Του Δημήτρη Τσαϊλα, Υποναυάρχου ε.ε.
Ο πολιτικός στόχος της Τουρκίας είναι να καταργήσει το Διεθνές Δίκαιο στη θάλασσα και να το αντικαταστήσει με την αρχή ότι η Τουρκία μπορεί να κατέχει τις θαλάσσιες ζώνες που ισχυρίζεται η ίδια ότι της ανήκουν. Η Άγκυρα έχει διακηρύξει επανειλημμένα την «αδιαμφισβήτητη κυριαρχία» σε ένα μεγάλο όγκο της Θάλασσας στο μισό Αιγαίο και την Ανατολική Μεσόγειο. Τούρκοι αξιωματούχοι ισχυρίζονται ότι αυτή η εκτεταμένη θαλάσσια περιοχή είναι «γαλάζια πατρίδα», δηλαδή ισοδύναμο με τη χερσαία επικράτειά της, όπως υποδηλώνει η φράση. Ο κυρίαρχος μιας επικράτειας θεσπίζει τους νόμους που υπαγορεύουν τι συμβαίνει εκεί. Με άλλα λόγια, θα βάλει τους κανόνες στη Θάλασσα και οι άλλοι θα υπακούσουν. Η ελευθερία της θάλασσας δεν θα υπάρχει πια σε αυτές τις εκτάσεις. Τα γειτονικά κράτη (Ελλάδα-Κύπρος) θα χάσουν τα δικαιώματά τους να συλλέγουν φυσικούς πόρους από τις υπεράκτιες αποκλειστικές οικονομικές ζώνες που τους κατανέμει η Σύμβαση του ΟΗΕ για το Δίκαιο της Θάλασσας (UNCLOS).
Αυτός είναι ένας πολιτικός στόχος που μας βρίσκει αντίθετους, ωστόσο είναι πολύτιμος για την Τουρκία, που σημαίνει ότι η Άγκυρα είναι διατεθειμένη να ξοδέψει αφειδώς για να τον αποκτήσει και να διατηρήσει τις δαπάνες για όσο διάστημα χρειαστεί. Ο τούρκος πρόεδρος Ερντογάν έχει συνδέσει τις θαλάσσιες διεκδικήσεις με το «Τουρκικό Όνειρο», το έργο του για εθνική ανανέωση για τον «τουρκικό αιώνα» μετά την ίδρυση του κράτους του. Είναι δύσκολο να δει κανείς πώς θα μπορούσε να παρακάμψει τον όρκο του να κάνει την Τουρκία μεγάλη ξανά, μήπως και φανεί αδύναμος και ανόητος στα μάτια των απλών Τούρκων πολιτών. Αυτή είναι μια επικίνδυνη προοπτική για κάθε αυταρχικό ηγέτη.
Η στρατηγική της Τουρκίας βασίζεται σε τρεις κρίσιμους άξονες στον αγώνα για τη ναυτική ελευθερία. Πρώτον, έχουν αποφασίσει ένα παρατεταμένο αγώνα. Κανείς δεν πρέπει να περιμένει μια γρήγορη νίκη. Δεύτερον, η Άγκυρα βασίζεται σε ακανόνιστα μέσα και μεθόδους για να πάρει αυτά που επιθυμεί. Αντί να κάνει μόνο χρήση της στρατιωτικής δύναμης, εκμεταλλεύεται μια σειρά από παραστρατιωτικά ή μη εργαλεία, όπως το μεταναστευτικό ρεύμα, την ακτοφυλακή και μια “θαλάσσια πολιτοφυλακή” ενσωματωμένη στον αλιευτικό στόλο και την εμπορική ναυτιλία ως εργαλεία επιλογής της. Η Άγκυρα τους υποστηρίζει με τακτικές δυνάμεις από το Τουρκικό Ναυτικό και την Τουρκική Αεροπορία απειλώντας τους αντίπαλους διεκδικητές ότι η Τουρκία θα επικρατήσει σε περίπτωση που ξεσπάσει πόλεμος. Και τρίτον, η Τουρκία οργανώνει μια εκστρατεία ποσοτικής και ποιοτικής αναβάθμισης των διεκδικήσεων. Προσπαθούν να κερδίσουν πολλές αντιπαραθέσεις μικρής κλίμακας, διασκορπισμένες σε χρόνο και γεωγραφικό χώρο. Πολλά μικρά αποτελέσματα, ελπίζουν, θα προσθέσουν κάτι σημαντικό με την πάροδο του χρόνου. Εν ολίγοις, η Τουρκία ελπίζει να κερδίσει χωρίς να κλιμακώσει και να απαιτηθεί πραγματική χρήση όπλων. Αυτό συνεπάγεται έναν μακροχρόνιο ανταγωνισμό στον οποίο η Τουρκία επιδεικνύει ακαταμάχητη εμμονή.
Η αντιμετώπιση της Τουρκίας θα απαιτήσει ένα μείγμα δυνάμεων του Πολεμικού Ναυτικού της Πολεμικής Αεροπορίας και της Ακτοφυλακής που να μπορούν να συνεργαστούν με περιφερειακούς εταίρους και συμμάχους. Οι σύμμαχοι και οι εταίροι θα είναι το κλειδί για να δείξουν στην Τουρκία τα όρια των εκβιαστικών της μέτρων.
Ο πολιτικός στόχος του Ελληνισμού είναι απλός, θέλουμε να διατηρήσουμε το status quo που βασίζεται στο δίκαιο της θάλασσας. Η στάση μας είναι στρατηγικά αμυντική. Αυτό δεν σημαίνει ότι οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις πρέπει να παραμείνουν παθητικές, περιμένοντας και προσπαθώντας να εμποδίσουν τις τουρκικές ανταγωνιστικές κινήσεις μετά την πραγματοποίηση της επιθετικής ενέργειας. Η Αθήνα θα πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία όποτε είναι δυνατόν.
Έχουμε αντιληφθεί ότι είναι επιτακτική ανάγκη το πλέξιμο ενός συνεκτικού συνασπισμού. Για να βελτιώσουμε τη στρατηγική μας θέση για έναν παρατεταμένο αγώνα, οι ελληνικές ναυτικές δυνάμεις χρειάζονται αξιόπιστες βάσεις γύρω από τη σκηνή των επιχειρήσεων για να επιταχύνουν την απάντηση στην τουρκική επιθετικότητα. Μια ναυτική βάση στην Κύπρο θα ήταν μια ευπρόσδεκτη εξέλιξη, όπως και η τακτική πρόσβαση στα λιμάνια της Κρήτης.
Για να αντιμετωπίσουμε τη σωρευτική στρατηγική της Τουρκίας, οι αερο-ναυτικές δυνάμεις της Ελλάδας, των συμμάχων και των εταίρων δεν πρέπει απλώς να εμφανιστούν στις περιοχές όποτε απαιτηθεί, αλλά να παραμείνουν, επισημαίνοντας ότι η Τουρκία δεν θα επικρατούσε απαραίτητα εάν η μάχη ξεσπάσει. Μια συνεχής, επιβλητική παρουσία κοντά σε σκηνές κρούσης θα ανάγκαζε την Τουρκία να επιλέξει μεταξύ της κλιμάκωσης με άσκηση βίας (κάτι που οι ηγέτες της Τουρκίας δεν θέλουν διακαώς να κάνουν) και της αποκλιμάκωσης σε κάτι που μοιάζει με διπλωματία εν καιρώ ειρήνης (που θα αναβάλλει την πρόκληση της). Αν και αυτό το σενάριο φαίνεται μάλλον αδύναμο από το να παρακινηθεί η Άγκυρα να αναβάλει επανειλημμένα την προσπάθεια να ολοκληρώσει τις διεκδικήσεις κυριαρχίας της, μπορεί να είναι το καλύτερο που μπορεί να ελπίζει να επιτύχει η Αθήνα.
Η συμβουλή του Ναυάρχου Κουντουριώτη, δεν ισχύει μόνο για την περίοδο του πολέμου. Εφαρμόζεται και στον στρατηγικό ανταγωνισμό σε καιρό ειρήνης στην θαλάσσια ασφάλεια. Δεν πρέπει να αφήσουμε καμία αμφιβολία στο μυαλό του ανταγωνιστή, καθώς και των συμμάχων και των συνεργατών μας ότι αναπόφευκτα θα συγκρουστούμε για να πάρουμε τον έλεγχο, εάν ο ανταγωνιστής παραβιάσει τη θέλησή μας.
Ο ανταγωνισμός εν καιρώ ειρήνης ξετυλίγεται όχι με την καταδίκη των όπλων, αλλά με την προσπάθεια να επηρεάσουμε τη θέληση του αντιπάλου ότι έχουμε την ικανότητα και την θέληση να κάνουμε τη διαφορά στο αποτέλεσμα του ανταγωνισμού. Οι ανταγωνιστές δείχνουν τα όπλα τους για να κάνουν δηλώσεις για τη σχετική ισχύ και αδυναμία. Εφόσον η μάχη εξ ορισμού δεν συμβαίνει σε καιρό ειρήνης, όποιος πιστέψει ότι θα κέρδιζε σε καιρό πολέμου «κερδίζει» μια αντιπαράθεση εν καιρώ ειρήνης. Ο στρατηγικός ανταγωνισμός είναι κυριολεκτικά ένας πόλεμος αντιλήψεων.
Εάν οι ηγέτες του Ελληνισμού σκεφτούν τις κινήσεις του Στόλου ως μοχλό πολιτικής πειθούς και αποτροπής, θα σχεδιάσουν αναπτύξεις για να ρίξουν τη «σκιά» στον λογισμό αποφάσεων της Άγκυρας. Δηλαδή, θα αναγκάσουν τους τούρκους αξιωματούχους να συνυπολογίσουν τι θα μπορούσαν να κάνουν οι θαλάσσιες και αεροπορικές δυνάμεις της Ελλάδας σε κάθε απόφαση που παίρνουν. Εάν οι Τούρκοι ηγέτες βλέπουν τα πλεονεκτήματα της Ελλάδας στην επιχειρησιακή σκηνή όλη την ώρα, ή εάν είναι πεπεισμένοι ότι οι ελληνικές δυνάμεις θα εμφανιστούν στο προσκήνιο χωρίς αποτυχία, κραδαίνοντας αρκετή μαχητική ισχύ για να κερδίσουν μια μάχη – ή να αποτρέψουν τις προσπάθειες της Τουρκίας να κερδίσει – τότε θα τους αποτρέψουμε.
πηγή: Εφημερίδα “Μακεδονία”.