Στο εξαιρετικά ασαφές περιβάλλον των βραχυπρόθεσμων προθέσεων του προέδρου Πούτιν ως προς την διαχείριση του Ουκρανικού, αλλά και με εμφανώς κλονισμένη την αυτοπεποίθησή του, αναφορικά με την επιχειρησιακή ικανότητα των Ρωσικών ενόπλων δυνάμεων να ανταποκριθούν με επάρκεια στις αυξημένες όσο και σύνθετες απαιτήσεις μιας σοβαρής συμβατικής πολεμικής αναμέτρησης…
του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Το πρώτο πράγμα που γίνεται φανερό, είναι ότι οι όροι που διέπουν την κορυφαία στρατηγική σύγκρουση τροποποιούνται δραματικά, στο πλαίσιο της διαρκούς προσπάθειας των πρωταγωνιστών οι οποίοι επιδιώκουν να εναρμονίζουν το οπλοστάσιο αλλά και την τακτική τους, με την νέα φυσιογνωμία που προσλαμβάνει η δομή του διεθνούς συστήματος στις παρούσες συνθήκες…
Κυρίαρχο στοιχείο αυτής της δομής…
Είναι η πολυπολικότητα και η πολυκεντρική ιδιαιτερότητά της. Αυτό σημαίνει πως, πέρα και ανεξάρτητα από την αποτύπωση που θα προσλάβει τελικά η νέα πολυεπίπεδα ανταγωνιστική ισορροπία στην κορυφή της πυραμίδας ισχύος, ο σύγχρονος κόσμος θα επιτείνει έτι περεταίρω τα συγκρουσιακά του χαρακτηριστικά.
Όχι μονάχα επειδή μια σειρά από νέα πεδία αντιπαραθέσεων (βλ. κυβερνοπόλεμος, εξειδικευμένες οικονομικές στρατηγικές, ενεργειακή ασφάλεια, ανατροπές στην εφοδιαστική αλυσίδα κλπ) έχουν «εισβάλει» βίαια και κυρίως αμετάκλητα στην σύγχρονη καθημερινότητα…
Αλλά ΚΑΙ διότι νέες περιφερειακές δυνάμεις αλλά και νέες διμερείς ή πολυμερείς συμμαχίες, εμφανίζονται να υιοθετούν επιθετικές στρατηγικές, που απειλούν σοβαρά την περιφερειακή σταθερότητα, ενώ δεν λείπουν και οι περιπτώσεις εκείνες όπου επιχειρείται να δρομολογηθούν ιδιότυπες γεωστρατηγικές συμφύσεις με εργαλείο την εθνοτική ταυτοσημία και τον θρησκευτικό φονταμενταλισμό (βλ. τουρκόφωνες και τουρκογενείς Δημοκρατίες της Κ. Ασίας, Λιβύη κλπ).
Απ’ όλα τα παραπάνω, γίνεται φανερό ότι διαμορφώνεται πλέον ένα διεθνές σύστημα πολλών ταχυτήτων αλλά και πολλαπλών ρόλων, γεγονός που καθιστά εξαιρετικά ασταθή, ευάλωτη και περιοδικά ευμετάβλητη την αποτύπωση των περιφερειακών ισορροπιών.
Οι ΗΠΑ φαίνεται ότι έχουν πλήρη επίγνωση του γεγονότος ότι αυτό που διακυβεύεται στην Ουκρανία είναι κάτι πολύ ευρύτερο από το μελλοντικό status μιας χώρας που απειλείται με εδαφικό διαμελισμό.
- Γνωρίζουν πριν απ’ όλα ότι ο κίνδυνος διάχυσης αυτού του πολέμου με την εμπλοκή και άλλων χωρών, είναι υπαρκτός και από αυτήν την άποψη η πιθανότητα της μετεξέλιξής του σε ΝΑΤΟ – Ρωσική σύγκρουση (ευθεία και όχι δι’ αντιπροσώπου) παραμένει ισχυρή με διόλου προδιαγεγραμμένη εξέλιξη.
- Γνωρίζουν επίσης ότι η αναβαθμισμένη πυρηνική ρητορική, ήρθε για να μείνει και κυρίως ήρθε για να ρίχνει την βαριά σκιά της στην πιθανότητα να καταστούν ανεξέλεγκτες οι εξελίξεις της επόμενης μέρας.
Γνωρίζουν τέλος ότι η έκβαση αυτής της σύγκρουσης, εάν και όποτε προκύψει, δεν θα είναι συνέπεια των παραδοσιακών παραμέτρων που έχουν καταγραφεί ιστορικά ως καταλύτες για την έκβαση των πολέμων, αλλά θα είναι πρωτίστως μια συνισταμένη αντιθέσεων και αδιεξόδων, η περεταίρω επιδείνωση των οποίων θα απειλήσει την συνοχή της Δυτικής συμμαχίας μέσα από μια ανεξέλεγκτη εκτράχυνση του ισοζυγίου των συνεπειών και της ανισομερούς κατανομής τους. Άλλωστε ο Γάλλος πρόεδρος Εμ. Μακρόν, υπήρξε πέραν του δέοντος σαφής όταν δήλωνε πως: «Το τίμημα αυτού του πολέμου δεν είναι το ίδιο και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού».
Κατά την διάρκεια της Ρωσο-Ουκρανικής σύγκρουσης…
Η δημόσια συζήτηση αναλώθηκε συχνά σε ρηχές και επιπόλαιες ιστορικές αναφορές και συγκρίσεις, που θεώρησαν και συνεχίζουν να θεωρούν ότι η ταυτότητα του χαμένου και του κερδισμένου της επόμενης μέρας, θα κριθεί στα σημεία, παραβλέποντας έτσι τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά και τα κρίσιμα διακυβεύματα που προσέδωσαν αμιγώς συστημικό χαρακτήρα σε αυτήν την αντιπαράθεση. Έτσι…
Tο πρώτο πράγμα που αποσιωπήθηκε στο περιβάλλον αυτών των ρηχών και επιπόλαιων προσεγγίσεων, είναι το γεγονός ότι αυτή η αντιπαράθεση δεν ήταν μια σύγκρουση ανταγωνιστικών προσήμων αλλά μια σύγκρουση γεωπολιτικά οργανωμένων και ανταγωνιστικά οριοθετημένων κέντρων ισχύος στο πλαίσιο του Διεθνούς καπιταλιστικού συστήματος.
Η δεύτερη παράμετρος που συνακόλουθα υποτιμήθηκε σε αυτού του είδους τις «αναλύσεις», σχετίζεται με την νομή της ισχύος και του γεωπολιτικού της αποτυπώματος, πρωτίστως διότι στις σύγχρονες συνθήκες, αυτό το αποτύπωμα δεν εξαντλείται σε ζητήματα που έχουν να κάνουν γενικώς με τον περιφερειακό έλεγχο και την ευρύτητα των σφαιρών της επιρροής, αλλά επεκτείνεται και αφορά κυρίως σε μια σειρά από κρίσιμες παραμέτρους όπως: ενέργεια, πηγές, πρώτες ύλες, αγωγοί, υπέδαφος, γεωπολιτικά αναχώματα, έλεγχος χερσαίων περασμάτων και θαλασσών, αποστέρηση των ανταγωνιστών από την δυνατότητα αξιοποίησης νεοεμφανιζόμενων συγκριτικών πλεονεκτημάτων κλπ. Και φυσικά…
Η τρίτη παράμετρος που υποτιμήθηκε, είναι το γεγονός πως αυτή η αντιπαράθεση για τον έλεγχο της ισχύος, διεξάγεται και θα συνεχίσει να διεξάγεται στο έδαφος μιας παγκοσμιοποιημένης Οικονομίας με επιθετικά εξωστρεφείς πρωταγωνιστές που διευρύνει τις εξαρτήσεις, επαναπροσδιορίζει τους τομείς και τις μορφές της εξάρτησης, αλλά την ίδια στιγμή απελευθερώνει μικρούς και μεγαλύτερους περιφερειακούς δρώντες που ερωτοτροπούν με τον αναθεωρητισμό και με την ιδέα της επιθετικής προβολής εθνικών στρατηγικών με προφανή στόχο την διεκδίκηση μεγαλύτερου μεριδίου στην αναδιανομή της πίτας ισχύος και φυσικά την διεκδίκηση μιας εκτεταμένης στρατηγικής χειραφέτησης που θα μπορούσε να αναβαθμίσει τον ευρύτερο περιφερειακό τους ρόλο και όχι μόνο.
Σε ότι αφορά την Ελλάδα…
Και την κυρίαρχη συστημική στρατηγική σκέψη, είναι φανερό ότι περί άλλων τυρβάζει και όποτε αποφασίζει να ασχοληθεί με τα κρίσιμα στοιχήματα που έχουν αναδειχθεί στο περιθώριο αυτής της σύγκρουσης, το κάνει δειλά, αποσπασματικά, άτολμα και κυρίως το κάνει αυτοακυρώνοντας την ικανότητά της να διεμβολίσει με αποφασιστικότητα και με την στρατηγική αυτοπεποίθηση ενός σοβαρού περιφερειακού δρώντα, τον Ευρωπαϊκό χαυταλευρισμό, τον Αμερικανικό ισορροπισμό, την θρασύτητα του Βαλκανικού αλυτρωτισμού και τον επιθετικό αναθεωρητισμό των θρασύδειλων της Τουρκικής πολιτικής ηγεσίας.
Πρόκειται για μια κατάφορη δυσαρμονία. Σε ένα περιβάλλον που οι πάντες διεκδικούν επιθετικά διευρυμένο ρόλο στην περιφερειακή Αρχιτεκτονική της επόμενης μέρας, η πατρίδα μας εκμαιεύει απλώς την ανοχή των ισχυρών σε μια συμβατική επιβίωση, που θα μπορεί να λειτουργεί ως θερμοκοιτίδα για την αναπαραγωγή ενός υβριδικού πολιτικού προσωπικού, που νοιάζεται αποκλειστικά και μόνο για την πολιτική του μακροημέρευση.
Υ.Γ. Την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές, ο Μαν. Κοττάκης με άρθρο του στην εφημερίδα «ΕΣΤΙΑ» αποκαλύπτει συναντήσεις του Υπουργού Επικρατείας Γ. Γεραπετρίτη (αυτού του γνωστού κυρίου που προσγείωσε τους πάντες με εντολή πρωθυπουργού στα 6 νμ το δύσκολο καλοκαίρι στο Αιγαίο) με τον Τούρκο πρέσβη σε οικία των Αθηνών. Το επίδικο των συναντήσεων, είναι η προίκα και η εθνική αξιοπρέπεια της χώρας που εργαλειοποιούνται έως και θυσιάζονται για την ανακούφιση των Αμερικανών.
Σε σχετικό σχόλιο του Παντελή Σαββίδη που καυτηρίασε την στάση πολλών και κυρίως των κυβερνητικών στελεχών απέναντι στην συγκεκριμένη αποκάλυψη, θεώρησα σκόπιμο να κάνω παρέμβαση αναφέροντας τα εξής: «Εξαιρετικό (το σχόλιο του κ. Σαββίδη). Και θεωρώ ειλικρινά πως κάθε άλλο σχόλιο επ’ αυτού, περιττεύει. Νομίζω ότι αυτό που προέχει είναι να κατανοήσουμε την σοβαρότητα αυτών που συμπεριλαμβάνει ο Κοττάκης στο άρθρο του.
- Και επειδή το ζήτημα δεν αφορά σε πολιτική της κρεβατοκάμαρας αλλά στην διαχείριση κρίσιμων Εθνικών προβλημάτων…
- Και επειδή οι εμπλεκόμενοι σ αυτήν την ιστορία κατονομάζονται ευθέως από τον δημοσιογράφο…
Ας σπεύσουν οι ίδιοι και ο πολιτικός προϊστάμενος πρωθυπουργός να διαψεύσουν τα καταγγελλόμενα. Έχουν υποχρέωση να το πράξουν, όχι απέναντι στον Κοττάκη αλλά έναντι των Ελλήνων πολιτών…
Προσωπικά με προβληματίζει το γεγονός ότι η πολιτική ηγεσία του τόπου δεν απάντησε και η πολιτική αντιπολίτευση δεν απαίτησε απαντήσεις που να αντιστοιχούν στο ύφος και στην σοβαρότητα των απειλών Τσαβούσογλου και στην επικαιροποίηση του casus belli, ΟΧΙ διατάσσοντας πυρ (το λέω για να προλάβω όσους σπεύσουν να μου χρεώσουν ανάλογη πρόθεση) αλλά ασκώντας άμεσα και χωρίς περιστροφές τα εκ του Διεθνούς Δικαίου προβλεπόμενα. Κατά τα λοιπά, όντως κρείττον του λαλείν το σιγάν εάν δεν έχουμε να πούμε κάτι για την ουσία των καταγγελλομένων. Φαίνεται ότι η κυβέρνηση επιλέγει να κρατήσει αυτήν την τακτική αλλά οι πολίτες δεν έχουν λόγο να την ακολουθήσουν. Συγχαρητήρια και πάλι κ. Σαββίδη…
Καλημέρα, κ. Κυριακόπουλε και ΧΡΟΝΙΑ ΠΟΛΛΑ.
Αυτό που προβληματίζει εμένα είναι πόσοι Έλληνες διάβασαν το άρθρο Κοττάκη και πόσοι απ’ αυτούς προβληματίστηκαν, ανησυχήσαν, τόσο για το ίδιο το άρθρο, όσο και για την σιγήν ιχθύος κυβερνήσεως και αντιπολιτεύσεως. Πολλά θα είχε γλυτώσει η έρημη Πατρίδα, αν είχαμε κάμει σωστά την δουλειά μας από την αρχή και δεν είχαμε δείξει τόση φοβία έναντι των αρπακτικών τής στέπας. Όμως, αυτή η φοβία, εν συνδυασμώ με μία επικίνδυνη αδιαφορία για τα εθνικά μας θέματα, διακατέχει την πλειονότητα τού ελληνικού λαού, γι αυτό όχι μόνον ανέχεται, αλλά και αναδεικνύει κυβερνήσεις σαν την σημερινή.
Ο Σάββας Καλεντερίδης έχει δίκιο στο άρθρο του
H ακατανόητη στάση της Ελλάδας στο casus belli
Και τι θα βγει πως τα γράφει; Θ’ αλλάξει κάτι, αφού δεν αλλάζομε εμείς σαν λαός;