Κατά τη διάρκεια της επίσκεψης Βούτσιτς στην Τουρκία, που εντάσσεται μεταξύ άλλων στην γενικότερη εκστρατεία υπενθύμισης της παρουσίας της Τουρκίας στα Δυτικά Βαλκάνια με επίκεντρο το συνταγματικό αδιέξοδο που βιώνει εδώ και χρόνια η Βοσνία-Ερζεγοβίνη, ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, αξιοποίησε το κλίμα που δημιουργήθηκε στην κοινή γνώμη της Ελλάδας και της Κύπρου σχετικά με το αμφίβολο μέλλον του εγχειρήματος του αγωγού EastMed, και με δηλώσεις του βρήκε την ευκαιρία να επεκταθεί στην προοπτική βελτίωσης των σχέσεων της χώρας του με το Ισραήλ.
Συγκεκριμένα, στις 18/1 ο Πρόεδρος Ερντογάν δήλωσε ότι “πολύ σύντομα ο Πρόεδρος του Ισραήλ, Ιτσχάκ Χέρτσογκ, σχεδιάζει να πραγματοποιήσει επίσημη επίσκεψη στην Τουρκία”. Συμπλήρωσε μάλιστα ότι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός, Ναφτάλι Μπένετ, “δεν δείχνει να αντιτίθεται”. Σε μία ‘επίθεση φιλίας’ προς το Ισραήλ, ο Ερντογάν δήλωσε ότι “Εμείς οι πολιτικοί, συνεχίζουμε να προσβλέπουμε στην ειρήνη και όχι στον πόλεμο”, λέγοντας με έμφαση ότι αφ’ενός “τον τελευταίο καιρό έχει σημειωθεί πρόοδος στην πιθανότητα μεταφοράς του ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω της Τουρκίας” και αφ’ετέρου ότι “η Τουρκία επιθυμεί να αξιοποιήσει τις διόδους του φυσικού αερίου ως ένα εργαλείο ειρήνης”.
Η ισραηλινή πλευρά, παρ’όλ’αυτά, παραμένει σχεδόν ανέκφραστη. Η τακτική αυτή παρατηρείται καθ’ όλη τη διάρκεια του διαστήματος που άρχισε από τις 5 Ιανουαρίου – οπότε και διέρρευσαν πληροφορίες στον Ελληνικό Τύπο περί του περιεχομένου ενός ανεπίσημου εγγράφου του Στέητ Ντηπάρτμεντ, σύμφωνα με το οποίο οι ΗΠΑ δηλώνουν απρόθυμες να στηρίξουν το εγχείρημα του αγωγού EastMed – μέχρι σήμερα. Όπως η Ιερουσαλήμ διατηρεί σιγή, χωρίς να επιβεβαιώνεται από κανέναν τοπικό αξιωματούχο ότι το αμερικανικό non-paper έχει παραληφθεί από το ισραηλινό Υπουργείο Εξωτερικών – το ίδιο έπραξε χθες βράδυ και ο Πρόεδρος του Ισραήλ, Ιτσχάκ Χέρτσογκ, ο οποίος, κληθείς να σχολιάσει τις δηλώσεις Ερντογάν περί του ενδεχομένου επίσημης επίσκεψής του στην Τουρκία, αρνήθηκε να προβεί σε οποιαδήποτε δήλωση.
Ωστόσο, όπως μετέδωσε η κρατική ισραηλινή τηλεόραση στο κεντρικό δελτίο ειδήσεων (18/1), οι διπλωματικές επαφές μεταξύ Ισραήλ και Τουρκίας για την πραγματοποίηση της επίσκεψης του Προέδρου Χέρτσογκ στην Τουρκία βρίσκονται “σε εξαιρετικά προχωρημένο στάδιο” και ότι αυτό που αναμένεται είναι “η κατάλληλη συγκυρία”. Στο σχετικό ρεπορτάζ ειπώθηκε μάλιστα, ότι σε περίπτωση που ο Ισραηλινός Πρόεδρος επισκεφθεί την Τουρκία, θα δρομολογηθεί αντίστοιχη επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου στο Ισραήλ.
Σύμφωνα πάντα με την κρατική ισραηλινή τηλεόραση, η πρόσκληση του Ερντογάν προς τον Χέρτσογκ εκφράσθηκε σε τηλεφωνική συνομιλία που είχαν πραγματοποιήσει κατά το παρελθόν, χωρίς όμως να καθορίζεται πότε είχε πραγματοποιηθεί. Υπενθυμίζεται ότι οι δύο Πρόεδροι, Ερντογάν και Χέρτσογκ, συνομίλησαν τηλεφωνικά δύο φορές : Η πρώτη συνομιλία τους πραγματοποιήθηκε μόλις ανέλαβε καθήκοντα ο ισραηλινός Πρόεδρος τον Ιούνιο του 2021 – μία συνομιλία που συζητήθηκε εκτενώς, κυρίως εξ αιτίας της χαρακτηριστικά μακράς της διάρκειας-. Η δεύτερη πραγματοποιήθηκε με την ευκαιρία της απελευθέρωσης του ισραηλινού ζεύγους τουριστών που κατηγορήθηκαν από τις τουρκικές αρχές για κατασκοπεία και οι οποίοι, ύστερα από σχετική παρέμβαση του Ερντογάν, επέστρεψαν στο Ισραήλ, ακριβώς δύο μήνες πριν, στις 18 Νοεμβρίου 2021.
Είναι προφανές ότι η τουρκική διπλωματία κλήθηκε να αξιοποιήσει όσο μπορούσε περισσότερο την αλλαγή διακυβέρνησης στο Ισραήλ που σηματοδότησε και το τέλος της παρουσίας του Βενιαμίν Νετανιάχου στην εξουσία της χώρας – ένας παράγοντας που, όπως αποδείχθηκε, η Άγκυρα δεν ήταν πια σε θέση να διαχειριστεί. Η Άγκυρα επέλεξε να μην επικεντρωθεί στην προσπάθεια αλλαγής στάσης των επικεφαλής του νέου κυβερνητικού συνασπισμού, Ναφτάλι Μπένετ και Γιαήρ Λαπίντ, αλλά να εγκαινιάσει ένα νέο κανάλι επικοινωνίας με την Ιερουσαλήμ, διαμέσου του Προέδρου της χώρας, Ιτσχάκ Χέρτσογκ, ο πατέρας του οποίου – Χάιμ Χέρτσογκ – είχε διατελέσει και εκείνος Πρόεδρος του Ισραήλ, με σημαντική θητεία στην επιτυχή διαδρομή των τουρκοϊσραηλινών σχέσεων από θέσεις-κλειδιά στις ένοπλες δυνάμεις και μετέπειτα στο Υπουργείο Εξωτερικών, από τα τέλη της δεκαετίας του ’50 μέχρι και την δεκαετία του ’90.
Έτσι, η τουρκική διπλωματία, αποδεικνύοντας ότι διαθέτει ιστορική μνήμη, επέλεξε το ισραηλινό προεδρικό μέγαρο για να βελτιώσει το κλίμα με το Ισραήλ, παρά με το πρωθυπουργικό γραφείο, στο οποίο βρίσκεται ο Ναφτάλι Μπένετ, που δεν είναι σε θέση να απομακρυνθεί από τα ιδεολογικά ‘βαρίδια’ του προκατόχου του, μιας και εκείνος προέρχεται από τον ίδιο ευρύτερο ιδεολογικό χώρο του Βενιαμίν Νετανιάχου.
Είναι προφανές, ότι η Τουρκία προσπαθεί να προετοιμάσει το έδαφος, μέσω του καναλιού επικοινωνίας με τον, κεντροαριστερών καταβολών, Πρόεδρο Χέρτσογκ, προσβλέποντας να αξιοποιήσει την εναλλαγή στον πρωθυπουργικό θώκο – κάτι που (εκτός απροόπτου) αναμένεται να συμβεί τον Αύγουστο του 2023, όταν ο νυν Υπουργός Εξωτερικών Γιαήρ Λαπίντ θα αναλάβει πρωθυπουργικά καθήκοντα. Έως ότου συμβεί αυτό, ο Πρόεδρος Ερντογάν πιστεύει ότι το κλίμα στις διμερερίς σχέσεις Ισραήλ-Τουρκίας, θα έχει προλάβει να βελτιωθεί σημαντικά.
Οι χθεσινοβραδινές δηλώσεις Ερντογάν, σύμφωνα με τις οποίες ‘έχει σημειωθεί πρόοδος στην πιθανότητα μεταφοράς του ισραηλινού φυσικού αερίου προς την Ευρώπη μέσω Τουρκίας’, σχολιάσθηκαν από αξιωματούχους του ισραηλινού Υπουργείου Εξωτερικών, και η ακριβής διατύπωσή τους μεταδόθηκε από την κρατική ισραηλινή τηλεόραση ως εξής: “Οποιαδήποτε βελτίωση και εάν σημειωθεί στις σχέσεις με την Τουρκία, με κανέναν τρόπο δεν θα ζημιώσει τις σχέσεις του Ισραήλ με την Ελλάδα και την Κύπρο, που είναι δύο χώρες-σύμμαχοι με το Ισραήλ”.
Προφανώς, Αθήνα και Λευκωσία θα αναμένουν να πληροφορηθούν το υπόβαθρο αυτής της ενδιαφέρουσας διατύπωσης.
Στην φωτογραφία: Ο Πρόεδρος της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατά την εναρκτήρια σύνοδο της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, τον Σεπτέμβριο του 2019, επικρίνει το Ισραήλ ενώπιον της διεθνούς κοινότητας.
Γαβριήλ Χαρίτος 19/1/2022
*Ο Γαβριήλ Χαρίτος είναι διδάκτωρ διεθνών σχέσεων, ερευνητής του Ινστιτούτου Μπεν-Γκουριόν και διδάσκει Ιστορία Ελληνοϊσραηλινών Σχέσεων στο Πανεπιστήμιο Μπεν-Γκουριόν, στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας. Κυκλοφορούν δύο βιβλία του : «Ο εκδημοκρατισμός των αραβικών χωρών ως προτεραιότητα της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής. Η περίπτωση της Ιορδανίας και της Τυνησίας», (Νομικές Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα και Ίδρυμα Διεθνών Νομικών Μελετών του καθ. Ηλία Κρίσπη και Δρος Αναστασίας Σαμαρά-Κρίσπη, 2008) «Κύπρος, το Γειτονικό Νησί – Το Κυπριακό μέσα από τα Κρατικά Αρχεία του Ισραήλ, 1946-1960», (Εκδόσεις Παπαζήση, 2018). Τα τελευταία τρία χρόνια ζει στην Ιερουσαλήμ.
Απο την σελίδα του κ. Γαβριήλ Χαρίτου στο fb