά την εποχή των Μεγάλων Ανακαλύψεων.
Οι Βρετανοί κι οι Γάλλοι, ακολουθώντας το παράδειγμα των Πορτογάλων και των Ισπανών και μετέπειτα των Ολλανδών, ήδη από τον 17ο με αρχές του 18ου αιώνα άρχισαν να επεκτείνονται όλο και πιο ανατολικά. Τον 19ο αιώνα η Μεγάλη Βρετανία ήδη είχε προτεκταριοποιήσει κι αποικιοποιήσει μεγάλες περιφέρειες του ανατολικού ημισφαιρίου.
Η Βρετανική Εταιρεία Ανατολικών Ινδιών, στην Ινδική Υποήπειρο, έκανε χρυσές δουλειές. Μεταξύ άλλων στα τέλη του 18ου αλλά και όλον τον 19ο αιώνα, καλλιεργούσε συστηματικά κι εμπορευόταν μονοπωλιακά το όπιο ως νόμιμο φάρμακο της εποχής και για το εμπόριο αυτό χρησιμοποιούσε πολλά από τα λιμάνια της Κίνας, που μόλις είχε ανακαλύψει, έπειτα και από την προσπάθεια ανοίγματος των Κινέζων αυτοκρατόρων προς τον έξω κόσμο.
Ωστόσο, οι Αυτοκράτορες της Δυναστείας των Τσινγκ, είχαν εκδώσει ήδη από τα τέλη του 18ου αιώνα και μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα, αλλεπάλληλα αυτοκρατορικά διατάγματα που καθιστούσαν το εμπόριο του όπιου μέσα στην χώρα τους, παράνομο και δεν δέχονταν την διακίνησή του μέσω των κινέζικων λιμανιών. Αυτά τα διατάγματα οδήγησαν πολύ σύντομα στο λαθρεμπόριο του οπίου που άρχισε συστηματικά να διεξάγεται μέσα στα κινεζικά εδάφη. Συγκεκριμένα η Βρετανική εταιρεία Ανατολικών Ινδιών αγνόησε τα διατάγματα των Κινέζων αυτοκρατόρων και συνέχισε να αποθηκεύει το όπιο στις κινέζικες εγκαταστάσεις του Καντόν (Κουάνγκτσόου) από όπου το διακινούσε πλέον μέσω κινέζων λαθρεμπόρων, εκτοξεύοντας τις ποσότητες του διακινούμενου οπίου και τα κέρδη της στα ύψη, αφού αυτό ως απαγορευμένο είδος τραβούσε ακόμα περισσότερο την προσοχή του ντόπιου πληθυσμού.
Μάλιστα, εκείνη την εποχή, μερικοί Αμερικανοί πήραν μέρος στο λαθραίο εμπόριο οπίου. Πιο συγκεκριμένα, οιι Αμερικανοί έμποροι το μετέφεραν από την Τουρκία στην Κίνα και το αποθήκευαν στο Καντόν, από όπου οι κινέζοι λαθρέμποροι συνέχιζαν να το προωθούν τόσο μέσα στην Κίνα , όσο και προς την Ινδοκίνα. Σε αυτούς συμπεριλαμβάνονταν ο παππούς του άλλοτε Προέδρου των ΗΠΑ κυρίου Franklin D. Roosevelt και οι πρόγονοι του τέως υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ, την περίοδο 2013-2017, κυρίου John Forbes Kerry.
Όταν ο Αυτοκράτορας της Δυναστείας των Τζινγκ κατάσχεσε το λαθραίο εμπόρευμα κι αγανακτισμένος έστειλε στην Βασίλισσα Βικτωρία επιστολή διαμαρτυρίας, ζητώντας της να δώσει εντολή να σταματήσουν τα παράνομα εμπόρια οπίου μέσω της χρήσης των λιμανιών της Κίνας, οι Βρετανοί σκέφτηκαν ως λύση να αποζημιώσουν τον Κινέζο Αυτοκράτορα, νομίζοντας πως ο χρηματισμός του, θα ήταν ένας τρόπος με τον οποίο θα μπορούσαν πλέον ήσυχοι να συνεχίσουν το εμπόριο του οπίου στα εδάφη Κίνας κι Ινδοκίνας και πως θα εξασφάλιζαν την ανοχή του.
Ωστόσο ο Κινέζος Αυτοκράτορας, παρά τα αναμενόμενα, συνέχισε να τους καταστρέφει το εμπορευματοκιβώτια οπίου κι έτσι την 21 Ιουνίου 1840 κατέφθασε ένας εξοργισμένος Βρετανικός Στόλος με τα πιο υπερσύγχρονα κι εξελιγμένα όπλα της εποχής και βομβάρδισε από άκρου εις άκρον τα λιμάνια της Κίνας. Οι Κινέζοι, καθώς ποτέ τους δεν υπήρξαν ναυτικός λαός κι υστερούσαν στον πόλεμο στην θάλασσα, αλλά και συνάμα διότι δεν διέθεταν τόσο προηγμένα όπλα όσο οι Βρετανοί, σύντομα αντιλήφθηκαν πως δεν επρόκειτο να κερδίσουν αυτόν τον πόλεμο.
Έτσι, στα 1842 υπέγραψαν την Συνθήκη του Νανγκίν που τερμάτισε τον πρώτο Πόλεμο του Οπίου .
Με την Συνθήκη η κυβέρνηση των Τσινγκ, αναλάμβανε να καταβάλλει στους Βρετανούς 20 εκατομμύρια δολάρια για το όπιο που είχε κατασχέσει , επιπλέον αποζημίωση των Βρετανών εμπόρων για τις έως τότε ζημίες που τους προκάλεσε ο πόλεμος, να απελευθερώσει όλους τους Βρετανούς αιχμαλώτους πολέμου και να δώσει γενική αμνηστία σε όλους τους Κινέζους υπηκόους της, λαθρέμπορους, που είχαν συνεργαστεί με τους Βρετανούς κατά τη διάρκεια του α’φάσης του πολέμου, επιτρέποντας και παραχωρώντας συγχρόνως την άδεια στους Βρετανούς το νησί του Χονγκ Κόνγκ και το απέναντί, από το νησί, λιμάνι να μεταβληθεί σε Βρετανική αποικία.
Σε αντάλλαγμα οι Βρετανοί θα απέσυραν σταδιακά όλα τα στρατεύματά και το ναυτικό τους, εκκενώνοντας πλήρως τα εδάφη και τις θάλασσες της νότιας Κίνας, όταν πλέον η Αυτοκρατορική δυναστεία θα εξοφλούσε ολοσχερώς το χρέος της.
Έτσι έκλεισε η πρώτη φάση του Πολέμου του Οπίου..
*
Ο δεύτερος Πόλεμος του Οπίου, ξεκίνησε περίπου στα 1856, ενόσω ακόμα συνέχιζαν να εκτελούνται οι συμφωνίες της Συνθήκης του Νανγκίν και πριν προλάβει ο Αυτοκράτορας Τσίνγκ να ξεπληρώσει το αρχικό του χρέος.
Η ιστορία εξελίχθηκε ως ακολούθως….
Ένας από τους βρετανικούς στρατηγικούς στόχους, μετά την λήξη του πρώτου Πολέμου του Οπίου ήταν να επεκτείνουν οι Βρετανοί τα προνόμια που τους παρείχε η Συνθήκη του Νανγκίν με την νομιμοποίηση του εμπορίου οπίου σε ολόκληρη την Κίνα. Δηλαδή κρυφός πόθος και σκοπός των Βρετανικών ήταν η επέκταση του γενικότερου εμπορίου τους , με το άνοιγμα ολόκληρης της Κίνας σε αυτό και με ταυτόχρονη απαλλαγή των εισαγωγών τους από τους εσωτερικούς δασμούς διαμετακόμισης. Επομένως οι βρετανικές βλέψεις πια ξεπερνούσαν το εμπόριο του οπίου, που είχαν ήδη εξασφαλίσει
Επιπρόσθετα στις επιδιώξεις των Βρετανών συγκαταλέγονταν κι η κινέζικη στρατιωτική βοήθεια για την πάταξη της πειρατείας στον Ινδο-Ειρηνικό αλλά και η επισημοποίηση της βρετανικής γλώσσας ως επίσημης γλώσσας σύνταξης των πάσης φύσεων κινεζικών δημόσιων εγγράφων. Σαν να λέμε η πλήρης αποικιοποίηση της Κίνας.
Η Κίνα αντιστάθηκε στις βρετανικές απαιτήσεις αυτές κι έτσι πολύ γρήγορα τα πράγματα έφτασαν σε κατάσχεση του βρετανικού πλοίου «Βέλος» από τις κινεζικές δυνάμεις. Αυτός είναι και ο λόγος που η β’ φάση του Πολέμου του Οπίου πήρε το προσωνύμιο κι ως «Ο Πόλεμος του Βέλους». Για την ιστορία, κάποιος πλοίαρχος βρετανικού πλοίου επικαλέστηκε πως είδε από μακριά τους Κινέζους να κατεβάζουν την βρετανική σημαία από το πλοίο Βέλος κι ενημέρωσε αυθωρεί και παραχρήμα τους ανωτέρους του. Με την αναφορά αυτή, δόθηκε η αφορμή που έψαχναν οι Βρετανοί να ξεκινήσουν εκ νέου τους βομβαρδισμούς των λιμανιών κατά μήκος των κινεζικών ακτών. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε αυτούς τους βομβαρδισμούς έφτασαν μέχρι σημείου να ισοπεδώσουν πλήρως ακόμα και το Χονγκ Κόνγκ, που τους είχε παραχωρηθεί ήδη για τα εμπόρια τους .
Γρήγορα μπήκαν και οι Γάλλοι στο παιχνίδι και συνασπίστηκαν με τους Βρετανούς, δοθείσης αφορμής της εκτέλεσης ενός Γάλλου Ιεραποστόλου της Παγκόσμιας Αποστολής των Ξένων Ιεραποστόλων του Παρισιού που αποδόθηκε στους Κινέζους.
Έτσι, ο βρετανικός στρατός, με επικεφαλής τον γνωστό και μη εξαιρετέο λόρδο Έλγιν κι ο γαλλικός στρατός, με επικεφαλής τον Ζαν-Μπατίστ Λουί Γκρος , επιτέθηκαν από κοινού και κατέλαβαν το λιμάνι του Γκουανγκζού στα τέλη του 1857. Λίγο αργότερα από το γεγονός αυτό, ενεπλάκησαν και οι Ηνωμένες Πολιτείες, που, ως βρετανική ακόμα αποικία, έστειλαν ενισχύσεις στις Βρετανικές και Γαλλικές δυνάμεις.
Εντωμεταξύ ο Τσάρος Αλέξανδρος Α’ της Ρωσίας, ενώ υποσχόταν να στείλει κι αυτός δυνάμεις. εντέλει, αν και δε το έπραξε, είδε το όλο πράγμα ως εξαιρετική ευκαιρία κι άρχισε σε διπλωματικό επίπεδο να πιέζει κι αυτός με την σειρά του τους Τσινγκ για μεγαλύτερες παραχωρήσεις , ανάμεσα στις οποίες ήταν κι η νομιμοποίηση του εμπορίου οπίου, η δυνατότητα μεταφοράς φθηνών εργατών (coolies) στα ρωσικά εδάφη του Βορρά κι η απαλλαγή δασμών σε απαξάπασες τις ξένες εισαγωγές των πάσης φύσεων εμπορευμάτων εντός Κίνας.
Όμως ούτε στα πιο τρελά όνειρα του Τσάρου , αυτό που έμελλε εντέλει να συμβεί…
Να μην τα πολυλογούμε, το αποτέλεσμα ήταν Βρετανοί και Γάλλοι μέχρι το 1958 να έχουν προελάσει στην κινέζικη ενδοχώρα, έχοντας πλέον φτάσει στα περίχωρατου Πεκίνου , προξενώντας στο διάβα τους τεράστιες καταστροφές. Πόλεις καίγονταν συθέμελα, λιμάνια γίνονταν σωροί από ερείπια, φράγματα καταστρέφονταν, το αίμα κυλούσε ποτάμι ! Ανάμεσα στις γενικότερες καταστροφές συμπεριλαμβάνονταν και το παλαιό αλλά και το νέο θερινό ανάκτορο των Τσινγκ, με τους Γάλλους να έχουν φτάσει στο σημείο να προτρέπουν επίμονα να πυρποληθεί και να γίνει στάχτη μέχρι κι η Απαγορευμένη Πόλη, η οποία είναι θαύμα πώς σώθηκε.
Η Κίνα μετά τους Πολέμους του Οπίου κατέρρευσε.Όταν ο Κινέζος Αυτοκράτορας Τσινγκ, ονόματι Σιάνφενγκ, πληροφορήθηκε τα καθέκαστα και στην συνέχεια ότι Βρετανοί και Γάλλοι εξολόθρευσαν κυριολεκτικά όλο το εκλεκτό μογγολικό ιππικό του , δεν άντεξε το χτύπημα. Πολύ σύντομα πέθανε βυθισμένος μέσα στην ανείπωτη θλίψη του, αφήνοντας τον 6χρονο τότε γιό του στο τιμόνι με 8 αντιβασιλείς στην διοίκηση μέχρι την ενηλικίωσή του.
Άλλωστε ανάμεσα στους δυτικού, ήδη από καιρό επονομαζόταν ως ο «Άρρωστος της Ασίας».
Οι αντιβασιλείς, ντροπιασμένοι, σύρθηκαν και υπέγραψαν μια σειρά από Συνθήκες, με πραγματικά εξευτελιστικούς και μειωτικούς όρους για την Κίνα οι οποίες φέρουν τον όρο «Άνισες Συνθήκες».
Η πρώτη από αυτές ήταν η Συνθήκη της Τιενστίν στα 1858. Συνοπτικά, Βρετανία, Γαλλία, Ρωσία και οι ΗΠΑ, θα μπορούσαν να εγκαταστήσουν Πρέσβεις τους στο Πεκίνο, δέκα κινέζικα λιμάνια θα γίνονταν περιοχές ελεύθερου εμπορίου για τις χώρες αυτές, με δικαίωμα ελλιμενισμού των πλοίων τους κι ελεύθερης ναυσιπλοϊας τους στις Κινεζικές θάλασσες, αδασμολόγητης κινήσεως των πολιτών τους στην κινεζική ενδοχώρα κι ελεύθερου εμπορίου των προϊόντων τους. Επιπλέον η Κίνα υποχρεωνόταν σε τεράστιες χρηματικές αποζημιώσεις προς την Βρετανία και την Γαλλία, για την ηθική τους βλάβη από τις πάσης φύσεως ζημίες τους που τους προκάλεσε ο πόλεμος μαζί της.
Ωστόσο το πράγμα δεν έμεινε ως εδώ . Η Κίνα υποχρεώθηκε να υπογράψει επιπλέον, επιμέρους, διμερείς συνθήκες με όλους τους νικητές κι έτσι οι Γάλλοι πιέζοντας τους Κινέζους αντιβασιλείς, εξώθησαν την Δυναστεία των Τσινγκ να υπογράψουν δύο ξεχωριστές Άνισες Συνθήκες με την Τσαρική Ρωσική Αυτοκρατορία…
Οι διμερείς Άνισες Συνθήκες όλων των υπολοίπων, απλώς προέβλεπαν επιπλέον προνόμια τους στην κινεζική επικράτεια.
Οι διμερείς ωστόσο Άνισες Συνθήκες που υπέγραψαν οι Κινέζοι Αντιβασιλείς Τσινγκ με την Ρωσική Αυτοκρατορία, αποτελούσαν παραδόσεις πολύτιμων κινεζικών εδαφών τα οποία η Ρωσία μέχρι και σήμερα κατέχει..
Συγκεκριμένα, στις 28 Μαΐου 1858, υπογράφηκε με τη Ρωσία η ξεχωριστή Άνιση Συνθήκη του Αϊγκούν για την αναθεώρηση των κινεζικών και ρωσικών συνόρων, όπως είχαν καθοριστεί από τη συνθήκη Νερτσίνσκ του 1680.
Με την Συνθήκη του Αϊγκούν, η Ρωσία, χωρίς να πέσει σταγόνα από αίμα Ρώσου στρατιώτη, απέκτησε την αριστερή όχθη του ποταμού Αμούρ , ωθώντας τα σύνορα της πιο νότια από τα βουνά Στανόβοϊ .
Στην συνέχεια υπογράφηκε η Σύμβαση του Πεκίνου το 1860, με την οποία δόθηκε στην Ρωσία η πλήρης κυριαρχία κι ο έλεγχος μιας μη παγωμένης περιοχής στις ακτές του Ειρηνικού, όπου η Ρωσία ίδρυσε την πόλη Βλαδιβστόκ στον κόλπο Πέτρος ο Μεγάλος. Δηλαδή περιήλθε στην Ρωσία όλη η βόρεια όχθη του ποταμού Αμούρ, μέχρι την Κορέα και τμήμα από το νησί Σαχαλίν, που είναι και το μεγαλύτερο νησί σήμερα της Ρωσίας.
Το γεγονός αυτό θεωρήθηκε από σύσσωμο τον Κινέζικο λαό εξαιρετικά ατιμωτικό, γιατί παραδόθηκε στους Ρώσους, δίχως καν να πολεμήσουν μεταξύ τους , το μεγαλύτερο τμήμα της Μαντζουρίας, της πατρίδας δηλαδή και τόπου καταγωγής όλων των Κινέζων Αυτοκράτορων της Δυναστείας των Τσινγκ.
Η ταπεινωτική ήττα που γεύτηκε η Κίνα στην περίοδο του Πολέμου του Οπίου , ειδικά από την Ρωσία, που ήταν η μόνη από τις δυνάμεις που περιήλθαν στην απόλυτη κυριαρχία της κινέζικα εδάφη, τα οποία περιβάλλονταν ως τότε με ιδιαίτερη ηθική αξία για τον Κινεζικό λαό, στοίχειωσε κυριολεκτικά και χαρακτήρισε όλες τις σχέσεις των δύο αυτών χωρών έκτοτε .
Τα λόγια του Σι Τζινγπνγκ την 1.7.2021 , με τα οποία ξεκίνησε φέτος, στα 100 χρόνια από την ίδρυση του ΚΚΚ, την ομιλία του στην πλατεία Τιενανμέν ενώπιον του Κινεζικού Λαού, για την ταπείνωση που υπέστη η Κίνα, που την βύθισε στον πόνο και το σκοτάδι, είχαν την δική τους ιδιαίτερη σημειολογία καθώς αναφέρονταν ακριβώς σε αυτές τις Άνισες Συνθήκες που υπογράφηκαν κατά το τέλος του Πολέμου του Οπίου.
Για να είμαστε ειλικρινείς, η Κίνα αναμφίβολα δεν ξεχνά…
Αποτελούσαν οι συγκεκριμένες φράσεις του Σι Τζινπινγκ μία κρυφή υπόσχεση προς τον λαό του?
Αυτό ας το κρίνει μόνος του ο αναγνώστης..
Εκείνο που είναι πλέον ή βέβαιον , είναι πως ακόμα κατατρέχει και ρίχνει βαριά την σκιά της στην καρδιά των Κινέζων η ντροπιαστική αυτή παράδοση των εδαφών τους. Οτιδήποτε λαμβάνει, μέχρι τις ημέρες μας, χώρα στην ρωσική πλευρά της Μαντζουρίας, αποκτά αυτομάτως εξαιρετικό ενδιαφέρον για όλη την Κίνα!
Παραδείγματος χάριν, την 18 Μαΐου 2015, η εφημερίδα Heilongjiang ανακοίνωσε ότι μια γειτονιά και χωριό που σήμερα ανήκουν στο Heihe, μια πόλη που βρίσκεται απέναντι από τον ποταμό Αμούρ στο ρωσικό Blagoveshchensk, θα μετονομαστεί από τους Ρώσους σε “Aigun”. Το άρθρο ανέφερε ότι η απόφαση είχε σκοπό να προωθήσει τον περιφερειακό τουρισμό, μην παραλείποντας ωστόσο να τονίσει ότι η Ρωσία κάνει ότι μπορεί για να βοηθήσει στη διατήρηση αιωνίως των αναμνήσεων της «πικρής ιστορίας» της πόλης.
Το ίδιο το περιεχόμενο του άρθρου , δείχνει ότι το κινεζικό κοινό ποτέ δεν έπαψε να ενδιαφέρεται για την ανάκτηση των εδαφών της Μαντζουρίας, συναισθανόμενο ακόμα και τώρα, μετά την πάροδο 150 περίπου χρόνων, το άδικο της έως σήμερα κατοχής της περιοχής από τους Ρώσους.
Το γεγονός αυτό, το γνωρίζουν οι Ρώσοι κι έρχεται με την σειρά του να επιτείνει την καχυποψία τους απέναντι στην Κίνα, επηρεάζοντας μέχρι σήμερα τις αντιδράσεις τους και την επιφυλακτικότητα τους να ενισχύσουν οποιουδήποτε είδους συνεργασία τους με την Κίνα στην συγκεκριμένη περιοχή και όχι μόνον …
*
-Η συμβολή του Ιωάννη Καποδίστρια στην γενναιοδωρία των Γάλλων προς την Τσαρική Ρωσία.
Στο σημείο αυτό , ίσως θα άξιζε να κάνουμε μία μικρή παρένθεση για να τονιστεί ότι η γενναιοδωρία αυτή των Γάλλων που φρόντισαν να μεταβιβαστεί στην Άπω Ανατολή η κυριαρχία κινέζικων εδαφών προς την Τσαρική Ρωσία , δεν ήταν τυχαία.
Οφείλονταν στην ευγνωμοσύνη που συναισθάνονταν η Γαλλία προς την Τσαρική Ρωσική Αυτοκρατορία, διότι ο τότε Υπουργός Εξωτερικών της κόμης Ιωάννης Καποδίστριας, λίγα χρόνια νωρίτερα , συγκεκριμένα στα 1815 στην Συνδιάσκεψη της Βιέννης, όπου υπογράφηκε κι η ομώνυμη Συνθήκη , έσωσε την Γαλλία από βέβαιο διαμελισμό κι έκανε τα αδύνατα δυνατά για να μην την διαλύσει ο Αυστριακός Πρόεδρος Κλέμενς φον Μέτερνιχ ως ηττημένη στους ναπολεόντειους πολέμους, όπως επιδίωκε εκδικητικά να πείσει την Ιερή Συμμαχία.
Η σωτηρία της Γαλλίας αποδίδονταν από τους Γάλλους στις προσπάθειες του Ιωάννη Καποδίστρια, με την τότε ιδιότητα του ως Υπουργού Εξωτερικών της Τσαρικής Ρωσίας. «Εάν η Γαλλία είναι ακόμα Γαλλία, το χρωστάει σε τρεις άντρες, τα ονόματα των οποίων δεν πρέπει να ξεχάσει ποτέ. Ο Τσάρος Αλέξανδρος και οι δύο υπουργοί του, Καποδίστριας και Πόζο Ντιμπόργκο …», (Si la France est encore la France, elle le doit à trois hommes, dont il ne faut jamais qu’elle oublie les noms. Alexandre et ses deux ministres, Capo d’ Istria et Pozzo di Borgo) όπως έγραψε στα απομνημονεύματα του ο Γάλλος διπλωμάτης κόμης Molet , που συμμετείχε ως Πρέσβης της ηττημένης Γαλλίας και την εκπροσώπησε στην Συνδιάσκεψη της Βιέννης και στην υπογραφή της ομώνυμης Συνθήκης.
Επομένως , προκειμένου να βγάλει την υποχρέωση η Γαλλία, παρέδωσε την κυριαρχία που τόσο επιθυμούσε η Τσαρική Ρωσία και δεν είχε καταφέρει να την επιτύχει με την Συνθήκη Νερτσίνσκ το 1680 και του Κυαχτά στα 1727, σε μια περιοχή της Άπω Ανατολής, που για την ίδια την Γαλλία , δεν είχε το 1858-1860 καμία γεωπολιτική αξία ή γεωστρατηγική σημασία.
Για την Γαλλία της εποχής οι σχέσεις των κρατών ήταν που μετρούσαν κι όχι οι άνθρωποι. Οι πράξεις των ανθρώπων πολύ εύκολα ξεχνιούνται κι οι τιμές που τους οφείλονται αβασάνιστα προσπερνιούνται , για αυτό κι ο Γάλλος Πρέσβης βαρόνος Ρουάν , νωρίς το πρωί στις 27 Σεπτεμβρίου 1931 (με το παλιό ημερολόγιο), άνοιγε την πόρτα του σπιτιού του στο Ναύπλιο στον Γιώργο Μαυρομιχάλη να υποθάλψει τον δολοφόνο του Α’ Κυβερνήτη της Ελλάδας…
*
-Το Μεγάλο Παιχνίδι
Πάντως η ιστορία έδειξε πως οι Συνθήκες του Αϊγκούν στα 1858 και του Πεκίνου στα 1860, άνοιξαν κι άλλο την όρεξη των Ρώσων. Δύο μόλις χρόνια αργότερα, αυτή την φορά, από την Δυτική πλευρά των κοινών τους συνόρων με την Κίνα, οι Ρώσοι εισέβαλλαν και κατέλαβαν τμήματα της Κινεζικής περιφέρειας.
Κι ήταν αυτό το γεγονός, που έδωσε πολύ σύντομα στην Κίνα μια ανέλπιστη ευκαιρία να ανακτήσει μέρος της χαμένης της αξιοπρέπειας και την αφορμή στους ντροπιασμένους Κινέζους να εκτονώσουν λίγο από το μένος τους κατά των Ρώσων.
Κι όσο κι αν φαίνεται απίστευτο, σε ένα από εκείνα τα τρελά γυρίσματα της ιστορίας, την απρόσμενη δυνατότητα αυτήν την έδωσε στην Κίνα η Μεγάλη Βρετανία !
Αλλά, ας δούμε καλύτερα παρακάτω πώς έγινε αυτό…
Το μεγαλύτερο μέρος του 19ου με αρχές του 20ού αιώνα, πέρα από τα τεκταινόμενα στην Άπω Ανατολή, κατά τα λοιπά μεταξύ της Βρετανικής Αυτοκρατορίας και της Ρωσικής Αυτοκρατορίας , έτρεχε μια έντονη πολιτική και διπλωματική αντιπαράθεση.
Η αντιπαράθεση αυτή είχε όλα τα χαρακτηριστικά ενός Ψυχρού Πολέμου, αφού οι δύο χώρες ουδέποτε συγκρούστηκαν ευθέως μεταξύ τους. Πεδίο ανάπτυξης της η σύγκρουση αυτή είχε την περιφέρεια της Κεντρικής και Νότιας Ασίας.
Ο συγκεκριμένος, αναίμακτος πόλεμος Μεγάλης Βρετανίας και Τσαρικής Ρωσίας, πήρε το όνομα το Μεγάλο Παιχνίδι. Ο όρος προέρχεται από το μυθιστόρημα «Κιμ» του Κίπλινγκ, όπου χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά. Σήμερα, όπως θα θυμάστε, είχαμε ένα Σύγχρονο Μεγάλο Παιχνίδι να παίζεται ακριβώς στην ίδια περιοχή, του σύγχρονου Αφγανιστάν, που εν πολλοίς προσδιόρισε τα όρια της Κίνας, θέτοντας της εμπόδια στην επεκτατικότητά της προέλασης της προς την Δύση…
Ωστόσο τότε, ήταν η Μεγάλη Βρετανία, που ήδη από τα τέλη του προηγούμενου αιώνα, ανησυχούσε και φοβόταν το ενδεχόμενο η Τσαρική Ρωσία να εισβάλλει , από τον βορρά, μέσω Αφγανιστάν, στην Ινδική Υποήπειρο .Το γεγονός αυτό εάν ποτέ συνέβαινε, μοιραία θα συνεπάγονταν την άμεση, πολεμική σύγκρουση μεταξύ τους.
Η ίδια η περιοχή δεν παρουσίαζε κάποιο άλλο ενδιαφέρον για τους Βρετανούς της εποχής, ωστόσο η κατοχή της θα μπορούσε να χρησίμευε ως «μαξιλάρι» από τον βορρά, για την προστασία από τους Ρώσους των πολύτιμων για τους Άγγλους και χρυσοφόρων Ινδιών. Έτσι, στα 1839 η Μεγάλη Βρετανία , ξεκίνησε επιχείρησε να καταλάβει το Αφγανιστάν και να θέσει υπό τον έλεγχο της τα εδάφη του . Αυτός ήταν ο πρώτος από τους συνολικά τρεις Βρετανο-Αφγανικούς πολέμους. Όμως η προσπάθεια αυτή των Βρετανών , έμελλε να αποτύχει, καθώς οι Αφγανοί φύλαρχοι αποδείχθηκαν τελικά σκληρά καρύδια.Ανάμεσα σε Βρετανούς και Ρώσους, παρεμβάλλονταν η ανεξάρτητη επικράτεια του Αφγανιστάν. Ένα οροπέδιο, με μπόλικη σκόνη , αντίξοες καιρικές συνθήκες και κάτι πολέμαρχους ιθαγενείς που η Μεγάλη Βρετανία εξέλαβε ως εύκολο στόχο.
Η δεύτερη προσπάθεια των Βρετανών θα έρχονταν το 1878. Όμως, στο μεσοδιάστημα μεταξύ πρώτου και δεύτερου Αφγανικού πολέμου, δηλαδή μεταξύ 1842 έως και 1878 στην Βρετανία προέκυψε μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα συγκυρία , που η τελευταία φρόντισε να την αξιοποιήσει καταλλήλως. Πιο συγκεκριμένα, το 1862 κι αφού όλοι είχαν ξεμπερδέψει ήδη από το 1860 με τους Πόλεμους του Οπίου, από την Δυτική πλευρά των κοινών τους συνόρων με την Κίνα , η αχόρταγη για εδάφη Τσαρική Ρωσία , εισέβαλλε , από τα σύνορα της του σημερινού Καζακστάν, στην επαρχία Σιντζιάνγκ της Κίνας και κατέλαβε όλη την περιοχή της κομητείας Ντάνκαν. Η εισβολή αυτή των αντιπάλων τους Ρώσων στην Σιντζιάνγκ, αποτελούσε για τους Βρετανούς μια εξαιρετικά ευνοϊκή συγκυρία, αφού γνώριζαν το απωθημένο και το μαράζι των Κινέζων εναντίον των Ρώσων, που, με το πέρας των Πολέμων του Οπίου, με τις Άνισες Συνθήκης είχαν εξασφαλίσει ανέξοδα για λογαριασμό της Τσαρικής Ρωσίας τα πολύτιμα, για την Αυτοκρατορική Δυναστεία των Τσινγκ πατρογονικά εδάφη της Μαντζουρίας στην Άπω Ανατολή.
Οι Βρετανοί, λοιπόν, δεν άργησαν να αδράξουν αυτή την ανέλπιστη για αυτούς ευκαιρία ώστε να έρθουν σε επαφή με την κυβέρνηση Τσίνγκ και δεν χρειάστηκε πολύ προσπάθεια για να τους πείσουν η χώρα τους να λάβει μέρος στο Μεγάλο Παιχνίδι που παίζονταν εναντίον της Ρωσίας στην Κεντρική-Νότια Ασία, εφοδιάζοντάς την Κίνα με γενναίο οπλισμό που αποτελούνταν από καραμπίνες Winchester και τουφέκια Mauser.
Με αυτά για όλη την επόμενη δεκαπενταετία οι Κινέζοι, πεισμωμένοι, πολεμούσαν με τους Ρώσους για να ανακαταλάβουν την περιοχή Ντάνκαν της Σιντζιανγκ, την ίδια ώρα που οι Βρετανοί έκαναν ανάπαυλα μεταξύ πρώτου και δεύτερου Αφγανικού Πολέμου. Άλλοτε ανακαταλάμβαναν οι Ρώσοι την Σιντζιάνγκ κι άλλοτε οι Κινέζοι εισχωρούσαν στα τέως ρωσικά εδάφη του σημερινού Καζακστάν.
Στα 1877 η Κίνα είχε απωθήσει σχεδόν ολοσχερώς την Τσαρική Ρωσία από τα εδάφη της, ωστόσο τίποτα δεν έδειχνε ότι οι Ρώσοι θα το έβαζαν κάτω ή ότι στις προθέσεις τους δεν ήταν να προχωρήσουν μέχρι τις Βρετανικές Ινδικές αποικίες. Τότε όμως ακριβώς ήταν που άρχισαν να έρχονται, από διάφορες πλευρές, συστηματικά στα αυτιά του Τσάρου πληροφορίες ότι η Κίνα προμηθευόταν πρόσθετο οπλισμό. Μάλιστα οι πληροφορίες αυτές ήταν λεπτομερείς και περιέγραφαν με άκρα μυστικότητα στα αυτιά του Τσάρου πως η Κίνα είχε προχωρήσει σε αγορές τεράστιων ποσοτήτων πολεμοφοοδίων από την νεοσύστατη Γερμανία του Όττο Φον Βίσμαρκ. Στα επόμενα χρόνια οι ψίθυροι ότι οι Κινέζοι το φέρουν βαρέως κι ετοιμάζονταν να ανακαταλάβουν την Έσω Μαντζουρία , ανατάραζαν πολύ συχνά την ηρεμία του Τσάρου. Γύρω στο 1880 πια, οι πληροφορίες πλήθαιναν κι έλεγαν ότι έως και 260 χιλιάδες τουλάχιστον σύγχρονα τουφέκια της εποχής, μεταφέρθηκαν με βάρκες από την Αμβέρσα στην Κίνα. Ο Τσάρος το είχε ήδη μέσα του βέβαιο ότι οι Τσινγκ σκόπευαν να επιτεθούν στην χώρα του από την εκδιαμέτρου αντίθετη πλευρά της Άπω Ανατολής και να πάρουν πίσω τα χαμένα τους εδάφη της Μαντζουρίας. Συγχρόνως με τις δυσάρεστες ειδήσεις αυτές, πολλαπλασιάζονταν οι ανησυχίες αλλά και οι πιέσεις των υπόλοιπων δυτικών δυνάμεων προς τον Τσάρο ότι θα ευθύνεται πλέον αυτός και μόνον εάν οι Κινέζοι στρατιώτες γίνονταν ποτέ έμπειροι στον ευρωπαϊκό τρόπο πολέμου κι έχαναν όλοι εντέλει τα προνόμια που τους είχαν εξασφαλίσει οι Πόλεμοι του Οπίου. Επιπλέον σε αυτές τις ανησυχίες έρχονταν να προστεθούν κι οι προειδοποιήσεις των διάφορων συμβούλων του που ήδη επέρριπταν ευθύνες στον Τσάρο, λόγω απραξίας εάν επιτίθονταν η πάνοπλη πλέον Κίνα κι επιτύγχανε την πιθανή ανακατάληψη της Μαντζουρίας ..
Έτσι, εντέλει ο Τσάρος , αργά και σταθερά, σύρθηκε και προχώρησε στην υπογραφή το 1881 της Συνθήκης της Αγίας Πετρούπολης. Με την Συνθήκη αυτή η Ρωσία, παραιτούνταν από οιαδήποτε διεκδίκηση στο μέλλον των εδαφών της Σιντζιανγκ στην δυτική πλευρά των κοινών της συνόρων με την Κίνα, υπόσχονταν μεγάλες αποζημιώσεις προς την Κίνα για τις απώλειες ζωών και τις καταστροφές περιουσιών που προκλήθηκαν κατά την περίοδο του πολέμου και το χειρότερο, παρέδιδε στην Κίνα , μέρος από τα εδάφη της Τσαρικής Ρωσίας του σημερινού Κιργιστάν και Καζακστάν που συνόρευαν προς βορρά με την περιοχή Ντάνγκαν της επαρχίας Σιντζιάγκ της Κίνας, για να εγκατασταθούν σε αυτήν κινέζικοι πληθυσμοί, όπερ κι εγένετο.
Η Συνθήκη της Πετρούπολης, πράγματι, θεωρήθηκε ως θριαμβευτική νίκη της Δυναστείας των Τσινγκ και τους έδωσε ενός βαθμού ικανοποίησης. Από την άλλη πλευρά, για την Ρωσία έγινε αντιληπτή ως οδυνηρά καταστρεπτική οπισθοδρόμηση κι ως άτακτη υποχώρηση κι αποτέλεσε αντικείμενο ευρείας εσωτερικής κριτικής και διαρκούς ομφαλοσκόπησης, μεταδίδοντας στο εσωτερικό της χώρας την βαριά αίσθηση μιας εξαιρετικά μεγάλης ήττας έναντι της βρετανο-σινικής συμμαχίας η οποία σέρνονταν μέσα στην ρωσική κοινωνία για τα πολλά επόμενα χρόνια.
Για την ιστορία το Μεγάλο Παιχνίδι μεταξύ Μεγάλης Βρετανίας και Τσαρικής Ρωσίας, έριξε αυλαία, λήγοντας στην ουσία το 1895, οπότε υπογράφηκε μεταξύ τους Πρωτόκολλο, με το οποίο στην περιοχή του Παμίρ, στο ύψος τους σημερινού τριεθνούς Αφγανισταν-Κίνας-Πακιστάν, χαράσσονταν ως γραμμή Ουαχάν , που όριζε μια μεταξύ τους ουδέτερη ζώνη με την οποίια υπόσχονταν ότι οι Ρώσοι δεν θα κατέβουν ποτέ στην Ινδική Υποήπειρο, ούτε θα την διεκδικούσαν, αλλά ούτε και θα αποτελούσαν απειλή για τα Βρετανικά συμφέροντα. Το δε Πρωτόκολλο του 1895, επικυρώθηκε το 1907 με την υπογραφή της μεγάλης Ρωσο-Βρετανικής Συνθήκης.
*
Η δε Βρετανία, μετά τον τρίτο βρετανο-αφγανικό πόλεμο τον οποίο έχασε κατά κράτος το 1919 από τις Αφγανικές δυνάμεις, απομακρύνθηκε εντελώς από τις εδαφικές διεκδικήσεις της έναντι του Αφγανιστάν.
*
Κι όσο για την Ρωσία, μάλλον δεν θα την είχε γλιτώσει τόσο φτηνά, ούτε η Κίνα θα περιορίζονταν ποτέ μόνον στα πλαίσια των όρων της μεταξύ τους Συμφωνίας της Αγίας Πετρούπολης του 1881, εάν δεν προλάβαινε εντωμεταξύ να της επιτεθεί το 1884 πρώτα η Γαλλία και στην συνέχεια το 1894 η Ιαπωνία, από τις οποίες η Κίνα δοκίμασε εκ νέου οδυνηρές ήττες.
*
Τον δε τελευταίο πόλεμο αυτόν, που τον διεξήγαγε με τον απίστευτα εκσυγχρονισμένο στρατό της η Ιαπωνία τον έχασε σε τέτοιο βαθμό η Κίνα ώστε αναγκάστηκαν οι Αγγλία, Γαλλία και Ρωσία να συνασπιστούν μεταξύ τους για να επιβάλλουν στην νικήτρια κι ανερχόμενη πλέον δύναμη, Ιαπωνία, λιγότερο επαχθείς όρους προκειμένου να μετριαστούν οι συνέπειες αυτού του Α’ Σινο-Ιαπωνικού πολέμου που άφησε πίσω του μια εντελώς πλέον εξαθλιωμένη κι ηττημένη Κίνα.
Η Κίνα πέραν όλων των υπολοίπων δυσβάσταχτων για την κατάσταση της όρων, με την Συνθήκη του Σιμονοσέκι στα 1895, παρέδωσε στην Ιαπωνία την κατοχή και κυριαρχία του νησιού της Φορμόζα, δηλαδή της σημερινής νήσου Ταϊβάν.
Β! ΜΕΡΟΣ: Η ΜΕΤΑΒΑΣΗ ΣΤΟΝ 20ο ΑΙΩΝΑ
Φωτογραφία: Η πρώτη Εθνοσυνέλευση της Πρώτης Δημοκρατίας της Κίνας
Στα 1911, η συσσώρευση τόσου Κινεζικού θυμού, που είχαν προκαλέσει οι αλλεπάλληλες ταπεινώσεις και ήττες του προηγούμενου αιώνα, οδήγησε στην κατάρρευση την ήδη ευρισκόμενη προ πολλού σε παρακμή Δυναστεία των Τσινγκ κι οδήγησε μέσω της λαϊκής επανάστασης της Σαγκάης, στην σύσταση της Πρώτης Δημοκρατίας της Κίνας, που έμελλε να διαγράψει από το 1912 , μια πολυκύμαντη πολιτειακή διαδρομή έως το τέλος της το 1949.
Ένα σύστημα κινέζικης μοναρχίας συνολικά 2.132 ετών τέλειωνε συμπαρασύροντας μαζί του και την Αυτοκρατορική κυριαρχία της Δυναστείας των Τσινγκ, που είχε καταφέρει να διαρκέσει συνολικά 276 χρόνια
*
Συγχρόνως, την ίδια δεκαετία, από την άλλη μεριά του πλανήτη, ενώ στην Ευρώπη λυσσομανούσε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος (1914-1918), μια άλλη επική Δυναστεία, αυτή των Ρομανόφ, Τσάρων Πασών των Ρωσιών, κατέρρεε κι ο Τσάρος Νικόλαος παραιτούνταν του αξιώματος του, ύστερα από την πρώτη αστική επανάσταση εκείνου του έτους που είχε ξεσπάσει στην πρωτεύουσα της Αγίας Πετρούπολης τον Φεβρουάριο του 1917.
Ο κόσμος βρισκόταν πλέον μπροστά σε κοσμογονικές ανατροπές κι οι εξελίξεις που θα ακολουθούσαν έμελλαν να φέρουν ολόκληρο τον πλανήτη αντιμέτωπο με νέες περιπέτειες…
Μια εποχή έριχνε αυλαία, μια νέα ξεκινούσε…
-Στάση Πρώτης Δημοκρατίας της Κίνας απέναντι στην Οκτωβριανή Επανάσταση
Όπως ήδη είπαμε, ο Τσάρος Νικόλαος είχε παραιτηθεί ήδη από τον Φεβρουάριο του 1917. Η πάλαι ποτέ Τσαρική Ρωσία, όπως την γνώριζε όλος ο τότε κόσμος, μαζί με την παραίτησή του Τσάρου είχε χαθεί κι αυτή οριστικά. Μια σειρά από προσωρινές κυβερνήσεις που ακολούθησαν, με τελευταία αυτή του Αλεξάντρ Κερέντσκι ,που υποστηρίζονταν από ένα συνασπισμό φιλελεύθερων κι αγροτών σοσιαλδημοκρατών, κατέστη αδύνατον να βγάλει την χώρα από την πείνα, την ανεργία , τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να βάλει τάξη στο χάος, που είχε γενικότερα προκαλέσει η αστική επανάσταση του Φεβρουαρίου.Όπως ήδη είπαμε, ο Τσάρος Νικόλαος είχε παραιτηθεί ήδη από τον Φεβρουάριο του 1917. Η πάλαι ποτέ Τσαρική Ρωσία, όπως την γνώριζε όλος ο τότε κόσμος, μαζί με την παραίτησή του Τσάρου είχε χαθεί κι αυτή οριστικά. Μια σειρά από προσωρινές κυβερνήσεις που ακολούθησαν, με τελευταία αυτή του Αλεξάντρ Κερέντσκι ,που
Την 25 Οκτωβρίου με το παλιό ημερολόγιο, 7 Νοεμβρίου του 1917, με το νέο ημερολόγιο, ενώ η λαϊκή οργή διογκώνονταν, μέρα με την μέρα, όλο και πιο πολύ, το ιδρυθέν από τα 1912 κόμμα των Μπολσεβίκων ( σσ «μπολσεβίκος» στα ρωσικά σημαίνει «πλειοψηφία»), που είχε σχηματιστεί κατόπιν διάσπασής του από το Ρωσικό Σοσιαλδημοκρατικό Εργατικό Κόμμα και πρόσκειτο στην άκρα ριζοσπαστική, κομμουνιστική αριστερά, με αρχηγό του τον Βλαντιμίρ Ίλιτς Ουλιάνοφ, στον οποίο είχε δοθεί έως τότε ψευδώνυμο Λένιν (σσ από τον ποταμό Λένα που ρέει στην αντίθεση κατεύθυνση από τον Βόλγα και με το οποίο έκτοτε καθιερώθηκε να αναγνωρίζεται, πήρε τα όπλα, εξεγέρθηκε και πραξικοπηματικά, μπήκε και κατέλαβε, με τους ομοϊδεάτες-συντρόφους του, όλες τις κρατικές δομές αρχικά στην πρωτεύουσα Αγία Πετρούπολη και μετά την Μόσχα, επιχειρώντας να αναλάβει την εξουσία.
*
Αυτή η κίνηση αποτέλεσε και την αρχή ενός εμφύλιου ρωσικού πολέμου. Για μια πενταετία περίπου, μεταξύ 1917 έως και 1922 , ολόκληρη η Ρωσία συνταράσσονταν εκ βάθρων από τον εμφύλιο πόλεμο που μαίνονταν μεταξύ του «Κόκκινου Στρατού» των Μπολσεβίκων και των αντικομμουνιστών, φιλελεύθερων «Λευκών Δυνάμεων»..
Στα 1917 η νεοσύστατη τότε Πρώτη Δημοκρατία της Κίνας, συνταραζόταν κι αυτή με την σειρά της από πολιτειακή ανωμαλία και στρατιωτικά πραξικοπήματα, που την δίχαζαν εσωτερικά ως χώρα, στον βορρά και τον νότο της. Κι όσο κι αν πόνταρε κανείς, συνυπολογίζοντας και την εξασθένιση της από όλους τους πολέμους του περασμένου αιώνα, ότι την Κίνα λίγο θα την ενδιέφερε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος, η κύρια πράξη του οποίου διαδραματίζονταν στην εκ διαμέτρου αντίθετη, από αυτήν, πλευρά του πλανήτη, δηλαδή στα Ευρωπαϊκά εδάφη, θα έπεφτε δραματικά έξω κι έκπληκτος θα πληροφορούνταν πως η Κίνα, τον Αύγουστο του 1917, τερμάτισε την πολιτική ουδετερότητα, που κρατούσε μέχρι τότε, κήρυξε τον πόλεμο στις Κεντρικές Δυνάμεις και συντάχθηκε στο πλευρό των συμμαχικών δυνάμεων της Αντάντ στέλνοντας , μάλιστα, 140 χιλιάδες άντρες που υπηρέτησαν και πολέμησαν υπό την διοίκηση του Βρετανικού Στρατού. Έτσι, κατά την λήξη του στα 1918, η Κίνα συγκαταλέγονταν επίσης, στις νικήτριες συμμαχικές δυνάμεις της Ανταντ, του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου.
*
Και όχι μόνον αυτό…Ενόσω μαίνονταν ο Ρωσικός εμφύλιος, που είχε ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 1917, η διεθνώς αναγνωρισμένη Κυβέρνηση του Μπεϊγιανγκ της Πρώτης Δημοκρατίας της Κίνας με έδρα το Πεκίνο (σσ: η κυβέρνηση πήρε το όνομά της από έναν στρατηγό των Τσίνγκ που είχε αναλάβει ως πρωθυπουργός της) συμμετείχε με δύναμη 2.300 ανδρών στις πολυεθνικές δυνάμεις, που πολεμούσαν εναντίον του Κόκκινου Στρατού των Μπολσεβίκων.
Ένα από τα κίνητρα της φαινομενικά αναιτιολόγητης αυτής συμμετοχής της, θα μπορούσε να ήταν η προσπάθειά της να ελέγξει τα εσωτερικά πολιτικά πράγματα της Ρωσίας , ώστε στο μέλλον με ειρηνικά μέσα να αναλάβει πίσω την κυριαρχία της Μαντζουρίας…
Αυτό, το τελευταίο της συμμετοχής Κινέζικης δύναμης προς υποστήριξη των Λευκών Δυνάμεων κατά την διάρκεια του ρωσικού εμφυλίου, δεν πέρασε απαρατήρητο από τους Μπολσεβίκους οι οποίοι μόλις ανέλαβαν την εξουσία στην χώρα τους, σχεδόν αμέσως, από το 1923, παρείχαν πλέον οικονομική βοήθεια και κάθε δυνατή υποστήριξη στο KMT (Kuomintang) γνωστό κι ως Κινέζικο Εθνικιστικό Μέτωπο, που δεν αναγνώριζε την εξουσία της Κυβέρνησης του Μπεϊγιανγκ κι ήταν το βασικό αντίπαλο δέος της .
Συγχρόνως, με την υποστήριξη τους αυτή, οι σοβιετικοί συμμάχησαν και με ένα ακόμα μικρό κι άγνωστο ως τότε κόμμα, από το οποίο δεν μπορούσε να περιμένει και πολλά κανείς, εκείνη την εποχή. Αυτό δεν ήταν άλλο από το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ).
Τελικά. τα δύο κινέζικα κόμματα. που υποστήριξαν οι σοβιετικοί, δηλαδή Κινέζικο Εθνικιστικό Μέτωπο (KMT) και το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), αφής μόλις έλαβε την σχετική έγκριση κι εντολή από την Κομμουνιστική Διεθνή, συνασπίστηκαν το 1923 κι οδηγήθηκαν, για μικρό χρονικό διάστημα σε κυβέρνηση το 1928, οπότε η Σοβιετική Ένωση, εκμεταλλεύτηκε το σύντομο παράθυρο που της ανοίχτηκε και σύνηψε για πρώτη φορά διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα.
*
– Ο Σινο-Σοβιετικός πόλεμος του Ανατολικού Σιδηροδρόμου:
Παρά την εξέλιξη αυτή οι Σινο-Ρωσικές σχέσεις, τελικά δεν βελτιώθηκαν και συνέχιζαν να παραμένουν άθλιες μέχρι και το 1929 , οπότε δοκίμασαν δριμεία επιδείνωση και καταβυθίστηκαν κυριολεκτικά. Ένας σοβαρός λόγος για την κατάσταση αυτή ήταν ότι, το εθνικιστικό ΚΜΤ , μόλις ανέλαβε την εξουσία στα 1928, εκτόπισε σταδιακά τα μέλη του ΚΚΚ από την κυβέρνηση συνασπισμού κι εκδίωξε τους σοβιετικούς συμβουλάτορες της.
Έτσι κι αφού λάμβαναν χώρα αυτές οι εξελίξεις και δεν υφίστατο πια σοβαρός λόγος για εκεχειρία , πολύ σύντομα στα μέσα του 1929, ξέσπασε μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Πρώτης Δημοκρατίας της Κίνας, ο πόλεμος του Ανατολικού Σιδηροδρόμου.
- Ο Σινο-Σοβιετικός Πόλεμος του Ανατολικού Σιδηροδρόμου του 1929:
Μέσα σε μία νύχτα, εν ριπή οφθαλμού 156 χιλιάδες άνδρες του Σοβιετικού Ρωσικού Κόκκινου Στρατού παρατάχτηκαν ετοιμοπόλεμοι στα σύνορα της Ρωσικής Μαντζουρίας με την Κίνα, με το χέρι ακουμπισμένο στην σκανδάλη και σκοπεύοντας την απέναντι πλευρά.
Αυτή υπήρξε και η πρώτη μεγάλη συγκέντρωση σοβιετικού στρατού στην ιστορία.
Η γραμμή αυτή του Ανατολικού Σιδηροδρόμου είχε ήδη κατασκευαστεί, κυρίως για να εξυπηρετήσει εμπορικούς λόγους, μεταξύ 1897-1902. Η κατασκευή της έγινε ουσιαστικά με έξοδα της Τσαρικής Ρωσικής Αυτοκρατορίας, που είχε δανειστεί για τον σκοπό αυτό. Για τον λόγο αυτό, η Κίνα είχε παραχωρήσει την ιδιοκτησία του τμήματος του CER που διέρχονταν από τα κινεζικά εδάφη στην Τσαρική Ρωσία. Στα χρόνια αυτά ο Τσάρος , παρά την ιδιοκτησία της χώρας του στο κινέζικο τμήμα του CER, από την πλευρά του, όσον αφορά το τμήμα αυτό του που διέρχονταν μέσω Κίνας, διατήρησε μεν την ιδιοκτησία του, αλλά, ως μια διπλωματική κίνηση καλής θέλησης, είχε παραχωρήσει τον έλεγχο, την εποπτεία και την διαχείριση του Ανατολικού Σιδηροδρόμου στην άλλοτε Αυτοκρατορική Κίνα. Η δε κίνηση αυτή του Τσάρου φαίνεται ότι είχε αποδώσει καρπούς, αφού τα επόμενα χρόνια, πράγματι, ο Σιδηρόδρομος οδήγησε σε άνθηση τα εμπόρια και τα πάσης φύσεως συμφέροντα της Ρωσίας στην ευρύτερη περιοχή, εδραιώνοντάς τα.Η αλήθεια είναι πως ,τόσο ο Τσάρος, όσο κι οι Σοβιετικοί είχαν καλλιεργήσει όλο το προηγούμενο διάστημα προσδοκίες στους Κινέζους ότι αυτοί θα έλεγχαν το κινέζικο τμήμα του Ανατολικού Σιδηρόδρομού (CER) που ξεκινάει από το Πεκίνο , περνάει μέσα από τα εδάφη του Κινέζικου βορρά και συνεχίζει στα εδάφη της ρωσικής Μαντζουρίας, καταλήγοντας στο λιμάνι της Σοβιετσκαγια Γκαβάν και στο Βλαδιβοστόκ, από όπου συνδέεται με τον Υπερσιβηρικό.
Τώρα όμως στα 1929 πλέον, ένα κρυφό, το 14ο συγκεκριμένα, Πρωτόκολλο των Σοβιετικών, που φαίνεται να είχε συνταχθεί ήδη από το 1924 , έβλεπε το φως της δημοσιότητας κι υπαγόρευε στους σοβιετικούς πως οποιαδήποτε Συμφωνία μεταξύ Τσαρικής Ρωσίας ή ακόμα και της ίδιας της ΕΣΣΔ με την Κίνα, ακυρώνονταν κι όλες οι συνοριακές κι εμπορικές σχέσεις των δύο χωρών όφειλαν να τεθούν ξανά σε διαπραγμάτευση !
Ποιος ξέρει , μπορεί αυτή η καθυστερημένη ανακάλυψη του Πρωτοκόλλου αρ.14, να σχετίζονταν από την σε εξέλιξη εκδίωξη των Κινέζων κομμουνιστών και σοβιετικών συμβουλατόρων από την συνεργατική κυβέρνηση, που διεξήγαγε την ίδια εποχή το πλειοψηφόν Κινεζικό Εθνικιστικό Κόμμα (ΚΜΤ)…
Πάντως , ύστερα από την εμφάνιση του εγγράφου, προκειμένου να αποφύγουν τον μεταξύ τους πόλεμο, που δεν επρόκειτο εντέλει να αποφευχθεί, οι δύο χώρες κατέληξαν ότι θα ελέγχουν από κοινού τον Ανατολικό Σιδηρόδρομο (CER) καθόλο το μήκος του που διέρχεται μέσα από την κινεζική περιφέρεια. Δηλαδή 50-50, αλλά… Αλλά στην πραγματικότητα, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, οι Σοβιετικοί δημιούργησαν περισσότερες θέσεις εργασίας στον σιδηρόδρομο και προσέλαβαν αντίστοιχους σοβιετικούς εργάτες, με αποτέλεσμα να ελέγχουν το 67% όλων των θέσεων στον CER. Κι έτσι οι αγανακτισμένοι Κινέζοι, που δεν αρέσκονται να τους εξαπατάς, εισέβαλλαν κάπου στις αρχές του καλοκαιριού του 1929 στο Σοβιετικό Προξενείο της κινέζικης πόλης Χάρμπιν, που κατείχε θέση-κλειδί για τον σιδηρόδρομο καθώς από εκεί ξεκινούν διακλαδώσεις του που τον συνδέουν με Βλαδιβστόκ κι Υπερσιβηρικό και συνέλαβαν τον τότε Ρώσο Διευθυντή του CER.
Τις δε επόμενες μέρες οι Σοβιετικοί, σε αντίποινα, συνέλαβαν Κινέζους εργάτες που εργάζονταν στον CER . Συγχρόνως, διέκοψαν κάθε διπλωματική σχέση με την Κίνα και μαζί κάθε κυκλοφορία κι επικοινωνία του σιδηροδρόμου και καλού κακού είπαν, αναλαμβάνοντας τα χρήματα από την Σινο-Ρωσική τράπεζα, να μεταφέρουν την συμμετοχής τους τόσο για την δημιουργία της, όσο και τα χρήματα του CER στην Νέα Υόρκη για να εξασφαλίσουν αυτοί τον πλήρη έλεγχο τους.
Όπως ήταν λογικό επακόλουθο, ύστερα από αυτήν την εξέλιξη, κατά τα μέσα του καλοκαιριού του ίδιου έτους ξεκίνησαν οι πρώτες συγκρούσεις οι οποίες πολύ γρήγορα εξελίχθηκαν σε γενικευμένο Σινο-Σοβιετικό πόλεμο.
Να μην τα πολυλογούμε, μέχρι το τέλος του 1929 τον πόλεμο αυτόν τον κέρδισαν κατά κράτος οι Σοβιετικοί.
Ο Στάλιν, που γελούσαν και τα μουστάκια του, καυχιόταν περιιχαρής στον Βιατσέσλαβ Μολότοφ ότι «οι σύντροφοί μας από τον Στρατό της Άπω Ανατολής έδωσαν στους Κινέζους έναν καλό φόβο ! ».
Για να δώσουν όμως αυτό τον φόβο στους Κινέζους, οι Σοβιετικοί σύντροφοι της Άπω Ανατολής, βρέθηκαν εξουθενωμένοι να αντιμετωπίσουν την Ιαπωνία που εισέβαλλε στην Ρωσική επικράτεια. τους νίκησε κατά κράτος αναγκάζοντάς τους το 1931 να της παραχωρήσουν όλα τα δικαιώματα του CER.
Από ότι φάνηκε, τελικά, από την φαγωμάρα Σοβιετικών και Κινέζων, βγήκαν ωφελημένοι οι Ιάπωνες!
Ωστόσο η συγκεκριμένη ιαπωνική εισβολή έφερε συγχρόνως μαζί της κι ένα καλό, γιατί αποτέλεσε και την κύρια αιτία που οδήγησε τους Σοβιετικούς να υπογράψουν με την Κίνα αμέσως κατόπιν το Σύμφωνο μη Επιθετικότητας. Αυτή. που θα ακολουθούσε έμελλε, αν και βραχύβια, να είναι η δεύτερη ειρηνική περίοδος στις σχέσεις των δύο χώρων , ύστερα από την πρώτη περίοδο σχετικής μεταξύ τους ηρεμίας, από το 1680 έως και το 1858.
Βλέπετε οι δύο χώρες πολύ σύντομα, θα έρχονταν αντιμέτωπες με τον μεγαλύτερο κίνδυνο στην ιστορία τους. Σε λίγο ξεκινούσε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος κι οι ίδιες οι περιστάσεις τις ωθούσαν να πιαστούνε χέρι χέρι…
*
– Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Και κάπως έτσι φτάνουμε πλέον στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτός στην Άπω Ανατολή, ξεκίνησε στα 1937 με την εισβολή στην Κίνα της Ιαπωνίας . Η Ιαπωνία ανήκε στις δυνάμεις του Άξονα κι ήταν σύμμαχος της ναζιστικής Γερμανίας και της φασιστικής Ιταλίας. Η εισβολή αυτή χαρακτηρίστηκε κι ως Β’ Σινο-Ιαπωνικός πόλεμος.
Στον πόλεμο αυτό το κόμμα του Κινέζικου Εθνικιστικού Μετώπου (ΕΜΤ) και το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) συστρατεύτηκαν, αντιστεκόμενα από κοινού στον Ιάπωνα αυτοκράτορα ο οποίος κατέλαβε από άκρου εις άκρον όλη την Κίνα κι ο Κινεζικός λαός συντάχθηκε πίσω από αυτήν την ένωση, που συνιστούσε την δική του εθνική αντίσταση στον κατακτητή. Συγχρόνως, αυτήν ακριβώς, την ίδια εποχή της Κινεζικής αντίστασης, ο λαός της Κίνας, ήρθε σε πραγματική συναναστροφή με το άλλοτε μικρής εμβέλειας επιρροής ΚΚΚ κι άρχισε σταδιακά να συσπειρώνεται όλο και πιο πολύ γύρω από αυτό.
Κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτού οι δύο χώρες πλήρωσαν βαρύ φόρο αίματος κι υπέστησαν τις περισσότερες απώλειες ανθρώπινων ζωών, από οποιαδήποτε άλλη χώρα του πλανήτη.
Η ΕΣΣΔ έχασε 27 εκατομμύρια ανθρώπους κι η Κίνα 35 εκατομμύρια ανθρώπους.
Την 8 Μαΐου 1945, η ναζιστική Γερμανία παραδόθηκε. Τρεις μήνες μετά, ακριβώς τις ίδιες ημέρες, δηλαδή 6 και 9 Αυγούστου, που οι ΗΠΑ βομβάρδιζαν με πυρηνικά την Χιροσίμα και το Ναγκασάκι, ο Σοβιετικός στρατός, εισέβαλλε στην Μαντζουρία, με σκοπό να ανακαταλάβει ολόκληρη την περιοχή από τον Ιαπωνικό στρατό, που ακόμα την κατείχε.
1,5 εκατομμύριο σοβιετικοί του Κόκκινου Στρατού, αντιμετώπισαν 1 εκατομμύριο Ιάπωνες και τους νίκησαν κατά κράτος.
Τα όπλα του Ιαπωνικού Στρατού, που κατάσχεσαν οι Σοβιετικοί, κάπου στις 700 χιλιάδες οπλισμό, τον παρέδωσαν όλον στο Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ) με σκοπό αφενός να εκδιώξει από την χώρα του τον Ιάπωνα κατακτητή, αφετέρου να καταλάβει την εξουσία εκδιώκοντας από αυτήν το Κινέζικο Εθνικιστικό Μέτωπο (ΚΜΤ) που ακόμα την κατείχε.
Ένας νέος εμφύλιος μόλις άρχιζε…
*
-Μεταπολεμική Κίνα, επικράτηση ΚΚΚ.
Από το 1946 έως και το 1949 , οι δυνάμεις του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος (ΚΚΚ) συγκρούονταν με αυτές του Κινέζικου Εθνικιστικού Μετώπου (ΚΜΤ) σε έναν ολοκληρωτικό κι αδυσώπητο πόλεμο, αφού προηγουμένως είχαν συναντηθεί το 1945 οι ηγέτες τους, Μάο Τσε Τούνγκ και Τσιάνγκ Κάι Σεκ αντίστοιχα και συμφώνησαν ότι διαφωνούν.
Στο τέλος του πολέμου αυτού, εκατομμύρια εθνικιστές Κινέζοι του ΚΜΤ , διέφυγαν μαζί με τον ηγέτη τους , βρήκαν καταφύγιο κι εποίκησαν ένα νησί στην θάλασσα της Νότιας Κίνας, ονόματι ως τότε Φορμόζα, όπου οι απόγονοι τους, ίσως και κάποιοι από τους ίδιους, ζουν ακόμα εκεί μέχρι σήμερα. Το νησί τα προηγούμενα 50 χρόνια, πριν την εποίκηση του αυτή, ανήκε από το 1895, ύστερα από τον Α’ σινο-ιαπωνικό πόλεμο, στους Ιάπωνες και ποτέ ως τότε δεν είχε επανέλθει ξανά πίσω στην κυριαρχία της Κίνας.
Την εποχή όμως του Πολέμου του Οπίου αποτελούσε κινεζική επικράτεια, που είχε αποκτηθεί από το 1600 περίπου. Τον 19ο αιώνα, με το πέρας του πολέμου, παραδόθηκε από τους Τσινγκ με Άνισες Συνθήκες στα αποικιακά εμπόρια των Άγγλων. Εκεί, στο νησί αυτό, οι διαφυγόντες στα 1949 Κινέζοι εθνικιστές, βρίσκοντας κάποιους από τους αυτόχθονες, γηγενείς κατοίκους του αλλά κι αρκετούς Ιάπωνες, που μέχρι το τέλος του Β’ΠΠ το κατείχαν κι είχαν ξεμείνει πάνω σε αυτό, ενώθηκαν μαζί τους και διακήρυξαν την ανεξαρτησία τους.
Η μεταπολεμική Κίνα όμως εξακολουθεί να θεωρεί το νησί ακόμα κινεζική επαρχία κι αρνείται μέχρι σήμερα να του παραχωρήσει την ανεξαρτησία του.
Εξ αυτού του λόγου, μόνον 15 χώρες στον κόσμο το αναγνωρίζουν σήμερα εν έτη 2021 ως ελεύθερο κι ανεξάρτητο κράτος.
Οι δε ΗΠΑ, από το 1979 σταμάτησαν να το αναγνωρίζουν ως ανεξάρτητη οντότητα, αλλά συγχρόνως εγγυόνται με στρατιωτική βοήθεια μέχρι τις μέρες μας την ασφάλεια των κατοίκων του και την ειρηνική ζωή πάνω στο νησί. Πράγμα που συνεπάγεται ότι εφόσον θιγεί η ασφάλεια κι η ειρήνη αυτή, οι ΗΠΑ οφείλουν να επέμβουν και να συγκρουστούν με την Κίνα. Το νησί αυτό σήμερα ονομάζεται Ταϊβάν. Επιλέγει τον δυτικό τρόπο ζωής, συγκροτεί μια ημιαυτόνομη περιοχή της Κίνας κι αναμφίβολα συνεχίζει να αποτελεί μέχρι τις ημέρες μας ένα από τα πιο κρίσιμα σημεία διένεξης και πιθανής ανάφλεξης στον πλανήτη.
Οι νικητές του Κινέζικου εμφύλιου πολέμου αυτού, που έληξε πλέον το 1949, κράτησαν όλη την υπόλοιπη χερσαία Κίνα. Tην 1η Οκτωβρίου 1949, το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα (ΚΚΚ), που επικράτησε της σύγκρουσης με τους εθνικιστές, ανέλαβε επισήμως την εξουσία της χώρας κι η Κίνα παρέδωσε τα ηνία της διακυβέρνησης της στον πρώτο ηγέτη και Πρόεδρο του ΚΚΚ, Μάο Τσε Τούνγκ.
Η Κίνα μετονομάστηκε σε «Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας».
Το ΚΚΚ κρατάει ακόμα μέχρι τις μέρες μας τα ηνία της χώρας. Αποτελεί μέχρι σήμερα τον πιο μεγάλο κομματικό σχηματισμό στον κόσμο και τα μέλη του αριθμούν πάνω από 86 εκατομμύρια άτομα, που διοικούν μια χώρα της τάξης του 1,408 δισεκατομμυρίων ανθρώπων .
*
– Κίνα- ΕΣΣΔ: Στην ίδια πλευρά του ποταμού (?)
Ξαφνικά Ρωσία και Κίνα βρέθηκαν στην ίδια πλευρά του ποταμού, να εμπνέονται από τα ίδια μαρξιστικά – λενινιστικά, κομμουνιστικά ιδεώδη.
Κι όμως από ότι φάνηκε στην συνέχεια το ποτάμι αυτό, μάλλον ήταν εξαιρετικά ταραγμένο κι έτσι πολύ σύντομα έστειλε την μία χώρα στην μια όχθη του και την άλλη στην ακριβώς απέναντι …
*
– Οι ιδεολογικές διαφωνίες.
Η ιδεολογική σύμπνοια Κομμουνιστικής Κίνας και Σοβιετικής Ρωσίας, κράτησε μόλις μέχρι τον θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν το 1953.
Μέχρι το 1958 οι εξελίξεις που μεσολάβησαν οδήγησαν το Μάο Τσε Τουνγκ, Πρόεδρο του ΚΚΚ στην προσπάθεια να εξαφανίσει ολοκληρωτικά κάθε μιαρό σοβιετικό ίχνος από τα μυαλά των Κινέζων !
Τα χρόνια που ακολούθησαν, διαίρεσαν όλα τα κομμουνιστικά κινήματα του κόσμου σε Μαοϊστές και Φιλοσοβιετικούς, μετέτρεψαν την Κομμουνιστική Διεθνή σε ρινγκ πυγμαχίας, επηρέασαν όλη την παγκόσμια ισορροπία και τον μεταπολεμικό βηματισμό. που προσπαθούσαν να κρατήσουν όλοι οι υπόλοιποι κι έφεραν τις δύο χώρες ενώπιον ιστορικών προκλήσεων .που τελικά τις οδήγησαν ακόμα και σε μεταξύ τους σύρραξη, ενώ συγχρόνως έθεσαν σε απίστευτο κίνδυνο ολόκληρο τον πλανήτη !
*
Βρισκόμαστε στην περίοδο, του Ψυχρού Πολέμου ανάμεσε σε ΗΠΑ κι ΕΣΣΔ. Δηλαδή στην χρονική περίοδο από το 1945 έως το 1991.
Μετά τον θάνατο του Ιωσήφ Στάλιν, την θέση του Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της ΕΣΣΔ την ανέλαβε το 1953 ο Νικήτα Χρουστσόφ.
Στα 1956 ο Νικήτα Χρουστσόφ, θέλοντας να δώσει τον δικό του βηματισμό στην ΕΣΣΔ κατήγγειλε τον Στάλιν και τον σταλινισμό, τις σταλινικές εκκαθαρίσεις και καταστολές και γενικά διαπίστωσε τις επιβλαβείς συνέπειες της λατρείας της προσωπικότητας. σε μια ομιλία του στο 20ο Συνέδριο του Κόμματος, που έμεινε στην ιστορία ως η «Μυστική Ομιλία» .
Εν συνεχεία ξεκίνησε τον αποσταλινισμό της ΕΣΣΔ.
Η κίνηση αυτή του Χρουστσόφ εξέπληξε δυσάρεστα τον Μάο Τσε Τουνγκ και τα μέλη του Κομμουνιστικού Κόμματος της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ωστόσο το Σύμφωνο της Βαρσοβίας του 1955 το οποίο προέκυψε ύστερα από την συντριβή από την ΕΣΣΔ κάθε αντιφρονούντα στα τότε κράτη του Ανατολικού Μπλοκ της Κεντρικής κι Ανατολικής Ευρώπης, είχε αφήσει ιδιαίτερα ευχαριστημένους τον Μάο και την Κίνα κι έτσι οι αντιδράσεις της κινεζικής πλευράς στον αποσταλινισμό ήταν αρχικά χλιαρές.
Επιπλέον, η θέση σε τροχιά από την ΕΣΣΔ, την αμέσως επόμενη χρονιά, 1957, του Sputnik 1, φάνηκε να εφησυχάζει ακόμα παραπάνω τις μαοϊκές ανησυχίες, οδηγώντας τον Μάο να πλέκει ύμνους για την παγκόσμια υπεροχή του Κομμουνισμού.
Η συνέχεια όμως υπήρξε δυσάρεστη για την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας κι έκρυβε πικρές εκπλήξεις για τον Μάο, ώστε εξαιτίας τους γρήγορα τόσο ο ίδιος όσο και το ΚΚΚ οδηγήθηκαν σε ταχείες αναδιπλώσεις έναντι της Σοβιετικής Ρωσίας..
Αυτές ξεκίνησαν σχετικά σύντομα, όταν ο Νικήτα Χρουστσόφ, προώθησε την θεωρία της «ειρηνικής συνύπαρξης».
Η θεωρία αυτή υποστήριζε ότι, τα σοσιαλιστικά- κομμουνιστικά κράτη θα μπορούσαν άνετα να συμβιώνουν ειρηνικά με τα καπιταλιστικά κράτη και πως μπορούσαν να διαμορφωθούν ανάμεσά τους αντίστοιχες συνθήκες που θα εξασφάλιζαν ένα βιώσιμο μεταξύ τους περιβάλλον, κάτω από το οποίο θα τους δίνονταν η δυνατότητα να βρουν και να αναπτύξουν νέες ισορροπίες ειρηνικής συνύπαρξης.
Υπό αυτές τις εξελίξεις, η Κίνα του Μάο, αντέταξε πως αυτή πιά η εκδοχή Χρουστσόφ, ήταν αδιανόητη κι εξωφρενική κι άρχισε να υποστηρίζει ότι η πολιτική φιλοσοφία, που αντέτεινε η ΕΣΣΔ έρχονταν σε πλήρη αντίθεση πλέον με την λενινιστική- μαρξιστική αρχή της ανταγωνιστικής αντίφασης που υπαγόρευε ότι ο σοσιαλισμός και ο καπιταλισμός δεν μπορούσαν ποτέ να συνυπάρξουν ειρηνικά μεταξύ τους. Έτσι, για την Κίνα του Μάο, οι θεωρίες που αναπτύσσονταν στην ΕΣΣΔ κι επηρέαζαν τα ανά τον κόσμο κομμουνιστικά κόμματα, συνιστούσαν άκρατο αναθεωρητισμό, απαράδεκτη απομάκρυνση από τις κοινές αρχές κι αξίες του παγκόσμιου κομμουνισμού, προδοσία της ορθόδοξης ερμηνείας του μαρξισμού λενινισμού και το λιγότερο που μπορούσαν να χαρακτηριστούν ήταν ως επικίνδυνες κι υποκρύπτουσες έναν ξεκάθαρο μαρξιστικό ρεβιζιονισμό, δηλαδή μία προσπάθεια συμμαχίας με την αστική τάξη.
Ήδη, άλλωστε, ο Μάο είχε υποστηρίξει ότι όσον αφορά τον πλήρη πυρηνικό πόλεμο , η ανθρώπινη φυλή δεν θα καταστραφεί, αλλά αυτή η κίνηση συνιστούσε την ευκαιρία για να αναδειχθεί πλέον στην επιφάνεια ένας γενναίος, νέος κομμουνιστικός κόσμος από τις στάχτες του ιμπεριαλισμού.
Ο Χρουστσόφ όμως, από την άλλη πλευρά, πιο ρεαλιστής, πίστευε ότι στρατηγικές επιλογές και δόγματα, όπως η ιδέα της Αμοιβαίας Εξασφαλισμένης Καταστροφής (MAD), δηλαδή ενός αμοιβαίου πυρηνικού πολέμου μεταξύ κομμουνιστικού και καπιταλιστικού κόσμου, που μπορεί να έβρισκε έδαφος σε περίπτωση πυρηνικής επίθεσης εκ μέρους κάποιου μέλους εκ του κομμουνιστικού μπλοκ, ήταν πιθανόν να οδηγήσουν την Σοβιετική Ένωση σε επικίνδυνα αποτελέσματα, κι έτσι άρχισε να μετριάζει την επιθετική της ρητορικής της ΕΣΣΔ. Ήδη, άλλωστε, ο Μάο είχε υποστηρίξει ότι όσον αφορά τον πλήρη πυρηνικό πόλεμο , η ανθρώπινη φυλή δεν θα καταστραφεί, αλλά αυτή η κίνηση συνιστούσε την ευκαιρία για να αναδειχθεί πλέον στην επιφάνεια ένας γενναίος, νέος κομμουνιστικός κόσμος από τις στάχτες του ιμπεριαλισμού.
Ύστερα από αυτήν την αντιμετώπιση των σοβιετικών, το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα εστίασε εμφατικά πως οι εξωτερικές πολιτικές της ΕΣΣΔ, δεν έδειχναν την αναμενομένη αποφασιστικότητα που προσδοκούσε το κομμουνιστικό κίνημα από έναν ηγέτη του, αλλά αντίθετα ελαχιστοποιούσαν τον κίνδυνο ενός πυρηνικού πόλεμου, που θα οδηγούσε στην τελική επικράτηση του Κομμουνισμού.
Με αυτά και με αυτά, σιγά σιγά άρχισαν να πέφτουν βαριοί χαρακτηρισμοί, από την κομμουνιστική Κίνα πάνω στο τραπέζι εναντίον των Σοβιετικών, όπως «Προδότες της Επανάστασης» , «Σοβιετικοί Ιμπεριαλιστές» , «Καιροσκόποι», «Ρεβιζιονιστές», «Μεγαλύτεροι Εχθροί από τις Καπιταλιστικές ΗΠΑ» κι άλλα τέτοια ωραία, που οδηγούσαν σταθερά τις μεταξύ τους σχέσεις στον εκτροχιασμό, αφού επιχειρούσαν να εμφανίσουν την Κίνα και τον Μάο ως τους μόνους πλέον πραγματικούς φύλακες της ορθόδοξης μαρξιστικής-λενινιστικής ιδεολογίας που τηρούσαν απαρέγκλιτα τις αρχές της
*
Η δυσαρέσκεια των Σοβιετικών είχε χτυπήσει κόκκινο ! Από την δική τους πλευρά, έβλεπαν πως μέχρι τότε είχαν κάνει τόσα πολλά για την Κίνα, που στα μάτια τους αποδεικνύονταν αχάριστη. Την είχαν βοηθήσει, εφοδιάζοντας με όπλα το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα, ώστε να απελευθερωθεί η χώρα από τους Ιάπωνες κατακτητές της στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και να αποκτήσει την ανεξαρτησία της. Τα ίδια αυτά όπλα ήταν που χρησιμοποιήθηκαν από το ΚΚΚ ώστε να στραφεί εναντίον των Κινέζων Εθνικιστών και να καταλάβει στα 1949 την εξουσία. Ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν, ήταν οι Ρώσοι αυτοί που είχαν μεταφέρει ως και τις τεχνολογίες αιχμής τους στην Κίνα.. Μέχρι και με την τεχνογνωσία της πυρηνικής τους τεχνολογίας την είχαν εφοδιάσει κι ορίστε τώρα τι εισέπρατταν !
Μέχρι τα 1962 οι Σοβιετικοί είχαν αποσύρει από την Κίνα όλους τους τεχνικούς της ΕΣΣΔ , δηλαδή περίπου 1.400 επιστήμονες κι ακύρωσαν 200 επιστημονικά κοινά έργα. Παράλληλα, ως ένδειξη δυσαρέσκειας στους προσβλητικούς χαρακτηρισμούς που εξαπέλυε εναντίον τους ο Μάο και η Κίνα , με την πρώτη ευκαιρία, την είχαν ξεκόψει από κάθε οικονομική βοήθεια και στρατιωτική υποστήριξη.
Στις ομιλίες του ο Χρουστσόφ γίνονταν όλο και πιο κυνικός, όλο και πιο επιθετικός, προσπαθώντας ευκαιρίας δοθείσης να γελοιοποιήσει την Κίνα και τον Μάο προς πάντες , τονίζοντας πυκνά συχνά κι εμφατικά πως ο Μάο δεν διαφέρει καθόλου από τον Στάλιν και πως είναι ακραίος αριστερός ρεβιζιονιστής. Αυτή η λέξη , «ρεβιζιονιστής» , πήγαινε κι ερχόταν ! Ο Μάο από την άλλη ανταπαντούσε πως αυτός είναι ο πραγματικός κληρονόμος του μαρξισμού –λενινισμού κι ότι η ΕΣΣΔ αποτελούσε πλέον ζωντανή προσβολή για το ανά τον κόσμο κομμουνιστικό κίνημα. Ο Χρουστσόφ έπαιρνε σειρά κι αντέτασσε πως ο Μάο ήταν ψυχικά ανισόρροπος κι είχε χάσει κάθε αίσθηση μέτρου και λογικής και γενικά οι προσβολές, σαν την μπάλα του πινγκ πονγκ , πήγαιναν από την μία μεριά του τερέν στην άλλη, όλο και με μεγαλύτερη ορμή, όλο και με πιο δυνατό το χτύπημα της κάθε επόμενη φορά. Η δε, υπόλοιπη διεθνής κοινότητα δεν προλάβαινε καν να στρέψει το κεφάλι για να παρακολουθήσει την διαδρομή αυτής της μπάλας και τις μεταξύ τους εξελίξεις.
*
Έως το 1963 η διάσπαση του κομμουνιστικού κινήματος παγκοσμίως, ήταν πλέον αδιαμφισβήτητο γεγονός!
Το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα έπαψε να παρουσιάζει πλέον μια συμπαγή δομή κι είχε περιπέσει σε διχόνοια και διάσπαση.
«Ως μαρξιστές έχουμε υποστηρίξει ότι η ειρηνική συνύπαρξη μεταξύ των εθνών δεν περιλαμβάνει τη συνύπαρξη μεταξύ των εκμεταλλευτών και των εκμεταλλευόμενων, μεταξύ των καταπιεστών και των καταπιεσμένων», διακήρυττε ο Αργεντίνος Τσε Γκεβάρα το 1964 στην ομιλία του στον ΟΗΕ.Το παγκόσμιο κομμουνιστικό κίνημα έπαψε να παρουσιάζει πλέον μια συμπαγή δομή κι είχε περιπέσει σε διχόνοια και διάσπαση. Τα διάφορα ανά τον κόσμο κομμουνιστικά κινήματα, είχαν διαιρεθεί σε σοβιετικό μπλοκ και μαοϊκό μπλοκ και με την πρώτη ευκαιρία προκαλούσαν, επιτίθονταν ή συγκρούονταν μεταξύ τους, αντιμετωπίζοντας το ένα το άλλο ως τον απόλυτο ιδεολογικό του εχθρό, αναλόγως ποια από τις δύο πλευρές έπαιρναν.
*
– Η γεωπολιτική αντιπαλότητα που έκρυβαν οι ιδεολογικές διαφωνίες ΕΣΣΔ και ΛΔΚ.
Επειδή όμως το θέμα μας δεν είναι οι μαρξιστικές – λενινιστικές διαφωνίες των δύο κομμουνιστικών μπλοκ της εποχής, ούτε κι όλα τα ιστορικά γεγονότα που λάμβαναν χώρα και τις εξέθρεφαν, αυτό που αξίζει να σχολιάσουμε τώρα, αφού πήραμε μια γενική γεύση των μεταξύ τους ιδεολογικών διαξιφισμών , είναι πως τα ίδια τα γεγονότα που έλαβαν χώρα, μεταξύ Σοβιετικής Ένωσης και Μαοϊκής Κίνας, την δεκαετία από το 1953 έως και την πλήρη ιδεολογική αποξένωση τους το 1963, καθιστούν κάτι πλέον από σαφές πώς πίσω από όλες αυτές τις ιδεολογικές αντιπαραθέσεις, τις δογματικές αψιμαχίες και στην συνέχεια τις εκατέρωθεν άγριες λεκτικές ξιφομαχίες, στην ουσία δύο κόσμοι αντιπάλευαν ανηλέως μεταξύ τους, αποσκοπώντας στην επικράτηση και τον έλεγχο των ανά τον κόσμο κομμουνιστικών κινημάτων και μέσω αυτών στην απόκτηση παγκόσμιας ισχύος και κυριαρχίας, αφού κατά τα άλλα στην πραγματικότητα πίσω από την κουρτίνα της ιδεολογικής διαμάχης υπέκρυπταν έναν έντονο γεωπολιτικό ανταγωνισμό μεταξύ Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας και Σοβιετικής Ρωσίας αποτελώντας απλώς και μόνον το αναγκαίο υποτυπώδες προκάλυμμά του.
Η ιδέα της «ειρηνικής συνύπαρξης» της ΕΣΣΔ, ενίσχυσε τα αντανακλαστικά της Κίνας και την εκρηκτική ρητορική του Μάο που ένιωσε τον κίνδυνο να μείνει η χώρα του γεωπολιτικά απομονωμένη. Η ανησυχία της Κίνας προέρχονταν κυρίως από το γεγονός ότι, η νέα αυτή σοβιετική φιλοσοφία, που έφερε ο Χρουστσόφ, στην πράξη έδωσε την δυνατότητα σε πολλά κομμουνιστικά κόμματα ανά τον κόσμο ώστε στην πορεία να εγκαταλείψουν την ιδέα μιας ένοπλης κομμουνιστικής επανάστασης που στόχευε στην παγκόσμια κυριαρχία του κομμουνισμού κι είχε ως αποτέλεσμα, κυρίως στα κόμματα των αναπτυγμένων χωρών, αυτά να αρχίσουν να συμμετέχουν στην εκλογική πολιτική σκηνή της χώρας τους και να στελεχώνουν τα εθνικά τους κοινοβούλια. Αυτό με την σειρά του, του συνεπάγονταν πως κανείς πλέον δεν μπορούσε, μέσω μιας κοινής θεωρίας, να τα ελέγξει αποκτώντας ιδεολογική κυριαρχία επ’αυτών ώστε να προσδώσει μέσω αυτής στον εαυτό του την παγκόσμια ισχύ ενός κυρίαρχου διεθνούς παίχτη.
Οι δε, προκλήσεις του Μάο, μέσω δηλώσεων για παγκόσμιας κλίμακας πυρηνικό πόλεμο, κυρίως στόχευαν να αναδείξουν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα την Κίνα ως τον αυθεντικό ηγέτη του και θεματοφύλακα των αρχών της ορθόδοξης ερμηνείας του μαρξισμού-λενινισμού ώστε να κλέψουν από την σοβιετική Ρωσία τα σκήπτρα του πρωτεργάτη της κομμουνιστικής επανάστασης, επιδιώκοντας παράλληλα να παρουσιάσουν την Κίνα ως το αντίπαλο δέος κατά του ιμπεριαλισμού ώστε να αυξήσουν την διαπραγματευτική ισχύ της απέναντι στον Δυτικό-καπιταλιστικό κόσμο, περιθωριοποιώντας από τον ρόλο αυτό την ΕΣΣΔ.
Ούτε βέβαια, η Κίνα καλόβλεπε ποτέ της, την διαρκή πριμοδότηση και τις φιλικές σχέσεις των Σοβιετικών με την αιώνια αντίπαλο της την Ινδία και την συνεχή , συστηματική κι απειλητική για αυτήν προμήθεια στρατιωτικού εξοπλισμού της τελευταίας από την Ρωσία, που εκλαμβάνονταν ως εχθρική κίνηση που συγκρούονταν προς τα γεωπολιτικά συμφέροντα της Κίνας. Ως τέτοια , η Ρωσο-Ινδική συνεργασία, με την σειρά της, τροφοδοτούσε τις ιδεολογικές εκρήξεις και διαφωνίες του Μάο και του ΚΚΚ, πίσω από τις οποίες η Κίνα ουσιαστικά συγκάλυπτε τις συνεχώς επιδεινούμενες ανησυχίες της.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ, ότι όταν ξέσπασε η Σινο-Ινδική σύρραξη του 1962 στα κοινά σύνορα των Ιμαλαϊων (διαμάχη που συνεχίζεται μέχρι σήμερα), δηλαδή λίγο πριν διαρρηχθούν οριστικά οι Σινο-Ρωσικές σχέσεις, οι Σοβιετικοί τάχθηκαν ξεκάθαρα και δημόσια υπέρ της Ινδίας εφοδιάζοντας την με τα πιο υπερσύγχρονα για την εποχή μαχητικά MIG και με ότι πιο προηγμένο στρατιωτικό εξοπλισμό διέθεταν. Άλλωστε η τακτική αυτή της Ρωσίας συνεχίζεται ως τις ημέρες μας καθώς από την εποχή εκείνη ακόμα η Μόσχα βλέπει σταθερά την Ινδία ως στρατηγικό της σύμμαχο…
Όσο δε για την ικανοποίηση του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος σχετικά με την πάταξη από την ΕΣΣΔ των αντιφρονούντων του Ανατολικού Μπλοκ και την υπογραφή της Συνθήκης της Βαρσοβίας, που εξέφραζε ο Μάο στα 1955, περισσότερο μάλλον υπέκρυπτε τον φόβο της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, ότι κάθε ανοχή σε αντίστοιχα κινήματα ήταν πιθανόν να γεννήσει προσδοκίες οι οποίες με την σειρά τους θα εξέγειραν αντίστοιχες αντιδράσεις αντιφρονούντων στο δικό της εσωτερικό. Βλέπετε, είμαστε στην εποχή, που μόλις 6 χρόνια προηγούμενα το ΚΚΚ είχε εξωθήσει τους αντιφρονούντες Κινέζους εθνικιστές στο νησί της Ταϊβάν κι οι ζυμώσεις μέσα στα λαϊκά στρώματα της Κίνας ακόμα δεν είχαν κατακάτσει.Η δε πάταξη των αντιφρονούντων του ανατολικού μπλοκ από την ΕΣΣΔ , έδινε μιας πρώτης τάξεως άλλοθι στην ΛΔΚ να πράξει τα ίδια στην Ταϊβάν..
Άλλωστε, η Εκστρατεία «Εκατό Λουλούδια» του Κινεζικού Κομμουνιστικού (ΚΚΚ) Κόμματος. που ξεκίνησε αμέσως μετά, ανάμεσα στα έτη 1956-1957 κι έδινε στους Κινέζους την δυνατότητά να εκφράσουν ελεύθερα και δημόσια την άποψη τους για θέματα, που αφορούσαν την γραφειοκρατία και το ίδιο το ΚΚΚ, αν και δεν ήταν διόλου κολακευτική για τον Μάο, αφού κατέληξε σε μια άκρατη κριτική των Κινέζων εναντίον του, εντούτοις αποδείχθηκε εξαιρετικά πετυχημένη. Κι αύτο, διότι στην ουσία αποτέλεσε μια καλά ενορχηστρωμένη προσπάθεια ενός καλοστημένου σχεδίου του ΚΚΚ, που εκτόνωσε κι εξαέρωσε πολλές από τις επικείμενες αντιδράσεις των πολιτών, φέροντας τα επιθυμητά που έλεγξαν τον κινεζικό λαό της ενδοχώρας και ποδηγέτησαν τις όποιες αντιδράσεις του, λίγο πριν από την επικείμενη επίθεση της Κίνας στην Ταϊβάν και στα πέριξ αυτής νησιά, η οποία έλαβε χώρα την αμέσως επόμενη χρονιά και πιο συγκεκριμένα τον Αύγουστο του 1958. Αυτή, υπήρξε η Δεύτερη, από τις πολλές πλέον μέχρι σήμερα Κρίσεις των Στενών της Ταϊβάν.
*
Η δε απόκρυψη από την Κίνα προς τους Σοβιετικούς της επικείμενης αυτής επίθεσης της στην Ταϊβάν , ψύχρανε πολύ περισσότερο, από την φαινομενικά και μόνον, ιδεολογική τους αντιπαράθεση, την σχέση των Σοβιετικών με την Κίνα. Αυτή καθ’ αυτή η ίδια η επίθεση προξένησε διεθνείς αντιδράσεις κι αποτέλεσε για πρώτη φορά την αιτία ώστε οι ΗΠΑ να απειλήσουν ευθέως την Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας με πυρηνικό πόλεμο και να τροφοδοτήσουν εκ νέου με συστοιχίες πυρηνικών όπλων στην Ταϊβάν (σσ: Οι ΗΠΑ απέσυραν το 1974 εντέλει από το νησί τα πυρηνικά τους όπλα, διατηρώντας ωστόσο, όπως ήδη αναφέρθηκε, τις εγγυήσεις τους για την ασφάλεια των πληθυσμών του.).
Ο Χρουστσόφ, αμφέβαλλε πια εάν υπήρχε ίχνος λογικής πίσω από τις κινήσεις του Μάο , καθώς έβλεπε ότι αυτές, υποκινούμενες από την δίψα του για παγκόσμια εξουσία, γίνονταν κάθε μέρα όλο και πιο απρόβλεπτες, προσπαθώντας να εξωθήσουν τις καταστάσεις στα άκρα, όντας πράγματι ικανές να εκκινήσουν ανά πάσα στιγμή έναν πυρηνικό πόλεμο ανάμεσα στις καπιταλιστικές δυνάμεις και στο κομμουνιστικό μπλοκ.
Έτσι, είδε κι αποείδε ο Χρουστσόφ και το Σεπτέμβριο του 1959 κανονίστηκε συνάντηση του με τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, με σκοπό να μειωθούν οι γεωπολιτικές εντάσεις ΗΠΑ-Σοβιετικής Ένωσης.
Κάθε δε, τυχόν συνεργασία ΗΠΑ-Σοβιετικών, έβλαπτε την Κίνα, περιθωριοποιώντας την από υποψήφια δύναμη που μπορούσε να καθορίσει τις παγκόσμιες ισορροπίες. Έτσι, στην επίσκεψη αυτή του σοβιετικού ηγέτη στον Λευκό Οίκο, ο Μάο Τσε Τούνγκ αμέσως αντέδρασε βίαια, χαρακτηρίζοντας τον Χρουστσόφ ως «οπορτουνιστή που έχει γίνει πολύ ανεκτικός στον αντίπαλο», ενώ το ΚΚΚ εξαπέλυε τα βέλη του με δηλώσεις του τύπου «Η Σοβιετική-Αμερικανική συνεργασία για την κυριαρχία του κόσμου αποσκοπεί σε γεωπολιτικές ενέργειες που αντιφάσκουν στον μαρξισμό-λενινισμό.»
Στους ίδιους όμως πάνω κάτω χρόνους που συμβαίναν όλα αυτά, η Κίνα του Μάο διατηρούσε άριστες σχέσεις με μια σειρά τότε καπιταλιστικών κρατών, που ανήκαν στην σφαίρα του ευρύτερου γεωπολιτικού ενδιαφέροντος της εξωτερικής της πολιτικής, όπως παραδείγματος χάριν με το Πακιστάν , την Αιθιοπία , την Τανζανία , το Ιράν και την Ζάμπια , ενώ συγχρόνως άφηνε ανυποστήρικτη την κομμουνιστική επανάσταση στις Φιλιππίνες. Λίγο δε αργότερα στα 1973 οι πόρτες της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας, άνοιγαν διάπλατες για να υποδεχθεί με κάθε επισημότητα τον δικτάτορα του Ζαϊρ..Ενώ την αμέσως επόμενη χρονιά, στα 1974, η Κίνα έδινε οικονομική πίστωση στον πραξικοπηματία της Χιλής Πινοσέτ κι ας σκότωνε αυτός 1.000 κομμουνιστές κάθε μέρα…
Πώς αλήθεια χρησιμοποιούνται οι ιδεολογίες όταν πρόκειται για τα γεωπολιτικά συμφέροντα των κρατών !!!
Γ! ΜΕΡΟΣ: Η ΠΟΡΤΑ ΤΟΥ ΤΡΕΛΟΚΟΜΕΙΟΥ ΕΧΕΙ ΑΝΟΙΞΕΙ!
Η ρήξη.
Στην συνέχεια οι διαφωνίες, πήραν απρόσμενη τροπή κι άγγιξαν, παρακαλώ, και τα Βαλκάνια, τραβώντας για κάποιο διάστημα όλα τα φώτα της προσοχής πάνω στον κομμουνιστή «σύντροφο» Εμβέρ Χότζα, ηγέτη της Αλβανίας.
Συγκεκριμένα, ο τελευταίος στα πλαίσια της αντιπαλότητας του με τον Γιόζιπ Μπροζ Τίτο , τέως κομμουνιστή ηγέτη της τέως Γιουγκοσλαβίας, που πρόσκειτο στο σοβιετικό μπλοκ , από τα 1956 άρχισε να επισκέπτεται την Κίνα, δίνοντας πλέον σταθερά την εντύπωση ότι απομακρυνόταν από το σοβιετικό μπλοκ κι έπεφτε στην μαοϊκή επιρροή.
Αυτό είχε ως αποτέλεσμα τα επόμενα χρόνια η Κινεζική οικονομική βοήθεια στην Αλβανία να παρουσιάσει θεαματικά υπερβολική αύξηση. Η αύξηση αυτή, ώθησε πλέον τον Νικήτα Χρουστσόφ , να συμπάσχει όλο και περισσότερο με την έννοια της αυτόνομης Ελληνικής Βορείου Ηπείρου (…) και με αυτά και με αυτά τελικά φτάσαμε στο 1961.
Εκεί πλέον στα 1961 η ΕΣΣΔ διέκοψε πλήρως τις διπλωματικές της σχέσεις με την Αλβανία. Κι αυτό ως γεγονός κλιμάκωσε ακόμη περισσότερο την σινοσοβιετική διαμάχη ωθώντας την στα άκρα και σε τέτοιο βαθμό ώστε στα 1962 η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας να διακόψει κάθε διπλωματική σχέση της με την ΕΣΣΔ καταγγέλλοντας την για τυχοδιωκτισμό.
Έως το 1963 οι σχέσεις των δύο κρατών ήταν πλέον μηδενικές κι ανύπαρκτες. Το ένα κομμουνιστικό μπλοκ έδινε ακατάπαυστο αγώνα και προσπαθούσε να αποσπάσει γεωπολιτικές σφαίρες επιρροής από το άλλο, οριστικοποιώντας πια την μεταξύ τους ρήξη και μετατρέποντας την σε αμετάκλητη πραγματικότητα.
*
Εντωμεταξύ, όλος αυτός ο κατά τα άλλα συγκαλυμμένος ως δήθεν ιδεολογικός διχασμός, γεννούσε πλέον τις όλο και περισσότερο επιτεινόμενες ανησυχίες της Δύσης ότι τα πράγματα έπαιρναν μια ανεξέλεγκτη τροπή στις σχέσεις μεταξύ ΕΣΣΔ και Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας κι έβαιναν διαρκώς προς το χειρότερο με τον κίνδυνο να εξωθηθούν ακόμα σε «θερμότερες» μεταξύ τους καταστάσεις, ώστε η τροπή που είχαν πάρει δεν απέκλειε πια το ενδεχόμενο να σύρουν όλον τον πλανήτη σε ένα απίστευτης κλίμακας πυρηνικό ολοκαύτωμα !
Βλέπετε, η Κίνα ήδη είχε ανακοινώσει ότι το πρόγραμμα πυρηνικών δοκιμών της, Project 596 βρίσκονταν σε εξέλιξη… Η διαπίστωση αυτή του επικρεμάμενου άμεσου κινδύνου, οδήγησε με την σειρά της σε αντίστοιχες πιέσεις ώστε οι πυρηνικές δυνάμεις της εποχής, ΗΠΑ, Ηνωμένο Βασίλειο και ΕΣΣΔ, να συμφωνήσουν ταχέως και να οδηγηθούν τελικά , μέσα στο ίδιο έτος, δηλαδή μέσα στο 1963, στην σύναψη μεταξύ τους της Συνθήκης της Μερικής Απαγόρευσης των Πυρηνικών Δοκιμών. Συνοπτικά, η Συνθήκη, απαγόρευε επίσημα τις δοκιμές πυρηνικής έκρηξης στην ατμόσφαιρα της Γης, στο διάστημα και κάτω από το νερό. Ωστόσο, η Συνθήκη επέτρεπε τις υπόγειες δοκιμές με την έκρηξη ατομικών βομβών.
Όμως, ενώ η κίνηση αυτή φαινόταν να απέβλεπε να καταπραϋνθούν οι ανησυχίες της Κίνας ,εντούτοις η Κίνα την εξέλαβε ως εχθρική ενέργεια και προσπάθεια όλων των υπολοίπων να περιορίσουν την δυνατότητά της να εξελιχθεί κι η ίδια σε πυρηνική δύναμη !
Έτσι, πολύ γρήγορα την παράκαμψε, αφού δεν συμμετείχε ως μέλος υπογράφοντας την Συνθήκη και τα πράγματα οδηγήθηκαν αργά και σταθερά προς την 16η Οκτωβρίου 1964, ημέρα κατά την οποία η Κίνα πυροδότησε επισήμως την πρώτη της πυρηνική βόμβα , με μηχανισμό διάσπασης (πυρηνικής σχάσης) του ισότοπου του ουρανίου-235. Συγχρόνως δε, αναγνώριζε επίσημα και με ενός βαθμού χαιρεκακία πως μέρος της τεχνικής βοήθειας για να μπει στον κλαμπ των ισχυρών της Γής, της το παρείχε η ΕΣΣΔ από την προηγούμενη δεκαετία…
*
Η πόρτα του τρελοκομείου είχε ανοίξει !
Μετά τον Πόλεμο των Πυραύλων στην Κούβα το 1962, αυτή ήταν η δεύτερη φορά που το ανθρώπινο γένος έφτασε τόσο κοντά στα πρόθυρα ενός παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου !
Κι αυτό έγινε στα 1969 , όταν βγήκαν στην επιφάνεια και βρήκαν την ευκαιρία επιτέλους να εκδηλωθούν όλα τα απωθημένα, που αιώνες τώρα ασίγαστα σιγόβραζαν και συσσωρεύονταν μέσα στο κινεζικό εθνικό θυμικό κι είχαν τις ρίζες τους στις αλλεπάλληλες πικρές του ήττες, από το μακρινό 1680 και στους αιώνες που ακολούθησαν έως και το 1860 , οι οποίες έσυραν τους Κινέζους με τις Συνθήκες του Νερτσίνσκ (1680), του Κυαχτά (1727) και με τις Άνισες Συνθήκες του Τιενστίν (1958), του Αϊγκούν (1858) και του Πεκίνου (1860) της περιόδου των Πολέμων του Οπίου, να συνθηκολογήσουν και να παραδώσουν ατιμωτικά στην Ρωσία όλα τα πολύτιμα εδάφη τους της Μαντζουρίας.
Για πρώτη φορά, ύστερα από την απόκτηση της πυρηνικής τεχνολογίας και τεχνογνωσίας , η Κίνα, που τόσα χρόνια περίμενε υπομονετικά , ένιωσε τόσο δυνατή ώστε να δημιουργήσει από μόνη της όλες τις προϋποθέσεις και τις συνθήκες εκείνες που θα της επέτρεπαν την ανάκτηση των χαμένων, εδώ κι εκατονταετίες, εδαφών της από τους Ρώσους.. Έτσι, αργά, μεθοδικά και σταθερά κατεύθυνε τα γεγονότα προς τον σινορωσικό πόλεμο, που δεν θα αργούσε να ξεσπάσει…
Αλλά πριν γίνει αυτό έπρεπε πρώτα να «καθαρίσουν» αμφότεροι τα εσωτερικά τους μέτωπα…
*
– Εκατέρωθεν εκκαθαρίσεις εσωτερικών μετώπων πριν την Σινο-Σοβιετική σύγκρουση.
Ήδη από τα 1960, ακριβώς στα 100 χρόνια από την υπογραφή της τελευταίας μεταξύ τους Άνισης Συνθήκης του Πεκίνου στα 1860 κι ενόσω η πολιτική ρητορική των δύο χωρών έβαινε σταθερά προς την εχθρότητα, υποκρυπτόμενη πίσω από τις δήθεν ιδεολογικές διαφωνίες που υπόβαθρό τους είχαν την ιδεολογική πλατφόρμα του μαρξισμού-λενινισμού, η Κίνα άρχισε να συγκεντρώνει σταδιακά, ωστόσο επιδεικτικά, τις δυνάμεις της στα βορειοανατολικά σύνορά της με την ΕΣΣΔ. Την 16 Οκτωβρίου 1964, ημέρα της πυρηνικής δοκιμής, οπότε η Κίνα έμπαινε πλέον στο κλαμπ των ισχυρών της γης πυρηνικών δυνάμεων , περίπου 1,5 εκατομμύριο άντρες είχαν ήδη παραταχθεί κατά μήκος των βορειοανατολικών συνόρων της Κίνας με την ΕΣΣΔ.
Ποτέ δεν έφυγαν έκτοτε από εκεί. Παρέμειναν κι ευκαιρίας δοθείσης προκαλούσαν τον σοβιετικό στρατό. Ωστόσο η Κίνα αισθάνονταν ακόμα αρκετά αδύναμη ώστε να προχωρήσει σε μία κατά μέτωπον επίθεση , γιατί μόλις ανάρρωνε από τον Μεγάλο Λιμό που είχε ενσκήψει στην χώρα. Ο Μεγάλος Λιμός, θεωρείται ως η μεγαλύτερη ανθρώπινη καταστροφή από φυσικά αίτια μέχρι σήμερα κι οδήγησε εκατομμύρια ανθρώπους στον θάνατο από την πείνα. Οι εκτιμήσεις κυμαίνονται από τα 15 εκατομμύρια έως και τα 55 εκατομμύρια ανθρώπων που έχασαν την ζωή τους κατά τον Μεγάλο Λιμό. Τα αίτια του Μεγάλου Λιμού ήταν ένας συνδυασμός άκαιρων πολιτικών του Μάο τα προηγούμενα χρόνια, που είχαν επονομαστεί ως το Μεγάλο Αλμα καθώς και φυσικών καταστροφών (πλημμύρες, καταστροφές φραγμάτων κλπ) που είχαν χτυπήσει συγχρόνως την χώρα.
*
Από την άλλη πλευρά, στο εκδιαμέτρου αντίθετο ημισφαίριο, στην Μόσχα ,στις 14 Οκτωβρίου του 1964 , δύο μέρες ακριβώς πριν την πρώτη δοκιμή πυρηνικής βόμβας από την Κίνα, που την αναβάθμιζε πλέον στις πυρηνικές δυνάμεις της εποχής , στην Ρωσία, είχαμε άλλες εξελίξεις…
Ο έως τότε Γενικός Γραμματέας του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ρωσίας, Νικήτα Χρουστσόφ, οδηγούνταν από τα υπόλοιπα μέλη του κόμματος, με συνοπτικές διαδικασίες, σε «συνταξιοδότηση» και παρέδιδε ειρηνικά τα κλειδιά της εξουσίας της χώρας στον επόμενο Γενικό Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ρωσίας , Λεονίντ Μπρέζνιεφ.
Ο Λεονίντ Μπρέζνιεφ , ανερχόταν στην εξουσία με «φρέσκιες» ιδέες… Οι ιδέες αυτές πρέσβευαν πως οι Σοβιετικοί είχαν το δικαίωμα να ανατρέψουν κάθε κομμουνιστική κυβέρνηση που παρέκκλινε από αυτό που όριζε το Κρεμλίνο.
Και πράγματι η νέα φιλοσοφία αυτή έγινε πράξη στα τέλη Αυγούστου του 1968 όταν οι Σοβιετικές Δυνάμεις εισέβαλλαν στην Τσεχοσλοβακία .
Η εισβολή οφείλονταν στην προσπάθεια του Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της τέως Τσεχοσλοβακίας. Ντούμπσεκ, να επιτρέψει περισσότερες ελευθερίες στους πολίτες της χώρας του, όπως ελευθερία λόγου, χαλάρωση των περιορισμών και της λογοκρισίας στα μέσα ενημέρωσης, ελεύθερα ταξίδια πολιτών, τερματισμό παρακολούθησης τους κι αποκέντρωση εξουσίας με την δημιουργία ομοσπονδιακών κρατιδίων στην Βοημία, Σιλεσία, Μοραβία και Σλοβακία.
Η μεταρρυθμιστική πολιτική αυτή, έμεινε γνωστή στην ιστορία ως «Η Άνοιξη της Πράγας».
Καθώς οι μεταρρυθμίσεις αυτές γεννούσαν τον φόβο της απομάκρυνσης της Τσεχοσλοβακίας από το Ανατολικό μπλοκ και τον κίνδυνο επέκτασης του φαινόμενου και στις υπόλοιπες χώρες, μέσα σε μία νύχτα εισέβαλλαν στην χώρα 500 χιλιάδες Σοβιετικά στρατεύματα,. Τα στρατεύματα συνέλαβαν τον Ντούμπσεκ και κατέστειλαν τα πάντα.
Εννοείται ότι αυτομάτως η Εισβολή των Σοβιετικών στην Τσεχοσλοβακία, βρήκε απέναντί της την Κϊνα.
*
Μια Κίνα όμως, που ήδη δύο χρόνια νωρίτερα, τον Αύγουστο του 1966 ξεκίνησε την λεγόμενη Πολιτιστική Επανάσταση.
Με αυτήν ο Μάο Τσε Τουνγκ, αποφάσισε να εδραιώσει την παντοκρατορία του στρεφόμενος κατά του τότε Προέδρου της Κίνας τον οποίο αποκάλεσε Αρχηγό της Αστικής Τάξης.
Οι οπαδοί του Μάο, επονομαζόμενοι ως Κόκκινοι Φρουροί, εξαπέλυσαν βάρβαρες επιθέσεις εναντίον κάθε αντιφρονούντα, είτε αυτός βρίσκονταν μέσα στο ΚΚΚ αλλά κατά την άποψή τους, δηλαδή κατά την άποψη του Μάο, εξέφραζε ρεβιζιονιστικές- αστικές τάσεις, είτε εκτός κόμματος και κρίνονταν ως ύποπτος εθνικιστικών φρονημάτων.
Τα επεισόδια που ακολούθησαν ήταν εξαιρετικά εκτεταμένα. Χαρακτηρίζονταν από σφαγές, λεηλασίες σε θρησκευτικούς και πολιτιστικούς χώρους, καταστροφές αντικειμένων ανεκτίμητης αξίας κι ιστορικών κειμηλίων, πολιτικές διώξεις, φυλακίσεις, βασανισμούς, δημόσιες διαπομπεύσεις και μαζικές εκτελέσεις. Μέχρι και τα λείψανα της Δυναστείας των Μινγκ βγήκαν από τους τάφους τους, σέρνονταν μέσα στους δρόμους και κάηκαν σε κοινή θέα σε μια προσπάθεια διασυρμού τους. Την εποχή αυτή αξιόλογοι διανοούμενοι κι επιστήμονες της Κίνας, αν δεν εκτελούνταν με συνοπτικές διαδικασίες, οδηγούνταν μόνοι τους στην αυτοκτονία.. Η Κίνα κυριολεκτικά ρήμαξε κι απομονώθηκε διεθνώς. Ο Μάο όμως έγραφε το Κόκκινο Βιβλίο του με τα αποφθέγματά του, έχοντας καταφέρει να εξουδετερώσει τον εσωτερικό του αντίπαλο μέσα στο κόμμα Λιού Σαόκι κι όποιον συλλήβδην θεωρούσε ως πιθανό μελλοντικό αντίπαλο του.
*
Κι όταν πλέον Κίνα και Ρωσία το διάστημα μεταξύ των ετών από 1966 έως και 1968 εκκαθάρισαν τα εσωτερικά τους μέτωπα , τότε , στα 1969, ξεκίνησε πλέον, με κάθε επισημότητα, η μεταξύ τους διασυνοριακή σύρραξη που προορίζονταν να πάρει εξαιρετικά επικίνδυνη για όλη την ανθρωπότητα τροπή…
*
– Ένας ιδεολογικός Πόλεμος, που υπέκρυπτε έναν Γεωπολιτικό , εξελίχθηκε σε Αληθινό και σύντομα κόντεψε να μετατραπεί σε Πυρηνικό !
Το νησί Zhenbao (στα κινέζικα σημαίνει το «Σπάνιο νησί του θησαυρού») ή νησί Νταμάτσκιε (στα ρωσικά πήρε το όνομά του από τον Ρώσο μηχανικό Στανισλάβ Νταμάσκι, που πέθανε εκεί), συνολικής έκτασης μόλις 0,74 τμ., διχοτομεί τον ποταμό Ουσούρι, ο οποίος σηματοδοτεί τα φυσικά σύνορα μεταξύ της βορειοανατολικής Κίνας και της ρωσικής Άπω Ανατολής, δηλαδή της περιοχής της Μαντζουρίας .
Ο ποταμός Ουσούρι , είναι διακλάδωση του ποταμού Αμούρ και καταλήγει στην θάλασσα.
Όπως αναφέρθηκε, ήδη από το 1960 στην Κινέζικη πλευρά των συνόρων είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται περίπου 1,5 εκατομμύριο Κινέζοι στρατιώτες. Έκτοτε η περιοχή δεν ηρέμησε ποτέ ξανά. Στην κινεζορωσική παραμεθόριο τα αλιευτικά σκάφη Κινέζων και Σοβιετικών, τα καλοκαίρια, που έλιωναν οι πάγοι άρχισαν να συγκρούονται μεταξύ τους από τον ξαφνικό συνωστισμό. Ο ποταμός και το σημείο ξαφνικά άρχισαν να αποκτούν μεγάλη κίνηση θαλάσσιων και χερσαίων δυνάμεων. Όταν ξέσπασε δε η Πολιτιστική Επανάσταση , οι Κόκκινοι Φρουροί του Μάο, πήγαιναν κι έπιαναν όλο το μήκος των ακτών του ποταμού ακόμα και τον χειμώνα κι έκαναν επίδειξη στους Σοβιετικούς Στρατιώτες την Κόκκινη Βίβλο του Μάο . Οι τσακωμοί κι οι διενέξεις είχαν φτάσει να αποτελούν καθημερινό φαινόμενο.
Ο Κινέζος ιστορικός Λι Ντάνουϊ, κατόπιν άδειας το 2010 του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος, υποστήριξε ότι η Κίνα είχε αρχίσει τις προετοιμασίες για την πρόκληση πολέμου ήδη από το 1968 και πως τα κινέζικα στρατεύματα είχαν προσπαθήσει συνειδητά, τουλάχιστον δύο φορές να προκαλέσουν πολεμική σύρραξη με τους σοβιετικούς , αλλά μάλλον οι σοβιετικοί δεν ήταν ακόμα προετοιμασμένοι για σύγκρουση και την απέφυγαν.
Ένας άλλος πάλι Κινέζος ιστορικός, ο Γιανγκ Κουισόνγκ, έγραψε: «Υπήρχαν ήδη σημαντικές προετοιμασίες το 1968, αλλά οι Ρώσοι δεν ήρθαν, οπότε η προγραμματισμένη ενέδρα δεν ήταν επιτυχής».
Πράγματι, στις 23 Ιανουαρίου 1969, είχε προηγηθεί μια άλλη βίαιη σύγκρουση που συνέβη στο νησί Ζχενμπάο, η οποία άφησε εκατέρωθεν τραυματισμένους στρατιώτες.
Από τις 6 έως τις 25 Φεβρουαρίου 1969, είχαν συμβεί τουλάχιστον άλλα πέντε παρόμοια περιστατικά.
Στις 2 Μαρτίου όμως του 1969, οι Σοβιετικοί μάλλον ήταν έτοιμοι. Κι έτσι όταν τους έστησε ξανά ενέδρα ο Κινεζικός Λαϊκός Απελευθερωτικός Στράτος (PLA) στην μάχη που διεξήχθηκε, οι μεν Σοβιετικοί έχασαν 58 άντρες, μέσα στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν κι ένας Συνταγματάρχης τους , ο δε Κινεζικός Στρατός 258 άντρες. Στην συνέχεια οι Σοβιετικοί κατέβασαν άρματα μάχης, βομβαρδιστικά και ενισχύσεις στρατιωτικού δυνάμεων. Έως τις 15 Μαρτίου οι Κινέζοι είχαν καταλάβει το νησί και το έλεγχαν πλήρως. Στην συνέχεια όμως οι Ρώσοι έβγαλαν ένα μυστικό όπλο για την εποχή και το χρησιμοποίησαν. Αυτό δε ήταν άλλο από το σοβιετικό BM-21 “Grad”, έναν πολλαπλό εκτοξευτή πυραύλων που βρίσκοντας τοποθετημένος πάνω σε ένα φορτηγό.
Με αυτόν 10.000 βολές πυροβολικού εκτοξεύθηκαν κατά των Κινέζων στρατιωτών μέσα σε μόλις 9 ώρες.
Οι μάχες συνεχίστηκαν έτσι μέχρι την 21η Μαρτίου 1969, αφήνοντας πίσω τους 1.000 νεκρούς και από τις δύο πλευρές.
Την ίδια ημέρα ο Σοβιετικός πρωθυπουργός Κασίγκιν προσπάθησε να επικοινωνήσει τηλεφωνικά με τον Μάο Τσε Τουνγκ, προκειμένου να βρεθεί μια λύση. Ο Κινέζος τηλεφωνητής από την άλλη πλευρά της γραμμής του απάντησε κάτι του τύπου «Αναθεωρητικά στοιχεία δεν δεχόμαστε ! » και του έκλεισε το τηλέφωνο κυριολεκτικά κατάμουτρα.
Εντωμεταξύ είχε μεσολαβήσει και μια συνάντηση των ηγετών του Συμφώνου της Βαρσοβίας η οποία δεν κατέληγε σε συμπέρασμα σχετικά με το εάν θα καταδικάσουν σύσσωμα όλα τα μέλη του την Κίνα κι αυτό εν μέρει συγκρατούσε τους Σοβιετικούς.
Η Κίνα συγχρόνως, ετοιμαζόταν για έναν πόλεμο διάρκειας το πολύ τριών μηνών κατά τους οποίους θεωρούσε ότι θα είχε καταλάβει την νησίδα του ποταμού Ουσούρι κι εν συνεχεία θα προήλαυνε κατακτώντας, ή μάλλον επανακτώντας ολόκληρη την Μαντζουρία.
Παρόλα αυτά έως το Φθινόπωρο του 1969 τα πράγματα εξακολουθούσαν να παραμένουν στάσιμα κι ο ηγέτης του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας, Μάο Τσε Τουνγκ είχε πλέον κηρύξει την χώρα σε κατάσταση γενικής επιστράτευσης και πολέμου, κι όλα τα εργοστάσια της Κίνας είχαν επιταχθεί για την κατασκευή πολεμικού υλικού . Γενικώς επικρατούσαν έκτακτες συνθήκες πολέμου σε όλη την Κίνα. Μάλιστα, το Πεκίνο προσπάθησε να κατασκευάσει και μια τεράστια υπόγεια πόλη για να προστατευτεί από τυχόν σοβιετικές πυρηνικές επιθέσεις.
Και τότε ακριβώς ήταν σύμφωνα με το από 13.5.2010 δημοσίευμα του «The Telegraph» που στηρίζεται στην μαρτυρία του Κινέζου ιστορικού Λιού Χενσχαν, ο οποίος πήρε σχετική άδεια από το Κινέζικο Κομμουνιστικό Κόμμα για να προβεί στις σχετικές αποκαλύψεις, που ο κόσμος ολόκληρος πέρασε ξυστά από τον κίνδυνο ενός γενικευμένου παγκόσμιου πυρηνικού πολέμου…
Σύμφωνα με τις περιγραφές , στις 15 Οκτωβρίου του 1969 , οι Σοβιετικοί διπλωμάτες προειδοποίησαν την Ουάσιγκτον για τα σχέδια της Μόσχας «να εξαλείψει την κινεζική απειλή και να απαλλαγεί από αυτόν τον σύγχρονο τυχοδιώκτη, με πυρηνική επίθεση», ζητώντας από τις ΗΠΑ να παραμείνουν ουδέτερες !
Στο κάλεσμα αυτό της Μόσχας , η Ουάσιγκτον της απάντησε πως οι ΗΠΑ δεν θα μείνουν αδρανείς .Εάν η Μόσχα διεξάγει πυρηνική επίθεση κατά Πεκίνου, τότε οι ΗΠΑ θα επιτεθούν με 130 πυρηνικούς πυραύλους σε αντίστοιχες σοβιετικές πόλεις.
Την ίδια μέρα ο Ανατόλι Ντομπρίνιν, ο σοβιετικός πρεσβευτής στις ΗΠΑ, μετά από τις διαβουλεύσεις με Αμερικανούς διπλωμάτες, μετέφερε στον Λεονίντ Μπρέζνιεφ τα ακόλουθα:
“Εάν η Κίνα υποστεί πυρηνική επίθεση, αυτοί (εννοούσε οι Αμερικανοί) θα το θεωρήσουν ως την έναρξη του τρίτου παγκόσμιου πολέμου. Οι Αμερικανοί μας πρόδωσαν !».
Από ότι φαίνεται η Ουάσιγκτον είδε την πρόταση της ΕΣΣΔ ως εξαιρετική απειλή, διότι 250.000 αμερικανικά στρατεύματα βρίσκονταν εκείνη την εποχή εγκαταστημένα στην περιοχή της Ασίας και του Ειρηνικού και φοβήθηκε τις επιδράσεις που θα είχε επάνω τους ένας πυρηνικός πόλεμος. Μάλιστα συγχρόνως με την άρνησή της να κρατήσει ουδετερότητα, έψεξε την ΕΣΣΔ γιατί πέντε χρόνια νωρίτερα, όταν στα 1964 η Κίνα ετοιμαζόταν να κάνει την πρώτη της πυρηνική δοκιμή, οι σοβιετικοί αρνήθηκαν την πρόταση των ΗΠΑ να πραγματοποιήσουν κοινή επίθεση (ΗΠΑ κι ΕΣΣΔ) εναντίον της.
*
Το δημοσίευμα κι οι ισχυρισμοί του Κινέζου ιστορικού Λιού Χενσχαν στην εφημερίδα «The Telegraph» δεν διαψεύστηκαν ποτέ από την Ρωσία.
*
Το νησί Ζχανμπαο ή Νταμάσκιε , παρέμεινε αμφισβητούμενο τουλάχιστον ως το 1991 . Το 1991 φέρεται ότι πέρασε de facto και de jure στην δικαιοδοσία της Κίνας, αλλά όσο κι αν φαίνεται αντιφατικό, υπό αίρεση κι υπό προϋποθέσεις. Όπως προκύπτει, ακόμα και στους σύγχρονους χάρτες του Google, εξακολουθεί να φέρει και τα δύο του ονόματα του, δηλαδή το Κινεζικό και το Ρωσικό, μέχρι σήμερα…
*
Εκείνο όμως που δεν ειπώθηκε ως τώρα είναι ότι στους ίδιους χρόνους που διεξάγονταν οι Σινο-Σοβιετικές μάχες για την νησίδα του ποταμού Ουσούρι στα ανατολικά σύνορα Κίνας-Ρωσίας, συγχρόνως άνοιγε ακόμα ένα νέο μέτωπο μεταξύ τους και στα δυτικά σύνορα των δύο αυτών χωρών. Έτσι, στις θέσεις Tielieketi , Tacheng της επαρχίας Σιντζιάνγκ η Κίνα μέτρησε 8 απώλειες, το ίδιο διάστημα από τις Σοβιετικές επιθέσεις.
Επαρχία Σιντζιάγκ της Κίνα, βορειο-δυτικά σύνορα.
- Σινο-Ρωσικές σχέσεις στην Μετά Μάο εποχή.
Οι Σινο-Ρωσικές σχέσεις παρέμειναν στην ίδια «παγωμένη» κατάσταση μέχρι και την 9 Σεπτεμβρίου του 1976. Την ημέρα αυτή απεβίωσε ο Μάο Τσε Τούνγκ . Υστέρα από την ανατροπή των υποψήφιων διαδόχων του εντέλει Πρόεδρος του ΚΚΚ ορίστηκε τον Δεκέμβριο του 1978 ο Ντένγκ Σιαοπίνγκ , ο οποίος ανέλαβε τα ηνία της χώρας του έως και τον Νοέμβριο του 1989.
Ο Ντένγκ Σιαοπίνγκ μέσα από μια σειρά ριζικές μεταρρυθμίσεις της οικονομίας της χώρα του κέρδισε την φήμη του ως «αρχιτέκτονα της σύγχρονης Κίνας». Οι μεταρρυθμίσεις του περιλάμβαναν την αποκολεκτιβοποίηση της κινέζικης γεωργίας , το άνοιγμα της Κίνας στις ξένες επενδύσεις, αλλά και την άδεια σε ιδιώτες – επιχειρηματίες να ξεκινήσουν δικές τους επιχειρήσεις, αν και το μεγαλύτερο μέρος των επιχειρήσεων της Κίνας στις ημέρες της διακυβέρνησης του Ντένγκ Σιαοπίνγκ παρέμενε ακόμα κρατικό. Οι εν λόγω μεταρρυθμίσεις οδήγησαν σε δριμεία κριτική της Λαϊκής Δημοκρατίας της Κίνας από πλευράς Σοβιετικής Ρωσίας. Μέχρι κι ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ συνέχισε να επικρίνει το μεταμαοϊκό ΚΚΚ του Ντένγκ Σιαοπίνγκ με μομφές ότι επέτρεψε στους εκατομμυριούχους της ΛΔΚ να χάσουν το σοσιαλιστικό μονοπάτι κι ότι ως χώρα η Κίνα οδηγούνταν πλέον σταθερά στην ιδιωτικοποίηση και στον καπιταλισμό.
Ωστόσο από ιδεολογικής άποψης οι σχέσεις των δύο χωρών στα χρόνια του Ντένγκ Σιαοπίνγκ δοκίμασαν μια σχετική ομαλοποίηση, αφού ο τελευταίος δήλωσε ότι δεν θεωρεί ρεβιζιονιστική κι αντίθετη προς την αντίληψη της ανταγωνιστικής αντίφασης μεταξύ των τάξεων, την θεωρία της «ειρηνικής συνύπαρξης». Κατ’επέκτασιν δήλωσε πως θεωρεί δυνατό τον συμβιβασμό μεταξύ των κοινωνικών τάξεων αλλά και των αντίθετων μεταξύ τους οικονομικοκοινωνικοπολιτικών συστημάτων, όπως ο κομμουνισμός κι ο καπιταλισμός.
Μολαταύτα, στην πράξη οι σχέσεις των δύο χωρών , έως και την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσής στις 26.12.1991 συνέχισαν στην ουσία να παραμένουν ψυχροπολεμικές. Χαρακτηριστική εκδήλωση του μεταξύ των δύο χωρών ψυχροπολεμικού κλίματος, που επικράτησε ακόμα και μετά τον θάνατο του Μάο Τσε Τούνγκ ήταν το γεγονός ότι όταν το 1979 η ΕΣΣΔ εισέβαλλε στο Αφγανιστάν, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας , αφενός μεν πριμοδότησε με κάθε μέσο τους Μουτζαχεντίν που οδήγησαν έως το 1989 τον Σοβιετικό στρατό σε ολοκαύτωμα και την ίδια την ΕΣΣΔ σε κατάρρευση, αφετέρου η Κίνα επιτέθηκε το ίδιο έτος (1979) στο Βιετνάμ το οποίο ήταν σύμμαχος της Σοβιετικής Ρωσίας και οι συγκρούσεις της με τους Κόκκινους Χμέρ συνεχίστηκαν έως και το 1991, οπότε κατέρρευσε πλέον αμετάκλητα η πρώην ΕΣΣΔ.
*
γ. Επίλογος.
Με αυτό το ιστορικό υπόβαθρο η σύγχρονη πλέον Ρωσία και η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας, εισήλθαν από το 1992 μέχρι σήμερα σε μία νέα, φαινομενικά τουλάχιστον πιο ειρηνική εποχή, που κρατά τα τελευταία 30 χρόνια.
Τα χρόνια αυτά, μπροστά στην ταραχώδη ιστορία τους, που ήδη μετρά πάνω από 3,5 αιώνες, μοιάζουν σαν μια επουσιώδης παρένθεση.
Είναι όμως έτσι ?
Όταν μιλάμε για Ρωσία , αναφερόμαστε στην μεγαλύτερη σε έκταση χώρα στον κόσμο. Κι όταν αναφερόμαστε στην Κίνα γίνεται λόγος για την μεγαλύτερη πληθυσμιακά χώρα στο κόσμο.
-Πόσο η σύγχρονη «συμμαχία» των δύο αυτών κρατών στηρίζεται σε στέρεες βάσεις?
-Οι σημερινές σχέσεις τους στοιχειοθετούνται πράγματι από φιλική ουσία ή εκπέμπουν απλώς μία, ωφέλιμη και για τις δύο χώρες, φασαρία που επενδύει περισσότερο στις εντυπώσεις που δημιουργεί προς τα έξω ?
Αυτά ίσως είναι ερωτηματικά , που πρέπει οι απαντήσεις τους να διερευνηθούν σε ένα επόμενο άρθρο.
Σε κάθε περίπτωση όμως, ο χρόνος είναι αυτός που θα ξεκαθαρίσει κάθε υπάρχουσα σήμερα σχετική απορία ή πιθανή αμφισβήτηση.
Μ.Π.
Πάρα πολύ πολύ καλό!!!
Με όλο το σεβασμό, τα άρθρα σας είναι ωραία αλλά μακροσκελέστατα (μελέτες είναι μάλλον). Επίσης, γιατί σημειώνετε το ερωτηματικό ως τσiγκέλι ;