Ο Παντελής Σαββίδης με αφορμή τα εγκαίνια του μετρό γράφει για την εγκατάλειψη της Θεσσαλονίκης
Πληθώρα κυβερνητικών παραγόντων –με την τοπική φρουρά τους να στριμώχνεται για μια φωτογραφία μαζί τους– κατέκλυσαν τη Θεσσαλονίκη για τα εγκαίνια ενός έργου το οποίο όχι μόνο έπρεπε να είχε τελειώσει προ πολλού αλλά και να άρχιζε από τις δυτικές παρυφές της πόλης (Σίνδος) και να έφθανε στο αεροδρόμιο. Τότε θα είχε κάποιο νόημα.
Αντ’ αυτού μιλάμε για ένα ανέκδοτο 9 χιλιομέτρων, το οποίο πήρε 30 χρόνια για να γίνει και κόστισε τριπλάσιο ποσό από το προβλεπόμενο. Λέγεται πως το κόστος του έφθασε τα 3 δισ. από 1 δισ. του αρχικού προϋπολογισμού.
Το σύνηθες άθλημα σ’ αυτή τη χώρα είναι η διαφθορά. Είναι τόσο εκτεταμένη και τόσο βαθιά όσο, ίσως, σε καμιά βαλκανική χώρα.
Σχεδόν το σύνολο των έργων που ολοκληρώνονται μετά από δεκαετίες έχει χρηματοδοτηθεί επανειλημμένως, με το παρακράτος των πολιτικών και οικονομικών παραγόντων να λυμαίνεται τα κονδύλια. Η Ελλάδα, σύμφωνα με την τελευταία στατιστική της ΕΕ, είναι η πιο φτωχή χώρα της Ευρώπης. Ακόμη και από τη Βουλγαρία.
Τις βαλκανικές χώρες τις γνώρισα καλά τη δεκαετία του 1990 και του 2000. Για αρκετά χρόνια οι κάτοικοί τους ζούσαν στην απόλυτη φτώχεια. Σήμερα όλες βρίσκονται σε καλύτερη θέση και καλύτερες προοπτικές από μια διεφθαρμένη χώρα όπως η Ελλάδα.
Το μετρό της Θεσσαλονίκης, για το οποίο θα διαβάσετε πολλά προπαγανδιστικά σήμερα, περικλείει όλη την αγωνία και όλες τις παθογένειες της ελληνικής κοινωνίας.
Καταρχάς πρόκειται για μια γραμμή μήκους 9 χιλιομέτρων, η οποία τίποτε ουσιαστικό δεν θα προσφέρει στη συγκοινωνιακή ανακούφιση της πόλης. Περισσότερο θα χρησιμοποιηθεί ως μια εναλλακτική βόλτα, από τις μητέρες για τα μικρά παιδιά τους.
Ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να πετάει χάντρες στους ιθαγενείς, αλλά ας γνωρίζει πως στην πόλη εκτός από την αθηναϊκή φρουρά, όπως εκφράζεται από το πολιτικό προσωπικό της, τους οικονομικούς παράγοντές της και τα μέσα ενημέρωσής της, υπάρχουν και πολίτες της που δεν δελεάζονται και στέκονται κριτικά. Του το απέδειξαν σε μερικές εκλογικές αναμετρήσεις, θα το αντιληφθεί και στις επερχόμενες.
Παρά την παρακμή που βιώνει, η Θεσσαλονίκη έχει ιστορία που διαχέεται στον αέρα της πόλης. Ιστορία που επιβάλλει στους πολίτες της μια οικουμενική και όχι μίζερη παλαιοελλαδίτικη συμπεριφορά. Η ιστορία της λειτουργεί περισσότερο ως συλλογικό υποσυνείδητο παρά ως συγκεκριμένη δράση. Αυτή η απρόσωπη ιστορία που λειτουργεί ως δυναμική είναι που δεν συμβιβάζεται με τις αθηναϊκές γελοιότητες για την πόλη.
Το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα της χώρας έχει εμποτιστεί από τις μικροελλαδικές αντιλήψεις. Περισσότερο από την αθηναϊκή λογική της πόλης-κράτους και καθόλου από την αντίληψη του οικουμενικού ελληνισμού που διέδωσε στην οικουμένη το μακεδονικό βασίλειο. Αυτό το σύμπλεγμα κατά του βορρά χρονολογείται από την αρχαία εποχή. Και συνεχίζεται ως σήμερα.
Μόνο που σήμερα η πόλη στερείται κάθε είδους ηγεσία. Οι πολιτικοί της άνδρες που θα μπορούσαν κάτι να κάνουν, την εγκατέλειψαν. Οι οικονομικοί της παράγοντες είναι μικρομεσαίοι, απολύτως εξαρτημένοι από την κεντρική κυβέρνηση, χωρίς δυνατότητα να επηρεάσουν τα πολιτικά κέντρα, αλλά και χωρίς όραμα για την πόλη που ζουν και δρουν. Είναι περισσότερο επιχειρηματίες παρά αστοί.
Σοβαρή πνευματική ηγεσία δεν διακρίνεται, με ελαχίστους που έχουν κεντρική αναφορά να την υπονομεύουν παρά να την βοηθούν. Έχουν ενταχθεί στο κυρίαρχο ιδεολογικοπολιτικό ρεύμα που χαρακτηρίζει την πόλη κλειστή, φοβική και συντηρητική. Δεν είναι τίποτε από αυτά.
Η πόλη έχει εγκαταλειφθεί από την κεντρική πολιτική ηγεσία εδώ και πολλά χρόνια. Η απουσία οποιουδήποτε ενδιαφέροντος είναι που της έδωσε μια εικόνα «κλειστότητας». Όχι η διάθεση και η συμπεριφορά των πολιτών της.
Ήταν αρκετό να θελήσει ο προσφάτως εκλιπών δήμαρχός της Γιάννης Μπουτάρης να αναζητήσει, μόνος, αέρα στο εξωτερικό για να διαψευστεί η συνειδητά υποβολιμαία αθηναϊκή αντίληψη περί συντηρητικής και κλειστής πόλης. Μιλούν για «κλειστότητα» οι εκπρόσωποι μιας κοινωνίας που αν ήταν δυνατό θα είχε συγκεντρωθεί στο γνωστό αθηναϊκό τρίγωνο. Ο κόσμος τους αρχίζει και εξαντλείται εκεί.
Ενώ διατίθενται αφειδώς χρήματα από τον κρατικό κορβανά για έργα στην πρωτεύουσα και στην ευρύτερη περιοχή της από την Κόρινθο ως έξω από τη Βοιωτία, για τη Θεσσαλονίκη το «μότο» τους είναι δεν κάνετε τίποτε για την πόλη, τη στιγμή που ο δήμος αδυνατεί να συγκεντρώσει ακόμη και τα σκουπίδια. Ποιοι να κάνουν; Στην Αθήνα το πανίσχυρο (για τα εσωτερικά δεδομένα) κράτος και στη Θεσσαλονίκη οι πολίτες της με το 9ο στη σειρά κατά κεφαλήν εισόδημα στη χώρα;
Η Θεσσαλονίκη πρέπει να είναι από τις πιο βρόμικες πόλεις που έχω γνωρίσει και αυτό δεν περιποιεί τιμή ούτε στους πολίτες της. Η συμπεριφορά τους θυμίζει Μεσαίωνα. Ο Γιανναράς θα έλεγε «η κατά κεφαλήν παιδεία είναι χαμηλή».
Ως θεσμός ο Δήμος έχει τις παθογένειες όλων των ανάλογων ελληνικών. Δημοσιοϋπαλληλική νοοτροπία, φραξιονισμός, διαφθορά, αδυναμία ελέγχου. Είναι αμφίβολο αν ο δήμαρχος μπορεί να ελέγξει είτε τις υπηρεσίες του, είτε ακόμη και τους συμβούλους του ή τους αντιδημάρχους του. Λείπει η ισχυρή προσωπικότητα που θα χτυπήσει το χέρι στο τραπέζι και θα θελήσει να καθαρίσει την κόπρο του Αυγείου.
Βεβαίως αυτή η προσωπικότητα λείπει και από την κεντρική πολιτική σκηνή. Κανείς δεν είναι διατεθειμένος να χαραμίσει τη δυνατότητα που του δίνει η εκλογή του για να πατάξει τη διαφθορά, τη γάγγραινα του ελληνικού κράτους, και να ανατάξει τη χώρα. Υπακούει στα εξωτερικά κελεύσματα, και αυτή η υπακοή του δίνει αίσθηση σιγουριάς για την κατοχή της θέσης. Και απολαμβάνει με κάθε τρόπο την εξουσία.
Απέναντι στον πρωθυπουργό δεν υπάρχει κανένα θεσμικό αντίβαρο. Η Δικαιοσύνη είναι απολύτως υποδουλωμένη. (Γιατί να σηκώσει ανάστημα ο δικαστής, για να ικανοποιήσει την συνείδησή του; Ασχολείται πλέον κανείς με τη συνείδησή του;)
Τα μέσα ενημέρωσης είναι διατεταγμένα στην υπηρεσία των κατόχων τους και λειτουργούν αναλόγως των επιδιώξεών τους.
Ένα παρακμιακό τέλμα έχει επιβληθεί επί της χώρας και της κοινωνίας της. Η Ελλάδα δεν υφίσταται ως κράτος με τον ορισμό της έννοιας.
Η κεντρική πολιτική αντίληψη –την οποία έχουν αποδεχθεί άπαντες– είναι η διά νόμου συγκέντρωση των πάντων στην Αθήνα και η αδιαφορία για την υπόλοιπη περιφέρεια. Ακόμη και η γραμμή άμυνας επί Ψυχρού Πολέμου ήταν στα στενά των Τεμπών. Σήμερα δεν γνωρίζουμε και αν υπάρχει.
Η τεράστια αδυναμία της στην εξωτερική της πολιτική φαίνεται στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Το αθηναϊκό σύστημα ελπίζει σε μια αλλαγή πολιτικής της Ουάσινγκτον για να περισώσει ό,τι είναι δυνατό να περισωθεί.
Την επομένη του Μικρασιατικού Πολέμου Ελλάδα και Τουρκία εξήλθαν με τις ίδιες πάνω-κάτω προϋποθέσεις από την καταστροφή. Σήμερα το χάσμα της διαφοράς τους στις αμυντικές δυνατότητες είναι τεράστιο.
Η Ελλάδα έγινε μέλος της ευρωπαϊκής οικογένειας το 1981. Χώρες που εντάχθηκαν πολύ αργότερα την έχουν ξεπεράσει όλες, σε σημαντικούς δείκτες.
Έργα εξαγγέλλονται αλλά για να υλοποιηθούν «ταΐζεται» όλο το σύστημα διαφθοράς. Επί χρόνια.
Διεξάγεται ένας ανταγωνισμός για τους άξονες 8 (Τουρκία, Βουλγαρία, Σκόπια, Αλβανία) και 10 (Ελλάδα, Σκόπια, Βελιγράδι, Βουδαπέστη). Το ενδιαφέρον της Αθήνας υποτονικό.
Η χώρα πρέπει να διαθέτει το αθλιότερο σιδηροδρομικό δίκτυο. Δεν δείχνει απλώς τριτοκοσμική, αλλά ανύπαρκτη κοινωνία. Η διαπλοκή και το τι έχει συμβεί στο σιδηρόδρομο από την εποχή του ΠΑΣΟΚ ως σήμερα είναι απερίγραπτα.
Σκοτώνονται άνθρωποι σε σιδηροδρομικό ατύχημα και η Δικαιοσύνη αδιαφορεί για τις αιτίες και τους υπεύθυνους.
Δίνεται η εντύπωση ότι ένα μαφιόζικο σύστημα κυριαρχεί και έχει επιβληθεί σε ένα ανύπαρκτο από πλευράς εκτοπίσματος πολιτικό προσωπικό. Αλλά έχει επιβληθεί και στο κράτος. Τα πάντα είναι διεφθαρμένα. Κανείς δεν διακινδυνεύει τίποτε.
Για να επανέλθω στο μετρό και να κλείσω: Πρόκειται για ένα έργο μόλις 9 χιλιομέτρων που δεν εξυπηρετεί τίποτε. Κόστισε τριπλάσιο ποσό από όσο είχε προϋπολογιστεί και αυτό κάτι σημαίνει. Πήρε 30 και χρόνια για να ολοκληρωθεί. Και παρουσιάζεται ως ένα έργο που θα εκσυγχρονίσει την πόλη! Μια πόλη που έχει εγκαταλειφθεί απ’ όλους. Και από το κράτος, και από τις τοπικές ηγεσίες της, και από τους πολίτες της. Προς το παρόν εκείνο που την σώζει είναι η ιστορία της.
Οι γείτονές της την αγαπούν περισσότερο.
Λίγα χιλιόμετρα πάνω από τη Θεσσαλονίκη η γειτονική Τουρκία αλωνίζει εν πλήρει απουσία της Ελλάδας. Οργιάζει με την παρουσία της η Άγκυρα. Πέραν της πολιτικής παρουσίας, έχει αναπτύξει ένα δίκτυο πολιτισμικών υποδομών με σημαντικότερο το τζαμί στα Τίρανα, έχει υπογράψει στρατιωτικές συνεργασίες με τις βαλκανικές χώρες, συνεργάζεται για την παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού και σχεδίων για μη επανδρωμένα αεροσκάφη με το Κοσσυφοπέδιο, έχει ενεργοποιεί τουρκικές μειονότητες ή κοινότητες σε όλα τα Βαλκάνια – και το ελληνικό κράτος είναι παντελώς απών.
Η παντελής απουσία της Ελλάδας από τα Βαλκάνια ενέχει σοβαρούς κινδύνους, ακόμη και ασφάλειας. Η εγκατάλειψη της Θεσσαλονίκης ενέχει κινδύνους εθνικής ασφάλειας. Η Τουρκία έχει οθωμανικά σχέδια για την περιοχή. Στις άλλες βαλκανικές χώρες τα υλοποιεί πιο συγκεκριμένα. Στην Ελλάδα πιο διακριτικά.
Μια ισχυρή μονάδα του υπουργείου Εξωτερικών που θα ασχολείται με τη διαμόρφωση και υλοποίηση βαλκανικής πολιτικής, με το μειονοτικό στη Θράκη και την πολιτική στη δημιουργία πυρήνων αστάθειας σε άλλες περιοχές της χώρας, είναι απολύτως αναγκαία.
Αν θέλει να αφήσει το αποτύπωμά του, ο δήμαρχος θα πρέπει να αναζητήσει, μόνος, ή με τους φορείς της πόλης, οικονομικές και πολιτικές ανάσες στις γειτονικές χώρες, στην Ευρώπη αλλά και όπου αλλού, παρακάμπτοντας την Αθήνα. Στο αθηναϊκό πολιτικό υποσυνείδητο η Θεσσαλονίκη πρέπει να υπονομευθεί. Ο τρόπος που υποβάθμισαν ένα ΜΜΕ (την ΕΡΤ3), το οποίο έδινε τη δυνατότητα σε αυτή την υποβαθμισμένη ποιοτικά πολιτική, οικονομική και πνευματική τάξη της πόλης να εκφράζεται, δείχνει για άλλη μια φορά τις προθέσεις τους.
Και τέλος, οι κάτοικοί της πρέπει να αποκτήσουν την νοοτροπία ότι ζουν σε αστικό χώρο. Τα χωριά τους είναι παρελθόν.
Βέβαια ο Σαββίδης δεν μας εξηγεί τον λόγο για τον οποίο μια πόλη με αδιάφορους κατοίκους, διεφθαρμένους πολιτικούς παράγοντες και υποτονική παρασιτική οικονομία αξίζει κάτι καλύτερο από την σημερινή κατάσταση.
Μήπως η ιστορία της; Ελάτε τώρα φίλοι, τότε φερόμαστε απλά όπως οι απόγονοι πλούσιων οικογενειών οι οποίοι με το όνομα του… μπαμπά επιθυμούν να κάμουν καρριέρα.