Οι από καιρό αναμενόμενες δύο Σύνοδοι Κορυφής, του ΝΑΤΟ (14/6) και της Ευρωπαϊκής Ένωσης (24-25/6), συντήρησαν ή έλαβαν μεταβατικές κυρίως αποφάσεις για τα μεγάλα ζητήματα που εκαλούντο να αντιμετωπίσουν. Συνεχίσθηκε λοιπόν η τακτική των αναβολών και της αποφυγής της απευθείας ρύθμισης των μεγάλων εκκρεμοτήτων. Σύνηθες φαινόμενο, που όμως συντηρεί την καχεκτικότητα και αναποτελεσματικότητα των διπλωματικών διαδικασιών, δίνοντας ισχυρό προβάδισμα και κίνητρο στα κράτη που δρουν σε αντίθεση με το Διεθνές Δίκαιο, το παραβιάζουν και τελικά δεν υφίστανται ουσιαστικές κυρώσεις για τις παράνομες συμπεριφορές τους, τις οποίες και παγιώνουν μέσα στο χρόνο!
Χαρακτηριστική περίπτωση η Τουρκία η οποία δεν υποχρεώνεται να αναιρέσει τα επιχειρούμενα τετελεσμένα, λόγω των οικονομικών συμφερόντων και εξαρτήσεων Δυτικών χωρών, και διατηρεί σταθερή την συμμετοχή της στο Δυτικό σύστημα ασφαλείας και την ενταξιακή πορεία της στην Ευρωπαϊκή Ένωση (Ε.Ε.), με πολλά οικονομικά οφέλη…
Απόδειξη τούτου αποτελεί η γερμανικής σύλληψης «θετική ατζέντα», μέσω της οποίας η Τουρκία συμφωνήθηκε να εισπράξει 3 δις και 580 εκατομμύρια ευρώ από δύο χρηματοδοτικές πηγές της Ε.Ε., ως βοήθεια για τα 3,5 περίπου εκατομμύρια προσφύγων (
, από την Συρία, κυρίως, που φιλοξενεί στις νότιες περιοχές της. Πληθυσμούς που η Ευρώπη φοβάται ότι θα κατευθυνθούν (δηλ. θα διοχετευθούν) από την Τουρκία στις Ευρωπαϊκές χώρες, αποσταθεροποιώντας λεπτές οικονομικές, εθνικές και θρησκευτικές ισορροπίες στο εσωτερικό τους.
Η σοβαρή αυτή οικονομική στήριξη, που προστίθεται στα άλλα 6 δις. ευρώ που έλαβε η Τουρκία μετά την συμφωνία του Μαρτίου 2016, αποτελεί «μάνα εξ ουρανού» για την καταρρέουσα οικονομίας της και κυρίως το εθνικό νόμισμά της. Άλλωστε, η Τουρκία ευθύνεται σοβαρά για την παρουσία αυτών των προσφύγων στο έδαφός της, καθώς συνέπραξε στρατιωτικά στον Συριακό «εμφύλιο» κατά της κυβέρνησης Ασσάντ, διατηρεί μεγάλες στρατιωτικές δυνάμεις εισβολής («εποπτείας») εντός της Συρίας και ελέγχει, μαζί με τα κατάλοιπα του Ισλαμικού κράτους, την περιοχή του Ιντλίμπ (στη ΒΔ Συρία) και σε άλλες περιοχές, ανατολικότερα στα Τουρκοσυριακά σύνορα, εντός της Συρίας, στις περιοχές που κατοικούν όσοι Κούρδοι κατάφεραν να επιβιώσουν εκεί. Η Τουρκία λοιπόν, όπως έπραξε κατά της Ελλάδος την Άνοιξη του 2020, είναι έτοιμη να προωθήσει εκβιαστικά του Σύριους πρόσφυγες προς την Ευρώπη, και παζαρεύει να κερδίσει οικονομικά και πολιτικά οφέλη, από αυτή την παράνομη και κυνική «εργαλειοποίηση» ανθρώπων!
Στα θέματα ελληνικού ενδιαφέροντος, δηλ. ελληνοτουρκικά και Κυπριακό, κυριάρχησε επίσης η αναβλητικότητα! Βεβαίως μετά την επανάληψη των «διερευνητικών» επαφών, τις συναντήσεις-επισκέψεις των δύο Υπουργών Εξωτερικών με στόχο τον πολιτικό διάλογο και την συνάντηση των δύο ηγετών, Μητσοτάκη και Ερντογάν, στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, δεν ετίθετο πλέον θέμα οικονομικών κυρώσεων κατά της Τουρκίας για το βεβαρημένο μητρώο της με τις παραβιάσεις ελληνικών θαλάσσιων ζωνών και κυπριακών οριοθετημένων θαλασσοτεμαχίων! Η Τουρκία πήρε σιωπηλά συγχωροχάρτι για τα όσα έπραξε το 2020 (αλλά και στις αρχές του 2021), απλά με την αποδοχή της να συζητήσει με την Ελλάδα. Για την Κύπρο, ούτε λόγος συζήτησης, καθώς δεν την αναγνωρίζει ως κράτος, αλλά ως «Ελληνοκυπριακή Διοίκηση»! Τώρα, πως η Ευρώπη δέχεται να συζητάει με την Τουρκία ενώ η τελευταία δεν αναγνωρίζει νομική υπόσταση ενός κράτους μέλους της, αυτό αποτελεί διεθνές παράδοξο και απίστευτη υποκρισία! Η Ε.Ε. αρκέσθηκε να καταγράψει στα Συμπεράσματα της Συνόδου ότι τα δις ευρώ της βοήθειας προς την Τουρκία δίδονται, σταδιακά, με αιρεσιμότητα (εφαρμογή των προϋποθέσεων που τέθηκαν) και αναστρεψιμότητα (μπορεί να σταματήσουν). Άκρως αμφίβολο βέβαια, με βάση την προηγούμενη πρακτική της, αν οι προϋποθέσεις αυτές θα λειτουργήσουν αυτόματα ή θα απαιτήσουν νέες αποφάσεις προσεχών Συνόδων Κορυφής, εφόσον η Τουρκία επαναλάβει τις προκλήσεις της στις θάλασσες, στην Κύπρο π.χ. εποικισμός και παράνομη εκμετάλλευση της Αμμοχώστου (Βαρώσια) ή ακόμη με νέες οργανωμένες εξορμήσεις στον Έβρο και στα νησιά του Ανατ. Αιγαίου.
Ήδη βέβαια, η Τουρκία έχει εξαγγείλει «συμφωνίες» γεωτρήσεων στην Λιβυκή περιοχή της παράνομης και ανυπόστατης διεθνώς οριοθέτησης που συνήψε τον Νοέμβριο 2019 με την Λιβύη, και την οποία απέρριψε το εκλεγμένο Κοινοβούλιο που ελέγχει το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος της χώρας στα Ανατολικά.
Η συμφωνία – έκτρωμα δεν επικυρώθηκε ποτέ και αυτό δεν πρόκειται να συμβεί μέχρι τον Δεκέμβριο εφέτος, οπότε έχουν προγραμματιστεί εκλογές υπό διεθνή εποπτεία, στο πλαίσιο νέων αποφάσεων που έλαβε ο ΟΗΕ .Η Τουρκία αρνείται να αποσύρει τις στρατιωτικές δυνάμεις και τους ισλαμιστές μισθοφόρους της, όπως οφείλει και αυτό πυροδοτεί σύγκρουση με την νέα κυβέρνηση της Λιβύης (διχασμένη βεβαίως). Συνεπώς, υφίστανται λόγοι για την ανησυχία της Ελλάδος για επάνοδο της Τουρκίας στην τακτική των προκλήσεων και μονομερών επιθετικών ενεργειών. Οι μεγαλοστομίες του κ. Ερντογάν για «διάλογο», ως μέσου επίλυσης των διαφορών με την Ελλάδα και μάλιστα στο ανώτατο επίπεδο με τον Έλληνα Πρωθυπουργό μοιάζει με κακόγουστο ανέκδοτο, γιατί δεν υπάρχει κοινό πεδίο αναφοράς (Διεθνές Δίκαιο) και ο δήθεν διάλογος είτε θα καταρρεύσει μόλις παρέλθει το τουριστικό καλοκαίρι για τις οικονομίες των δύο χωρών, είτε θα επιμηκύνεται σε βάθος χρόνου χωρίς προοπτική ευόδωσης (όπως στο παρελθόν οι διαβόητες «διερευνητικές» που διήρκεσαν ατελέσφορες 14 χρόνια και 60 γύρους), είτε θα δώσει στην Τουρκία τον χρόνο και την ευκαιρία να εκδηλώσει τις νέες προκλήσεις και παράνομες ενέργειές της. Ο μόνος χαμένος θα είναι βέβαια η Ελλάδα από την νέα αναβολή άσκησης των νόμιμων δικαιωμάτων της που περιμένουν να εφαρμοσθούν είτε από το 1982 που η χώρα μας υπερψήφισε την Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας είτε από το 1995 που την επικύρωσε! Είτε 39 είτε 26 τα χρόνια της καθυστέρησης, οφείλονται στην ατολμία της χώρας μας και στο «φοβικό σύνδρομο» που προφανώς προκάλεσε σε ορισμένες ηγεσίες της η σε συγκεκριμένους «κατευναστικούς» κύκλους της, το casus belli (αιτία πολέμου) που άκρως παράνομα της απηύθυνε το 1995 η Τουρκία, ή στις ψευδαισθήσεις και «ευσεβείς πόθους» των ενδοτικών δυνάμεων της χώρας για δήθεν «δίκαιο» συμβιβασμό με την Τουρκία. Όλη αυτή η αναβλητικότητα και ατολμία οδήγησαν σταδιακά στις «γκρίζες ζώνες», δηλ. διεκδίκηση ελληνικών νησιών του Αιγαίου, την θρασύτατη απαίτηση για αφοπλισμό των νησιών του Ανατ. Αιγαίου απέναντι στον μεγαλύτερο αποβατικό στόλο του κόσμου , μη αναγκαίο βεβαίως για άμυνα αλλά για επίθεση με αποβατικές επιχειρήσεις στα νησιά μας, και βέβαια την παράνομη απαίτηση για εγκατάλειψη του μονομερούς δικαιώματός μας επέκτασης της χωρικής μας θάλασσας, παντού, στα 12 ν.μ., ή της καθιέρωσης ΑΟΖ και άλλων ρυθμίσεων, που βέβαια δικαιούνται (α. 122.2) όλα τα κατοικημένα νησιά μας , ισότιμα με τις ηπειρωτικές ακτές μας!
Ο μόνος διάλογος που έχει νόημα να γίνει αφορά την αποδοχή από την Τουρκία της Σύμβασης του Δικαίου της Θάλασσας ώστε με αυτό το δεδομένο να υποβληθεί η οριοθέτηση της ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδας στο Διεθνές Δικαστήριο για εκδίκαση. Οτιδήποτε άλλο ως θέμα, ακόμη και ένα συνυποσχετικό που θα μιλάει για «δίκαιη λύση», μπορεί να βοηθήσει την παράκαμψη της Σύμβασης και να υποβοηθεί τις αυθαίρετες τουρκικές θέσεις. Άλλωστε το ίδιο το Διεθνές Δικαστήριο λαμβάνει, ούτως ή άλλως, υπόψιν του την ευθυδικία (δίκαιο αποτέλεσμα), αλλά με τον ορθό επικουρικό τρόπο που επιβάλλει η πολυετής νομολογία του!
Πριν από κάθε διάλογο και μάλιστα σε επίπεδο Αρχηγών Κυβερνήσεων, θα έπρεπε η Ελλάδα να ζητήσει άμεση λύση στο Κυπριακό, στη βάση των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας και με απαράβατο όρο την αποχώρηση των κατοχικών στρατευμάτων και τερματισμό του καθεστώτος των εγγυήσεων. Επίσης άρση άνευ όρων του casus belli από την Τουρκική Εθνοσυνέλευση και αναίρεση του παράνομου τουρκολιβυκού μνημονίου «οριοθέτησης».
Ο διάλογος από μόνος του, χωρίς προϋποθέσεις ευνοεί τον κατέχοντα και διεκδικούντα παρανόμως! Απλά «μαθήματα» Διεθνών Σχέσεων, Στρατηγικής και Δικαίου που φαίνεται ότι αγνοούμε!