Α’ ΜΕΡΟΣ
*Του Πάρι Θασίτη, Δικηγόρου
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Στο παρόν άρθρο θα επιχειρήσουμε να σκιαγραφήσουμε τα γεγονότα που οδήγησαν στην Μικρασιατική Εκστρατεία αρχικά και εν συνεχεία στην Μικρασιατική Καταστροφή. Κλείνουμε 100 χρόνια από την ήττα του Ελλάδας στην Μικρά Ασία και την συνεπακόλουθη απώλεια ενός μεγάλου κέντρου του εξωχώριου και παροικιακού ελληνισμού. Και όμως, ελάχιστες εκδηλώσεις λαμβάνουν χώρα, ελάχιστες αναφορές γίνονται, σε ένα τοπίο τη σήμερον ημέρα που μοιάζει εκρηκτικό και εν πολλοίς πολεμικό. Δύο περιφέρειες που έπαιξαν εν τέλει καθοριστικό ρόλο στην μοίρα της Ελλάδας, η Ευρασία (Ουκρανία-Ρωσία) και η Τουρκία, ξαναέρχονται στο προσκήνιο. Η μεν Ουκρανία θέατρο για άλλη μια φορά μιας παγκόσμιας αναμέτρησης, έρχεται να επισφραγίσει τον ολοσχερή αποκλεισμό της χώρας μας διπλωματικά και οικονομικά. Η δε Τουρκία, αξιοποιώντας την θέση της, αλλά κυριότερα το δικό μας έλλειμμα ηγεσίας, επιχειρεί να μας δορυφοροποιήσει αν όχι εξαλείψει στον δικό της δρόμο προς μια θέση περιφερειακής υπερδύναμης.
Γράφουμε αυτήν την σειρά άρθρων, για να ενημερώσουμε το κοινό σχετικά με άγνωστες πτυχές της Μικρασιατικής εκστρατείας και κυρίως για το παρασκηνιακό διπλωματικό κομμάτι. Παράλληλα για να δείξουμε πως καμία καταστροφή δεν είναι νομοτελειακή. Ο ρόλος της Μνήμης εξυπηρετεί σε αυτό ακριβώς: την μη επανάληψη των μεγάλων ιστορικών λαθών (ή καλύτερα εγκλημάτων του παρελθόντος) και την κινητοποίηση μας, γύρω από τα πραγματικά και ρεαλιστικά ιστορικά δίκαια και όχι ανεδαφικές παγίδες.
Τι ήταν εν τέλει η Μικρασιατική Εκστρατεία; Πώς και για ποιο λόγο επιχειρήθηκε μία τέτοια άκρως επικίνδυνη ενέργεια; Χρήσιμες πηγές θα αποτελέσουν το πρόσφατα εκδοθέν βιβλίο του γνωστού και αμφιλεγόμενου Heinz Richter, Ο ΕΛΛΗΝΟΤΟΥΡΚΙΚΟΣ ΠΟΛΕΜΟΣ 1919-1922 και η Διδώ Σωτηρίου με το άγνωστο στο ευρύ κοινό βιβλίο της, Η Μικρασιατική Καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο, που εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1975.
1) ΤΑ ΠΡΟΕΟΡΤΙΑ: Η ΑΝΑΚΩΧΗ ΤΟΥ 1918
I) Πρόλογος: Οι διεκδικήσεις των Συμμάχων και της Ελλάδας πριν την Ανακωχή του 1918
i) Η Ελλάδα: Πρώτη μεταξύ ίσων;
Η νικηφόρα Ελλάδα των Βαλκανικών Πολέμων κατόρθωσε μέχρι το 1913, να αυξήσει την έκτασή της κατά 68% και τον πληθυσμό της κατά 67%, σε βάρος της έως τότε Οθωμανικής Αυτοκρατορίας αλλά και των επεκτατικών σχεδίων της Βουλγαρίας. Ενώ το 1914, η χώρα ήταν εν πολλοίς απροετοίμαστη στο σκηνικό που διαγράφονταν, της πρώτης παγκόσμιας αναμέτρησης-του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Το που θα ανήκε η Ελλάδα, εξαρτιόταν σε σημαντικό βαθμό από το ποιο στρατόπεδο θα επέλεγε ο Σουλτάνος. Οι ταπεινώσεις που είχε υποστεί σε σημαντικό βαθμό η Οθωμανική Αυτοκρατορία από τους Βρετανούς και τους Γάλλους, στην Αίγυπτο, την Κύπρο, τελευταία στην Λιβύη (με τους Ιταλούς) την ωθούσε χρόνια στην αγκαλιά του Κάιζερ. Από κάποιο τακτικό λάθος του Winston Churchill, Υπουργού Ναυτικών- που το καλοκαίρι του 1914, κατάσχεσε τα προπληρωμένα σκάφη που είχε παραγγείλει ο Σουλτάνος για το Πολεμικό Ναυτικό του- έστρεψε την κοινή γνώμη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εναντίον της Αντάντ. Στις 28 Οκτωβρίου του 1914, οι Οθωμανοί μπαίνουν στον πόλεμο στο πλευρό της Τριμερούς Συμμαχίας (Γερμανία, Αυστροουγγαρία και Ιταλία-αργότερα βέβαια η Ιταλία αποχωρεί και την θέση της παίρνουν οι Βουλγαρία και Οθωμανική Αυτοκρατορία).
Η πρόσδεση της Ελλάδας στο πλευρό της Αντάντ ήταν αρκετά πιο σύνθετη. Αρχικά στο ελληνικό Βασίλειο υπήρχε πόλεμος επιρροών μεταξύ του γερμανοτραφούς Βασιλιά Κωνσταντίνου (παντρεμένου με την κόρη του Κάιζερ, Σοφία) και των δικτύων επιρροής και εξαγοράς της Αντάντ που στο πρόσωπο του Πρωθυπουργού Βενιζέλου είχαν βρει τον πιο ικανό εκπρόσωπό τους. Από την άλλη όμως υπήρχε και το ζήτημα των αλύτρωτων Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου, που έφταναν ένα 15-20% του οθωμανικού πληθυσμού, συγκεντρωμένου κυρίως στα παράλια της Αυτοκρατορίας. Ουκ ολίγες φορές υπήρξαν αντικείμενο διωγμών από τις οθωμανικές αρχές οι οποίες έβλεπαν πλέον εχθρικά κάθε ξένο στοιχείο με επιρροή και δύναμη στο εσωτερικό της χώρας. Η Μεγάλη Ιδέα ήταν ένα κράμα πόθων απελευθέρωσης των αλύτρωτων Ελλήνων από τα δεσμά του Σουλτάνου, από την άλλη ήταν και μια ανεδαφική εν πολλοίς ιδεολογία χωρίς αντίκρισμα σε μια Ελλάδα εξαρτημένη και χρεωμένη μέχρι το λαιμό.
ii) Οι εξαντλητικές διαπραγματεύσεις…
Εκεί ήταν που ξεκινούσαν τα ατέλειωτα παζάρια και τα μεγάλα ζόρια για τις υποθέσεις της χώρας. Αρχικά η Ιταλία (και χωρίς η Ελλάδα να το γνωρίζει) απαιτούσε όλα τα παράλια της Δαλματίας, μέχρι την Αλβανία, καθώς και τα βιλαέτια του Ικονίου και του Αϊδινίου, σαν όρο εισόδου της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Με την Συμφωνία του Λονδίνου, τον Απρίλιο του 1915, η Ιταλία έλαβε αόριστες υποσχέσεις σχετικά με εδαφικές παραχωρήσεις στην Μικρά Ασία (ζητούσε εδάφη μέχρι τις ακτές της Λέσβου) ενώ κατοχύρωσε υπέρ της τη Λιβύη, τα Δωδεκάνησα και τις Δαλματικές Ακτές. Ακολούθως με την Συμφωνία Sykes- Picot, το 1916, μοιράστηκαν όλα τα εδάφη της Οθωμανικής Μέσης Ανατολής, καθώς και το Ικόνιο, μεταξύ Βρετανίας και Γαλλίας, εξέλιξη που ενόχλησε την Ιταλία. Η Ιταλία έρχεται σε συμφωνία με την Γαλλία τον Απρίλιο του 1917, οπότε και οριοθετούνται οι μελλοντικές κτήσεις τους στην Μικρά Ασία, με το σαντζάκι της Σμύρνης να μην κατοχυρώνεται σε κάποιον άμεσα. Ωστόσο δύο αστάθμητοι παράγοντες εισέρχονται βάναυσα στο διεθνές στερέωμα. Αφενός η Ρωσία καταρρέει με την επανάσταση των Μπολσεβίκων και την ανατροπή του Τσάρου και κατά συνέπεια όλες οι δεσμεύσεις μεταξύ της Βρετανίας, Γαλλίας και Ρωσίας ακυρώνονται. Αφετέρου εισέρχονται ορμητικά από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού οι ΗΠΑ, με τα περίφημα 14 Σημεία του Προέδρου Wilson. Νέοι παίχτες και νέες κοινωνικές δυνάμεις, βυθίζουν στην αβεβαιότητα τα Συμμαχικά επιτελεία. Μέχρι και την Συνθηκολόγηση του Σουλτάνου στο Μούδρο της Λήμνου στα τέλη Οκτωβρίου του 1918 (31/10), οι εναπομείναντες Σύμμαχοι, δεν είχαν ένα σαφές σχέδιο διανομής των ιματίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Στους δε όρους παράδοσης της Αυτοκρατορίας, κυρίαρχο ρόλο ήθελε να παίξει η Βρετανία, η οποία ναι μεν ζητούσε την αποστράτευση των εφέδρων του Οθωμανικού Στρατού, ωστόσο επέτρεπε την παρουσία στρατευμάτων στην Κιλικία, μελλοντική επαρχία της Γαλλίας. Η Ανακωχή του Μούδρου έμοιαζε περισσότερο συνθήκη Ειρήνης παρά με απλή Ανακωχή. Αυτό γιατί το σχέδιο της Συμφωνίας, επέβαλλε την απώλεια όλων των εδαφών της πάλαι ποτέ Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, με εξαίρεση τον στενό πυρήνα της Ανατολίας, με τα δυτικά και βόρεια παράλια να μην ορίζεται κάτι σαφές, ενώ τα στενά και η Πόλη κατελήφθησαν από συμμαχικά στρατεύματα. Ωστόσο δεν υπήρχε ίχνος στην συμφωνία για τις ευθύνες των Νεοτούρκων, ενώ ορθά ο Richter επισημαίνει πως η συμπεριφορά των Συμμάχων ήταν ιδιαίτερα ευμενής προς τους Οθωμανούς-κύριο ενδιαφέρον τους ήταν η ανακοπή των Σοβιετικών όχι η τιμωρία των εγκληματιών[1] Νεότουρκων. Η συγκεκριμένη Συνθήκη πρόσφερε μια εύλογη μεταβατική περίοδο στις οθωμανικές αρχές να πράξουν αυτό που νόμισαν σωστό, ενώ πρόσφερε παράλληλα μεγάλη ανακούφιση, γιατί δεν τέθηκε το θέμα επίσημα του ακρωτηριασμού της χώρας…
II) Οι πρώτες διαπραγματεύσεις για την είσοδο της χώρας στον Πόλεμο
Οι διαπραγματεύσεις για την είσοδο της χώρας στον Πόλεμο ήταν ένα εξίσου σύνθετο κεφάλαιο. Η Ελλάδα ήταν αφενός σε ένα ευαίσθητο σημείο γεωγραφικά, με πολλά παράλληλα προβλήματα να επιλύσει στο εσωτερικό της. Όταν ο πόλεμος ξέσπασε, στις αρχές Αυγούστου του 1914, ο Βενιζέλος υποσχέθηκε στους Συμμάχους μια τακτική δύναμη 250.000 αντρών και άνοιγμα όλων των λιμανιών της στους Βρετανούς και τους Γάλλους. Πρόταση που απορρίφθηκε αμέσως από τον Βρετανό Υπουργό Εξωτερικών Sir Edward Grey, επειδή φοβόταν και δικαίως, ότι αυτομάτως θα έμπαινε και η Οθωμανική Αυτοκρατορία στον πόλεμο.
Ωστόσο, όταν τα δεδομένα άρχισαν να αλλάζουν, στις αρχές του 1915, η πρόταση επανεξετάστηκε. Μετά από πολλές προσπάθειες, η Βρετανία έταξε στην Ελλάδα την απόδοση της Κύπρου καθώς και μια λωρίδα παραλίων στην Μικρά Ασία, εάν η χώρα έμπαινε στον πόλεμο. Ωστόσο το Γενικό Επιτελείο Στρατού ήταν επιφυλακτικό, τόσο λόγω των γερμανόφιλων τάσεων, όσο και λόγω των τεράστιων δυνάμεων που θα απαιτούνταν γι’ αυτή την επιχείρηση. Η πρώτη μεγάλη ρήξη Βασιλιά και Βενιζέλου είναι γεγονός, με τον δεύτερο να παραιτείται. Η κυβέρνηση Γούναρη που ακολούθησε, τον Μάρτιο επικοινωνεί εκ νέου με τους Βρετανούς ζητώντας χειροπιαστά ανταλλάγματα και συγκεκριμένες υποσχέσεις. Οι Σύμμαχοι υποσχέθηκαν βεβιασμένα μόνο το βιλαέτι του Αϊδινίου εάν και εφόσον η Ελλάδα έμπαινε στον πόλεμο. Επειδή και πάλι οι πρεσβευτές της Αντάντ δεν έδιναν συγκεκριμένες υποσχέσεις, η κυβέρνηση Γούναρη επανήλθε θέτοντας όρους: α) ότι η Οθωμανική Αυτοκρατορία όφειλε να διαλυθεί με το πέρας του πολέμου, β) ότι οι Σύμμαχοι εγγράφως θα όριζαν ποιες περιοχές θα λάμβανε η χώρα και γ) οι Σύμμαχοι όφειλαν να ορίσουν τι υλική βοήθεια θα έδιναν και με τι οικονομικούς όρους θα στήριζαν την Ελλάδα. Η Αντάντ απαξίωσε έστω και να απαντήσει στα εύλογα αιτήματα του Γούναρη (Richter, 2020 σσ. 20-46)
Η περίοδος από το 1915, έως τις αρχές του 1917, είναι από τις μελανότερες στην ιστορία της χώρας. Η χώρα διχάστηκε μεταξύ των βασιλοφρόνων και των Βενιζελικών, πάνω στο ζήτημα σε ποιον συνασπισμό θα ανήκει η Ελλάδα και παράλληλα πώς θα ήταν οργανωμένο το μέλλον της. Παράλληλα η Μακεδονία τέθηκε υπό την Κατοχή των Συμμάχων, ενώ ένα άλλο μέρος της Μακεδονίας προσαρτήθηκε στην Βουλγαρία, κίνηση που ευνόησε το περιβάλλον του Βασιλιά και της Γερμανικής Πρεσβείας. Η Ρωσική Επανάσταση από την μια και ο αποκλεισμός από θαλάσσης της χώρας, συντέλεσαν στον εκθρονισμό του Κωνσταντίνου τον Ιούνιο του 1917.
2) ΣΤΟ ΔΡΟΜΟ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΤΗΣ «ΕΙΡΗΝΗΣ»
I) Οι πρώτες απόπειρες του Βενιζέλου
Ο ελληνικός τύπος αμέσως μετά την ήττα της Τριμερούς Συμμαχίας, ζητούσε εμφατικά τα αναγκαία «ανταλλάγματα»: Βόρεια Ήπειρο, την Ανατολική Θράκη, τα Δωδεκάνησα, την Δυτική Μικρά Ασία και την Κύπρο. Ωστόσο η προσέγγιση του Arnold Toynbee -αξιωματούχος της Διεύθυνσης Πληροφοριών και μετέπειτα μεγάλος ιστορικός- ήταν η μάλλον κυρίαρχη, ιδού τι έγραφε για τις διεκδικήσεις της Ελλάδας: «Η Ελλάδα- πέραν των τμημάτων της Βόρειας Ηπείρου και των νησιών, τα οποία δικαιωματικά της ανήκουν- θα έπρεπε επίσης να λάβει είτε τμήματα της Θράκης, είτε εδάφη πλησίον της Σμύρνης, στην ενδοχώρα της Ανατολίας. Από γεωγραφικής και πολιτικής απόψεως, η εναλλακτική λύση της Ανατολίας θα ήταν μακράν η πιο ικανοποιητική». Επομένως γι’ αυτόν (και υποθέτουμε μάλλον για σημαντικό τμήμα της ελίτ πληροφοριών και άμυνας της Βρετανίας) η Ελλάδα έπρεπε να μπει σε ορισμένα καλούπια. Η Κύπρος κείτο μακράν, ενώ ο δρόμος προς την Κων/πολη θα ήταν προτιμότερα φραγμένος. Η λύση της Μικράς Ασίας, το πιο στριφνό από κάθε άποψη τμήμα των διεκδικήσεών μας, μπορούσε να δοθεί με την έγκριση της Βρετανίας… Όπως όμως θα δούμε παρακάτω, οι πιο ρεαλιστικές και ασφαλείς διεκδικήσεις μας ήταν αυτές που εμμέσως απέρριπτε η Βρετανία: την Κύπρο, την Ανατολική Θράκη (που την πήραμε, μόνο μετά την Συνθήκη των Σεβρών), την Βόρεια Ήπειρο (που δεν την πήραμε ποτέ) και τα Δωδεκάνησα (που μας δόθηκαν μόλις το 1948).
Ο Βενιζέλος και ενώ ο Πόλεμος δεν είχε λήξει ακόμη, μεταβαίνει στο Παρίσι και το Λονδίνο για διαβουλεύσεις. Η μεν Γαλλία έκανε πως δεν ήξερε κάτι για παραχώρηση της Σμύρνης στην Ελλάδα, η Ιταλία απειλούσε Θεούς και δαίμονες ότι θα έπρεπε αυτή (και βάσει της Συμφωνίας του Αγίου Ιωάννη της Μωραίνης) να λάβει όλη την δυτική Μικρά Ασία, ενώ ακόμη και οι Βρετανοί δεν ήταν τελείως βέβαιοι για την εξέλιξη.
Όσο για τον Βενιζέλο; Το Υπόμνημα που συνέταξε προς τον Βρετανό Πρωθυπουργό David Lloyd George, ήταν στα όρια του ανεδαφικού. Πρότεινε την διεθνοποίηση των Στενών του Βοσπόρου και την τριχοτόμηση της Μικράς Ασίας: α) το μεν ανατολικό κομμάτι της θα αποτελούσε τον πυρήνα του μελλοντικού αρμενικού κράτους (με τον Πόντο μέσα), β) το δυτικό θα ανήκε στην Ελλάδα και γ) το ενδιάμεσο, δίχως πρόσβαση στην θάλασσα θα ανήκε στο νέο τουρκικό κράτος. Φυσικά επρόκειτο για το πιο άγονο κομμάτι της Τουρκίας, το οποίο θα στέγαζε την πλειοψηφία των Μουσουλμάνων. Παρακάτω, ο Βενιζέλος ισχυρίζονταν ότι μελλοντικά θα γίνονταν μια ανταλλαγή πληθυσμών, 800.000 ανθρώπων μεταξύ των δύο κρατών…
Ακόμη χειρότερα, ο Βενιζέλος για να προσεταιριστεί τους Γάλλους, τους υπόσχεται βοήθεια για την καταστολή των Μπολσεβίκων στην Κριμαία, προκειμένου να αποσπάσει την εύνοια της Γαλλίας. Ο Clemenceau, ο σπουδαίος εκείνος «Πατέρας της Νίκης» και Πρωθυπουργός της Γαλλίας, θα στήριζε τις αξιώσεις της Ελλάδας στην Σμύρνη, εάν κάτι τέτοιο πρότεινε η Βρετανία ή οι ΗΠΑ… Ωστόσο στην πράξη ενοχλούνταν από την ιδέα η Ελλάδα να προσαρτήσει την Σμύρνη. Ωστόσο με την άνευ όρων στήριξη της Ελλάδας στην Γαλλία, η χώρα απώλεσε την στήριξη της Ρωσίας, η οποία ήλεγχε το μεγαλύτερο μέρος της Μαύρης Θάλασσας και ένα μέρος του Καυκάσου.
ΙΙ) Οσμή Πετρελαίου…
Έτσι περιέγραφε το παρασκήνιο των διαπραγματεύσεων η Διδώ Σωτηρίου. Είναι αδύνατον να κατανοήσουμε, έγραφε η Διδώ Σωτηρίου, το μικρασιατικό δράμα, εάν δεν έχει υπόψη του κανείς τις διαμάχες των Συμμάχων της Αντάντ για τα πετρέλαια της Εγγύς Ανατολής. Ο Ψυρούκης ανέφερε σχετικά: «Τα δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα των μονοπωλιακών συγκροτημάτων της Standard Oil και της Royall Dutch Shell, καθοδηγώντας τις κυβερνήσεις των ΗΠΑ και της Αγγλίας, έδωσαν στα 1919-1922 την σκληρή και αιματηρή μάχη για τα πετρέλαια της Εγγύς Ανατολής…» . Οι επιδιώξεις των ΗΠΑ να αναδειχτούν μέσα από τις στάχτες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και να παίξουν ένα αυτόνομο ρόλο θα φανεί στην συνέχεια. Όσο για τους Γάλλους αισθάνονταν παραγκωνισμένοι από τους Βρετανούς που είχαν μόλις προσαρτήσει το Ιράκ και τα πετρέλαια της Μοσούλης υπό τον έλεγχό τους.
Η Ελλάδα θα λάμβανε λοιπόν τον ρόλο του μικρού Αστυνόμου στην Μικρά Ασία. Όσο για τους Συμμάχους, αυτοί είχαν άλλα θέματα. Αφενός ήταν διασπασμένοι, καθώς δεν μπορούσαν να μοιράσουν ικανοποιητικά τα εδάφη της Μέσης Ανατολής. Αφετέρου τόσο ο πονοκέφαλος που λεγόταν επαναστατική Ρωσία, όσο και ο επαναστατικός αναβρασμός στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, δεν τους άφηναν σε ησυχία. Αποκλειόταν επομένως οποιαδήποτε μεγάλης κλίμακας ενέργεια, μετά τον πόλεμο, όμως δεν είχαν και τις δυνάμεις, ούτε τις δυνατότητες να επιβάλουν τους όρους τους αποτελεσματικά… Εκεί έρχεται λοιπόν η Ελλάδα, να παίξει έναν ρόλο μεγαλύτερο των δυνατοτήτων της και χωρίς μάλιστα την ενεργό συνδρομή των ξένων δυνάμεων… Στο κρίσιμο διάστημα τον διαπραγματεύσεων για την Ειρήνη στο Παρίσι, οι δυνάμεις της Αντάντ αποστρατεύουν το μεγαλύτερο μέρος των δυνάμεών τους, επικαλούμενες έλλειψη πόρων.
III) Η Ελλάδα στην Συνδιάσκεψη για την Ειρήνη
Στις αρχές του Φεβρουαρίου του 1919 συγκλείνεται στο Παρίσι το Ανώτατο Συμμαχικό Συμβούλιο που αποτελείται από 2 εκπροσώπους κάθε χώρας που συμμετείχε στο πλευρό της Αντάντ. Ο Βενιζέλος καταβάλλει την μέγιστη προσπάθεια να προσεταιριστεί τους Συμμάχους και υποβάλλει ξανά προς εξέταση το Υπόμνημα της 30ης Δεκεμβρίου του 1918. Αμέσως συστήνεται από εμπειρογνώμονες η Επιτροπή Ελληνικών Υποθέσεων η οποία θα εξέταζε λεπτομερώς τις ελληνικές διεκδικήσεις και κατά πόσον αυτές συμβάδιζαν με την πραγματικότητα. Η Επιτροπή συνεδρίασε 12 φορές μεταξύ της 12ης Φεβρουαρίου και 21ης Μαρτίου του ίδιου χρόνου. Τα συμπεράσματα ήταν αρνητικά για την ελληνική πλευρά. Οι μεν Βρετανοί και Γάλλοι συμφώνησαν να δοθεί στους Έλληνες ένα τμήμα της Μικράς Ασίας μικρότερο όμως των ελληνικών αξιώσεων, οι δε Ιταλοί ήταν τελείως αρνητικοί, ενώ οι Αμερικανοί διαφωνούσαν με το επιχείρημα ότι ήταν ασύμφορη (και για τους Έλληνες) μια τέτοια αποκοπή της Σμύρνης από την ενδοχώρα. Πέραν τούτου και σύμφωνα με τα δικά τους στοιχεία, η ελληνική παρουσία στην Μικρά Ασία δεν ήταν πλειοψηφική, παρά μόνο στο σαντζάκι της Σμύρνης…
Η βρετανική πλευρά εμφανίζεται ιδιαίτερα θετική προς τα αιτήματα του Βενιζέλου, όμως υπήρχαν και οι πρώτες προειδοποιήσεις. Ο Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Στρατού, sir Henry Wilson έγραφε σχετικά: «Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ και γω συνομιλήσαμε για μια ώρα με τον Βενιζέλο και του καταστήσαμε σαφές ότι δεν μπορούσαμε να βοηθήσουμε τους Έλληνες, παρέχοντάς τους χρήματα ή στρατιώτες, ούτε στην Θράκη, ούτε στην Σμύρνη-είχαμε ήδη επωμιστεί ένα τεράστιο βάρος. Τον προειδοποίησα πως οδηγούσε την χώρα του στην καταστροφή, πως επρόκειτο να εμπλακεί σε έναν πολυετή πόλεμο με την Βουλγαρία και την Τουρκία και πως εξαντλούσε τους οικονομικούς του πόρους αλλά και το ανθρώπινο δυναμικό, με υπερβολικούς ρυθμούς, τους οποίους μια μέρα, μια χώρα όπως η Ελλάδα, δεν θα μπορούσε να αντέξει. Εκείνος απάντησε ότι δεν συμφωνούσε με τίποτε από όσα είχα πει.». Όσο για τους εμπειρογνώμονες της Βρετανικής Αποστολής, Arnold Toynbee και Harold Nicolson, είχαν διατυπώσει τους εξής προβληματισμούς για τις ελληνικές διεκδικήσεις: «(1) Κανένα καθεστώς Εντολής δεν θα είναι σε θέση να διοικήσει αποτελεσματικά την Κων/πολη χωρίς την ύπαρξη μιας επαρκώς μεγάλης γεωγραφικής ζώνης στην ενδοχώρα. Από την άλλη πλευρά, μια μεγάλη γεωγραφική ζώνη θα περιλαμβάνει και ελληνικό πληθυσμό, ενώ παράλληλα, θα αποκόψει την Τουρκία από όλες τις διόδους επικοινωνίας της με τον Μαρμαρά. (2) Δεδομένου ότι έχουμε ταχύτατα αποσύρει τα στρατεύματά μας, και δεδομένου ότι η βρετανική κοινή γνώμη έχει πλέον κουραστεί… θα είναι αδύνατον για εμάς να εξασφαλίσουμε την παρουσία των Ελλήνων στην Σμύρνη. Εννοώ την παραμονή τους εκεί. Προκειμένου να υπερασπιστούν τον εαυτό τους θα χρειαστεί είτε να λάβουν την βοήθεια των Συμμάχων είτε οι Συμμαχικές δυνάμεις να αποφασίσουν να διαμελίσουν ολόκληρο το τμήμα της Τουρκίας στην ευρύτερη περιφέρεια της πόλης και να το μοιράσουν μεταξύ τους. Από την άλλη πλευρά, εάν η Σμύρνη δεν παραχωρηθεί στην Ελλάδα, τότε ο Βενιζέλος θα απομακρυνθεί από την εξουσία. (3) Συνεπώς, όλοι συμφωνούμε ότι αυτός ο γόρδιος δεσμός πρέπει επιτέλους να λυθεί με μια πρόταση που θα αποτελέσει χρυσή τομή. Ας αφήσουμε την Ανατολία στους Τούρκους και ας παραχωρήσουμε μόνο την Ευρωπαϊκή Τουρκία στους Έλληνες…»(Richter, 2020 σ. 72).
Τι βλέπουμε παραπάνω, αν όχι τα αδιέξοδα των συμμαχικών σχεδίων και των ελληνικών αξιώσεων; Οι μεν Henry Wilson και Churchill μιλούν εντελώς ρεαλιστικά και με τα πραγματικά δεδομένα από την σκοπιά της Βρετανίας και πιο συγκεκριμένα από την ελίτ των ενόπλων δυνάμεων και της χάραξης στρατηγικής. Οι δε Toynbee και Nicolson θέτουν πάλι προβληματισμούς οι οποίοι επίσης είναι εύλογοι και τίθενται με ρεαλιστικούς όρους[2]. Δυστυχώς οι συγκεκριμένες προτάσεις δεν συζητήθηκαν επαρκώς. Ανατροπές που είχαν να κάνουν με την Ιταλία και τις διεκδικήσεις της ενάντια στην Γιουγκοσλαβία με αντικείμενο τις Δαλματικές Ακτές, επιφέρουν ρήξη στις σχέσεις των Τεσσάρων της Αντάντ (Γαλλία, Βρετανία, ΗΠΑ και Ιταλία), με τον Ιταλό Πρωθυπουργό Orlando να αποχωρεί από το Παρίσι.
Λίγες μέρες μετά οι Nicolson και Toynbee υποβάλλουν προς εξέταση τρία εναλλακτικά σενάρια σχετικά με το μέλλον της Μικράς Ασίας και της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας: α) Η Ευρωπαϊκή Τουρκία να δοθεί στην Ελλάδα μαζί με την Πόλη και η Ανατολία να τεθεί υπό καθεστώς Εντολής[3]. β) Οι ΗΠΑ να θέσουν υπό Εντολή την Πόλη και τα Στενά με μία ζώνη που θα εκτείνεται μέχρι την Θάλασσα του Μαρμαρά. Η Σμύρνη, το Αϊβαλί και ένα τμήμα της ενδοχώρας να δοθούν στην Ελλάδα, ενώ η υπόλοιπη Τουρκία να τεθεί υπό καθεστώς Εντολής. Τέλος (γ), η «ιταλική λύση» Να ισχύσουν τα όσα γράφονται στην β’ εναλλακτική για την Πόλη και τα Στενά, ενώ η Δυτική Ανατολία να τεθεί υπό ελληνική Εντολή και η υπόλοιπη Τουρκία υπό ιταλική…
Ωστόσο κανένα από τα παραπάνω σενάρια δεν συζητήθηκε, καθώς υπήρξε ανατροπή από την πλευρά της Ιταλίας (πάλι) όταν μαθεύτηκε ότι έστελναν πλοία στην Σμύρνη στις 22/04-05/05/1919 (παλιό-νέο ημερολόγιο). Το γεγονός αυτό εξόργισε τον Πρόεδρο των ΗΠΑ Wilson ο οποίος άρχισε σταδιακά να συμπαρατάσσεται με την ελληνική πλευρά θέλοντας να τιμωρήσει τους Ιταλούς, χωρίς βεβαίως να έχει πεισθεί ακόμη για τις ελληνικές αξιώσεις.
Η μοίρα της Μικράς Ασίας και του ευρύτερου Ελληνισμού, σφραγίστηκε σε μια διαδοχή μυστικών συναντήσεων μακριά από την γνώση των Ιταλών, οι οποίοι έκαναν τις δικές τους ετοιμασίες για την κατάληψη της εν λόγω περιοχής. Το μέλλον της περιοχής, τέθηκε στο περιθώριο σφοδρότατων συγκρούσεων των Μεγάλων Δυνάμεων, με την Ελλάδα-σχεδόν από σπόντα- να λαμβάνει ένα δώρο-παγίδα. Σε μια κρίσιμη συνάντηση οι Lloyd George, Clemenceau και Wilson είπαν τα εξής ενδιαφέροντα σε διάστημα μόλις 30 δευτερολέπτων:
–Lloyd George: Αναφορικά με το θέμα της Μικράς Ασίας, η άποψή μου παραμένει η ίδια. Δεν πρέπει να επιτρέψουμε στους Ιταλούς να μας φέρουν προ τετελεσμένων γεγονότων. Οφείλουμε να δώσουμε την συγκατάθεσή μας στους Έλληνες να αποβιβάσουν στρατεύματα στη Σμύρνη.
–Wilson: Το καλύτερο μέσο για να σταματήσουν οι ιταλικές επιχειρήσεις είναι τα χρήματα…
–Lloyd George: Η έλλειψη χρημάτων δεν απέτρεψε ποτέ, ούτε την Τουρκία ούτε καμία άλλη βαλκανική χώρα από το να ξεκινήσει έναν πόλεμο, Η συμβουλή μου είναι να προτείνουμε στο Βενιζέλο να στείλει στρατεύματα στη Σμύρνη. Ας δώσουμε εντολή στους ναυάρχους μας να επιτρέψουν την απόβαση ελληνικών στρατευμάτων σε μια περιοχή όπου ο ελληνικός πληθυσμός κινδυνεύει να σφαγιαστεί.
–Wilson: Γιατί δεν τους προτείνουμε να αποβιβάσουν στρατεύματα εδώ και τώρα; Υπάρχει καμιά αντίρρηση σε αυτό;
–Lloyd George: Όχι, καμία απολύτως.
–George Clemenceau: Ούτε και γω έχω αντίρρηση. Δεν θα έπρεπε όμως να ενημερώσουμε τους Ιταλούς;
–Lloyd George: Όχι δεν θεωρώ πως θα έπρεπε…
Η περίφημη λοιπόν «απελευθέρωση» της Σμύρνης αποφασίστηκε σε αυτήν την συντομότατη συνομιλία. Ήταν τέτοια η βιασύνη τους και η ελαφρότητά τους, που δεν οριοθέτησαν καν την περιοχή δράσης των ελληνικών στρατευμάτων! Ο πρεσβευτής Σακελλαρόπουλος γράφει σχετικά για την αποστολή των στρατευμάτων μας στην Μικρά Ασία, ότι στάλθηκαν «χωρίς μελέτην, χωρίς πραγματικόν ενδιαφέρον δια την Ελλάδα και τους κινδύνους που διέτρεχε, με την επιθυμία απλώς να εξοικονομηθούν εκ των ενόνων αι ανάγκαι της στιγμής…». Όσο για την Γαλλία του Κλεμανσώ, ο Σακελλαρόπουλος καταρρίπτει τον περίφημο «φιλελληνισμό» του: «Αλλ’ η παρουσία μας στην Μικρά Ασία δεν έπαυσε να ενοχλεί τον Κλεμανσό διότι είχε προφανώς πεισθεί ότι η εγκατάστασις θα εγίνετο με θυσίαν γαλλικών συμφερόντων. Τούτο έκαμε ώστε αι εις το Ανώτατον Συμβούλιον παρεμβάσεις του να μην είναι σχεδόν ποτέ, όταν επρόκειτο δια την Μικράν Ασία, ευνοϊκαί δι’ ημάς-αυτό δε τόσον μάλλον όσον την εκεί παρουσία μας εθεώρει ως εξυπηρετούσαν τα βρετανικά συμφέροντα… Υπό τας περιστάσεις αυτάς η αποστολή ελληνικού στρατού εις Σμύρνην είχε δυσμενέστατην γενικώς απήχησιν εις την Δύσιν…» (Σωτηρίου, 1975 σσ. 23-24)
Όσο για τον Στρατηγό Wilson στην ενημέρωση προς τον Βενιζέλο, αναφέρει σχετικά: «Τόνισα με ιδιαίτερη έμφαση πως η εν λόγω αποστολή αποτελούσε καθαρά ελληνικό ζήτημα, πως επρόκειτο να διενεργηθεί υπό ελληνική στρατιωτική διοίκηση, πως υπήρχε κίνδυνος να βρεθεί αντιμέτωπη τόσο με τους Ιταλούς όσο και με τους Τούρκους και πως οι δύο κυβερνήσεις όφειλαν να λάβουν σχετική ειδοποίηση… Φυσικά, συνεχίζω να πιστεύω πως αυτή η απόφαση είναι καθαρή τρέλα». Λίγο μετά από αυτήν την συνάντηση, λαμβάνει χώρα στο γαλλικό Υπουργείο Εξωτερικών, συνάντηση μεταξύ του David Lloyd George και του Βενιζέλου, όπου σύμφωνα με τον τελευταίο, ο Βρετανός Πρωθυπουργός διαβεβαίωσε τον Έλληνα ομόλογό του, πως η παρουσία των ελληνικών στρατευμάτων στην Σμύρνη δεν θα είχε αστυνομικό χαρακτήρα, αλλά αντίθετα θα αποτελούσε ένα βήμα για την ολοσχερή απόδοση της Σμύρνης στους Έλληνες! Σας φαίνεται κάπως παράλογο το συγκεκριμένο σκηνικό; Τελικά τι χαρακτήρα είχε η απόβαση; Αστυνομικό και προσωρινό ή μόνιμο; Κατά πως φαίνεται, η τύχη της χώρας παίζονταν μεταξύ διαφορετικών φραξιών του βρετανικού κατεστημένου. Ο μεν Lloyd George εξυπηρετούσε μια πολιτική μεγάλων ρίσκων και περιπετειών (με το κόστος φυσικά να αφορά άλλους) ενώ το πιο συντηρητικό τμήμα της Βρετανίας προσπαθούσε να αποτρέψει μια τέτοια εκστρατεία, τόσο λόγω των επιπλοκών, όσο και για το ότι δεν ξέρανε πώς να ελέγξουν ένα πιθανά μεγάλο ελληνικό κράτος. Ήταν έτοιμη η Δύση για μια αναγεννημένη Ελληνική Αυτοκρατορία; Επ’ ουδενί. Για την ακρίβεια πέραν των συμφερόντων που στοιχίζονταν πίσω από τον Lloyd George και τον Λόρδο Balfour, κανείς δεν στήριξε ποτέ στα σοβαρά τις ανεδαφικές ελληνικές διεκδικήσεις. Από την ημέρα που αποφασίστηκε η απόβαση, οι Ιταλία, Γαλλία και ΗΠΑ, έκαναν τα πάντα για να υπονομεύσουν την ελληνική προσπάθεια…
1) Εν μέρει εξηγεί ο παραπάνω χάρτης το αδιέξοδο των ελληνικών διεκδικήσεων στην Μικρά Ασία. Η Κατοχή της Σμύρνης, απαιτούσε την παρουσία μιας μόνιμης δύναμης η οποία συστηματικά θα βρίσκονταν σε θέση άμυνας απέναντι στον αφιλόξενο όγκο της Μικράς Ασίας. Η κόκκινη γραμμή στον χάρτη δείχνει την έκταση του μετώπου που αργά ή γρήγορα θα απλώνονταν ο ελληνικός στρατός προκειμένου να αποκρούσει τις επιθέσεις των ατάκτων και παράλληλα τις ελληνικές διεκδικήσεις το 1918…. Η έκταση του μετώπου ξεπερνούσε τα 900 χλμ μέχρι το αποκορύφωμα του πολέμου, το 1921. Αντίθετα η κατοχή της Ανατολικής Θράκης, εξασφάλιζε μόνο πλεονεκτήματα. Οι Οθωμανοί θα περιορίζονταν στην Ασία, χωρίς να μπορούν να αποβιβαστούν άμεσα στην Θράκη, ενώ η Ελλάδα θα επεκτείνονταν άκοπα μέχρι την Μαύρη Θάλασσα. Θα αποκτούσε δηλαδή μία τεράστια γεωπολιτική θέση, η οποία θα της επέτρεπε να παίξει έναν πραγματικά μεγάλο ρόλο αργότερα, μαζί με την προσθήκη της Ίμβρου και της Τενέδου. Είναι τυχαίο που οι εμπειρογνώμονες σαν τον Toynbee ήταν (αρχικά) επιφυλακτικοί με την παράδοση της Ανατολικής Θράκης, η οποία δόθηκε και τελευταία, ενώ ήταν πιο θετικοί με την απόδοση της Σμύρνης; Όσο για την Βόρεια Ήπειρο, ακόμη την ψάχνουμε….
Συνεπώς και ενώ έτσι είχαν τα πράγματα, μία ευρύτερη ασυμφωνία των κέντρων αποφάσεως της Δύσης, πώς βιάστηκε ο Βενιζέλος να δεχτεί μία ασαφή αποστολή, σε ένα επί της ουσίας αχαρτογράφητο πεδίο, αυτό της Μικράς Ασίας; Από τα παραπάνω φαίνεται πως η Ελλάδα έμπλεκε σε έναν νέο αβέβαιο πόλεμο, χωρίς καμία εγγύηση επιτυχίας, βασιζόμενη απλώς στον καλό λόγο του Βρετανού Πρωθυπουργού και με την μεγάλη έχθρα των υπολοίπων τριών Δυνάμεων- τις οποίες απορεί κανείς, πως δεν τις υπολόγισε… Όταν βεβαίως τίποτε δεν είχε αποφασιστεί για τον διαμελισμό της Τουρκίας.
Ωστόσο η ανατροπή φάνηκε μόλις μερικές μέρες μετά την απόβαση, όταν ο Lloyd George έλαβε από τον Λόρδο Balfour ένα υπόμνημα σχετικά με τις διαθέσεις των μουσουλμάνων υπηκόων της Αυτοκρατορίας, ενώ μια αντιπροσωπεία Ινδών μουσουλμάνων, τον προειδοποίησε πως ένας διαμελισμός της Τουρκίας θα προκαλούσε αλυσιδωτές αντιδράσεις… Κατόπιν στις 6/19 Μαϊου τάσσεται εναντίον του διαμελισμού της Τουρκίας (!), ενώ ζητεί να τεθεί όλη η Τουρκία υπό Αμερικανική Εντολή… την ίδια μέρα στέλνει τηλεγράφημα στον Βενιζέλο ζητώντας του να μην αξιώσει τίποτε άλλο πέραν του σαντζακίου της Σμύρνης και του καζά του Αϊβαλίου. Όλα αυτά, ενώ οι Έλληνες είχαν ήδη θέσει υπό κατοχή την Σμύρνη… Η Γαλλία του Κλεμανσό επίσης άρχισε να παίρνει αποστάσεις, λέγοντας πως η παραχώρηση της Σμύρνης θα είχε προσωρινό χαρακτήρα (Richter, 2020 σσ. 84-86)… Τίποτε ωστόσο δεν πτόησε τον Βενιζέλο, ο οποίος μιλούσε για την Ελλάδα «των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών…»!
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΑ
Η Διδώ Σωτηρίου στο ιστορικό πόνημά της για την Μικρασία και τον βρόμικο ρόλο του βρετανικού ιμπεριαλισμού, γράφει πως η Ελλάδα, νικήτρια και αυτή στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, κατέληξε μια θλιβερή ουρά της Βρετανίας και ειδικότερα του Lloyd George. Για να καταλάβουμε το μπλέξιμο του όλου εγχειρήματος όχι απλώς δεν εμπόδισε τον Βενιζέλο να αναλάβει το παράτολμο αυτό εγχείρημα-παρά και ενάντια στις αντιρρήσεις της ίδιας του της κυβέρνησης- αλλά βλέποντας πως οι ετοιμασίες καθυστερούσαν, για την επίμαχη απόβαση, ζήτησε από τον Βενιζέλο οργισμένος (!) την επίσπευση των διαδικασιών, πριν οι Σύμμαχοι αλλάξουν γνώμη… Ο δε Βενιζέλος σε τηλεγράφημά του λέει τα ακόλουθα προς τον Συνταγματάρχη Ζαφειρίου:«Σταματήστε εν ανάγκη πάσαν επιβίβασην υγειονομικών σχηματισμών, συζηγαρχιών κλπ. Επιβιβάσατε εντός της σήμερον, εργαζόμενοι και την νύκτα Ευζωνικόν Σύνταγμα και Πυροβολαρχίαν Βολής. Αύριον μέχρι πρωίας απόλυτος ανάγκη αναχωρήσει Μεραρχία… Πάσαν αναβολή δύναται να έχει ολεθρίας συνέπειας για τα εθνικά συμφέροντα»…
Αν η κατάσταση ήταν εκρηκτική πριν την είσοδο της Ελλάδας στην Μικρά Ασία, μετά ήταν σα Γόρδιος Δεσμός. Ήταν και παραμένει πολύ δύσκολο να καταλάβουμε τις κινήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων ειδικά της Βρετανίας. Μέσα σε τρεις μήνες από την κατάληψη του Σαντζακίου της Σμύρνης, από μία μεραρχία του Ελληνικού Στρατού, πλέον χρειάζονταν τέσσερις που και πάλι δεν ήταν αρκετές. Ακόμη οι δυνάμεις, πολιτικές και στρατιωτικές, τέθηκαν υπό τον έλεγχο του Ναυάρχου Calthorpe Ύπατου Αρμοστή της Κων/πολης. Κάθε φορά που τα στρατεύματα προσπαθούσαν να κινηθούν για να καταστείλουν τους τσέτες (ατάκτους), όφειλαν να λάβουν την έγκριση του Ναυάρχου, η οποία σπάνια δίνονταν για τον επόμενο χρόνο. Με αυτόν τον τρόπο δόθηκε πολύτιμος χρόνος στους Νεότουρκους και τον Κεμάλ να ανασυγκροτηθούν… Για ποιο λόγο; Δεν είμαστε σε θέση να εξηγήσουμε επαρκώς.
Το σημαντικό είναι ότι η Ελλάς ως «δεδομένη σύμμαχος» μόνο προβλήματα δημιουργεί, κυριότερα σε μας. Η χώρα έπεσε σε μια πολύ μεγάλη παγίδα από την οποία ήταν δύσκολο να βγει, την ίδια στιγμή που οι νικήτριες δυνάμεις δεν είχαν κανένα περιθώριο να λύσουν τις διαφορές τους και να ορίσουν, όπως παλιά τους κανόνες του παιχνιδιού χωρίς πονοκεφάλους…
ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ
[1] Η Τριανδρία που άσκησε την δικτατορία των Νεοτούρκων επί τουλάχιστον 5 έτη, έφυγε «ήσυχα» και χωρίς κανένα εμπόδιο προς την Γερμανία, ενώ δεν επιδιώχθηκε καμία καταδίκη τους. Την ίδια στιγμή που η πεφωτισμένη Δύση και ειδικά οι ΗΠΑ, διοργάνωναν αποστολές με τον Ερυθρό Σταυρό για την μεταφορά και την διάσωση των εναπομεινάντων Αρμενίων….
[2] Προβληματίζει έντονα το τόσο ενδιαφέρον του βρετανικού παράγοντα για το πολιτικό μέλλον του Βενιζέλου…
[3] Επρόκειτο για μια φόρμουλα νέο-αποικισμού μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η Κοινωνία των Εθνών, ένα τέκνο της Βρετανίας και κυρίως των ΗΠΑ-πρόδρομος του σημερινού ΟΗΕ- θα ανέθετε την διακυβέρνηση των παλαιών αποικιών, κτήσεων και εδαφών των ηττημένων Αυτοκρατοριών, στις νικήτριες Δυνάμεις «προσωρινά», μέχρι αυτές να είναι σε θέση να «αυτοκυβερνηθούν». Το σύστημα αυτό των Mandates (εντολών) χρησιμοποιήθηκε για την Αφρική και την Μέση Ανατολή μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του ’40…
πηγή: Τρίτο Μάτι
[…] Β’ Μέρος: ο δρόμος προς την καταστροφή […]