του Παντελή Σαββίδη
Το πρόβλημα δεν είναι οι δηλώσεις Ερντογάν. Αλλά η εγκατάλειψη της Κύπρου απο την Αθήνα.
Για να είμαι σαφής απο την αρχή: οι δηλώσεις Ερντογάν δεν είναι επικίνδυνες. Ο Ερντογάν δεν μπορεί τώρα, πλέον, να υλοποιήσει αυτήν την επιθυμία του. Να καταλάβει, δηλαδή, ολόκληρη την Κύπρο. Βεβαίως, καλά κάνουν οι κυβερνήσεις σε Αθήνα και Λευκωσία και εκμεταλλεύονται τις φλυαρίες του αλλά γνωρίζουν πως δεν μπορεί να τις πετύχει.
Ιστορικά, όμως, ο Ερντογάν έχει δίκαιο. Στον δεύτερο Αττίλα είχαν καταρρεύσει τα πάντα και πολύ φοβάμαι πως η Τουρκία αν δεν τηρούσε την συμφωνία, με τους Αμερικανούς, της Πράσινης Γραμμής θα μπορούσε να καταλάβει ολοκληρο το νησί.
Την τήρησε, όμως, διότι αυτό ήταν το συμπεφωνημένο σχέδιο.
Ένα σχέδιο που οργανώθηκε απο την ίδια την Τουρκία σε συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, κυρίως, τον άθλιο Κίσιγκερ.
Ο Κίσιγκερ με τις υπηρεσίες που μπορούσε να συνεργασθεί και ήλεγχε (ο πρόεδρος Νίξον που είχε κάπως διαφοροποιημένη άποψη ησχολείτο με την Υπόθεση Γουώτεργκέιτ) αδρανοποίησε τους δικτάτορες και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για μια ασφαλή εισβολή. Ως την Πράσινη Γραμμή, όμως.
Αν υπήρχε αντίσταση κατά την εισβολή θα είχαμε ένα τουρκικό περηφανές τουρκικό φιάσκο. τόσο ικανός ήταν ο τουρκικός στρατός.
Καθώς εξελισσόταν ο πρώτος Αττίλας οι δικτάτορες έχασαν τον μπούσουλα, έψαχναν σωτηρία σε αυτούς που τους χρησιμοποίησαν (τους Αμερικανούς, δηλαδή) αλλά το παιχνίδι είχε τελειώσει. Ικέτες για παρέμβαση, πλέον, των Αμερικανών, τόσο αυτοί όσο μετέπειτα, στον δεύτερο Αττίλα και ο Καραμανλής ώστε να μην καταληφθεί ολόκληρο το νησί.
Είναι η συμπεριφορά των ισχυρών απέναντι στους δεδομένους. Οι Αμερικανοί φέρθηκαν στην Ελλάδα έτσι διότι η τότε δεξιά, η μεταπολεμική δεξιά, είχε την νοοτροπία που εκφράστηκε με τα λόγια του Κανελλόπουλου, Υπουργού Στρατιωτικών, προς τον Αμερικανό στρατηγό Βάν Φλίτ που επισκέφθηκε την Αθήνα: στρατηγέ, ιδού ο στρατός σου, δείχνοντας παράταξη του ελληνικού στρατού.
Δήλωσαν, δηλαδή, δεδομένοι. Αυτό που κάνει και σήμερα ο Μητσοτάκης.
Το κυπριακό θυμίζει την τύχη των δεδομένων.
Για να επανέλθουμε, εκείνο που είναι επικίνδυνο δεν είναι οι δηλώσεις Ερντογάν. Είναι το ότι ο Μητσοτάκης έβγαλε το κυπριακό απο τις ελληνοτουρκικές σχέσεις και λίγο πολύ είπε στον κύπριο πρόεδρο, βρες τα ή βγάλε τα κάστανα απο την φωτιά.
Εκεί βρίσκεται ο κίνδυνος. Και σε κάτι άλλο. Με κόπο οι ελληνοτουρκικές σχέσεις μπήκαν στο πλαίσιο των ευρωτουρκικών. Ο Μητσοτάκης τις κατέστησε και πάλι διμερείς, όπως ζήτησε ο Ερντογάν. Αυτά είναι τα επικίνδυνα. Όχι οι δηλώσεις Ερντογάν.
Αυτήν την εποχή – λόγω των συγκυριών των δύο πολέμων-φαίνεται καθημερινά πως η Κύπρος -και ως ισότιμο κράτος στην Ε.Ε-ΟΝΕ- ΑΠΟΦΑΣΙΖΕΙ για τις στρατηγικές σχέσεις της με τις ΗΠΑ και τα Αραβικά κράτη και η Ελλάς ΣΤΗΡΙΖΕΙ και μαζί αυξάνουν την άμυνά τους για πάν ενδεχόμενο από την Τουρκία.
Σε μερικά σημεία μάλιστα υπερτερεί της Ελλάδος και στην εσωτερική και εξωτερική της πολιτική ,γιατί έχει με όλες τις κυβερνήσεις της ώριμη αντιπολίτευση ,σε σχέση με την δική μας που ξεκίνησε πάλι με το μετεμφυλιακό μοτίβο.
Όλοι οι Τούρκοι -ιδίως οι στρατιωτικοί προς τους οποίους ”πέταξε την πατριωτική κορώνα του ο κ. Ερντογάν- αυτό πιστεύουν για το 1974 ,αλλά δεν ρώτησαν τον μακαρίτη τον Ετσεβίτ-που διέταξε σε συνεννόηση με ΗΠΑ και Σοβιετική Ένωση τους δύο Αττίλες , μήπως δεν το τόλμησε γιατί θα είχε όλο το ΝΑΤΟ εναντίον του και σίγουρο τον Ελληνοτουρκικό πόλεμο και μια Ανατολική Μεσόγειο που θα φλεγόταν , με απρόβλεπτες συνέπειες .
ΜΕ ΤΑ ΛΟΓΙΑ ΚΑΙ ΑΛΩΝΙΑ.
ΕΚΛΟΓΕΣ ΕΧΟΥΝ ΠΑΛΙ ΣΤΗΝ ΤΟΥΡΚΙΑ ΚΑΙ Ο ΕΡΝΤΟΓΑΝ ΘΕΛΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΑΧΑΣΤΟΣ.
“Αυτά είναι τα επικίνδυνα. Όχι οι δηλώσεις Ερντογάν.”
Προφανέστατα. Ό,τι χάθηκε με πόλεμο, κερδίζεται μόνο με πόλεμο και γι αυτό θεώρησα μάλλον αστεία την μετά από 50 χρόνια κατοχής “διακήρυξη” κάποιων σοβαρών ανθρώπων.
Ο Μητσοτάκης έχει καταστήσει την Ελλάδα δορυφόρο τής Τουρκίας, όπως ακριβώς τού επέβαλαν οι πάτρονές του.
Το θέμα με την Κύπρο είναι, ότι είναι αρκετά σημαντική γεωστρατηγικά, για να μην βρεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος των μεγάλων δυνάμεων αλλά παράλληλα αρκετά ασήμαντη για να μπορεί να επιρρεάσει την μοίρα της.
Μοιραίο θεωρώ το γεγονός, ότι ο Μακάριος επιχείρισε να αντισταθμίσει την επιρροή των αγγλωσαξόνων βάζοντας στο παιχνίδι την Σοβιετική Ένωση.
Με αυτόν τον τρόπο έγινε σαφές, ότι το νησί δεν μπορούσε να ενωθεί πολιτικά με την χώρα μας διότι αυτό θα σήμαινε αυτομάτως και την προσχώρησή του στο ΝΑΤΟ.
Είναι λοιπόν κάπως απισφαλές να αναζητήσουμε ευθύνες για αυτό (μόνο) στις ΗΠΑ.
Σίγουρα η παρούσα κατάσταση επιτρέπει την κατοχή ενός μεγάλου τμήματος του νησιού, αλλά σε διαφορετική περίπτωση θα μπορούσε να υπάρχει μια διαρκείς περίοδο συνεχών συγκρούσεων με τις αντίστοιχες απώλειες.
Η αφελής (για να μην πώ κουτοπόνηρη) προσέγγιση από την ελληνική και ειδικά την κυπριακή πλευρά ότι το θέμα οφείλει να λυθεί στην βάση του διεθνούς δικαίου, μας εξυπηρετεί, όπως και στο σκοπιανό ζήτημα, όσο δεν υπάρχει μια διεθνής συγκυρία πιεστική προς την κατεύθυνση της επίλυσης.