του Κ. ΚΥΡΙΑΚΟΠΟΥΛΟΥ
Η Ελληνική κοινωνία εγκλωβίζεται επικίνδυνα στην περιδίνηση ενός ιδιότυπου διχασμού, ο οποίος αναπαράγεται στο έδαφος της πολιτικής και υγειονομικής διαχείρισης της πανδημίας…
Οι πρώιμες εκδηλώσεις του, εξαντλούνταν σε γραφικούς κατά κανόνα ακτιβισμούς από ομάδες πολιτών οι οποίοι αντιδρούσαν στα περιοριστικά μέτρα που εφαρμόστηκαν προκειμένου να ανακοπεί η επέλαση του πρώτου πανδημικού κύματος. Σήμερα, η προσπάθεια της πολιτικής «αναβάθμισης» αυτής της γραφικότητας είναι εμφανής και κλιμακώνεται συστηματικά με όχημα τον υποτιθέμενο «αντιεμβολιαστικό σκεπτικισμό» και με διαχειριστικό εργαλείο τις διάφορες φαιδρές, παρανοϊκές, αντιεπιστημονικές και συνομωσιολογικές προσεγγίσεις που ευδοκιμούν στο διαδίκτυο και παρασύρουν αφελείς και ευκολόπιστους.
Στην πατρίδα μας, υπάρχει το ιστορικό έδαφος που ερμηνεύει και ευνοεί την εμφάνιση φαινομένων πολιτικού και κοινωνικού διχασμού, αλλά αυτή η συζήτηση δεν είναι αντικείμενο του παρόντος. Έχει όμως πολύ μεγάλη σημασία να κατανοήσουμε την φυσιογνωμία των παραμέτρων που συνθέτουν το συγκεκριμένο φαινόμενο και κυρίως την καταλυτικά αρνητική συμβολή του στην εμφάνιση παραλυτικών συμπεριφορών μέσα στην κοινωνία και μάλιστα σε μια κρίσιμη ιστορική περίοδο κατά την οποία δρομολογούνται σημαντικές ανατροπές στην πολιτική και κοινωνική ζωή, αλλά και πολύ σοβαρές ανακατατάξεις που σχετίζονται τόσο με το Ελληνοτουρκικό Σύστημα όσο και με την ευρύτερη περιφερειακή ισορροπία.
Η πολιτική ηγεσία του τόπου, ανέχτηκε και με τις επιλογές της ενθάρρυνε την εμφάνιση και την εδραίωση αυτού του φαινομένου. Άλλωστε η μίζερη και πολιτικά αποπροσανατολιστική στάση η οποία χαρακτηρίζει την συμπεριφορά μιας κοινωνίας που λειτουργεί περισσότερο ως όχλος και λιγότερο ως συγκροτημένη πολιτική συλλογικότητα ικανή να βάλει την δική της σφραγίδα στις εξελίξεις, είναι απαραίτητη στην πολιτική εξουσία, γιατί διευκολύνει την υλοποίηση ανάλγητων πολιτικών και την προώθηση θεσμικών ανατροπών που πισωγυρίζουν την πολιτική και κοινωνική ζωή, ενώ την ίδια στιγμή στην χώρα μας, κρίσιμα εθνικά διακυβεύματα, απαράδεκτοι χειρισμοί αλλά και ανεπίτρεπτες εθνικές υπαναχωρήσεις, περνούν σε δεύτερο πλάνο.
Επιτήδειοι και αδίστακτοι πολιτικοί καιροσκόποι, επιδιώκουν να κεφαλαιοποιήσουν αυτό το πολιτικό υποπροϊόν, για να στηρίξουν προσωπικές φιλοδοξίες και προσωπικές πολιτικές καριέρες, που κινούνται σε απόλυτα συστημική λογική, όντες και οι ίδιοι ανίκανοι να διαφοροποιηθούν – έστω και κατ’ ελάχιστον – από τις ολέθριες επιλογές αυτών που υποτίθεται ότι αντιπαλεύουν. Η συνθηματολογία που υιοθετούν είναι καταφανώς λαϊκίστικη, πολιτικά ρηχή, μονομερής και αδιέξοδη. Σε κάθε περίπτωση, είναι μια συνθηματολογία πλήρως εναρμονισμένη με τις απαιτήσεις του συμπληρωματικού ρόλου που διεκδικούν, ως δεκανίκια και άλλοθι του συστήματος. Πρόκειται για έναν ρόλο εν πολλοίς προδιαγεγραμμένο, τον οποίο όμως οι διαχρονικοί κοψοχέρηδες που επιλέγουν να ακολουθούν αυτούς τους περιφερόμενους πολιτικούς αεριτζήδες, κατά κανόνα τον ανακαλύπτουν αρκετά καθυστερημένα και πάντοτε κατόπιν εορτής.
Η κρίσιμη μάζα των πολιτών που στοιχίζονται αβασάνιστα και χωρίς ιδιαίτερη σκέψη πίσω από το συγκεκριμένο εγχείρημα, τις διχαστικές λογικές και τους συγκεκριμένους πολιτικούς καιροσκόπους, προέρχεται κυρίως από πολιτικά μη έμπειρα τμήματα του πληθυσμού, που δεν διαθέτουν την ικανότητα να αξιολογήσουν πολιτικά αυτό που τους σερβίρεται και παραδίδονται στην λαγνεία των συνθημάτων, αδιαφορώντας πλήρως για την ουσία και το περιεχόμενό τους. Πρόκειται κατά βάση για έναν ετερόκλητο όχλο που στην συγκεκριμένη περίπτωση τον συναποτελούν διάφοροι περιφερόμενοι χαφταλεύρηδες, ακροδεξιά γκρουπούσκουλα, χρυσαυγίτικες παρεούλες, αιρέσεις θρησκόληπτων, αριστερίστικες σέχτες, ημιαπολιτίκ τσαρλατάνοι που αυτοπροσδιορίζονται ως Αριστεροί, κάποια από τα τελευταία απομεινάρια του ΔΗΚΚΙ και του ΕΠΑΜ, καθώς και περιφερόμενα ορφανά των πρώην ΑΝΕΛ. Το πολιτικό καύσιμο αυτού του ετερόκλητου όχλου, θα τελειώσει όταν θα έχει ολοκληρωθεί και η βρώμικη πολιτική εργολαβία.
Την ίδια στιγμή, η πατρίδα μας αλλά και η Κύπρος, στραγγαλίζονται γεωπολιτικά από την κλιμάκωση της Τουρκικής επιθετικότητας, τόσο στο επίπεδο της Διπλωματίας όσο και επί του πεδίου.
Αλλεπάλληλοι τυχοδιωκτισμοί δοκιμάζουν τα όρια της Ελληνικής αποφασιστικότητας, η οποία αποδεικνύεται κατώτερη των περιστάσεων, ενώ πληθαίνουν ανησυχητικά οι προπαρασκευαστικές ενέργειες των Τούρκων επιτελών, που διαμορφώνουν το κατάλληλο κλίμα και προϊδεάζουν για επερχόμενη ευρείας έκτασης επιθετική προβοκάτσια σε βάρος της χώρας μας, η οποία ενδέχεται να συνδυαστεί ακόμη και με στοχευμένη αποβατική επιχείρηση.
Στο περιβάλλον του πολιτικού και κοινωνικού διχασμού…
Που παραμένει διάχυτος και με την μπάλα να βρίσκεται διαρκώς στην εξέδρα, η Ελληνική εξωτερική πολιτική δείχνει να κινείται στον αστερισμό της «για την τιμή των όπλων» αντίδρασης, ενώ οι φωνές της ηττοπάθειας συνεχίζουν να ωρύονται απερίσπαστες και να στρώνουν το έδαφος στην συστημική στρατηγική σκέψη η οποία επιμένει να εμφανίζει ως μονόδρομο την Ελληνοτουρκική «συνεννόηση» στο πλαίσιο μιας ψευδεπίγραφα «συνετής» πολιτικής διαχείρισης και προτρέπει την Ελληνική και την Κυπριακή πολιτική τάξη σε ολέθριους εθνικούς συμβιβασμούς και παραχωρήσεις που τροφοδοτούν έτι περαιτέρω την ανεξέλεγκτη νεο-οθωμανική βουλιμία.
Αυτή η κατάσταση επείγει να αναστραφεί γιατί η ώρα του ταμείου δείχνει να είναι εξαιρετικά κοντά και ο λογαριασμός θα είναι βαρύτατος. Οι Ευρωνατοϊκοί «σύμμαχοι» στους οποίους έχει εναποθέσει τις ελπίδες της η Ελληνική πολιτική τάξη που παραμένει εμμονικά προσηλωμένη στην αδιέξοδη λογική του παρασιτικού προστατευτισμού, δεν δείχνουν καμιά απολύτως διάθεση να προσφέρουν ουσιαστική στήριξη στην πατρίδα μας. Αντιθέτως εργαλειοποιούν την δεινή θέση στην οποία έχει περιέλθει εξ αιτίας των διαρκών και αλλεπάλληλων υπαναχωρήσεων ΚΑΙ για να αποσπάσουν τα μέγιστα δυνατά ίδια ωφελήματα, αλλά ΚΑΙ για να διαχειριστούν κατά το δυνατόν παραγωγικά, την μαξιμαλιστική ατζέντα της νεο-οθωμανικής Τουρκίας.
Επομένως… Η αναγκαία αντιστροφή αυτής της κατάστασης, ΔΕΝ θα είναι μια πολύτιμη «συμμαχική παροχή» στην οποία θα πρέπει να επενδύσουμε τις ελπίδες μας. Θα είναι καρπός μιας συνολικά διαφορετικής αντίληψης η οποία επείγει να καταστεί κυρίαρχη και ως τέτοια να τροποποιήσει άρδην και εκ θεμελίων τους κανόνες του παιχνιδιού.
Στον σκληρό πυρήνα αυτής της διαφορετικής αντίληψης, βρίσκεται η ανάγκη για πραγματική εθνική χειραφέτηση και η απόφαση για μια τέτοια μεταστροφή, δεν μπορεί παρά να ενσωματώνεται σε ένα νέο στρατηγικό και επιχειρησιακό δόγμα.
Η Τουρκία ΕΙΝΑΙ θρασύτατη, αλλά ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ αήττητη.
Ο τρόπος με τον οποίο επέλεξε να κλιμακώσει την επιχειρησιακή της εμπλοκή και στην Λιβύη… Και στο Αρτσάχ… Και στην Συρία, επιβεβαιώνει ότι η Τουρκία μπορεί να είναι μια μεγάλη δύναμη, αλλά κατά βάσην είναι μια υπερτιμημένη αξία με σοβαρό έλλειμμα αυτοπεποίθησης σε ότι αφορά τις επιχειρησιακές της ικανότητες. Αυτό σημαίνει ότι η δυνατότητά της να καταγράψει επιτυχίες επί του πεδίου, είναι συνισταμένη πολύ συγκεκριμένων παραμέτρων και κυρίως είναι συνισταμένη της δυνατότητάς της να έχει…
- Την πρωτοβουλία των κινήσεωνσε ότι αφορά τον σχεδιασμό και ταυτόχρονα με αυτό να έχει εξασφαλισμένη…
- Την ανοχή των ισχυρών της συμμάχων, με σταθερό αντιστάθμισμα την βρώμικη δουλειά που καλείται (ή που φιλοδοξούν) να επιτελέσει ΚΑΙγια λογαριασμό τους. Και παράλληλα με τα παραπάνω, να έχει εξασφαλισμένη…
- Την πολυτέλεια να εμπλακεί σε επιχειρήσεις χαμηλής και ελεγχόμενης έντασης, προκειμένου να μην εκθέσει την βαριά πολεμική της μηχανή στον κίνδυνο ενός πραγματικού Ολέθρου.
Η Τουρκία λοιπόν δεν είναι προβλέψιμη μονάχα σε ότι αφορά τις προθέσεις της. Είναι προβλέψιμη και στα ζητήματα που σχετίζονται με την διαχείριση των επιχειρησιακών της αδυναμιών και σε αυτό ακριβώς το κομβικό ζήτημα, η απάντηση την οποία οφείλει να δώσει το νέο Ελληνικό επιχειρησιακό δόγμα, θα πρέπει να είναι συντριπτική και απολύτως εναρμονισμένη με την απαραίτητη νέα αντίληψη για την στρατηγική ενδυνάμωση του Ελληνισμού στην νέα περιφερειακή ισορροπία ισχύος. Και φυσικά αυτή απάντηση θα πρέπει να δοθεί τώρα, γιατί στο μέλλον αυτό το συγκριτικό πλεονέκτημα, μπορεί να έχει χαθεί οριστικά.
Δηλαδή πόλεμος;;; Θα ρωτήσουν κάποιοι…
Ναι πόλεμος θα απαντήσουμε με απόλυτη κατηγορηματικότητα εμείς. Πόλεμος διότι αυτό που βιώνουμε δεκαετίες ολόκληρες, ΔΕΝ είναι Ειρήνη.
- Είναι μια πανάκριβη αγορά ενός γκρίζου καθεστώτος ΜΗ πολέμου, μέσα στο οποίο συντηρείται ένα περιβάλλον αυταπατών που ευνοεί την Τουρκία στην προσπάθειά της να ροκανίζειΕλληνική κυριαρχία και Ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα και την ίδια στιγμή προσφέρει στο Ελληνικό πολιτικό προσωπικό την πολυτέλεια να νέμεται την εξουσία, πουλώντας «σύνεση», «νηφαλιότητα» και φύκια για μεταξωτές κορδέλες στους Ιθαγενείς.
Ναι πόλεμος. Γιατί η αγορά του ΜΗ πολέμου, όταν προϋποθέτει την τοποθέτηση ταφόπλακας στα Εθνικά Ιστορικά Δίκαια, ΔΕΝ είναι Ειρήνη.
- Είναι ένας κατάπτυστος ιστορικός και γεωπολιτικός συμβιβασμόςκαι στην ιδιότυπη θερμοκοιτίδα του συντηρούνται και αναπτύσσονται στρατηγικές και δυνάμεις που απειλούν με ακρωτηριασμό και την Μητροπολιτική Γη που εγκατέλειψε αυτά τα Δίκαια στην λήθη της Ιστορίας, για να αγοράσει με ελάχιστα αργύρια, πολιτικό χρόνο και αέρα κοπανιστό.
Ναι πόλεμος. Γιατί στην Κύπρο υπάρχει δύναμη Κατοχής. Και τις δυνάμεις Κατοχής οφείλεις να τις πετάξεις στην θάλασσα.
- Και οφείλεις να το πράξεις αυτό, διότι κάθε συζήτηση μαζί τους νομιμοποιείτην Κατοχή, οριστικοποιεί την απώλεια εδαφών, ανοίγει την όρεξη για περαιτέρω διεύρυνση του Κατοχικού κεκτημένου. Το casus belli του Ελληνισμού, έπρεπε ήδη να έχει ενεργοποιηθεί χθες, αλλά στο Ελληνικό πολιτικό σύστημα, η Εθνική ταπείνωση απορροφάται χωρίς να ιδρώνουν αυτιά και χωρίς φυσικά να ανοίγουν οι μύτες.
Ναι πόλεμος. Γιατί αυτός ο πόλεμος δεν θα είναι προϊόν τυχοδιωκτισμού, αλλά συνεπακόλουθο της άσκησης πλήρους κυριαρχίας και νομίμων κυριαρχικών Δικαιωμάτων, έτσι όπως αυτά θεμελιώνονται μέσα από το Διεθνές Δίκαιο και τις ισχύουσες Διεθνείς Συνθήκες.
Ναι πόλεμος. Γιατί εδώ που έχουν οδηγηθεί τα πράγματα, αυτός είναι ο μοναδικός τρόπος να υπενθυμίσεις στους πάντες ότι είσαι παρών, ότι διαθέτεις μνήμη και αποφασιστικότητα να μην εκχωρήσεις τίποτε από όσα σου αμφισβητούν και κανένα απολύτως δικαίωμα από όσα ροκάνισαν σταδιακά όσοι απετόλμησαν να παραβιάσουν Διεθνείς Συνθήκες.
Ναι πόλεμος. Γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος να ορίσεις εσύ την ατζέντα και τους κανόνες του παιχνιδιού, εξαναγκάζοντας εχθρούς και φίλους να συνειδητοποιήσουν πως το παιχνίδι μαζί σου τελείωσε και πως το μόνο λάφυρο για το οποίο συζητάς, είναι η παράνομη μπάζα ενός θρασύτατου και απαράδεκτου πειρατή, την οποία απαιτείς να παραδώσει ΤΩΡΑ στους νόμιμους δικαιούχους.
Ναι πόλεμος. Διότι τα αυτονόητα δεν τα διασφαλίζεις διαφορετικά από μια Τουρκία που διεκδικεί από σένα τα πάντα.
- Και διότι αυτός είναι ίσως ο μοναδικός τρόπος για να θυμίσεις σε μια τέτοια Τουρκία, πως ή θα αποσυρθεί τώρα από όσα παρανόμως οικειοποιήθηκε ή θα οδηγηθεί η ίδια στον αμετάκλητο διαμελισμό.
Ναι πόλεμος. Διότι αυτήν την στιγμή, η Ελλάδα έχει την ιστορική ευκαιρία να διασφαλίσει ευρύτατη στρατηγική στήριξη με αμιγώς αντιτουρκικό προσανατολισμό, καθιστώντας και άλλες ισχυρές δυνάμεις κοινωνούς της ιδέας για αποκατάσταση των Ιστορικών Δικαίων, οδηγώντας στην καθολική κατάρρευση τον νέο-οθωμανικό μεγαλοϊδεατισμό.
Ναι πόλεμος. Διότι τα πάντα σε πόλεμο οδηγούν και αλίμονο σε αυτούς που δεν το αντιλαμβάνονται. Και η Ελλάδα σε αυτόν τον πόλεμο δεν πρέπει να συρθεί αιφνιδιασμένη, με κλονισμένη αυτοπεποίθηση, με μίζερα οράματα που θα αφορούν στην διαχείριση της ήττας, με πλήρως αποδυναμωμένα τα νώτα της και αναζητώντας ένα νέο επίπεδο ισορροπίας στα όρια που θα της επιτρέψει ο νεο-οθωμανικός μαξιμαλισμός, γιατί ένας τέτοιος πόλεμος θα είναι απλώς το πρόσχημα που θα επισφραγίσει μια προαποφασισμένη ήττα.
Η Ελλάδα σε αυτόν τον πόλεμο οφείλει να σύρει την Τουρκία με όρους Διεθνούς Δικαίου. Να την σύρει και να την ταπεινώσει υποχρεώνοντάς την να συνειδητοποιήσει πως πέρα από τα νεο-οθωμανικά πατσαβουρόχαρτα, υπάρχουν Ιστορικά Δίκαια που έχει καταπατήσει και ότι έφτασε η δική της η ώρα για το λογαριασμό. Αυτό φυσικά προϋποθέτει τρία πράγματα:
- Να είναι η πατρίδα μας αυτή που θα έχει την πρωτοβουλία των κινήσεων άρα και το συγκριτικό πλεονέκτημα της απρόβλεπτης και αποφασισμένης δύναμης που δεν παζαρεύει ούτε κατ’ ελάχιστοντα θεσμοθετημένα κυριαρχικά και άλλα δικαιώματά της…
- Να φιλοτεχνήσει άμεσα ένα πρωταγωνιστικό περιφερειακό προφίλπου θα την καταστήσει ικανή να προωθήσει ένα σαφές και ολοκληρωμένο στρατηγικό όραμα ως σοβαρή περιφερειακή παρουσία σε ένα περιβάλλον ευέλικτων και δυναμικών στρατηγικών συμμαχιών…
- Να παρέμβει αιφνίδιαστις εξελίξεις, με ολοκληρωμένο διπλωματικοπολιτικό και επιχειρησιακό σχεδιασμό και κυρίως να παρέμβει αποφασισμένη να ενεργοποιήσει το εργαλείο του πρώτου συντριπτικού στρατηγικού πλήγματος.
Να αποδομήσουμε τώρα την πολιτική νοσηρότητα με φυγή προς τα εμπρός…
Προφανώς όλα τα παραπάνω, προϋποθέτουν σημαντικές ανατροπές, που θα αποδομήσουν την πολιτική νοσηρότητα που κυριαρχεί στην αντίληψη από την οποία διαπνέεται το πολιτικό προσωπικό και ταυτόχρονα διαχέεται και ανατροφοδοτεί φαινόμενα μαζικής πολιτικής αποστράτευσης και παραλυτικού διχασμού μέσα στην Ελληνική κοινωνία.
Στρατηγιστές και πολιτικοί παράγοντες που αντιλαμβάνονται ότι η χώρα σύρεται σε μια άνευ όρων συνθηκολόγηση, από ένα πολιτικό προσωπικό που περιορίζεται στο να αναζητά «πιασάρικα» αντισταθμίσματα για να συμψηφίσει με αυτά στα μάτια της κοινωνίας την πολλαπλή Εθνική τραγωδία που «σιγοψήνεται», ΔΕΝ έχουν δικαίωμα στην σιωπή και ΔΕΝ μπορούν να εξαντλούν την αντίθεσή τους στην αυστηρή κριτική παρατήρηση. Οφείλουν να αναλάβουν συγκεκριμένες πρωτοβουλίες σε κατεύθυνση αμιγώς πολιτική, που να καταδεικνύει στην κοινωνία τον άλλο δρόμο και να εμπνεύσει την μαχητική επανενεργοποίησή της, στην κατεύθυνση της ουσιαστικής υπεράσπισης των Εθνικών Δικαίων.
Η ανάγκη άμεσης συγκρότησης ενός πλειοψηφικού πολιτικού ρεύματος με Δημοκρατικό – Πατριωτικό προσανατολισμό που να απαιτήσει το πάγωμα κάθε ολέθριας διαπραγμάτευσης και να διεκδικήσει πρωταγωνιστικό ρόλο και λόγο στις αποφάσεις, είναι εξαιρετικά επείγουσα και αποτελεί όρο για την στρατηγική επιβίωση του Ελληνισμού.
Η αλλαγή τακτικής απέναντι στον θρασύ και επιθετικό γείτονα, δεν μπορεί να συνεχίσει να διατυπώνεται ως ευχή σε ώτα μη ακουόντων. Κάποιοι θα πρέπει να αναλάβουν και την ευθύνη των αποφάσεων. Κι αυτήν την φορά, η πατρίδα μας έχει την υποχρέωση να είναι παρούσα στο ραντεβού της με την Ιστορία.
Ας αναλογιστούμε που οδηγούνται τα πράγματα και ας αναλάβουμε επιτέλους την ιστορική μας ευθύνη.