του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Οι όροι της Ρωσοουκρανικής σύγκρουσης τροποποιούνται δραματικά, ενώ παραμένουν εξαιρετικά ασαφείς οι προθέσεις της Ρωσίας, αναφορικά με το σκηνικό και τις εξελίξεις της επόμενης μέρας. Οι διαφαινόμενες υφέσεις στο μέτωπο των επιχειρήσεων δεν θα πρέπει να συντηρούν κανενός είδους εφησυχασμό, αφού το μεγάλο κεφάλαιο των συνεπειών, επί της ουσίας μόλις τώρα ανοίγει…
Η ίδια η σύγκρουση, έχει προσλάβει ήδη τα χαρακτηριστικά μιας γενικευμένης συστημικής ρήξης. Όχι μονάχα επειδή έχουν τοποθετηθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος όλων, κρίσιμες παράμετροι που θα προσδιορίσουν την φυσιογνωμία του Διεθνούς Συστήματος το οποίο ανασυντάσσεται με ιδιαίτερο δυναμισμό. Αλλά και διότι η διαδικασία ανακατανομής της ισχύος – ως βασική συνιστώσα αυτής της συστημικής ανασύνταξης – που συντελείται σε συνθήκες πρωτοφανούς ρευστότητας και ευρύτερων γεωπολιτικών ανατροπών, είναι μια διεργασία πολυσύνθετη, το αποτέλεσμα της οποίας δεν θα κριθεί μόνο στο επίπεδο των αυτονόητων αντιπαραθέσεων και των μικρών ή των μεγάλων συγκρούσεων μεταξύ των κορυφαίων στρατηγικών ανταγωνιστών.
Θα κριθεί – παράλληλα με αυτό – ΚΑΙ από την έκταση, αλλά κυρίως από το περιεχόμενο των ενδοσυμμαχικών ανταγωνισμών, οι οποίοι επικαιροποιούνται στο νέο γεωπολιτικό περιβάλλον με τα αχαρτογράφητα θεμελιώδη. Ενώ όλα δείχνουν πως αυτοί οι ανταγωνισμοί προϊόντος του χρόνου, θα προσλαμβάνουν μόνιμα και πιθανότατα μη αναστρέψιμα δομικά χαρακτηριστικά.
Είναι λοιπόν φανερό ότι η Ρωσοουκρανική πολεμική σύγκρουση, ως μια συστημική επί της ουσίας αντιπαράθεση πολλαπλών επιπέδων, λειτούργησε στην πράξη ως πρόσχημα και κυρίως ως καταλύτης που επαναδιατυπώνει και διευρύνει έτι περαιτέρω την συστημική συγκρουσιακή ατζέντα, ενώ την ίδια στιγμή επαναπροσδιορίζει τους ρόλους, το ειδικό βάρος των δρώντων αλλά και την σύνθεση του στρατηγικού οπλοστασίου που έχουν στην διάθεσή τους οι διαχειριστές της ισχύος.
Το αποτέλεσμα αυτής της σύγκρουσης επομένως, δεν μπορεί να αξιολογηθεί αυτοτελώς, όποιο και αν είναι το τελικό του αποτύπωμα είτε στο πεδίο, είτε στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων που αργά η γρήγορα θα κληθούν να το επισφραγίσουν και να του προσδώσουν την απαιτούμενη νομιμότητα. Η δυναμική διεργασία των ανατροπών, των προσεταιρισμών, των επαναπροσεγγίσεων αλλά και των νέων ανταγωνιστικών πεδίων που ενεργοποιήθηκε βίαια στο περιβάλλον αλλά και ως απότοκος αυτής της σύγκρουσης, αφήνει πίσω της μια καινούρια κατάσταση που δεν είναι διόλου εύκολη στην διαχείρισή της.
Η Δυτική συμμαχία…
Μόνο φαινομενικά αλλά και εντελώς συγκυριακά παρουσιάζεται ενισχυμένη και με διασφαλισμένη δήθεν την στρατηγική της συνοχή. Το ιδεολογικό στοιχείο το οποίο οριοθέτησε κατά το παρελθόν την έννοια της διαφορετικότητάς της και λειτουργούσε ως συνεκτικός κρίκος που προσδιόριζε την σχετική γεωπολιτική της συνάφεια απέναντι στο αντίπαλο δέος, έχει πλέον εκλείψει οριστικά. Από αυτήν την άποψη, το σημερινό εκβιαστικό επί της ουσίας «συμμαχικό» status που διαμορφώνεται, δεν είναι διόλου στέρεο και εκ των πραγμάτων προκύπτει πως δεν είναι διόλου συμμαχικό. Είναι ένας προσωρινός συμβιβασμός ανταγωνισμών, που δεν θεωρείται βιώσιμος και που έχει ανάγκη την διατήρηση της έντασης, για να συντηρείται ένα περιβάλλον πλιάτσικου ευκαιριών για λογαριασμό των ΗΠΑ, οι οποίες ροκανίζουν συστηματικά το σαθρό Ευρωπαϊκό οικοδόμημα, στο πλαίσιο μιας ετεροβαρούς αλλά κατά τα λοιπά «στρατηγικής» υποτίθεται Ευρωαμερικανικής σχέσης.
Η Ρωσία…
Από γεωστρατηγική άποψη, μια πρώτη αποτίμηση των αποτελεσμάτων που έχουν καταγραφεί κατά την διάρκεια του πυκνού γεωπολιτικού χρόνου που διαρκούν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, οδηγεί στο συμπέρασμα πως η Ρωσία θα έπρεπε να έχει διατηρήσει και κυρίως θα έπρεπε να έχει διαχειριστεί ευέλικτα το σχετικό στρατηγικό πλεονέκτημα του επιτιθέμενου, προκειμένου να μην θυσιάσει το στρατηγικό της όραμα εγκλωβισμένη στα αδιέξοδα του Ουκρανικού. Όφειλε δηλαδή να έχει ενσωματώσει έναν σαφώς καλύτερο σχεδιασμό της ειδικής – όπως την χαρακτηρίζει – επιχείρησης, σε ένα πολύ ευρύτερο, ευέλικτο και ιστορικά φιλόδοξο σχέδιο, που θα της επέτρεπε να αιφνιδιάσει τους στρατηγικούς της αντιπάλους, να επιταχύνει τα αποδομητικά φαινόμενα που είχαν ήδη αρχίσει να κάνουν την εμφάνισή τους στον Ευρωπαϊκό αδύναμο κρίκο και να παρεμβαίνει με όρους πρωταγωνιστικούς στην διαμόρφωση ενός διαφορετικού περιφερειακού ισοζυγίου ισχύος. Διατηρώντας έτσι την πρωτοβουλία των κινήσεων, θα μπορούσε μεταξύ όλων των άλλων η Ρωσία, να βγει τάχιστα και από την παγίδα του Ουκρανικού, χωρίς κατατριβή δυνάμεων, χωρίς να διακινδυνεύσει την απομυθοποίηση των επιχειρησιακών της δυνατοτήτων αλλά έχοντας αποσπάσει τις Δημοκρατίες του Ντονμπάς από την Ουκρανική επικυριαρχία. Και το κυριότερο… Θα μπορούσε να αναβαθμίσει την στρατηγική της θέση, εμφανίζοντας ένα ισχυρό μπλόκ Ευρασιατικών συμμαχιών, ικανό να εισβάλει με απαιτήσεις στο τραπέζι επί του οποίου ανακατανέμεται η ισχύς.
Η Ρωσία κατά γενική ομολογία δεν τα κατάφερε. Παρά τις περί του αντιθέτου προσδοκίες εχθρών και φίλων, τελικά δεν μπόρεσε να κινηθεί πρωταγωνιστικά, ούτε στο προσκήνιο ούτε βεβαίως στο παρασκήνιο των εξελίξεων. Σωρεία αστοχιών και αλληλουχία λαθεμένων εκτιμήσεων, την υποχρεώνουν να συμβιβαστεί (εκτός απροόπτου) με ένα παιχνίδι ήπιας ισχύος, στο οποίο αντιμετωπίζεται πλέον όχι ως κορυφαίος γεωπολιτικός δρων αλλά ως εμπορικός ανταγωνιστής σε ένα διόλου φιλικό γι’ αυτήν διεθνές χρηματιστηριακό περιβάλλον. Η αξία του προϊόντος που εμπορεύεται προφανώς δεν αμφισβητείται. Οι όροι όμως με τους οποίους διαπραγματεύεται την «εθνική ταυτότητα της μετοχής της» στο γεωπολιτικό χρηματιστήριο έχουν τροποποιηθεί σημαντικά έναντι πάντων και καταφανώς σε βάρος της.
Η Κίνα…
Επιμένει να κινείται στην λογική των προσεκτικών βηματισμών, διαμηνύοντας πως δεν είναι δεδομένη, αλλά και αποφεύγοντας προς το παρόν να θέσει σε δοκιμασία τις πραγματικές της δυνατότητες σε μια αντιπαράθεση σκληρής ισχύος με οποιαδήποτε μορφή. Πρόκειται για μια συνολική συμπεριφορά που πιστοποιεί ότι η Κινεζική ηγεσία έχει σαφείς και αδιαπραγμάτευτες επιδιώξεις αλλά και ξεκάθαρη άποψη για τον ρόλο τον οποίο διεκδικεί στο νεο-ψυχροπολεμικό σκηνικό, ενώ ταυτόχρονα έχει πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι η τελική και κρίσιμη αναμέτρηση στον ανταγωνισμό της ισχύος, θα είναι ανάμεσα στην ίδια και στις ΗΠΑ.
Η Κίνα λοιπόν έχει κάθε λόγο να μην επιδιώκει την απόλυτη αποδυνάμωση της αντιαμερικανικής και πυρηνικής Ρωσίας, γι’ αυτό και κρατά σαφείς αποστάσεις από την λογική των κυρώσεων την οποία χορογραφούν οι Αμερικανοί. Η Κίνα χρειάζεται μια Ρωσία ελεγχόμενα ισχυρή και χειραγωγήσιμη από την ίδια, για την δημιουργία ενός σημαντικού πόλου ισχύος στον οποίο διεκδικεί το δικαίωμα να τεθεί επικεφαλής.
Η Κεντρική Ασία…
Φαίνεται ότι εισέρχεται σε μια παρατεταμένη περίοδο αστάθειας και ανατροπών, με όχημα τους φονταμενταλιστές του ISIS και των λοιπών Ισλαμιστικών κινημάτων της ευρύτερης περιοχής. Η ανοχή και η εν γένει κοντόφθαλμη στάση με την οποία αντιμετωπίζεται η Τουρκία από την Δυτική Συμμαχία, είναι μια παράμετρος η οποία επιδεινώνει το κλίμα και επιβαρύνει την όλη κατάσταση, ενώ η περιφερειακή στρατηγική αποδυνάμωση της Ρωσίας θα τροφοδοτήσει φιλοδοξίες υπέρμετρες σε μικρούς και μεσαίους περιφερειακούς δρώντες. Ο κίνδυνος να καταστούν ανεξέλεγκτες και να διαχυθούν οι συνέπειες μιας τέτοιας εξέλιξης είναι υπαρκτός και δεν είναι διόλου τυχαίο το γεγονός ότι η Κίνα σπεύδει ήδη να χτίσει θέσεις συνέργειας με το καθεστώς των Ταλιμπάν, προσβλέποντας μεταξύ άλλων και στην απροβλημάτιστη προώθηση των στρατηγικών – οικονομικών της επιδιώξεων.
Η Ευρασία λοιπόν παραμένει στο επίκεντρο των κυοφορούμενων ανατροπών, η έκβαση των οποίων θα προσδιορίσει και την τελική φυσιογνωμία που θα προσλάβει η νέα Αρχιτεκτονική ισχύος στο Διεθνές Σύστημα. Οι όροι όμως με τους οποίους διεξάγεται αυτή η αντιπαράθεση, έχουν αλλάξει δραματικά. Η συγκρουσιακή ατζέντα διευρύνεται… Και η μετά την Ρωσοουκρανική σύγκρουση εποχή, επιβαρύνεται με μια σειρά από κρίσιμες παραμέτρους που καθιστούν πολύ πιο σύνθετη αλλά και δυσεπίλυτη την εξίσωση στο ορατό μέλλον.
Η πυρηνική ισχύς μπαίνει μετ’ επιτάσεως στο τραπέζι των εκβιασμών και είναι φανερό ότι η αυτονόητη απόπειρα επικαιροποίησης των πυρηνικών δογμάτων από τους ισχυρούς, η οποία πρόκειται να ακολουθήσει, θα μεγιστοποιεί τους κινδύνους και θα φέρνει την ανθρωπότητα αντιμέτωπη με τον πραγματικό Εφιάλτη…
Η επισιτιστική κρίση προβλέπεται να διογκωθεί και να πυροδοτήσει με την σειρά της ένα ντόμινο αλυσιδωτών εξελίξεων και ανατροπών, τόσο στην διεθνή Οικονομία όσο και στην συνοχή των Κοινωνιών, ενώ η πιθανότητα να περιπέσουν ευρύτερες γεωγραφικές ζώνες στην περιδίνηση ενός παρατεταμένου λιμού, παραμένει ισχυρή, γεγονός που αναμένεται να οδηγήσει σε κοινωνικές εξεγέρσεις με προεκτάσεις απρόβλεπτες και με πολλαπλές δευτερογενείς επιπτώσεις.
Η αιφνίδια ανατροπή των δεδομένων που σχετίζονται με την ενεργειακή επάρκεια, δεν θα σηματοδοτήσει μονάχα μια ραγδαία επιδείνωση στην καθημερινότητα των πολιτών που θα απορρυθμίσει πλήρως την ζωή στις δυτικές κοινωνίες… Αλλά όλα δείχνουν πως θα ενεργοποιήσει και ένα εφιαλτικό σενάριο καθολικής απορρύθμισης έως και παραγωγικής κατάρρευσης των Δυτικών Οικονομιών. Η Ευρώπη διεκδικεί τα πρωτεία σε αυτήν την καταστροφική μεταστροφή, την οποία επιτάχυναν οι ολέθριες επιλογές της πολιτικής της ηγεσίας, που επέλεξε αφελώς και σε ένα κρεσέντο πρωτοφανούς δουλοπρέπειας, να στοιχηθεί πίσω από τις αυτοκτονικές λύσεις που της υπαγόρευσαν οι Αμερικανοί, με την ομολογουμένως έξυπνη αλλά σε κάθε περίπτωση εκβιαστική πρωτοβουλία τους η οποία αποσκοπεί στην γεωπολιτική καθυπόταξη της Ευρώπης και την συνακόλουθη γεωοικονομική της υποβάθμιση.
Η πατρίδα μας, εξ αιτίας της συγκυρίας, της βαρύτητας της γεωπολιτικής της θέσης, αλλά και των προγενέστερων αποφάσεων και επιλογών της πολιτικής της ηγεσίας, βρίσκεται στο επίκεντρο σημαντικών εξελίξεων που διαδραματίζονται καθ’ όλη την διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά και μιας σειράς κρίσιμων επιλογών οι οποίες σχετίζονται με τις σύνθετες προκλήσεις που αφορούν στην διαχείριση του μεταπολεμικού σκηνικού.
Την κρίσιμη περίοδο που μεσολάβησε, η πολιτική τάξη της χώρας μας, συνήθισε να φλυαρεί για την δήθεν αποστροφή με την οποία αντιμετωπίζει πλέον η διεθνής κοινότητα τις λογικές του αναθεωρητισμού με αφορμή την εισβολή της Ρωσίας στο έδαφος της Ουκρανίας. Και το έκανε, θεωρώντας πως έτσι ξορκίζει επαρκώς τις απαράδεκτες πρακτικές της Τουρκίας στο χώρο του Αιγαίου και της ΝΑ Μεσογείου. Ωστόσο… Συνέχισε να παραμένει εγκλωβισμένη στον φαύλο κύκλο της ατολμίας, αρνούμενη να εφαρμόσει τα νόμιμα (ως προς τα χωρικά ύδατα και την ΑΟΖ) και συνεχίζοντας να υποκύπτει στην εκβιαστική λογική της Άγκυρας η οποία υποτίθεται ότι εξοστρακίστηκε με αφορμή τις δραματικές εξελίξεις στην Ουκρανία. Έτσι… γι’ ακόμη μια φορά το ευνοϊκό timing δεν αξιοποιήθηκε και με ευθύνη της χώρας μας το Διεθνές Δίκαιο δεν αναβαθμίστηκε σε γεωπολιτικό τετελεσμένο, ώστε να ανακοπούν οριστικά και αμετάκλητα οι πειρατικοί σχεδιασμοί σε βάρος της Εθνικής μας κυριαρχίας αλλά και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.
Την ίδια στιγμή… Απερίσκεπτοι χειρισμοί, στρατηγικά λαθεμένες αλλά και ανερμάτιστες πολιτικές αποφάσεις τις οποίες έσπευσε να υιοθετήσει η Ελληνική κυβέρνηση, αντί να μεγιστοποιήσουν στο έπακρο, ακύρωσαν πλήρως το σημαντικό συγκριτικό πλεονέκτημα που θα μπορούσε να έχει μια μικρή αλλά με ξεχωριστή στρατηγική βαρύτητα χώρα, η οποία είχε την δυνατότητα να διαδραματίσει έναν κομβικό ρόλο, τόσο στην διαχείριση της πολεμικής κρίσης όσο και στην διευθέτηση των παρελκόμενων συνεπειών που ήταν αναμενόμενο ότι θα προέκυπταν σε συνθήκες ξέφρενου συστημικού ανταγωνισμού.
Η Ελλάδα και η Κύπρος, ενώ θα μπορούσαν να «πουλήσουν» την ευέλικτη σπουδαία «μικρότητά» τους με σειρά πρωτοβουλιών και στοχευμένη διπλωματική διαχείριση, αναβαθμίζοντας συνολικά την γεωπολιτική τους θέση και εγγράφοντας σημαντικές υποθήκες για την επόμενη μέρα, επέλεξαν να πλειοδοτήσουν σε μικρομεγαλισμό απερισκεψίας, εκχωρώντας την πρωτοβουλία των κινήσεων στην αναθεωρητική Τουρκία, η οποία είναι φανερό ότι θα σπεύσει να κεφαλαιοποιήσει πλήρως την διπλωματική της διαμεσολάβηση, ενώ ήδη καρπώνεται σημαντικά ωφελήματα από την πολιτική των ΜΗ κυρώσεων την οποία έσπευσε να υιοθετήσει με την ανοχή όλων.
Και φυσικά, όταν αυτός ο κύκλος εντάσεων και αντεγκλήσεων θα έχει ολοκληρωθεί, η διόλου «απομονωμένη» Τουρκία, δεν θα πρωταγωνιστήσει μονάχα στο σκοτεινό παρασκήνιο που θα τροφοδοτήσει έναν νέο γύρο αποσταθεροποίησης με πρωταγωνιστές Τουρκογενείς οντότητες και Ισλαμιστικές σέχτες στην κεντρική Ασία…
Θα επιχειρήσει να «εξαργυρώσει» την συστημική της συνεισφορά, διεκδικώντας να βάλει ένα τέλος στην «αποσταθεροποιητική συμπεριφορά της μαξιμαλιστικής Ελλάδας», διεκδικώντας για λογαριασμό της «τα νόμιμα» και απαιτώντας την δραματική τροποποίηση του status quo στο Αιγαίο και στην ΝΑ Μεσόγειο, στο όνομα της ενεργειακής ασφάλειας και της οριστικής αποκατάστασης της ηρεμίας στην ΝΑ πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Τότε θα είναι η στιγμή που θα δούμε πόσα απίδια πιάνει ο σάκος… Σε τι ακριβώς συνίσταται η πολυσυζητημένη απομόνωση της Τουρκίας… Και με ποιόν τρόπο ακριβώς θα ανταμειφθεί η Ελληνική προθυμία που μετέτρεψε την πατρίδα μας σε ουραγό του Αμερικανονατοϊκού τυχοδιωκτισμού, με αφυδατωμένο πλήρως και το τελευταίο ίχνος του δυναμισμού που θα μπορούσε να προσδώσει μια διαφορετική αξία στο γεωπολιτικό της κεφάλαιο.