Για το βιβλίο της Αννί Ζουρντάν [Annie Jourdan] «Νέα Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης» (μτφρ. Κώστας Γαλανάκης, εκδ. Πόλις). Κεντρική εικόνα: Ο πίνακας του Ευγένιου Ντελακρουά «Η Ελευθερία οδηγεί τον λαό».
Γράφει ο Γιώργος Σιακαντάρης
Η ανάγνωση του βιβλίου Νέα Ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης της Αννί Ζουρντάν (μτφρ. Κώστας Γαλανάκης, εκδ. Πόλις) είναι πολύ καλή αφορμή για να παρακολουθήσουμε τους δρόμους τους οποίους ακολούθησε η κυρίαρχη ιδέα που έχουμε για τη Γαλλική Επανάσταση. Αυτή είναι σε μεγάλο βαθμό πολύ διαφορετική, απ’ όσα πραγματικά συνέβησαν κατά τη διάρκειά της και απ’ όσα την προκάλεσαν.
Έχουμε στο μυαλό την εικόνα μιας Γαλλίας Τριών Τάξεων, οι οποίες απλά ήθελαν μεγαλύτερο μερίδιο εξουσίας και εξαιτίας των φανατικών Ιακωβίνων και του ηγέτη τους, του «τέρατος της βίας» Ροβεσπιέρου [Maximilien de Robespierre], ανέτρεψαν και εκτέλεσαν ένα καλοκάγαθο βασιλιά.
Η Γαλλική Επανάσταση σ’ αυτή την εικόνα ταυτίζεται με τη βία, την γκιλοτίνα και τον τρόμο. Τίποτα καλό δεν προέκυψε απ’ αυτή. Μόνο μετά την Παλινόρθωση του 1814 – 1815 επανήλθε η ομαλή ζωή στη Γαλλία. Δεν φτάνει όμως μόνο η παραμόρφωση των γεγονότων. Είναι και τα συμπεράσματα που βγαίνουν απ’ αυτήν.
Η σχολή του Φυρέ
Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή των γεγονότων της Γαλλικής Επανάστασης, κυρίως της σχολής του Φυρέ, καταλήγουμε στο συμπέρασμα πως κάθε Επανάσταση αναπόφευκτα οδηγεί στον ολοκληρωτισμό. Στο να καταλάβουμε πως τα παραπάνω είναι αντιδραστικές ιδεοληψίες και πομφόλυγες, βοηθά πολύ αυτό εδώ το βιβλίο.
Η Αννί Ζουρντάν έχει διατελέσει καθηγήτρια σε πολλά πανεπιστήμια και είναι πολύ γνωστό το έργο της για διάφορες πτυχές του φαινομένου της Γαλλικής Επανάστασης. Εδώ ξεκινά πολύ επιθετικά τονίζοντας πως η αντεπαναστατική ιστοριογραφία έχει καθιερωθεί ως κυρίαρχη ερμηνεία της Γαλλικής Επανάστασης.
Και αυτή η ιστοριογραφία θεωρεί πως κύριο χαρακτηριστικό της εποχής αυτής ήταν η Τρομοκρατία ή απλά ο Τρόμος. Κατά τη συγγραφέα, αυτή η ερμηνεία δεν είναι απλώς διαφορετική από τη δική της ματιά. Είναι μια αντιδραστική – αντεπαναστατική θεώρηση των πραγμάτων.
Σύμφωνα με τη Ζουρντάν στη Γαλλία το 1789 ξέσπασε ένας εμφύλιος πόλεμος και όχι κάποια ουρανοκατέβατη ανεξήγητη Τρομοκρατία. Ο όρος «τρομοκρατία» εμφανίστηκε για να μειώσει τη σημασία και το ρόλο της Επανάστασης.
Σύμφωνα με τη Ζουρντάν στη Γαλλία το 1789 ξέσπασε ένας εμφύλιος πόλεμος και όχι κάποια ουρανοκατέβατη ανεξήγητη Τρομοκρατία. Ο όρος «τρομοκρατία» εμφανίστηκε για να μειώσει τη σημασία και το ρόλο της Επανάστασης. Ο όρος «εμφύλιος πόλεμος» που αυτή χρησιμοποιεί, λαμβάνει υπόψη του πως από το 1789 έως το 1799 στη Γαλλία ξέσπασε μια εμφύλια διαμάχη με θύματα εκατέρωθεν, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές και με συγκρούσεις των φατριών των επαναστατών και των αντεπαναστατών.
Τα γεγονότα
Η συγγραφέας αρχικά καταγράφει τις διεργασίες που προηγήθηκαν του ξεσπάσματος της Επανάστασης, τα αιτήματα της Τρίτης Τάξης για τη σύγκληση της Συνέλευσης των Νομοκατεστημένων Τάξεων, την κρίση χρέους που επικρατούσε στο βασίλειο, τη δύσκολη, λόγω της υψηλής φορολογίας, θέση των αγροτικών στρωμάτων και των πολιτών των πόλεων.
Την ίδια στιγμή ο απόηχος του Αμερικανικού Πολέμου για την Ανεξαρτησία, στον οποίο η Γαλλία στήριξε ακόμη και ένοπλα τους Aμερικανούς πατριώτες, ήταν ακόμη βαθιά χαραγμένος στη μνήμη των Γάλλων. Τον Μάιο του 1789 ξεκίνησαν, παρά τις προσπάθειες του Λουδοβίκου 16ου να τις αποφύγει, οι εργασίες της Συνέλευσης των Νομοκατεστημένων Τάξεων. Η αποτυχία αυτών των εργασιών να βελτιώσουν την οικονομική και πολιτική κατάσταση κατέληξε στην κατάληψη της Βαστίλλης στις 14 Ιουλίου.
Η Εθνοσυνέλευση μετονομάζεται και αυτοπροσδιορίζεται ως Συντακτική. Αυτή αποτελείτο από πολύ διαφορετικές μεταξύ τους φατρίες. Εντός της δρούσαν οι απολυταρχικοί που δεν ήθελαν να αλλάξει τίποτα, οι αναθεωρητές που ήθελαν να διορθώσουν το παλιό Σύνταγμα, οι μοναρχικοί που επιθυμούσαν ένα μοντέλο μοναρχίας όπως το βρετανικό, οι συνταγματικοί-φιλελεύθεροι που επιθυμούσαν Σύνταγμα με περιορισμένη βασιλική εξουσία και οι εκπρόσωποι της λαϊκής παράταξης που προς το παρόν ζητούσαν μόνο περισσότερη δημοκρατία.
Τα φεουδαλικά προνόμια
Στις 4 Αυγούστου η Συντακτική καταργεί τα φεουδαλικά προνόμια και στις 26 του ίδιου μήνα ψηφίζει τη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου και του Πολίτη, αλλά ταυτοχρόνως εκχωρεί στον βασιλιά το δικαίωμα της αρνησικυρίας, αν και τον υποχρεώνει τον Οκτώβριο να επιστρέψει από τις Βερσαλλίες στο Παρίσι αποτρέποντας τις σκέψεις του για φυγή.
Στο Παρίσι μεταφέρεται και η Συντακτική Εθνοσυνέλευση. Πάντως το δικαίωμα του βέτο θα έχει πολλές αρνητικές συνέπειες στη συνέχεια. Αρχικά ο βασιλιάς στις 10 και 11 Σεπτεμβρίου απορρίπτει το σχέδιο για το νέο Σύνταγμα που αυτή του παρουσίασε. Τον Απρίλιο του 1790 η Συντακτική αρνείται να κηρύξει τον καθολικισμό κυρίαρχη θρησκεία.
Τον Οκτώβριο του ίδιου έτους επικυρώνει το δικαίωμα των λαών ν’ αποφασίζουν μόνοι τους που θα ανήκουν. Το επόμενο έτος συνέβη μια πολύ κρίσιμη εξέλιξη. Ο βασιλιάς στις 20 Ιουνίου 1791 επιχειρεί να διαφύγει. Συλλαμβάνεται και αναγκάζεται να επιστρέψει στον Κεραμεικό. Τη Συντακτική Εθνοσυνέλευση στις 30 Σεπτεμβρίου 1791 διαδέχεται η Νομοθετική η οποία λειτούργησε μόνο για ένα έτος. Ο βασιλιάς θέτει βέτο σε δυο σχέδια νόμων που αφορούσαν τη δήμευση της περιουσίας των εμιγκρέδων και κατά των ανυπότακτων κληρικών.
Ένα χρόνο αργότερα στις 20 Ιουνίου 1792 πολίτες μέλη των επαναστατικών τομέων εισβάλλουν στον Κεραμεικό και ζητούν από τον βασιλιά να άρει τα προηγούμενα βέτο του. Στις 10 Αυγούστου 1792 ξεσπούν μάχες ανάμεσα σε βασιλόφρονες και επαναστάτες και οι τελευταίοι επικρατούν απόλυτα. Ο βασιλιάς εκθρονίζεται.
Στις 17 Αυγούστου 1792 ιδρύεται το Επαναστατικό Δικαστήριο και έτσι ολοκληρώνεται η ανατροπή της βασιλείας. Μιας βασιλείας που ποτέ δεν σταμάτησε να συνωμοτεί κατά της Συνέλευσης του Έθνους.
Στις 17 Αυγούστου 1792 ιδρύεται το Επαναστατικό Δικαστήριο και έτσι ολοκληρώνεται η ανατροπή της βασιλείας. Μιας βασιλείας που ποτέ δεν σταμάτησε να συνωμοτεί κατά της Συνέλευσης του Έθνους, θέτοντας σε πολλά από τα νομοσχέδια βέτο, μη συναινώντας στην κατάργηση προνομίων, όπως η δέσμευση των περιουσιών των εμιγκρέδων και των ανυπότακτων κληρικών, αλλά και συνωμοτώντας με τους εξωτερικούς εχθρούς της Γαλλίας.
Για την αντιδραστική ιστοριογραφία μετά τη 10η Αυγούστου και τη δημιουργία στις 21 Σεπτεμβρίου 1792 της Συμβατικής τίθενται οι βάσεις για την τρομοκρατία του Ροβεσπιέρου. Είχαν προηγηθεί οι σφαγές των κρατούμενων στις φυλακές του Παρισιού από τις 2 έως τις 6 Σεπτεμβρίου 1792.
Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας
Η Επιτροπή Κοινής Σωτηρίας (Comité de salut public) ιδρύεται τον Ιανουάριο του 1793. Σ’ αυτήν αρχικά ήταν μέλος ο Δαντόν και όχι ο Ροβεσπιέρος. Ο δεύτερος, αντιθέτως με όσα του καταμαρτυρούν οι αντιδραστικοί ιστορικοί, επεδίωκε να βάλει τέλος στις άναρχες και σκληρές βιαιότητες του εμφυλίου και να αποθαρρύνει από περαιτέρω δράσεις τους αντεπαναστάτες.
Ο Ροβιεσπέρος γίνεται μέλος της Επιτροπής στις 27 Ιουλίου 1793, αφού λίγες μέρες πριν είχε αποχωρήσει ο Δαντόν. Στη λέσχη των Ιακωβίνων προτείνεται τότε να τεθεί η «τρομοκρατία σε ημερήσια διάταξη», για όσο καιρό η χώρα βρίσκεται σε εσωτερικό και εξωτερικό πόλεμο. Η συγγραφέας σημειώνει πως από τα τέλη Αυγούστου του 1793 η Συμβατική και η Επιτροπή Σωτηρίας είχαν αποφασίσει πως η χώρα θα ήταν σε επαναστατική κατάσταση για όσο καιρό δεν είχε νικηθεί ολοκληρωτικά ο εξωτερικός εχθρός.
Ακολούθησε ο Νόμος περί Υπόπτων (17-09-1973) που επέτρεπε τη σύλληψη κάθε ύποπτου για αντεπαναστατική δράση και μετά από ένα χρόνο ψηφίστηκε ο Νόμος της 22ας Λειμωνίου (10-06-1794) που αφορούσε την απλοποίηση του Επαναστατικού Δικαστηρίου και την επιτάχυνση των διαδικασιών του.
Νομοθετείται επίσης, η δημιουργία Επαναστατικού Στρατού. Την ίδια όμως στιγμή υπήρξαν και νόμοι που επέβαλλαν ανώτατη τιμή στα σιτηρά και τις ζωοτροφές και γενικά επιβολή ανώτατων τιμών στα τρόφιμα. Μέτρα ευνοϊκά για τα κατώτερα λαϊκά στρώματα. Υπήρξαν και μέτρα όπως η ανανέωση των διαφόρων Επιτροπών και των επιτρόπων και η ανάθεση νέων ευθυνών στις επαναστατικές επιτροπές.
Η καρδιά της επανάστασης
Οι τελευταίες ήταν η καρδιά της Επανάστασης στα λαϊκά στρώματα. Καθόλου τυχαίο που στις 31 Μαΐου 1793, όχι ο Ροβεσπιέρος, ο οποίος επεδίωκε ένα είδος συμβιβασμού, αλλά οι επαναστατικοί τομείς εισέβαλλαν στη Συμβατική και απαίτησαν την εκδίωξη των Γιρονδίνων, οι οποίοι και αποχώρησαν απ’ αυτήν δυο μέρες μετά. Ακολούθησαν οι εκτελέσεις μερικών εξ αυτών στις 31 Οκτωβρίου 1793.
Ο εξωτερικός και ο εμφύλιος πόλεμος όμως ακόμα συνεχίζονταν. Έτσι εξηγείται κατά τη Ζουρντάν και η ψήφιση όλων των παραπάνω νόμων και πολλές εκ των εκτελέσεων. Όπως όμως τονίζει η ίδια δεν ήταν ο Ροβεσπιέρος, ο επισπεύδων αυτών των νόμων και εκτελέσεων, αλλά οι κίνδυνοι που απειλούσαν την Επανάσταση.
Κινδύνους που εκτός των μοναρχικών πλήρωσαν και οι «ακραίοι» Εμπερτιστές και ο «μετριοπαθής» Δαντόν που εκτελέστηκαν τον Μάρτιο και τον Απρίλιο του 1794 αντίστοιχα, πριν τη ψήφιση του Νόμου της 22ας Λειμωνίου. Μόνο ενάμιση μήνα μετά τη ψήφισή του Νόμου της Λειμωνίου στις 27 Ιουλίου 1794 (9η Θερμιδώρ) ο Ροβεσπιέρος, ανατρέπεται και εκτελείται την επόμενη μέρα. Για ένα χρόνο έως το φθινόπωρο του 1795 έχουμε σκληρά μέτρα κατά των Ιακωβίνων και επιστροφή των Γιρονδίνων που είχαν διωχθεί στις 2 Ιουνίου του 1793 και δεν είχαν εκτελεστεί. Στις 22 Αυγούστου 1795 υιοθετείται το νέο Σύνταγμα.
Στις 5 Οκτωβρίου (13η του Τρυγητή) όμως του ίδιου έτους ο Ναπολέων καλείται και καταπνίγει μια εξέγερση βασιλοφρόνων. Επομένως η περίοδος 1793–1795 ήταν χρόνια συγκρούσεων εντός των επαναστατικών δυνάμεων και εξωτερικών πολέμων. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν ήταν και χρόνια εμφυλίων μεταξύ επαναστατών και αντεπαναστατών.
Η Αννί Ζουρντάν γεννήθηκε το 1948 στο Alès της Γαλλίας. Σπούδασε φιλολογία στα Πανεπιστήμια του Μονπελιέ και του Άμστερνταμ. Επηρεασμένη από τον Maurice Agulhon και τη Mona Ozouf, στράφηκε στην ιστορία, και ειδικότερα την ιστορία της Γαλλικής Επανάστασης, που υπήρξε και το αντικείμενο της διδακτορικής της διατριβής. Δίδαξε επί σειρά ετών στο Πανεπιστήμιο του Άμστερνταμ και ως επισκέπτρια καθηγήτρια στα Πανεπιστήμια του Σάσεξ και της Φλόριντας, καθώς επίσης και στο Paris I. Έχει δημοσιεύσει, μεταξύ άλλων, τα βιβλία: Les monuments de la Révolution: Une histoire de représentation • Napoléon: Héros, Imperator, Mécène • L’empire de Napoléon • La Révolution, une exception française? και Amsterdam en révolution, 1795-1798: Un jacobinisme batave? |
Αντεπαναστατικές και φιλομοναρχικές δυνάμεις
Η αντεπαναστατική ιστοριογραφία «ξεχνά» πως από το 1793, μετά την καταδίκη σε θάνατο και εκτέλεση του βασιλιά τον Ιανουάριο του ίδιου έτους, έχουμε την εντατικοποίηση των κινητοποιήσεων των αντεπαναστατικών και φιλομοναρχικών δυνάμεων στη Βανδέα, στη Λυών, την κήρυξη πολέμου στην Ισπανία, τον πόλεμο με τους Αυστριακούς. Η Ζουρντάν δεν αποκρύπτει πως σ’ αυτό το διάστημα είχαμε καταδίκες και εκτελέσεις όχι μόνο βασιλικών αλλά και Γιρονδίνων, οι οποίοι, μερικοί αδίκως, κατηγορήθηκαν για συνεργασία με τον στρατηγό Ντιμουριέ που είχε προσχωρήσει στους Αυστριακούς.
Εκείνο όμως που αποφεύγει να σημειώσει η αντεπαναστατική ιστοριογραφία –κατά τη συγγραφέα– είναι πως στην ίδια περίοδο είχαμε και μέτρα για την κατάργηση του φεουδαλικού καθεστώτος και των προνομίων του, για την καλυτέρευση των συνθηκών ζωής του απλού λαού και μια σειρά μέτρων κοινωνικής πρόνοιας και προστασίας, πρωτοφανή για την εποχή τους. Αλλά αυτά δεν ενδιαφέρουν την αντεπαναστατική ιστοριογραφία. Στις 26 Οκτωβρίου 1795 διαλύεται η Συμβατική και στις 3 Νοεμβρίου δημιουργείται το Διευθυντήριο με τους πέντε διευθυντές του. Αυτό, με αντιφάσεις, επιχείρησε, να μετριάσει τις αντιθέσεις εντός του στρατοπέδου των αντιβασιλικών. Μετρίασε όμως και τις πολιτικές ενίσχυσης των λαϊκών στρωμάτων.
Σταδιακά οι Ιακωβίνοι επιστρέφουν και συμμαχούν με τους μετριοπαθείς επαναστάτες για να αντιμετωπίσουν τους μοναρχικούς. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως σταμάτησαν οι διώξεις κατά των πιο επαναστατικών στοιχείων.
Σταδιακά οι Ιακωβίνοι επιστρέφουν και συμμαχούν με τους μετριοπαθείς επαναστάτες για να αντιμετωπίσουν τους μοναρχικούς. Χωρίς αυτό να σημαίνει πως σταμάτησαν οι διώξεις κατά των πιο επαναστατικών στοιχείων, όπως ήταν η πάταξη της δήθεν Συνωμοσίας των Ίσων τον Μάιο του 1796 και η εκτέλεση του Μπαμπέφ.
Στις 4 Σεπτεμβρίου 1796 πραγματοποιείται το πραξικόπημα της 18ης Οπωρώδους από τρία μέλη του Διευθυντηρίου, τους Μπαρά, Ρεμπέλ και Λα Ρεβεγιέρ-Λεπώ, με σκοπό την απομάκρυνση των βασιλικών από τα νομοθετικά σώματα και το Διευθυντήριο. Αυτό όμως δεν σήμαινε πως και η επιστροφή των Ιακωβίνων ήταν απρόσκοπτη.
Στις 11 Μάϊου 1798 (22α Ανθεστηρίων) γίνεται νέο πραξικόπημα ενάντια στους νεοεκλεγέντες Ιακωβίνους. Το Διευθυντήριο αρνείται να επικυρώσει την εκλογή τους.
Τα σφάλματα
Τα σφάλματα του Διευθυντηρίου ήταν τρία. Πρώτον, έδωσε υπερβολική εξουσία στους στρατηγούς, δεύτερο, ακύρωνε εκλογές με μη ευνοϊκά γι’ αυτό αποτελέσματα και τρίτο πίστεψε πως εντάσσοντας σ’ αυτό τον αβά Σεγιέ, αυτός θα το έσωζε από τους στρατηγούς.
Το αντίθετο συνέβη. Αυτός διοργάνωσε και ο Ναπολέων υλοποίησε το πραξικόπημα της 18ης Μπρυμαίρ. Αλλά το μεγαλύτερο λάθος του Διευθυντηρίου ήταν πως εμμένοντας στην Αντιπροσωπευτική Δημοκρατία υποτίμησε άλλες μορφές συμμετοχής των λαϊκών στρωμάτων στην εξουσία.
Εντωμεταξύ η εξωτερική απειλή και ο πόλεμος συνεχίζονταν. Πράγμα που έκανε ακόμη πιο αναγκαίο τον ρόλο του στρατού. Οι επιτυχίες αλλά και οι αποτυχίες του νεαρού στρατηγού Βοναπάρτη τον φέρνουν στο προσκήνιο και αυτός ουσιαστικά την 18 Μπρυμαίρ ή την 18η του Ομιχλώδους του έτους VIII (9-10 Νοεμβρίου 1799) με το πραξικόπημά του θέτει την αρχή του τέλους της Επανάστασης. Ένα τέλος που ολοκληρώνεται το 1814 με την πρώτη παλινόρθωση του Λουδοβίκου ΙΗ’ και το 1815 με τη δεύτερη και οριστική παλινόρθωση του ιδίου.
Γιατί εμφύλιος και όχι τρομοκρατία
Για την εξαιρετική συγγραφέα η Γαλλική Επανάσταση δεν είναι μια «εξαίρεση», αλλά συνέχεια των επαναστάσεων, των ανατροπών και των πολιτικών συγκρούσεων που συνέβησαν κατά την τριακονταετία 1770-1799 τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική.
Όσον αφορά τη βία που ασκήθηκε κατά την ίδια τη Γαλλική Επανάσταση, αυτή δεν περιεχόταν στο DNA της, αλλά οφειλόταν σε συγκυριακές καταστάσεις, στα συλλογικά πάθη, στην κατάρρευση του κράτους και των θεσμών και στις εξωτερικές επεμβάσεις.
Η ίδια, με την ιδιαίτερα αιχμηρή γραφή της, αναφέρει πως «η βία δεν είναι ίδιον των προωθημένων πατριωτών ή των υποτιθέμενων «Ιακωβίνων», και σίγουρα όχι της Γαλλίας. Κάθε επανάσταση είναι ένας εμφύλιος πόλεμος, που σημαδεύεται από βιαιότητες και τρομοκρατίες λιγότερο η περισσότερο φοβερές και αμοιβαίες» (σ. 503).
Η ιστορικός κάνει μια διάκριση μεταξύ της τρομοκρατίας που δεν έχει σαφείς στόχους και του καταναγκασμού, ο οποίος αποτελεί μέρος των υποχρεώσεων του κράτους, ως κατόχου του μονοπωλίου της βίας.
Η ιστορικός κάνει μια διάκριση μεταξύ της τρομοκρατίας που δεν έχει σαφείς στόχους και του καταναγκασμού, ο οποίος αποτελεί μέρος των υποχρεώσεων του κράτους, ως κατόχου του μονοπωλίου της βίας. «Ένα επαναστατικό κράτος το οποίο βρίσκεται σε φάση μετάβασης δεν έχει κατ’ ανάγκη τα μέσα. Χρειάζεται επομένως να τα κατακτήσει, και δεν θα μπορούσε να το κάνει αυτό δίχως την εισαγωγή καταναγκαστικών μέτρων» (σ. 530). Στη Γαλλική Επανάσταση, κατά τη συγγραφέα, είχαμε καταναγκασμό και όχι τρομοκρατία. Εδώ έχω μια ένσταση. Χρειάζεται κάτι παραπάνω για να χαρακτηρίζεται μια βίαιη πολιτική μόνο ως καταναγκασμός και όχι ως τρομοκρατία και ολοκληρωτισμός.
Χρειάζεται παράλληλα να συνοδεύεται από διεύρυνση των συμμετεχόντων στις επαναστατικές διαδικασίες και από διεύρυνση των κοινωνικών υπηρεσιών του. Το γαλλικό επαναστατικό κράτος όσον αφορά τη διεύρυνση της συμμετοχής μετά το 1793 ακολούθησε πολιτικές μείωσής της και όχι αύξησής της. Η συμμετοχή των πολιτών στο σύστημα διακυβέρνησης, όπου υπήρξε, ακολουθούσε ως αποτέλεσμα των εξεγέρσεών τους και όχι των θεσμικών επιλογών που τους έδινε το επαναστατικό καθεστώς. Γι’ αυτό και υπήρξαν πολλές συγκρούσεις, μέχρι και μάχες, με τις δυνάμεις του στρατού της Επανάστασης και της Πολιτοφυλακής.
Όσον αφορά όμως τις κοινωνικές υπηρεσίες όντως τις διεύρυνε όσο κανένα άλλο κράτος μέχρι αυτή την περίοδο. Εφαρμόστηκαν αντισταθμιστικά μέτρα, δόθηκαν αποζημιώσεις και συντάξεις, επιτεύχθηκαν δίκαιες τιμές για προϊόντα βασικής διατροφής, ιδρύθηκαν νέα σχολεία, γίνονταν διαγωνισμοί και νόμοι υπέρ της γεωργίας και του εμπορίου. Ενώ αμέριστη ήταν και η κρατική υποστήριξη στην Τέχνη και στους καλλιτέχνες-δημιουργούς.
Οι βανδαλισμοί
Η Συμβατική μάλιστα θέσπισε πολιτικές συντήρησης και αποκατάστασης έργων τέχνης σε αντίθεση με τη διαδεδομένη άποψη πως Ιακωβινισμός σήμαινε βανδαλισμός. Το Λούβρο εγκαινιάζεται αυτά τα χρόνια. Η δικαιοσύνη, η ισότητα και η ελευθερία ήταν οι σκοποί της νομοθεσίας.
Η συγγραφέας καταφεύγει στον Βίκτωρα Ουγκώ, ο οποίος έγραψε πως «σ’ αυτό το βαρέλι όπου άφριζε ο τρόμος, ζυμωνόταν η πρόοδος» και αυτός συνέχιζε αναφέροντας ένα – ένα τα κοινωνικά μέτρα υπέρ των φτωχών που έλαβαν σχεδόν όλες οι επαναστατικές κυβερνήσεις, είτε οι Γιρονδίνοι είτε οι Ιακωβίνοι είχαν την εξουσία.
Το δράμα
Το δράμα της Γαλλικής Επανάστασης ήταν πως αυτή ήταν υποχρεωμένη ν’ αντιμετωπίσει ταυτοχρόνως έναν εμφύλιο και έναν εξωτερικό πόλεμο. Τα στοιχεία που παραθέτει η συγγραφέας για τα θύματα της Επανάστασης σε σύγκριση με άλλες Επαναστάσεις αλλά και σε σύγκριση με αυτά που προκάλεσαν οι προηγούμενοι μονάρχες, ο Λουδοβίκος 16ος, οι αντεπαναστάτες αλλά και ο Ναπολέων, δείχνουν πως σ’ αυτήν τα θύματα ήταν πολύ λιγότερα. Την ίδια στιγμή οι άλλοι λαοί της Ευρώπης έλπιζαν πως η Επανάσταση υποχρεούται να τους απελευθερώσει από τους δυνάστες της.
Αυτές τις προσδοκίες και τα προβλήματα που γεννήθηκαν απ’ αυτές τις προσδοκίες αναδεικνύονται πολύ εύγλωττα στο Κεφάλαιο που αφορά τις Επαναστάσεις των «αδελφών λαών» της δημοκρατίας της Γενεύης, της Ελβετικής δημοκρατίας, της Βαταβίας-Ολλανδίας, της Ιταλίας, της Ιρλανδίας και της Πολωνίας.
Σε τελική ανάλυση η Γαλλική Επανάσταση παρά τις βιαιότητες που διαπράχθηκαν εντός της δεν ήταν μια παρέκκλιση που προανήγγειλε τους ολοκληρωτισμούς. Πριν απ’ αυτήν υπήρξαν και άλλες πολύ πιο βίαιες επαναστάσεις.
Το μείζον είναι πως αυτή ήταν συνέπεια βίαιων εσωτερικών και εξωτερικών συγκρούσεων. Οι αγριότητές της δεν έχουν καμία σχέση με τη «γενική βούληση» του Ρουσσώ, όπως ρηχοί και συνάμα αντιδραστικοί στοχαστές και ιστορικοί διατείνονται, αλλά με τα θρησκευτικά μίση και τις κοινωνικές αντιπαλότητες πάνω στα οποία επικάθησε η Επανάσταση.
Παιδιά του αιώνα τους
«Ο Σαιν–Ζυστ και ο Lepeletier δεν ήταν εξαιρέσεις, παρά παιδιά του αιώνα τους – και όχι του Χίτλερ ή του Στάλιν» (σ. 506). Θεωρώ πως η θεωρία της καταδίκης της «βίας απ’ όπου κι αν προέρχεται», δεν κατανοεί αυτές τις λεπτές διαφορές στην Ιστορία.
Η «καταδίκη της βίας απ’ όπου και αν προέρχεται», είναι σωστή αν μιλάμε για συνθήκες δημοκρατίας, όπου όπως έγραφε ο Καρλ Πόππερ δεν χρειάζεται καμία αιματοχυσία για να αλλάξεις την κυβέρνηση. Αν όμως την γενικεύσεις, σε κάθε περίπτωση, τότε είναι σαν να αποδέχεσαι πως η ανθρωπότητα ποτέ δεν θα μπορούσε να ξεφύγει από τη δουλεία και τις δεσποτικές μοναρχίες.
Η προεπαναστατική Γαλλία, κατά την Ζουρντάν, είχε να αντιμετωπίσει τρεις μεγάλους φόβους: το χρέος της, τα καθήκοντα που τής έθετε ο Πόλεμος της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, και το πνεύμα του αντι- Διαφωτισμού.
Η προεπαναστατική Γαλλία, κατά την Ζουρντάν, είχε να αντιμετωπίσει τρεις μεγάλους φόβους: το χρέος της, τα καθήκοντα που τής έθετε ο Πόλεμος της Αμερικανικής Ανεξαρτησίας, και το πνεύμα του αντι- Διαφωτισμού.
Αυτοί οι φόβοι συνεχίστηκαν και στην περίοδο της επαναστατικής Γαλλίας με μεγαλύτερο τον φόβο από τις ιδέες του Διαφωτισμού. Ο ίδιος φόβος, θα πρόσθετα, υπάρχει και σήμερα. Μόνο που σήμερα αυτός λανσάρεται ως «φιλελευθερισμός» και όχι ως αυτό που πραγματικά είναι. Ως νέο-αντίδραση σε κάθε κοινωνικό και λαϊκό αίτημα.
Η Επανάσταση δεν κατόρθωσε να υπερνικήσει εντελώς αυτούς τους φόβους γιατί φοβήθηκε και αυτή να εντάξει όλους τους πολίτες, άνδρες και γυναίκες στους θεσμούς της και έτσι εξέθρεψε ενθουσιασμούς, μίση, προσδοκίες, μνησικακίες, δυσαρέσκειες και οργή.
Λαϊκή τρομοκρατία
Η Ζουρντάν αποδεχόμενη τον όρο «λαϊκή τρομοκρατία» διαχωρίζει την παθητική τρομοκρατία, την οποία ο λαός υφίσταται, από την ενεργητική, όταν ο λαός την ασκεί κατά τρίτων. Αλλά αυτή «η λαϊκή τρομοκρατία» δεν ήταν τέτοια που να μπορεί κανείς να βασιστεί σ’ αυτό και όπως ο Φουριέ να μιλά για πρώτο-ολοκληρωτισμούς. Ο ίδιος βεβαίως δεν βλέπει στη βασιλική τρομοκρατία ή την τρομοκρατία των βασιλικών αντεπαναστατών κανένα πρώτο-ολοκληρωτισμό.
Για τη Ζουρντάν όμως «η τρομοκρατία δεν θα κυριαρχούσε ποτέ στη Γαλλία αν δεν ήταν ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος όξυνε την καχυποψία, τον φόβο, την οργή και την εκδικητικότητα».
Για τη Ζουρντάν όμως «η τρομοκρατία δεν θα κυριαρχούσε ποτέ στη Γαλλία αν δεν ήταν ο εμφύλιος πόλεμος, ο οποίος όξυνε την καχυποψία, τον φόβο, την οργή και την εκδικητικότητα… από την πλευρά τους οι βασιλικοί διεξήγαγαν έναν κλεφτοπόλεμο, ένα αντάρτικο, ενδίδοντας στην προδοσία, τη διαφθορά και την εξαπάτηση, ακόμη και τη βία και τους φόνους» (σ. 413).
Η επαναστατική βία ήταν, μάλλον, απάντηση σ’ αυτή τη βία, παρά μια πρωτογενής βία. Η βία της Γαλλικής Επανάστασης δεν οφειλόταν στην ιδεολογία της, αλλά στη συγκυρία που αυτή πραγματοποιήθηκε και στην αντίδραση της βασιλείας.
Η μετάφραση του Κώστα Γαγανάκη μας μεταφέρει στην καρδιά των όσων μεταφράζει. Νομίζω όμως πως θα ήταν καλύτερα, για το ευρύτερο αναγνωστικό κοινό, η μεταφορά των λιγότερο γνωστών γαλλικών ονομάτων να γίνεται στα ελληνικά, για να μη διακόπτεται η ροή της ανάγνωσης. Αν και νομίζω πως αυτή είναι εκδοτική και όχι μεταφραστική επιλογή.
Ενώ αντιθέτως η μετάφραση των μηνών της Επανάστασης στα ελληνικά δυσκολεύει την πρόσληψή τους. Για παράδειγμα ποιος γνωρίζει την 18η Ομιχλώδους; Την 18η Μπρυμαίρ όμως την γνωρίζουν όλοι. Το Χρονολόγιο πολύ βοηθητικό. Θα εξυπηρετούσε και ένα Ευρετήριο Ονομάτων.
Ένα πολύ μεγάλο βιβλίο από το οποίο μαθαίνεις πως οι Δημοκρατίες που σήμερα έχουμε, δεν θα υπήρχαν, αν δεν είχε ασκηθεί βία για να επικρατήσουν. Υπάρχουν επιμέρους ενστάσεις μου για την αναγκαιότητα αυτού του βαθμού βίας, όχι όμως για την αναγκαιότητά της αυτή καθαυτή. Τώρα, μετά απ’ όλα αυτά, νομίζω περιττεύει να γράψω πως έχουμε να κάνουμε με ένα αριστούργημα.
*Ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ είναι συγγραφέας και δρ. Κοινωνιολογίας. Τελευταίο βιβλίο του, η μελέτη «Το πρωτείο της δημοκρατίας – Σοσιαλδημοκρατία μετά τη σοσιαλδημοκρατία» (εκδ. Αλεξάνδρεια).
Απόσπασμα από το βιβλίο
«Στην τρομοκρατία καταφεύγουν ακόμη συχνότερα η θρησκεία και η δικαιοσύνη για να μεταπείσουν τους άπιστους και τους εγκληματίες. Σε αυτή την περίπτωση, η τρομοκρατία είναι θετική, υπό την έννοια ότι τρομοκρατεί εκείνους που απειλούν την Εκκλησία και την κοινωνία. Οι εκδηλώσεις είναι πολλές: «θείος τρόμος», «τρόμος της κόλασης και του καθαρτηρίου», «σωτήριος τρόμος των νόμων», «τρόμος των βασανιστηρίων». Η έννοια έχει εδώ αποτρεπτική σημασία. Αναμφίβολα, αυτή η θρησκευτική και δικαστική κληρονομιά εξηγεί γιατί οι επαναστάτες θέλησαν να αναποδογυρίσουν τον τρόμο, να τον στρέψουν ενάντια στον αντίπαλο, και γιατί τον αποκάλεσαν δικαιοσύνη και περιστασιακά, «τρομοκρατία» με πεζό». (σ. 527).