12 ΙΟΥΛΙΟΥ 2023
1. Εισαγωγή
Ο ημερήσιος και ειδικός τύπος πληροφορεί ότι η Ελλάς ετοιμάζεται να αποκτήσει αεροσκάφη F-35 για την Πολεμική Αεροπορία. Σύμφωνα με τις δημοσιογραφικές πληροφορίες αλλά και συνεντεύξεις αρμοδίων πολιτικών προσώπων, βρίσκονται σε εξέλιξη διαδικασίες που είναι δυνατόν να οδηγήσουν στην υπογραφή συμβάσεως για την απόκτηση 20 αεροσκαφών F-35A, με δυνατότητα επέκτασης της συμβάσεως για την απόκτηση επιπλέον 20 αεροσκαφών με τους ιδίους όρους. Ειδικότερα, έχει αποσταλεί πριν από ένα έτος στο Αμερικανικό Υπουργείο Αμύνης Επιστολή Αιτήματος (Letter of Request) σχετικά με την τιμή και τη διαθεσιμότητα (Price and Availability (P&A)) είκοσι αεροσκαφών F-35A, με τη δυνατότητα επεκτάσεως ενδεχόμενης παραγγελίας σε είκοσι επιπλέον αεροσκάφη. Επισημαίνεται στο σημείο αυτό ότι το κόστος μίας ενδεχόμενης τέτοιας προμήθειας θα διαπιστωθεί μόνον με την απάντηση της αμερικανικής πλευράς (Επιστολή Προσφοράς και Αποδοχής “Letter of Offer and Acceptance -LOA” ή Δεδομένα Τιμής και Διαθεσιμότητας “Price and Availability Data (P&A)” – αναλόγως με το τι έχει ακριβώς αιτηθεί η Ελληνική Κυβέρνηση μέσω της Επιστολής Αιτήματος). Όλες οι αναφερόμενες «εκτιμήσεις» αποτελούν απλώς εικασίες των συντακτών τους, και όπως θα διαπιστωθεί με την Επιστολή Απαντήσεως, πιθανότατα σημαντικά απέχουσες από την πραγματικότητα.[i]
Η δρομολόγηση της απόκτησης αυτής (Σημείωση για τους μη εξοικειωμένους αναγνώστες: LOR και LOA δεν αποτελούν συμβάσεις προμηθειών, δηλαδή δεν αποτελούν «οριστικοποίηση» (σύναψη συμβάσεως) μίας διακρατικής προμήθειας, αλλά απλώς ερώτημα για τη δυνατότητα μίας τέτοιας προμήθειας και, αντίστοιχα, κατ’ αρχήν συμφωνία (ή και διαφωνία) των Αμερικανών να προβούν οι ίδιοι σε μία τέτοια προμήθεια για λογαριασμό του ερωτώντος, εφ’ όσον αυτός αποφασίσει τελικώς να προβεί στην προμήθεια[ii]) αποτελεί την κατάληξη πολυετούς συζητήσεως περί της σκοπιμότητας απόκτησης του αεροσκάφους, η οποία χρονολογείται τουλάχιστον από τις αρχές της δεκαετίας του 2010 -στην πραγματικότητα από τα τέλη της δεκαετίας του 2000.
Ο συντάκτης του παρόντος σε όλες τις προηγούμενες φάσεις είχε εκφράσει διαφωνία σχετικά με την προμήθεια αυτή, για διαφορετικούς λόγους σε κάθε φάση. Και στη φάση αυτή, η άποψη του γράφοντος είναι ότι η ενδεχόμενη προμήθεια του μαχητικού F-35 αποτελεί ακραίο και ακατανόητο παραλογισμό στο πλαίσιο του συνολικού εξοπλιστικού σχεδιασμού των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων.
Γιατί;
2. Οι Λόγοι για τους Οποίους η Προμήθεια του F-35 στην Παρούσα Φάση είναι Παραλογισμός
Η προμήθεια του αεροσκάφους F-35 από την Ελλάδα στην παρούσα φάση αποτελεί παραλογισμό για τους εξής τέσσερεις θεμελιώδεις λόγους:
2.1 Η προμήθεια του αεροσκάφους F-35 δεν δίνει καμία απάντηση στην οξύτερη, υφιστάμενη και εντεινόμενη επιχειρησιακή απειλή εκ μέρους της Τουρκίας: το βαλλιστικό της πρόγραμμα.
Η οξύτερη, υφιστάμενη και συνεχώς εντεινόμενη επιχειρησιακή απειλή εκ μέρους της Τουρκίας είναι το οπλοστάσιο βαλλιστικών πυραύλων που διαθέτει και συνεχώς αναπτύσσει και ενισχύει.
Από κάποιους παρατηρητές[iii] εκφράζεται ανησυχία για την πολιτική και «στρατηγική» σημασία του βαλλιστικού οπλοστασίου της Τουρκίας, δηλαδή για τη συμβολική του (πολιτική) αξία, τη δυνατότητά του να φέρει ειδικά όπλα (Πυρηνικά-Βιολογικά-Χημικά-Θερμοβαρικά) καθώς και την απειλή για τα αστικά κέντρα που μπορεί να συνιστά. Παραβλέπεται έτσι η πολύ πιο άμεση και οξεία τακτική απειλή που οι βαλλιστικοί πύραυλοι συνιστούν, ιδίως για την Πολεμική Αεροπορία. Η απειλή αυτή, αν και εμμέσως, επισημαίνεται στο άρθρο με τίτλο: «ΟΠΛΙΚΟ ΣΥΣΤΗΜΑ ΚΑΤΕΥΘΥΝΟΜΕΝΩΝ ΒΛΗΜΑΤΩΝ PATRIOT. «Αντικατοπτρισμοί» διδαγμάτων της επιχείρησης «Καταιγίδα της Ερήμου» στην αντιμετώπιση των βαλλιστικών πυραυλικών «Καταιγίδων» της Τουρκίας» του Αντισμηνάρχου (EA) Σωκράτη Σανιδά στο περιοδικό «Αεροπορική Επιθεώρηση» (τ. 123). Στο άρθρο αυτό, για πρώτη φορά επιφυλακτικά και εμμέσως αναγνωρίζεται η τακτική απειλή που θέτουν οι Bora, όπως επίσης αναγνωρίζεται, επιφυλακτικά και εμμέσως η ανεπάρκεια του υφισταμένου συστήματος Patriot να αντιμετωπίσει την απειλή αυτή. Προφανώς ο κ. Σανιδάς συνειδητά υποβαθμίζει ρητώς την απειλή, η οποία όμως προκύπτει ανάγλυφα από το περιεχόμενο της αναλύσεώς του, όπου, ενδεικτικά, φαίνεται η σημειακή αντιβαλλιστική δυνατότητα του Patriot, η αποτελεσματικότητά του μόνον στο πλαίσιο ΣΑΕ πολύ πιο προηγμένου από το υφιστάμενο ελληνικό ΣΑΕ[iv], και οι πολύ περιορισμένες αντιβαλλιστικές δυνατότητες των υφισταμένων στο ελληνικό οπλοστάσιο πυραύλων MIM-104D-GEM, που άλλωστε συνιστούν μέρος μόνον του αποθέματος πυραύλων Patriot της ΠΑ, όπως δηλώνεται στον επίσημο ιστότοπό της.
Στο άρθρο Επιχειρησιακές Προοπτικές της Τουρκικής Αεροπορίας: Προς μία «αλλαγή παραδείγματος»; έγινε εκτενής ανάλυση του πώς οι ΤΕΔ από τη δεκαετία του 2010 έχουν διαφοροποιήσει ουσιωδώς το δόγμα τους. Συνοπτικά, αντί της διενέργειας επιθετικών συνδυασμένων αεροπορικών επιχειρήσεων (Composite Air Operations) για την προσβολή των κρίσιμων -κατ’ αρχάς αεροπορικών- εγκαταστάσεων του αντιπάλου, ήδη στην παρούσα φάση είναι σε θέση να αδρανοποιήσουν (κατ’ ελάχιστον να αδρανοποιήσουν -με τις υφιστάμενες επιδόσεις και απόθεμα, πιθανότατα να εξουδετερώσουν) τα πολεμικά αεροδρόμια της Χώρας που βρίσκονται στο ανατολικό μέρος της, με χρήση βαλλιστικών πυραύλων τύπου Bora και εν συνεχεία ή ταυτόχρονα να τα προσβάλουν με πυραύλους πλεύσης μεγάλου βεληνεκούς τύπου SOM, με ασφάλεια από μεγάλες αποστάσεις, χωρίς να χρειαστεί να διεισδύσουν στην πυκνή και αποτελεσματική ελληνική αεράμυνα[v]. Για την ακρίβεια, οι Τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις έχουν τη δυνατότητα να εξαπολύσουν μαζική, ισχυρή και ακριβή επίθεση εναντίον των ανατολικών στρατιωτικών αεροδρομίων και άλλων κρίσιμων στόχων χωρίς να παραβιάσουν το ελληνικό FIR. Τα αεροδρόμια αυτά αποτελούν τους βασικούς εκπομπούς CAP της ΠΑ.
Σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρεία Roketsan, η εξαγωγική έκδοση του πυραύλου Bora, ο πύραυλος Khan έχει βεληνεκές 280 χλμ. και πολεμική κεφαλή βάρους 450 χλγρ. Είναι προφανές ότι τα νούμερα αυτά έχουν επιλεγεί έτσι ώστε να συμμορφώνονται με το καθεστώς MTCR (300 χλμ. -500 χλγρ.). Θα άγγιζε το όριο της ευήθειας να πιστεύει κανείς ότι αυτές είναι και οι επιδόσεις του Bora, όταν κατά την εκπόνηση των προδιαγραφών οι υπεύθυνοι γνώριζαν ότι με βεληνεκές 300 χλμ. θέτουν εντός βεληνεκούς τη Σκύρο, τη Νέα Αγχίαλο, την Τανάγρα και το Καστέλι, ενώ με βεληνεκές 320 χλμ. θέτουν εντός βεληνεκούς και τη Λάρισα. Η αναφερόμενη ακρίβεια του Bora είναι CEP 10μ. με καθοδήγηση GPS, και η κατασκευάστρια εταιρεία Roketsan δεν έχει δώσει δείγματα αναξιοπιστίας. Αν υποθέσει κανείς ότι δεν μπορεί να επιτευχθεί καθοδήγηση GPS στις τερματικές περιοχές του στόχου, το CEP αυξάνεται στα 50μ. Αυτό σημαίνει ότι εάν εναντίον ενός σημείου του συστήματος συνδετηρίων διαδρόμων βληθούν δέκα πύραυλοι, οι πέντε θα πέσουν εντός ακτίνας 50 μέτρων από το σημείο αυτό. Εάν οι Τούρκοι εστιάσουν τις βολές τους σε τρία πολεμικά αεροδρόμια (Τανάγρα, Λάρισα και Νέα Αγχίαλο), και με μία υπόθεση εργασίας για απόθεμα 150 βλημάτων (εξαιρετικά συντηρητική), είναι προφανές τι μπορούν να επιτύχουν. Κι αυτό, χωρίς να υπολογιστούν οι πύραυλοι SOM.
Η παράδοση του συνόλου των βλημάτων Bora φέρεται να έχει ολοκληρωθεί στις αρχές του 2021. Mε την ολοκλήρωση της ανάπτυξης και τη σταδιακή δημιουργία πολεμικού αποθέματος πυραύλων Tayfun -ρεαλιστικά μέχρι το τέλος της τρέχουσας δεκαετίας, η απειλή αυτή επεκτείνεται στα αεροδρόμια που βρίσκονται στο δυτικό μέρος της Χώρας, και η Πολεμική Αεροπορία και η Χώρα αρχίζουν να τελούν υπό ομηρεία. Τονίζεται ότι η επιχειρησιακή αυτή δυνατότητα κατ’ εξοχήν ευνοεί το πρώτο πλήγμα.
Η απειλή αυτή είναι οξύτατη, άμεση και επεκτεινόμενη· στην πραγματικότητα δεν υφίσταται καμία πιο οξεία, άμεση και επεκτεινόμενη απειλή για τις ΕΕΔ.
Η αντιμετώπισή της απαιτεί την άμεση ανάπτυξη σοβαρής αντιβαλλιστικής δυνατότητας και προστασίας κρίσιμων στόχων του ελληνικού αμυντικού συστήματος, δηλαδή κατ’ ελάχιστον των τριών κυρίων πολεμικών αεροδρομίων που βρίσκονται εντός βεληνεκούς των υφισταμένων βαλλιστικών πυραύλων (Λάρισα, Αγχίαλος και Τανάγρα), τουλάχιστον τριών κρίσιμων Μοιρών Σταθμού Προειδοποίησης και Ελέγχου και των βασικών εγκαταστάσεων του 201 Κέντρου Εφοδιασμού Αεροπορίας, άνευ των οποίων η ΠΑ, πολύ απλά, δεν μπορεί να διεξαγάγει πολεμικές επιχειρήσεις. Προφανώς υφίστανται και άλλοι κρίσιμοι στόχοι που μπορούν να πληγούν με ένα πρώτο πλήγμα (Σαλαμίνα-Αμφιάλη) και που βρίσκονται ήδη εντός του βεληνεκούς του τουρκικού βαλλιστικού οπλοστασίου.
Η ανάπτυξη αντιβαλλιστικής δυνατότητας με τη σειρά της απαιτεί:
(α) Την αύξηση και αναβάθμιση των αντιαεροπορικών συστημάτων Patriot της ΠΑ που έχουν -κατ’ αρχήν- αντιβαλλιστική δυνατότητα. Οι εν ενεργεία έξι (6) Μοίρες Κατευθυνομένων Βλημάτων (21η-26η ΜΚΒ) είναι εφοδιασμένες με τα συστήματα Patriot της εκδόσεως PAC3 αλλά όχι και πυραύλους της εκδόσεως αυτής. Τα συστήματα αυτά έχουν σημαντικές αντιβαλλιστικές δυνατότητες, αλλά:
(i) Στο επίπεδο PAC-3 έχουν εκσυγχρονιστεί τα βασικά συστήματα (ραντάρ, ΚΔΒ), όχι όμως και τα βλήματα του συστήματος. Τα πλέον σύγχρονα βλήματα που διαθέτει η ΠΑ είναι της εκδόσεως MIM-104D (PAC-2/GEM), τα οποία διαθέτουν κατ’ αρχήν αντιβαλλιστική δυνατότητα, η οποία στη Σαουδική Αραβία αποδεικνύεται υπαρκτή αλλά συζητήσιμη. Το συζητήσιμο του πράγματος δεν αφορά μόνον το γεγονός ότι οι καταρρίψεις αφορούν παλαιάς τεχνολογίας βαλλιστικούς πυραύλους, αλλά, πολύ περισσότερο, το τι σημαίνει «επιτυχής αναχαίτιση» (“interception”) εισερχομένου βαλλιστικού πυραύλου. Για να δοθεί η πιο απλή και βασική διάσταση του θέματος -η πιο «ανώδυνη»: συχνότατα καταγράφεται ως καταγράφεται ως «επιτυχής αναχαίτιση» το πλήγμα στον εισερχόμενο πύραυλο, που προκαλεί αποχωρισμό της σχεδόν άθικτης εκρηκτικής κεφαλής η οποία συνεχίζει την πορεία της.[vi] Φυσικά, οι αντιβαλλιστικές δυνατότητες του Patriot έναντι επιθέσεων κορεσμού, που προφανώς θα διενεργήσουν οι Τούρκοι, με περιορισμένα αποθέματα πυραύλων MIM-104D (PAC-2/GEM) και χωρίς την κρίσιμη υποβοήθηση του έγκαιρου εντοπισμού των εισερχομένων πυραύλων από το ΣΑΕ, είναι μία τελείως διαφορετική υπόθεση.
Και φυσικά οι επιθέσεις θα μπορούν να συνδυάζονται από βολές SOM στα όρια του ελληνικού FIR, που μπορούν να βάλουν, και μάλιστα με πολύ μεγαλύτερη ακρίβεια, τους ιδίους στόχους, κι αυτό χωρίς η Τουρκική Αεροπορία να έχει υποχρεωθεί στη διενέργεια πολύπλοκων COMAO, με τις οποίες άλλωστε δεν τα πηγαίνει καλά. Ούτε οι Bora ούτε οι SOM απαιτούν ιδιαιτέρων ικανοτήτων χειριστές.
Σημειώνεται ότι για την αντιμετώπιση συμβατικού στόχου εκτοξεύεται ζεύγος πυραύλων, στην περίπτωση βαλλιστικών πυραύλων η εμπειρία δείχνει ότι απαιτείται η εκτόξευση σημαντικά μεγαλύτερου αριθμού, και ότι κάθε πύραυλος έχει κόστος άνω των οκτώ (8) εκ. δολλαρίων[vii].
(ii) Τα υφιστάμενα συστήματα Patriot (που είναι 6 αλλά με την ανάπτυξη του ενός στη Σ. Αραβία είναι πρακτικά 5) δεν επαρκούν ούτε κατ’ ελάχιστον για την προστασία των κρισίμων στόχων που προαναφέρθηκαν, και απαιτείται η προμήθεια επιπλέον συστημάτων (και πυραύλων). Για να αποφευχθούν παρεξηγήσεις από αναγνώστες που θα δουν τις «εμβέλειες» των βλημάτων και των ραντάρ, η αντιβαλλιστική εμβέλεια των πυραύλων είναι πρακτικά σημειακή, συνεπώς απαιτείται μία πυροβολαρχία ανά προστατευόμενο στόχο.
(β) Την άμεση αναβάθμιση του υφισταμένου Συστήματος Αεροπορικού Ελέγχου, και κυρίως των βασικών του αισθητήρων (ραντάρ). Τα αντιαεροπορικά συστήματα Patriot δεν μπορούν να αποδώσουν αυτοτελώς, χωρίς προηγούμενη προειδοποίηση και καθοδήγηση από το ΣΑΕ. Στην πραγματικότητα, όλες οι επιδόσεις των αντιβαλλιστικών συστημάτων επιτυγχάνονται με την παντοειδή υποστήριξή τους από αισθητήρες εκτός του οργανικού τους ραντάρ (ραντάρ επιτηρήσεως, δορυφόροι κ.λπ.). Τα υφιστάμενα ραντάρ του ελληνικού ΣΑΕ είναι πεπαλαιωμένα ούτως ή άλλως, και πάντως δεν έχουν αντιβαλλιστική δυνατότητα.
Το σύνολο των ανωτέρω αναβαθμίσεων είναι ιδιαίτερα υψηλό.
Είναι αξιοσημείωτο ότι στο άρθρο του Αντισμηνάρχου Σανιδά που αναφέρθηκε ανωτέρω, αφού αναγνωρίζεται εμμέσως η αδυναμία του υφισταμένου αντιβαλλιστικού δυναμικού της ΠΑ να αντιμετωπίσει τους υφισταμένους τουρκικούς βαλλιστικούς πυραύλους, ως βέλτιστη τακτική προτείνεται φευγαλέα η εφαρμογή “Bora CAPs”[viii]. Η εφαρμογή μίας τέτοιας τακτικής είναι αλυσιτελής στην περίπτωσή μας· άλλωστε δεν έχει αποδώσει και στον Περσικό Κόλπο, όπου εφαρμόστηκε υπό πολύ ευνοϊκότερες συνθήκες. Οι λόγοι είναι οι ακόλουθοι:
- Στον Πόλεμο του Κόλπου υπήρχε Συμμαχική αεροπορική κυριαρχία και τεράστιο αεροπορικό δυναμικό διαθέσιμο. Συνεπώς ήταν εύκολο να διατεθεί μεγάλος αριθμός μαχητικών για την ποσοτικά απαιτητική αυτή αποστολή. Αντιθέτως, στην περίπτωσή μας τα “Bora CAPs” θα πρέπει να εκτελούνται κατά τη στιγμή που τα μαχητικά θα είναι απολύτως απαραίτητα για κλασικές αμυντικές (DCA) και επιθετικές (OCA) επιχειρήσεις εναντίον της ΤΑ. Επισημαίνεται ότι η επιτήρηση θα πρέπει να είναι εικοσιτετράωρη, με ό,τι αυτό σημαίνει σε απαιτήσεις αεροσκαφών και χειριστών.
- Η απόλυτη αεροπορική υπεροχή της Συμμαχίας στον Πόλεμο του Κόλπου σήμαινε ότι τα αεροσκάφη είχαν την ευχέρεια να πετούν επάνω από τις περιοχές που επιτηρούσαν. Στην περίπτωσή μας, τα μαχητικά δεν μπορούν να πετούν όχι απλώς υπεράνω των επιτηρούμενων περιοχών, αλλά ούτε καν σε κοντινή απόσταση από αυτές.
- Στην περίπτωση του Περσικού Κόλπου και εξ αιτίας της Συμμαχικής αεροπορικής κυριαρχίας, τα Συμμαχικά μαχητικά μπορούσαν να πετούν κατά ζεύγη και οπλισμένα, και μόλις εντόπιζαν τους εκτοξευτήρες των πυραύλων Scud, να τους προσβάλλουν αμέσως με τα φερόμενα όπλα αέρος-εδάφους. Στην περίπτωσή μας, σε ενδεχόμενο εντοπισμό τουρκικού εκτοξευτήρα, η απαιτούμενη αεροπορική προσβολή του θα πρέπει να λάβει χώρα σε περιοχή που -ευρέως- θα καλύπτεται από αντιαεροπορικά όπλα (από το ολοένα ενισχυόμενο αντιαεροπορικό δυναμικό της Τουρκίας) και από πυκνά τουρκικά CAP. Με άλλα λόγια, θα απαιτεί την εκπομπή COMAO, τα οποία θα πρέπει να ξεκινήσουν εκείνη την ώρα από τις βάσεις τους. Δεδομένου ότι οι κινητοί εκτοξευτήρες βαλλιστικών πυραύλων είναι “Time Sensitive Targets”, προφανώς η προσβολή τους στην περίπτωσή μας είναι πρακτικά αδύνατη.
- Δεδομένου ότι η εκτόξευση βαλλιστικών πυραύλων πιθανότατα θα αποτελέσει μία από τις εναρκτήριες πολεμικές ενέργειες της Τουρκίας, αν όχι την εναρκτήρια πολεμική ενέργεια, τα περιπολούντα αεροσκάφη θα ενεργούν αρχικά σε συνθήκες ειρήνης, και σε περίπτωση εντοπισμού (πιθανών) εκτοξεύσεων, θα πρέπει να αποφασιστεί εάν η ΠΑ θα προβεί σε μία άμεση, ανοικτή πολεμική ενέργεια. Σε περίπτωση μεμονωμένων εκτοξεύσεων, οι Τούρκοι μπορούν κάλλιστα να εκδώσουν NOTAM για εκτέλεση πυρών στο Κεντρικό Αιγαίο (διεθνή ύδατα), και οι Έλληνες να μην μπορούν να αποφασίσουν εάν μια τουρκική εκτόξευση είναι πολεμική ενέργεια που απαιτεί άμεση (πολεμική) αντίδραση, ή μία προκλητική ενέργεια που μπορεί να παγιδεύσει την Ελλάδα στην έναρξη πολέμου.
- Οι προαναφερόμενες δυσκολίες πολλαπλασιάζονται εάν οι Τούρκοι, όπως είναι πιθανόν, προβούν σε μαζικές και όχι μεμονωμένες εκτοξεύσεις βαλλιστικών πυραύλων.[ix]
Η προμήθεια αεροσκαφών F-35 δεν συμβάλλει κατ’ ουδέναν τρόπο στην αντιμετώπιση της υφιστάμενης απειλής, ούτε άμεσα, ούτε στο μέλλον -όταν δηλαδή θα αποδοθούν επιχειρησιακά αεροσκάφη στην ΠΑ σε κάποιον αριθμό που να έχει στοιχειώδη επιχειρησιακή σημασία, δηλαδή κάπου στα μέσα της επόμενης δεκαετίας.
Αντιθέτως, η προμήθεια των αεροσκαφών F-35, ιδίως όπως θα είναι εμπροσθοβαρής κατά τον τρόπο πληρωμής της (ακολουθώντας ένα χρονοδιάγραμμα πληρωμών αντίστοιχο των προγραμμάτων αναβάθμισης των Α/Φ Ρ-3Β και F-16), αποκλείει τη δυνατότητα ανάπτυξης αντιβαλλιστικής προστασίας για την ΠΑ και τις ΕΕΔ.
Περιττό να ειπωθεί ότι η πραγματικά αποτελεσματική αντιμετώπιση της τουρκικής βαλλιστικής απειλής απαιτεί και την απόκτηση αντίστοιχης, έστω και μικρότερης ποσοτικά[x], βαλλιστικής απειλής από τις ΕΕΔ, δεδομένου ότι η αποτελεσματική αντιβαλλιστική άμυνα κρίνεται αμφίβολη με τα τρέχοντα δεδομένα. Η απόκτηση τέτοιας δυνατότητας δεν είναι μόνον οικονομικά αδύνατη εν όψει ενδεχόμενης απόκτησης F-35 αλλά αποτελεί και ενδιαφέρον ερώτημα η πολιτική πτυχή της απόκτησης τέτοιων συστημάτων. Επιπλέον, η γεωγραφική διαμόρφωση του θεάτρου επιχειρήσεων ευνοεί αποφασιστικά την Τουρκία σε μία «βαλλιστική» αντιπαράθεση. Οι ευνοϊκές θέσεις εκτοξεύσεως για τους τουρκικούς βαλλιστικούς βρίσκονται σε τέσσερεις χερσονήσους της Μικρασίας (Τρωάδα, Ερυθραία, Μαγνησία, Αλικαρνασσός) που αποτελούν προεκτάσεις του ηπειρωτικού όγκου -η Τρωάδα έχει η ίδια σημαντικό όγκο- και η είσοδος, έξοδος και απόκρυψη εκτοξευτήρων εκεί είναι σχετικά εύκολη. Αντίθετα, στην Ελλάδα, οι περιοχές που βρίσκονται κοντά στην Ιωνία και θα παρείχαν ευνοϊκές, από απόψεως βεληνεκούς, θέσεις, είναι νησιωτικές, με αποτέλεσμα η είσοδος, έξοδος και απόκρυψη εκεί να είναι σημαντικά πιο δύσκολη.
Εάν ο αμυντικός σχεδιασμός των ΕΔ προβλέπει κάτι ουσιώδες σε σχέση με τη βαλλιστική απειλή της Τουρκίας, είναι παντελώς ακατανόητο γιατί αυτό δεν έχει λάβει άμεση προτεραιότητα έναντι της προμήθειας των αεροσκαφών F-35, αφού η βαλλιστική απειλή είναι άμεση και οξεία, ενώ το όποιο επιχειρησιακό όφελος από την ύπαρξη μίας (επιχειρησιακής) μοίρας αεροσκαφών F-35 -που ΔΕΝ αντιμετωπίζουν αυτή την απειλή- τοποθετείται στα μέσα της επόμενης δεκαετίας. Η αγνόηση της τουρκικής βαλλιστικής απειλής κινείται στις χειρότερες (και δυστυχώς ισχυρές) «παραδόσεις» εφησυχασμού και χαλαρότητας των Ε.Ε.Δ. που κόστισαν πανάκριβα κατά τον 20ο αιώνα. Η συνήθης πρόφαση ότι «οι Tayfun είναι ακόμη υπό ανάπτυξη» πάσχει από τα ακόλουθα τρία θεμελιώδη προβλήματα:
(α) Στην καλύτερη περίπτωση, ο πύραυλος Tayfun βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο ανάπτυξης, αφού έχουν εκτελεστεί ήδη δοκιμαστικές βολές. Μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα υπάρχει πιθανότατα μεγάλο πολεμικό απόθεμα του όπλου.
(β) Ο πύραυλος Bora βρίσκεται σε πλήρη επιχειρησιακή χρήση, και με σε σημαντικό πολεμικό απόθεμα (όχι για τα μάτια του κόσμου). Το όπλο μπορεί να θέσει εκτός ενεργείας σημαντικό μέρος της αεροπορικής δύναμης της Χώρας που βρίσκεται εντός του βεληνεκούς του.
(γ) Η οποιαδήποτε αντίδραση, είτε αφορά την ανάπτυξη αντιβαλλιστικής δυνατότητας είτε την απόκτηση βαλλιστικών πυραύλων (σε συγκρίσιμο απόθεμα) δεν είναι απλώς πολύ μεγάλου κόστους αλλά απαιτεί και σημαντικό χρόνο. Κι αυτό, έναντι ενεργού, παρούσας απειλής.
2.2 Η προμήθεια F-35 καθιστά αδύνατη ή απομακρύνει για το απώτερο μέλλον την εκμετάλλευση των υφισταμένων αεροσκαφών της ΠΑ, αφού καθιστά οικονομικά ανέφικτη την προμήθεια των κρίσιμων όπλων που είναι απαραίτητα.
Στην παρούσα φάση η ΠΑ έχει έναν ποιοτικά και αριθμητικά ικανοποιητικό στόλο μαχητικών αεροσκαφών: 83 αεροσκάφη F-16 αναβαθμίζονται ήδη στο επίπεδο Viper, αποκτώνται σταδιακά 24 μαχητικά Rafale (έχουν παραληφθεί τα 16), επανέρχονται σταδιακά (αν και αργά) σε επιχειρησιακή ετοιμότητα τα 24 αεροσκάφη M2000-5, ενώ συνεχίζουν να επιχειρούν 30 αεροσκάφη F-4E Peace Icarus 2000. Η αναβάθμιση του δυναμικού των μαχητικών μπορεί και πρέπει να επεκταθεί άμεσα και -συγκριτικά- οικονομικά, με την επέκταση του εκσυγχρονισμού των 37 F-16Bl50 στο επίπεδο -V, επέκταση την οποία η κατασκευάστρια εταιρεία έχει προτείνει[xi] και είναι απολύτως εφικτή τεχνικά. Με μία τέτοια επέκταση, ο αριθμός των -V της ΠΑ θα ανέλθει στα ~120.
O αεροπορικός αυτός στόλος υπερέχει ποιοτικά έναντι του αντίστοιχου τουρκικού στόλου μαχητικών, τόσο του υφισταμένου όσο και όποιου είναι ενδεχόμενο να αποκτηθεί στο προβλεπτό μέλλον.
Ο υφιστάμενος αεροπορικός στόλος μπορεί να επιβληθεί του αντιστοίχου αεροπορικού σε εμπλοκές αέρος-αέρος, που άλλωστε είναι το πεδίο στο οποίο η ΠΑ είναι κορυφαία διεθνώς. Η αχίλλειος πτέρνα της ΠΑ είναι οι ικανότητες αέρος-εδάφους, δηλαδή η ικανότητα προσβολής χερσαίων στόχων υψηλής σημασίας. Η ικανότητα αυτή εξαρτάται κατ’ εξοχήν από τα όπλα αέρος-εδάφους που διαθέτει μία αεροπορία. Στην περίπτωση της ΠΑ, τα όπλα αυτά αποτελούν μία κρίσιμη έλλειψη. Η κρισιμότερη έλλειψη της ΠΑ αφορά τα όπλα αέρος-εδάφους μεγάλου βεληνεκούς. Είναι ακριβώς η κατηγορία των όπλων που επιτρέπει στα πακέτα αεροσκαφών που εκτελούν επιθετικές επιχειρήσεις να πλήττουν τους στόχους τους από μακριά, με σχετική ασφάλεια από την αντίπαλη αεράμυνα, χωρίς να χρειαστεί να διεισδύσουν στο πυκνό πλέγμα της τουρκικής αεροπορικής άμυνας, που αποτελείται από εξαιρετικό ΣΑΕ, ολοένα και πυκνότερο δίκτυο Α/Α όπλων και μεγάλο πλήθος CAP, καθώς τα μαχητικά έχουν αποδεσμευτεί από την εκτέλεση COMAO που απορροφούν μεγάλους αριθμούς μαχητικών για αεροπορικές επιθέσεις. Με μειωμένη επιθετική ικανότητα και με μεγάλες απώλειες εξ αιτίας της απαίτησης να διεισδύουν βαθιά στον προστατευόμενο τουρκικό χώρο, είναι προφανές πώς καταλήγει η αεροπορική μάχη, όποια και να είναι η επίδοση της ΠΑ στη μάχη αέρος-αέρος. Και φυσικά, η Χώρα επιπλέον φιλοδοξεί να έχει αεροναυτική παρουσία τόσο στην Κύπρο όσο και στη ΝΑ Μεσόγειο, όπου έχει μείζονα συμφέροντα να προστατεύσει.
Είναι μάλλον προφανές ποια είναι τα αναφερόμενα όπλα: κατευθυνόμενες βόμβες της οικογένειας SPICE, πύραυλοι AGM-158 JASSM, πύραυλοι AGM-84 Harpoon στις προηγμένες του εκδόσεις, πύραυλοι AGM-88E AARGM, αλλά και κατευθυνόμενες βόμβες ανεμοπορίας SDB Ι, και όλα αυτά σε σοβαρά πολεμικά αποθέματα ώστε να μπορούν να υποστηρίξουν πραγματικές επιχειρήσεις κι όχι απλώς να καταγραφούν ονομαστικά στο οπλοστάσιο της Χώρας.
Τα όπλα αυτά δεν αποτελούν μόνον μία κρίσιμη και πιεστική «έλλειψη» για την ΠΑ, αλλά της είναι τόσο απαραίτητα όσο οι σφαίρες για τα τυφέκια του ΕΣ. Το υφιστάμενο οπλοστάσιο της ΠΑ δεν μπορεί να υποστηρίξει επιθετικές επιχειρήσεις χωρίς απαγορευτικές απώλειες που οδηγούν σε αεροπορική ήττα. Το μοναδικό όπλο μεγάλου βεληνεκούς, ο πύραυλος SCALP, πάσχει από το μειονέκτημα ότι στον ελληνικό σχεδιασμό φέρεται από τα αεροσκάφη της 114 ΠΜ που έχουν κατ’ εξοχήν ρόλο αέρος-αέρος. Για να βληθούν, και μάλιστα σε σημαντικό όγκο (έτσι ώστε να έχουν κάποιο αποτέλεσμα) πρέπει τα αεροσκάφη της 331Μ ή της 332Μ να αποσπαστούν από καθήκοντα ιδιαίτερα πιεστικά (ιδίως για την 332). Από τα 24 Rafale (ρεαλιστικά διαθέσιμες 4 τετράδες στην έναρξη των επιχειρήσεων) αρχίζουν να αναπτύσσονται εξωπραγματικές απαιτήσεις: εκτόξευση πυραύλων SCALP, καταστροφή ή καταστροφή HVA της ΤΑ, δράση στις εκτεταμένες εκτάσεις της ΝΑ Μεσογείου, διενέργεια ΤΑΥΝΕ. Και επιπλέον των SCALP, υπάρχουν και… 40 JSOW. Όποιος αποφάσισε την παραγγελία αυτού του αριθμού όπλων είχε μία περίεργη αντίληψη χιούμορ.
Επιπλέον, τα απαιτούμενα όπλα αέρος-εδάφους δεν αφορούν «μελλοντικές» ανάγκες ή «μελλοντικά αεροσκάφη», αλλά αφορούν τα υφιστάμενα αεροσκάφη (τα F-16Bl50/52+/52+Adv) ακόμη και προ του εκσυγχρονισμού τους. Τα αναφερόμενα αεροσκάφη αποτελούν και την κύρια δύναμη βομβαρδισμού της ΠΑ.
Είναι πραγματικά «ακατανόητο» το πώς είναι δυνατόν να έχει δρομολογηθεί διαδικαστικά η προμήθεια αεροσκάφους F-35 (με την επιστολή Αιτήματος) με ορίζοντα δεκαετίας για πραγματική επίπτωση στα επιχειρησιακά δεδομένα, ενώ για την προμήθεια όπλων, που είναι επείγουσα κι επιτακτική ανάγκη εδώ και… δεκαετίες, και συζητείται επίμονα από την επανέναρξη του ενδιαφέροντος για την ανάταξη της άμυνας το φθινόπωρο του 2020, δεν έχει υπάρξει η παραμικρή πραγματική πρόοδος. Δεν μιλάμε για δρομολόγηση προμήθειας, μιλάμε για κάποια πρόοδο, έστω. Η σειρά προτεραιότητας των προμηθειών εγείρει σοβαρότατα ερωτήματα.
Έχει σημασία να επισημανθεί και μία ακόμη πτυχή της σημασίας των όπλων, εν όψει της ενδεχόμενης προμήθειας αεροσκαφών F-35. Το αεροσκάφος F-35 συνελήφθη ως ιδέα κατά τη δεκαετία του 1990, όταν τα τότε διαθέσιμα όπλα ήταν χαρακτηριστικά μικρού βεληνεκούς και η προσβολή στόχων επέβαλε την προσέγγισή τους σε αντίστοιχα μικρές αποστάσεις. Έτσι ζητήθηκε ένα αεροσκάφος με χαρακτηριστικά αφάνειας, ώστε να αποφεύγει κατά το δυνατόν την απειλή από τα αντιαεροπορικά όπλα που θα προστάτευαν τους στόχους του. Από την εποχή εκείνη και μέχρι σήμερα, η εμβέλεια των όπλων αέρος-εδάφους έχει αυξηθεί δραματικά. Η βασική προσέγγιση πλέον δεν είναι να προσεγγίσει το επιθετικό αεροσκάφος «αόρατο» τον στόχο του και να τον προσβάλει εκ του σύνεγγυς αλλά να τον προσβάλει από μακριά, παραμένοντας εκτός της εμβέλειας της αντιαεροπορικής του προστασίας.
Ας σημειωθεί ότι το κόστος για το κάθε αναφερόμενο όπλο είναι στην περιοχή τιμών του εκατομμυρίου δολαρίων, με εξαίρεση τα όπλα της οικογενείας SPICE και SDB, που είναι κάπως φτηνότερα αλλά είναι απαραίτητα σε πολύ μεγαλύτερες ποσότητες. Το συνολικό κόστος της αγοράς όπλων υπερβαίνει σημαντικά το ένα δισ. δολάρια -εάν πρόκειται να αγοραστούν τα απαραίτητα όπλα σε ποσότητες επιχειρήσεων και όχι επιδείξεως. Τονίζεται ότι η ΤΑ, με εθνικά μέσα, προχωρά στη δημιουργία πραγματικά πολεμικών αποθεμάτων για τα όπλα της.
Η προτεραιότητα των επιλογών της ΠΑ είναι ακατανόητη.
2.3 Η προμήθεια του αεροσκάφους F-35 μεταθέτει χρονικά κρίσιμες, επείγουσες ανάγκες των άλλων Κλάδων των Ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων, ιδίως του Πολεμικού Ναυτικού
Ο κορμός του Στόλου του Πολεμικού Ναυτικού, η Διοίκηση Φρεγατών, στην παρούσα φάση αποτελείται από τέσσερεις (4) φρεγάτες κλάσεως «Ύδρα» (Meko 200) και από εννέα (9) φρεγάτες κλάσεως «Έλλη» (S). Από τις φρεγάτες αυτές, οι κλάσεως Έλλη έχουν μάλλον θεωρητική παρουσία και απαιτούν άμεση και επείγουσα αντικατάσταση, οι δε φρεγάτες κλάσεως Ύδρα χρήζουν υπερ-επειγόντως εκσυγχρονισμού αν πρόκειται να παραμείνουν κι άλλο σε υπηρεσία. Το είδος του εκσυγχρονισμού αυτού αποκαλείται διεθνώς «Εκσυγχρονισμός Μέσης Ζωής» επειδή εκτελείται κατά το μέσον του εκτιμώμενου χρόνου χρήσεως του σκάφους, που συνήθως τοποθετείται στα σαράντα (40) έτη, συνεπώς γίνεται περί τα είκοσι (20) έτη χρήσεώς του.
Για την αντιμετώπιση του προβλήματος αυτού, το μόνο μέτρο που έχει ληφθεί είναι η προμήθεια τριών (3) φρεγατών κλάσης Belharra. Ασχέτως της ορθότητας ή μη της -τετελεσμένης πλέον- προμήθειας, είναι προφανές ότι αυτή είναι απολύτως ανεπαρκής ακόμη και για τη στοιχειώδη αντιμετώπιση του προβλήματος της κατάρρευσης της Διοικήσεως Φρεγατών (γιατί περί αυτού πρόκειται). Δεν χρειάζεται να εξηγηθεί αναλυτικά ότι το κόστος για την προμήθεια επαρκούς αριθμού κυρίων μονάδων και εκσυγχρονισμού των υφισταμένων κλάσεως Ύδρα είναι πολύ υψηλό. Ελπίζεται ότι η πλήρης αποτυχία του αρχικού σχεδίου για ενίσχυση του Στόλου («πακέτο» Ναυπηγείων Ελευσίνας-αποκτήσεως MMSC-εκσυγχρονισμού Meko) έχει αφήσει κάποια διδάγματα σχετικά με την πολυπλοκότητα της αποκτήσεως πλοίων και δεν θα επαναληφθούν «πρωτοβουλίες» του Υπουργείου Αναπτύξεως.
Η επείγουσα ανάγκη για φρεγάτες είναι μόνον μία από τις πολύ ακριβές και εξαιρετικά επείγουσες εξοπλιστικές ανάγκες των Ενόπλων Δυνάμεων. Ενδεικτικά και μόνον, οι ΕΕΔ υστερούν δραματικά έναντι των ΤΕΔ σε ό,τι έχει σχέση με το Ηλεκτρομαγνητικό Φάσμα, παρ’ όλο που η κυριαρχία (ή έστω υπεροχή) σε αυτό είναι πολύ κρισιμότερη από την παρουσία πολλών οπλικών συστημάτων. Μπορεί να παρατεθεί ένας μεγάλος κατάλογος επειγουσών και ακριβών αναγκών που είναι πολύ πιο επείγουσες από την απόκτηση του αεροσκάφους F-35.
2.4 Η προμήθεια του αεροσκάφους F-35, ακόμη κι αν αυτή κρίνεται σκόπιμη από τις Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, γίνεται ενώ το αεροσκάφος είναι εμφανώς ανώριμο, και θα επιβαρύνει τον αμυντικό προϋπολογισμό με το κόστος αποκατάστασης των εγνωσμένων αδυναμιών του.
Όπως είναι παγκοίνως γνωστό, το αεροσκάφος F-35, εξ αιτίας πλήθους ανορθόδοξων -και εκ του αποτελέσματος λανθασμένων- επιλογών κατά τη φάση του σχεδιασμού του προγράμματος, έχει εξαιρετικά προβληματική φάση αναπτύξεως. Η αναφορά δεν γίνεται εδώ στα προβλήματα που δεν αφορούν εμάς αλλά αποκλειστικά το Υπουργείο Αμύνης του ΗΠΑ, δηλαδή την εξωφρενική υπέρβαση του κόστους και του χρονοδιαγράμματος ανάπτυξης. Θα αναφερθούμε στα προβλήματα που αφορούν άμεσα εμάς, ως ενδεχόμενους αγοραστές του συστήματος, και τα οποία δεν σχετίζονται με την επιχειρησιακή καταλληλότητα ή μη του αεροσκάφους για την ΠΑ. Τα βασικά, ενεργά προβλήματα είναι:
2.4.1 Η ανάγκη αναβαθμίσεως του κινητήρα
Είναι επισήμως γνωστό, ήδη από το καλοκαίρι του 2022, ότι ο κινητήρας F135 του F-35 παράγει ανεπαρκή ισχύ και απαιτεί ριζική ενίσχυσή του προκειμένου να μπορεί να τροφοδοτεί τα ηλεκτρονικά του συστήματα χωρίς να φθείρεται υπέρμετρα. Δεν πρόκειται για «αναβάθμιση» του κινητήρα αλλά για επίλυση τεχνικού προβλήματος.
Μέχρι στιγμής δεν έχει καν αποφασιστεί ποια λύση θα δοθεί στο πρόβλημα. Μετά από μία αρχική διαμάχη για το εάν θα αναβαθμιστεί ο υφιστάμενος PW F135 με το λεγόμενο πρόγραμμα Engine Core Upgrade, ή εάν τα νέα αεροσκάφη θα λάβουν νέο κινητήρα, νέας τεχνολογίας που αναπτύσσεται στο πλαίσιο του προγράμματος Adaptive Engine Transition Program (AETP) για τον σχεδιαζόμενο επόμενο μαχητικό των ΗΠΑ, διαφαινόταν η πρόκριση της λύσης του ECU από την Αμερικανική Αεροπορία. Η λύση αυτή σημαίνει ότι ο βασικός προμηθευτής κινητήρων παραμένει η Pratt & Whitney. Μέσα στον Ιούνιο, όμως, η κατασκευάστρια εταιρεία του αεροσκάφους, που μέχρι τώρα είχε παραμείνει ουδέτερη μεταξύ των δύο επιλογών (και εταιρειών Pratt & Whitney και General Electric) έλαβε θέση υπέρ της ανάγκης εγκαταστάσεως νέου κινητήρα, άρα υπέρ της προσαρμογής του AETP και για το F-35, αφού «απλή ενίσχυση του F135 δεν θα λύσει το πρόβλημα για εκδόσεις του F-35 πέραν της εκδόσεως Block 4».[xii]
Συμπερασματικά: επειγόμαστε να προμηθευτούμε ένα αεροσκάφος για το οποίο γνωρίζουμε (επισήμως) ότι ο κινητήρας του θα πρέπει να υποστεί μείζονες τροποποιήσεις, οι οποίες θα καταστούν διαθέσιμες… λίγο αφού το προμηθευτούμε -ή, εναλλακτικά, θα χρειαστεί ολική αντικατάσταση κινητήρα. Με την οριστικοποίηση της παραγγελίας που έχει δρομολογηθεί με την Επιστολή Αιτήματος, με βεβαιότητα παραγγέλνουμε αεροσκάφη που θα χρειαστούν μείζονες τροποποιήσεις, που κυμαίνονται από την εργοστασιακή εφαρμογή του ECU (στην καλύτερη περίπτωση) μέχρι την αντικατάσταση του κινητήρα με αυτόν του AETP. Το να αναμένουμε μέχρι, τουλάχιστον, να ξεκαθαριστεί τι ακριβώς θα χρειαστεί αυτό που θα πάρουμε -μήπως και πάρουμε αεροσκάφος με ECU εγκατεστημένο εξ αρχής στους κινητήρες- δεν φαίνεται να περνά από το μυαλό κάποιου υπευθύνου να καθυστερήσει η προμήθεια τουλάχιστον μέχρι να μάθουμε τι επιβάρυνση θα έχει αυτό που προμηθευόμαστε: τη μείζονα τροποποίηση του κινητήρα (με κόστος που θα επιβαρύνει εμάς) ή την ολική αντικατάστασή του (και πάλι με κόστος που θα επιβαρύνει εμάς).
2.4.2 Η πρόθεση για απόκτηση της εκδόσεως TR3 , λόγω μη διαθεσιμότητας της εκδόσεως Block 4, ενώ η «αναβάθμιση» στην έκδοση Block 4 είναι υποχρεωτική
Όπως είναι γνωστό, η έκδοση Block 4 του αεροσκάφους είναι η πρώτη που θα λύνει με τρόπο συνολικό(;) τα διαγνωσμένα προβλήματα του αεροσκάφους, ενώ αποτελεί και τη μείζονα αναβάθμιση του αεροσκάφους, με νέες στοιχεία[xiii] (νέο ραντάρ AN/APG-85, μείζονες αναβαθμίσεις δυνατοτήτων Ηλεκτρονικού Πολέμου, νέο ηλεκτροπτικό, νέο θάλαμο διακυβέρνησης, ναυτιλιακά συστήματα και όπλα). Στην παρούσα φάση είναι διαθέσιμη η προγενέστερη έκδοση Block3 TR3 (αν και αυτή επίσης δεν έχει πιστοποιηθεί). Η έκδοση που διατίθεται στην Ελλάδα, προφανώς στο πλαίσιο της συγκεκριμένης Επιστολής Αιτήματος που έχει κατατεθεί, είναι η έκδοση TR3, όπως ρητώς διευκρίνισε ο Εκτελεστικός Αντιπρόεδρος της κατασκευάστριας εταιρείας Gregory Ulmer τον Ιανουάριο του 2023.[xiv] Ο Δ’ Κλάδος του ΓΕΑ επιθυμεί διακαώς την απόκτηση της εκδόσεως Block 4 και όχι TR3, αλλά η επιθυμία αυτή δεν είναι συμβατή με την απεσταλμένη Επιστολή Αιτήματος και την εξέλιξη του προγράμματος F-35.
Με δεδομένο ότι η απαίτηση για το F-35 δεν αποβλέπει στην κάλυψη καμίας άμεσης επιχειρησιακής ανάγκης αλλά η επιχειρησιακή της επίδραση θα ανάγεται στα μέσα της επόμενης δεκαετίας, είναι πραγματικά ακατανόητη η σπουδή για την άμεση δέσμευση της Χώρας στο πρόγραμμα και την υποδεέστερη -και προβληματική- έκδοση του αεροσκάφους.
2.4.3 Το αεροσκάφος δεν έχει κηρυχθεί ακόμη πλήρως επιχειρησιακά έτοιμο.
Πέραν των συγκεκριμένων, ήδη διαγνωσμένων προβλημάτων του αεροσκάφους, που προφανώς είναι πολύ περισσότερα από τα δύο κύρια αναφερόμενα παραπάνω, το αεροσκάφος δεν έχει καν κηρυχθεί πλήρως επιχειρησιακό (FOC) (προϋπόθεση για την έναρξη παραγωγής πλήρους ρυθμού και όχι χαμηλού ρυθμού, όπως τώρα). Το αεροσκάφος δεν έχει υποβληθεί ακόμη στις δοκιμές σε «Διακλαδικό Επιχειρησιακό Περιβάλλον» – “Joint Simulation Environment”, η ίδια η ανάπτυξη του οποίου παραμένει παγωμένη εδώ και έτη. Το αεροσκάφος έχει ανοικτές μείζονες παρατηρήσεις (το σύνολο των ανοικτών παρατηρήσεων είναι 831).
2.4.4 Σύνοψη
Με απλά λόγια: ενώ έχουμε κρίσιμες, πιεστικές και πανάκριβες εξοπλιστικές εκκρεμότητες ανοικτές, για κάποιον ακατανόητο λόγο σπεύδουμε να «κλείσουμε» ένα αεροσκάφος που θα επιδράσει επιχειρησιακά σε ορίζοντα δεκαετίας, και το οποίο είναι εμφανές και στον πλέον καλόπιστο παρατηρητή ότι δεν είναι ώριμο και εάν αποκτηθεί τώρα, θα απαιτήσει άμεσα κοστοβόρες αναβαθμίσεις, όχι για την επαύξηση των δυνατοτήτων του αλλά για την αποκατάσταση προβλημάτων. Ακόμη κι επίλυση των προβλημάτων αυτών είναι, στην πραγματικότητα, αμφίβολη, γιατί τα προβλήματα που αντιμετωπίζονται δεν είναι τα κλασικά προβλήματα ανάπτυξης συστημάτων, αλλά απότοκα βασικών συλλήψεων και πρακτικών που υιοθετήθηκαν κατά την αρχική φάση του προγράμματος (“concurrency” και ανάπτυξη μέσω ηλεκτρονικών προσομοιώσεων και όχι δοκιμών -πρακτικές που το Πεντάγωνο έχει αποφασίσει ότι δεν θα χρησιμοποιήσει στο μέλλον). Έτσι, ο κινητήρας κυνηγά να καλύψει επιδόσεις που έχουν προκύψει μία εικοσαετία μετά τον σχεδιασμό του αρχικού συστήματος -επειδή το αρχικό σύστημα είναι ακόμη υπό εξέλιξη, ενώ ο έλεγχος της πολυπλοκότητας του λογισμικού, το επίφοβο “management of complexity” του software engineering, φαίνεται να είναι εκτός ελέγχου· ως γνωστόν, το πρόβλημα αυτό δεν λύνεται με το να «πετάς» περισσότερους πόρους (προγραμματιστές) στο σύστημα.
Συνοπτικά: επειγόμεθα να αγοράσουμε κάτι που δεν ξέρουμε τι ακριβώς είναι και πόσο θα κοστίσει μετά την αγορά του για να δουλέψει (και όχι για να αναβαθμιστεί). Και δεν μπορούμε να κάνουμε υπομονή μέχρι να λυθούν αυτά τα προβλήματα, παρ’ όλο που το αεροσκάφος ούτως ή άλλως θα επιδράσει στην αμυντική μας ισχύ σε ορίζοντα δεκαετίας -στην καλύτερη περίπτωση.
3. «Μα και Όλες οι Υπόλοιπες Απαραίτητες Προμήθειες είναι Προγραμματισμένες και θα Πραγματοποιηθούν»
Μία -φαινομενικά αθώα- απάντηση στα περισσότερα από τα ανωτέρω (εκτός, δηλαδή του (2.4)) είναι ότι «ούτως ή άλλως, οι αναφερόμενες προμήθειες είναι αποφασισμένες/προγραμματισμένες/θα γίνουν». Άρα, προς τι η διαφωνία;
Η απάντηση είναι πολύ απλή. Οι περισσότεροι πολίτες δεν έχουν αίσθηση του τεραστίου κόστους των ανωτέρω προμηθειών, και των περιορισμένων πόρων του Κράτους -που προσεχώς θα περιοριστούν περαιτέρω λόγω της επικείμενης επαναφοράς της υποχρεώσεως δημοσιονομικής πειθαρχίας από την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Εξ αιτίας του λόγου αυτού, η «σειρά» με την οποία πραγματοποιείται μία προμήθεια στο πλαίσιο του συνολικού σχεδιασμού είναι κρίσιμη. Νομική υποχρέωση, και άρα πραγματική δέσμευση πιστώσεων -σε αντιδιαστολή με τη διακήρυξη περί «προγραμματισμού», «δεσμεύσεως» κ.λπ. πιστώσεων- δημιουργεί ΜΟΝΟΝ η υπογραφή συμβάσεως, είτε διακρατικής είτε εμπορικής. Με απλά λόγια: όποια σύμβαση υπογράφεται, αυτή και μόνον έχει διασφαλισμένους πόρους υλοποιήσεως. Οι «προγραμματιζόμενες/σχεδιαζόμενες» κ.λπ. συμβάσεις θα πρέπει να διαγκωνιστούν για μία θέση στο πλαίσιο των αναλογικά πολύ περιορισμένων πραγματικών διαθεσίμων πιστώσεων, στο πλαίσιο του πολύπλοκου χρονοπρογραμματισμού διαθεσίμων πιστώσεων (εξ αιτίας της πολύπλοκης διαδικασίας πληρωμών της κάθε συμβάσεως) και εν μέσω δημοσιονομικά ρευστής καταστάσεως.
Αυτός είναι και ο λόγος που δεν έχουν υλοποιηθεί ακριβές αλλά προδήλως εξαιρετικά επείγουσες και διαδικαστικά πολύ απλούστερες συμβάσεις, όπως αυτές των όπλων αέρος-εδάφους, παρ’ όλο που έχουν εξαγγελθεί από την αρχή της περιόδου ανατάξεως των ΕΕΔ, μετά την κρίση του θέρους του 2020. Προφανώς, η αιφνιδιαστική και έκτακτη προμήθεια των αεροσκαφών Rafale απορρόφησε τους διαθέσιμους πόρους· σε αντίθετη περίπτωση, η επί έτη αδράνεια περί την προμήθεια των όπλων είναι αυτόχρημα εγκληματική, είτε από πρόθεση είτε από διοικητική ανεπάρκεια.
Με πιο απλά λόγια: τα λεφτά είναι πολύ λίγα σε σχέση με τις τεράστιες ανάγκες, γι’ αυτό και η χρονική σειρά υπογραφής συμβάσεων είναι κρίσιμη. Θα αποκτηθεί με βεβαιότητα μόνον ό,τι έχει συμβασιοποιηθεί· για τα υπόλοιπα «βαράει νομή» κάθε τόσο, κατά το στρατιωτικώς λεγόμενο.
4. Και ο εκσυγχρονισμός των αεροσκαφών της Πολεμικής Αεροπορίας; “Consolidation”.
Όπως αναλύθηκε ανωτέρω, η δύναμη των μαχητικών της ΠΑ δεν είναι το σημαντικότερο και πιεστικότερο πρόβλημα των ΕΕΔ κατά την παρούσα φάση. Η υφιστάμενη δύναμη σε συνδυασμό με τις ήδη υλοποιούμενες ενέργειες είναι επαρκέστατα προκειμένου να είναι σε θέση να αντιμετωπιστεί επιτυχώς η αντίστοιχη τουρκική δύναμη μαχητικών στον αγώνα αέρος-αέρος -με την επιφύλαξη της επαρκούς υποστηρίξεώς της με άλλα μέσα, η απόκτηση ή ο ριζικός εκσυγχρονισμός των οποίων είναι επιτακτικός. Όπως έχει, επίσης αναφερθεί ανωτέρω, η αχίλλειος πτέρνα της ελληνικής αεροπορικής δυνάμεως είναι τα όπλα αέρος-εδάφους.
Η εξέλιξη της δυνάμεως των μαχητικών θα όφειλε να είναι μάλλον προφανής.
Η πρώτη και άμεση προτεραιότητα οφείλει να είναι η δημιουργία μιας μεγάλης, συμπαγούς δυνάμεως ~120 μαχητικών αεροσκαφών F-16V με την επέκταση του εφαρμοζόμενου εκσυγχρονισμού στα υπόλοιπα αεροσκάφη Bl50. Με την επέκταση αυτή η ΠΑ έχει έναν στόλο μαχητικών που υπερτερεί ποιοτικά και επαρκεί ποσοτικά για την αντιμετώπιση της ΤΑ στον ρόλο αέρος-αέρος, ακόμη και μετά από την επιδιωκόμενη από την Τουρκία ενίσχυση του στόλου των F-16. Με σοβαρά όπλα αέρος-εδάφους, η δύναμη αυτή είναι ισχυρότατη, και μπορεί να αντιμετωπίσει την όποια υφιστάμενη ή διαφαινόμενη τουρκική δύναμη μαχητικών.
Με δεδομένο ότι η 338 Μοίρα ΔΒ με τα F-4E Peace Icarus 2000 θα πρέπει να αντικαταστήσει στο προσεχές μέλλον τα αεροσκάφη της, είναι μάλλον προφανές ότι αυτά θα πρέπει να αντικατασταθούν από αεροσκάφη F-35, όταν (και εάν) αυτά καταστούν σταθερά και αξιόπιστα αεροσκάφη, κάτι που τώρα, ακόμη κι επισήμως, δεν ισχύει. Για όσους ανησυχούν για το κενό στην ισχύ της ΠΑ μπορεί να δημιουργηθεί από την απόσυρση των Phantom μέχρι την απόκτηση και επιχειρησιακή αξιοποίηση νέων αεροσκαφών (προφανώς F-35), η απάντηση είναι απλή: κενό ισχύος υπάρχει ήδη, όταν τα υφιστάμενα αεροσκάφη της ΠΑ δεν φέρουν σοβαρά όπλα αέρος εδάφους και η παρουσία των 30 Phantom είναι θεωρητική. Τα Phantom είναι κατ’ εξοχήν βομβαρδιστικά, και υπό τις παρούσες συνθήκες όσα επιχειρούν (προφανώς όχι 30) είναι πρακτικά άοπλα και θα τεθούν εκτός χρήσης στο προσεχές μέλλον. Η κατάσταση δεν μεταβάλλεται εάν η προμήθεια των -35 καθυστερήσει 4-5 έτη, αφού και σε ένα έτος να υπογραφεί (το ρεαλιστικά συντομότερο δυνατό), επιχειρησιακή μοίρα θα αρχίσει να υπάρχει σε μία περίπου δεκαετία και θα είναι εκ των πραγμάτων προβληματική εξ αιτίας της εκδόσεως που σχεδιάζεται να αποκτηθεί. Είναι κωμικό να ανησυχεί κανείς για αριθμητικό κενό είκοσι (20) αεροσκαφών που θα υπάρξει για μερικά έτη, όταν το ποιοτικό κενό χάσκει απειλητικό με την έλλειψη όπλων αέρος-εδάφους και με τις αεροπορικές βάσεις της ΠΑ εκτεθειμένες στο υπάρχον και ενισχυόμενο βαλλιστικό δυναμικό των ΤΕΔ. Χωρίς 20-25 Phantom, και με την υπόλοιπη δύναμή της σύγχρονη-εκσυγχρονισμένη και καλά οπλισμένη, η ΠΑ κυριαρχεί άνετα έναντι της ΤΑ, σε οποιαδήποτε δυνατή εξέλιξη της τελευταίας.
Σε επόμενη (από την αντικατάσταση των F-4E από F-35) φάση, και όταν τα Μ2000 Mk5 θα δυσκολεύονται πλέον να είναι ανταγωνιστικά στον ρόλο αέρος-αέρος, θα πρέπει να δρομολογηθεί η αντικατάστασή τους από αεροσκάφη Rafale, έτσι ώστε η δύναμη της 114 ΠΜ να καταστεί ομογενής και ποσοτικά επαρκής.
Τα στάδια του εκσυγχρονισμού της δυνάμεως μαχητικών της Χώρας είναι περίπου προφανής, αν αντιμετωπιστεί με στοιχειώδη λογική.
Και αν οι Τούρκοι αναβαθμίσουν τα F-16 τους και αποκτήσουν Eurofighter; Τα ενδεχόμενα αυτά, που επισείονται απειλητικά, ΔΕΝ είναι. Κατ’ αρχάς, τα δύο ενδεχόμενα αποκλείουν το ένα το άλλο. Οι Τούρκοι είτε θα κατορθώσουν να αποσπάσουν την απόκτηση 40 νέων -V και τον εκσυγχρονισμό 80 υφισταμένων F-16 στο επίπεδο αυτό, είτε θα επιδιώξουν να αποκτήσουν Eurofighter. Δεν έχουν τους πόρους, ούτε έχει νόημα από πλευράς σχεδιασμού δυνάμεως, να αποκτήσουν και τα δύο. Στην πραγματικότητα, η απόκτηση του Eurofighter είναι απευκταία από την ΤΑ και προβάλλεται σαν έσχατη λύση στην περίπτωση αποκλεισμού από την ενίσχυση του F-16V· στην πραγματικότητα αποτελεί διαπραγματευτική όπλο η σχετική απειλή. Στρατηγικά, η ΤΑ έχει εμφανώς προσδιορίσει μία συγκεκριμένη πορεία: ανάπτυξη εγχώριων όπλων αέρος-εδάφους μεγάλου βεληνεκούς, τα οποία μειώνουν την εξάρτηση από τις επιδόσεις των φορέων τους, συνεχή ενίσχυση του βαλλιστικού οπλοστασίου μέχρι αυτό να καταστεί αποφασιστικά επιχειρησιακό (και όχι απλώς «στρατηγικό») όπλο, και επένδυση στην ανάπτυξη εγχώριου μαχητικού, το οποίο αναπόφευκτα (και όχι κάποιας αδυναμίας του τουρκικού τεχνικού δυναμικού) θα είναι μειωμένων δυνατοτήτων και θα χρειαστεί πολλά έτη για να καταστεί επιχειρησιακό. Στο σχεδιαστικό αυτό πλαίσιο, η απαίτηση από την τρέχουσα δύναμη μαχητικών είναι να μην μείνει δραματικά πίσω σε ποιότητα, ώστε να εξακολουθεί να έχει ικανοποιητική αμυντική ικανότητα έναντι της ΠΑ (ιδίως σε ρόλο αέρος-αέρος). Ακόμη και στο απίθανο ενδεχόμενο προσφυγής σε απόκτηση Eurofighter, την οποία η ΤΑ δεν επιθυμεί επειδή ακριβώς έχει απολαύσει επί δεκαετίες το πλεονέκτημα του ομοιογενούς στόλου και των οικονομιών κλίμακας σε πάμπολλους τομείς που αυτή εξασφαλίζει, η αγορά θα είναι περιορισμένη (το πολύ μία πτέρυγα μάχης). Σε διαφορετική περίπτωση, η προμήθεια θα επιδίωκε την αντικατάσταση των F-16 ως βασικού τύπου της ΤΑ από το Eurofighter, ενώ αυτή χρηματοδοτεί την ανάπτυξη νέου μαχητικού αεροσκάφους, βαλλιστικού προγράμματος και όπλων αέρος-εδάφους/επιφανείας/αέρος. Η Τουρκία δεν έχει τη δυνατότητα να χρηματοδοτήσει τέτοια προσπάθεια, ειδικά με την τρέχουσα οικονομική της κατάσταση, ενώ ιστορικά έχει επιδείξει εξαιρετική προσοχή και στρατηγικό όραμα στον σχεδιασμό δυνάμεως. Κι ακόμη κι αν αποκτήσει σαράντα Eurofighter εν όψει αδυναμία ενισχύσεως των F-16, παραμένει μία δύναμη δραματικά υποδεέστερη της ελληνικής δύναμης μαχητικών, εφ’ όσον αυτά οπλιστούν με σοβαρά όπλα αέρος-εδάφους. Να το επαναλάβουμε: εκεί που η ΠΑ υστερεί δραματικά είναι στα όσα υποστηρίζουν τη δύναμη των μαχητικών στην αεροπορική μάχη, και όχι στα μαχητικά καθ’ εαυτά.
5. Άλλα τινά συναφή με τη σχεδιαζόμενη προμήθεια F-35
Καθώς η προμήθεια αεροσκαφών F-35 στην παρούσα φάση είναι δύσκολο να τεκμηριωθεί με τεχνικά, οικονομικά και επιχειρησιακά κριτήρια, από ορισμένες πλευρές στον δημόσιο διάλογο επιστρατεύονται κατά τρόπο ανεπίτρεπτο αλλά όχι κι αναπάντεχο δύο διαφορετικών κατηγοριών επιχειρήματα: αφ’ ενός πολιτικά, αφ’ ετέρου… κοινωνικά. Τα συνήθως χρησιμοποιούμενα επιχειρήματα είναι τα εξής:
- «Η έγκριση της πώλησης του αεροσκάφους F-35 από τις ΗΠΑ αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης προς την Ελλάδα και την πολιτική της.»
Εδώ, η θετική απόφαση του Κογκρέσου για την έγκριση πώλησης του βασικού μαχητικού των ΗΠΑ, που το προωθούν και το πωλούν σε όλον τον Δυτικό Κόσμο, αποκτά διάσταση μείζονος πολιτικής σημασίας όταν αφορά ένα κράτος-μέλος του ΝΑΤΟ που δεν έχει ποτέ έρθει σε αντίθεση με τις ΗΠΑ. Το επιχείρημα αυτό μάλλον απευθύνεται σε ηλιθίους. Αν επιθυμεί κανείς να διαπιστώσει τον βαθμό της εμπιστοσύνης των ΗΠΑ έναντι της Ελλάδας, ας αποστείλει Επιστολή Αιτήματος για (έναν σεβαστό αριθμό πυραύλων, όχι… 40) AGM-158 JASSM. Αυτό θα ήταν μία προμήθεια που θα επηρέαζε πράγματι την αεροπορική ισορροπία, και που η Ελληνική Δημοκρατία έχει, περιέργως, αποφύγει να αιτηθεί. Υπενθυμίζεται ότι όταν η Ν. Κορέα ζήτησε επισήμως την προμήθεια πυραύλων AGM-158 JASSM, οι ΗΠΑ αρνήθηκαν και οι Κορεάτες εστράφησαν προς την Ευρώπη, προμηθευόμενοι και πιστοποιώντας τον πύραυλο TAURUS KEPD 350K στα αεροσκάφη F-15K της Νοτιοκορεατικής Αεροπορίας. Ιδού η Ρόδος, ιδού και το πήδημα.
- «Στην προμήθεια του αεροσκάφους αντιτίθενται όσοι είναι εκ πεποιθήσεως αντιαμερικανοί, και έτσι, κατ’ ανάγκην, γαλλόφιλοι (εξ ου και υπερασπίζονται την προμήθεια του Rafale αλλά ανταγωνίζονται την προμήθεια F-35). Συνακόλουθα, την προμήθεια του αεροσκάφους αντιμάχονται όσοι πολιτικά πρόσκεινται στον ΣΥΡΙΖΑ ή είναι παλαιοΠΑΣΟΚοι.»
Ασφαλώς ισχύει -μερικώς. Και η μισή αλήθεια είναι το χειρότερο ψέμα. Είναι ακριβές (και προφανές, άλλωστε) ότι διάφοροι παλαιοπασόκοι, όψιμοι «συριζαίοι» (γιατί οι γνήσιοι συριζαίοι είναι εναντίον των εξοπλισμών γενικώς, και είναι δύσκολο να διακρίνουν μεταξύ Rafale, F-35 και Boeing 747), αντιαμερικανοί γενικώς, αντιμάχονται το F-35 ακριβώς επειδή είναι αμερικανικό, και «υποστηρίζουν» το Rafale επειδή… δεν είναι αμερικανικό. Όσο ακριβές κι αν είναι αυτό για κάποιους, δεν προσφέρει τίποτα επί της ουσίας. Αντιστοίχως, πολλοί υποστηρίζουν το F-35 ακριβώς επειδή είναι αμερικανικό όπλο, και συμφωνεί μία ορισμένη αντίληψή τους περί εξωτερικής πολιτικής και σχετικών επιλογών. Ούτε κι αυτό προσφέρει κάτι στη σχετική συζήτηση. Η καταλληλότητα ή μη του F-35 είναι ένα εξοπλιστικό ζήτημα, σχετίζεται με τον στρατιωτικό σχεδιασμό της Χώρας, δεν προσφέρει τίποτα και δεν αφαιρεί τίποτα από συμμαχίες και υποστήριξη (εκτός κι αν κανείς είναι αθεράπευτα αφελής), δεν μεταβάλει κατά τίποτα τον πολιτικό προσανατολισμό και τις συμμαχίες της Χώρας, και οφείλει να συζητείται “on its merits”, δηλαδή επί τη βάσει του πώς επηρεάζει τη στρατιωτική ισχύ της Χώρας και τη δυνατότητά της να αντιμετωπίζει αποτελεσματικά τις απειλές που υφίσταται. Η αποτελεσματικότητα αυτή είναι απείρως πιο σημαντική πολιτικά, όχι μόνον επειδή «διασφαλίζει τη Χώρα σε περίπτωση πολέμου», αλλά επειδή η στρατιωτική ισχύς είναι θεμελιώδης παράμετρος στους υπολογισμούς των τρίτων Χωρών -των ΗΠΑ συμπεριλαμβανομένων. Όταν οι ΗΠΑ κάνουν τους υπολογισμούς τους στην Ανατολική Μεσόγειο, αναπόφευκτα υπολογίζουν ποιος είναι σε πλεονεκτική θέση στρατιωτικά, κι όχι ποιος έχει αγοράσει συστήματα από αυτούς ή από άλλους. Η… εύνοια για την αγορά σταματά με την υπογραφή της συμβάσεως. Το ίδιο προφανώς ισχύει και για τη Γαλλία. Αν κάποιος αποφάσισε την αγορά Rafale προκειμένου να εξασφαλίσει γαλλική υποστήριξη έναντι της Τουρκίας, αστόχησε οικτρά. Η Γαλλία μας υποστήριξε πολιτικά και στρατιωτικά το θέρος του 2020, όχι επειδή ήθελε να πωλήσει Rafale, αλλά επειδή είχε σοβαρότατους δικούς της λόγους να εναντιώνεται στην Τουρκία -λόγους ασχέτους με οποιαδήποτε «συμπάθεια» για εμάς. Ομοίως, η εν συνεχεία αγορά των Rafale δεν διασφάλισε σε τίποτα τη συνέχιση της γαλλική εύνοιας. Εάν η Γαλλία, λόγω ευρύτερων συσχετισμών, αποφασίσει ότι πρέπει και θέλει να αλλάξει στάση έναντι της Τουρκίας, η… ευγνωμοσύνη της για την αγορά Rafale θα έχει μηδενική (0) επίδραση επί της στάσης της. Ελπίζει κανείς ότι δεν χρειάζεται αναλυτική εξήγηση επ’ αυτών σε ενηλίκους.
A propos, το σύνολο των οπλικών συστημάτων που παραπάνω διαπιστώνεται ότι προηγούνται δραματικά ως εξοπλιστικές ανάγκες των ΕΕΔ έναντι της αποκτήσεως F-35 είναι αμερικανικά.
- «Στην προμήθεια του αεροσκάφους αντιτίθενται όσοι επηρεάζονται αθέμιτα (δηλαδή δωροδοκούνται, με τον έναν ή άλλον τρόπο) από τους Γάλλους.»
Eίναι προφανές ότι αυτό μπορεί να ισχύει. Αφορά κυρίως διαφόρους φτωχοδιαβόλους της δημοσιογραφίας, και υπάρχουν οφθαλμοφανείς ενδείξεις γι’ αυτό. Το ζήτημα είναι ότι αυτό μπορεί να ισχύει και αντιστρόφως. Και μάλιστα, οι «ύποπτοι» εκεί δεν είναι τόσο διάφοροι φτωχοδιάβολοι της δημοσιογραφίας, αλλά πολύ πιο ισχυροί παράγοντες. Και, εν πάση περιπτώσει, όταν μιλάμε για σύστημα που προωθεί η εταιρεία η οποία έχει χρεωθεί το μεγαλύτερο εξοπλιστικό σκάνδαλο του 20ου αιώνα, χρήσιμο είναι να μη μιλάμε για «αθέμιτες επιρροές». Στο σπίτι του κρεμασμένου δεν μιλάνε για σκοινί. Χρήσιμο είναι η συζήτηση να γίνεται επί της ουσίας.
- «Τόσες χώρες αγοράζουν το αεροσκάφος F-35. Αφελείς είναι όλοι αυτοί; Μάλιστα, ενίοι εξ αυτών, όπως π.χ. η Ελβετία, χώρα ανεπτυγμένη, έχουν επιλέξει το αεροσκάφος μέσω διαγωνιστικών διαδικασιών, στοιχείο που αποδεικνύει την εγγενή αξία του αεροσκάφους.»
Αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον από τα περιφερειακά επιχείρημα περί F-35. Δυστυχώς, κι αυτό μαρτυρά περισσότερο άγνοια όσων το επικαλούνται, παρά λειτουργούν υπέρ της προμήθειας του αεροσκάφους.
Κατ’ αρχάς, θα πρέπει να επισημανθεί ότι από τις 17 χώρες που χρησιμοποιούν ή έχουν αποφασίσει να προμηθευτούν το αεροσκάφος, οι 8 ήταν εταίροι του προγράμματος ήδη από την ανάπτυξη του αεροσκάφους, και μάλιστα από την πολύ πρώιμη φάση του. Οι χώρες αυτές δεσμεύτηκαν με εκ των προτέρων δαπάνες στην αγορά του αεροσκάφους, άρα βρέθηκαν «παγιδευμένες» στην απόκτηση του αεροσκάφους -με πρώτη απ’ όλες τις ΗΠΑ. Από τους αρχικούς εταίρους, μάλιστα, ένας, η Τουρκία, αποχώρησε αυτοβούλως από το πρόγραμμα, αν και όχι για τεχνικούς λόγους αλλά για πολιτικούς λόγους.[xv]
Το ερώτημα, λοιπόν, αφορά το γιατί εννέα χώρες που δεν συμμετείχαν εξ αρχής στο πρόγραμμα JSF επέλεξαν να προμηθευτούν το μαχητικό F-35.
Ο πρώτος λόγος, που φαίνεται να μην είναι τόσο προφανής σε όσους επικαλούνται το παράδειγμα των χωρών αυτών, είναι ότι οι ένοπλες δυνάμεις τους, στο πλαίσιο του συνολικού τους εξοπλιστικού σχεδιασμού, έκριναν ότι πρέπει να προμηθευτούν μαχητικό αεροσκάφος -ασχέτως του ποιο θα ήταν αυτό. Πριν από την επιλογή του τύπου έρχεται η σκοπιμότητα της προμήθειας του είδους. Μπορεί, μεταξύ ΟΛΩΝ των χωρών που προμηθεύτηκαν το F-35, να επισημάνει κανείς μία χώρα που έχει τόσο δραματικές άλλες ανάγκες οι οποίες προηγούνται οργανικά της προμήθειας μαχητικού, και αυτό ενώπιον άμεσης και υπαρκτής στρατιωτικής απειλής; Το να λέει κανείς: «κι οι άλλοι αγοράζουν F-35, εμείς γιατί όχι;» θυμίζει χωρικό του παλιού καιρού που κατέβηκε στην πόλη, αδυνατεί να κατανοήσει τους ποικίλους -νέους και ξένους- μηχανισμούς που αντιμετωπίζει, και προσπαθεί να μιμηθεί μηχανικά διάφορα εξωτερικά στοιχεία, προκαλώντας γέλιο. Ή, στην περίπτωσή μας, όπως το θέτει ευθύβολα η λαϊκή σοφία: «Τι του λείπει του ψωριάρη;».
Ο δεύτερος λόγος, που επίσης φαίνεται να μην είναι τόσο προφανής σε πολλούς Έλληνες παρατηρητές, είναι η πολιτική πλευρά της προμήθειας για τους διαφόρους μέχρι τώρα αγοραστές του αεροσκάφους. Οι αγοραστές χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Η πρώτη κατηγορία είναι οι χώρες που για την ασφάλειά τους εξαρτώνται άμεσα και απόλυτα από τις ΗΠΑ. Ιαπωνία, Ν. Κορέα, Πολωνία και Φιλλανδία εξαρτώνται απολύτως από τις ΗΠΑ για την αντιμετώπιση των θανάσιμων αντιπάλων τους (Κίνας και Ρωσίας αντίστοιχα), και χωρίς την απόλυτη αμερικανική υποστήριξη μετατρέπονται αυτομάτως σε χώρες μειωμένης κυριαρχίας έναντι της απειλής. Προφανώς, όταν χρειάζονται μαχητικό και πρέπει να διαλέξουν, δεν έχουν πολλά περιθώρια επιλογής, και οι ΗΠΑ δεν χρειάζεται να… προωθήσουν ιδιαιτέρως το μαχητικό τους. Σε αντίθεση με αυτούς, η Ελλάδα (που στην παρούσα φάση έχει άλλες, δραματικά πιο πιεστικές ανάγκες από την προμήθεια μαχητικών) αντιμετωπίζει άμεση και οξεία απειλή από μία χώρα έναντι της οποίας οι ΗΠΑ όχι απλώς δεν διασφαλίζουν στην Ελλάδα απολύτως τίποτα, αλλά στο πλαίσιο της διατήρησης πολιτικής ισορροπίας, έχουν συχνά πιέσει την Ελλάδα να απεμπολήσει μείζονα εθνικά της συμφέροντα προκειμένου να διασφαλιστεί η διατήρηση της τουρκικής συμμαχίας. Εάν κανείς πιστεύει ότι σήμερα έχει αλλάξει κάτι, ελπίζεται ότι οι πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με τα τουρκικά F-16 και τη διαχείριση της απάντησης στην ελληνική Επιστολή Αιτήματος να έβγαλαν κάποιους από αυταπάτες. Το υπονοούμενο δεν είναι ότι… πρέπει να έρθουμε σε σύγκρουση με τις ΗΠΑ, ή ότι κάποιος άλλος μπορεί να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως τη μείζονα δύναμη στην περιοχή. Το υπονοούμενο είναι ότι η δική μας θέση έναντι των ΗΠΑ διαφέρει εγγενώς από αυτή π.χ. της Πολωνίας έναντι της Ρωσίας.[xvi] Η δεύτερη κατηγορία χωρών που προμηθεύονται το αεροσκάφος F-35 είναι αυτές που λόγω της γεωγραφικής τους θέσης και της πολιτικής τους καταστάσεως… δεν πολυενδιαφέρονται για το τι κάνει ή δεν κάνει. Γερμανία, Βέλγιο και Ελβετία δεν αντιμετωπίζουν επιχειρησιακές απειλές, δεν έχουν κανένα άγχος σχετικά με τις πραγματικές επιχειρησιακές επιδόσεις ή τη διαθεσιμότητα του αεροσκάφους και δεν έχουν μέχρι σήμερα δείξει σημάδια στρατιωτικής επαγρυπνήσεως. Η Γερμανική Αεροπορία των… 2 διαθεσίμων Eurofighter έναντι συνόλου 180 δεν είναι καλός οδηγός επιλογής μαχητικού αεροσκάφους. Ούτε η πρόσφατη «αφύπνιση» ασφαλείας μπορεί να εκληφθεί ως σοβαρή πολιτική προτεραιότητα· πρόκειται μάλλον για συμμόρφωση προς τις ΗΠΑ εν όψει των παρασπονδιών της σε σχέση με τη Ρωσία.
Μένει το Ισραήλ, μία χώρα με εξαιρετικά ισχυρή και ιδιαίτερα αξιόμαχη αεροπορία που αντιμετωπίζει τα επιχειρησιακά ζητήματα με μεγάλη σοβαρότητα. Γιατί το Ισραήλ επέλεξε το F-35; Η απάντηση: «επειδή του το χαρίζουν» (αφού τα αεροσκάφη τα προμηθεύεται μέσω της δωρεάν αμερικανικής αμυντικής βοήθειας) δεν επαρκεί. Θα μπορούσε να προμηθευτεί επιπλέον F-15I ή οποιαδήποτε άλλα συστήματα. Η δωρεάν βοήθεια δεν είναι για πέταμα. Ο λόγος είναι πολύ συγκεκριμένος και ισχυρότατος. Το Ισραήλ εδώ και πολλά χρόνια θεωρεί ως υπ’ αριθμόν 1 στρατηγικό του αντίπαλο την Περσία, τόσο λόγω της πυρηνικής απειλής που η τελευταία αποτελεί (υπαρκτή ή δυνητική) όσο και λόγω της δράσης της Περσίας στο εγγύς περιβάλλον του, μέσω της οργάνωσης Χεζμπολά. Για τον λόγο αυτόν, το Ισραήλ συγκροτεί μεθοδικά και μακροπρόθεσμα τη στρατιωτική δυνατότητα για άμεσο, ισχυρό πλήγμα στην Περσία· λόγω της γεωγραφικής αποστάσεως, η δυνατότητα αυτή είναι βασικά αεροπορική. Στο πλαίσιο αυτό, το αεροσκάφος F-35 είναι το ιδανικό αεροσκάφος για την επίτευξη ισχυρού, αιφνιδιαστικού αεροπορικού πλήγματος, ακριβώς λόγω της αφάνειάς του. Το αεροσκάφος F-35 είναι κατ’ εξοχήν όπλο πρώτου πλήγματος, κι αυτή είναι βασική προτεραιότητα της ισραηλινής αεροπορίας. Κατά τα λοιπά, το Ισραήλ, έχοντας πλήρη επίγνωση του ελέγχου των ΗΠΑ επί του αεροσκάφους -επιρροή που κατά τα πρόσφατα έτη έχει καταστεί ανεπιθύμητη, σε αντίθεση με το παρελθόν- έχει επιχειρήσει να μειώσει ριζικά τον έλεγχο αυτόν. Το F-35 Adir λειτουργεί εκτός του συστήματος ALIS και με ισραηλινά συστήματα τηλεπικοινωνιών.
Η συζήτηση περί εξοπλιστικών επιλογών λαμβάνει από ορισμένες πλευρές, , πολιτική χροιά, και θεωρείται ότι «η πώληση αεροσκαφών F-35 αποτελεί ψήφο εμπιστοσύνης στην πολιτική της κυβερνήσεως» (και άρα, όποιος έχει αντίθετη άποψη είναι… οπαδός του ΣΥΡΙΖΑ), η απλή απάντηση είναι: το μέτρο της πολιτικής υποστήριξης της κυβερνήσεως των ΗΠΑ προς την Ελλάδα είναι η έγκριση της πωλήσεως των όπλων (κατ’ εξοχήν των πυραύλων JASSM) στην ΠΑ, και μόνον. Το F-35 η Lockheed Martin το προωθεί στους υποψηφίους πελάτες μετά μανίας -για ευνόητους λόγους. Στη διάθεση των όπλων, και δη του JASSM, είναι πολύ πιο φειδωλή. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η Ν. Κορέα.
Συνεπώς, όποιος θέλει να μετρήσει την πολιτική στήριξη των ΗΠΑ, ας υποβάλει Επιστολή Αιτήματος για JASSM. Τα υπόλοιπα είναι “bon pour l’ Orient”.
[i] Για τους πιο φιλέρευνους, επισημαίνεται ότι η απάντηση του Αμερικανικού Υπουργείου θα είναι προσεγγιστική, δηλαδή όχι οριστική, και ότι μία τελική σύμβαση θα περιλαμβάνει μία επιπλέον επιβάρυνση 6,14% που προβλέπεται από την ελληνική νομοθεσία και επιβαρύνει το Ελληνικό Κράτος. Το ίδιο ισχύει για όλες τις συμβάσεις αμυντικών προμηθειών.
[ii] Χαρακτηριστικό της σύγχυσης που επικρατεί γύρω από το θέμα το άρθρο του δημοσιογράφου Μιχάλη Ιγνατίου: η αποστολή της Επιστολής Προσφοράς και Αποδοχής αναφέρεται ως «ανακοίνωση της πώλησης των αμερικανικών μαχητικών F-35, στην Ελλάδα» https://hellasjournal.com/2023/06/i-grafiokrates-stis-ipa-pezoun-me-ta-ellinika-f-35-ekfrazoun-fovous-oti-tha-thimosoun-i-tourki-ke-kathisteroun-tin-anakinosi-gia-meta-ti-sinodo-tou-vilnious-video/
Σε κάθε περίπτωση, παρ’ όλο που η αποστολή Επιστολής Προσφοράς και Αποδοχής εκ μέρους των ΗΠΑ δεν αποτελεί και επίσημη σύμβαση, η υπαναχώρηση από αυτήν δεν αποτελεί απλή υπόθεση, μιας και για τη σύνταξή της, δηλαδή τη λεπτομερή διευκρίνιση των όρων μίας ενδεχόμενης αγοράς, έχει καταβληθεί σημαντική προσπάθεια και από τα δύο μέρη. Η διαχείρισή μίας τέτοιας υπαναχώρησης απαιτεί διπλωματικό χειρισμό, όμως αφ’ ενός η κρισιμότητα του πράγματος, αφ’ ενός τα πάμπολλα στοιχεία τα οποία μπορεί -διπλωματικά- να χρησιμοποιήσει η ελληνική πλευρά, καθιστά εύκολα εφικτή μία τέτοια πρόθεση. Άλλωστε, και σε περίπτωση υλοποίησης εναλλακτικής εξοπλιστικής πολιτικής, τα χρήματα στις ΗΠΑ θα πάνε, και μάλιστα κατά το μεγαλύτερο μέρος τους στην κατασκευάστρια του F-35.
[iii] Βλ. Π. Γκαρτζονίκας «Στρατηγικό πλεονέκτημα για την Τουρκία ο πύραυλος Tayfun»: https://slpress.gr/ethnika/stratigiko-pleonektima-gia-tin-toyrkia-o-pyraylos-tayfun/
[iv] Όχι μόνον εξ αιτίας των επιπλέον μεγαλύτερων δυνατοτήτων των ραντάρ επιτηρήσεως αλλά λόγω υπάρξεως άλλων κατηγοριών αισθητήρων
[v] Ο πύραυλος Bora είναι η εθνική έκδοση του όπλου, με εξαγωγική έκδοση τον πύραυλο Khan.
[vi] Άλλη ενδεικτική τρωτότητα έναντι «αναχαιτισθέντων» βαλλιστικών πυραύλων: τα αεροσκάφη F-16 απαιτούν εξαιρετικά σχολαστικό έλεγχο FOD των διαδρόμων αποπροσγείωσης, επειδή η εισαγωγή του κινητήρα τους, λόγω της θέσεώς της, λειτουργεί σαν μια τεράστια, ισχυρή «σκούπα Χούβερ». Αυτό σημαίνει ότι ακόμη κι αν οι εισερχόμενοι βαλλιστικοί πύραυλοι πέφτουν στη γενική περιοχή μίας αεροπορικής βάσης χωρίς να χτυπούν κανέναν συγκεκριμένο στόχο, και μόνον οι πέτρες και τα χαλίκια που θα τινάζονται στους διαδρόμους θα επιβάλλουν την καθήλωση των αεροσκαφών μέχρι την εκτέλεση σχολαστικού ελέγχου FOD -αλλιώς τα αεροσκάφη που θα απογειωθούν δεν θα πάνε πολύ μακριά.
[vii] https://www.dsca.mil/press-media/major-arms-sales/saudi-arabia-patriot-mim-104e-guidance-enhanced-missile-tactical
[viii] Σανιδάς, ό.π.
[ix] Με βάση τα αναφερόμενα, ελπίζεται ότι δεν υπάρχει λόγος να εξηγηθεί αναλυτικά γιατί μία μοίρα F-35 (είκοσι ονομαστικά, υπό τις πλέον ευνοϊκές και εξαιρετικά απίθανες συνθήκες δεκαέξι διαθέσιμα) αεροσκάφη δεν έχουν την παραμικρή επίδραση στο σενάριο αυτό, ακόμη κι αν αποκτηθεί μία μοίρα F-35 για να… επιτηρεί τις τρεις κρίσιμες περιοχές της Δυτικής Μικρασίας. Έχει και ο παιδικός ενθουσιασμός τα όριά του.
[x] Φυσικά, όταν δεν είναι γνωστό το απόθεμα όπλων του αντιπάλου, το «ποσοτικά μικρότερη» είναι πολύ σχετικός όρος.
[xi] Φυσικά, αφού δρομολόγησε την πώληση των F-35…
[xii] https://www.defensenews.com/industry/techwatch/2023/06/21/lockheed-backs-next-gen-engine-for-f-35-drawing-rebuke-from-pratt/
[xiii] https://theaviationist.com/2023/01/09/the-f-35-will-get-a-new-radar/
[xiv] https://twitter.com/e_amyna/status/1617617969139355653. Το συγκεκριμένο tweet αναφέρει εσφαλμένα την προσφερόμενη έκδοση ως “F-35A Block 4 Technology Refresh 3 (TR3)”. Δεν υφίσταται τέτοια έκδοση του F-35. Υφίστανται οι εκδόσεις Technology Refresh 3 (TR3), με αναβαθμισμένο λογισμικό έναντι της εκδόσεως Block 3, και η μελλοντική έκδοση Block 4, η οποία θα φέρει όλες τις μείζονες αναβαθμίσεις του F-35, και η οποία, αυτή τη στιγμή, σχεδιάζεται να είναι έτοιμη προς παραγωγή το 2030. Η έκδοση TR3 είναι ήδη διαθέσιμη (πρόκειται, ούτως ή άλλως, για αναβάθμιση του λογισμικού της εκδόσεως Block 3). Το ιστορικό του F-35 καθιστά εξαιρετικά αμφίβολη την έγκαιρη ετοιμασία της εκδόσεως αυτής· μπορεί να θεωρείται δεδομένο ότι η έκδοση θα είναι διαθέσιμη με μεγάλη καθυστέρηση.
[xv] Θεωρητικά, η Τουρκία αποβλήθηκε από το πρόγραμμα JSF σε αντίποινα για προμήθειες ρωσικού στρατιωτικού υλικού. Αυτό είναι τυπικά σωστό, πλην όμως είναι προφανές ότι η Τουρκία αποχώρησε αυτοβούλως και συνειδητά από το πρόγραμμα. Εν τω μεταξύ, έχουν καταστεί σαφείς και οι πολιτικοί λόγοι της αποχωρήσεως. Ενώ η Τουρκία θέλει να απεξαρτηθεί κατά το δυνατόν από τις ΗΠΑ και να ελαχιστοποιήσει τη δυνατότητα πιέσεως των ΗΠΑ επ’ αυτής, θα ήταν αντιφατικό να αποκτήσει ως κύριο μαχητικό για την αεροπορία της ένα αμερικανικό μαχητικό, που μάλιστα δημιουργεί απόλυτη εξάρτηση μέσω πολλαπλών και πρωτοεμφανιζόμενων μηχανισμών από την προμηθεύτρια χώρα.
[xvi] Τουλάχιστον για όσους Έλληνες (και Πολωνούς) έχουν ξεχάσει τον στρατηγό Σικόρσκυ.
Δική μου θέση είναι να κλείσει η Σ.Σ.Ε. και να έχουμε ξένους αξιωματικούς στον στρατό.
Τόσες πολλές πληροφορίες θα πρέπει να αποφεύγονται. Οι ανοιχτές πηγές πάντα προσφέρουν χρήσιμο υλικό στους αντιπάλους.