Λίγο πριν το Πάσχα: η περίπτωση Σμέμαν

- Advertisement -

Ο  Ρώσος ιερέας και θεολόγος Alexander Schmemann, για περισσότερα από 30 χρόνια, σε διαλέξεις, διδασκαλία και πολυάριθμες δημοσιεύσεις, παρουσίασε το όραμα της Ανατολικής Εκκλησίας, στο οποίο η λειτουργία της εκκλησίας είναι η κύρια πηγή όχι μόνο της θεολογίας αλλά και όλων των άλλων πτυχών της. Το αληθινό νόημα της λατρείας, για τον Σμέμαν, βρίσκεται όχι στη συμβολική αλλά στην πραγματική εκπλήρωση της Εκκλησίας, τη νέα ζωή που δόθηκε εν Χριστώ. Τώρα και λίγο πριν το Πάσχα, ύστερα από 30 χρόνια μετά τον θάνατό του, εξακολουθεί να ακούγεται ο Schmemann ως μια σημαντική φωνή για τον ορθόδοξο χριστιανισμό;

Γεννήθηκε στο Ταλίν της Εσθονίας το 1921 και πέθανε το 1983 στη Νέα Υόρκη. Όταν ρωτήθηκε ο Σμέμαν για το ποιος από όλους τους διανοούμενους είχε τη μεγαλύτερη επίδραση πάνω του, η απάντηση ήταν στιγμιαία: ο Μπουλγκάκοφ ˙ η επιρροή του Μπουλγκάκοφ είναι εμφανής ακόμη και στα ημερολόγια του Σμέμαν. Ενώ ήταν αφοσιωμένος στη ρωσική λογοτεχνία και κουλτούρα, ο Schmemann αντιστάθηκε στο να ταυτιστεί πλήρως με τα ρωσικά πράγματα. Ο ίδιος υποστήριξε ότι η ταυτότητα και η ζωή της εκκλησίας θα μπορούσαν να φανούν καλύτερα στη σύναξη για την Ευχαριστία, καθώς η συνάθροιση για λειτουργία είναι η καλύτερη έκφραση της εκκλησίας. Συχνά δίδασκε για το πώς, μέσα στα βάσανα, μπορεί να αποκαλυφθεί η δύναμη του αιώνιου Θεού, ένα μάθημα δηλαδή για τη δύναμη μέσα από την αδυναμία: για κείνον, το Ευαγγέλιο δεν είναι άλλο παρά η δύναμη στην αδυναμία.

Στο όραμα του Schmemann, όλος ο χρόνος αγιάζεται στη λειτουργία, όλη η ανθρώπινη δραστηριότητα μεταμορφώνεται. Όλα τα υλικά πράγματα που χρειαζόμαστε—ψωμί, κρασί, λάδι, νερό, λόγια, άγγιγμα— κατευθύνονται πίσω σε αυτό που δημιουργήθηκαν για να είναι, δηλαδή καλά στα μάτια του Θεού και, στην περίπτωση της ανθρωπότητας, στην ίδια την εικόνα και την ομοίωση Του. Η συνέπεια αυτής της ζωής του Θεού και με τον Θεό στη λειτουργία γίνεται σαφής. Ο χρόνος γίνεται το ίδιο το μυστήριο του μελλοντικού κόσμου, η εσχατολογική εικόνα της σωτηρίας του Θεού και της ανάκτησης της έκπτωτης δημιουργίας του. Από αυτό προκύπτει η αποστολή της Εκκλησίας, να είναι μάρτυρας όλων αυτών κηρύσσοντας το Ευαγγέλιο σε όλους. Άλλωστε, ο  Schmemann τονίζει συνεχώς τον πασχαλιάτικο ή αναστάσιμο χαρακτήρα της εκκλησίας, της λειτουργίας και της χριστιανικής ζωής, γι’ αυτό φροντίζει να κατανοεί  τη λειτουργία μέσα από τον στοχασμό κάθε μυστηριακού στοιχείου της ευχαριστιακής γιορτής. Με άλλα λόγια, δεν χάνει ποτέ από τα μάτια του τη λειτουργία που συνεχίζει στη ζωή, τη λειτουργία έξω από τα τείχη της εκκλησίας. Το να ισχυριζόμαστε, επομένως, ότι είμαστε δημιούργημα του Θεού σημαίνει να επιβεβαιώνουμε ότι η φωνή του Θεού μιλάει συνεχώς μέσα μας! Τι βλέπουμε πλέον; Η μυστηριακή αίσθηση του κόσμου φαίνεται να έχει χαθεί. Ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του ως έναν ετοιμοθάνατο οργανισμό σε ένα κρύο, εξωγήινο σύμπαν. Έτσι η Ευχαριστία γίνεται απλώς ένας τρόπος για να εκπληρώσουμε το καθήκον μας προς τον Θεό. Για τον Ρώσο θεολόγο, δεν είναι μόνο μια πιθανή σχέση με τον Θεό, μα η μόνη δυνατή συγκράτηση -σε μια στιγμή, σε μια πράξη- όλης της αλήθειας για τον Θεό και τον άνθρωπο! Μάλιστα ο ίδιος γίνεται δύσπιστος όσον αφορά τον κυριακάτικο χριστιανισμό, αφού καταντά μια ώρα περίπου που εμπνέει ή και διασκεδάζει την πελατεία της ενορίας. Αντίθετα, ο εκκλησιασμός για τον οποίο μιλάει ο Σμέμαν είναι μια προσωπική συνάντηση με τον Χριστό, μια προσωπική αποδοχή του Ευαγγελίου και μια προσωπική εσωτερική πάλη με τον παλιό εαυτό μας, προκειμένου να υπάρξει μια δική μας αναγωγή του νέου εαυτού μας σε αυτόν τον κόσμο. Πάντοτε ο Schmemann επέμενε ότι πρέπει να υπάρξει μια προσωπική συνάντηση και εμπειρία του Θεού, αλλιώς, η λειτουργία και η υπόλοιπη εκκλησιαστική και πνευματική ζωή θα καταλήξουν σε δεισιδαιμονία ή νομικισμό. Ως εκ τούτου, η εκκλησία είναι αύξηση και ανάπτυξη σε πίστη και αγάπη, γνώση και κοινωνία, άρα αποτελεί μια ανθρώπινη απάντηση στο θείο δώρο της ζωής. Αυτό συνεπάγεται πως η εκκλησία οφείλει πάντα να είναι θεοκεντρική και ταυτόχρονα να έχει ως επίκεντρο τον άνθρωπο ή τον κόσμο, ειδάλλως (η  εκκλησία) μειώνεται, παραμορφώνεται αν γίνει μόνο το ένα ή το άλλο. Η Εκκλησία, το μυστήριο του Χριστού, δεν είναι μια θρησκευτική κοινωνία προσηλυτισμένων, μια οργάνωση για την ικανοποίηση των θρησκευτικών αναγκών του ανθρώπου. Είναι νέα ζωή και λυτρώνει επομένως ολόκληρη τη ζωή, το συνολικό ‘είναι’ του ανθρώπου. Και όλη αυτή η ζωή του ανθρώπου είναι ακριβώς ο κόσμος στον οποίο και με τον οποίο ζει. Μέσω του ανθρώπου η Εκκλησία σώζει και λυτρώνει τον κόσμο. Μπορεί κανείς να πει ότι αυτός ο κόσμος σώζεται και λυτρώνεται κάθε φορά που ένας άνθρωπος ανταποκρίνεται στο θείο δώρο, το δέχεται και ζει με αυτό, σύμφωνα πάντα με τον Ρώσο θεολόγο.

Ο αγώνας του Schmemann ήταν να εκκλησιάσει τη ζωή, ήτοι, να συνδέσει αυτό που εξομολογήθηκε, γιόρταζε, έλαβε και προσευχόταν με αυτό που έκανε, με το πώς έζησε. Αυτό ήταν το όραμα της εκκλησίας και της θεολογικής σχολής των μεταναστών και των δασκάλων της στο Παρίσι από το οποίο προήλθε. Από ημερολόγιο του μαθαίνουμε ότι, ταξιδεύοντας προς το σπίτι του, πολλές φορές αναρωτιόταν για όλες εκείνες τις ζωές που ζουν πίσω από τα φωτισμένα παράθυρα των σπιτιών όπως τα κοίταζε από τη θέση του προαστιακού τρένου. Κάποτε είπε σε έναν πονεμένο φίλο ότι ο Θεός είναι τόσο αληθινός και τόσο κοντά όσο οι λεπίδες του χόρτου πάνω στις οποίες κάθονταν σε ένα χωράφι. Και αν ο Θεός δεν είναι τόσο αληθινός και τόσο κοντά, τότε ο Θεός δεν είναι χρήσιμος.

Όταν λοιπόν μιλάμε για Σμέμαν, ομιλούμε για ένα θεολόγο που μελετούσε Cammings, Gide, Léautard, που σεβόταν τους κλασικούς της αγαπημένης του ρωσικής λογοτεχνίας, που καταβρόχθιζε  βιογραφίες μα και κριτικές για τη θρησκεία, που διάβαζε καθημερινά New York Times μαζί με πολυάριθμα περιοδικά. Τίποτα αληθινά ανθρώπινο δεν του ήταν ξένο και αυτή η ανθρωπιά διαπέρασε τη θεολογία του. Στο τέλος του δοκιμίου του Ο κόσμος ως μυστήριο, συνόψισε το όραμά του, κάτι που η εκκλησία, ειδικά η Ορθόδοξη Εκκλησία, πρέπει να διεκδικήσει εκ νέου: Μυστήριο είναι κίνηση, μετάβαση, πέρασμα, Πάσχα. Ο Χριστός ξέρει τον δρόμο και μας καθοδηγεί, προχωρώντας. Ο κόσμος, καταδικασμένος στην παλιά του φύση, που αποκαλύφθηκε ως αιώνια ζωή στη νέα του φύση, εξακολουθεί να είναι ο ίδιος κόσμος, το καλό έργο του Θεού. Οι σκέψεις για μια ζωή που θα έρθει, μπορεί να είναι παραπλανητικές. Κατά μία έννοια, δεν έχουμε άλλο κόσμο για να ζήσουμε εκτός από αυτόν, αν και ο τρόπος που τον καταλαμβάνουμε, η όλη μας σχέση με τον χώρο και τον χρόνο θα είναι πολύ διαφορετική όταν αναστηθούμε εν Χριστώ. Θα ήταν καλύτερα να σκεφτούμε τον πρακτικό καθημερινό κόσμο ως κάτι ακατανόητο και μη διαχειρίσιμο, εκτός και έως ότου μπορέσουμε να τον προσεγγίσουμε μυστηριακά μέσω του Χριστού. Η φύση και ο κόσμος είναι πέρα από την αντίληψή μας. Ο χρόνος επίσης, ο χρόνος που παρασύρει τα πάντα σε μια ροή χωρίς νόημα, προκαλεί τους ανθρώπους σε απόγνωση, εκτός αν δουν σε αυτόν το πρότυπο της δράσης του Θεού. Εξάπαντος οφείλουμε να συγκεντρωθούμε σε αυτόν τον κόσμο με αγάπη επειδή είναι γεμάτος από Θεό, επειδή μέσω της Θείας Ευχαριστίας , δύναται να τον βρεις  παντού…

antifono.gr

spot_img

1 ΣΧΟΛΙΟ

  1. ῾Η ἀπώλεια τῆς αἴσθησης τοῦ ἱεροῦ στή σύγχρονη κοινωνία, ὄπως ἀναφέρει τό ἄρθρο

    https://ardin-rixi.gr/archives/249993

    λόγω τῆς προόδου τῆς ἐπιστήμης, φαίνεται προοδευτικό βῆμα γιά πολλούς, πού βλέπουν στό ´ιερό ´ δεισιδαιμονίες, ὀπισθοδρόμηση καί ἐμπόδιο στόν σύγχρονο τρόπο ζωῆς.
    ῾Ο ἄνθρωπος ἄοπλος βαδίζει στή ζωή, χωρίς ψυχικό καί πνευματικό ὁδηγό, χωρίς σκοπό, χωρίς λόγο γιά ἐγκράτεια, γιά προσπάθεια, γιά ἠθικά ὅρια. ῾Η ᾿Ορθοδοξία, μελετώντας τήν ψυχή καί τό πνεῦμα τοῦ ἀνθρώπου, σύστησε κανόνες γιά τήν πορεία.
    «Τι βλέπουμε πλέον; Η μυστηριακή αίσθηση του κόσμου φαίνεται να έχει χαθεί. Ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του ως έναν ετοιμοθάνατο οργανισμό σε ένα κρύο, εξωγήινο σύμπαν.»

    ῾Η πίστη εἶναι ἕνα βῆμα πρός κάτι πού δέν κατανοοῦμε, πρός κάτι ἀνώτερο, ἀλλά πῶς χωράει στόν σύγχρονο τρόπο ζωῆς;

    «Το να ισχυριζόμαστε, επομένως, ότι είμαστε δημιούργημα του Θεού σημαίνει να επιβεβαιώνουμε ότι η φωνή του Θεού μιλάει συνεχώς μέσα μας!»

    «Μπορεί κανείς να πει ότι αυτός ο κόσμος σώζεται και λυτρώνεται κάθε φορά που ένας άνθρωπος ανταποκρίνεται στο θείο δώρο, το δέχεται και ζει με αυτό»

    «Τὸν νυμφῶνά σου βλέπω, Σωτήρ μου κεκοσμημένον, καὶ ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω ἐν αὐτῷ, λάμπρυνόν μου τὴν στολὴν τῆς ψυχῆς, Φωτοδότα, καὶ σῶσον με.»

    Μόνο ἄν ἀφεθεῖς μπορεῖς νά προσεγγίσεις ὕμνους πού ἔγραψαν ἄνθρωποι μέ βαθύτατη πίστη.

ΑΦΗΣΤΕ ΜΙΑ ΑΠΑΝΤΗΣΗ

εισάγετε το σχόλιό σας!
παρακαλώ εισάγετε το όνομά σας εδώ

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Διαβάστε ακόμα

Stay Connected

2,900ΥποστηρικτέςΚάντε Like
2,767ΑκόλουθοιΑκολουθήστε
37,500ΣυνδρομητέςΓίνετε συνδρομητής
- Advertisement -

Τελευταία Άρθρα