Του Αλκη Καλλιαντζίδη Οικονομολόγου [email protected] www.kalkis.eu
Αυτό δήλωσε σε συνέντευξη τύπου ο Klaus Regling, Γενικός Διευθυντής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ), «κύριος πιστωτής» της Ελλάδας. Μέχρι το 2060; Τον ρωτούν και ο Regling απαντά : «Ναι. Η Επιτροπή θα σταματήσει όταν το 75% των δανεικών θα έχει επιστραφεί, αλλά όχι εμείς. Θα παρακολουθούμε μέχρι την τελική εξόφληση». Και θα υπάρξει ακόμη μια «ενισχυμένη εποπτεία» με «μια τριμηνιαία αξιολόγηση» που θα εφαρμοστεί για «αρκετά χρόνια». Αυτή η επιτήρηση θα πρέπει να είναι «αυστηρότερη και πληρέστερη στην περίπτωση της Ελλάδας από ό,τι σε οποιαδήποτε άλλη χώρα», σύμφωνα με το άρθρο του Michel Husson, «Μια μακρά δοκιμασία έρχεται για την Ελλάδα-Un long calvaire s’annonce pour la Grèce», στην ηλεκτρονική έκδοση του περιοδικού Alternatives Economiques, στις 02/07/2018.
Ατυχώς ή ευτυχώς, ανάλογα με το πώς προσεγγίζει κανείς το θέμα, αυτή θα είναι η πραγματικότητά μας, κι όχι ό,τι μας σερβίρουν η κυβέρνηση πρωτίστως των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ (τέρμα η Επιτήρηση η οποία δεν είναι κατανάγκην κακή) ή η αντιπολίτευση (Επαναδιαπραγμάτευση, χορτάσαμε από «καπάτσους» Επαναδιαπραγματευτές), η μείζονα και η ελάσσονα, με αφορμή : την άχαρη πολιτικάντικη συζήτηση για την προβλεπόμενη νέα μείωση των συντάξεων, τη μείωση του αφορολογήτου ορίου αλλά και για την μη αύξηση του ΦΠΑ στα νησιά μας, αποδέκτες των προσφυγικών και μεταναστευτικών ροών από τα τουρκικά παράλια. Κάτι που προκάλεσε ήδη την αναβολή καταβολής της δόσης δανείου 15 δις ευρώ, έναντι της τελευταίας ατυχούς κυβερνητικής φορολογικής «γαλαντομίας» προς τα νησιά αυτά της τάξεως των 28 εκατ. ευρώ ! Τι άλλα στραπάτσα και καψώνια πρέπει να πάθουν οι κυβερνώντες και οι αντιπολιτευόμενοι για να σταματήσουν τα κοστοβόρα κόλπα προς τους «κουτόφραγκους» ;
Οι «επάρατοι Δανειστές μας» λοιπόν μας έκαναν μια τέτοια ρύθμιση του χρέους, ώστε αν δεν πάρουν πίσω μέχρι το 2060 όλα τα δανεικά που μας έδωσαν, στα πλαίσια της κοινοτικής αλληλεγγύης, τουλάχιστον να χάσουν τα ελάχιστα δυνατά από αυτά. Η εν λόγω ρύθμιση εδράζεται σε μια παραδοχή (δεν την αποδέχεται όμως πλήρως το ΔΝΤ) που λέει ότι η Ελλάδα θα έχει μια συνεχή οικονομική μεγέθυνση, παρουσιάζοντας ένα πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ελληνικού ΑΕΠ μέχρι το 2022 και στη συνέχεια 2,2% μέχρι το 2060.
Το να είναι η οικονομία μιας χώρας μακροπρόθεσμα πλεονασματική είναι κακό ; Όχι βέβαια. Αρκεί τα πλεονάσματά της να προέρχονται από μια συνεχή εκθετική της οικονομική μεγέθυνση (4% τουλάχιστον και πλέον) του ιδιωτικού κυρίως τομέα κι όχι από τον φορολογικό και εισφορολογικό στραγγαλισμό των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών της, όπως γίνεται σήμερα με τα περίφημα «υπερ-πλεονάσματα» από τα οποία δίδονται κάποια έκτακτα προνοιακά «μερίσματα», σαν την ψεύτικη «13η Σύνταξη». Τα τελευταία τεχνάσματα υπακούουν σε μια παλαιο-ημερολογήτικη «αναδιανεμητική λογική» υπέρ των αδυνάτων, δίχως να τους βοηθάει στην πράξη να βγουν οριστικά από την πενία τους, παρέχοντάς τους επαγγελματικά εφόδια και δεξιότητες για τους ικανούς για εργασία για να μπορέσουν να βρουν δουλειά σε ανταγωνιστικές και ευημερούσες επιχειρήσεις, ενδογενείς και αλλοδαπές. Δηλαδή να αποκτήσουν απασχόληση, εισόδημα, επαγγελματική και κοινωνική ένταξη και να στηρίξουν έτσι με τις εισφορές τους το Ενιαίο Ασφαλιστικό Ταμείο για τους νυν και μελλοντικούς συνταξιούχους.
Όμως η παραδοχή της συνεχούς οικονομικής μεγέθυνσης θεωρείται απίθανο να πραγματοποιηθεί από τους περισσότερους οικονομολόγους, ιδιαίτερα μετά από μια μακροχρόνια περίοδο ύφεσης 2008-2018. Κάτι που επιβεβαίωσε κι ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδας στην τελευταία του έκθεση, λέγοντας ότι ακόμα και οι πετρελαιοπαραγωγές χώρες θα δυσκολεύονταν να αποκτήσουν μια τόσο μακροχρόνια πλεονασματική οικονομική μεγέθυνση. Ιδιαίτερα σε μια χώρα, σαν την Ελλάδα θα πρόσθετα εγώ, όπου το πολιτικό προσωπικό της (όλων των αποχρώσεων χωρίς καμία εξαίρεση) είναι έτοιμο να τινάξει όλες τις θυσίες που έγιναν στον αέρα προς χάριν της ευκαιριακής εκλογικής του πελατείας, προκειμένου να περισώσει – ή να οικοδομήσει – το πολιτικάντικο σαρκίο του στις επόμενες πολλαπλές, από ό,τι φαίνεται, εκλογές.
Θα πρέπει να το καταλάβουμε επιτέλους, λαός, κυβερνώντες και αντιπολιτευόμενοι ότι η ρύθμιση που υπέγραψε η κυβέρνηση θα πρέπει να αρχίσει να τηρείται κατά γράμμα και να υλοποιηθεί από μέρους μας μια ώρα αρχύτερα. Αυτός είναι ο πιο σύντομος δρόμος για να ξαναποκτήσουμε την εθνική μας κυριαρχία. Διαφορετικά θα συνεχίσουμε να είμαστε φόρου υποτελείς και πέραν του 2060, εισπράττοντας τις προσβολές των Δανειστών. Αυτό έκαναν οι Ιρλανδοί, οι Πορτογάλοι, οι Κύπριοι.
Το ανέντιμο «κίνημα του δεν πληρώνω» δεν περνάει πια ούτε στην Ελλάδα (τα χρέη μας τα εισπράττει απευθείας το κράτος από τους τραπεζικούς μας λογαριασμούς), αλλά πολύ περισσότερο ούτε στις χώρες που μας δάνεισαν. Μας αρέσει, δεν μας αρέσει. Η «επανάσταση» που θα έκαναν οι ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ δεν φτούρησε. Και τώρα θα πρέπει να χορέψουμε σύμφωνα με τους ρυθμούς των νταουλιών των απρόσωπων αγορών για να επιτύχουμε ένα βιώσιμο επιτόκιο δανεισμού αναχρηματοδότησης του θεόρατου χρέους μας που δεν θα πρέπει να υπερβαίνει το 1 με 2% για να θεωρείται βιώσιμο.
Διαφορετικά, εκείνο που μας περιμένει είναι η αυτόβουλη εκποίηση της παραθεριστικής μας κατοικίας – ή και της κύριας- σε ανερχόμενους οικονομικά Βαλκάνιους, όπως συνέβη στην παμπάλαια πολυκατοικία μας (50 ετών) στα Νέα Πλάγια Χαλκιδικής, όπου μέσα σε δυο χρόνια αγοράστηκαν 3 διαμερίσματα των 53 τ.μ. από έναν Σέρβο, έναν Βούλγαρο και έναν Σκοπιανό, παρντόν Βορειο-μακεδόνα ήθελα να πω !
Και το συγκεκριμένο παράδειγμα μακάρι να ήταν το μόνο. Δείχνει όμως πώς η μεσαία τάξη των γειτόνων μας ανέβηκε οικονομικά σε λιγότερο από 30 χρόνια, μετά την κατάρρευση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» το 1989-1990. Και οι δικές μας οικονομικές τάξεις (κατώτερη, μεσαία, ανώτερη) εμμένουν ακόμα στον «ραχάτ-καπιταλισμό», πλην λαμπρών εξαιρέσεων.
Η λύση του προβλήματός μας δεν είναι νομίζω η μη Επιτήρηση. Είναι η θεσμοθετημένη αυτό-Αξιολόγηση και εξωτερική αξιολόγηση των Δανειστών για την άρτια και έγκαιρη – ή και πρόωρη – τήρηση του χρονοδιαγράμματος υλοποίησης των διαρθρωτικών αλλαγών. Αυτό θα θεμελιώσει την χαμένη μας Αξιοπιστία και Συνέπεια, στοιχεία χωρίς τα οποία η Ελλάδα δεν μπορεί εύκολα να γίνει επενδυτικά ελκυστική για να επιτύχει εκθετική οικονομική ανάπτυξη η οποία θα αυξήσει τα περιθώρια ελιγμών της όποιας κυβέρνησης για πραγματική κοινωνική πολιτική κι όχι για «προεκλογικά μερίσματα».