Του Γιώργου Πινακίδη, δικηγόρου
Υπάρχουν πολλοί τρόποι να διαβάσει κανείς ένα εκλογικό αποτέλεσμα. Να δει την κατάταξη των κομμάτων στις εκλογικές περιφέρειες. Να επισημάνει αυξήσεις ποσοστών σε σχέση με προηγούμενες εκλογικές αναμετρήσεις. Να παραβλέψει, έστω, την επίδραση μιας κολοσσιαίας αποχής στις ποσοστιαίες καταγραφές. Να μετρήσει απόλυτους αριθμούς ψήφων για να τεκμηριώσει άνοδο∙ ή πτώση. Να χειριστεί τους αριθμούς ανάλογα με το επιθυμητό συμπέρασμα. Αυτή είναι μια μαθηματική ανάγνωση.
Στην πολιτική όμως σημασία έχει να ανταποκρίνεσαι στο διακύβευμα της εκάστοτε συγκυρίας. Όπως βέβαια, και μιας εκλογικής αναμέτρησης. Σε όσα έχουν από τα πράγματα αναχθεί ως κρίσιμα και αφορούν την κοινωνία, όπως εκφράζεται μέσα από τους βασικούς θεσμούς εκπροσώπησής της, τα πολιτικά κόμματα. Σε σχέση με στόχους και ορόσημα. Σε σχέση με προκλήσεις και ευκαιρίες. Κερδισμένες και χαμένες.
Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη απειλεί να διαμορφώσει έναν νέο συσχετισμό δυνάμεων, με ευθύνη και των προοδευτικών μερίδων. Να παγιώσει μια Ευρώπη πολλαπλώς ασύμμετρη. Φοβική και αμυντική σε θέματα ασφάλειας και πολιτισμικής φυσιογνωμίας, ανεπαρκή να κατευνάσει ανησυχίες και ανασφάλειες, οικονομικές, ταυτοτικές ή άλλες. Και, από την άλλη πλευρά, μια Ευρώπη με χαμηλό βαθμό αλληλεγγύης και εσωτερικής συνοχής, όταν πρόκειται για ζητήματα δημοσιονομικά, αναπτυξιακά ή αμυντικά. Συμπαγή ή χαλαρή κατά περίπτωση. Μακριά από το όραμα της πραγματικής σύγκλισης. Χωρίς τολμηρές πολιτικές και πρωτοπόρες ηγεσίες.
Όλα αυτά λίγο φαίνεται ότι απασχόλησαν το εγχώριο εκλογικό σώμα στις πρόσφατες Ευρωεκλογές, τουλάχιστον το κλάσμα του που προσήλθε στις κάλπες. Στον βαθμό που η χαμηλή συμμετοχή δεν καθιστά το αποτέλεσμα απρόσφορο για την εξαγωγή πολιτικών συμπερασμάτων, θα μπορούσαμε πάντως να επισημάνουμε δύο στοιχεία: πρώτον, την επιβεβαίωση της πολυδιάσπασης των δυνάμεων της Κεντροαριστεράς και, δεύτερον, την ενίσχυση του ρεύματος της πέραν της Νέας Δημοκρατίας συντηρητικής δεξιάς, υπό τις επιμέρους εκδοχές της. Βρίσκεται άραγε σε εξέλιξη, σε συνάρτηση και με τα ευρωπαϊκά δεδομένα, μια μετατόπιση, αν όχι της βασικής διαιρετικής γραμμής, πάντως του επίκεντρου του πολιτικού συστήματος από το δίπολο (κεντρο)δεξιά – (κεντρο)αριστερά στο δίπολο φιλελεύθερη – ριζοσπαστική δεξιά; Μήπως οι πολίτες επαναξιολογούν την πατριωτική, θρησκευτική ή πολιτισμική συνιστώσα στην άσκηση της πολιτικής; Μήπως η σύγκλιση ετερόκλητων κομματικών σχηματισμών στο κέντρο του πολιτικού φάσματος απορρυθμίζει τις ιδεολογικές πυξίδες και αναδιατάσσει τις πολιτικές δυνάμεις; Έτσι εξηγείται άραγε η αδυναμία των προοδευτικών δυνάμεων να ανασυνταχθούν, όσο το κοινωνικό σώμα δεν προσβλέπει ούτε επενδύει πολιτικά σε αυτές όπως άλλοτε;
Ως έναν βαθμό μπορεί να ισχύει και αυτό. Η αλήθεια όμως είναι ότι το πρόβλημα της Κεντροαριστεράς είναι η «κυβερνησιμότητά» της, η δυνατότητά της να επανακάμψει στην εξουσία. Όχι ότι έχει, ως θα όφειλε, εξαντλήσει τις ιδεολογικές της αναζητήσεις, σε έναν κόσμο διαρκών αλλαγών, με την ορμητική έλευση της τεχνητής νοημοσύνης να διαμορφώνει ένα καινούριο τοπίο με κινδύνους αλλά και ευκαιρίες, στις εργασιακές σχέσεις και αλλού. Ούτε ότι έχει συγκροτήσει, παρά τις άξιες λόγου προσπάθειες, μια ριζοσπαστικά εναλλακτική πολιτική σε σχέση με την τρέχουσα νεοφιλελεύθερη διαχείριση, η οποία συγκαλύπτει τα πιεστικά οικονομικά προβλήματα των πολιτών και τις ανισότητες πίσω από το πέπλο ενός εφαρμοσμένου πολιτικού φιλελευθερισμού. Ενώ, ταυτόχρονα, η υπέρβαση της μνημονιακής συνθήκης καθιστά αντιθέσεις και πεδία αντιπαράθεσης της προηγούμενης δεκαπενταετίας εν πολλοίς ξεπερασμένα. Αναδεικνύεται λοιπόν επιτακτική η ανάγκη διεξαγωγής μιας ιδεολογικής και πολιτικής συζήτησης, που θα δώσει ταυτότητα και στίγμα στον χώρο.
Εξίσου επιτακτική όμως είναι η ανάγκη η Κεντροαριστερά να ξαναγίνει κυβερνώσα. Το οφείλει απέναντι στην κοινωνία που δοκιμάζεται και ιδίως στα πιο αδύναμα τμήματά της. Εξ ονόματος των οποίων δεν μπορεί να πάψει να μιλάει, δεν δικαιούται να εκχωρήσει αυτό το προνόμιο. Πρέπει όμως να δρομολογήσει την ανασύνταξή της. Με όρους πολιτικούς και οργανωτικούς. Ως προαπαιτούμενο για την επαναφορά και την τελική της επικράτηση.
Η υπόθεση αφορά πρωτίστως τα υφιστάμενα κόμματα του χώρου, τα οποία έχουν εξ αντικειμένου πρωταρχικό ρόλο στο εγχείρημα. Οι όποιες διεργασίες δεν μπορούν να εξελιχθούν ερήμην αυτών και των εσωτερικών τους διαδικασιών, γιατί διαφορετικά ελλοχεύει ο κίνδυνος της περαιτέρω κονιορτοποίησης. Αρκεί οι ηγεσίες τους να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων και να αντιληφθούν την κρισιμότητα των στιγμών. Με αυτογνωσία, ευρύτητα πνεύματος και γενναιοδωρία. Με δημιουργική ανοχή απέναντι σε όσα στο παρελθόν αποτέλεσαν σημεία τριβής ή έντασης. Χωρίς δυσπιστία και μικροψυχίες, ενόψει της προοπτικής που διανοίγεται. Και βέβαια -αυτό αφορά κυρίως το εσωτερικό των κομμάτων- χωρίς κλειστά σχήματα, ομαδοποιήσεις συμφέροντος, «δικούς μας» και «άλλους». Είναι η ώρα των μεγάλων συνθέσεων, εντός και εκτός των τειχών.
Η ανασυγκρότηση των προοδευτικών δυνάμεων μπορεί παράλληλα να ορθώσει ανάχωμα στο φαινόμενο της προϊούσας ιδιωτικοποίησης της πολιτικής. Να ενισχύσει την αυτονομία του πολιτικού συστήματος, που τελεί υπό διαρκή απειλή χειραγώγησης από δυνάμεις μη υποκείμενες σε δημοκρατικό έλεγχο. Να επαναφέρει ως κεντρική θεματική την έννοια του δημοσίου συμφέροντος, αναδεικνύοντας όσους εννοούν να το υπηρετήσουν. Να αναβαθμίσει ποιοτικά την πολιτική διαδικασία, που διεξάγεται ολοένα και περισσότερο με όρους αισθητικούς ή επικοινωνιακούς. Να αποκαταστήσει, με άλλες λέξεις, την πολιτική στα πραγματικά της μέτρα.
Βρισκόμαστε σε σημείο καμπής. Η πρόκληση είναι ανοιχτή και είναι μπροστά μας.
“Εξ ονόματος των οποίων δεν μπορεί να πάψει να μιλάει, δεν δικαιούται να εκχωρήσει αυτό το προνόμιο”
η αριστερά έχει άλλο τόσο προνόμιο να μιλάει εξ ονόματος των ασθενών κοινωνικών ομάδων, όσο και… ηθικό πλεονέκτημα.
Εξάλλου είναι παράδοξο να θέλεις να εκπροσωπήσεις την πλειοψηφία μιας κοινωνίας με την θέση ότι αυτή είναι ξενοφοβική και συντηρητική.
ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΔΕΞΙΑ ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ ΑΡΙΣΤΕΡΑ, ΜΟΝΟ ΚΟΚΚΑΛΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΤΩΝ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΑ ΙΕΡΑ! (Καρατζαφέρης).
Η τελευταία παράγραφος ενώ φαντάζει να μην έχει ισχυρό ιδεολογικό πρόσημο εν τούτοις αποτελεί το πολίτικο πρόταγμα των ημερών, το στοίχημα της καμπής, καθώς η αποκατάσταση του πολιτικού πλαισίου αποτελεί την βάση ανάπτυξης των ιδεολογιών και πολιτικών αντιλήψεων και πρακτικών
Ερώτημα: στις προοδευτικές δυνάμεις συμπεριλαμβάνονται και οι γερμανοτσολιάδες ;