του Κων/νου Α. Καραγιαννίδη*
Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, στις 24 Φεβρουαρίου, υπήρξε το ερέθισμα για την αφύπνιση ψυχροπολεμικών συνδρόμων και πρακτικών. Το πιο απαισιόδοξο σύμπτωμα, που παρατηρώ, είναι οι μανιχαϊστικές ερμηνείες των γεγονότων, στον απλοϊκό άξονα καλού-κακού.
Ελλείψει σφαιρικής ενημερώσεως για τις τρέχουσες εξελίξεις, καθώς οι πηγές είναι περιορισμένες, ελεγχόμενες και φιλτραριζόμενες, σε αμφότερες τις πλευρές, θα επιχειρήσω μια γενικότερη προσέγγιση.
Προφανώς και ένα τέτοιο πολυσύνθετο ζήτημα δεν είναι δυνατόν να εξαντληθεί στον περιορισμένο χώρο ενός άρθρου, αλλά ευελπιστώ να φωτίσω κάποιες πτυχές του που δεν έχουν αναδειχθεί από την κυρίαρχη οπτική των ΜΜΕ.
Η ανάλυσή μου επί της ουκρανικής κρίσεως διαχωρίζει την εξέταση της κρίσεως, καθ’ εαυτήν, από την συμμετοχή της Ελλάδος στα τεκταινόμενα. Προέχει ο αποστασιοποιημένος σχολιασμός των όσων διακυβεύονται από τον αγώνα για τον έλεγχο της Ουκρανίας, σε παγκόσμιο επίπεδο, ώστε να ιδωθούν ανεξαρτήτως από την στάση και τις επιδιώξεις της Ελλάδος στο ευρύτερο αυτό γεωπολιτικό παίγνιο.
Η διάρθρωση αυτή κρίθηκε σκόπιμη, επειδή – δυστυχώς – το σύνδρομο υποτελείας που μας προσδιορίζει από την μετακαποδιστριακή περίοδο και αποτυπώθηκε στις ονομασίες των τριών πρώτων κομματικών σχηματισμών (“αγγλικό”, “γαλλικό”, “ρωσικό”) εξακολουθεί να μας κατατρύχει, οδηγώντας μας σε αχρείαστες ταυτίσεις με τρίτους, που επηρεάζουν την ορθοκρισία μας.
Γενικά περί πολέμου
Θα επαναλάβω μια βασική θέση, που είχα διατυπώσει αναλυτικότερα σε παλαιότερο άρθρο μου [1], ότι ο πόλεμος δεν είναι η αντιθετική κατάσταση της ειρήνης, αλλά η κορύφωση της αντιπαλότητος. Την φενάκη της ειρήνης και την συνεχή παρουσία του πολέμου (όχι απαραιτήτως με την μορφή ενόπλων συγκρούσεων) στον ανθρώπινο βίο είχε επισημάνει ο Πλάτων στους “Νόμους” του, με δύο εμβληματικές φράσεις:
- πόλεμος ἀεὶ πᾶσιν διὰ βίου συνεχής ἐστι πρὸς ἁπάσας τὰς πόλεις [2]
- ἣν γὰρ καλοῦσιν οἱ πλεῖστοι τῶν ἀνθρώπων εἰρήνην, τοῦτ᾽ εἶναι μόνον ὄνομα, τῷ δ᾽ ἔργῳ πάσαις πρὸς πάσας τὰς πόλεις ἀεὶ πόλεμον ἀκήρυκτον κατὰ φύσιν εἶναι [3]
Σε ένα τέτοιο πλαίσιο αντιπαλότητος, είναι πολύ δύσκολο να εντοπισθεί ο επιτιθέμενος και ο αμυνόμενος, καθώς οι ρόλοι αυτοί εναλλάσσονται και εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το χρονικό σημείο που θα θέσουμε ως απαρχή των γεγονότων. Εξ άλλου, όπως ευφυώς έχει παρατηρήσει ο Π. Κονδύλης δεν πρέπει να συγχέεται η αμυντική στρατηγική σε πολιτικό επίπεδο με την αμυντική στάση σε στρατιωτικό επίπεδο.
Αλλά όποιος, θέλοντας και μη, υιοθετεί αμυντική στρατηγική στο ιστορικό και στο πολιτικό επίπεδο, δεν είναι γι’ αυτόν καί μόνον τον λόγο υποχρεωμένος να υιοθετήσει αμυντική στρατηγική στο στρατιωτικό επίπεδο. Τα δύο επίπεδα δεν πρέπει να συγχέονται κατά κανένα τρόπο. Άλλο είναι η άμυνα ως ιστορικο-πολιτικός σκοπός και άλλο η άμυνα ως στρατιωτικό μέσο, άλλο ο αμυντικός χαρακτήρας ενός πολέμου και άλλο η αμυντική διεξαγωγή ενός πολέμου. Άλλωστε από στρατιωτική άποψη η καθαρά αμυντική διεξαγωγή πολέμου στερείται νοήματος και είναι πρακτικά αδύνατη. Αν την παίρναμε στα σοβαρά, θα σήμαινε ότι ο επιτιθέμενος μπορεί να κάνει ό,τι θέλει ατιμώρητα, διατρέχοντας απλώς τον κίνδυνο να επανέλθει στην αρχική του θέση και να προετοιμασθεί για να ξαναδοκιμάσει. Καμμιά άμυνα δεν είναι τελεσφόρα, αν δεν εμπεριέχει μια δραστική τιμωρία του επιτιθέμενου, όμως η τιμωρία αυτή δεν μπορεί παρά να συνίσταται σε πράξεις, οι οποίες, αν ιδωθούν μεμονωμένα, χαρακτηρίζονται από την ισχυρή παρουσία επιθετικών στοιχείων: ο αμυνόμενος πυροβολεί με τον ίδιο τρόπο και για τον ίδιον σκοπό όπως και ο επιτιθέμενος. [4]
Για να γίνει πιο κατανοητή η αδυναμία προσδιορισμού επιτιθεμένου και αμυνομένου θα ανακαλέσω κάποια ιστορικά παραδείγματα.
- Η εκστρατεία του Μ. Αλεξάνδρου ήταν επιθετική ή αμυντική, αποσκοπούσα στην εξάλειψη του περσικού επεκτατισμού που, από πολλών δεκαετιών, απειλούσε τον ελληνικό κόσμο;
- Η επιχείρηση των Ιαπώνων στο Pearl Harbor ήταν επιθετική ενέργεια ή αμυντική απάντηση στο εμπάργκο, που είχαν κηρύξει πρωτύτερα (Ιούλιος 1941) οι ΗΠΑ; Το οποίο με την σειρά του, ήταν επιθετική πράξη των ΗΠΑ ή αμυντική συνδρομή στην πιεζόμενη από την Ιαπωνία Κίνα; [5]
- Εάν η Ελλάδα απεφάσιζε να ανακαταλάβει με χρήση βίας την κατεχόμενη Κύπρο θα διεξήγαγε επιθετικό ή αμυντικό πόλεμο;
Αντιλαμβανόμαστε ότι στον πολύπλοκο και δαιδαλώδη κόσμο των διακρατικών σχέσεων οι έννοιες “επίθεση” και “άμυνα” σχετικοποιούνται και καταντούν κενές ουσιαστικού περιεχομένου ή εκφυλίζονται σε απλά εργαλεία προπαγάνδας για την επιρροή στην κοινή γνώμη.
Συν τοις άλλοις, κανείς επιτιθέμενος δεν παραδέχεται ποτέ την επιθετικότητα του! Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο για επικοινωνιακούς λόγους, αλλά όντως μπορεί να θεωρεί ότι αμύνεται σε πρότερη επιθετική εκδήλωση. Πρόκειται για το καλούμενο δίλημμα της ασφαλείας (security dilemma) [6]. Ο όρος εισήχθη από τον διεθνολόγο John Herz και υποδηλοί πως η άκρατη ισχυροποίηση του ενός μέρους, σε ένα ανταγωνιστικό δίπολο, μπορεί να οδηγήσει σε αντίδραση του ετέρου και να καταλήξει σε μείωση της πραγματικής ασφαλείας του πρώτου ή και αμφοτέρων, διαταράσσοντας την ισορροπία του διπόλου! Εν ολίγοις, ακόμη και αν η πολιτική μίας οντότητος στοχεύει στην άμυνα, είναι δυνατόν να εκληφθεί ως επιθετική κίνηση από αντίπαλη και να οδηγήσει σε σύγκρουση.
Εν τέλει, αυτό που προέχει και κυριαρχεί είναι το συμφέρον. Και είναι το ασφαλέστερο κριτήριο, στο κρατοκεντρικό σύστημα που επικρατεί, ώστε να αξιολογηθεί μια οποιαδήποτε πολιτική ή στρατιωτική ενέργεια: αν υπηρετεί κατά τον βέλτιστο τρόπο το συμφέρον της οντότητος που την πραγματοποιεί.
Η ευρεία γεωπολιτική διάσταση
Δυο σημαντικοί αναλυτές, τον 20ο αιώνα, έθεσαν ένα γεωπολιτικό πλαίσιο για την ερμηνεία της κυριαρχίας στον κόσμο, το οποίο δεν φαίνεται να έχει ανατραπεί. Πρόκειται για τους Halford Mackinder [7], και Nicholas Spykman [8], οι οποίοι διείδαν την μεγάλη σημασία του ευρασιατικού χώρου, για την παγκόσμιο ηγεμονία.
Κατά την οπτική αυτήν, το κλειδί για την παγκόσμια κυριαρχία είναι η Ευρασία (ή “Heartland“, κατά την ορολογία του Mackinder), είτε με την επικράτηση κάποιου κράτους στην περιοχή αυτήν, είτε με την διατήρηση των εκεί δυνάμεών της σε διάσπαση και τον αποκλεισμό της από τις θαλάσσιες οδούς (μέσω του “δακτυλίου” ή της “Rimland” του Spykman), ώστε δύναμη εκτός Ευρασίας (εν προκειμένω οι ΗΠΑ) να έχει τα ηνία του κόσμου.
Ο Zbigniew Brzezinski, το 1997, συστηματοποίησε έτι περαιτέρω την ανάλυση της Ευρασίας, στο μνημειώδες έργο του “Η μεγάλη σκακιέρα” [9]. Διακρίνοντας την υπό μελέτη έκταση σε τέσσερις μεγάλες περιοχές (ακόλουθος χάρτης), προσδιόρισε τις εξής παραδοχές, προκειμένου να μην διαταραχθεί/απειληθεί η αμερικανική ηγεμονία [σελ. 68-69 στην ελληνική έκδοση]:
- Ο “Ενδιάμεσος Χώρος” να υπαχθεί κατά το δυνατόν στην επιρροή της “Δύσεως”, όπου οι ΗΠΑ ήδη επικρατούν.
- Ο “Νότος” να μην τεθεί υπό τον αποκλειστικό έλεγχο μίας δυνάμεως.
- Η “Ανατολή” να μην ενοποιηθεί κατά τρόπο που να εκδιώκει τις ΗΠΑ από τις νησιωτικές βάσεις της εκεί.
- Ο “Ενδιάμεσος Χώρος” να μην επιδιώξει απεξάρτηση από την “Δύση” και έλεγχο επί του “Νότου”.
- Ο “Ενδιάμεσος Χώρος” να μην συμμαχήσει με την δεσπόζουσα δύναμη της “Ανατολής” (Κίνα).
- Οι δυο κύριες δυνάμεις της “Ανατολής” (Κίνα, Ιαπωνία) να μην συμμαχήσουν μεταξύ τους.
- Να μην απογαλακτισθεί η “Δύση” από τις ΗΠΑ, είτε αυτονομούμενη, είτε υποτασσόμενη στον “Ενδιάμεσο Χώρο”.
Ειδικότερα για τον ρόλο της Ουκρανίας στην “σκακιέρα”, αναφέρει τα εξής [σελ. 88-89 στην ελληνική έκδοση]:
Η Ουκρανία, νέος και σημαντικός χώρος στην ευρασιατική σκακιέρα, είναι γεωπολιτικός άξονας, επειδή η ίδια η ύπαρξή της, ως ανεξάρτητη χώρα, βοηθά τον μετασχηματισμό της Ρωσίας. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία παύει να είναι ευρασιατική αυτοκρατορία. Χωρίς την Ουκρανία, η Ρωσία μπορεί να συνεχίσει να παλεύει για αυτοκρατορική θέση, αλλά τότε θα γινόταν κυρίως ασιατικό αυτοκρατορικό κράτος, το οποίο θα συρόταν πιθανώς σε συγκρούσεις, που θα το αποδυνάμωναν, με αφυπνισμένους Κεντροασιάτες, οι οποίοι θα ήταν γεμάτοι μνησικακία για την απώλεια της προσφάτως αποκτηθείσας ανεξαρτησίας τους και θα είχαν την υποστήριξη των αδελφικών ισλαμικών κρατών στο νότο. Επίσης, το πιθανότερο και η Κίνα θα αντετίθετο σε οποιαδήποτε παλινόρθωση της ρωσικής κυριαρχίας στην Κ. Ασία, λόγω του αυξανομένου ενδιαφέροντός της για τα κράτη της περιοχής, που απέκτησαν προσφάτως την ανεξαρτησία τους. Ωστόσο, αν η Μόσχα ανακτήσει τον έλεγχο της Ουκρανίας, με τον πληθυσμό των 52 εκατομμυρίων, τους σημαντικούς πλουτοπαραγωγικούς πόρους και την πρόσβαση στον Εύξεινο Πόντο, η Ρωσία θα ανακτήσει αυτομάτως τις αναγκαίες προϋποθέσεις για να γίνει ισχυρό αυτοκρατορικό κράτος, που θα ενώνει την Ευρώπη και την Ασία. Αν η Ουκρανία έχανε την ανεξαρτησία της, αυτό θα είχε άμεσες συνέπειες για την Κ. Ευρώπη, μετασχηματίζοντας την Πολωνία, στον γεωπολιτικό άξονα του ανατολικού συνόρου της ενωμένης Ευρώπης.
Εν τω μεταξύ, την ίδια περίοδο, του πρωίμου μεταψυχροπολεμικού κόσμου, οι ΗΠΑ (εμφορούμενες και από την αλαζονεία του νικητή [10]) σχεδιάζουν να εκμεταλλευθούν “το σύνδρομο του σάντουιτς” των χωρών της Α. Ευρώπης [11] και να επεκτείνουν την επιρροή του ΝΑΤΟ προς ανατολάς, παρά τις αντιδράσεις [12] και τις φημολογούμενες υποσχέσεις για παραίτηση από κάθε τέτοια ενέργεια, ως αντάλλαγμα για την αποδοχή από την ΕΣΣΔ της γερμανικής επανενώσεως [13]. Ανεξαρτήτως αν οι φήμες και ερμηνείες αυτές ευσταθούν, είναι γεγονός ότι η Ρωσία ενοχλείται από την μεγέθυνση του ΝΑΤΟ, όπως άλλωστε μαρτυρούν αλλεπάλληλες δηλώσεις ηγετών και αξιωματούχων της και ιδιαιτέρως αντιλαμβάνεται ως απειλή την εγκατάσταση στοιχείων του ΝΑΤΟ-ικού συστήματος αντιπυραυλικής/αντιβαλλιστικής αμύνης σε Πολωνία και Ρουμανία.
Η όξυνση του ουκρανικού ζητήματος και οι επιφυλάξεις
Μετά από αλλεπάλληλες παρασκηνιακές μεθοδεύσεις Ρώσων και “δυτικών” (με χαρακτηριστικότερες τις “χρωματιστές επαναστάσεις”, μετά το 2004) να ελέγξουν το πολιτικό σκηνικό της Ουκρανίας, με φίλια προσκειμένους ή εξαρτωμένους πολιτικούς, οδηγηθήκαμε στην ρωσική κλιμάκωση του 2014, με την προσάρτηση της Κριμαίας.
Αυτή η (αιφνιδιαστική;) ρωσική ενέργεια διήγειρε ποικίλες αντιδράσεις στο “δυτικό” στρατόπεδο. Άξιο μνείας, είναι, παρά ταύτα, ότι βαρυσήμαντοι Αμερικανοί παράγοντες στο πεδίο των διεθνών σχέσεων, παρουσίασαν νηφάλιες και συμβιβαστικές απόψεις για την διευθέτηση του ζητήματος, ώστε να αποφευχθούν περαιτέρω προκλήσεις και οξύνσεις, αναγνωρίζοντας – ίσως – τον αυξημένο κίνδυνο να εκτραχυνθεί περισσότερο η κατάσταση.
Ο Henry Kissinger, σε άρθρο του, το 2014, πρότεινε τέσσερις βασικές αρχές για την επίλυση του ουκρανικού ζητήματος:
- Η Ουκρανία να είναι ελεύθερη να συνάψει πολιτικές και οικονομικές σχέσεις με το εξωτερικό.
- Η Ουκρανία να αποκλειστεί από ένταξη στο ΝΑΤΟ.
- Ελεύθερες, άνευ εξωτερικών παρεμβάσεων εκλογές, με στόχο την ανάδειξη κυβερνήσεων που να συμβάλουν στην άμβλυνση των εσωτερικών διαχωρισμών και στην αποφυγή εχθρικών ενεργειών κατά της Ρωσίας, στα πρότυπα της Φινλανδίας.
- Απόσυρση των Ρώσων από την Κριμαία, αλλά παραχώρηση σε αυτήν ειδικού καθεστώτος αυτονομίας.
Ακόμη και ο Brzezinski (που τον ακολουθεί η φήμη του εμμονικού με την ρωσική απειλή), υπεστήριξέ σε κείμενό του, λίγους μήνες αργότερα, την ανάγκη να διαμηνυθεί σαφώς η εξαίρεση της Ουκρανίας από την ένταξη στο ΝΑΤΟ, ώστε να καθησυχασθούν οι ψυχολογικοί και στρατηγικοί φόβοι της Ρωσίας, με αντάλλαγμα την παράλληλη εξαίρεσή της από ένταξη σε οποιαδήποτε ευρασιατική ένωση.
(Το αξιοπρόσεκτο στην ανάλυση του Brzezinski είναι η πρόταση για δημόσια διακήρυξη, στα πλαίσια της αποτροπής, πως η Ουκρανία θα ενισχυθεί σε πολεμικό υλικό από τις ΗΠΑ, σε περίπτωση ρωσικής εισβολής. Και αποκτά ενδιαφέρον, διότι, στις λεπτομέρειές του, “προφητεύει” την μορφή των σημερινών συρράξεων, καθώς προκρίνονται ως κατάλληλα μέσα για ενίσχυση των Ουκρανών και για φθορά των Ρώσων τα φορητά αντιαρματικά όπλα, προκειμένου να αντιτάξουν οι πρώτοι αστικό ανταρτοπόλεμο, οχυρωμένοι στις μεγαλουπόλεις τους!)
Ο διακεκριμένος καθηγητής John Mearsheimer, σε δικό του άρθρο, το ίδιο έτος, επιρρίπτει περισσότερες ευθύνες για το ουκρανικό αδιέξοδο σε ΗΠΑ/ΕΕ, παρά στον Πούτιν, διότι – ισχυρίζεται – ανάγκασαν την Ρωσία σε απέλπιδα αντίδραση, προσπαθώντας να επεκτείνουν την επικράτεια του ΝΑΤΟ μέχρι τα ρωσικά σύνορα. Θεωρεί την πολιτική κυρώσεων έναντι της Ρωσίας ατελέσφορη και επικίνδυνη και εισηγείται την ουδετεροποίηση της Ουκρανίας, ως ζώνης απομονώσεως (buffer zone) μεταξύ ΝΑΤΟ και Ρωσίας, στο πρότυπο της Αυστρίας, κατά τον “Ψυχρό Πόλεμο”.
Ο Kissinger, επανήλθε με γενικότερες θέσεις, το 2016, για το όραμά του επί των αμερικανορωσικών σχέσεων, τονίζοντας την ανάγκη συνεργασίας και συγκλίσεων, σε έναν μεταβαλλόμενο και πολυπολικό κόσμο. Για την Ουκρανία, επεσήμανε ότι πρέπει να ενταχθεί στην διεθνή αρχιτεκτονική ασφαλείας κατά τέτοιον τρόπο ώστε να αποτελέσει γέφυρα μεταξύ Ρωσίας και “Δύσεως” και όχι προπύργιο του ενός μέρους κατά του άλλου.
Προσφάτως (αρχές του 2022, πριν την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία), ο καθηγητής Stephen Walt, σε δικό του άρθρο, αποδίδει την κρίση στην υποχώρηση των πραγματιστικών θεωρήσεων στις διεθνείς σχέσεις και στην ανάδυση μιας ιδεαλιστικής οπτικής, που αφίσταται από την πραγματικότητα και περιπλέκει καταστάσεις. Και αυτός εκτιμά ως μοναδική διέξοδο την μετατροπή της Ουκρανίας σε ουδέτερο κράτος (neutral state). Άξια αναφοράς και η θέση του ότι οι ηθικές κατηγορίες κατά του Πούτιν δεν συνιστούν στρατηγική (“moral outrage over his actions or character is not a strategy“).
Όλες αυτές οι παραινέσεις, δείχνουν εμπνευσμένες από το πνεύμα της “βυζαντινής” υψηλής στρατηγικής, που δεν επεδίωκε την ολοκληρωτική εξόντωση και εκμηδένιση ενός αντιπάλου, διότι στο μέλλον μπορεί να ήταν περισσότερο χρήσιμος ως σύμμαχος, παρά στόχευε στην επίλυση των εξωτερικών προβλημάτων της αυτοκρατορίας μέσω συμμαχιών και διπλωματίας [14].
Δυστυχώς, φαίνεται να αγνοήθηκαν από τους ιθύνοντες χαράξεως πολιτικής στο “δυτικό” στρατόπεδο , από τους οποίους προεκρίθη η συνέχιση κινήσεων στην κατεύθυνση υπερεκτάσεως του ΝΑΤΟ στο μαλακό υπογάστριο της Ρωσίας, με αποτέλεσμα το σημερινό οξύ αδιέξοδο.
Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, αυτό δεν συνεπάγεται απόσειση ευθυνών για την ρωσική πλευρά, της οποίας αγνοούμε τις ακριβείς προθέσεις και επιδιώξεις, λόγω ανεπάρκειας στοιχείων και της παραδοσιακής ρωσικής μυστικοπάθειας. Άραγε εξωθήθηκε στις ενέργειές της, αντιδρώντας στην πίεση του ΝΑΤΟ, ή εποφθαλμιούσε ούτως ή άλλως την Ουκρανία και επιζητούσε αφορμή δράσεως;
Αποτίμηση παρούσης καταστάσεως
Αναντιρρήτως, ο μεγάλος χαμένος της υποθέσεως είναι η Ουκρανία. Όποια και να είναι η εξέλιξη του πολέμου, η χώρα έχει υποστεί μεγάλη ζημία, τόσο σε υποδομές, όσο και σε ανθρώπινο δυναμικό. Και απορώ με την παρουσίαση του Ζελένσκι ως χαρισματικού ηγέτη, που εμπνέει τον λαό του να αντισταθεί. Περισσότερο θα τον παρομοίαζα με τον δικό μας Ιωαννίδη, η ευπιστία και οι αλλοπρόσαλλες ενέργειες του οποίου οδήγησαν στην κυπριακή τραγωδία!
Και οι ευθύνες της ουκρανικής ηγεσίας είναι μεγαλύτερες, διότι είχαν υπ’ όψιν τους τα προηγούμενα με Γεωργία και Αρμενία, όπου οι υποσχέσεις για στήριξη της “δυτικής” τους πορείας λησμονήθηκαν προ της ρωσικής σκληρής ισχύος (είτε άμεσης, είτε έμμεσης). Παρά ταύτα οι Ουκρανοί επανέλαβαν τα ίδια λάθη, άνευ της παραμικρής επιφυλάξεως.
Έτερος “παίκτης” που μετρά απώλειες η ΕΕ. Παρασύρθηκε αφ’ ενός από την πολιτική των ΗΠΑ για την επέκταση στην Α. Ευρώπη, αφ’ ετέρου από τις εμμονές της για “πράσινη” ενέργεια και καταλήγει αντιμέτωπη με μια μη αναμενόμενη ενεργειακή κρίση. Αλλά και μια κρίση γεωπολιτικής ταυτότητος, για τον ρόλο της στον κόσμο, σε περίπτωση που οι σχέσεις της με την Ρωσία διαρραγούν παντελώς. Διόλου απρόσμενη εξέλιξη, ωστόσο, για μια οντότητα που μεριμνά για θέματα γεωπολιτικής και υψηλής στρατηγικής λιγότερο απ’ ό,τι για την προστασία σπανίων ζώων υπό εξαφάνιση…
Για τους λοιπούς “μεγάλους παίκτες” είναι άδηλο ακόμη αν θα προσμετρήσουν κέρδη ή ζημίες.
Όσο και αν η Ρωσία θεωρούσε εκ των ων ουκ άνευ πως έπρεπε να αντιδράσει στην προοπτική το ΝΑΤΟ να βρεθεί προ των συνόρων της, μένει να αποδειχθεί εκ του μακροπροθέσμου αποτελέσματος αν ο επιλεγείς τρόπος (διά των όπλων) ήταν ο προσφορότερος.
Οι ΗΠΑ φαίνονται εκ πρώτης όψεως πολλαπλώς ωφελημένες.
- Κατορθώνουν να αποσοβήσουν την ενεργειακή συμφωνία Γερμανίας-Ρωσίας, για τον αγωγό “Nord Stream II”, για την οποία αντιδρούσαν σφόδρα εξ αρχής. Μάλιστα, η ένστασή τους εδραζόταν σε λόγους αρχής, όπως αποδεικνύεται από την συστοίχιση τριών διαφορετικών προέδρων (Obama, Trump, Biden) στον αυτό σκοπό.
- Ενισχύουν και την πολιτική και την οικονομική εξάρτηση της ΕΕ από αυτές.
- Πειθαναγκάζουν την Γερμανία να καταφύγει σε σημαντικές αμυντικές επενδύσεις, χρόνιο αίτημα των ΗΠΑ, ώστε να επιμερίζεται καλύτερα το κόστος συντηρήσεως του ΝΑΤΟ. Αν και η εξέλιξη είναι διφορούμενη, καθώς μια ισχυροποιημένη, στο στρατιωτικό σκέλος, Γερμανία μπορεί να εμφανίσει τάσεις αυτονομήσεως από την σκέπη των ΗΠΑ.
- Καταφέρνουν πλήγμα στην Ρωσία, τόσο μέσω των κυρώσεων, όσο και μέσω συνεχούς αιμορραγίας (κυριολεκτικής και μεταφορικής) σε μια παρατεταμένη πολεμική σύγκρουση.
Αν εξετάσουμε, όμως, την περίπτωσή τους βάσει των προαναφερθεισών παραδοχών του Brzezinski, τότε ο μόνος όρος που πληρούται από τις εξελίξεις είναι ο 7ος, υπό την αίρεση ότι η συνεργασία ΕΕ-Ρωσίας έτεινε περισσότερο σε εξάρτηση της πρώτης από την δεύτερη, στην αντίθετη περίπτωση παραβιάζεται ο 1ος. Απ’ εναντίας, ελλοχεύει ο κίνδυνος προσεγγίσεως Ρωσίας-Κίνας (5ος όρος). Και μια τέτοια συμμαχία συνιστά την μεγαλύτερη απειλή για τα πρωτεία των ΗΠΑ, διότι η δημογραφικώς και τεχνολογικώς ακμάζουσα Κίνα θα αποκτήσει διά της Ρωσίας και μεγάλη ενεργειακή επάρκεια.
Το ενδεχόμενο να βρεθούν οι ΗΠΑ αντιμαχόμενες ταυτοχρόνως με Κίνα-Ρωσία δείχνει να έχει εξετασθεί, αν κρίνουμε από μία πρόσφατη δημοσίευση του οργανισμού RAND. Η οποία διατείνεται πως οι ΗΠΑ πρέπει να εγκαταλείψουν την παραδοσιακή τριγωνική διπλωματία [15] και να στραφούν σε μια στρατηγική αντιμετωπίσεως πολλαπλών, συνασπισμένων αντιπάλων (“America needs a ‘both/and’, not an ‘either/or’, strategy.” είναι η ακριβής καταληκτήρια φράση). Η πρόταση αυτή, εν τούτοις, φαντάζει περισσότερο υπερφίαλη και βουλησιαρχική, παρά εφικτή.
Επιπροσθέτως, οι ΗΠΑ θα πρέπει να αξιολογήσουν το κόστος από το τρωθέν κύρος τους. Όταν, επιθυμώντας να εντάξουν στην στενή σφαίρα επιρροής τους τρεις χώρες (κατά χρονολογική σειρά: Γεωργία, Αρμενία, Ουκρανία), τις παρασύρουν σε πολεμικές συγκρούσεις, αλλά αποτυγχάνουν να τις στηρίξουν και περιορίζονται σε κενολογίες, τί μήνυμα για την ισχύ τους και την αξιοπιστία τους εκπέμπουν στον υπόλοιπο κόσμο; Σε συνδυασμό, μάλιστα, με τις άτακτες αποχωρήσεις από Συρία και Αφγανιστάν;
Τέλος, η Κίνα, έστω και παραπλεύρως, μάλλον είναι η μόνη που προκύπτει καταφανώς ενισχυμένη από τις εξελίξεις. Είτε διότι η Ρωσία θα την προσεγγίσει, είτε διότι οι ΗΠΑ θα εμπλακούν σε μια χρόνια διαμάχη με την Ρωσία, στο ευρωπαϊκό θέατρο, που θα τις αποδυναμώσει από το μέτωπο του Ειρηνικού, την στιγμή που επεδίωκαν ακριβώς την εστίαση στο τελευταίο (με χαρακτηριστικότερο δείγμα την συμφωνία AUKUS και την απόσυρση των δυνάμεών τους από την Μ. Ανατολή).
Το επιχειρησιακό σκέλος
Εδώ η κατάσταση είναι πολύ συγκεχυμένη. Η ροή ειδήσεων είναι απολύτως ελεγχόμενη από αμφότερες τις πλευρές και υπόκειται στους κανόνες των ψυχολογικών επιχειρήσεων και του επικοινωνιακού πολέμου.
Κατά συνέπεια, δεν θα αποτολμήσω την παραμικρή αξιολόγηση των επιχειρήσεων, παρά θα περιοριστώ σε κάποιες γενικότερες παρατηρήσεις:
- Δεν γνωρίζουμε τις μύχιες στοχεύσεις της Μόσχας για την επιθυμητή τελική κατάσταση, παρά μόνον εικοτολογούμε. Το διάγγελμα Πούτιν, στις 24/02/2022 [16], έθεσε δύο πολύ αορίστους σκοπούς, την “αποναζιστικοποίηση” και την “αποστρατιωτικοποίηση” της Ουκρανίας. Η ασάφεια αυτή επιτρέπει στην Ρωσία να δικαιολογήσει πιθανή αποτυχία επιτεύξεως των όντως επιθυμητών αντικειμενικών σκοπών, στο στρατιωτικό πεδίο και να διαπραγματευθεί, χωρίς να παραδεχθεί ήττα ή υπαναχώρηση.
- Η περιχαράκωση στις πόλεις είναι μια πολύ αποτελεσματική μορφή ανταρτοπολέμου, που ευνοεί τον ανίσχυρο.
- Είναι πολύ πιθανό η Ουκρανία να υποστηρίζεται από ηλεκτρονικά και πληροφοριακά μέσα του ΝΑΤΟ. Στον επικοινωνιακό πόλεμο είναι πρόδηλο ότι έχει επικρατήσει κατά κράτος, τουλάχιστον στον “δυτικό” κόσμο.
- Επίκεντρο του επικοινωνιακού πολέμου έχει αποτελέσει η παράθεση των απωλειών (ανθρωπίνων και υλικών) του κάθε αντιπάλου. Βεβαίως, οι αριθμοί που ανακοινώνονται ένθεν κακείθεν δεν έχουν την παραμικρή αξιοπιστία, αλλά καλό είναι να λάβουμε υπ’ όψιν μας και την σχετική φύση των απωλειών. Δηλαδή, έχει σημασία πόσο εύκολο είναι να αναπληρωθεί μια απώλεια και τί αντίκτυπο θα έχει στα μετόπισθεν. Ως προς την (ταχεία) αναπλήρωση πληροφορούμαστε για “ενοικιάσεις” μισθοφόρων και εθελοντών. Οι απώλειες, όμως, των Ρώσων ενδέχεται να “κοστίζουν” περισσότερο, καθώς είναι φυσικότερο να δημιουργείται δυσφορία στον επιτιθέμενο, όταν πληθαίνουν τα φέρετρα που επιστρέφουν, παρά στον αμυνόμενο, που αντιμετωπίζει τις απώλειες ως αναπόδραστο κακό.
Η ελληνική διάσταση
Η πρόσληψη των γεγονότων από ελληνικής πλευράς και οι αντιδράσεις σε αυτά θα εξετασθούν σε δύο επίπεδα: κοινωνικό και πολιτικό.
Όσον αφορά την κοινωνία, περιττεύει, νομίζω, κάθε αναφορά στους οπαδούς γελοίων θεωριών περί “ομοδόξων λαών” και “ξανθού γένους”, ή στους λοβοτομημένους “Δον Κιχώτες” κατά των… “φονιάδων των λαών”! Παρά ταύτα, αρκούντως ανησυχητική παραμένει η συνήθειά μας να διαιρούμαστε και να ταυτιζόμαστε με ξένους, χωρίς να χρειάζεται! Σχεδόν δύο αιώνες μετά την εμφάνιση των “αγγλικού”, “γαλλικού” και “ρωσικού” κομμάτων εξακολουθούμε να αναζητούμε με τον φανό του Διογένους το… “ελληνικό”!!! Ποιό το νόημα να ακολουθούμε μια ρωσόφιλη ή μια ουκρανόφιλη/αμερικανόφιλη τάση, αν δεν τίθεται ως παράμετρος στην επιλογή μας το ελληνικό συμφέρον;
Το κοινωνικό και το πολιτικό επίπεδο, στο εν λόγω ζήτημα, τέμνονται από μια διάχυτη αντίληψη ότι πρέπει να συστρατευθούμε με την Ουκρανία, διότι αποτελούμε το ανάλογόν της στην ελληνοτουρκική διένεξη. Αυτό το σημείο χρήζει ιδιαιτέρας προσοχής.
Σε ανθρώπινο επίπεδο, είναι φυσιολογικό έως έμφυτο να συντασσόμαστε με τον αδύνατο. Αρκεί ο συναισθηματισμός να μην συμπαρασύρει την λογική και τις πολιτικές μας επιλογές. Διότι εκτός από την Τουρκία, ενδέχεται να βρεθούμε αντιμέτωποι με τα Σκόπια ή την Αλβανία, λόγου χάριν και τότε θα ανακαλύψουμε ότι ίσως ο “αδύνατος” δεν έχει πάντοτε το δίκαιο με το μέρος του, ή ότι μπορεί να δρα και ως ενεργούμενο κάποιου ισχυροτέρου…
Ακόμη και αν δεχθούμε, όμως, ότι γίνεται δεκτός ο παραλληλισμός Ελλάδος-Κύπρου με την Ουκρανία και της Τουρκίας με την Ρωσία, υπάρχει κάποιος που να πιστεύει ότι η διεθνής κοινότητα θα λάβει τόσο σθεναρή στάση στην δική μας περίπτωση, αν δεν έχει ίδιον όφελος; Σε τί μας ευνόησε η διαρκής επίκληση επί δεκαετίες του δικαίου και η αυτοπαρουσίασή μας ως θύμα του τουρκικού επεκτατισμού; Τί αναμένουμε να αλλάξει τώρα; Και πότε θα συνειδητοποιήσουμε ότι ο μόνος διαχρονικός και απαράβατος νόμος των διεθνών σχέσεων είναι η ισχύς, όπως εκφράζεται στον διάλογο Αθηναίων-Μηλίων [17], κατά τον Θουκυδίδη;
Και για να γίνω ακόμη πιο ωμός. Όντως, η Τουρκία επεκαλέσθη για την εισβολή στην Κύπρο, το 1974, λόγους προστασίας της εκεί τουρκοκυπριακής κοινότητος και βαθύτερο ανομολόγητο αίτιο ήταν η πεποίθηση ότι ελληνική κυριαρχία επί της Κύπρου απειλούσε την ασφάλειά της, αποκλείοντας την από την Μεσόγειο [18]. Η επιχειρηματολογία της έχει πολλά κοινά με την σημερινή της Ρωσίας. Αυτό θα έπρεπε να μας ενοχλεί και να μας προβληματίζει, ή ότι υποπέσαμε σε σωρεία παιδαριωδών λαθών, με μηδενική προετοιμασία, επιτρέποντας στην Τουρκία να επωφεληθεί και να επιβάλει τετελεσμένα και δεν έχουμε καταρτίσει έκτοτε μια συνεπή στρατηγική για την ανατροπή τους;
(Τείνω στην άποψη πως το πιο κοινό σημείο Ουκρανίας και Κύπρου είναι ότι οι ηγεσίες τους περιφρόνησαν τα γεωπολιτικά δεδομένα και ακολούθησαν ανεδαφικές πολιτικές. Όσο άφρων υπήρξε η πολιτική Μακαρίου να στρέψει την Κύπρο προς ανατολάς, ευρισκομένης σε νευραλγικό σημείο για την “δυτική” ασφάλεια, αλλά τόσο υπήρξε και ο προσανατολισμός Ουκρανών – αλλά και Γεωργιανών και Αρμενίων – προς ΗΠΑ/ΝΑΤΟ, παραβλέποντας την θέση τους εγγύτατα της Ρωσίας.)
Το θεμελιώδες πρόβλημά μας με την Τουρκία είναι το διευρυνόμενο χάσμα ισχύος (ή γεωπολιτικού δυναμικού [19]), μεταξύ μας, για το οποίο αδιαφορούμε, κρυπτόμενοι πίσω από βολικές (για την αδράνειά μας) επικλήσεις του διεθνούς δικαίου και το οποίο επιτείνει την επιθυμία της Τουρκίας να μας δορυφοροποιήσει.
Αυτό πρέπει να καταπολεμήσουμε (το χάσμα) πρωτίστως και όχι να καλλιεργούμε φρούδες ελπίδες ότι θα μας συμπαρασταθούν οι “μεγάλοι”, επειδή κι εμείς συμπαραστεκόμαστε στους αδικημένους αυτού του κόσμου… [20] Η Ουκρανία θα έπρεπε να ιδωθεί ως η νομοτελειακή εξέλιξη ενός διπόλου, στο οποίο η διαφορά γεωπολιτικού δυναμικού υπερέβη κατά πολύ κάποια αποδεκτά, για την ισορροπία του, όρια. Ευελπιστώ ότι το χάσμα μεταξύ Τουρκίας-Ελλάδος είναι μικρότερο από εκείνο Ρωσίας-Ουκρανίας και είναι ακόμη διαχειρίσιμο.
Επί του αμιγώς πολιτικού πρακτεόυ. Η συμπαράταξη με την “Δύση” προφανώς και ήταν υποχρεωτική επιλογή για την Ελλάδα και για λόγους αρχής και για λόγους εξαρτήσεως. Δεν κατανοώ, όμως, την επίδειξη τέτοιου υπερβάλλοντος ζήλου (πέρα από τις αχρείαστες τυμπανοκρουσίες για την αποστολή οπλισμού [21], ο πρωθυπουργός της Ελλάδος ήταν εκ των πρώτων ηγετών της ΕΕ που έσπευσε να χαιρετίσει το αίτημα της Ουκρανίας για ταχεία ένταξη, για να μην αναφερθώ καν στην επικοινωνιακή φιέστα της ΠτΔ σε ταβέρνα Ουκρανών στα Εξάρχεια…).
Γιατί να είναι τόσο έκδηλη η επιλογή πλευράς από μέρους μας; Και γιατί να ακυρώσουμε αβιάστως την εν εξελίξει προσπάθεια αποκαταστάσεως των ελληνορωσικών σχέσεων, που είχαν πληγεί σοβαρότατα από τις άλογες ενέργειες Κοτζιά, προκειμένου να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα της συμφωνίας των Πρεσπών; Ποιός νομίζουμε ότι έχει αυξημένο διπλωματικό κύρος αυτήν την στιγμή, η Ελλάδα που ετάχθη αναφανδόν με την “Δύση” και την Ουκρανία, ή η Τουρκία (αλήθεια, γιατί την μεμφόμαστε/ειρωνευόμαστε για την επιτήδεια ουδετερότητά της;) και το Ισραήλ, που τηρούν αποστάσεις από τους εμπλεκομένους και προσβλέπουν σε ενεργό διαμεσολαβητικό ρόλο; Θα δικαιολογούσα την πολιτική μας επιλογή μόνο εάν έχουμε λάβει κάποιο σοβαρό έμπρακτο (όχι υποσχέσεις ή διαβεβαιώσεις) αντάλλαγμα και μόνον τότε (αν και η διαπραγματευτική μας παράδοση δεν με κάνει αισιόδοξο…).
Υπάρχει και μια άλλη σημαντική παράμετρος, που συνηγορεί υπέρ μιας επαμφοτεριζούσης στάσεως: η ελληνική παρευξείνια ομογένεια. Μη δυνάμενοι να προδικάσουμε την τελική έκβαση της αναμετρήσεως, επιβάλλεται να διατηρήσουμε ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας και με τους δύο εμπλεκομένους, ώστε να διασφαλίσουμε πως οι ελληνικές κοινότητες θα αντιμετωπισθούν ευμενώς από τους εμπολέμους, ως ουδέτερο στοιχείο (όχι ως σύμμαχος μίας ή άλλης πλευράς) και η συνδρομή μας προς αυτές θα είναι εφικτή, ανεξαρτήτως μελλοντικού καθεστώτος της περιοχής.
Και για να απλοποιήσω την όλη σκέψη μου, παρασυρόμενος από το επικρατούν πνεύμα ποδοσφαιρικού φανατισμού, που κατακλύζει τον δημόσιο λόγο, η Ελλάδα είναι ομάδα β΄ κατηγορίας που αγωνίζεται για την άνοδο στην α΄. Δεν αποβλέπει στο πρωτάθλημα. Το συμφέρον της είναι να εκμεταλλευτεί την αντιπαλότητα των διεκδικητών του πρωταθλήματος προς όφελός της, όχι να ταυτιστεί με έναν εξ αυτών, που μπορεί να την ευνοήσει προς ώρας, αλλά να την φέρει εκτεθειμένη στο μέλλον, έναντι άλλων διεκδικητών, των οποίων την συνδρομή θα χρειαστεί.
Ήτοι, αν δεν είμαστε σε θέση να επηρεάσουμε με αποφασιστικό τρόπο μια κατάσταση υπέρ ημών, η επιφυλακτική αναμονή και η διατήρηση δυνατότητος ελιγμών φαίνονται ασφαλέστερες επιλογές.
Επιπτώσεις στην Ελλάδα
- Αναζωπύρωση ενδιαφέροντος για κοιτάσματα υδρογονανθράκων Α. Μεσογείου.
- Πιθανή χαλάρωση κυρώσεων από ΕΕ για χρήση λιγνίτη.
- Εμπλοκή/Υστέρηση στην βιομηχανική συνεργασία Ουκρανίας-Τουρκίας στον κρίσιμο τομέα κινητήρων (αεροσκαφών και αρμάτων), όπου η Τουρκία χωλαίνει.
- Δυσχέρεια στην συντήρηση ρωσικών αντιαεροπορικών συστημάτων που υπηρετούν στον ΕΣ (Tor-M1, OSA-AKM). Παρότι ο πρωθυπουργός δήλωσε ότι δεν είναι κρίσιμα για την ελληνική άμυνα (στο 17:14 λεπτό τηλεοπτικής του συνεντεύξεως), είναι τα μόνα που παρέχουν τοπική αντιαεροπορική κάλυψη στο Δ΄ΣΣ και στις αιγαιακές νήσους, χωρίς άμεση εναλλακτική. Και δεν ξέρω πόσο σώφρον είναι να διαλαλούμε ότι τα θεωρούμε ούτως ή άλλως άχρηστα, αντί να διαπραγματευόμαστε κάποιου είδους επιδότηση για αντικατάστασή τους από αντίστοιχα “δυτικά” (π.χ. αιτούμενοι διεύρυνση των προϋποθέσεων και πιστώσεων του προγράμματος ERIP).
- Ευκαιρία εξαγωγής επιχειρησιακών συμπερασμάτων, άνευ κόστους, για την καλύτερη προετοιμασία μας έναντι της τουρκικής απειλής. Ειδικότερα η εισβολή των Ρώσων μέσω Λευκορωσίας, στα νώτα των ταγμένων στο ανατολικό μέτωπο Ουκρανών, μου θύμισε το σκέλος του τουρκικού σχεδίου “Βαριοπούλα” για υπερφαλάγγιση του Έβρου.
- Πιθανή θετική έκβαση για την Ρωσία θα ενθαρρύνει άλλες αναθεωρητικές δυνάμεις (δηλαδή Κίνα και Τουρκία) να επιμείνουν στην ανατροπή του status quo της περιοχής τους, που οραματίζονται.
- Εξελίξεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, αφού αυτές πάντοτε συναρτώνται με τις αμερικανορωσικές. Το θέμα προσφέρεται κυρίως για σεναριολογία, καθώς οι εξελίξεις λαμβάνουν απρόβλεπτη τροπή και εκφεύγει από τους σκοπούς του παρόντος άρθρου.
Συμπεράσματα-Επίλογος
Η ευθύνη για τον πόλεμο δέον να αποδοθεί αμφιπλεύρως. Η δαιμονοποίηση της Ρωσίας και του Πούτιν, με περιφρόνηση στην γεωπολιτική θεώρηση των πραγμάτων, απλώς θα δυσχεράνει την ομαλοποίηση της καταστάσεως, με κίνδυνο να προκύψει ένα νέο “σιδηρούν παραπέτασμα”.
Στα καθ’ ημάς, είναι τραγικό να αγνοούμε τον δικό μας Θουκυδίδη και να εξακολουθούμε να ερμηνεύουμε τον κόσμο μέσα από ιδεοληπτικές και θρησκευτικές εμμονές. Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη και τιμωρεί όποιον την περιφρονεί και επιχειρεί να την προσαρμόσει, προκρουστείως, στα μέτρα των αντιλήψεών του για έναν ιδεατό κόσμο. Ο δε εχθρικός αναθεωρητισμός δεν αντιμετωπίζεται ούτε με ευχολόγια περί δικαίου, ούτε με πίστη σε υποσχέσεις συνδρομής τρίτων, που – πιθανότατα – θα αναιρεθούν την κρίσιμη στιγμή. Μακάρι το πάθημα της Ουκρανίας να μας γίνει μάθημα, ώστε να μεριμνήσουμε – επί τέλους – για την ενίσχυση των δικών μας δυνάμεων και την εμπέδωση της νοοτροπίας ότι αυτές είναι η μόνη σίγουρη εγγύησή μας!
ΥΣΤΕΡΟΓΡΑΦΑ
- Η τρομοκράτησή μας από την δράση των τουρκικών ΜΕΑ στην Λιβύη έδωσε την θέση της στην ανακούφισή μας, από τις πληροφορίες που τα θέλουν να έχουν μηδαμινή συνεισφορά στην Ουκρανία. Αμφότερες οι αντιδράσεις είναι εσφαλμένες. Ούτε η υπερτίμηση, αλλά ούτε και η υποτίμηση του εχθρού είναι συνετές. Κάθε οπλικό σύστημα πρέπει να εξετάζεται εντός του πλαισίου που ορίζει το δόγμα χρήσεώς του και συνυπολογίζοντας τις δυνατότητες του αντιπάλου του, καθώς και το περιβάλλον. Όποιες και να ήταν οι επιδόσεις τους σε Λιβύη και Ουκρανία, το Αιγαίο είναι διακριτή περίπτωση και εκεί πρέπει να επικεντρωνόμαστε. Κάθε άλλη προσέγγιση άπτεται διαφημιστικών πρακτικών!
- Είναι αστείο και υποκριτικό συνάμα να αναδύεται στον δημόσιο διάλογο θέμα ρωσικών μηχανισμών προπαγάνδας στην Ελλάδα. Προφανώς και υπάρχουν, αλλά άλλες δυνάμεις δεν έχουν παρομοίους μηχανισμούς ή δεν μας ενοχλούν; Και δεν υπονοώ μόνο τις ΗΠΑ (που αλίμονο αν δεν διέθεταν δυνατότητα επικοινωνιακής επιρροής) αλλά πότε μας απασχόλησε η κατά συρροή εισβολή στους τηλεοπτικούς μας δέκτες (χαμηλοτάτου επιπέδου) παραγωγών εκ Τουρκίας;
- Αναμένω όσους υποστηρίζουν πως η λύση στο δημογραφικό πρόβλημα της Ελλάδος είναι η αθρόα εισδοχή μεταναστών, να σπεύσουν να οργανώσουν μεταφορά όσων περισσοτέρων Ουκρανών προσφύγων (που, ειρήσθω εν παρόδω, είναι πραγματικοί και όχι κατ’ όνομα). Και φιλήσυχοι είναι και – το κυριότερο για την συνοχή μιας κοινωνίας – αφομοιώσιμοι. Ή μήπως η ανθρωπιστική μας ευαισθησία εξαντλείται στους Αφρικανούς και Ασιάτες φορείς της ισλαμικής οπισθοδρομήσεως;
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ – ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
- “Πόλεμος και αποτροπή του“, ενότητα “Εννοιολογική προσέγγιση πολέμου και ειρήνης“.
- Πλάτων, “Νόμοι”, 625ε.
- Πλάτων, “Νόμοι”, 626α.
- Παναγιώτης Κονδύλης, “Γεωπολιτικές και στρατηγικές παράμετροι ενός ελληνοτουρκικού πολέμου“, επίμετρο στην “Θεωρία του Πολέμου”, εκδόσεις Θεμέλιο, 1999.
- Για μια απλή καταγραφή των συμβάντων που προηγήθηκαν του αιφνιδιασμού στο Pearl Harbor προσφέρονται άρθρο του “Office of the historian”, του αμερικανικού υπουργείου εξωτερικών και άρθρο του μουσείου Β΄ΠΠ της Νέας Ορλεάνης.
- Σύντομη εννοιολογική περιγραφή από την εγκυκλοπαίδεια Britannica. Εκτενέστερη ανάλυση σε δημοσίευση του καθηγητή Shiping Tang.
- “The geographical pivot of history“, άρθρο δημοσιευθέν στο 4ο τεύχος του 23ου τόμου του “The Geographical Journal”, τον Απρίλιο του 1904.
- “The geography of the peace“, μελέτη εκδοθείσα το 1944. Κυκλοφορήθηκε μεταφρασμένη και στα ελληνικά, το 2004. Η προσέγγιση του Spykman, με τον “δακτύλιό” του, είχε καταλυτική συμβολή στην δυτική αρχιτεκτονική ασφαλείας, κατά τον “Ψυχρό Πόλεμο”.
- Πρωτότυπος τίτλος “The grand chessboard”, εξεδόθη μεταφρασμένο στα ελληνικά από τις εκδόσεις Λιβάνη, το 1998.
- Για την συμπεριφορά των ΗΠΑ έναντι της ηττημένης Ρωσίας, την δεκαετία 1991-2000, παραπέμπω σε μαρτυρίες του Αλ. Παπαχελά και του στρατηγού ε.α. Μιχ. Κωσταράκου, στην “Καθημερινή”.
- Λόγω της τραυματικής εμπειρίας των περισσοτέρων κρατών αυτών από τον διαμοιρασμό της Α. Ευρώπης μεταξύ Γερμανίας και ΕΣΣΔ, τις παραμονές του Β΄ΠΠ και της απειλής που αισθάνονται να συνθλιβούν από δύο υπέρτερες δυνάμεις που τα περικλείουν, έχουν αναπτύξει ιδιαίτερες φιλοαμερικανικές τάσεις, θεωρώντας τις ΗΠΑ ως τον εγγυητή της ανεξαρτησίας τους.
- Ο θεωρούμενος και “αρχιτέκτων” του “Ψυχρού Πολέμου” διπλωμάτης George Kennan είχε χαρακτηρίσει κάθε σκέψη για επέκταση του ΝΑΤΟ πλησιέστερα προς τα ρωσικά σύνορα ως “μοιραίο σφάλμα” (“fateful error“), σε ομώνυμο άρθρο του στους NY Times, στις 05/02/1997.
- Η παράμετρος αυτή αναλύεται διεξοδικότατα σε δύο διαδοχικά άρθρα του δημοσιογραφικού οργανισμού “National Security Archive” (πρώτο και δεύτερο), με πλήθος παραπομπών και αποχαρακτηρισμένων εγγράφων. Τα κείμενα υπάρχουν μεταφρασμένα και στα ελληνικά, στο ιστολόγιο “Con-Ops” (πρώτο και δεύτερο άρθρα). Ωστόσο, ο τότε υπουργός εξωτερικών των ΗΠΑ James Baker διέψευσε σε συνέντευξή του στο CNN, στις 09/11/2009, ότι υπήρξε προφορική δέσμευση για περιορισμό του ΝΑΤΟ. Ενώ και ο ίδιος ο Γκορμπατσώφ, σε συνέντευξή του, στις 16/10/2014, διευκρίνισε ότι δεν ετέθη ποτέ ζήτημα διευρύνσεως του ΝΑΤΟ προς ανατολάς και οι διαπραγματεύσεις αφορούσαν αποκλειστικώς την εγκατάσταση προσωπικού και υποδομών του ΝΑΤΟ στο έδαφος της πρώην Α. Γερμανίας. Το ίδιο επιχείρημα προβάλλουν και πολλοί άλλοι “δυτικοί” αξιωματούχοι, διατεινόμενοι ότι τα περί μη αποδοχής στο ΝΑΤΟ πρώην μελών του συμφώνου της Βαρσοβίας οφείλονται σε (σκόπιμη ή ακούσια) παρερμηνεία από την ρωσική πλευρά. Η σχετική έρευνα και αρθρογραφία είναι εκτενέστατη, θα αρκεστώ να προτείνω δύο μόνον ακόμη άρθρα, από το “War on the rocks” (12/07/2016) και το “PolitiFact” (22/02/2022), που είναι αρκούντως σφαιρικά και διαφωτιστικά, εξ αιτίας της πληθώρας παραπομπών.
- Περισσότερα στο εξαιρετικό πόνημα του Edward Luttwak “Η υψηλή στρατηγική της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας” και σε συνέντευξη του ιδίου στην “Καθημερινή”.
- Όρος (triangular diplomacy στα αγγλικά) που οφείλεται στον H. Kissinger και την πολιτική που ακολούθησε ως υπουργός εξωτερικών, προκειμένου να αποδυναμώσουν οι ΗΠΑ τον κομμουνιστικό συνασπισμό, προσεταιριζόμενες την Κίνα. Σε ευρύτερο πλαίσιο, η έννοια ανταποκρίνεται σε ένα σύστημα τριών δυνάμεων, όπου η μία προσπαθεί να ελέγξει τις σχέσεις ισορροπίας μεταξύ των τριών, προκειμένου να κυριαρχήσει.
- Σχετικό δημοσίευμα της “Ναυτεμπορικής” με αποσπάσματα της ομιλίας Πούτιν. Δυστυχώς, ίσως και λόγω του αποκλεισμού ρωσικών ΜΜΕ στην ΕΕ, δεν κατέστη εφικτός ο εντοπισμός του πλήρους κειμένου.
- “… δίκαια μὲν ἐν τῷ ἀνθρωπείῳ λόγῳ ἀπὸ τῆς ἴσης ἀνάγκης κρίνεται, δυνατὰ δὲ οἱ προύχοντες πράσσουσι καὶ οἱ ἀσθενεῖς ξυγχωροῦσιν.“, Θουκυδίδης, Ιστορία, Βιβλίο Ε΄, εδάφιο 89.
- Αναλυτικότερη περιγραφή της τουρκικής οπτικής επί των γεγονότων του 1974 στο βιβλίο του Μεχμέτ Αλή Μπιράντ, “Απόφαση-Απόβαση“.
- Έννοια ευρύτερη της “ισχύος”, που χρησιμοποίησε κατά κόρον ο Πανγιώτης Κονδύλης στις αναλύσεις του και όρισε ως “ιστορικο-κοινωνική παρουσία ενός συλλογικού υποκειμένου που με την πολιτική και λοιπή δυναμική του γεμίζει ορισμένο γεωγραφικό χώρο“.
- Η διαχρονική αξιοποίηση του δικαίου από τις μεγάλες δυνάμεις χαρακτηρίζεται από “δυο μέτρα και δυο σταθμά”, εκείνο που καθορίζει την ερμηνεία των κανόνων δικαίου είναι το συμφέρον. Σε άρθρο του Μ. Δρουσιώτη, στον “Πολίτη” (Κύπρου), στις 06/03/2022, που συγκρίνει Μακάριο και Ζελένσκι, έχουμε μια πρόγευση της ευκολίας με την οποία θα απορριπτόταν η ταύτιση κυπριακού και ουκρανικού ζητήματος, λόγω πολλών κρισίμων λεπτομερειών που διαφοροποιούν τις δύο περιπτώσεις.
- Διερωτώμαι με ποιά λογική επελέγη η απ’ ευθείας αποστολή οπλισμού από την Ελλάδα στην Ουκρανία και όχι απλώς η διάθεσή του στο ΝΑΤΟ (ή στις ΗΠΑ), ώστε εκείνο (ή εκείνες) να έχουν την ευθύνη της εμπλοκής. Όπως ευφυέστατα έπραξε η Πολωνία με τα αεροσκάφη της MiG-29
*Ο Κωνσταντίνος Καραγιαννίδης είναι Ηλεκτρολογος,Μηχανολόγος, Μηχανικός Ηλεκτρονικών Υπολογιστών.
Αξιολογότατο άρθρο, ένα από τα καλύτερα που έχω διαβάσει τελευταία. Συγχαρητήρια στον συντάξαντα, κ. Καραγιαννίδη.
Ο ενσταλαγμένος φόβος των Ρώσων είναι προσχηματικός για να υποστηριχθεί και δικαιολογηθεί η επιθετικότητα της Ρωσίας. Από ιδρύσεως του ΟΗΕ μέχρι σήμερα κανένα κράτος δεν επιτέθηκε στην ΕΣΣΔ ή την Ρωσική Ομοσπονδία.
Τουναντίον η ΕΣΣΔ και η Ρωσική Ομοσπονδία έχουν επιτεθεί σε Ουγγαρία, Τσεχοσλοβακία, Αφγανιστάν, Γεωργία, Αρμενία, Τσετσενία, και τώρα Ουκρανία.
Μετά τη διάλυση της ΕΣΣΔ η Ρωσική Ομοσπονδία έκανε το καλό παιδί στις σχέσεις της με τη Δύση και κέρδισε δις τα οποία επένδυσε στην στρατιωτική ισχύς της και τώρα τα χρησιμοποιεί εναντίον αμάχων. Ουδείς αχαριστότερος εκ του ευεργετηθέντος και
το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού. Για αυτό η Δύση θα πρέπει να εξοντώσει οικονομικά και απομονώσει γεωπολιτικά, πολιτισμικά και διπλωματικά τη Ρωσία.
Η αβάσιμη και υποκειμενική θεωρία του φόβου και του προληπτικού χτυπήματος θα πρέπει να αντιμετωπιστούν με όλα τα μέσα, πλην στρατιωτικών, που διαθέτει ο δυτικός και πολιτισμένος κόσμος.
Διαφορετικά θα δούμε και άλλες Ουκρανικές.
Χαίρετε,
Δεν αποκλείεται, προφανώς, ο ρωσικός φόβος να ήταν ένα πρόσχημα. Διατηρώ και στο άρθρο μου την επιφύλαξη:
“Προς αποφυγήν παρεξηγήσεων, αυτό δεν συνεπάγεται απόσειση ευθυνών για την ρωσική πλευρά, της οποίας αγνοούμε τις ακριβείς προθέσεις και επιδιώξεις, λόγω ανεπάρκειας στοιχείων και της παραδοσιακής ρωσικής μυστικοπάθειας. Άραγε εξωθήθηκε στις ενέργειές της, αντιδρώντας στην πίεση του ΝΑΤΟ, ή εποφθαλμιούσε ούτως ή άλλως την Ουκρανία και επιζητούσε αφορμή δράσεως;”
Κατά την προσέγγισή μου, η ουσία του ζητήματος δεν είναι να αναλωθούμε σε αλληλοκατηγορίες για το ποιός έχει δίκιο ή ποιός ευθύνεται λιγότερο, αλλά να αντιληφθούμε την προτεραιότητα του συμφέροντος και της ισχύος, στις διεθνείς σχέσεις.
Τόσο ο Mearsheimer, όσο και ο Walt (τα άρθρα των οποίων επικαλούμαι) αυτό επισημαίνουν: ότι η αποστασιοποίηση, στην “Δύση”, των ιθυνόντων εξωτερικής πολιτικής από τις αρχές του Θουκυδίδη (ρεαλισμός) και η υιοθέτηση πιο ιδεαλιστικών θεωριών παρήγαγε το σημερινό χάος και στην Μ. Ανατολή και στην Ουκρανία.
Και στα πλαίσια του στενού συμφέροντος, θα πρέπει να εξετάσουμε αν οι αυστηρές κυρώσεις και η απομόνωση της Ρωσίας, που προτείνετε, οφελούν σε βάθος χρόνου την “Δύση”, ή συντελούν στην δημιουργία ενός εχθρικού ευρασιατικού γίγαντα, καθιστώντας την Ρωσία συνεταίρο της Κίνας.
Η δε Ελλάδα θα πρέπει να αντιληφθεί εγκαίρως την καθοριστική σημασία της ισχύος, διότι κινδυνεύει να μείνει μόνιμος επαίτης δικαίου και εξωτερικής συνδρομής, σε έναν κόσμο που μεταβάλλεται ραγδαίως!
Ένα κράτος παρίας δεν είναι δεκτό από καμία εταιρική συμφωνία πολύ δε περισσότερο από την Κίνα, η οποία δεν θέλει να φορτωθεί το Ρωσικό ζήτημα. Τα αυταρχικά και απολυταρχικά καθεστώτα δεν συνεργούν μεταξύ τους λόγω διαφορετικών συμφερόντων και επιδιώξεων. Η Κίνα θα χρησιμοποιεί/εκμεταλλεύεται κατά περίπτωση την Ρωσία και δεν θα ήθελε να γίνει μέρος του Ρωσικού ζητήματος.
Η ισχύς της Ελλάδος (στρατιωτική, οικονομική σε μέγεθος ΑΕΠ, διπλωματική και ήπια) βρίσκεται σε ικανοποιητικό επίπεδο, παρά τις κρίσεις της τελευταίας δεκαετίας.Δεν χρειάζεται η Ελλάδα να παρασυρθεί από τον Πούτιν της ΝΑ Μεσογείου.
Ο τρόπος άσκησης των διεθνών σχέσεων διαφέρει για τον ισχυρό (πχ AUKUS), τον λιγότερο ισχυρό και τον αδύνατο. Η εμπιστοσύνη και η αξιοπιστία στις διεθνείς σχέσεις έχουν ιδιαίτερη σημασία. Μην τα γκρεμίζουμε όλα.
Η Ρωσία έχει δίκιο. Είναι αυτό που είπε ο Πούτιν, ότι ”οι ΗΠΑ ήρθαν με τους πυραύλους τους στο κατώφλι μας”. Το πρόβλημα δεν είναι η Ρωσία, αλλά η πολιτική των ΗΠΑ, οι οποίες ενώ με ψεύτικα στοιχεία βομβάρδισαν το Ιράκ αν και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά από τα σύνορά τους γιατί τάχα κινδύνευε η ασφάλειά τους, έχουν την απαίτηση η Ρωσία να δεχθεί Αμερικανικά πυρηνικά όπλα πάνω στα σύνορά της. Αυτή η εξωφρενική αντίληψη των Αμερικανών ότι μόνο αυτοί έχουν το δικαίωμα της ασφάλειας στον κόσμο, είναι το πρόβλημα και οι αιτία όλων των δεινών σήμερα.
Συμφωνώ μαζί σου, ως προς την άμυνα τής Ρωσσίας και την αθλιότητα των ΗΠΑ, που ακόμη μέχρι το τέλος τού Β’ΠΠ, ήταν ο φάρος τής Ελευθερίας τού κόσμου. Από το Βιετνάμ και μετά δεν μπορεί να μετρήσει κανείς τι … “ευεργεσίες”, που έχουν προσφέρει στον πλανήτη. Αυτό που δεν συγχωρείται είναι η εισβολή στην Ουκρανία, η οποία δεν είχε να κάμει με την άμυνα τής Ρωσσίας, αλλά μάλλον με το πλούσιο ουκρανικό υπέδαφος. Να μην δεχτούν οι Ρώσσοι να γίνει η Ουκρανία, η Φινλανδία και η Σουηδία, μέλη τού ΝΑΤΟ, είναι κατανοητό. Η εισβολή, όμως, τι χρειαζόταν;