του Άγγελου Χανιώτη*
Καθηγητή Αρχαίας Ιστορίας και Κλασικών Σπουδών στη Σχολή Ιστορικών Μελετών του Ινστιτούτου Προηγμένων Μελετών του Πρίνστον.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ο κ. Άγγελος Χανιώτης θα είναι ο προσεκλημμένος της εκπομπής “Τομές στην επικαιρότητα” την Πέμπτη 16 Μαρτίου, η οποία μεταδίδεται απο τις 9μμ-10μμ απο την TV-100. Το θέμα της εκπομπής είναι “η επικαιρότητα του αρχαίου κόσμου”.
Τα χαράµατα της 21ης Ιουλίου του 365 µ.Χ. η νότια και ανατολική Μεσόγειος σείστηκαν από έναν
τροµακτικό σεισµό που τον ακολούθησε τσουνάµι. Τον αναφέρουν χρονικά, ιστορικοί και επιγραφές· οι
απώλειες σε ζωές και οι υλικές καταστροφές ήταν ανυπολόγιστες. Οι µακροπρόθεσµες συνέπειες
εκτεταµένης σεισµικής δράσης εκείνα τα χρόνια είναι και σήµερα ορατές στην Κρήτη. Το ανατολικό της
άκρο βυθίστηκε στη θάλασσα, όπως βλέπουµε π.χ. στη Χερσόνησο και την Ελούντα, το δυτικό
της ανυψώθηκε, όπως γνωρίζουν όσοι έχουν επισκεφθεί το εντυπωσιακό λιµάνι της αρχαίας Φαλάσαρνας.
Είναι φυσικό οι µελετητές των µετακινήσεων στην Κρήτη να εστιάζουν την προσοχή τους στις
ανθρωπογενείς µετακινήσεις – τη µετακίνηση πληθυσµών, προϊόντων, τέχνεργων και ιδεών. Αυτά είναι
κυρίως τα θέµατα που θα αναπτυχθούν τις επόµενες ηµέρες.
Πρώτιστα για τον πολιτισµό της ενδιαφέρει η Κρήτη ιστορικούς, αρχαιολόγους, ιστορικούς τέχνης και φιλολόγους. Επέλεξα όµως τον σεισµό του 365 µ.Χ. και τις µετακινήσεις που έθεσε σε κίνηση, τόσο άµεσα — µετοικεσίες πληθυσµών και µετακίνηση οικισµών — όσο και έµµεσα — τη µετακίνηση του ίδιου του νησιού —ως εισαγωγή στο θέµα µου, γιατί αναδεικνύει κάποιες απρόσµενες και ίσως παραµεληµένες πτυχές του πολυδιάστατου θέµατος που θα απασχολήσει το συνέδριο τις επόµενες ηµέρες.
Η επιλογή του κεντρικού θέµατος του 12ου Κρητολογικού Συνεδρίου ήταν επιτυχηµένη και επίκαιρη. Ως
προς την επικαιρότητα, δεν υπαινίσσοµαι µόνο το θέµα της προσφυγιάς, της ακούσιας µετακίνησης
χιλιάδων εκπατρισµένων ανθρώπων· αναφέροµαι στις πολλές άλλες επίκαιρες και σηµαντικές, ειδικά για
την Κρήτη, πτυχές της µετακίνησης, όπως ο τουρισµός, οι επενδύσεις, η µετακίνηση κεφαλαίων, η
µετανάστευση και η εξαγωγή προϊόντων. Το θέµα δεν είναι µόνο επίκαιρο, είναι και ουσιαστικό για το
σύνολο της κρητικής προϊστορίας και ιστορίας, ακόµα και πριν από την πρώτη ανθρώπινη εγκατάσταση.
Η Κρήτη ως γεωλογικό µόρφωµα, φυσικό περιβάλλον και χώρος ανθρώπινου βίου και δραστηριοτήτων
είναι το αποτέλεσµα µετακινήσεων. Η ίδια η γεωλογική της ιστορία είναι ιστορία µετακινήσεων, από την
εποχή που το νησί αναδύθηκε από τις θάλασσες που αργότερα θα γίνονταν γνωστές ως Κρητικό και
Λιβυκό Πέλαγος ως τις µέρες µας, µε την ανεπαίσθητη αλλά σταθερή σύγκλιση της αφρικανικής και της
ευρασιατικής λιθοσφαιρικής πλάκας.
Ουσιαστικά χαρακτηριστικά ενός ασυνήθιστου και από πολλές
πλευρές µοναδικού νησιού είναι η σταδιακή εισαγωγή χλωρίδας και πανίδας, τα ταξίδια των
αποδηµητικών πτηνών, οι µεταναστεύσεις και οι µετοικεσίες, η άφιξη προϊόντων, τεχνολογιών και ιδεών,
οι εσωτερικές µετακινήσεις από τη µια περιοχή στην άλλη, οι περιοδικές µετακινήσεις των βοσκών από
τα χειµαδιά στα αόρη, η διακίνηση πολιτιστικών δηµιουργηµάτων, γλωσσών, διαλέκτων και θρησκειών,
αλλά και η µεταφορά φυτών, όπως της αειθαλούς πλατάνου από την Κρήτη στην Ιταλία τον 1ο µ.Χ.
αιώνα.
Για την καλύτερη κατανόηση διαφόρων πτυχών των µετακινήσεων στην ιστορία της Κρήτης, είναι
χρήσιµες διαχρονικές αναδροµές, γιατί συµβάλουν στον προβληµατισµό και δίνουν ερεθίσµατα. Άλλωστε,
το θέµα των µετακινήσεων είναι εντυπωσιακά πολυδιάστατο και χαρακτηρίζετα από αντιθέσεις. Οι
µετακινήσεις είναι ατοµικές και ολιγάνθρωπες, όπως το ταξίδι του περιηγητή και του εµπόρου, και
µαζικές, όπως η εγκατάσταση εποίκων, η φυγή εξορίστων και η ανταλλαγή πληθυσµών. Είναι περιοδικές
και προγραµµατισµένες, όπως η µετακίνηση του βοσκού από τα χειµαδιά στις µαδάρες, το περιοδικό
προσκύνηµα στο µοναστήρι και το ξωκλήσι, αλλά και αναπάντεχες, όπως η αιφνίδια εχθρική επιδροµή.
Είναι ακούσιες και εκούσιες, από την άφιξη ενός εµπορικού πλοίου ως τη βίαιη αποµάκρυνση αιχµαλώτων
από τις εστίες τους. Είναι άλλοτε ειρηνικές κι άλλοτε βίαιες· µερικές φορές διέπονται από νοµικούς
περιορισµούς, συµβάσεις, έθιµα και τελετουργικούς κανόνες, πιο συχνά είναι αυτοσχέδιες. Είναι
µετακινήσεις µεγάλων αποστάσεων, όπως η µεταφορά µισθοφόρων στην Αίγυπτο, και σύντοµες, όπως η
λιτανεία, η επίσκεψη του νεκροταφείου και η περιπολία του φρουρού. Η συχνότητά τους και το είδος τους
παραλάσσει, ακολουθώντας τον ρυθµό του ιστορικού χρόνου. Τέλος, είναι πραγµατικές, όπως η
µετακίνηση ανθρώπων και αγαθών, και συµβολικές, όπως ερχοµός τους ονείρου ή η µετάβαση από τη ζωή
στο θάνατο, από µια ηλικιακή κατηγορία σε άλλη, και από µια θρησκεία σε άλλη.
Λαµβάνοντας υπόψη ακριβώς αυτές τις αντιθέσεις, επέλεξα να προσθέσω ακόµα µια, την αντίθεση
ανάµεσα στην ηµέρα και τη νύκτα.
Η επιλογή δεν σχετίζεται µε το γεγονός ότι η οµιλία µου γίνεται µετά
τη δύση του ήλιου – κάτι που δεν γνώριζα όταν επέλεξα αυτό το θέµα – δεν είναι όµως και τυχαία. Η µόνη
ίσως αµετάβλητη µετακίνηση στο διάβα των αιώνων, η µόνη κοινή εµπειρία που συνδέει ανθρώπους είτε
έζησαν στην προϊστορική Γαύδο είτε στο Μεγάλο Κάστρο της Τουρκοκρατίας είναι η παρατήρηση
της αέναης κίνησης των ουρανίων σωµάτων, η αέναη εναλλαγή µέρας και νύκτας, η ανατολή και δύση του
ήλιου, της σελήνης και των αναγνωρίσιµων άστρων και αστερισµών.
Ορµώµενος από την αρχαιότητα, που είναι η ειδικότητά µου, αλλά συνεξετάζοντας µεταγενέστερες
περιόδους, θα πραγµατευθώ το γενικά παραµεληµένο θέµα της ιστορικής διάστασης της νύκτας,
εστιάζοντας την προσοχή µου στη νυκτερινή µετακίνηση ως αντίστιξη ++ των µετακινήσεων κάτω από το
φως του ήλιου.
Με επιλεγµένα παραδείγµατα θα σκιαγραφήσω πώς οι µετακινήσεις που
πραγµατοποιούνται ανάµεσα στο σούρουπο και το χάραµα συνδέονται µε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά
διαφόρων περιόδων και παράλληλα αναδεικνύουν τη σύνδεση της µετακίνησης όχι µόνο µε τεχνικά,
οικονοµικά και κοινωνικά πλαίσια, αλλά και µε το φύλο και την ηλικία.
Εννοείται ότι η παρουσίαση δεν θα
εξαντλήσει ούτε το θέµα ούτε την υποµονή σας, αλλά ελπίζω να δώσω ερεθίσµατα για σκέψεις,
συζητήσεις και έρευνες σχετικά τόσο µε την ιστορία των µετακινήσεων όσο και µε την ιστορία της νύκτας
στην Κρήτη.
Οι ιστορικές διαστάσεις της νύκτας συνδέονται µε πραγµατικές εµπειρίες αλλά και µε προσλήψεις, οι
οποίες επιβιώνουν ανεξαρτήτως των µεταβαλλόµενων συνθηκών γιατί έχουν βαθειές ρίζες στην
προϊστορία της ανθρωπότητας, όταν η φωτιά σε µια σπηλιά ή έναν καταυλισµό πρόσφερε φως, ζέστη και
ασφάλεια. Τότε παρουσιάστηκαν τυπικές νυκτερινές δραστηριότητες που έµελλε να συνοδεύσουν τον
ανθρώπινο πολιτισµό.
Συνίστανται στην άµυνα και την ασφάλεια, την από κοινού κατανάλωση τροφής,
την αφήγηση ιστοριών, τον χορό και το τραγούδι, την ερωτική συνεύρεση, την παρακολούθηση των
άστρων και των φάσεων της σελήνης, τον ύπνο και τα όνειρα, συνεπώς την επικοινωνία µε υπερφυσικές
και υπερβατικές δυνάµες. Όσο κι αν η ζωή άλλαξε λόγω της τεχνολογικής ανάπτυξης, της εξέλιξης
πολύπλοκων κοινωνικών δοµών και της αστικοποίησης, αυτές οι τυπικές δραστηριότητες και εµπειρίες
σφράγισαν τον νυκτερινό βίο, χαρακτηρίζοντας τον τρόπο µε τον οποίο αντιλαµβανόµαστε τη νύκτα. Η
νύκτα συνεχίζει να απαιτεί από την οµάδα µέτρα για την προστασία από κινδύνους· παραµένει ο
προνοµιακός χώρος για εµπειρίες πέραν του φυσικού — οι νεκροί µας συνεχίζουν να µας επισκέπτονται
στα όνειρά µας, η πίστη πως τα άστρα επηρεάζουν τη συµπεριφορά και την τύχη είναι βαθειά ριζωµένη
και θαύµατα και ανεξήγητα φαινόµενα συµβαίνουν κατά κανόνα τη νύκτα. Η νύκτα παραµένει ο
προνοµιακός χρόνος για την κοινωνική συναναστροφή σε µικρές οµάδες, για τη συνεύρεση στον κύκλο της
οικογένειας, των µελών µιας κοινωνικής οµάδας, των συνωµωτών· στις ξεχωριστές γιορτινές ηµέρες η
νύκτα προσφέρεται για το πολυάνθρωπο πανηγύρι. Η νύκτα ήταν και είναι χρόνος για την ικανοποίηση των αισθήσεων, µε φαγητό, ποτό, έρωτα και διασκέδαση. Τέλος, η νύκτα είναι ο χρόνος της ανάπαυσης και
της αδράνειας.
Από αυτές τις εµπειρίες προκύπτουν και οι διαχρονικοί και σχεδόν παγκόσµιοι συνειρµοί της νύκτας. Η
νύκτα συνδέεται µε τον κίνδυνο και την απειλή, µε το αίσθηµα του συνανήκειν και την ταυτότητα, µε τον
πόθο, το υπερφυσικό και τον θάνατο.
Το ειδικό βάρος της νύκτας προκύπτει από την αντιθετική της
σχέση προς την ηµέρα. Όπως η ηµέρα συνδέεται µε το φυσιολογικό, το συνηθισµένο και το αποδεκτό,
έτσι η νύκτα συνδέεται µε το απαγορευµένο, το παραβατικό, το υπονοµευτικό, το ανατρεπτικό. Έτσι η
νύκτα γίνεται ένας «χρωµατισµένος» χρονοχώρος —, «χρωµατισµένος» µε τη γλωσσολογική έννοια του
όρου, δηλαδή ένας χρόνος µε ιδιαίτερη βαρύτητα, σηµασία και νόηµα. Μια δραστηριότητα που έχει µια
συγκεκριµένη σηµασία την ηµέρα – η θυσία, ο χορός, η συνέλευση, η ποµπή, το γράψιµο – ενδέχεται να
έχει άλλη σηµασία όταν πραγµατοποιείται στον χρονοχώρο της νύκτας.
Ισχύει αυτό και για τα κρητικά νυκτοπερπατήµατα;
Δεδοµένου ότι η πρώτη ολοµέλεια του συνεδρίου είναι αφιερωµένη στην αρχαιότητα, η αρχαιότητα θα
βρίσκεται στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός µου, αν και οι νυκτερινές µετακινήσεις αφήνουν λίγα ίχνη στα
αρχαιολογικά κατάλοιπα κατά τις περιόδους για τις οποίες δεν διαθέτουµε γραπτές πηγές.
Δεν θα εξετάσω όµως την αρχαιότητα εκκινώντας από τις πενιχρές πηγές που διαθέτουµε για τη νύκτα
και τις νυκτερινές µετακινήσεις, αλλά θα ακολουθήσω µια αντίστροφη πορεία, έχοντας ως αφετηρία µου
δύο πολύ µεταγενέστερα κείµενα και αντλώντας από αυτά ερεθίσµατα για την κατανόηση των
νυκτοπερπατηµάτων στην αρχαία Κρήτη.
Ακριβώς αυτή η σύγκριση µας επιτρέπει να εντοπίσουµε
πτυχές του θέµατος που ενδεχοµένως διαφορετικά δεν θα έπεφταν στην αντίληψή µας.
Πρόκειται για δυό αρκετά πιστές καταγραφές της πραγµατικότητας, πριν η τεχνολογική εξέλιξη
µεταβάλει δραµατικά τις εµπειρίες και τις δραστηριότητες ανάµεσα στη δύση και την ανατολή του ήλιου.
Το πρώτο κείµενο είναι το ηµερολόγιο που κράτησε τα έτη 1831 έως 1845 ο Κωνσταντίνος
Κοζύρης από την Κριτσά, κατά το διάστηµα που διετέλεσε µέλος του τοπικού συµβουλίου στο Ηρακλείο.
Το δηµοσίευσε το 1947, στο πρώτο τεύχος των Κρητικών Χρονικών, ο µεγάλος Κρητολόγος Μενέλαος
Παρλαµάς.
Το δεύτερο είναι οι αναµνήσεις που κατέγραψε στην Πάντοβα στο κλείσιµο του 17ου αιώνα,
στη δύση του βίου του ο Καντιώτης Τζουανες Παπαδόπουλος και δηµοσίευσε µε εκτενή σχολιασµό ο
Άλφρεντ Βίνσεντ.
Για κάθε ένα από τα φαινόµενα νυκτερινών µετακινήσεων που αναδύονται από τις
αναφορές του Κοζύρη και του Παπαδόπουλου θα προσπαθήσω να εντοπίσω συναφή φαινόµενα στην
αρχαία Κρήτη αλλά και να επισηµάνω τους παράγοντες που καθιστούν και τη µετακίνηση και τη νύκτα
σε ιστορικά φαινόµενα.
Ας ξεκινήσουµε µε το ηµερολόγιο του Κοζύρη.
Οι αναφορές σε νυκτερινές δραστηριότητες και εµπειρίες
είναι πολλές: σε όνειρα και σεισµούς, γεννήσεις, θάνατους και φόνους, που υπό µεταφορική έννοια είναι
άλλωστε ερχοµοί και αναχωρήσεις, σε εκτελέσεις, φωτοχυσίες και κανονιοβολισµούς για να
πανηγυριστούν οι στρατιωτικές επιτυχίες του Μεχµέτ Αλή, δηλαδή σε εορταστικές εκδηλώσεις που
συνοδεύονταν από εξόδους των κατοίκων στους δρόµους. Εδώ µε ενδιαφέρουν όµως οι µετακινήσεις µε την
κυριολεκτική έννοια. Αυτό που παρατηρούµε, και ως ένα σηµείο είναι αναµενόµενο σε ένα ηµερολόγιο,
είναι ότι δεν υπάρχουν αναφορές σε µετακινήσεις στο σούροπο και το χάραµα που θα µπορούσαµε να
χαρακτηρίσουµε ως µετακινήσεις ρουτίνας, ιδίως µετακινήσεις που αφορούν τα κατώτερα στρώµατα.
Εννοώ µετακινήσεις που γνωρίζουµε ή υποθέτουµε από την αρχαιότητα και άλλες περιόδους, όπως η
µετακίνηση του αγρότη από τον οικισµό και την αγροικία στα συνήθως αποµακρυσµένα χωράφια, πολύ
πριν από την ανατολή του ήλιου και η µεταφορά προϊόντων στην αγορά πολύ πριν από το
ξηµέρωµα.
Αντίθετα τέτοιες πληροφορίες βρίθουν στις αναµνήσεις του Παπαδόπουλο, όπως για
ψυχοκόρες που πηγαίνουν τη νύχτα στην κρήνη του Τζιγάντε για να πάρουν νερό ή για τους αχθοφόρους
που επιστρέφουν στο σπίτι τους στο προάστιο του Μαρουλά, παραπατώντας µεθυσµένοι από τα δυνατά
κρασιά.
Απουσιάζουν επίσης πληροφορίες για τα νυχτοπερπατήµατα των ερωτευµένων ή των
φλογισµένων από πόθο, τα νυχτοπερπατήµατα που αποτελούν το θεµατολόγιο της κρητικής µαντινάδας.
Φεγγάρι φέξε να γενεί πιο φωτεινός ο δρόµος
να βρω εκείνη π᾿ αγαπώ για να µην είµαι µόνος.
Στα νυκτοπερπατήµατα του πόθου θα επιστρέψω αργότερα.
Η δεύτερη παρατηρήση είναι η πυκνότητα των ειδήσεων σχετικά µε σύντοµες ή µεγάλες νυτερινές
µετακινήσεις. 16 φορές βρίσκουµε αναφορές στη νυκτερινή άφιξη του Κοζύρη σε κάποιο µέρος, µερικές
φορές σε προχωρηµένες νυκτερινές ώρες, π.χ. «… το βράδι ήρθα στο Καινούργιο Χωριό και
εξώµεινα …» Σε αυτές τις περιπτώσεις, η νύκτα είναι η κατάληξη, όχι το ξεκίνηµα µιας µετακίνησης που
συνεχίζεται µετά τη δύση του ήλιου. Σπάνια η µετακίνηση ξεκινάει το βράδι, και τότε µόνο για
την κάλυψη µικρών αποστάσεων.
Αυτές οι σύντοµες νυκτερινές πορείες είναι συχνές. Προϋποθέτουν βέβαια ένα στοιχειωδώς ανεπτυγµένο
οδικό δίκτυο. Είναι µετακινήσεις ειρηνικές και νόµιµες, από έναν οργανωµένο οικισµό σε άλλο, ή µερικές
φορές σε ένα µοναστήρι. Η νυκτερινή άφιξη επισκεπτών, την οποία γνωρίζουµε και από περιηγητικά
κείµενα, µοιάζει κοινότυπη. Την πιστοποιεί για την ύστερη βενετοκρατία π.χ. ο «Κανονισµός της Φρουράς
του Βασιλείου της Κρήτης» που συντάχθηκε το 1588 από τον Giovanni Batta dal Monte, capotano
generale delle fanterie.
Ο κανονισµός προβλέπει πως, όταν τη νύχτα φθάνουν στην πόλη ταξιδιώτες, ο
σκοπός οφείλει να τους σταµατά και να φωνάζει τον αξιωµατικό του, ο οποίος αφήνοντας µονάχα έναν να
πλησιάσει πληροφορείται ποιοί είναι και από που έρχονται. Επίσης ο Κανονισµός παρέχει λεπτοµέρειες
για το άνοιγµα της πύλης αν χρειαστεί να µπει η να βγει κάποιος τη νύχτα.
Πόσο αυτονόητες είναι όµως ακόµα και αυτές οι τόσο απλές νυκτερινές πορείες; Κατ᾿αρχήν ακόµα και
κατά την περίοδο στην οποία αναφέρεται το ηµερολόγιο του Κοζύρη υπάρχει διαφορά ανάµεσα στη
νυκτερινή άφιξη σε χωριά η µοναστήρια και στον ερχοµό στις λίγες οχυρωµένες και φρουρούµενες πόλεις.
Οι ταξιδιώτες που έφταναν το βράδυ, µετά το κλείσιµο των πυλών, κατέλυαν κατά κανόνα σε κουµπέδες.
Αν στραφούµε στην αρχαιότητα, οι ιστορικές διαφορές γίνονται εµφανέστερες. Νυκτερινές µετακινήσεις
και αφίξεις ήταν φυσικά εφικτές σε περιόδους στις οποίες η Κρήτη διέθετε οδικό δίκτυο. Οι προϋποθέσεις
αυτές υπήρχαν κατά το µέγιστο µέρος της αρχαιότητας, όπως γνωρίζουµε από έρευνες για το οδικό
δίκτυο στη µινωική Κρήτη από σκόρπιες αναφορές σε οδούς στην ελληνιστική Κρήτη
από, µιλιάρια της ρωµαιοκρατίας και κατάλοιπα καστρωµάτων οδών.
Πέρα όµως από τις τεχνικές, ας πούµε, προϋποθέσεις υπάρχουν ανθρωπογενή εµπόδια και
περιορισµοί. Αν ο Κοζύρης επιχειρούσε να πραγµατοποιήσει τις ίδιες ακριβώς διαδροµές στην
αρχαιότητα, κατά κανόνα θα έπρεπε να περάσει τα σύνορα ενός, ενίοτε δυό και τριών αυτόνοµων και κατά
κανόνα εχθρικών πόλεων-κρατών. Αυτό που το 1831 ήταν εφικτό και νόµιµο, το 219 π.Χ., κατά τη διάρκεια
του Λυττίου πολέµου και των εµφυλίων συρράξεων που τον συνόδευσαν ήταν τεχνικώς εφικτό, αλλά
παράτολµο, ενδεχοµένως παράνοµο και εν πάση περιπτώσει υπέκειτο σε περιορισµούς.
Έχει πολλές φορές διαπιστωθεί ότι ένας από του σηµαντικότερους διαφοροποιητικούς παράγοντες στην ιστορία της
Κρήτης είναι η υπαγωγή της, ή τουλάχιστον η υπαγωγή µεγάλων περιοχών της, σε ενιαία διοίκηση, είτε
µιλάµε για την Κρήτη των ανακτορικών κέντρων είτε για την Κρήτη υπό τη ρωµαϊκή, βενετσιάνικη και
οθωµανική κυριαρχία.
Διοικητικού τύπου εµπόδια στη µετακίνηση από µια περιοχή σε άλλη και η
επιβολή περιορισµών κυκλοφορίας για λόφους ασφαλείας, όπως π.Χ. στην Κατοχή, είναι σηµαντικές
πτυχές του θέµατος «µετακίνηση», στις οποίες χρειάζεται να δοθεί µεγάλη προσοχή. Οι διακρατικές
συµβάσεις µεταξύ κρητικών πόλεων κατά την ελληνιστική εποχή περιέχουν αρκετά σηµαντικά στοιχεία.
Επιστρέφω στο ηµερολόγιο του Κοζύρη. Είναι σπάνιες οι αναφορές σε νυκτερινή ναυσιπλοΐα,
… την Τρίτη το βράδι ήκαµα στο πέλαγος εις το καΐκι του Αρίφ καπετάνιου, όντας ηρχόµεσταν,
και εφθάσαµε στην Κάνδια την Τετάρδη εις τας τρεις ώρας της ηµέρας [από την Τία, δηλ. Ντία].
Στο Αιγαίο, όπου σπάνια να µην είναι ορατό κάποιο νησί ή ακτή ή το επόµενο αγκυροβόλι, ένα πλοίο
µπορούσε εύκολα να ταξιδεύει την ηµέρα, είτε πλέοντας κατά µήκος εκτενών λωρίδων γής είτε
προσανατολιζόµενο µε βάση τα από νωρίς χαρτογραφηµένα νησιά. Αντίθετα, για την εκµετάλλευση των
ουρίων ανέµων και την κάλυψη µεγάλων αποστάσεων στην ανοικτή θάλασσα, χωρίς ενδιάµεσα
καθηµερινά αγκυροβόλια — δηλαδή σε ταξίδια προς και από την Κύπρο, την Αίγυπτο, τη Λιβύη ή τη
Σικελία, ήταν απαραίτητη η νυκτερινή ναυσιπλοΐα και η βασική µέθοδος προσανατολισµού ήταν η
παρατήρηση των άστρων.
Ο Ιτάνιος ψαράς Κώρυβος µπορεί, σύµφωνα µε µια γνωστή αφήγηση του
Ηροδότου, να έφτασε για πρώτη φορά στη Λιβύη παρασυρµένος από τους ανέµους και τα κύµατα, το ότι
όµως µπόρεσε να οδηγήσει πάλι εκεί τους Θηραίους αποίκους, προϋποθέτει στοιχειώδεις αστρονοµικές
γνώσεις.
Δεν υπάρχει αµφιβολία ότι ήδη από τη µινωική εποχή υπήρχαν άριστες γνώσεις της κίνησης των
άστρων, δηλαδή ενδελεχής παρατήρηση του κατ᾿ εξοχήν νυκτοπερπατήµατος, που είναι η κίνηση των
ουρανίων σωµάτων στον έναστρο ουρανό. Τις διαπιστώνουµε στον ακριβή προσανατολισµό των
σηµαντικών µινωικών κτηρίων, αλλά και στην παράσταση αστερισµών σε δαχτυλίδια της µινωικής
εποχής.
Σύµφωνα µε µια πειστική υπόθεση του Ευάγγελου Κυριακίδη διάφορα αιωρούµενα
αντικείµενα σε µινωικές λατρευτικές παραστάσεις είναι σχηµατικές παραστάσεις αστερισµών.
Μπορεί τα πλοία που έφερναν τα δώρα των Κεφτιού στη φαραωνική Αίγυπτο να ακολουθούσαν συχνά
τον µακρύ δρόµο κατά µήκος των φοινικικών παραλίων, µε ενδιάµεσο σταθµό την Κύπρο, ωστόσο ούτε οι
µινωικές ανταλλαγές ούτε οι µυκηναϊκές εξαγωγές, π.χ. ψευδόστοµων αµφορέων µε το πολύτιµο
περιεχόµενό τους, ούτε αργότερα η κρητική πειρατεία των ελληνιστικών χρόνων και η εξαγωγή λύχνων
στη Βερενίκη και θεραπευτικών βοτάνων στη Ρώµη θα ήταν ποτέ δυνατή χωρίς τη γνώση της νυκτερινής
ναυσιπλοΐας.
Παρά τον διαχρονικό της χαρακτήρα, οι στόχοι της νυκτερινής ναυσιπλοΐας ήταν πολύ
διαφορετικοί, ανάλογα µε τον διαφορετικό οικονοµικό προσανατολισµό των Κρητών και τις ιστορικές
συνθήκες. Μια ιδιαίτερη πτυχή της είναι η νυκτερινή αλιεία, ένα παραµεληµένο θέµα της
κρητικής οικονοµίας κατά την αρχαιότητα, µια άλλη είναι η νυκτερινή πειρατική επιδροµή.
Στην ίδια κατηγορία των νόµιµων και νυκτερινών εξόδων είναι και αυτές που σχετίζονται µε την άσκηση
της εξουσίας. Π.χ.
Το βράδι εφέρανε στο Συµβούλιον 4 Τούρκους που εβαστούσανε τουφέκι και επηγαίνανε
στο κυνήγι και τως ετινάξανε από 200.
Έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον γιατί δίνουν στη µετακίνηση της νύκτας µια κοινωνική διάσταση, διακρίνουν
τη νύκτα του επιφορτισµένου µε δηµόσια καθήκοντα άνδρα από τη νύκτα του ιδιώτη.
Η ύπαρξη
πρυτανείων στη δωρική Κρήτη µαρτυρεί τη συνάθροιση των αξιωµατούχων και επισκεπτών
από άλλες πόλεις γύρω από την κοινή εστία, σε έναν κύκλο συνδαιτηµόνων που διακρίνεται από την
υπόλοιπη κοινότητα. Χώροι υποδοχής των ανακτορικών κτηρίων είναι επίσης χώροι κοινωνικού
διαχωρισµού.
Στην ίδια κατηγορία των υπηρεσιακών µετακινήσεων ανήκουν οι αυστηρά καθορισµένες νυκτερινές
µετακινήσεις των φρουρών, που είναι γνωστές και στην αρχαιότητα εκτός Κρήτης – µε τις υπηρεσίες
νυκτοφυλάκων και νυκτοστρατηγών.
Στην Κρήτη θα πρέπει να περιµένουµε τη Βενετοκρατία για να
έχουµε άµεσες σχετικές πληροφορίες, όπως για τις περιπολίες στην Κάντια, που προβλέπει ο Κανονισµός
της Φρουράς του 1588, δίνοντας οδηγίες για την βραδυνή παρέλαση των φρουρών από τον στρατώνα προς
την κεντρική πλατεία και στην πλατεία του Αγίου Σαλβαδώρου, όπου γινόταν η κλήρωση των φρουρών.
Η πρακτική αυτή συνεχίζεται φυσικά και στην Τουρκοκρατία, και ήδη τα πρωιµότερα έγγραφα της
περιόδου αναφέρονται στον φόρο της βάρδιας και επισηµαίνουν την ανάγκη φρούρησης µέρα και νύκτα.
Στην αρχαία Κρήτη τέτοιες υπηρεσίες δεν µαρτυρούνται, αλλά θα πρέπει να τις υποθέσουµε για
οχυρωµένες πόλεις, όπως η ελληνιστική Γόρτυνα, η Φαλάσαρνα και η Απτέρα, γιατί αποτελούν
πάγιο συνοδευτικό στοιχείο της φύλαξης µιας οχύρωσης.
Μια δεύτερη µεγάλη κατηγορία πληροφοριών είναι εκείνες που σχετίζονται µε την λειτουργία και
πρόσληψη της νύκτας ως περιόδου κοινωνικής συναναστροφής.
Αυτές οι νυκτερινές µετακινήσεις είναι σχετικά κοντινές. Κι αυτές, όπως και το ταξίδι ή οι υπηρεσιακές µετακινήσεις, είναι θεµιτές και
αποδεκτές, δεν είναι όµως µετακινήσεις ρουτίνας. Συνδέονται µε µεγάλες θρησκευτικές ή κοσµικές
γιορτές – ένα θέµα που για τη βενετοκρατία έχει εξεταστεί. Αυτά τα νυκτοπερπατήµατα π.χ. «Βράδι, ωσάν εποδειπνήσαµεν, επήγαµε στου Αδαµάκη Ωρολογά το σπίτι και
εγλεντίσαµε» — ξεφεύγουν από τα πλαίσια της καθηµερινότητας και έχουν ενδιαφέρουσες ιστορικές
διαστάσεις. Κατ᾿ αρχήν, µεγάλες θρησκευτικές γιορτές – στη χριστιανική Κρήτη τα Θεοφάνια, η
Απόκρεω, το Πάσχα και τα Χριστούγεννα, στην αρχαία Κρήτη τα Θεσµοφόρια και η Διονυσιακή γιορτή
των Θεοδαισίων – επικεντρώνονταν σε νυκτερινές τελετουργίες και συνδέονται µε εξόδους στα ιερά.
Η διάσταση που µε ενδιαφέρει εδώ δεν είναι όµως η δηµόσια γιορτή, αλλά η ιδιωτική συναναστροφή της
νύκτας. Μια σύγκριση µε την αρχαιότητα αποκαλύπτει ιδιαιτερότητες αλλά και σηµαντικά κενά στις
γνώσεις µας.
Ήδη από την εποχή του Χαλκού έχουµε πληθώρα πηγών για κοινωνική συναναστροφή συνοδευόµενη από
κοινό φαγοπότι. Η αρχαιολογική έρευνα έχει αποκαλύψει σκεύη και χώρους παρασκευής τροφής για
µεγάλες οµάδες, αγγεία για την κατανάλωση κρασιού, κατάλοιπα τροφής, και πιθανούς χώρους
συνεύρεσης – δειπνιστήρια σε ιερά και χώρους υποδοχής και συναναστροφής σε σηµαντικά κτήρια.
Ευρήµατα σχετικά µε τον φωτισµό των χώρων, όπως λύχνοι υποδεικνύουν τη νύκτα ως πιθανό
χρόνο πραγµατοποίησης των κοινών δείπνων σε ιερά και ανακτορικά κτήρια.
Υπήρχαν άραγε και ιδιωτικά
γλέντια στην εποχή του χαλκού, είτε µε αφορµή δηµόσιες θρησκευτικές γιορτές είτε µε ιδιωτική
πρωτοβουλία, γλέντια που έφερναν κάποιους καλεσµένους στο σπίτι ενός οικοδεσπότη; Κι αν ναι, πώς
µπορούµε να προσδιορίσουµε το φύλο, την ηλικία και την κοινωνική θέση των συµµετεχόντων, τη σχέση
των καλεσµένων µε τον οικοδεσπότη, τη συχνότητα και αφορµή της συνάθροισης;
Κατανοούµε την πολυπλοκότητα αυτού του φαινοµενικά απλού θέµατος αν στραφούµε στη δωρική Κρήτη. Εκεί το
σύστηµα των συσσιτίων και η ύπαρξη εταιρειών και ανδρείων, των κατ᾿ εξοχήν χώρων για την
κοινή κατανάλωση τροφής και τη συνεύρεση, για την ιδιωτική προσφορά τροφής και ποτού άφηναν µικρά
περιθώρια για την ιδιωτική πρωτοβουλία και την οργάνωση ιδιωτικών δείπνων· η κατανάλωση τροφής
και κρασιού διέπονταν από αυστηρούς κανόνες και τελετουργίες.
Αν και η λέξη ανδρείο υπονοεί τη συµµετοχή µόνο ανδρών, ωστόσο οι γραµµατειακές πηγές µαρτυρούν και την παρουσία γυναικών και παιδιών. Αυτή η συµµετοχή των γυναικών, αυτονόητη σε ορισµένες ιστορικές περιόδους, ήταν αδιανόητη σε άλλες.
Μια άλλη αφορµή για νυκτερινές εξόδους είναι οι γάµοι, π.χ. «Βράδι εστεφανώθη ο Μύρωνας,
του Μελιδονιώτη ο γιός». Οι γάµοι, τα βαφτίσια και οι κηδείες είναι κοινωνικά αποδεκτές µετακινήσεις
που διέπονται από κανόνες. Σχετίζονται άµεσα µε την πρόσληψη της νύκτας ως του διαφορετικού
χωροχρόνου, του αντίποδα της µέρας, του χρόνου που ενδείκνυται για συµβολικά περάσµατα, από το φως
στο σκοτάδι, τη ζωή (πραγµατική και συµβολική) στον θάνατο, τη µια κατάσταση και ιδιότητα στην
άλλη. Δεν είναι τυχαίο ότι διαβατήριες τελετές γενικά, και µυήσεις ειδικότερα, πραγµατοποιούνται σε
διάφορους πολιτισµούς κυρίως τη νύκτα. Και αυτές οι τελετές συνδέονται συνήθως µε µετακίνηση σε
µικρές αποστάσεις: από το σπίτι στην εκκλησία, τον οικισµό στο νεκροταφείο, την κατοικία στο ιερό, εντός
και εκτός τειχών.
Σχετικό είναι και το ζήτηµα της απαγωγής της νύφης στην Κρήτη, ενός ιδιαίτερου φαινοµένου νυκτερινής
µετακίνησης που σφραγίζει τη µετάβαση από µια ηλικιακή κατηγορία σε άλλη κι από µια νοµική
κατηγορία σε άλλη. Εδώ τα όρια ανάµεσα σε ό,τι απαγορεύουν οι κοινωνικές συνθήκες αλλά επιτρέπει το
έθιµο γίνονται δυσδιάκριτα.
Τέτοιες µετακινήσεις, που ξεφεύγουν από την καθηµερινότητα και συµβάλλουν στην κινητικότητα της
νύκτας, και φυσικά έχουν ιδιαίτερη σηµασία για την κοινωνία και τη θρησκεία στην αρχαία Κρήτη. Μας
φέρνουν για µια ακόµα φορά αντιµέτωπους µε την ελλειψη άµεσων πηγών, που µέχρι κάποιο βαθµό
αντιµετωπίζεται αν ανατρέξουµε σε παράλληλα. Π.χ. µπορεί να µην έχουµε καµµιά απολύτως άµεση
πληροφορία για τον χρόνο τέλεσης γάµων και πραγµατοποίησης κηδειών στην αρχαία Κρήτη, όµως αν
κρίνουµε από παράλληλα από την υπόλοιπη Ελλάδα –από παραστάσεις γαµήλιων ποµπών µε λαµπάδες
και νόµου που καθορίζουν τα της εκφοράς – ο κατάλληλος χρόνος για αυτές τις διαβατήριες τελετές
πρέπει να ήταν το σούρουπο και ο χρόνος αµέσως µετά τη δύση του ήλιου.
Μέσα στο σκοτάδι της νύκτας
πραγµατοποιούνταν οι απαγωγές εφήβων στη δωρική Κρήτη, ένας σηµαντικός θεσµός που
συνδέεται µε διαβατήριες τελετές και ακολουθούσε αυστηρούς κοινωνικούς κανόνες.
Τη νύκτα γίνονταν επίσης οι κατ᾿ εξοχήν διαβατήριες τελετές, τις µυήσεις. Μαρτυρείται για τη µύηση
στα µυστήρια της Ίσιδας, που πραγµατοποιούνταν στην Κρήτη κατά τη ρωµαιοκρατία και είναι
πιθανό για τα ορφικά µυστήρια, που είχαν µεγαλη διάδοση στα ελληνιστικά χρόνια. Μια
πληροφορια στον Βιο του Πυθαγόρα του Πορφυρίου απηχεί ακριβώς αυτές τις νυκτερινές µυήσεις και τις
τελετουργικές µετακινήσεις που συνεπάγονται:
Κρήτης δ᾿ ἐπιβὰς τοῖς Μόργου µύσταις προσῄει, ἑνὸς τῶν Ἰδαίων Δακτύλων, ὑφ᾿ ὧν καὶ ἐκαθάρθη τῇ
κεραυνίᾳ λίθῳ, ἕωθεν µὲν παρὰ θαλάττῃ πρηνὴς ἐκταθείς, νύκτωρ δέ παρὰ ποταµῷ ἀρνείου µέλανος
µαλλοῖς ἐστεφανωµένος.
Προχωρώντας στην προϊστορική εποχή, είναι δυσκολότερο να εντοπίσουµε ανάλογες νυκτερινές
τελετουργίες, αν και ευρήµατα απο ιερά, όπως το ιερό κορυφής στον Γιούχτα, τον Τραόσταλο και τον
Πετσοφά, ή το ιερό στη Σύµη, µε λύχνους, ίχνη µεγάλων πυρών και χώρους για τελετουργικὰ δείπνα, δεν
αφήνουν αµφιβολία για την τέλεση νυκτερινών τελετουργιών.
Οι ενδεχόµενες παραστάσεις αστερισµών
σε µινωικά δακτυλίδια σχετίζονται επίσης µε νυκτερινές τελετουργίες και την επιφάνεια θεών
και φυσικά προϋποθέτουν εξόδους µετά τη δύση του ήλιου.
Ανάλογες υποθέσεις µπορούν να γίνουν και
για τη µινωική ταφική λατρεία, όχι µόνο την εκφορά του νεκρού αλλά και τακτικές επισκέψεις στον τάφο,
όπως και γενικά για τελετουργίες που εκµεταλλεύονται το σκοτάδι και τα συναισθήµατα που διεγείρει.
Στην ουσία του θέµατας, δηλαδή στην ιδιαιτερότητα της νύκτας ως του άλλου πόλου της µέρας, µας
φέρνουν τέλος ειδήσεις για έκτακτα περιστατικά, όταν µια µετακινήση γίνεται τη νύκτα για να
εκµεταλλευθεί την κάλυψη που προσφέρει το σκοτάδι. Μερικές από αυτές τις έκτακτες ειδήσεις µοιάζουν
αθώες: «Βράδι ήρθε ο Ηλίας και εβάστα µου γράµµα από Ταλίκ µπέη».
Ένας από τους λόγους που
µαντατοφόροι µετακινούνται τη νύκτα, είναι επειδή γνωρίζουν πού θα βρουν τον αποδέκτη της επιστολής,
ένας άλλος για να τηρηθεί η µυστικότητα της επικοινωνίας. Τέτοιες ειδήσεις αναδύουν στην επιφάνεια ένα
σηµαντικό είδος µετακίνησης: τη µεταφορά ειδήσεων. Όπως γνωρίζουµε από γραµµατειακές πηγές,
χρησιµοποιούνταν στην αρχαιότητα φρυκτωρίες, δηλαδή απλές κατασκευές για τη µετάδοση φωτεινών
σηµάτων σε µεγάλες αποστάσεις. Φρυκτωρίες δεν αναφέρονται στις κρητικές επιγραφές, αναφέρονται
όµως σκοπαί και ούρεια, δηλαδή φρούρια, που είναι βέβαιο ότι θα χρησιµοποιούνταν και για
µετάδοση σηµάτων, ιδίως σε πολεµικές περιόδους.
Τα φωτεινά σινιάλα µε τα οποία οι αντάρτες
ειδοποιούσαν τα βρετανικά υποβρύχια κατά την Κατοχή, είναι οι µακρινοί απόγονοί τους. Αν ευσταθεί η
υπόθεση του Alan Peatfielf ότι στα ιερά κορυφής της Μινωικής Κρήτης ανάβονταν φωτιές κάποιες
εορταστικές νύκτες της εποχής των ανακτόρων, θα είχαµε και τον µακρινό πρόγονο των φωτεινών
σινιάλων· το µήνυµα που θα µετέφεραν αυτές οι νυκτερινές πυρές, σύµφωνα µε αυτή την υπόθεση, θα
ήταν η ενότητα της Κρήτης.
Προχωρούµε σε σκοτεινότερα θέµατα, που σχετίζονται µε µια άλλη διάσταση της νύκτας: τη σχέση της
µε το απαγορευµένο.
Μια και µοναδική είδηση στο ηµερολόγιο του Κοζύρη αναφέρεται σε ένα αρκετά
διαδεδοµένο φαινόµενο, την έκθεση βρεφών τη νύκτα. «Ευρέθη ένα παιδί στο σωκάκι του Αγίου
Ματθαίου στας εφτά ώρας της νυκτός και το ωνοµάσανε Βασίλειο».
Η έκθεση βρεφών, διαδεδοµένη στην
αρχαιότητα, προϋποθέτει την κρυφή µετακίνηση του γονιού, συνήθως της µητέρας, ώστε να µην µπορεί
να διαπιστωθεί η ταυτότητά της, αλλά και το νυχτοπερπάτηµα εκείνου που βρίσκει το έκθετο.
Προϋποθέτει συχνά και την κρυφή ερωτική συνάντηση που οδηγεί στην ανεπιθύµητη εγκυµοσύνη.
Πολλές διατάξεις του αρχαίου κρητικού δικαίου που σχετίζονται µε τη νοµική θέση νόθων παιδιών και την
ερωτική σχέση ελεύθερης γυναίκας και εξαρτηµένου ατόµου αντιµετωπίζουν ακριβώς τις συνέπειες των
αθέµιτων νυκτοπερπατηµάτων που εµπνέει ο ερωτικός πόθος.
Βλέπουµε πως το σκοτάδι της νύκτας
επιτρέπει το πέρασµα του λεπτού ορίου που χωρίζει το αθώο από το αθέµιτο, το επιτρεπτό από το
απαγορευµένο. Παρασυρµένος από τις αναµνήσεις του ο Τζουάνες Παπαδόπουλος µας δίνει µια ζωντανή
εικόνα για νυκτερινές βόλτες στην κρήνη του Τζιγάντε, όπου Βενετοί, κρητικοί ευγενείς και τσιταδίνοι
µεζεύονταν για να περάσουν τη νύκτα τους την εποχή µε τις αφόρητες ζέστες, διασκεδάζοντας µε
µουσική, τραγούδι και χορούς. Μια εικόνα σ᾿ αυτή του την περιγραφή θυµίζει όµως και τους νυκτερινούς
κινδύνους. Είναι η εικόνα των κοριτσιών της κατώτερης τάξης που πηγαίνουν τη νύκτα στην κρήνη για
νερό, κλεισµένες στο σπίτι την ηµέρα, κι εκεί εκτίθενται σε όλους τους πειρασµούς της πλανεύτρας
νύκτας:
«Και τότε, ω πόσα κορίτσια — υπηρέτριες. ψυχοκόρες, καµαριέρες, καλοκαµωµένες, νόστιµες,
που δεν τις έστελναν τη µέρα έξω από το σπίτι οι κυράδες τους για να µην τις δουν και τις
ξελογιάσουν, και τις ὲστελναν τη νύχτα για ναπάρουν δροσερό νερό από τον Τζιγάντε! Τί
παιχνιδάκια, τί γλέντια – για να µην µακρυγορήσω πάνω σε κάτι άλλο, πιο παράξενο, και δεν
ταιριάζει στην ηλικία µου, που µπήκα κιόλας στα 78! Αυτές οι φτωχούλες γύριζαν στο σπίτι οι
πιο πολλές µε τα λαγήνια τους και τα σωθικά τους γεµάτα δροσιστικά ποτά …»
και µε όλες τις εµπειρίες που η συστολή δεν επιτρέπει στον Παπαδόπουλο να γράψει.
Έρχοµαι στο τελευταίο σκέλος του θέµατός µου, στις µετακινήσεις που γίνονται τη νύκτα ακριβώς για
την κάλυψη που προσφέρει το σκοτάδι. Είναι οι µετακινήσεις που σχετίζονται µε την αρχέγονη σύνδεση
της νύκτας µε την απειλή και τον φόβο. Είναι ο νυκτερινός ερχοµός αραβικών ενισχύσεων στον Χάνδακα
κατά την πολιορκεία του Νικηφόρου Φωκά. Είναι και οι µετακινήσεις του δειλού προδότη, όπως
προδοσία του µηχανικού Μπαρότσι το 1668. Είναι ακόµα οι επιθέσεις εχθρών που
εκµεταλλεύονται και την κάλυψη του σκοταδιού αλλά και τον φόβο που ελλοχεύει στη νύχτα και τον
πανικό που προκαλεί η νυκτερινή βία. Είναι οι επιθέσεις που σε σπίτια, µερικές φορές στα πλαίσια
αντεκδίκησης, in tempo di notte που αναφέρουν έγγραφα τις βενετοκρατίας και οι ανεπιθύµητες
επισκέψεις διαρρηκτών που καταγράφουν τα τουρκικά έγγραφα. Είναι οι δραστηριότητες
τυµβωρύχων σε νεκροταφείο ήδη από την αρχαιότητα. Είναι οι νυκτερινές επιθέσεις κατά την πολιορκία
του Χάντακα από τους Οθωµανούς. Είναι ακόµα η αιφνίδια άφιξη των γερµανικών οχηµάτων 2-3 ώρες
πριν από το χάραµα στα χωριά της Κρήτης για την εκτέλεση αµάχων ως αντίποινα.
Η συχνότερη και καλύτερα τεκµηριωµένη εχθρική επίθεση είναι η πειρατεία και η νυκτερινή επιδροµή.
Στην αρχαία Κρήτη συνδέεται µε συγκεκριµένες πολεµικές παραδόσεις και αποδεκτές πρακτικές. Ο
Πολύβιος αναφέρει ότι οι Κρήτες ήταν περίφηµοι ακριβώς για τις νυκτερινές επιθέσεις και ενέδρες, και η
βασικότερη µορφή οργανωµένης πολεµικής επιχείρησης στην ελληνιστική Κρήτη, ιδίως από τα τέλη του
3ου π.Χ. αιώνα ως τη ρωµαϊκή κατάκτηση του 67 π.Χ ήταν η πειρατεία, που συνήθως έπαιρνε τη µορφή
νυκτερινών επιθέσεων. Μια τέτοια επιδροµή περιγράφει µια επιγραφή από την Αιγιάλη της Αµοργού:
«Κατά τη διάρκεια της νύκτας πειρατές αποβιβάστηκαν στα εδάφη µας αιχµαλωτίζοντας παρθένους,
παντρεµένες γυναίκες και άλλα πρόσωπα, ελεύθερους και δούλους, συνολικά πάνω από 30 άτοµα.
Κατέστρεψαν τα πλοία στο λιµάνι, κατέλαβαν το πλοίο του Δωριέα και έφυγαν µε αυτό µεταφέροντας
τους αιχµαλώτους και τα άλλα λάφυρα …».
Οι πειρατικές επιθέσεις επανέρχονται ως θέµα της κρητικής ιστορίας µετά από ανάπαυλα έξι και πλέον
αιώνων, όταν αρχίζουν οι αραβικές επιδροµές. Η διαφορά, µια ουσιώδης διαφορά για την ιστορία της
Κρήτης, είναι ότι τώρα οι Κρήτες είναι τα θύµατα, όχι οι πειρατές.
Τα κρυφά, παράνοµα ή παραβατικά νυκτοπερπατήµατα είναι οι µετακινήσεις εκείνων που προσπαθούν
να ξεφύγουν από το δόκανο του νόµου, να υπονοµεύσουν την τάξη, να αντισταθούν στην αυθαίρετη
εξουσία.
Θα ήταν κοινότυπο να επισηµάνω ότι το αντάρτικο της Κατοχής είχε συχνά τη µορφή
νυκτερινών επιδροµών και πορειών, όπως η ανατίναξη του αεροδροµίου του Ηρακλείου την 13η Απριλίου
1942 και η απαγωγή του στρατηγοί Κράϊπε.
Κάποιες νυκτερινές µετακινήσεις αγνοούν τους κοινωνικούς κανόνες, όπως η νυκτερινή συνάντηση δύο
ερωτευµένων που δεν έχουν στεφανωθεί ακόµα. Άλλες, φαινοµενικά παραβατικές ακολουθούν άγραφες
παραδόσεις και αξίες, και στην κατηγορία αυτή ανήκει το κλέψιµο της νύφης και η ζωοκλοπή ως
κοινωνικό φαινόµενο ενηλικίωσης, δηµιουργίας ταυτότητας και σύσφιξης δεσµών, κι όχι ως οργανωµένη
εγκληµατική ενέργεια για την αποκόµιση κέρδους.
Τέλος, η κρυφή νυκτερινή µετακίνηση συνδέεται µε το υπερφυσικό, το υπερβατικό και εκείνη την
επικοινωνία θνητών µε υπερφυσικὲς δυνάµεις που έχει στόχο την αντιµετώπιση ενός αντιπάλου ή
αντιζήλου: συνδέεται µε τη µαγεία. Δυστυχώς δεν διαθέτουµε πολλές πηγές για καταδέσµους στην
αρχαία Κρήτη, αλλά µια µαρτυρία από την Κνωσό είναι ενδεικτική. Είναι η εναπόθεση, σίγουρα τη νύκτα,
µιας κατάρας γραµµένης σε πινακίδα από στεατίτη, σε έναν τάφο στο νότιο νεκροταφείο της Κνωσού.
Τέλος µια ιδιαίτερη κατηγορία νυκτερινών επισκέψεων είναι οι επισκέψεις υπερφυσικών δυνάµεων, θεών
στην αρχαιότητα, αγίων στη χριστιανική Κρήτη, στα όνειρα των θνητών. Στην αρχαιότητα, αυτές είναι
κυρίως οι επισκέψεις του Ασκληπιού στα όνειρα εκείνων που περνούσαν τη νύκτα στα εγκοιµητήρια της
Λεβήνας και της Λισσού, ελπίζοντας να επιφανεί ο θεός στο όνειρό τους και να τους γιατρέψει.
Τα όνειρα φέρνουν νυκτερινούς επισκέπτες και στους χριστιανοός, όπως αυτό που αναφέρει το Συναξάριο
για τον µήνα Απρίλιο και τον Ιωσήφ τον υµνογράφο. Όταν έφτασε δεσµώτης στην Κρήτη στα χρόνια του
Λέοντος του Αµενίου
« Ἐν µιᾷ δὲ τῶν νυκτῶν ἐπιστὰς αὐτῷ τις ἱεροπρεπὴς τὴν ἰδέαν· «Ἐκ Μύρων ἐνταῦθα πάρειµι» ἔφη, καὶ
βιβλίον κρατῶν διεκελεύετο τοῦτο λαβεῖν.».
Αυτά τα επιφανικά όνειρα έχουν κάπως εκλείψει. Αλλά η νύκτα κάπως έχασε την υπερφυσική της
διάσταση δεν έχασε την ερωτική της και οι κρητικές µαντινάδες υµνούν τον νυκτερινό ερχοµό της
αγαπηµένης στο όνειρο.
«Έλα µια νύχτα στ᾿ όνειρο κοντά µου να καθίσεις,
ό,τι στερούµε ξυπνητός, νύχτα να µου χαρίσεις.
Μέσα στον ύπνο µου έρχεσαι νύχτα και δεν κοιµούµαι
ώρες ‘ποµένω ξυπνητός κι όλο σε συλλογούµαι ».
Ξεκίνησα αυτή την αναδροµή σε νυκτερινές πορείες και µετακινήσεις µε κάποιες παρατηρήσεις για τη
διαχρονκή πρόσληψη της νύχτας, τη σύνδεσή της µε τον φόβο και την απειλή, τον έρωτα και την
ταυτότητα, τη συµβολική µετάβαση από µια κατάσταση σε άλλη. Αν και στην πορεία της ιστορίας και
του πολιτισµού τέτοια στοιχεία εµφανίζονται στις πληροφορίες που έχουµε για τη νυκτερινή Κρήτη,
ωστόσο η διασπορά τους και ο χαρακτήρας τους µεταβάλλεται, όπως µεταβάλλεται η οργάνωση της
Κρήτης, η κοινωνική της δοµή, οι θρησκευτικὲς αντιλήψεις, οι οικονοµικές δραστηριότητες.
Το µεγαλύτερο κέρδος από µια τέτοια ιστορική αναδροµή για τον ιστορικό της αρχαιότητας και τον
αρχαιολόγο είναι το ερέθισµα που παίρνει. Λαµβάνοντας υπόψη µας φαινόµενα γνωστά από
µεταγενέστερες περιόδους προβληµατιζόµαστε για ζητήµατα όπως η νυκτερινή τελετή και η φρυκτωρία,
η σχέση της µετακίνησης µε το φύλο, την ηλικία και την κοινωνική θέση, η νυκτερινή κοινωνική
συναναστροφή και η νυκτερινή τελετουργική πορεία, η έκθεση βρεφών και ο έρωτας. ΄Ετσι στρεφόµαστε
στα γραπτά µνηµεία και τα υλικά κατάλοιπα, χωρίς να ξεχνάµε το νυκτερινό πρόσωπο της Κρήτης,
εκείνο που αν και µετά το σούρουπο το καλύπτει σκοτάδι, συνεχίζει να πάλλεται από ζωή. Έτσι
ξακανοιτάζουµε έργα της αρχαίας τέχνης ως µαρτυρίες για τη νύκτα και τις πραγµατικές και συµβολικές
της µετακινήσεις, έργα όπως ο γνωστός σφραγιδόλιθος από τα Ανεπόσπηλια, που µε όλη τη θαυµαστή
οικονοµία της µινωικής τέχνης δεν αποδίδει µόνο την κίνηση, αλλά παίζοντας µε την αντίθεση ανάµεσα
στο σκοτεινό και το φωτεινό µας καλεί να συλλογιστούµε την κίνηση απὸ τη µὲρα στη νύκτα, το φως στο
σκοτάδι, τη ζωή στον θάνατο. Και µε αυτή τη σκέψη, αφιερωµένη στον αρχαιολόγο που µε έφερε το 1980
για πρώτη φορά στην Κρήτη, τον Γιάννη Σακελλαράκη, θα σας αφήσω να απολαύσετε το δικό σας
νυκτοπερπάτηµα.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ομιλία του κ. Άγγελου Χανιώτη στο Κρητολογικό Συνέδριο το Σεπτέμβριο του 2016.