Νίκος Χ. Βαρσακέλης
Τμήμα Οικονομικών Επιστημών
Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
Στα άρθρα που δημοσιεύθηκαν κατά τις προηγούμενες δυο Κυριακές στην έγκριτή αυτή εφημερίδα παρουσιάσθηκαν, αφενός μεν η διαχρονική εξέλιξη της ολικής παραγωγικότητας (TFP) στην Ελλάδα και αφετέρου η σύγκριση της ολικής παραγωγικότητας της Ελλάδας με ορισμένες επιλεγμένες χώρες της ΕΕ από τις αρχές της δεκαετίας του 1950 ως το 2019. Τα στοιχεία δείχνουν ότι η ολική παραγωγικότητα κατά την δεκαετία του 2010 μειώθηκε στα επίπεδα του 1960, γεγονός πολύ αρνητικό. Επίσης η χώρα μας είχε την χαμηλότερη παραγωγικότητα σε σχέση με όλες τις χώρες σύγκρισης. Αυτές οι εξελίξεις στην ολική παραγωγικότητα συσχετίζονται μακροχρόνια με την απόδοση των επενδύσεων τόσο των ελληνικών όσο και των ξένων αμέσων επενδύσεων. Ας δούμε πως διαμορφώθηκε μακροχρόνια αποδοτικότητα των επενδύσεων στην χώρα μας και σε ορισμένες επιλεγμένες χώρες της ΕΕ.
Για την ανάλυση μας θα χρησιμοποιήσουμε το εσωτερικό ποσοστό απόδοσης (IRR) σε πραγματικούς όρους. Το IRR είναι ένα μέτρο που χρησιμοποιείται για την αξιολόγηση της απόδοσης μιας πιθανής επένδυσης. Το IRR υπολογίζει τον προβλεπόμενο ετήσιο ρυθμό ανάπτυξης μιας συγκεκριμένης επένδυσης με την πάροδο του χρόνου. Το IRR χρησιμοποιείται συχνά για τον προσδιορισμό της σκοπιμότητας των επενδυτικών σχεδίων. Όσο υψηλότερο είναι το IRR τόσο πιο κερδοφόρο είναι ένα επενδυτικό σχέδιο. Σε εθνικό επίπεδο το IRR αντιπροσωπεύει τον μέσο όρο των αποδόσεων των επενδύσεων στην χώρα. Γενικά, το IRR στα αρχικά στάδια της ανάπτυξη μιας χώρας είναι σχετικά υψηλό και καθώς η χώρα αναπτύσσεται αυτό μειώνεται. Η αξιολόγηση του εάν το IRR είναι καλό ή κακό εξαρτάται αποκλειστικά από τα αντίστοιχα εναλλακτικών επενδυτικών σχεδίων. Το εθνικό IRR συγκρίνεται προς τα αντίστοιχα εθνικά IRR των άλλων χωρών. Σε έναν κόσμο που οι χώρες ανταγωνίζονται για την προσέλκυση ξένων άμεσων επενδύσεων που δημιουργούν θέσεις εργασίας, οι χώρες που προσφέρουν υψηλό ή προβλέπεται από την τάση του IRR να είναι υψηλότερο από άλλων χωρών, είναι πιθανότερο να προσελκύσουν επενδύσεις και να επιτύχουν υψηλότερο ρυθμό οικονομικής ανάπτυξης και ευημερίας.
Στο διάγραμμα παρουσιάζεται το IRR, σε πραγματικούς όρους, για την Ελλάδα και ορισμένες επιλεγμένες χώρες. Εκτός από την Ιρλανδία παρατηρούμε ότι το IRR ακολούθησε πτωτική πορεία από την δεκαετία του 1950, όπως προβλέπεται. To IRR της Ελλάδας ακολούθησε ανοδική πορεία μέχρι τις αρχές του 1970 και στην συνέχεια ακολούθησε μια συνεχή πτωτική πορεία μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1990 όποτε σταθεροποιήθηκε μέχρι το 2008 και μετά παρουσιάζεται σταθερό. Φαίνεται λοιπόν ότι η χώρα έχει μπει στην κατάσταση της ωριμότητας με παραπλήσια IRR ώριμων χωρών όπως το Βέλγιο. Όμως θα πρέπει να αναμένουμε και τα δεδομένα από τα επόμενα χρόνια μετά το 2019, όταν η χώρα άρχισε σταδιακά να μπαίνει σε μία διαδικασία οικονομικής και δημοσιονομικής κανονικότητας. Από το διάγραμμα αξίζει να σημειωθεί εκτός της Ιρλανδίας και η Ισπανία, η οποία τα τελευταία χρόνια παρουσιάζει αύξηση του IRR και καθίσταται περισσότερο ελκυστική ως προς την προσέλκυση ξένων επενδύσεων. Από την άλλη μεριά είναι η Ιταλία που χαρακτηρίζεται από την μεγάλη διακύμανση με σταθερή πλέον πτώση από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 όταν πλέον τα αποτελέσματα της πολιτικής Μπερλουσκόνι άρχισαν να εμφανίζονται στην οικονομία της χώρας.
Με βάση λοιπόν τα δεδομένα προκύπτουν ορισμένα συμπεράσματα. Πρώτον, η οικονομική πολιτική, και ειδικά η φορολογική, παίζει σημαντικό ρόλο, όπως φαίνεται στο παράδειγμα της Ιρλανδίας, σε μεγαλύτερο βαθμό και σε μικρότερο της Ισπανίας, με αποτέλεσμα να αποτελούν ελκυστικό προορισμό εγκατάστασης επιχειρήσεων. Δεύτερον, η επιτυχία ενός επιχειρηματία δεν εγγυάται και την επιτυχία του ως πολιτικού, όπως μας δείχνει η περίπτωση της Ιταλίας. Τρίτον η Ελλάδα θα πρέπει να προχωρήσει σε πολιτικές που θα ενισχύσουν της αποδοτικότητα των επενδύσεων ώστε να γίνει ελκυστικός προορισμός ξένων άμεσων επενδύσεων.
πηγή: Μακεδονία