ΣΤΕΛΙΟΣ ΦΕΝΕΚΟΣ
Η εχθρότητα μεταξύ Ιράν και Ισραήλ είναι από τις πιο έντονες στη Μέση Ανατολή, με σημαντικές περιφερειακές και παγκόσμιες συνέπειες. Η επιθετική ρητορική του Ιράν προς το Ισραήλ είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της πολιτικής και ιδεολογικής στάσης του Ιράν μετά την Ιρανική Επανάσταση του 1979, και αποτελεί την βάση για πολλές από τις περιφερειακές στρατηγικές του Ιράν.
Από τότε που οι Αγιατολάδες ανέλαβαν την εξουσία, το Ιράν υιοθέτησε μια έντονα αντι-ισραηλινή θέση, χαρακτηρίζοντας το Ισραήλ ως “Σιωνιστικό καθεστώς”. Εκφράζεται μέσα από ανοιχτές απειλές για την καταστροφή του Ισραήλ, υποστήριξη σε ένοπλες παραστρατιωτικές οργανώσεις, και ιδεολογική καταδίκη του κράτους του Ισραήλ.
Αυτή η ρητορική συμβάλλει στην ενίσχυση της έντασης μεταξύ των δύο χωρών και τροφοδοτεί την επιθετική εξωτερική πολιτική του Ιράν στη Μέση Ανατολή, με στόχο να προβάλει ισχύ, να εδραιώσει την παρουσία του και να υπονομεύσει την ασφάλεια του Ισραήλ.
Το Ιράν και το Ισραήλ είχαν εμπλακεί μετά την Ιρανική επανάσταση (1979) πολλές φορές σε ένταση και έμμεσες συγκρούσεις μεταξύ τους στη Μέση Ανατολή, έχουν συμμετάσχει σε σειρά στρατιωτικών επιθέσεων και αντιμέτρων ιδιαίτερα τα τελευταία χρόνια, αλλά δεν έχουν υπάρξει ευθείες, ανοιχτές συγκρούσεις σε επίπεδο γενικευμένου πολέμου. Ωστόσο, έχουν σημειωθεί πολλές περιπτώσεις στρατιωτικών αντιπαραθέσεων, επιθέσεων και έμμεσων συγκρούσεων μεταξύ τους.
Υπάρχουν αρκετές περιπτώσεις αεροπορικών επιθέσεων που σχετίζονται με τη σύγκρουση μεταξύ Ιράν και Ισραήλ, αν και οι επιθέσεις αυτές δεν πραγματοποιούνται απευθείας στο έδαφος του ενός ή του άλλου κράτους.
Οι περισσότερες αεροπορικές επιθέσεις από πλευράς Ισραήλ πραγματοποιούνται στη Συρία και είναι στοχευμένες εναντίον ιρανικών στρατιωτικών θέσεων ή αποθηκών όπλων που σχετίζονται με τις δυνάμεις του Ιράν και τους συμμάχους του (των παραστρατιωτικών οργανώσεων που υποστηρίζονται από το Ιράν), σε μια προσπάθεια να μειώσει την ιρανική στρατιωτική παρουσία κοντά στα σύνορά του και να εμποδίσει την ενίσχυση της Χεζμπολάχ.
Το Ιράν, από την πλευρά του, δεν έχει πραγματοποιήσει απευθείας αεροπορικές επιθέσεις εναντίον του Ισραήλ. Αντίθετα, χρησιμοποιεί παραστρατιωτικές δυνάμεις και συμμάχους όπως η Χεζμπολάχ και σιιτικές πολιτοφυλακές για να εκτελεί επιθέσεις κατά ισραηλινών συμφερόντων.
Ωστόσο, υπάρχουν περιπτώσεις στις οποίες το Ιράν έχει εκτοξεύσει ρουκέτες ή drones προς το Ισραήλ ή σε ισραηλινές θέσεις στα Υψώματα του Γκολάν, κυρίως μέσω των δυνάμεών του στη Συρία αλλά και πρόσφατα τον Αύγουστο του 2024 (όπου εκτόξευσε εκατοντάδες πύραυλους και drones κατά του Ισραήλ – εν πολλοίς αναχαιτίσθηκαν από το Ισραήλ, τους συμμάχους του και την Ιορδανία) και προχθές πάλι που εκτόξευσε εκ νέου 200 πύραυλους (που οι περισσότεροι αναχαιτίσθηκαν από το Ισραήλ και τους συμμάχους του επίσης) ως αντίποινα για τις δολοφονίες των ηγετών της Χεζμπολάχ
ΕΧΘΡΟΤΗΤΑ ΜΕΤΑΞΥ ΙΡΑΝ ΚΑΙ ΣΟΥΝΙΤΙΚΩΝ ΑΡΑΒΙΚΩΝ ΚΡΑΤΩΝ
Η εχθρότητα μεταξύ του Ιράν και αρκετών αραβικών κρατών, ιδιαίτερα των σουνιτικών μοναρχιών του Περσικού Κόλπου, η οποία ενισχύθηκε μετά την Ιρανική Επανάσταση του 1979, είναι πολυδιάστατη και είναι συνδεδεμένη με ιστορικές, θρησκευτικές, γεωπολιτικές και ιδεολογικές διαφορές.
Η διαμάχη για περιφερειακή επιρροή, η θρησκευτική αντίθεση μεταξύ σιιτών και σουνιτών, η προσπάθεια εξάπλωσης της επιρροής του Ιράν μέσω υποστήριξης σιιτικών ομάδων και η ανάπτυξη του πυρηνικού προγράμματος του Ιράν συνιστούν βασικές αιτίες της έντασης.
Η εχθρότητα αυτή περιλαμβάνει και βαθύτερες εθνοτικές, γλωσσικές, και πολιτισμικές διαφορές. Οι Άραβες συχνά βλέπουν το Ιράν ως μια διαφορετική και εν δυνάμει επιθετική δύναμη που επιδιώκει την ηγεμονία στην περιοχή, ενισχύοντας τη δική του κουλτούρα και επιρροή εις βάρος των αραβικών κρατών.
Οι εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, όπως η κατάσταση στη Συρία, το Ιράκ, και η Υεμένη, έχουν επιτείνει αυτή την εχθρότητα και έχουν καταστήσει την περιοχή σκηνή σύγκρουσης των συμφερόντων και των δύο πλευρών. Οι διαφορές αυτές συνεισφέρουν στη συνεχιζόμενη ένταση και στη βαθιά καχυποψία μεταξύ των δύο πλευρών, καθιστώντας τις σχέσεις τους περίπλοκες και γεμάτες προκλήσεις.
ΠΑΡΑΓΟΝΤΕΣ ΠΟΥ ΕΠΗΡΕΑΣΑΝ ΤΙΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ ΣΤΗΝ Μ. ΑΝΑΤΟΛΗ
Αρχικά η υποστήριξη της Αραβικής άνοιξης ως λαϊκό κίνημα που θα εκδημοκράτιζε τα αραβικά κράτη από την Χίλαρυ Κλίντον (ως υπουργός εξωτερικών), μία καταστροφική ενέργεια από τις ΗΠΑ και η απόσυρση τους από το Αφγανιστάν τον Αύγουστο του 2021 είχαν σημαντικότατες επιπτώσεις στη Μέση Ανατολή και ευρύτερα στον γεωπολιτικό χάρτη της περιοχής, με διάφορες επιρροές στις σχέσεις και στις πολιτικές και στρατηγικές των αραβικών χωρών και των κρατών της Μέσης Ανατολή.
Δημιούργησαν μια νέα γεωπολιτική πραγματικότητα στη Μέση Ανατολή και ενίσχυσαν την αντίληψη της αποδυνάμωσης των ΗΠΑ, δημιουργώντας ευκαιρίες για άλλες δυνάμεις, όπως η Ρωσία, η Κίνα, και το Ιράν, να επεκτείνουν την επιρροή τους, αύξησαν τον κίνδυνο για περαιτέρω εξάπλωση της εξτρεμιστικής ιδεολογίας, ενώ ορισμένες χώρες προώθησαν τον διάλογο για να προλάβουν μεγαλύτερες κρίσεις.
Παράλληλα, αύξησε την ανασφάλεια στους παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ, προωθώντας την αναδιάταξη συμμαχιών και την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων των χωρών αυτών.
Δημιουργήθηκε ένα μείγμα ευκαιριών και κινδύνων, διαμορφώνοντας τη δυναμική της περιοχής με τρόπους που θα συνεχίσουν να αποκαλύπτονται τα επόμενα χρόνια.
Η Σαουδική Αραβία βλέπει την σύγκρουση μεταξύ Ισραήλ και Ιράν με μικτό συναίσθημα και μεγάλο ενδιαφέρον, καθώς οι εξελίξεις μπορεί να έχουν σημαντικές επιπτώσεις στη σταθερότητα της Μέσης Ανατολής και στη δική της ασφάλεια και επιρροή.
Από τη μια πλευρά, το Ριάντ βλέπει το Ιράν ως τον κύριο ανταγωνιστή για περιφερειακή επιρροή και θεωρεί μια αποδυνάμωση του Ιράν ως προς όφελός του.
Από την άλλη, ανησυχεί βαθιά για την περιφερειακή αστάθεια, τις οικονομικές επιπτώσεις και τον κίνδυνο των αντίποινων που θα επηρεάσουν τις δικές της δυνατότητες και υποδομές.
Συνεπώς φαίνεται να προτιμά έναν συνδυασμό περιορισμού της επιρροής του Ιράν και αποδυνάμωσης των σιϊτικών παραστρατιωτικών οργανώσεων και αντιπροσώπων του. Και το Ισραήλ έχει αναλάβει δυναμικά αυτό το έργο.
Η Ρωσία και η Κίνα, ως σημαντικές παγκόσμιες δυνάμεις με διαφορετικές επιδιώξεις στη Μέση Ανατολή, έχουν συγκεκριμένες θέσεις και στρατηγικές απέναντι στην σύγκρουση μεταξύ του Ιράν και του Ισραήλ, οι οποίες αντανακλούν τα δικά τους συμφέροντα και τις επιδιώξεις τους και διαφέρουν σε αρκετές πτυχές.
Η Ρωσία βλέπει μια πιθανή σύγκρουση με ανάμεικτα συναισθήματα: αφενός θα ήθελε να αποδυναμώσει το Ισραήλ, έναν σύμμαχο των ΗΠΑ, αλλά αφετέρου θέλει να διατηρήσει τη συνεργασία με το Ισραήλ και να προστατεύσει τα κέρδη της στη Συρία και την ευρύτερη περιοχή. Προτιμά να παίξει ρόλο διαμεσολαβητή για να αποτρέψει μια άμεση σύγκρουση στην Συρία.
Η Κίνα βλέπει οποιαδήποτε σύγκρουση ως δυνητική απειλή για την ενεργειακή της ασφάλεια και τη σταθερότητα της περιοχής, η οποία είναι ζωτικής σημασίας για την οικονομική της ανάπτυξη. Προτιμά να διατηρεί ισορροπία μεταξύ των δύο χωρών και να επικεντρώνεται σε οικονομικές συνεργασίες και την ενίσχυση της παρουσίας της μέσω επενδύσεων, αποφεύγοντας να πάρει σαφή θέση.
Ένα Ιράν που είναι υπερτιμημένο από πλευρά στρατιωτικής ισχύος και 1400 χιλιόμετρα μακριά από το Ισραήλ, δεν μπορεί να απειλήσει το Ισραήλ με καταστροφική ισχύ.
Τα βλήματα, οι πύραυλοι και τα Drones που χρησιμοποιεί συνιστούν μεν απειλή για το Ισραήλ, πλην όμως το Ισραήλ μπορεί να τα αντιμετωπίσει αποτελεσματικά, προστατεύοντας κυρίως τις πόλεις και τις κρίσιμες υποδομές και στρατιωτικές του δυνατότητες.
Η απόσταση που χρειάζεται να διανύσουν τα βλήματα και τα drones είναι τόσο μεγάλη (τα περισσότερα κινούμενα με λιγότερο αποτελεσματικά υγρά καύσιμα έναντι των στερών καυσίμων των πλέον σύγχρονων βλημάτων), που αφενός μειώνουν την εκρηκτική ύλη που μπορούν να μεταφέρουν, αφετέρου ο χρόνος πτήσεως που είναι 7-15 λεπτά, είναι επαρκής για να υπάρχουν κατάλληλες αντιδράσεις από το ετοιμοπόλεμο Ισραήλ και τους συμμάχους του (αλλά και την Ιορδανία πάνω από την οποία διέρχονται).
Συνεπώς η μόνη άμεση δυνατότητα που μένει στο Ιράν είναι να κάνει περιορισμένες καταστροφές στις υποδομές του Ισραήλ και να επενδύει στον φόβο και την ανάγκη συνεχούς στρατιωτικής επαγρύπνησης του, για να το αποδυναμώσει οικονομικά (γιατί ηθικά και κοινωνικά φαίνεται ότι ενισχύεται το Ισραήλ από τις επιθέσεις του Ιράν).
Η άλλη έμμεση όμως δυνατότητα είναι να ενισχύσει τις παραστρατιωτικές οργανώσεις που δρουν ως αντιπρόσωποι για να επιτίθενται στο Ισραήλ με βλήματα και drones κυρίως, γιατί οιαδήποτε στρατιωτική δράση στο πεδίο και εντός του Ισραήλ είναι εξαιρετικά απίθανο να γίνει. Το μόνο που μπορεί να κάνει η Χετζμπολάχ στο πεδίο είναι να αμυνθεί σε περίπτωση εισβολής του Ισραήλ στον Λίβανο για να απωθήσει τις δυνάμεις της βόρεια του ποταμού Λίτανυ.
Επίσης υπάρχει μεγάλη πιθανότητα αύξησης των τρομοκρατικών επιθέσεων σε πολλές χώρες του Δυτικού κόσμου από αδρανείς μέχρι τώρα πυρήνες τρομοκρατίας και νεοδημιουργθέντες.
Όσον αφορά το Ισραήλ, είναι σίγουρο ότι ετοιμάζει συγκεκριμένη επίθεση σε στρατιωτικούς στόχους στο Ιραν και ενδεχόμενα στις πυρηνικές υποδομές, που θα εκδηλωθεί σύντομα με αστραπιαίο, καταστροφικό και χειρουργικό τρόπο.
Ο δε Νετανιάχου απευθυνόμενος προς τον Ιρανικό λαό, προσπάθησε να αναδείξει τις εσωτερικές κοινωνικές και πολιτικές αντιδράσεις που υπάρχουν στον λαό του Ιράν επισημαίνοντας την καταπίεση που υφίσταται από την αυταρχική ηγεσία του και ότι στόχος του είναι η ηγεσία αυτή (και οι φρουροί της επανάστασης βέβαια).
https://www.militaire.gr/israil-iran-mesi-anatoli-poies-einai-oi-pithanes-exelixeis/
Η περίπλοκη δυναμική της Μέσης Ανατολής και του Ισλάμ