Τι σας ώθησε να γράψετε αυτό το βιβλίο και ποιο μήνυμα επιδιώκετε να περάσετε στον αναγνώστη μέσα από τις σελίδες του;
Κυριολεκτικά, ένα τυχαίο γεγονός. Συγκεκριμένα, με το kovid 19 αποκλείστηκα στην Αθήνα, και τότε για πρώτη φορά απέκτησα σχέση με το ΦΒ. Και εκεί, πληροφορήθηκα όντως, απίστευτα συμβάντα. Συγκεκριμένα, η κυβερνητική επιτροπή εορτασμού των 200 ετών από το 1821,η Ελλάδα 21, είχε επιλέξει ως επίσημους προσκεκλημένους της, επιστήμονες που δήλωναν ευθαρσώς και ποικιλοτρόπως ότι δεν πίστευαν στην Επανάσταση του 21. Όπως ήταν αναμενόμενο, άρχισα να αντιδρώ με άρθρα μου, κυρίως στην εφημερίδα Εστία, και στο ΦΒ, παρότι δεν είμαι ιστορικός, όπως είναι γνωστό, αλλά αυτά που ανενδοίαστα έβλεπαν το φως εντός της Επιτροπής Ελλάδα 21, είναι σίγουρο ότι θα τα απέρριπταν ακόμη και μαθητές του δημοτικού.
Σε ελάχιστο χρόνο, είχαν συγκεντρωθεί 72.000 οπαδοί στο ΦΒ μου, που κατηγορούσαν οργισμένοι την επίσημη Επιτροπή Ελλάδα 21 για τις επικίνδυνες και αντεθνικές επιλογές της. Τον λογαριασμό μου στο ΦΒ ονόμασα, αρχικά,ΤΙΜΗΣΤΟ’21.Όμως, μετά λίγο καιρό ο λογαριασμός μου αυτός εξαφανίστηκε από το ΦΒ, χωρίς καμιά εξήγηση. Προφανώς, κάποιοι είχαν αντιρρήσεις για το περιεχόμενό του! Και παρότι απευθύνθηκα και στο δικηγόρο μου, για να εξιχνιάσει το μυστήριο, δεν κατάφερε, ούτε ο ίδιος, τίποτα. Με τους συνεργάτες μου, δημιουργήσαμε αμέσως, νέο λογαριασμό, ως ΤΙΜΗΣΤΟ 1821, και αυτός υπάρχει μέχρι και σήμερα.
Πώς αξιολογείτε τη συμβολή της επίσημης Επιτροπής ΕΛΛΑΔΑ ’21 στον εορτασμό των 200 χρόνων από την Ελληνική Επανάσταση; Ποια ήταν τα βασικά σημεία διαφωνίας σας;
Ειλικρινά, θα προτιμούσα να απέχω από οποιασδήποτε μορφής σχολιασμό της. Να υποθέσω, ασύγγνωστη επιπολαιότητα; Να στραφώ προς την απίθανη περίπτωση ακραίας μορφής άγνοιας; Να αναζητήσω την εξήγηση σε πιθανή επίδειξη κακώς εννοούμενου προοδευτισμού; Ή και κάτι άλλο; Ας πάμε παρακάτω, γιατί πραγματικά είναι ανεκδιήγητα τα όσα συνέβησαν στην Επιτροπή Ελλάδα 21. Ουσιαστικά, πολλοί από τους επίσημους προσκεκλημένους της, με τις απόψεις τους, είχαν κυριολεκτικά αποδομήσει την Παλιγγενεσία.
Μιλάτε στο βιβλίο για την υποτέλεια και τον εθνομηδενισμό ως απειλές για τη διατήρηση της εθνικής ταυτότητας. Πώς ορίζετε αυτά τα φαινόμενα και γιατί θεωρείτε ότι είναι επικίνδυνα για την Ελλάδα σήμερα;
Θα σας απαντήσω εν συντομία, δανειζόμενη τα λεχθέντα αρμοδίου, προκειμένου να αποκρούσει προσπάθειες, εκ μέρους της χώρας μας, σχετικά με την απαίτηση απόδοσης των γερμανικών χρεών. Είπε, λοιπόν, ο περί ου ο λόγος αρμόδιος: «εμείς κοιτάμε μπρος και όχι στο παρελθόν». Αυτό, πιστεύω ότι αποτελεί επαρκή απάντηση, αναφορικά με τον εθνομηδενισμό. Όσο για την υποτέλεια….για να μη μακρηγορώ, θα αναφερθώ απλώς στην πάγια διαβεβαίωση των αρμοδίων περί «της ύπαρξης καλών/φιλικών σχέσεων με τους Τούρκους», που πιστεύω τα λέει όλα.
Η δημιουργία της παράλληλης Επιτροπής “ΤΙΜΗ ΣΤΟ ’21” είχε μεγάλη απήχηση. Τι σας συγκίνησε περισσότερο από τη στήριξη που λάβατε; Πώς αντιμετωπίσατε την απόπειρα φίμωσης στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης;
Η απήχηση ήταν, όντως, εκπληκτική, παρότι δεν την ανέμενα και δεν την επεδίωξα. Η μαζική, θα έλεγα, αυτή στήριξη φυσικά με συγκίνησε. Κυρίως, όμως, καθησύχασε τις έντονες ανησυχίες μου, για το που «πάει ο τόπος μας», καθώς διαπίστωσα χιλιάδες συμπατριωτών, που ήταν οργισμένοι με τον τρόπο επιλογής του εθνικού μας εορτασμού, από την Ελλάδα 21, και που αναζητούσαν αποκούμπι στην, χαμηλών πτήσεων και δυνατοτήτων, ΤΙΜΗ ΣΤΟ 21.
Αναφορικά με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και την προσπάθεια φίμωσής μου, ίσως επειδή δεν είναι καινούρια και συνεπώς την έχω συνηθίσει, θα σας απαντήσω ότι ουδόλως με απασχόλησε. Και τούτο, πρώτον, επειδή ευτυχώς υπάρχουν παράλληλα, ολοένα και περισσότερα ΜΜΕ, ελεύθερα, ανεξάρτητα, με πρώτης τάξης δημοσιογράφους, που εδώ και καιρό καλύπτουν πλήρως την αποχή των, ας πούμε, επίσημων. Και επειδή, δεύτερον, θα αισθανόμουν άβολα αν λάμβανα πρόσκληση από ένα από αυτά, ας τα πω συστημικά, καθώς, όσες φορές πέφτω τυχαία επάνω τους, δεν αποκομίζω τις καλύτερες δυνατές εντυπώσεις.
Στο βιβλίο σας κατακρίνετε συγκεκριμένες απόψεις για την Ελληνική Επανάσταση, όπως η αμφισβήτηση της σκλαβιάς ή η απαξίωση προσωπικοτήτων όπως ο Καποδίστριας. Ποια είναι η ιστορική τεκμηρίωση που παραθέτετε για να αντικρούσετε αυτές τις θέσεις;
Δεν είναι ακριβώς σωστό, ότι «κατακρίνω» απόψεις που αμφισβητούν τη σκλαβιά, απαξιώνουν προσωπικότητες όπως ο Καποδίστριας κλπ.
Το σωστό είναι ότι, ως επιστήμων, δέχομαι να εμφανίζονται και να συζητούνται απόψεις, για κάθε θέμα, έστω και αν διαφέρουν από τις εκάστοτε καθιερωμένες. Τέτοιες απόψεις, έχουν θέση, και κάλλιστα μπορούν να αποτελούν αντικείμενο συζητήσεων και προβληματισμών, στα πλαίσια επιστημονικών σεμιναρίων, συνεδρίων, διδακτορικών διατριβών κλπ. Θεωρώ, ωστόσο, περισσότερο απαράδεκτη την εισαγωγή ανάλογων απόψεων, στα πλαίσια επίσημης επιτροπής που έχει συσταθεί, ακριβώς, για να τιμήσει την Επανάσταση του 1821. Και αντί, τιμών, προς τους ήρωες μας, η περί ης κυβερνητική επιτροπή εορτασμού, με βάση τα σχετικά πιστεύω ορισμένων προσκεκλημένων της, εμφανίζει τον Καποδίστρια ως «δικτάτορα», τον Καραϊσκάκη ως «βωμολόχο», την Επανάσταση ως «πρωτοβουλία μιας μικρής περιθωριακής ελιτ», τους σκλαβωμένους Έλληνες ως ευχαριστημένους από τον Σουλτάνο, κλπ.,κλπ.
Νομίζω, ότι απάντησα και στην ερώτησή σας «περί ιστορικής τεκμηρίωσης ». Σίγουρα δεν χρειάζεται τέτοιας μορφής τεκμηρίωση, στα πλαίσια μιας επετείου με στόχο να τιμήσει τους ήρωες του ’21. Εκλαμβάνεται ως δεδομένη η ιστορία μας, όπως αυτή διδασκόταν, μέχρι προ τινός στα ελληνικά σχολεία.
Η αντίληψη ότι οι Νεοέλληνες δεν είναι απόγονοι των αρχαίων Ελλήνων είναι μια θέση που προκαλεί έντονες αντιδράσεις. Πώς απαντάτε σε αυτή τη θεωρία;
Πιστεύω ότι δεν χρειάζονται απαντήσεις από μένα, και από κάθε Έλληνα και Ελληνίδα, καθώς οι γελοιότητες αυτές του Φαλμεράγιερ έχουν πλήρως και τελεσίδικα αποκρουστεί από έγκριτους επιστήμονες διαφόρων ειδικοτήτων. Η όποια συνέχιση της επίκλησής τους αποβλέπει σε σκοτεινούς στόχους και στη δημιουργία εσφαλμένων εντυπώσεων.
Το βιβλίο προειδοποιεί ότι το περιεχόμενό του μπορεί να χαρακτηριστεί ως “πατριωτικό” ή “σκοταδιστικό”, ανάλογα με την πολιτική συγκυρία. Πώς βλέπετε τη στάση της ελληνικής κοινωνίας απέναντι σε παρόμοια ζητήματα στο μέλλον;
Θέλω να πιστεύω (παρότι δεν βασίζομαι σε σχετικές δημοσκοπήσεις) ότι είναι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων είναι πατριώτες, και δεν έχουν μολυνθεί από τους ιούς του δήθεν εκσυγχρονισμού, που εκλαμβάνουν την αγάπη προς την πατρίδα ως φασισμό, τη σημαία ως απλό πανί, τις εθνικές παρελάσεις περιττές, την υπερηφάνεια για τον πολιτισμό μας ως γελοιότητα κ.ο.κ. Ωστόσο, δεν παύω να θεωρώ εξαιρετικά επικίνδυνες ορισμένες εξελίξεις, που πολλαπλασιάζονται και γίνονται ασυναίσθητα ανεκτές από την κοινωνία, όπως η τάση της εξάλειψης σημαντικών ιστορικών γεγονότων από τα σχολικά βιβλία, όπως η μη απόδοση της δέουσας σοβαρότητας σε προσπάθειες παραχάραξης της ιστορίας, όπως η υποβάθμιση ιστορικών μας νικών. Π.χ. με τις γελοιότητες της δήθεν ύπαρξης μακεδονικής γλώσσας, με την αντιμετώπιση, με χαμόγελα, του αφηγήματος της γαλάζιας πατρίδας, με τις παραφρασμένες ερμηνείες της “woke” κουλτούρας, που καταλήγουν εν πολλοίς σε άρνηση της παράδοσης, με την καλλιέργεια της άποψης ότι η «Κύπρος κείται μακριά», και πλήθος άλλων.
Με τη μακρά σας ακαδημαϊκή και ερευνητική εμπειρία, πώς βλέπετε την επίδραση της παγκοσμιοποίησης στην εθνική ταυτότητα και τις παραδόσεις των Ελλήνων; Ποιες είναι οι πιθανές λύσεις που προτείνετε;
Τελικά, πολλά θα εξαρτηθούν από το κατά πόσον θα εξακολουθήσει να επικρατεί η κακέκτυπη έκδοση της παγκοσμιοποίησης της τελευταίας πεντηκονταετίας, που ισοπέδωσε τα πάντα ή θα υποχωρήσει, όπως το έχει υποσχεθεί ο νέος Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τράμπ. Σε ότι μας αφορά αυτό που θα μας σώσει είναι η «επιστροφή στις ρίζες μας». Αυτή μας δίνει υπόσταση, υπερηφάνεια και ισχύ. Χρειαζόμαστε όμως σωστούς επί κεφαλής, που να υπηρετούν αυτές τις επιλογές.
Ποια είναι η σημασία της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 για τις σημερινές γενιές; Πώς μπορεί να εμπνεύσει την εθνική αυτογνωσία και τη συλλογική δράση;
Τα πάντα εξαρτώνται, σ’αυτό τον τομέα, από τις κατευθύνσεις που δίνονται από την οικογένεια και, αργότερα, από το σχολείο. Αν αυτές υποχωρήσουν, κάνουν νερά, αφήνουν μισάνοικτες πόρτες, η ελληνική συνείδηση, με τα χρόνια, θα χαθεί. Και θα είναι τραγικό, γιατί αυτή αποτελεί τη δύναμή μας, και μας εξασφαλίζει τον σεβασμό της υφηλίου, για την ιστορία μας και την προσφορά μας, παρότι είμαστε μια μικροσκοπική χώρα.
Ως διακεκριμένη ακαδημαϊκός και συγγραφέας, ποιο είναι το όραμά σας για την Ελλάδα του μέλλοντος; Πώς μπορούν οι αξίες του ’21 να επανέλθουν στον δημόσιο διάλογο και να επηρεάσουν τη σύγχρονη ελληνική κοινωνία;
Αυτή η προσπάθεια της επανόδου των αξιών του 21 στο δημόσιο διάλογο πρέπει να επιχειρηθεί τώρα και χωρίς καθυστέρηση, γιατί είναι ήδη αργά. Γιατί έχουν ήδη εισχωρήσει εκεί καινά δαιμόνια. Ωστόσο, είναι δύσκολο αν όχι αδύνατο, αυτή η πολύ σημαντική προσπάθεια να αρχίσει και να τελεσφορήσει αποκλειστικά από εμάς. Και τούτο, επειδή η έναρξη κατεδάφισης των βασικών αξιών ζωής οφείλεται, σε μεγάλο βαθμό, στη γενικότερη παρακμή της Δύσης. Η λύση, ενδέχεται να μην έρθει ποτέ. Ή αν έρθει να οφείλεται σε ανάνηψη των αξιών της Δύσης (χάρη στην πιθανή εγκατάλειψη της καταστρεπτικής παγκοσμιοποίησης. Και τέλος, για μας τους Έλληνες, η βελτίωση της ύπαρξής μας θα μπορούσε να οφείλεται στην ενεργοποίηση της δεύτερης ταυτότητάς μας, αυτής που βλέπει προς την Ανατολή, περνώντας από το δικό μας Βυζάντιο.
Οπωσδήποτε, όμως, στο μεταξύ επείγει η αντιμετώπιση του όντως εκρηκτικού δημογραφικού μας προβλήματος, με τη βοήθεια της λήψης αποτελεσματικών κινήτρων για την αύξηση των γεννήσεων. Παράλληλα, βέβαια, επιβάλλεται η, με κάθε μέσον και θυσία, απομάκρυνση από το έδαφός μας πληθυσμών με διαφορετικούς πολιτισμούς και άλλες θρησκείες, προκειμένου να αποφευχθεί η αλλοίωση του πληθυσμού. Και φυσικά, αναμένοντας και ελπίζοντας ριζικότερες λύσεις, οφείλουμε να διατηρούμε αναμμένο το καντήλι της δικής μας ύπαρξης. Του δικού μας πολιτισμού. Της δικής μας ιστορίας. Χωρίς αυτά, δεν υπάρχουμε. Και, ακριβώς, είναι ο λόγος, που με έπεισε να εκδώσω το βιβλίο, που σήμερα παρουσιάζεται από το Open Mind και να ευχαριστήσω για την επιλογή του.
Στο ανά χείρας βιβλίο διεξάγεται μια άνιση μάχη, αφενός της κυβερνητικής επιτροπής εορτασμού των 200 ετών από την Επανάσταση, και αφετέρου της ανεπίσημης επιτροπής της ΤΙΜΗΣΤΟ 21, που αρχικά εξαφανίστηκε από το ΦΒ, δηλαδή από τους αγνώστους, που ενοχλήθηκαν προφανώς από τις απόψεις μας. Από την μια πλευρά, η Ελλάδα 21, ενσάρκωνε την άρνηση των παραδόσεων, και από την άλλη, η ΤΙΜΗΣΤΟ’21 πάλευε με ελάχιστα μέσα, για να κρατηθεί ζωντανή η Ελλάδα. Η αντίθεση ανάμεσα στις δύο τάσεις είναι σαφής, εμφανίζεται για πρώτη φορά, από όσο γνωρίζω με τόση σαφήνεια, και θέτει το ακανθώδες ερώτημα για το ποιος θα επικρατήσει σε 10, σε 20, στα προσεχή 100 χρόνια. Θα υπάρχει και τότε Ελλάδα ή θα έχει σαρωθεί από τις σειρήνες μιας κακώς εννοούμενης προοδευτικότητας. Αυτό, ακριβώς, είναι το αγωνιώδες ερώτημα που θέτει το νέο μου βιβλίο, και το μήνυμα που περνά μέσα στις ερχόμενες δεκαετίες. Στις σελίδες τους απεικονίζεται η έναρξη μιας σκοτεινής περιόδου, που αμαυρώνει τα λαμπρά επιτεύγματα της πατρίδας μας, με απώτερη πρόθεση να τα εξαφανίσει, κάτω από τον οδοστρωτήρα της παγκοσμιοποίησης. Στις σελίδες του, πάντοτε, ορθώνεται η αιώνια Ελλάδα, που αγωνίζεται να επιβιώσει μέσα στους αιώνες. Οι μακρινοί απόγονοι μας, εφόσον εξακολουθήσει να υπάρχει Ελλάδα, θα κρίνουν ποιος υπερίσχυσε: η παράδοση ή ισοπέδωση των πάντων.
Της Αλεξίας Βλάρα, 13/1/2025