Διηγήσεις του Δημητρίου Ιωαννίδη
στον Γεώργιο Φράγκου
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Σε σχόλιό μου σήμερα για την υπόθεση της εκπομπής με τον Β. Παπαγεωργόπουλο ανέφερα ως παράδειγμα το δημοσιογραφικό ενδιαφέρον που θα είχαν συνεντεύξεις που θα έριχναν περισσότερο φως σε δραματικά ιστορικά γεγονότα. Ανέφερα συγκεκριμένα την περίπτωση Δημ. Ιωαννίδη και τη σημασία μιας συνέντευξης μαζί του.
Φίλος της στήλης διάβασε το κείμενο και μου έστειλε μια συνέντευξη του δικτάτορα το 2010 στον δημοσιογράφο Γεώργιο Φράγκου. Ειλικρινά την αγνοούσα. Δημοσιεύθηκε σε δύο συνέχειες, στην εφημερίδα “Αδέσμευτος Τύπος” (Ρίζου). Δεν υπάρχει πλέον το ηλεκτρονικό αρχείο της εφημερίδας, μετά το κλείσιμό της, αλλά ο φίλος είχε κρατήσει αντίγραφο από τότε, αναγνωρίζοντας την ιστορική αξία της μαρτυρίας, το οποίο μου έστειλε και σας το παραθέτω.
Δημ. Ιωαννίδης 13 Μαρτίου 1923 – 16 Αυγούστου 2010
Π.Σ.
Α. «Έτσι με εξαπάτησαν οι Αμερικανοί!» (25-07-2010)
Η φωνή του ακούγεται κοφτή και αποφασιστική στο μικρό κελί που του έχει διατεθεί στην έκτη πτέρυγα των Φυλακών Κορυδαλλού. «Με εξαπάτησαν ο Σίσκο και ο Κίσινγκερ για τις πραγματικές προθέσεις της Τουρκίας στην Κύπρο». Ο ίδιος, ντυμένος με μια αθλητική φόρμα, μόλις έχει σηκωθεί από το κρεβάτι εκστρατείας όπου συνηθίζει να ξεκουράζεται τα ατέλειωτα 35 χρόνια που μεσολάβησαν από την καταδίκη του για τη συμμετοχή στο Απριλιανό Πραξικόπημα και το ρόλο του στα τραγικά γεγονότα του καλοκαιριού του 1974.
Παρότι μικρόσωμος, νιώθεις παρατηρώντας αυτόν τον ηλικιωμένο άνδρα ότι κρύβει μέσα του πολλή δύναμη και σκληράδα όπως και αρκετά μυστικά…
Με εξαίρεση ένα πρόβλημα που είχε με την όρασή του το οποίο ξεπεράσθηκε επιτυχώς, η υγεία του είναι πολύ καλή, ενώ η διαύγεια και η παρατηρητικότητά του εντυπωσιάζουν για κάποιον που είχε υπερβεί τότε (Ιούλιος του 2009) το 87ο έτος της ηλικίας του.
Ο Μίμης, όπως τον προσφωνούν οι λίγοι φίλοι του, γνωστότερος στον ελληνικό λαό ως «ο αόρατος δικτάτορας» , κατά κόσμον ταξίαρχος Δημήτρης Ιωαννίδης, δεν κρύβει την οργή του για την ενορχηστρωμένη συμπαιγνία σε βάρος του από την τότε πολιτική ηγεσία του υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ.
Κάνοντας μια αναδρομή στην κρίσιμη σύσκεψη που πραγματοποιήθηκε το πρωί της 20ής Ιουλίου 1974, λίγες ώρες μετά την τουρκική απόβαση στο Πεντεμίλι της Κυρήνειας, στο ΑΕΔ (Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων) – στην οποία εκτός του Προέδρου της Δημοκρατίας Φαίδωνα Γκιζίκη, του πρωθυπουργού Αδαμάντιου Ανδρουτσόπουλου, των υπουργών Εξωτερικών και Άμυνας Κυπραίου και Λατσούδη και των αρχηγών Στρατού, Ναυτικού και Αεροπορίας, συμμετείχαν ο πρεσβευτής των Ηνωμένων Πολιτειών στην Αθήνα Χένρι Τάσκα και ο υφυπουργός Εξωτερικών της Αμερικής Σίσκο, που μόλις είχε προσγειωθεί ερχόμενος από την Αγκυρα όπου συναντήθηκε με τον Ετσεβίτ – αποκαλύπτει πως οι Αμερικανοί προσπάθησαν να… αποκοιμίσουν την Αθήνα, ενώ συνεχιζόταν η τουρκική εισβολή.
«Ο Σίσκο, που πήρε το λόγο αμέσως μετά την είσοδό του στην αίθουσα του τρίτου ορόφου του Πενταγώνου όπου συνεδριάζαμε, μας ζήτησε να δείξουμε αυτοσυγκράτηση. Μας διαβεβαίωσε μάλιστα, ότι αυτός και ο Κίσινγκερ θα έπειθαν τους Τούρκους να αποχωρήσουν από την Κύπρο, τα επόμενα 24ωρα, αφήνοντας μια δύναμη περίπου 1.500 ανδρών για ενίσχυση της ΤΟΥΡΔΥΚ και της τόνωσης του ηθικού των Τουρκοκυπρίων. Γι’ αυτό και μας κάλεσε να αποφύγουμε κάθε πολεμική ενέργεια».
Στο σημείο αυτό παρενέβη ο ίδιος και χτυπώντας το χέρι στο τραπέζι είπε απευθυνόμενος στην αμερικανική πλευρά: «Μας εξαπατήσατε, όπως κάνατε και προ ημερών, όταν μας υποσχεθήκατε ότι ο έκτος στόλος θα περιπολούσε στα στενά της Μερσίνας, ώστε να αποτρέψει τουρκική αποβατική ενέργεια».
Ο Ιωαννίδης θυμάται ότι αμέσως σηκώθηκαν τόσο ο Γκιζίκης όσο και Κυπραίος και απευθυνόμενοι στους δύο Αμερικανούς στα αγγλικά, τους προειδοποίησαν ότι αν οι Τούρκοι δεν αποχωρούσαν άμεσα, η Ελλάδα θα έφευγε από το ΝΑΤΟ και θα κήρυττε τον πόλεμο στην Άγκυρα.
Μετά από μικρή παύση, ανακαλώντας τη μνήμη του, λέει: «Αμέσως έπεισα τον αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων στρατηγό Γρηγόριο Μπονάνο να κηρύξουμε γενική επιστράτευση! Παράλληλα αποφασίσαμε και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, που το ίδιο βράδυ έβγαζε το 353/74 ψήφισμα, να κληθούν όλα τα μέρη να σεβαστούν την ανεξαρτησία και την εδαφική ακεραιότητα της Κύπρου».
«Εκτός από την επιστράτευση, σε τι άλλες ενέργειες προχωρήσατε;», τον ρωτήσαμε, με το θάρρος της γνωριμίας που είχαμε αποκτήσει, καθώς ένα παιχνίδι της μοίρας μας έφερε να μοιραζόμαστε τους ίδιους χώρους για ένα χρονικό διάστημα. «Διέταξα τον τότε αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Ναυτικού Πέτρο Αραπάκη να στείλει αμέσως τα μισά υποβρύχια που βρισκόντουσαν στα Δωδεκάνησα στην Κύπρο και να χτυπήσουν τα τουρκικά πλοία, ενώ πρότεινα να κηρύξουμε την Ένωση της Μεγαλονήσου με την Ελλάδα».
«Τελικά τι έγινε;», τον ξαναρωτήσαμε. «Διατύπωσαν δισταγμούς τόσο ο Μπονάνος που ακόμη πίστευε στη μεσολάβηση των Αμερικανών όσο και ο Γκιζίκης. Αλλά και ο τότε αρχηγός της Αεροπορίας Παπανικολάου, όταν του ζήτησαν να στείλουμε τα Phantom που είχαμε και να διαλύσουν τους εισβολείς, άρχισε τις αναλύσεις σχετικά με τις πραγματικές δυνατότητες των συγκεκριμένων αεροσκαφών»…
Αναπόφευκτη η απορία μας για το «εάν θα κερδίζαμε έναν πόλεμο με την Τουρκία που υπερτερούσε αριθμητικά τόσο σε έμψυχο δυναμικό όσο και σε οπλικά συστήματα»…
«Κι όμως, δεν ήταν έτσι τα πράγματα», μας διέκοψε, «γιατί οι συσχετισμοί στην ποιότητα των όπλων, ιδιαίτερα στην Αεροπορία και στο Ναυτικό, ήταν συντριπτικά υπέρ μας. Ακόμη και στο Στρατό Ξηράς όπου η Τουρκία υπερτερούσε τρία προς ένα, δεν είχαμε ουσιαστικό πρόβλημα λόγω του περιορισμένου μετώπου στον Έβρο. Εξάλλου, εμείς είχαμε καλύτερα άρματα μάχης, τα γαλλικά ΑΜΧ, που ήταν πιο σύγχρονα και γρήγορα από τα αμερικανικά Μ-47 που διέθεταν, είναι αλήθεια σε μεγάλους αριθμούς αυτοί. Επιπλέον, οι περισσότεροι ανώτεροι αξιωματικοί είχαμε πολεμική εμπειρία από την περίοδο 1946-49, ενώ οι Τούρκοι είχαν να πολεμήσουν από το ’22».
Για τον πάλαι ποτέ πανίσχυρο άνδρα της χώρας… «η κρίσιμη διαφορά ήταν στην ψυχοσύνθεση των δύο λαών. Ο Έλληνας στρατιώτης εκείνης της εποχής (1974) ήταν πολύ καλύτερα εκπαιδευμένος και είχε υψηλότερο ηθικό από τον αντίστοιχο Τούρκο».
Σύμφωνα με τον ίδιο… «τα 22 Phantom που μόνο εμείς τότε διαθέταμε θα δημιουργούσαν υπεροχή στον αέρα και θα συνέτριβαν την τουρκική αεροπορία. Απ’ ό,τι θυμάμαι πετούσαν με επιχειρησιακή ταχύτητα 700 χλμ. την ώρα και ήταν απείρως γρηγορότερα από τα F-104, F-100 και F-84 που είχαν οι Τούρκοι. Ειδικά τα τελευταία ήταν κάτι παλιατζούρες από τον καιρό της Κορέας που ίσα – ίσα πετούσαν».
Αλλά και στο Ναυτικό, σύμφωνα με τον ιδεολογικό υπεύθυνο του Απριλιανού καθεστώτος, όπως ο ίδιος αρέσκεται να αποκαλεί τον εαυτό του, η διαφορά ήταν συντριπτική: «Πρέπει να ’χαμε δύο – τρία αντιτορπιλικά περισσότερα από τους Τούρκους, αλλά το παιχνίδι θα κερδιζόταν από τα υποβρύχια και τις γαλλικές πυραυλακάτους που μόλις είχαμε παραλάβει. Είχαμε οχτώ γερμανικά υποβρύχια, από τα οποία τα τέσσερα ήταν σύγχρονα τύπου 2009, ενώ αυτοί κάτι απομεινάρια αμερικανικά του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου».
Γι’ αυτό, όπως υποστηρίζει… «μπορούσαμε να διαλύσουμε τις τουρκικές αποβατικές δυνάμεις. Θυμάμαι ότι τα υποβρύχια του Αραπάκη απείχαν περίπου 80 ναυτικά μίλια από την Πάρο και τα Phantom βρίσκονταν σε επιχειρησιακή ετοιμότητα. Στη σύσκεψη που έγινε τα ξημερώματα της 21ης Ιουλίου στο γραφείο του Γκιζίκη, είπα στον Αραπάκη να βουλιάξει όλα τα τουρκικά πλοία που ήταν έξω από το λιμάνι της Κυρήνειας και στον Παπανικολάου να στείλει από την Κρήτη τα πρώτα έξι Phantom και να βομβαρδίσουν οτιδήποτε τουρκικό εκινείτο πάνω στο νησί».
Τελικά, όμως, δεν έγινε τίποτε απ’ όλ’ αυτά. «Γιατί;», τον ρωτήσαμε.
«Μας πρόδωσαν, δεν το κρύβω, οι αρχηγοί των γενικών επιτελείων και ο Γκιζίκης. Όπως πληροφορήθηκα εκ των υστέρων οι τρεις αρχηγοί μαζί με τον Μπονάνο και τον Γκιζίκη, συναντήθηκαν και αποφάσισαν να μην έρθουν σε αντιπαράθεση με την Τουρκία, ενώ ο Αραπάκης διέταξε τα υποβρύχια να γυρίσουν πίσω και ο Παπανικολάου να μη σηκωθεί ούτε ένα αεροπλάνο. Στη συγκεκριμένη σύσκεψη, όπως ενημερώθηκα από τον αρχηγό του Στρατού αντιστράτηγο Γαλατσάνο, ο Αραπάκης πρότεινε κι οι άλλοι συμφώνησαν να παραδώσουν την εξουσία στους πολιτικούς».
Ο ίδιος απαντά και στην κατηγορία ότι ήθελε το θάνατο του Μακαρίου. «Σε καμία περίπτωση γιατί έτσι θα κλονιζόταν το έρεισμα της Ενωσης, μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι περισσότεροι Κύπριοι ήταν μακαρικοί. Η διαταγή που είχα δώσει προσωπικά στον συνταγματάρχη Κων/νο Κομπόκη, που ήταν επικεφαλής της επίθεσης στο Προεδρικό Μέγαρο, ήταν να συλληφθεί ο Μακάριος ζωντανός».
Όσο για την τύχη του Αρχιεπισκόπου Κύπρου ο Ιωαννίδης υποστηρίζει ότι ο αείμνηστος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Σεραφείμ που «δεν έβλεπε με καλό μάτι τον Μακάριο», του είχε προτείνει να «φιλοξενηθεί» για ένα διάστημα σε Μοναστήρι του Αγίου Ορους. «Ο Σεραφείμ γνώριζε προσωπικά πολλούς ηγούμενους και με είχε πείσει ότι θα μπορούσε να τακτοποιήσει το θέμα».
Για τον «αόρατο δικτάτορα» δεν έγιναν εγκλήματα στη διάρκεια της Επταετίας για τα οποία να θεωρείται ηθικός αυτουργός. «Μάθατε πότε να μου έχει γίνει καμία αγωγή για το συγκεκριμένο θέμα ή κάποιος να έχει στραφεί ζητώντας αποζημίωση από την οικογένειά μου, ισχυριζόμενος ότι υπήρξε θύμα μου;», αναρωτιέται.
Όσο για τους δημοσιογράφους, θεωρεί ότι μπορούν να κάνουν τα πάντα, ακόμη και να μπουν στη φυλακή, όπως ο υπογράφων, προκειμένου να κάνουν ρεπορτάζ. Εμείς, όμως, οφείλουμε να περιγράψουμε τα γεγονότα, έστω και από αυτήν την πλευρά, καθώς η παραφιλολογία που είχε αναπτυχθεί γύρω από την Κυπριακή τραγωδία, μας δίνει το δικαίωμα να φωτίσουμε όλες τις πτυχές εκείνων που πρωταγωνίστησαν την συγκεκριμένη περίοδο…
Β. «Γραψ’ τα όταν πεθάνω» (22-08-2010)
Ο Μίμης ο «Φασαρίας» ή «Αρσακειάδα», όπως ήταν το διπλό παρατσούκλι που του είχαν κολλήσει οι δικοί του άνθρωποι, γνωστός στους περισσότερους ως «αόρατος δικτάτορας», μας άφησε χρόνους το πρωινό της 16ης Αυγούστου, με επίσημη αιτία θανάτου τη θερμοπληξία.
Μαζί του έφυγε κι ένα βάρος που κουβαλούσα μέσα μου για το εάν θα μπορέσω να αποκαλύψω άγνωστες πτυχές της κυπριακής τραγωδίας και κυρίως τα γεγονότα που οδήγησαν σ’ αυτή, τις σχέσεις του με τον Παπαδόπουλο και την τελική ρήξη τους, σύμφωνα πάντα με τα όσα μου είχε εκμυστηρευθεί ο ίδιος μέσα στη φυλακή.
Ο Δημήτριος Ιωαννίδης – περί ου ο λόγος – όταν του είχα ζητήσει σχεδόν φορτικά να δουν το φως της δημοσιότητας εκτός από το σχέδιό εξαπάτησής του από τους Αμερικάνους τις πρώτες ημέρες της τουρκικής εισβολής στη μαρτυρική Μεγαλόνησο κι άλλα στοιχεία για το ρόλο που διαδραμάτισε η υπερδύναμη σε βάρος του Ελληνισμού. μου είπε κοφτά: «Όχι όσο ζω»!
Έτσι λοιπόν, τώρα που αισθάνομαι αποδεσμευμένος μπορώ να μεταφέρω τη συζήτηση που είχε κάνει στις αρχές Μαρτίου του 1974 με τον τότε πρέσβη των ΗΠΑ στην Αθήνα Χένρι Τάσκα. Στη συνάντηση που είχε γίνει στο Πεντάγωνο ο επικεφαλής της αμερικανικής διπλωματικής αντιπροσωπίας του είχε προτείνει τη διζωνική λύση στην Κύπρο, παρουσιάζοντάς του ένα σχέδιο τύπου Αννάν, θερμός θιασώτης του οποίου είναι ο σημερινός πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου. Ο Τάσκα έσπευσε μάλιστα να του πει ότι υπήρχε καταρχήν συμφωνία για την ειρηνική διευθέτηση του θέματος με τον υπουργό Εξωτερικών της Τουρκίας Γκιουνές. Ως αντάλλαγμα η Άγκυρα θα δεχόταν ότι τα ελληνικά νησιά είχαν υφαλοκρηπίδα, κάτι που μέχρι τότε αρνιόταν, ενώ θα επανεξέταζε τη στάση της αναφορικά με τον ελληνικό εναέριο χώρο.
Ο Ιωαννίδης αντέδρασε έντονα σε μια τέτοια συνδιαλλαγή και μοιραία η συζήτηση ήρθε στα πετρέλαια του Αιγαίου, αφού ήδη από το 1972 είχαν αρχίσει οι σχετικές έρευνες. Ο Τάσκα προσπάθησε αρχικά να τον πείσει ότι οι Τούρκοι, μετά από γεωλογικές έρευνες, είχαν ανακαλύψει μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου στα διεθνή ύδατα με κατεύθυνση προς τα δικά τους θαλάσσια όρια. Και συγκεκριμένα στην περιοχή της Τενέδου.
Όταν ο ίδιος του αντέτεινε πώς είναι δυνατόν ένα τόσο μεγάλο κοίτασμα, σε μορφή λίμνης, να μην το έχουν εντοπίσει οι συμπατριώτες του ο Αμερικανός πρέσβης μπήκε κατευθείαν στο… ψητό. «Πιστεύω, του είπε, ότι μια συμφωνία για τα πετρέλαια θα ήταν επωφελής και για τις δύο πλευρές ενώ θα βοηθήσει να σταματήσουν οι εντάσεις».
Σύμφωνα με τον Ιωαννίδη, ο Τάσκα του τόνισε επί λέξει: «Δώστε κάτι στους Τούρκους να ηρεμήσουν. Εξάλλου γνωρίζουν ότι το πετρέλαιο (της Θάσου) βρέθηκε στα δικά σας νερά»…
Κατηγορηματικά και πάλι ο «αόρατος δικτάτορας» ή ιδεολογικός καθοδηγητής του Απριλιανού καθεστώτος, όπως ο ίδιος αρέσκετο να αποκαλείται, αρνήθηκε και πάλι, προβάλλοντας τη συμφωνία που είχε κάνει το ελληνικό Δημόσιο (επί Παπαδοπούλου) με την εταιρεία OCEANIC. Αυτή προέβλεπε ότι στα δέκα βαρέλια τα πέντε θα τα έπαιρνε η Ελλάδα.
Ο Ιωαννίδης θεωρούσε ότι ήταν μια καλή συμφωνία και μάλιστα θυμήθηκε με χαρά όταν στα τέλη του 1973 ή στις αρχές του ’74 μέσα σε ένα κυλινδρικό δοχείο είχε φτάσει στο γραφείο του το πρώτο ελληνικό πετρέλαιο! Γι’ αυτό και ξένισε όταν στη συνέχεια ο Τάσκα του πρότεινε να δίνει η Ελλάδα ένα στα πέντε βαρέλια που κρατούσε για λογαριασμό της στην Τουρκία, προκειμένου να εξασφαλισθεί οριστικά η ηρεμία στην περιοχή. Πρόταση που ο ίδιος μετά βδελυγμίας, όπως ισχυρίστηκε, απέρριψε, τονίζοντας ότι τελικά αν την αποδεχόταν η χώρα μας θα έπαιρνε τρία στα δέκα βαρέλια που θα αντλούνταν κι ενώ οι γεωτρήσεις ήταν στο δικό της υποθαλάσσιο χώρο.
Συζητώντας για τα γεγονότα που προηγήθηκαν του πραξικοπήματος που ανέτρεψε τον Μακάριο, μου αποκάλυψε ότι ο ίδιος θεωρούσε τον πλέον επικίνδυνο άνθρωπο στην Κύπρο τον Πολύκαρπο Γεωρκάτζη. Επρόκειτο για ένα απρόβλεπτο άτομο. Συγκεκριμένα μου είπε: «Θεωρώ πως ήταν αναμεμειγμένος μέχρι και στην απόπειρα δολοφονίας του Παπαδόπουλου από τον Αλέξανδρο Παναγούλη το 1968»…
Από αγαπημένο παιδί του Μακάριου έγινε ο πιο μισητός εχθρός του. Γενικά, σύμφωνα με τον Ιωαννίδη, ο Γεωρκάτζης συγκέντρωσε πολλές αντιπάθειες που οδήγησαν λίγο αργότερα στη δολοφονία του. Ο ίδιος δεν μου απέκλεισε το ενδεχόμενο, γέλασε μάλιστα χαρακτηριστικά όταν τον ρώτησα σχετικά, να τον δολοφόνησε με εντολή του Έλληνας αξιωματικός των Καταδρομών, έμπιστός του, με ειδική αποστολή. Πρόκειται για το ίδιο πρόσωπο που το 1970 φέρεται ότι είχε προσπαθήσει να καταρρίψει το ελικόπτερο του Μακαρίου.
Ο Ιωαννίδης δεν μου έκρυψε ότι γνώριζε το σχέδιο δολοφονίας του Αρχιεπισκόπου από το ίδιο αυτό πρόσωπο, αλλά ποτέ δεν μου είπε αν ενέκρινε αυτή την ενέργεια ούτε μου αποκάλυψε το όνομα του επίδοξου εκτελεστή. Αντιθέτως, εξέφρασε το θαυμασμό του για τη Γαλλίδα γυναίκα του Γεωρκάτζη την οποία αποκάλεσε «πραγματική καλλονή».
Για την ιστορία, αξίζει να αναφερθεί ότι η συγκεκριμένη κυρία παντρεύτηκε αργότερα τον αείμνηστο Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας Τάσσο Παπαδόπουλο, μια από τις μεγαλύτερες φυσιογνωμίες του σύγχρονου Ελληνισμού.
Από το καλοκαίρι του 1973 είχε προετοιμάσει την ανατροπή Παπαδόπουλου, όπως μου ισχυρίστηκε ο Ιωαννίδης. Εκείνη την εποχή είχε τις πρώτες επαφές με διοικητές Μονάδων της Αττικής και όχι μόνο. «Ήμουν αποδέκτης των διαμαρτυριών για την απεμπόληση του επαναστατικού πνεύματος της 21ης Απριλίου και την πολιτικοποίηση του καθεστώτος από πολλούς μεσαίους και ανώτερους αξιωματικούς», μου εξομολογήθηκε.
Ο Ιωαννίδης παραδέχθηκε ότι παρότι συζητούσε σε τακτά χρονικά διαστήματα με τον Παπαδόπουλο ποτέ δεν αισθάνθηκαν φίλοι σε αντίθεση με τον αδελφό του Κώστα (πέθανε στον Κορυδαλλό από ανακοπή καρδιάς) με τον οποίο ήταν «κολλητοί» και ο σύνδεσμός του με τους υπόλοιπους υπόδικους πραξικοπηματίες.
Για το Πολυτεχνείο πιστεύει ο ίδιος ότι ο Παπαδόπουλος το χειρίσθηκε με λάθος τρόπο. «Έπρεπε – όπως μου είπε – να μην ανοίξει μέτωπο με τους φοιτητές»…
Αναφερόμενος στην κυβέρνηση Μαρκεζίνη, ο Ιωαννίδης θεωρούσε ότι τίποτε καλό δεν έδωσε στον τόπο, αντιθέτως έκανε πολλούς στρατιωτικούς να αναρωτηθούν για το μέλλον της «επανάστασης».
Μιλώντας για τα ξημερώματα της 25ης Νοεμβρίου του ’73 οπότε κατόπιν εντολής του συνελήφθη ο Παπαδόπουλος στη βίλα του στο Λαγονήσι, μου ανέφερε ότι αν δεν πετύχαινε η επιχείρηση πιθανόν να είχαμε «εμφύλιο πόλεμο» στις τάξεις των Ενόπλων Δυνάμεων. Γι’ αυτό και το σχέδιο καταρτίσθηκε με άκρα μυστικότητα, αφού όλοι οι συμμετέχοντες ήταν ντυμένοι σαν πολίτες ενώ χρησιμοποίησαν για τη μεταφορά τους εκτός από αυτοκίνητα ιδιωτών και φορτηγά ακόμη και το λεωφορείο της γραμμής Πεδίον Αρεως – Σαρωνίδας. Το φορτηγό μάλιστα που είχε το βαρύ οπλισμό ήταν από μεταφορική εταιρεία, ώστε να μην κινήσει η παρουσία του υποψίες.
Σύμφωνα με τον Ιωαννίδη, η επιχείρηση έπρεπε να ήταν αναίμακτη, όπως κι έγινε, αφού αντικειμενικός στόχος ήταν μόνο ο Παπαδόπουλος, χωρίς τον οποίο κανείς δεν θα έκανε καμία κίνηση. «Εξάλλου», όπως συμπλήρωσε, «και οι αρχηγοί των Ενόπλων Δυνάμεων ήταν δικοί μου άνθρωποι».
Ο ίδιος μου μετέφερε και τη σύντομη συνομιλία που είχε με τον Παπαδόπουλο όταν τον επισκέφθηκε στη βίλα όπου κρατείτο. «Ήταν καθισμένος σε μια μεγάλη πολυθρόνα στο σαλόνι του σπιτιού μπροστά σ’ ένα ραδιόφωνο που έπαιζε στρατιωτικά εμβατήρια», θυμάται. «Μόλις με είδε μόρφασε και κάτι ψέλλισε για την οχιά που έτρεφε τόσο καιρό στον κόρφο του». Ο Ιωαννίδης τότε του είπε ότι «η επανάσταση έγινε όχι για να φορούν κοστούμια αλλά για τη χώρα που δεχόταν εσωτερικές και εξωτερικές απειλές». Ο ίδιος μου απέκλεισε το ενδεχόμενο οι Αμερικανοί να γνώριζαν ότι θα επιχειρηθεί η ανατροπή του καθεστώτος Παπαδοπούλου, με τον οποίο διατηρούσαν πολύ καλές σχέσεις.
Όπως και να ’χει ένας κύκλος της νεότερης ιστορίας της Ελλάδας έκλεισε διά παντός πριν από περίπου μια εβδομάδα στο Γενικό κρατικό Νίκαιας, όπου διακομίστηκε ο τελευταίος, ίσως, πρωτεργάτης της Χούντας. Σίγουρα πήρε κάποια μυστικά στον τάφο του ο «αόρατος δικτάτορας», αλλά έστω και στα τελευταία του φρόντισε να αποκαλύψει μερικά…
ΠΗΓΗ: Εφημερίδα «Αδέσμευτος Τύπος» (Δ. Ρίζου)
Σταμάτησα -από ντροπή-εκεί που εισήλθε στον 3ο όροφο του Ελληνικού Πενταγώνου -προφανώς απρόκλητος- και έγινε δεκτός από τον ”δικτάτορα” Ιωαννίδη και τους υπολοίπους ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών ΣΙΣΚΟ ,’ενώ θα μπορούσε να αναμένει το πέρας εκείνου του Συμβουλίου και στην συνέχεια να γίνει δεκτός από τους αρμοδίους ,οι οποίοι και θα του εξέθεταν τις τελικές αποφάσεις του Εθνικού αυτού Συβουλίου. Παρασκήνιο δεν λειτουργούσε τότε;;;.
Δεν συμπεριφέρονται έτσι οι αδικημένοι και οι αγανακτισμένοι από την Τουρκική εισβολή,την οποίαν όπως και το 1964 έπρεπε να αποτρέψουν οι ΑγγλοΑμερικανοί.
Πως να δείξεις κατανόηση σαυτόν τον Ιωαννίδη ,που με το άφρων πραξικόπημα του κατά του Μακαρίου συνέβαλε στην σχεδόν αμαχητί παράδοση της μισής περίπου Κύπρου στην Τουρκία, που συνεχίζει να είναι στην ίδια κατάσταση 46 χρόνια;;; .
Μόνη παρηγοριά και καμάρι μας οι ηρωικώς πεσόντες Ελλαδίτες (Δραμινός Ταγματάρχης Κατσάνης και αρκετοί άλλοι ,που πρέπει πάντοτε να μνημονεύονται για την αυτοθυσία τους ”τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι”.