Του οικονομολόγου Eric Gazon. [email protected]
Και την επιμέλεια του Αλκη Καλλιαντζίδη [email protected]
Οι γαλλικές προεδρικές εκλογές του 2017 θα καταγραφούν στην ιστορία ως από τις πλέον ιδιόρρυθμες της αποκαλούμενης 5ης Γαλλικής Δημοκρατίας. Κι αυτό γιατί τρεις (Φιγιόν, Μακρόν, Αμόν) από τους πέντε προπορευόμενους δημοσκοπικά υποψηφίους στις εκλογές είναι απροσδόκητοι. Το κλίμα εντός του οποίου διεξάγονται οι εκλογές είναι εξαιρετικά δηλητηριώδες θέτοντας υπό αμφισβήτηση τον τύπο, τη δικαιοσύνη, τους βουλευτές και την κυβέρνηση. Ποτέ μια εκλογική αναμέτρηση δεν ήταν τόσο μαύρη και σκοτεινή. Ποτέ γαλλικές εκλογές δεν προκάλεσαν τόση έκπληξη στους πολίτες. Το ακόλουθο άρθρο, αλλά και άλλα δυο που θα εκπονηθούν, φιλοδοξεί να παράσχει σχετική εμπεριστατωμένη ενημέρωση στο ελληνικό κοινό για το τι συμβαίνει.
Οι απροσδόκητοι υποψήφιοι
Η προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές της 23ης Απριλίου και 7ης Μαΐου 2017 άρχισε με μια χρονοβόρα ενδοπαραταξιακή διαδικασία για την υπόδειξη των υποψηφίων των κομμάτων.
Κατ’ αρχάς, η γαλλική δεξιά και το κέντρο διοργάνωσαν προκριματικές εκλογές για την υπόδειξη του υποψηφίου τους στις προεδρικές εκλογές. Οι δημοσκοπήσεις ήταν σαφείς. Ο Juppé ή έστω κι ο Sarkozy, έπρεπε να υπερισχύσουν. Αναμετρήθηκαν επτά υποψήφιοι. Στις 10 Οκτωβρίου, ο Alain Juppé, σύμφωνα με διάφορες μετρήσεις, εισέπραττε το 34 % των προθέσεων ψήφου, ο Nicolas Sarkozy το 28%, ο Bruno Lemaire και ο François Fillon από 11 % . Οι υπόλοιποι υποψήφιοι ήταν πολύ πίσω και η πρόθεση ψήφου για αυτούς δεν ξεπερνούσε το 2 με 4 % για την Nathalie Kosciusko-Morizet, τον Jean-Frédéric Poisson, και τον Jean-François Copé. Τελικά, στα αποτελέσματα του πρώτου γύρου της 20ης Νοεμβρίου 2016, ο Fillon συγκέντρωσε 44 % (η πρώτη έκπληξη), ο Juppé 28,5 % και ο Sarkozy 20,6 %. Κανένας από τους άλλους υποψηφίους δεν ξεπέρασε το 3 %. Ο δεύτερος γύρος έδωσε 66,5 % στον Fillon, με πολύ μεγάλη συμμετοχή 4,4 εκατομμυρίων ψηφοφόρων. Στις 18 Νοεμβρίου (δηλαδή δυο μέρες πριν από τις εκλογές), μια τελευταία δημοσκόπηση έδινε στον Fillon 30 % θετικές προθέσεις ψήφου, το οποίο ήταν 14,1% ποσοστιαίες μονάδες κάτω από το τελικό αποτέλεσμα του πρώτου γύρου των προκριματικών της κεντρο-δεξιάς!
Την 1η Δεκεμβρίου, ο François Hollande αποφάσισε να μην ξαναβάλει υποψηφιότητα στις προεδρικές εκλογές (η δεύτερη έκπληξη). Είναι η πρώτη φόρα στην ιστορία της Γαλλικής Δημοκρατίας (μόνο ο Pompidou δεν ξαναέβαλε υποψηφιότητα, όμως λόγω θανάτου). Ο François Hollande αντιμετώπισε μια μεγάλη λαϊκή δυσφορία μετά από την πενταετία του στην Προεδρία. Το βιβλίο «Ο πρόεδρος δεν θα έπρεπε να το πει αυτό…», το οποίο έγραψαν δύο δημοσιογράφοι της εφημερίδας Le Monde, ο Gérard Davet και ο Fabrice Lhomme, που είδε το φως της δημοσιότητας τον Οκτώβριο του 2016 αποτελείωσε την ήδη κατεστραμμένη αξιοπιστία του Hollande. Δεν ήταν πλέον καθόλου δημοφιλής. Μόλις το 13 % των ερωτηθέντων σε σχετικές δημοσκοπήσεις του Νοεμβρίου θεωρούσαν ότι η δράση του ως προέδρου ήταν θετική ή μάλλον θετική. Όλες οι έρευνες έδειχναν ότι δεν θα είχε καταφέρει να περάσει στο δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, αν έθετε υποψηφιότητα εκ νέου. Η απόφαση αυτή πυροδότησε τον ανταγωνισμό μεταξύ διαφόρων δελφίνων του σοσιαλιστικού κόμματος και των συμμάχων του.
Οι προκριματικές εκλογές της Αριστεράς θα μας προσφέρουν την τρίτη έκπληξη. Οι εκλογές διεξήχθηκαν στις 22 και 29 Ιανουαρίου 2017 προκειμένου να ορίσουν τον υποψήφιο του κόμματος και των συμμάχων του. Η προεκλογική εκστρατεία ήταν πολύ σύντομη για τους επτά υποψηφίους. Στις 19 Ιανουαρίου, οι δημοσκοπήσεις έδιναν στον πρώην πρωθυπουργού Manuel Valls με μεγάλη διαφορά την πρώτη θέση με 37 % της πρόθεσης ψήφου. Οι συνυποψήφιοι Benoît Hamon και Arnaud Montebourg ελάμβαναν 28 % και 24 % αντίστοιχα. Οι υπόλοιποι τέσσερις υποψήφιοι συγκέντρωναν από 5 έως 1 %. Τελικά, ο Benoît Hamon υπερίσχυσε στον πρώτο γύρο, με 36,5 %, ακολουθούμενος από τον Valls με 31,9 % και τον Montebourg με 17,7 % αντίστοιχα. Ο Benoît Hamon επικράτησε άνετα με το 58,9 % στο δεύτερο γύρο και η συμμετοχή ήταν 2 045 343 ψηφοφόροι. Οι πράσινοι υποστήριξαν την υποψηφιότητα του Hamon στις 23 Φεβρουαρίου 2017.
Οι δύο υποψήφιοι, που κέρδισαν τις προκριματικές εκλογές των κομμάτων τους, φαίνονταν οι πιο «ακραίοι». Ήταν πολύ αριστερός και οικολόγος για τους μεν (σοσιαλιστές) και πολύ φιλελεύθερος για τους δε (τους κεντροδεξιούς). Και στις δύο περιπτώσεις, οι δημοσκοπήσεις έπεσαν έξω : ο υποψήφιος σοσιαλ-φιλελεύθερος Manuel Valls και ο υποψήφιος φιλελευθερο-κοινωνικός Alain Juppé έχασαν ξεκάθαρα. Οι άλλοι υποψήφιοι του κέντρου, ο François Holland και ο François Bayrou, απέφυγαν να εκτεθούν λόγω των πολύ χαμηλών προσδοκιών ψήφου στον πρώτο γύρο των εκλογών. Τα αποτελέσματα αυτά θα μπορούσαν να ερμηνευθούν ως η βούληση των γάλλων πολιτών για αλλαγή και επιθυμία ανανέωσης.
Ο τρίτος υποψήφιος Macron αποτελεί επίσης έκπληξη. Μετά την αποχώρησή του από την κυβέρνηση στα τέλη Αυγούστου 2016, ανακοίνωσε την υποψηφιότητά του στις 16 Νοεμβρίου, λέγοντας με σαφήνεια ότι δεν θα συμμετάσχει στο προκριματικές εκλογές της Αριστεράς. Για να δικαιολογήσει την υποψηφιότητά του, εκτός των παραδοσιακών κομμάτων, ο πρώην Υπουργός Οικονομικών, επανέλαβε ότι δεν ανήκει ούτε στη δεξιά ούτε στην αριστερά και ότι η πρόθεσή του είναι να συσπειρώσει τους Γάλλους. Εκφράζει σε πολύ μεγάλο βαθμό την επιθυμία των Γάλλων για ανανέωση εκτός των πολιτικών κομμάτων. Πολλοί σχολιαστές θεωρούσαν ότι δεν υπήρχε πολιτικός χώρος για Macron. Η επαναλαμβανόμενη χίμαιρα συσπείρωσης της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς θα ήταν αδύνατη στο πλαίσιο της 5ης Δημοκρατίας. Ωστόσο, ο Macron προοδεύει στις δημοσκοπήσεις από το 10 % τον Νοέμβριο στο 18 % στα μέσα Δεκεμβρίου 2016. Ο François Bayrou, ο πρώην υποψήφιος που είχε συγκεντρώσει το 9 % στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών του 2012 και το 18,5 % του 2007, δήλωσε ότι τελικά υποστηρίζει τον Emmanuel Macron στις 22 Φεβρουαρίου 2017. Η μη υποψηφιότητα του Bayrou αποτελεί επίσης μια ημι-έκπληξη. Ήταν παρών στις προεδρικές εκλογές από το 2002. Επιθυμία του ήταν να συμμετάσχει σε αυτές ακόμα και το 2017, αλλά οι δημοσκοπήσεις δεν του έδιναν περισσότερο από 5 % στον πρώτο γύρο. Στα τέλη Μαρτίου ο Macron συγκεντρώνει περίπου το 26% στις δημοσκοπήσεις.
Οι δύο άλλες προπορευόμενες δημοσκοπικά υποψηφιότητες, της Marine Le Pen και του Jean-Luc Mélenchon, δεν αποτελούν έκπληξη. Οι πολιτικοί αυτοί είχαν ήδη υποβάλει υποψηφιότητα για τις εκλογές του 2012 και είχαν συγκεντρώσει το 17,9 % και 11,1 % αντίστοιχα. Η ακροδεξιά Le Pen (ή ακραία δεξιά ) ανακοίνωσε την υποψηφιότητά της στις 8 Φεβρουαρίου και ο Mélenchon (η αριστερά της αριστεράς, συμπεριλαμβανομένου και του γαλλικού κομμουνιστικού κόμματος) στις 10 Φεβρουαρίου 2017. Οι έρευνες τους πιστώνουν (έως τις αρχές Μαρτίου 2017) με 26 % για την Le Pen και 11 % για τον Mélenchon. Και οι δύο είναι υποψήφιοι «αντισυστημικοί» και επιθυμούν να βγουν από το ευρώ και από την ευρωπαϊκή ένωση.
Συνολικά, πρόκειται για υποψηφίους που δημιούργησαν την έκπληξη ή που είναι παραδοσιακά εναντίον του συστήματος. Φαίνεται ότι η τάση των εκλογών του 2017 είναι η θέληση ανανέωσης και τομής με το παρελθόν. Οι «παλαιοί» (ο Ολάντ, ο Bayrou, ο Juppe, ο Sarkozy και μέχρι ενός ορισμένου σημείου ο Valls) απορρίφθηκαν ή δεν τόλμησαν να θέσουν υποψηφιότητα επειδή δεν ήταν σε θέση να κερδίσουν κατά την πρώτη φάση της προεκλογικής εκστρατείας (Νοέμβριος-Ιανουάριος), κατά την οποία ορίζονταν οι υποψήφιοι.
Θα ακολουθήσει έναν άρθρο για την αποπνικτική ατμόσφαιρα των εκλογών και ένα δεύτερο για το πού βρισκόμαστε σήμερα.
Η δηλητηριώδης ατμόσφαιρα των γαλλικών εκλογών
Η δεύτερη φάση της εκλογικής εκστρατείας δεν προκάλεσε λιγότερη έκπληξη. Περιλαμβάνει δυο περιόδους: η πρώτη από τις 25 Ιανουαρίου έως τις 14 Μαρτίου και η δεύτερη άρχισε μετά την 14η Μαρτίου και θα ολοκληρωθεί περί τα μέσα Απριλίου, δηλαδή μία εβδομάδα πριν από τον πρώτο γύρο των εκλογών κατά την οποία θα είναι πλέον πολύ αργά για όλους τους υποψηφίους να αλλάξουν τα δεδομένα.
Ο François Fillon έφτασε στο 28 με 30 % σε δημοσκοπήσεις αμέσως μετά τις προκριματικές εκλογές της κεντροδεξιάς και όλοι τον θεωρούσαν ως τον νέο μελλοντικό Πρόεδρο. Εν συνεχεία, ξεκίνησε το σκάνδαλο της «υπόθεσης Pénélope Fillon». Το άρθρο της εφημερίδας «Le Canard enchaîné» που δημοσιεύθηκε στις 25 Ιανουαρίου ισχυρίστηκε ότι η σύζυγος του François Fillon έλαβε 800 000 ευρώ μεικτά ως κοινοβουλευτική βοηθός του συζύγου της, από το 1998 έως το 2002 και από το 2002 έως το 2007 ως κοινοβουλευτική βοηθός του αναπληρωτή βουλευτή του συζύγου της, χωρίς να έχει πράγματι εργαστεί. Επιπλέον, το άρθρο αυτό κατήγγειλε ότι μεταξύ Μαΐου 2012 και Δεκεμβρίου 2013, η Pénélope Fillon εισέπραξε το ποσό των 100 000 ευρώ ως λογοτεχνικός σύμβουλος στο περιοδικό Revue des Deux Mondes, παρέχοντας μόνο δύο μικρά άρθρα.
Σε αυτό το πλαίσιο, έγινε μια έντονη συζήτηση στον τύπο, αν η Pénélope Fillon είχε πράγματι εργαστεί ή όχι και, εάν η αμοιβή της ήταν ή δεν ήταν ιδιαίτερα υψηλή (ιδιαιτέρα για την δουλειά που έκανε ή δεν έκανε). Η συζήτηση αφορούσε επίσης τη νομιμότητα των κατηγοριών και το γεγονός αν αποτελεί ή δεν αποτελεί κοινή πρακτική μεταξύ των γάλλων βουλευτών. Οι συζητήσεις αυτές αποτυπώνονταν σε καθημερινή βάση στον τύπο. Τροφοδοτούνταν επίσης από τις διαρροές (παράνομες) των αποτελεσμάτων των δικαστικών ερευνών. Επιπλέον, αποκαλύφθηκε ότι τα δυο παιδιά του Fillon δούλεψαν για αυτόν ως κοινοβουλευτικοί βοηθοί, αν και ήταν πολύ νέα και δίχως πανεπιστημιακά πτυχία Επίσης ο τύπος μίλησε για ένα άτοκο δάνειο ύψους 50 000 ευρώ, για τα πολυτελή κοστούμια που δωρίθηκαν στον Fillon από φίλο του ύψος 10 με 15.000 ευρώ και την εταιρεία παροχής συμβουλών «2F» του François Fillon με υποψία άσκησης μυστικών επιρροών στο περιβάλλον του Poutine. Άλλα άρθρα αναφέρονται στην «υπόθεση» των αποζημιώσεων απόλυσης της Pénélope Fillon . Συνολικά, από τις 25 Ιανουαρίου έως τις 14 Μαρτίου οι συζητήσεις και τα άρθρα του Τύπου περιστρέφονται γύρω από τις υποθέσεις Fillon και η προεδρική εκστρατεία (τα προγράμματα των υποψηφίων δηλαδή) ήταν εξορισμού στο περιθώριο.
Μια υπόθεση που γνωρίζει επίσης μια διαφορετική δικαστική εξέλιξη είναι η εξής. Στις 25 Ιανουαρίου 2017, ήτοι την ίδια ημέρα κατά την οποία το άρθρο του Canard enchainé είδε το φως της δημοσιότητας, αποφασίστηκε προκαταρκτική έρευνα από μια δικαστική αρχή «την εθνική οικονομική Εισαγγελία» (νέος θεσμός που δημιουργήθηκε από τον Hollande) για υπεξαίρεση δημόσιων πόρων. Την Πέμπτη 16 Φεβρουαρίου, η εν λόγω αρχή αναφέρει ότι «τα στοιχεία που συγκεντρώθηκαν δεν επέτρεπαν να σταματήσει η προκαταρκτική έρευνα». Μετά την εν λόγω ανακοίνωση, ο François Fillon διαπιστώνει ότι, σε αντίθεση με αυτό που αναμενόταν, η υπόθεσή του δεν θα κλείσει γρήγορα. και δηλώνει ότι, βασίζεται τώρα πια «μόνο στην κρίση των πολιτών» (εννοώντας ότι οι δικαστές της εν λόγω αρχής δεν είναι ανεξάρτητοι πολιτικά). Για πρώτη φορά, οι δικαστές δεν τηρούν «δικαστική ανακωχή» λόγω εκλογών. Ορισμένοι διερωτώνται σχετικά με την ανάμειξη της δικαιοσύνης στην πολιτική και την πιθανή χειραγώγηση των δικαστών. Στις 24 Φεβρουαρίου 2017, οι δικαστές της εθνικής οικονομικής Εισαγγελίας ανοίγουν μια ποινική ερευνά για υπεξαίρεση δημοσίων πόρων, για κατάχρηση δημοσίων αγαθών και κλεπταποδοχή, για αθέμιτη επιρροή. Τελικά, απαγγέλθηκε κατηγορία στον François Fillon στις 14 Μαρτίου 2017 από τους δικαστές και προβλέπεται να δικαστεί, αν δεν εκλεγεί πρόεδρος ή όταν ολοκληρωθεί η προεδρική του θητεία, λόγω ασυλίας.
Η υπόθεση Pénélope Fillon προκαλεί για μερικές εβδομάδες την αμφισβήτηση της υποψηφιότητας του François Fillon στις προεδρικές εκλογές από ορισμένα στελέχη της κεντροδεξιάς. Πολλοί άνθρωποι από τη δεξιά και από την αριστερά ζητούσαν επίσης, την αντικατάστασή του από τον Alain Juppé. Ο Fillon αρνήθηκε να του κλαπεί η υποψηφιότητά του. Μιλάει «για απόπειρα πολιτικής δολοφονίας» και για προσπάθεια «πραξικοπήματος». Η απόσυρσή του θα διασφάλιζε την εκλογή του Macron χωρίς καμία αντιπολίτευση. Στις 27 Ιανουαρίου, ο Alain Juppé βεβαιώνει ότι δεν προτίθεται να θέσει υποψηφιότητα ακόμα και αν ο François Fillon τα παρατήσει. Πολλοί πολιτικοί προσφέρουν τις υπηρεσίες τους ως αντικαταστάτες υποψήφιοι. Κι ο Fillon είναι στο εξής ένας μοναχικός καβαλάρης. Ο Τύπος αναδεικνύει καθημερινά ότι οι πρώην πολιτικοί του φίλοι τον εγκαταλείπουν. Μερικοί παρακαλούν πάντα τον Juppé, ωστόσο αυτός εμμένει στην απόφασή του. Επομένως, δεν υπάρχει καμία πραγματική εναλλακτική λύση, πέραν του Fillon, για την δεξιά. Από την στιγμή που ο Juppé αρνήθηκε δεν υπήρξε πια κανένας άλλος υποψήφιος. Οι «δελφίνοι» δεν είναι διατεθειμένοι να αφήσουν σε άλλους να θέσουν υποψηφιότητα. Επιπλέον, ο Fillon διοργανώνει μια επιτυχημένη συγκέντρωση στο Παρίσι (Trocadéro) για να αποδείξει ότι δεν ήταν μόνος του. Τελικά, η κεντροδεξιά διαπίστωσε ότι δεν υπήρξαν εναλλακτικές λύσεις και επαναλαμβάνει τη στήριξή της στο Fillon (πολλοί από εκείνους που είχαν φύγει επέστρεψαν). Στο μεταξύ, ο Fillon έπεσε στο 17,5 % των προθέσεων ψήφου, συγκριτικά με το 28 % που είχε στα μέσα Ιανουαρίου. Το αποτέλεσμα; Βρίσκεται στην τρίτη θέση πίσω από τον Macron και την Le Pen. Η Le Pen παραμένει πρώτη, ο Macron ανεβαίνει συνεχώς. Ο Hamon και ο Mélenchon αγωνίζονται για τον ηγετικό ρόλο τους στην αριστερά.
Μια δεύτερη φάση της εκλογικής εκστρατείας έχει αρχίσει επομένως μετά την επιβεβαίωση του Fillon ως υποψηφίου, παρά τις κατηγορίες εναντίον του από την δικαιοσύνη. Η δεξιά, αναπτύσσει πολύ γρήγορα, ιδιαίτερα στο διαδίκτυο, τη θεωρία συνωμοσίας. Λένε ότι ο Thomas Cazenave, νέος αναπληρωτής γενικός γραμματέας του Προέδρου Hollande, και μια δική του ομάδα, προετοίμασε τον φάκελο Fillon και ο Gaspard Gantzer, σύμβουλος επικοινωνίας του Hollande, τον διέρρευσε στην σατυρική εφημερίδα Canard enchainé. Έτσι, λένε, τροφοδοτούσαν τις υποθέσεις Fillon.
Στις 23 Μαρτίου το γαλλικό κανάλι France 2, κάλεσε τον François Fillon ο οποίος δήλωσε δημοσία ότι ο Hollande κατασκεύασε την υπόθεση Fillon που τον οδήγησε σε δικαστική περιπέτεια. Κατά την άποψή του, υφίσταται ένα «ιδιαίτερο Σκοτεινό Γραφείο» στο Elysée στο οποίο συγκεντρώνονται πληροφορίες που προέρχονται παράνομα από διάφορες δημόσιες υπηρεσίες του κράτους, ώστε να κατασκευάσουν ενοχοποιητικές υποθέσεις εναντίον του. Αξιοποιεί και το βιβλίο «Καλωσορίσατε στο υπουργείο δημοσίας ταξης» (“Bienvenue Place Beauvau ») που εκδόθηκε την ίδια ημέρα (23.03.17) από τους δημοσιογράφους του Canard enchaîné. Το εν λόγω βιβλίο μας πληροφορεί για την πιθανή ύπαρξη ενός «Σκοτεινού Γραφείου » (Cabinet noir) στο Elysée (έδρα του Γάλλου Προέδρου) : «Δεν είναι δυνατόν να προσκομίσει τις σχετικές αποδείξεις. Αλλά η προσθήκη ενδείξεων προκαλούν έκπληξη. Μολονότι ορισμένοι μάρτυρες, μέσα στην αστυνομία περιγράφουν με λεπτομέρειες την ύπαρξη παράνομης δομής και την ύπαρξη δικτύου, που δρουν παράνομα παρέχοντας «γενικές πληροφορίες».
Δεν μπορεί να είναι σαφέστερο, δεδομένου ότι οι συγγραφείς του βιβλίου βεβαιώνουν: ότι «Για να ενορχηστρωθούν οι δικαστικές υποθέσεις, υπάρχει ένας σύνθετος αλλά και εξίσου αποτελεσματικός μηχανισμός. Κι ο Hollande κατάφερε να αποκομίσει πολιτικό κέρδος […] από τις δικαστικές υποθέσεις που δηλητηρίασαν τον Sarkozi και τους δικούς του. Αυτός ο μηχανισμός έχει τις ρίζες του εδώ σε αυτό το υπερ-στεγανοποιημένο κτήριο του 9ου διαμερίσματος των Παρισίων Place Beauvau». Περιγράφουν τον μηχανισμό που επιτρέπει την χειραγώγηση της δικαιοσύνης: «για να ξεκινήσει μια υπόθεση πολιτική ή οικονομική, αρκεί το «Σκοτεινό Γραφείο» να ψαρέψει στο κατάλληλο μέρος, να βρει στα δίκτυά του ένα αδίκημα, και να το διαβιβάσει επισήμως στη δικαιοσύνη. ‘Η ανεπίσημα στην υπηρεσία έρευνας η οποία θα αναλάβει τη διεξαγωγή «έρευνας πρωτοβουλιών», πριν ένας δικαστής να το αναλάβει. Περιττό να διευκρινιστεί ότι τα κοινωνικά δίκτυα θα έχουν πάρει φωτιά στο μεταξύ.
Κατά το χρονικό αυτό διάστημα, οι τηλεοπτικές πολιτικές αναμετρήσειςς με τους υποψηφίους έχουν ήδη αρχίσει (η πρώτη με τους πέντε υποψηφίους στις 20 Μαρτίου).
Θα ακολουθήσει έναν τρίτο άρθρο μας για το πού βρισκόμαστε σήμερα.