Γιατί στη διαδικασία δόθηκε η ονομασία «διερευνητικές συνομιλίες»;
Κατά μία άποψη επειδή οι δύο πλευρές είχαν πολλά χρόνια να συνομιλήσουν για την ουσία των ελληνοτουρκικών διαφορών κρίθηκε απαραίτητο να υπάρξει μία περίοδος ανταλλαγής απόψεων για τον εντοπισμό των εκκρεμών θεμάτων και την ανεύρεση κοινών σημείων.
Σε επόμενη φάση οι δύο πλευρές θα προχωρούσαν σε αυτό που τότε είχε αποκληθεί «απευθείας διαπραγμάτευση».
Κατά μία άλλη άποψη προτιμήθηκε ο όρος «διερευνητικές συνομιλίες» αντί των «διαπραγματεύσεων» διότι ο τελευταίος όρος θεωρείται νομικώς σημαντικός.
Υποτίθεται ότι πρώτα διερευνάς τις προθέσεις του άλλου και εάν βρεις σημεία συγκλήσεως προχωράς σε επόμενο στάδιο σε διαπραγμάτευση.
Τέλος κατά μία τρίτη άποψη το κύριο θέμα ήταν η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας.
Αυτή θα αποτελούσε αντικείμενο των κύριων διαπραγματεύσεων που θα ακολουθούσαν σε επόμενη φάση.
Στην πρώτη φάση (των διερευνητικών) θα λύνονταν ορισμένα διαδικαστικά θέματα.
Αυτές οι λεπτές ερμηνείες των όρων θάλλουν στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Η διαπραγμάτευση είναι ο πλέον αρχαίος τρόπος επίλυσης διαφορών. Είναι η πρώτη από τις μεθόδους διευθετήσεως διεθνών διαφορών που αναφέρονται στο άρθρο 33 του καταστατικού χάρτη του ΟΗΕ. Σύμφωνα με το άρθρο 2 παράγραφος 3 του ίδιου χάρτη βασικό προαπαιτούμενο για την διαπραγμάτευση είναι η αποδοχή της ειρηνικής επιλύσεως των κρίσεων. Η διαπραγμάτευση αποτελεί διπλωματικό μέσον επειδή τα εμπλεκόμενα κράτη διατηρούν υπό τον έλεγχό τους τη διαδικασία και δεν συμμετέχουν σε αυτήν τρίτα μέρη. Επομένως τα εμπλεκόμενα κράτη έχουν τη δυνατότητα να αποδεχθούν ή να απορρίψουν τις προτεινόμενες εκατέρωθεν λύσεις ή να διαμορφώσουν από κοινού νέες προτάσεις.
Η διαπραγμάτευση δεν βασίζεται απαραιτήτως στο Διεθνές δίκαιο. Τα εμπλεκόμενα μέρη μπορούν να καταλήξουν και σε πολιτική συμφωνία.
Υπό αυτήν την ευρέως αποδεκτή στο διεθνές δίκαιο και στην διπλωματική πρακτική έννοια δεν πρέπει να υπάρχει αμφιβολία ότι στην πράξη αυτό που ονομάστηκε ευσχήμως «διερευνητικές συνομιλίες» αποτελεί μία διαδικασία διαπραγματεύσεως. Κατ ουδένα τρόπον δεν μπορούν να θεωρηθούν οι «διερευνητικές συνομιλίες» ως προπαρασκευαστική φάση των διαπραγματεύσεων.
Η προπαρασκευαστική φάση (σύμφωνα πάντα με την διπλωματική πρακτική ) περιλαμβάνει την αρχική συμφωνία να ξεκινήσουν διαπραγματεύσεις, τη θεματική που θα περιλαμβάνουν οι συνομιλίες, οργανωτικά ζητήματα όπως το επίπεδο αξιωματούχων που θα συζητούν και την περιοδικότητα των συναντήσεων, το πλαίσιο αρχών που θα ακολουθήσουν και τυχόν ειδικότερους περιορισμούς και προϋποθέσεις π.χ. αποφυγή προκλητικών ενεργειών. Αυτό το προπαρασκευαστικό στάδιο τελείωσε με την έναρξη των διαπραγματεύσεων το 2002 ή έστω μετά τις πρώτες συναντήσεις των δύο πλευρών.
Πέραν αυτού από τα όσα έχουν γίνει γνωστά μέχρι σήμερα είναι σαφές ότι οι συνομιλίες πόρρω απέχουν από το να θεωρηθούν απλές διερευνήσεις των σκέψεων της άλλης πλευράς. Το γεγονός ότι δεν έχουν καταλήξει σε συμφωνία οφείλεται σε έλλειψη πολιτικής βούλησης έως και όχι στη διαδικασία. Επιπλέον η επέκταση των ελληνικών χωρικών υδάτων που συζητείται αποτελεί το πλέον κομβικό σημείο στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Τέλος δεν είναι βέβαιον εάν μπορείς να ισχυριστείς ότι επί τόσα χρόνια διερευνάς απλώς τις προθέσεις του άλλου.
Η υιοθέτηση του όρου διερευνητικές συνομιλίες ουσιαστικά καλύπτει την πολιτική αδυναμία της ελληνικής πλευράς να παραδεχθεί ότι διαπραγματεύεται με τους Τούρκους.
*Από το βιβλίο του Άγγελου Συρίγου «Ελληνοτουρκικές σχέσεις. Σελίς 578. Ο τίτλος είναι των «Ανιχνεύσεων» Στο βιβλίο ο τίτλος του κεφαλαίου είναι: Γιατί ονομάστηκαν «διερευνητικές συνομιλίες».
Ασχέτως πως θα βαφτίσουν τις διαπραγματεύσεις με την Τουρκία, το επιδιωκόμενο είναι να”πάμε-που θα πάμε- στην Χάγη” με μόνο το θέμα του καθορισμού των ορίων της υφαλοκρηπίδος-ΑΟΖ μας με την Τουρκία ,γιατί η κυβέρνηση του κ.Σημίτη δέχθηκε -όλοι το ξέρουμε-και άλλες διαφορές στο Ελσίνκι και μάλιστα αυτές να παραπέμπονται ΑΥΤΟΜΑΤΩΣ και να λύνονται στα Ευρωπαικά Συμβούλια ,που με δήλωση του ΥΠΕΞ της επομένης κυβερνήσεως κ. Μολυβιάτη αυτό απεφεύχθη;;;.
Προς το παρόν η κυβέρνηση αυτή δεν ανατρέχει στο παρελθόν ,όπως η των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ για να δικαιολογήσει την αναγνώριση της βουλγαρικής διαλέκτου των Σλάβων των Σκοπίων ως ”Μακεδονικής ” -που ουδέποτε μιλήθηκε και εγράφη- ανέτρεξε στο 1977 σε μια Συμφωνία του ΟΗΕ στην Αθήνα για την αναγραφή τοπωνυμίων στα Σκόπια -τότε επαρχία της Γιουγκοσλαβίας- ,στην οποίαν την Ελλάδα εκπροσώπησε και ο γνωστός διεθνώς γλωσσολόγος κ.Μπαμπινιώτης ,που ”χτυπιόταν ο άνθρωπος”-προφορικώς και γραπτώς-γιαυτό το εθνικό ανοσιούργημα ,με βάση εκείνη την Συμφωνία, που δεν ανεγνώριζε γλώσσες.
Το ξαναγράφουμε .Τίποτε δεν ξεχνιέται ,κανένας Έλληνας δεν πρέπει να ξεχνά .
Που πας ρε Καρα-Μήτσο;
Άνθρωπος ,-ο αρθρογράφος του άρθρου ”που πας ρε Καρα-μήτσο” ( Καραμήτρο έλεγε η διαφήμιση)) κ.Ταμουρίδης Νικόλαος ,με τόσους αποστρατευτικούς στρατιωτικούς τίτλους, που ”κομματικοποιήθηκε”για να εκλεγεί βουλευτής στην επόμενη Βουλή- ,λογικό είναι να αντιπολιτεύεται και στα εθνικά θέματα τον σημερινό πρωθυπουργό(με τον οποίον μάλλον δεν θα συμπράξει αν εκλεγεί βουλευτής) ,αλλά θα περιμέναμε ως επαγγελματίας ανώτερος στρατιωτικός να ”ανεβάζει ” το ηθικό των συναδέλφων του και να έχει εμπιστοσύνη στην σημερινή ηγεσία των Ενόπλων Δυνάμεων ,γιατί αυτές θα κληθούν να νικήσουν τον ιταμό ,πολυλογά και ”νταή” κ.Ερντογάν , που προς το παρόν έμεινε στα λόγια μαζί με τον ΥΠΕΘΑ του κ,.Ακάρ ότι ”είμαστε καλός μεζές” για την Τουρκία.
Θα του δώσουμε την σημερινή απάντηση στη Βουλή του κ.Βορίδη προς τον ”αλλοπρόσαλλο” κ.Βελόπουλο ”αν αισθάνεστε εσείς πρόβατο επί σφαγήν οι περισσότεροι Έλληνες αισθάνονται λιοντάρια”.