Εκατό χρόνια από τη Συνθήκη της Λωζάννης που έχει τεράστιο νομικό ενδιαφέρον ως απόρροια της ελληνικής ήττας στο μικρασιατικό μέτωπο και δέκα χρόνια μετά από μια «παράξενη» απόφαση ενός Τμήματος του Άρειου Πάγου με 3 ψήφους υπέρ και 2 κατά -που ερμήνευε κατά την αντίληψη της (περιθωριακής πλέον) βασιλικής παράταξης τα γεγονότα εκείνης της εποχής- η Ένωση Ποινικολόγων και Μαχόμενων Δικηγόρων επέλεξε να διοργανώσει εκδήλωση για τη Δίκη των Εξ. Θεώρησε ότι αυτό είναι το υπέρτατο θέμα την περίοδο αυτή που θυμόμαστε τη Μικρασιατική Καταστροφή και τη Συνθήκη της Λωζάννης!!!
Και το πλαίσιο της εκδήλωσης δεν είναι άλλο από την περιθωριακή άποψη των πολιτικών απογόνων της ένοχης μοναρχικής παράταξης, που μια συγκεκριμένη μεθόδευση μετέτρεψαν τον Άρειο Πάγο σε ιστορικό, ιδεολογικό και πολιτικό κριτή και όργανο παραβιάζοντας κάθε δεοντολογία που σχετίζεται με το θεσμικό ρόλο του ανώτατου αυτού δικαστικού οργάνου. Η πληρέστατη κριτική στην απόφαση του Αρείου Πάγου έγραψε ο εξαίρετος νομικός Τάκης Σαλκιτζόγλου, παρατίθεται στη συνέχεια του άρθρου αυτού που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Μικρασιατική Ηχώ, (Νο 409, Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2011, σελ. 9-12).
Στην εκδήλωση δεν κλήθηκαν ούτε καν οι Αρεοπαγίτες που εξέφρασαν την άποψη που μειοψήφησε, ούτε βεβαίως οι εκπρόσωποι του προσφυγικού χώρου μιας και τη εποχή που διαδραματιζόταν το αρεοπαγίτικο στόρι η Ομοσπονδία Προσφυγικών Συλλόγων Ελλάδας (ΟΠΣΕ) παρενέβη στη διαδικασία και διεκδίκησε το ρόλο του πολιτικού ενάγοντα. Να σημειώσουμε ότι της απαγορεύτηκε η προσκόμιση στοιχείων που αποδείκνυαν την ευθύνη των όσων καταδικάστηκαν τον
Ας δούμε κάποια ιστορικά στοιχεία που αγνοήθηκαν εντελώς για να γίνει κατανοητό ότι η Μικρασιατική καταστροφή και η ανθρωπιστική τραγωδία που ακολούθησε ήταν αποτέλεσμα συγκεκριμένων πολιτικών επιλογών των νικητών των εκλογών της 1ης Νοεμβρίου του 1920. Επιλογές που εν γνώσει τους υποβάθμισαν την διεθνή θέση της Ελλάδας, κατέστρεψαν τις συμμαχικές σχέσεις, απομείωσαν το αξιόμαχο του στρατού και συνειδητά απομονωμένοι μετέτρεψαν μια διασυμμαχική επιχείρηση σε ελληνοτουρκικό πόλεμο.
Νοέμβρης 1920: Οι φιλογερμανοί επιστρέφουν στην εξουσία
Η επιστροφή των παλιών φιλογερμανών στην εξουσία θα έχει δραματικές επιπτώσεις στο μικρασιατικό εγχείρημα. Κατ’ αρχάς θα επιλέξουν συνειδητά να διαρρήξουν τις σχέσεις με τους συμμάχους, παραγνωρίζοντας τις δύο αυστηρές διακοινώσεις τους για τη μη επιστροφή του Κωνσταντίνου στον θρόνο, ενώ ήδη είχαν αποκαθηλωθεί οι ηττημένοι παλιοί του αυτοκρατορικοί σύμμαχοι, ο γυναικαδελφός του Γουλιέλμος Β΄ στη Γερμανία και ο Κάρολος Α’ στην Αυστροουγγαρία. Οι τρεις νικήτριες συμμαχικές χώρες δήλωναν ξεκάθαρα: «…ευρίσκονται ηναγκασμέναι να δηλώσωσι δημοσία ότι η επί του Θρόνου της Ελλάδος παλινόρθωσις Ηγεμόνος του οποίου η κακόπιστος στάσις και διαγωγή έναντι των συμμάχων κατά τη διάρκεια του πολέμου εγένετο δι αυτούς πηγή δυσχερειών και σοβαρών απωλειών, δεν θα ηδύνατο να θεωρηθή παρ’ αυτών ειμεί ως η παρά της Ελλάδος επικύρωσις των εχθρικών πράξεων του Βασιλέως Κωνσταντίνου. Το γεγονός τούτο θα εδημιούργει νέαν κατάστασιν δυσμενή εις τας μεταξύ της Ελλάδος και των Συμμάχων σχέσεις και εις την περίπτωσιν ταύτην οι τρεις Κυβερνήσεις δηλούσιν ότι επιφυλάσσουσιν εαυταίς πλήρη ελευθερία δράσεως προς διακανονισμόν της καταστάσεως ταύτης.»
Παρόλα αυτά η φιλομοναρχική κυβέρνηση οργάνωσε ένα νόθο δημοψήφισμα στις 5 Δεκεμβρίου, όπου το 99,9% ψήφισαν υπέρ της επαναφοράς. Στη συνέχεια οργάνωσε τη θριαμβευτική επάνοδο του Κωνσταντίνου αναθέτοντάς του την αρχηγία του στρατού. Παράλληλα τοποθέτησε επικεφαλής του στρατεύματος απειροπόλεμα και άχρηστα στελέχη, απομακρύνοντας ικανούς και εμπειροπόλεμους αξιωματικούς. 500 έμπειροι αξιωματικοί απομακρύνθηκαν ως βενιζελικοί ή υποχρεώθηκαν λόγω κλίματος να αποχωρήσουν μόνοι τους. Επανήλθαν από την αποστρατεία 1500 φιλομοναρχικοί, ενώ στη θέση του ικανού Λ. Παρασκευόπουλου θα αναλάβει ο ανακληθείς από την αποστρατεία Αν. Παπούλας και την άνοιξη του 1922 ο μειωμένων ψυχικά ικανοτήτων Χατζηανέστης.
Έτσι, εν πλήρει συνειδήσει υποβάθμισαν την ελληνική θέση στο μικρασιατικό πόλεμο και μετέτρεψαν μια διασυμμαχική επιχείρηση σε καθαρό ελληνοτουρκικό πόλεμο με αντίπαλο τους εθνικιστές του Μουσταφά Κεμάλ. Παράλληλα αμέλησαν παντελώς μετά τις πρώτες ήττες του Καλοκαιριού του 1921 να οχυρώσουν την περιοχή της Σμύρνης, μετατρέποντάς την σε απόρθητο φρούριο, κατά τον τύπο της οχύρωσης της Άγκυρας από τον Μουσταφά Κεμάλ.
Εξέθεσαν σε θανάσιμο κίνδυνο τους εναπομείναντες Έλληνες του Πόντου, όταν δημοσίως και προσχηματικά δήλωσαν στη Συνδιάσκεψη του Λονδίνου τον Μάρτιο του 1921, ότι θα οργάνωναν στρατιωτική επέμβαση εκεί, χωρίς να έχουν την παραμικρή τέτοια πρόθεση. Έτσι κατάφεραν να προκαλέσουν την δεύτερη φάση της Γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού, εφόσον ο Μουσταφά Κεμάλ με βίαιο τρόπο εκτόπισε τον ελληνικό πληθυσμό από την περιοχή προς τα βάθη της Ανατολίας. Επίσης δεν έλαβαν κανένα μέτρο για την προστασία του άμαχου πληθυσμού της Ιωνίας, ενώ ήταν γνωστό ότι σε περίπτωση αποχώρησης του ελληνικού στρατού θα εσφαγιάζετο από τους κεμαλιστές. Αντιθέτως, μετά την κατάρρευση του μετώπου και πέντε ημέρες πριν εισβάλλει ο κεμαλικός στρατός στη Σμύρνη αποστέλλεται η τελευταία εντολή της μοναρχικής κυβέρνησης με την υπογραφή του πρωθυπουργού Πέτρου Πρωτοπαππαδάκη: «Εγκρίνετε εμποδισθώσι αναχωρίσωσι Έλληνες Μικρασιάται δι Ελλάδα, ακόμα και όταν είναι εύποροι δυνάμενοι αναχωρήσωσι με συνήθη ταχυδρομικά ατμόπλοια.» Ως αποτέλεσμα αυτής της αδιαφορίας για τη μοίρα του μικρασιατικού ελληνισμού συνελήφθησαν 150.000 άμαχοι από τα κεμαλικά στρατεύματα εκ των οποίων μόνο 15.000 άτομα επέζησαν και έφτασαν στην Ελλάδα μετά την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάννης.
Θα μπορούσαν αυτές οι πράξεις να χαρακτηριστούν ως πράξεις «εθνικής προδοσίας»; Νομίζω ότι η απάντηση είναι αυτονόητη. Όσο και αν οι πολιτικοί και φυσικοί απόγονοι της τότε υπεύθυνης για τα δεινά ηγεσίας, επιχείρησαν να την «αθωώσουν» μέσα από παράδοξες και προσβλητικές για την ιστορία του Αρείου Πάγου διαδικασίες.
Σχόλιο στην Απόφαση 1675/2010 του Αρείου Πάγου του ΤΑΚΗ Α. ΣΑΛΚΙΤΖΟΓΛΟΥ *
1 Μετά από αίτηση του Μιχ.Πρωτοπαπαδάκη, εγγονού ενός από τους καταδικασθέντες στη Δίκη των Έξι, ο οποίος ζήτησε την επανάληψη (αναψηλάφηση) της διαδικασίας του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου και την απάλειψη του στίγματος της προδοσίας, που η καταδικαστική απόφαση είχε αποδώσει σε αυτούς, ο Άρειος Πάγος (Ζ’ Ποινικό Τμήμα σε Συμβούλιο) μετά από δικονομικές δολιχοδρομήσεις εξέδωσε την υπ’ αρ. υπ’ αρ. 1675/2010 απόφασή του. Το ανώτατο δικαστήριο της χώρας απεφάνθη, με ισχυρή μειοψηφία, ότι ναι μεν έχει δικαίωμα να επιληφθεί της αναψηλάφησης της υπόθεσης, αλλά λόγω της επελθούσης παραγραφής, αφού από το 1922 έχουν συμπληρωθεί 88 ολόκληρα χρόνια, η καταδικαστική απόφαση του Εκτάκτου Επαναστατικού Στρατοδικείου πρέπει να ακυρωθεί και η εναντίον τους ποινική δίωξη να παύσει. Ο Άρειος Πάγος δηλαδή δεν αθώωσε τους καταδικασθέντες, όπως ίσως πολλοί ενόμισαν, αλλά απλά και μόνο δεν επελήφθη της ουσίας της υπόθεσης. Η ακύρωση της απόφασης του Στρατοδικείου σημαίνει και την ακύρωση του χαρακτηρισμού της προδοσίας που τους απεδόθη με την απόφαση αυτή. Έληξε έτσι το δικαστικό μέρος της πολυτάραχης αυτής υπόθεσης. Όχι όμως και το ιστορικό πρόβλημα που αφορά την ενοχή των καταδικασθέντων στη μεγαλύτερη ίσως ήττα που υπέστη ποτέ ο ελληνισμός.
Η απόφαση αυτή του Ζ’ Τμήματος του Αρείου Πάγου (και μάλιστα σε Συμβούλιο, δηλαδή χωρίς δημοσία συνεδρίαση) παρέχει διττή αφορμή για σχολιασμό, τόσο από ιστορική θεώρηση όσο και από άποψη ορθής νομικής θεμελίωσης. Ο σχολιασμός και η κριτική των αποφάσεων των δικαστηρίων είναι βεβαίως ελεύθερος, αρκεί να γίνεται με ευπρέπεια και με επιχειρήματα.
Μια τέτοια κριτική θα επιχειρήσει και αυτός που σύρει τις ακόλουθες γραμμές.
Ευθύς εξ αρχής τονίζουμε ότι το κείμενο που ακολουθεί κάθε άλλο παρά επικροτεί την εκτέλεση της θανατικής ποινής την οποία κατέγνωσε το Επαναστατικό Στρατοδικείο.
Οι εκτελέσεις των καταδικασθέντων χρεώνονται στην τότε ηγεσία της Επανάστασης, η οποία μπορούσε να διατάξει τη μετατροπή της θανατικής ποινής σε ισόβια δεσμά, όπως έκανε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής για τους πραξικοπηματίες της 21ης Απριλίου 1967.
2 Ευρύτατο πεδίο κριτικής παρέχει κατ’ αρχάς το ιστορικό προοίμιο της κρινομένης απόφασης (1675/2010), το οποίο αναπτύσσεται στην πρόταση του κ. Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η εισαγγελική αυτή πρόταση εκτείνεται στις 162 από τις 182 σελίδες της όλης απόφασης, γεγονός ασύνηθες στα δικαστικά χρονικά. Και εάν η εισαγγελική πρόταση επρόκειτο να εγκύψει στην επίλυση ακανθωδών νομικών προβλημάτων, που έχουν διχάσει την επιστήμη και τη νομολογία, θα ήταν δυνατόν να δικαιολογηθεί μια κάποια έκταση στην εισήγησή αυτή, οπωσδήποτε όμως όχι σε τέτοιο βαθμό. Αλλά ο κ. αντεισαγγελέας θεώρησε υποχρέωσή του να ενσωματώσει μέσα στην πρότασή του μια πολυσέλιδη ιστορική πραγματεία, τελείως αλυσιτελή και περιττή, στην οποία αναπτύσσει δια μακρών άσχετα γεγονότα και υποπίπτει επί πλέον σε πολλαπλά σφάλματα, κυριότερο των οποίων είναι η τελική γνώμη του ότι οι έξι καταδικασθέντες “είναι προφανώς αθώοι” (σελ. 162 της απόφασης). Είναι γνωστόν όμως ότι η παραγραφή ποτέ δεν αθωώνει τους κατηγορουμένους. Απλώς παύει την ποινική δίωξη και δεν επιτρέπει την έρευνα της υπαιτιότητάς τους.
Προφανώς ο κ. αντεισαγγελέας παρεσύρθη στην έκφραση αυτής της νομικά άστοχης πρότασής του περί “αθωότητος” των Έξι, ελαυνόμενος από τις προσωπικές ιστορικές εκτιμήσεις του, οι οποίες εκφράζονται μέσα από τον ποταμό των σελίδων της πρότασής του, όπου χωρίς λόγο μακρηγορεί και πλατειάζει.
Έτσι ο αναγιγνώσκων την πρότασή του δεν αντιλαμβάνεται τι σχέση έχουν με την κρινόμενη υπόθεση οι πολυσέλιδες αναφορές του στη Ρώσο-Γερμανική σύγκρουση του 1914 για την Πρωσία (σελ. 12), στην κινηματογραφική ταινία του Μέλ Γκίμπσον Gallipoli (σελ. 34), στον Έρνεστ Χεμινγουέι και τον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο του 1936-1939 (σελ. 93-94), στην εκστρατεία του Ναπολέοντα στη Ρωσία (σελ. 101), στην ήττα των Γάλλων στο Ντιεν-Μπεν-Φού της Ινδοκίνας το 1954 (σελ. 157), ακόμα και στο ρόλο του … Ρασπούτιν κατά την Οκτωβριανή Επανάσταση (σελ. 40), όπως επίσης και, λίαν περιέργως, στον……Τρωικό Πόλεμο (σελ. 106-107).
Η μικρή αυτή σταχυολόγηση μερικών μόνο επιχειρημάτων του από την πλημμύρα των άχρηστων και άσχετων ιστορικών συμβάντων, τα οποία ματαίως προσπαθεί να συνδέσει ο συντάκτης της πρότασης με την προδοσία ή όχι των Έξι καταδικασθέντων, αποδεικνύει απλώς την επιδεικτική ιστοριομάθεια του κ. αντεισαγγελέα. Η πολυσέλιδη αυτή εισαγγελική πρόταση αναλίσκεται επίσης σε διεξοδική περιγραφή όλων σχεδόν των μαχών που έδωσε ο στρατός μας στη Μικρά Ασία, πράγμα βεβαίως περιττό αφού κανείς δεν περιμένει να λάβει μαθήματα πολεμικής στρατηγικής από τα δικόγραφα των νομικών.
Όλα αυτά είναι απλώς περιττά και απροσδιόνυσα 1 και δεν συνάδουν με τη λακωνικότητα και την εύστοχη ακρίβεια που πρέπει να διακρίνει τις δικαστικές εισηγήσεις και αποφάσεις.
3 Εξάλλου ο συντάκτης της εισαγγελικής πρότασης παρεσύρθη και σε σοβαρές ιστορικές παρεκτιμήσεις, πράγμα αναμενόμενο από τη στιγμή που θέλησε να γίνει κριτής των συμβάντων της Ιστορίας. Οι δικαστικές αποφάσεις δεν είναι πεδίον και ευκαιρία ανάπτυξης υποκειμενικών θεωριών επί θεμάτων αμφισβητουμένων ή και άλυτων, επί των οποίων η επιστήμη δεν έχει ακόμη κατασταλάξει, και ίσως ποτέ δεν θα το κατορθώσει, και που διαφεύγουν από το γνωστικό αντικείμενο των δικαστών. Διότι δεν περιμένουμε βεβαίως από τα δικαστήρια να αποφανθούν επί μεγάλων προβλημάτων όπως π.χ. η ορθότης των θεωριών του Δαρβίνου, η παραδοχή ή η απόρριψη της θεωρίας του Φρόϋντ, ακόμη και η ύπαρξη ή όχι Θεού2.
Και η αποτίμηση των ιστορικών γεγονότων είναι έργο των ιστορικών και όχι των δικαστών. Διαφορετικά οδηγούμεθα σε μια επικίνδυνη Δικαστηριοποίηση της Ιστορίας (Judiciarisation de l’ Histoire).
Οι ιστορικές αυτές παρεκτιμήσεις αλλά και οι άσκοπες περιηγήσεις του κ. αντεισαγ-γελέα στην παγκόσμια ιστορία, είναι άπειρες. Γνωμοδοτεί περιέργως ότι “δεν ήταν ο εθνικός διχασμός εκείνος που άσκησε τη νομιζόμενη γενικώς επιβλαβή επιρροή στη Μικρασιατική Καταστροφή, αλλά άλλα γεγονότα ανεξάρτητα εκείνου “ (σελ. 7). Ισχυρίζεται μάλιστα ότι ο εθνικός διχασμός στα 1916 ήταν ….. επωφελής (!) για την Ελλάδα, αφού συνετέλεσε να καθυστερήσει η είσοδος της χώρας μας στο πλευρό της Αντάντ κατά τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο (σελ. 41).
Μας πληροφορεί το λίαν ενδιαφέρον (για τον ίδιο φυσικά) γεγονός ότι ο Τσάρος προσέφερε 50.000 ρούβλια στο Ρώσσο στρατιώτη που θα έμπαινε πρώτος στο Βερολίνο (σελ. 15), και το μεγάλης σημασίας (κατά τον κ. αντεισαγγελέα) γεγονός ότι ο Έρικ φον Φάλκενχαϊμ, που αντικατέστησε μετά τη μάχη του Μάρνη τον στρατάρχη φον Μόλτκε, ήταν “ένας κοντοκουρεμένος Γερμανός αξιωματικός με γκρίζο μουστάκι, με βλέμμα ψυχρό και ύφος στιβαρό” (σελ. 16), ότι η απόπειρα αυτονόμησης της Ιωνίας ”δεν βρήκε ανταπόκριση από τους ντόπιους” (σελ. 125), ότι η αρχαιοελληνική λέξη “Οίκαδε”, που έγινε τίτλος του πασίγνωστου άρθρου του Γ. Α. Βλάχου στην εφημερίδα «Καθημερινή» τον Αύγουστο του 1922, απασχολούσε τους στρατιώτες της Μικράς Ασίας “όπως τον ομηρικό Οδυσσέα η ΙΘΑΚΗ “ (σελ. 134, περίεργη παρομοίωση), ότι το “ αποτέλεσμα της ήττας ήταν η μ ε τ α κ ί ν η σ η ενός τεραστίου πλήθους 1.500.000 προσφύγων από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην κυρίως Ελλάδα“ (σελ. 143, έτσι ονομάζει το ξερρίζωμα τόσων Ελλήνων από τις προαιώνιες πατρίδες του ο κ. αντεισαγγελέας, απλή … μετακίνηση) κ.λ.π., παραδείγματα «ων ουκ έστι αριθμός».
Εκφράζει δε και τη γνώμη ότι θα έπρεπε η Ελλάδα να αποχωρήσει από την Ιωνία πολύ πριν από τις εκλογές της 1/11/1920 (σελ. 63), χωρίς βεβαίως να αναλογισθεί ότι έτσι μόνη της η Ελλάδα θα καταπατούσε τη Συνθήκη των Σεβρών με απροσμέτρητες συνέπειες για τη χώρα μας και βεβαίως και για τους ελληνικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας, οι οποίοι υπέφεραν από τους διωγμούς των Νεοτούρκων με συνέπεια σημαντικό τμήμα από αυτούς να καταφύγουν, ήδη πολύ προ του 1919, έντρομοι στην Ελλάδα. Διαφεύγει απολύτως της ιστοριομάθειας του κ. αντεισαγγελέα ότι η ελληνική κυβέρνηση, εκτός των άλλων, απεδέχθη την εντολή κατάληψης της Ιωνίας για να προστατεύσει τους Μικρασιάτες της Ανατολής από τη γενοκτονική βία των Νεοτούρκων.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο έχει περιγράψει αναλυτικά και κατά περιοχές τα μαρτύρια και τους διωγμούς των Μικρασιατών στις 416 σελίδες της Μαύρης Βίβλου που εξέδωσε το 1919.
4 Θα μπορούσε κανείς να αλιεύσει πλείστα άλλα παρόμοια επιχειρήματα από την πρόταση του κ. αντεισαγγελέα. Μπορεί επί παραδείγματι να επισημάνει την α π ο σ ι ώ π η σ η πολλών κρισίμων ιστορικών περιστατικών, όπως την επανειλημμένη αγνόηση της εκπεφρασμένης ετυμηγορίας του ελληνικού λαού από τον Κωνσταντίνο, την σαφώς φιλογερμανική στάση του, την παράδοση του Ρούπελ στον στρατό των γερμανοβούλγαρων, την αυτομόληση ολόκληρης ελληνικής μεραρχίας στους Γερμανούς (της γνωστής μεραρχίας του Γκέρλιτς), πράξεις οι οποίες δικαιολογήθηκαν στο βωμό της ουδετερότητας (ουσιαστικά γερμανοφιλίας) των βασιλικών κυβερνήσεων. Αποσιώπησε ο κ. αντεισαγγελέας ότι η εντολή του Μαΐου του 1919 προς τον Βενιζέλο να καταλάβει η Ελλάδα την Ιωνία δόθηκε επειδή οι Ιταλοί προέλαυναν ήδη από την Καρία προς τη Σμύρνη, και αν η Ελλάδα δεν δεχόταν την ιστορική αυτή ευκαιρία θα χανόταν ίσως δια παντός στο μέλλον η ελπίδα απελευθέρωσης των Μικρασιατών. Αποσιωπά ότι το οθωμανικό κράτος είχε κηρύξει ήδη από το 1914 απηνή διωγμό και κατά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, όπως αποδεικνύει η τακτική του με τα περιβόητα τάγματα εργασίας. Αποσιωπά επίσης τη σφοδρή αντίθεση των Συμμάχων προς το πρόσωπο του Κωνσταντίνου, τον οποίον θεωρούσαν τον μεγαλύτερο εχθρό τους μετά τον Κάϊζερ και ότι η επαναφορά του στο θρόνο συνετέλεσε και αυτή στη μεταστροφή της μέχρι τότε ευνοϊκής προς την Ελλάδα πολιτικής τους.
Το ακόμη περιεργότερο είναι ότι ο κ. Αντεισαγγελέας εξυμνεί τα αγαθά της ουδετερότητας που έπρεπε να τηρήσει τότε η ελληνική κυβέρνηση, επικαλούμενος το απαράδεκτο επιχείρημα ότι “οι προπαγανδιστές (της εξόδου στον πόλεμο) που εξήπταν τη φαντασία των νεαρών για ηρωικά κατορθώματα και δόξα ατελεύτητη παρέλειπαν να τους πουν, ότι ο Πόλεμος ούτε Πανήγυρη – ούτε Φιέστα – ούτε Χοροεσπερίδα – ούτε Πικ-νικ – ούτε Εκδρομή – ούτε Τουρισμός είναι. Είναι Αίμα, Δάκρυα, Θάνατος”. Και προς επίρρωσιν του κηρύγματός του μας παρακινεί να διαβάσουμε το αντιπολεμικό έργο του Εριχ Μαρία Ρεμάρκ “Ουδέν νεώτερον από το Δυτικό Μέτωπο” (σελ. 39). Εδώ θα μας επιτραπεί να του υπενθυμίσουμε ότι ε υ τ υ χ ώ ς που δεν είχαν τέτοιες ιδέες οι Έλληνες, όταν πολέμησαν στους Βαλκανικούς Πολέμους και απελευθέρωσαν τόσα ελληνικά εδάφη ή όταν πήραν τα όπλα και έτρεξαν το 1940 στην Αλβανία. Διαφεύγει δε εντελώς από την ιστοριομάθεια του κ. αντιεισαγγελέα ότι η πολιτική της ουδετερότητας μετά την παράδοση του οχυρού του Ρούπελ και της γνωστής μεραρχίας του Γκέρλιτς στους Γερμανοβούλγαρους, έθετε σε άμεσο κίνδυνο τα εδαφικά οφέλη που είχε κερδίσει η Ελλάδα στους Βαλκανικούς πολέμους3.
5 Αποσιωπά επίσης η εισαγγελική πρόταση το γεγονός ότι ο αρχιστράτηγος της Ήττας Χατζανέστης, αντί να σπεύσει επί τόπου στα πεδία των μαχών, επέμενε να διευθύνει τις επιχειρήσεις από τη Σμύρνη, δηλαδή από απόσταση 80 χιλιομέτρων, με μόνο μέσο επικοινωνίας έναν ασύρματο, ο οποίος και αυτός ήταν κακοσυντηρημένος και μισοχαλασμένος.3 Έτσι οι Τούρκοι υπέκλεψαν τη διαταγή της αντικαταστάσεώς του από τον αντιστράτηγο Νικ. Τρικούπη και ο νεοπροαχθείς εις αρχιστράτηγον Τρικούπης την πληροφορήθηκε από τον ίδιο τον Κεμάλ, όταν συνελήφθη αιχμάλωτος ! …
Επονείδιστες στιγμές στην ελληνική ιστορία, για τις οποίες έπρεπε να πληρώσουν επιτέλους κάποιοι…
Αποσιωπά τέλος ο συντάκτης της σχοινοτενούς εισαγγελικής πρότασης τον απαράδεκτο νόμο 2870/1922 “περί απαγορεύσεως της παρανόμου μεταφοράς προσώπων ομαδόν ερχομένων εις ελληνικούς λιμένας εκ της αλλοδαπής” (Φ.Ε.Κ. 119/20-7-1922).
Με το νόμο αυτό η κυβέρνηση Πρωτοπαπαδάκη, προβλέποντας το κύμα των προσφύγων που θα κατέκλυζε την κυρίως Ελλάδα μετά την αναμενόμενη ήττα, θέλησε να το εμποδίσει. Στην ουσία δηλαδή εγκατέλειπε τους Μικρασιάτες στη σφαγιαστική μανία των Τούρκων, διότι κατά βάθος ήθελε να αποφύγει την έλευση στην κυρίως Ελλάδα των εκατοντάδων χιλιάδων Ελλήνων της Ιωνίας, της Αιολίδας, της Λυδίας κ.λ.π., οι οποίοι ήταν στην πλειοψηφία τους βενιζελικοί και θα άλλαζαν τους πολιτικούς συσχετισμούς. Δηλαδή προέταξαν το κομματικό τους συμφέρον και αδιαφόρησαν για την τύχη των Ελλήνων της Μικράς Ασίας…
6 Θα μπορούσαμε να παραθέσουμε και άλλες παρεκτιμήσεις ή αποσιωπήσεις των ιστορικών γεγονότων της ταραγμένης εκείνης εποχής, τις οποίες διαπιστώνει ο επαρκής αναγνώστης της εισαγγελικής πρότασης. Ο επαρκής αναγνώστης δεν είναι δυνατόν να μην διερωτηθεί πώς διέφυγε της προσοχής του κ. αντεισαγγελέως, ότι δεν είχε μπροστά του ούτε το κείμενο της προς αναψηλάφησιν απόφασης, ούτε τα πρακτικά της δίκης εκείνης, ούτε τα αποδεικτικά στοιχεία (δηλαδή τις μαρτυρίες και τα έγγραφα που κατετέθησαν), ούτε καν τον αριθμό της απόφασης του Στρατοδικείου, πράγμα που δικαίως επεσήμαναν οι μειοψηφήσαντες δικαστές. Τούτο διότι, ως γνωστόν, ολόκληρη η δικογραφία έχει περιέργως εξαφανισθεί και μόνη πηγή από την οποία πληροφορούμεθα περί όλων αυτών είναι μερικές ανεύθυνες ή και ύποπτες μεταγενέστερες δημοσιογραφικές δημοσιεύσεις.
Μόνη αυτή ή έλλειψη της δικογραφίας, στο πρωτότυπο ή έστω σε επίσημο αντίγραφο, θα έπρεπε να οδηγήσει τον κ. αντεισαγγελέα στην άρνηση διατύπωσης οποιασδήποτε γνώμης περί της ανάγκης ή όχι της επανάληψης της διαδικασίας (αναφηλάφησης).
Και βεβαίως στην ίδια γνώμη θα έπρεπε να καταλήξει και το δικαστήριο του Αρείου Πάγου, όπως ορθώς εισηγήθηκε η μειοψηφία. Θα ανέμενε δε ευλόγως ο αναγνώστης του σκεπτικού της αρεοπαγιτικής απόφασης να ασχοληθεί με την κριτική επεξεργασία των επιχειρημάτων τα οποία προέβαλε ο προτείνας την αθώωση των καταδικασθέντων κ. αντεισαγγελέας. Αντιθέτως η απόφαση του Αρείου Πάγου εμφανίζεται να ασπάζεται ασυζητητί τα επιχειρήματα αυτά, αφού υιοθέτησε καθ’ ολοκληρίαν την εισαγγελική πρόταση.
7 Η επανάληψη της διαδικασίας ποινικής δίκης (αναψηλάφηση) διατάσσεται κατά το άρθρο 525 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας χωρίς κανένα χρονικό περιθώριο, δηλαδή οποτεδήποτε, αρκεί να αποκαλύφθηκαν μετά την καταδίκη νέα γεγονότα και αποδείξεις, άγνωστα στους δικάσαντες, τα οποία μόνα τους ή σε συνδυασμό με εκείνα που είχαν προσκομισθεί στο δικάσαν δικαστήριο καθιστούν φανερή την αθωότητα του καταδικασθέντος.
Και ευλόγως διερωτάται ο καθένας:
–Αφού δεν είχε ο Άρειος Πάγος υπ’ όψη του τα γεγονότα και τις αποδείξεις που προσκομίσθηκαν στο Στρατοδικείο, πώς αποφαίνεται ότι οι σημερινές αποδείξεις ήταν άγνωστες στους δικάσαντες; Τόσο στην εισαγγελική πρόταση όσο και στο σκεπτικό της απόφασης κανένα νέο τέτοιο γεγονός δεν αναφέρεται. Το μόνο που αναγράφεται είναι κάποιες γνώμες πολιτικών, ελλήνων και ξένων, που προέβλεψαν (για δικούς τους λόγους) την αποτυχία της εκστρατείας ή κείμενα συγγραφέων, που εκ των υστέρων βεβαίως, έγραψαν ότι η εκστρατεία στη Μικρά Ασία ήταν καταδικασμένη.
Αυτά όμως δεν είναι νέα γεγονότα, που π ρ ο ϋ π ή ρ ξ α ν της καταδίκης και που παρέμειναν, για διαφόρους λόγους, άγνωστα στους δικάσαντες. Οπωσδήποτε δε οι νεότερες αυτές γνώμες καθόλου δεν συνάπτονται με την προδοτική ή όχι συμπεριφορά των Έξι καταδικασθέντων.
8 Η απόφαση ελήφθη με ψήφους τρεις κατά δύο. Οι δύο εκ των πέντε δικαστών που συναποτελούσαν τη σύνθεση του Ζ’ Τμήματος του Αρείου Πάγου διατύπωσαν την αντίθετη γνώμη τους σε ένα κείμενο ευσύνοπτο, που είναι θεμελιωμένο κυρίως στις διατάξεις του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας. Οι μειοψηφήσαντες αρεοπαγίτες (Κων/νος Φράγκος και Ανδρ. Ξένος) είχαν την ορθή, κατά την άποψή μας, γνώμη ότι έπρεπε να ανακληθεί η προηγουμένη απόφαση του Αρείου Πάγου η οποία παρέπεμψε την υπόθεση στην Ολομέλεια του Ανωτάτου Δικαστηρίου (υπ’ αρ. 1533/2009), αφ’ ενός μεν διότι δεν ήταν οριστική (και το αιτιολογούν πειστικότατα αυτό), αφ’ ετέρου δε διότι θα έπρεπε να εξετασθεί εξ αρχής η υπόθεση παρουσία μάλιστα του αιτούντος, κυρίως δε :
“διότι δεν βρέθηκε στα Αρχεία του Κράτους και δεν υπάρχει στο φάκελο της δικογραφίας ούτε η προσβαλλομένη από 15-11-1922 απόφαση του Εκτάκτου Επαναστατικού Δικαστηρίου, ούτε τα πρακτικά της δίκης εκείνης, ούτε τα έγγραφα και λοιπά αποδεικτικά μέσα που έλαβαν υπ’ όψιν τους οι δικαστές που συγκρότησαν το δικαστήριο εκείνο (…….) και δεν δύνανται να συγκριθούν και να αξιολογηθούν προς όσα στοιχεία ως νέα γεγονότα και αποδείξεις επικαλείται και προσκομίζει στην αίτησή του (ο αιτών την αναψηλάφηση), ώστε να δύναται να συναχθεί ασφαλές συμπέρασμα ότι ήταν ικανά να οδηγήσουν, είτε μόνα τους είτε σε συνδυασμό με τα γεγονότα που είχαν τεθεί υπ’ όψιν των δικαστών (του Στρατοδικείου) στην παραδοχή της ενδίκου αιτήσεως επαναλήψεως της διαδικασίας”.
Οι τρείς όμως πλειοψηφήσαντες δικαστές (Θεοδώρα Γκοΐνη, αντιπρόεδρος του Αρείου Πάγου, Ιωάννης Παπαδόπουλος και Ιωάννης Γιαννακόπουλος, εισηγητής) απέρριψαν τη γνώμη της μειοψηφίας και έκαναν δεκτή την πρόταση του Αντεισαγγελέα κ. Νικολάου Τσάγγα. Έτσι ετάχθησαν αλληλέγγυοι με τα όσα η εισαγγελική αυτή εισήγηση προέτεινε και με όσες ιστορικές απόψεις διατυπώθηκαν σε αυτήν.
Η Ιστορία λοιπόν ερμηνεύθηκε και αξιολογήθηκε από δικαστές, ανωτάτου μεν επιπέδου, για την ιστορική όμως παιδεία και κατάρτιση των οποίων δικαιούται ο καθένας να έχει αντίθετη γνώμη.
9 Ο γράφων δεν υποστηρίζει ότι οι καταδικασθέντες ήσαν προδότες με την αυστηρή έννοια του νομικού όρου. Θυμάται όμως πάντοτε τον γνωστό κανόνα του Ρωμαϊκού Δικαίου, που προήλθε από τον λαό εκείνο, του οποίου η νομική διαίσθηση και σκέψη μας εκπλήσσει μέχρι σήμερα, και ο οποίος κανόνας έλεγε ότι culpa lata dolo comparatur (η βαρεία αμέλεια εξομοιούται προς τον δόλο). Πολύ ενωρίς άλλωστε η έννοια του δόλου διευρύνθηκε και περιέλαβε και τη βαρεία αμέλεια. Ήταν φυσικό να υιοθετηθεί αυτή η κοινώς κρατούσα άποψη από ένα Έκτακτο Επαναστατικό Στρατοδικείο, που συνεδρίαζε όταν γύρω του ήταν νωπές οι πληγές της Καταστροφής, όταν η Ελλάδα είχε πλημμυρίσει από εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες που θρηνούσαν το θάνατο των δικών τους ανθρώπων, που δεν είχαν ούτε καν ακόμη στεγασθεί σε αντίσκηνα ή σε παράγκες και επαιτούσαν «μονοχίτωνες και μονοσάνδαλοι». Οι θεωρούμενοι, καλώς ή κακώς, υπεύθυνοι της Καταστροφής αντιμετώπιζαν την ζέουσα οργή του επαναστατημένου στρατού και της κοινής γνώμης. Βεβαίως οι έξι δεν άξιζαν τη θανατική εκτέλεση. Δεν άξιζαν όμως το θάνατο ούτε οι εκατοντάδες χιλιάδες των σφαγιασθέντων Μικρασιατών και αιχμαλώτων.
Η ευθύνη της εκτέλεσής τους, όπως προαναφέρθηκε, δεν βαρύνει τόσο τους στρατοδίκες, αλλά περισσότερο την επαναστατική κυβέρνηση εκείνης της ιστορικής ώρας. Το αίμα που ρέει από τις εκτελέσεις πολιτικών αντιπάλων φέρνει άλλο αίμα, όπως έγινε μετά το κίνημα του 1935 και τις εκδικητικές εκτελέσεις των Παπούλα και Κοιμίση.
10 Η υποκειμενική υπόσταση του εγκλήματος της προδοσίας απαιτεί τη συνδρομή του στοιχείου του δόλου στον δράστη. Κανένας δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι οι καταδικασθέντες επρόδωσαν ενσυνείδητα την πατρίδα τους, όπως έκανε ο Εφιάλτης στις Θερμοπύλες. Τούτο το παραδέχθηκαν αργότερα τόσο ο Θ. Πάγκαλος όσο και ο Ε. Βενιζέλος. Και κανένας όμως δεν μπορεί να παρίδει την εγκληματική αμέλειά τους σε πληθώρα περιπτώσεων, και τον κομματικό τους καιροσκοπισμό, που μπορούν να αποτελέσουν το αντικείμενο άλλου, ξεχωριστού, σχολίου.
Έχει διατυπωθεί μάλιστα η άποψη ότι στους τρεις εξ αυτών (Γούναρη, Θεοτόκη και Πρωτοπαπαδάκη) μπορεί να αποδοθεί και ενδεχόμενος δόλος5.
Η καταδίκη των Έξι δεν ήταν παρά η κάθαρση μιας εθνικής τραγωδίας. Ήταν η δυσάρεστη, οδυνηρή και αιματηρή εκτόνωση του λαϊκού και εθνικού αισθήματος εκείνων των τραγικών ημερών, μια στρόφιγγα από την οποία εκτονώθηκε η αγανάκτηση μιας νικημένης στρατιάς τουλάχιστον 100.000 στρατιωτών και ενός εκατομμυρίου ξεριζωμένων (και όχι απλώς…. μετακινηθέντων, όπως τους θέλει η απόφαση) Μικρασιατών προσφύγων, οι οποίοι θρηνούσαν τουλάχιστον άλλα 500.000 θύματα σφαγών, αποκεφαλισμών, βιασμών, εμπρησμών, δηώσεων και κατακρεουργήσεων.
Όσον αφορά τον ξεριζωμό και τον αφανισμό του ενός από τους δύο πνεύμονες με τους οποίους ανέπνεε και μεγαλουργούσε ο ελληνισμός, και που είναι η προαιώνια Μικρασιατική του πατρίδα, αυτό είναι ένα άλλο κολοσσιαίο κεφάλαιο με το οποίο η κρινόμενη απόφαση του Αρείου Πάγου, και βεβαίως και ο προτείνας κ. αντεισαγγελέας δεν ασχολήθηκαν.
Οι καταδικασθέντες το 1922 δεν επρόδωσαν. Όμως παρέδωσαν τη Μικρά Ασία και τους Μικρασιάτες στους τσέτες του Κεμάλ.……
Δεν πρέπει να λησμονούμε ότι η Άλωση δεν έγινε το 1453. Έγινε το 1922.
1. «Τί προς Διόνυσον;» αναφωνούσαν οι αρχαίοι Αθηναίοι όταν έβλεπαν στις θεατρικές παραστάσεις ότι τα δρώμενα ήταν άσχετα με τη διονυσιακή λατρεία.
2. Τούτο ενθυμίζει παλαιό πανεπιστημιακό καθηγητή ο οποίος έθεσε στους φοιτητές του σε ψηφοφορία το ζήτημα αν υπάρχει ή όχι Θεός! Μετά από την ψηφοφορία ανακοίνωσε περιχαρής ότι απεδείχθη η ύπαρξη του Θεού….
3. Βλ. Γ. Μαυρογορδάτος, Μελέτες και Κείμενα 1909-1940, εκδ. Αντ. Σάκκουλα, σ.60.
4. Αξιοσημείωτο είναι ότι ο Βίκτωρ Δούσμανης, γνωστός για την προσήλωσή του στην κυβέρνηση Γούναρη, έγραψε για τον Χατζανέστη : « Από μακράν ηδυνάτει να διοικήσει. Και εάν ήτο ικανός, ηδυνάτει να αντιληφθεί την εκάστοτε κατάστασιν της μάχης.
Και εάν την αντελαμβάνετο, ηδυνάτει να επέμβει αμέσως, ταχέως και αποτελεσματικώς …. Μακράν ευρισκόμενος υποχρεωτικώς ηδράνησεν, αδρανήσας ηστόχησεν και αστοχήσας επέφερε την καταστροφήν ». (Δούσμανης Β., Η εσωτερική όψις της Μικρασιατικής εμπλοκής, Αθήναι, 1928, σελ. 177).
5. Βλ. Γ. Θ. Μαυρογορδάτος, «Ασύγνωστη αμέλεια ή και ενδεχόμενος δόλος», εφ. Καθημερινή 28/11/2008.
Η ασύμμετρη διάρθρωση του δημοσιεύματος της εφημερίδας ‘Έθνος” οδηγεί τον αναγνώστη σε σκόπελο κατανόησης εάν ο βασικός συντάκτης του κειμένου είναι ο κ. Αγτζίδης ή ο Σαλκιτζόγλου. Τέλος πάντων, ας είναι και έτσι.
Άριστα επισημαίνει ο κ. Αγτζίδης την διάσταση εθνικής προδοσίας που βαραίνει την ηγεσία της αντιβενιζελικής πτέρυγας κατά την Μικρασιατική εκστρατεία (και νωρίτερα θα προσέθετα).
Ο ίδιος ο κ. Αγτζίδης θα απολογηθεί για την ασύγγνωστη στήριξη που επέδειξε στην προδοτική Συμφωνία των Πρεσπών; Κρινόμενη αποκλειστικώς υπό αξιακό, ηθικό και συνειδησιακό πρίσμα, αυτή η στήριξη δεν συνιστά μία ιδεολογικού τύπου εθνική προδοσία ανάλογη με αυτή των αντιβενιζελικών το ’22, ;
Και πώς μπορεί ο κ. Αγτζίδης, αγωνιστής υπέρ της αναγνώρισης της κεμαλικής Γενοκτονίας των Ελλήνων, να έχει συμπορευθεί με τον ΣΥΡΙΖΑ, ένα κόμμα που επιδεικτικώς αρνείται την Γενοκτονία, την υποβιβάζει στην καλύτερη περίπτωση σε “εθνοκάθαρση” και που συγχρόνως επιρρίπτει ευθύνες “επεκτατισμού” στην ελληνική πλευρά;
Νομίζω ότι το ελάχιστο που οφείλει ο κ. Αγτζίδης είναι μία συγγνώμη από το αναγνωστικό του κοινό για πνευματική και πολιτική παραπλάνηση.
Στο τελευταίο ερώτημά σου υπάρχει μια πιθανή εξήγηση στο σημείο, ότι ο κ. Αγτζίδης δεν φαίνεται πουθενά να μοιράζεται τους στόχους της μικρασιατικής εκστρατείας (όπως και η αριστερά γενικότερα), χρησιμοποιεί ωστόσο την κατάληξή της για να υποστηρίξει την εκτέλεση των Έξι.
Όπως έχω δηλώσει και παλαιότερα, δεν θεωρώ ότι η νομική πτυχή του θέματος έχει κάποια σημασία για την αντιμετώπιση του γεγονότος της δίκης. Το ζήτημα είναι πολιτικό:
Η παράταξη του Γούναρη δεν “κληρονόμησε” την μικρασιατική εμπλοκή της χώρας μας διότι απλά δεν αναπλήρωσε κάποιο πολιτικό κενό το οποίο είχε δημιουργηθεί έπειτα από την απόβαση του ελληνικού στρατού στην Σμύρνη. Επιδίωξε απολύτως συνειδητά την αντικατάσταση του Εθνεγέρτη Βενιζέλου στην πλέον κρίσιμη στιγμή της νεοελληνικής ιστορίας. Το επεδίωξε επιθετικά καλλιεργώντας αντιπολεμικό κλίμα, το επεδίωξε διαπαραταξιακά σε συνεργασία με τους κομμουνιστές (αυτό το ξεχνάει προφανώς ο κ. Αγτζίδης, ίσως γιατί και ο ίδιος δεν ήθελε την απόβαση του ελληνικού στρατού στην Σμύρνη) και επίσης επανέφερε τον Κωνσταντίνο στον θρόνο.
Ήταν κατά την άποψή μου μοιραίο να αναλάβει τις ευθύνες για τις πράξεις της αν και έκαμε ότι μπορούσε για να αποτρέψει την ήττα. Δεν θεωρώ ότι ήταν προδότες!
“…υπάρχει μια πιθανή εξήγηση στο σημείο, ότι ο κ. Αγτζίδης δεν φαίνεται πουθενά να μοιράζεται τους στόχους της μικρασιατικής εκστρατείας…”
Εύλογη η υπόθεση σου, αλλά από την άλλη ο Βλάσης Αγτζίδης τσοντάρει στο άρθρο του την εκτενή ανάλυση του Σαλκιτζόγλου, στο εδ.4 της οποίας αναφέρεται ότι:
” Αποσιώπησε ο κ. αντεισαγγελέας ότι η εντολή του Μαΐου του 1919 προς τον Βενιζέλο να καταλάβει η Ελλάδα την Ιωνία δόθηκε επειδή οι Ιταλοί προέλαυναν ήδη από την Καρία προς τη Σμύρνη, και αν η Ελλάδα δεν δεχόταν την ιστορική αυτή ευκαιρία θα χανόταν ίσως δια παντός στο μέλλον η ελπίδα απελευθέρωσης των Μικρασιατών. Αποσιωπά ότι το οθωμανικό κράτος είχε κηρύξει ήδη από το 1914 απηνή διωγμό και κατά των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, όπως αποδεικνύει η τακτική του με τα περιβόητα τάγματα εργασίας…”
Συνεπώς ο κ. Αγτζίδης συνεχίζει και με αυτό το άρθρο του να παραπλανά το αναγνωστικό του κοινό και όσους παρακολουθούσαν τις διαλέξεις του.
Ως προς τα λοιπά που καταθέτεις γενικώς συμφωνώ. Βέβαια από το ημερολόγιο του Μεταξά (αν και ως γνωστόν είναι σε καίρια σημεία προσεκτικά επεξεργασμένο και παραπειστικό) προκύπτει ότι άπασα η αντιβενιζελική ηγεσία είχε ως στόχο να μαζέψει αναίμακτα τον στρατό από την Μικρά Ασία, χωρίς να εκτεθεί στους πολιτικούς της αντιπάλους. Άρα δεν είμαι σίγουρος ότι “έκαμε ότι μπορούσε για να αποτρέψει την ήττα”, αλλά μάλλον πάσχιζε για να μην επανέλθει ο Βενιζέλος στα πράγματα. Κάπου εκεί, όταν βάζεις τα πολιτικά συμφέροντα πάνω από τα εθνικά, αρχίζει η έννοια της προδοσίας. Τέλος πάντων μεγάλη συζήτηση.
Κρίμα μόνον για τον Πρωτοπαπαδάκη που τον έμπλεξαν σε αυτό το εγκληματικό για το έθνος πολιτικό εσμό, και τελικά έχασε η Ελλάδα έναν μεγάλο επιστήμονα με σπουδαίο θεωρητικό και τεχνικό έργο.
Θεωρώ τον Πρωτοπαπαδάκη τον Έλληνα Λαβουαζιέ. Αμφότεροι ήταν θύματα των πολιτικών παθών της εποχής τους -με διαφορετικούς βέβαια όρους.
Προφανώς και είχε στόχο την εκκένωση της Μικράς Ασίας και μάλιστα αναίμακτα δηλαδή χωρίς να παραδώσει τον Ελληνισμό της στην καταστροφή.
Όταν ωστόσο συνειδητοποίησε ότι κανείς δεν ήταν σε θέση να εγγυηθεί την ασφάλεια του μικρασιατικού Ελληνισμού (η παραπομπή σου στο κείμενο Σαλκιτζόγλου είναι ιδιαίτερα κρίσιμη) αντιλήφθηκε ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος από την κατάληψη της Άγκυρας και την συντριβή του κεμαλικού καθεστώτος. Το εγχείρημα αυτό κατά την δική μου άποψη είχε κάποιες πιθανότητες να πετύχει εάν η κυβέρνηση διέθετε ικανούς πολιτικούς για να κινηθούν διπλωματικά ώστε να μην βρεθούμε πρώτα μόνοι και έπειτα αντιμέτωποι με σχεδόν όλους εκτός από τους Βρεταννούς.
Επεδίωξαν να λάβουν την εξουσία χωρίς να διαθέτουν τις ανάλογες ικανότητες οι οποίες ήταν απαραίτητες εκείνες τις στιγμές (με εξαίρεση τον Πρωτοπαππαδάκη, όπως πολύ σωστά λες, ο οποίος είχε και την καταπληκτική ιδέα της διχοτόμισης της δραχμής). Αυτό ίσως να συνέβει συχνά στο παρελθόν και εξακολουθεί να συμβαίνει και στις μέρες μας στην πολιτική, ποτέ όμως με ένα τόσο βαρύ τίμημα.
”Μια στο τόσο ” ο κ. Αγτζίδης αλλά χτυπάει κατάστηθα την εθνική ενότητα ύστερα από 101 χρόνια από την σίγουρα άδικη καταδίκη όχι από ένα Ειδικό Δικαστήριο ,αλλά από το έκτακτο Στρατοδικέιο , το ποίο σε κάθε εθνική περίοδο -είναι για όλους τους Έλληνες και φυσικά για τον ”δημοκράτη ” κ. Αγτζίδη απαράδεκτο πέραν των άλλων γιατί κατά το πλείστον εκδίδει αποφάσεις σκοπιμότητος ,όπως αυτή για καταδίκη σε θάνατο των έξι -άτυχων εκ του αποτελέσματος -θυμάτων οι οποίοι σε καμιά περίπτωση – όπως αποφάσισε ο Άρειος Πάγος δεν ενήργησαν με δόλο την Μικρασιατική καταστροφή.
ΚΑΙ Ο Κ. ΑΓΤΖΙΔΗΣ -ΚΑΙ ΟΣΟΙ ΑΛΛΟΙ – ΑΣ ΔΙΑΒΑΣΟΥΝ (ΠΕΡΑΝ ΤΩΝ ΑΛΛΛΩΝ) ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΝ ΒΕΝΙΖΕΛΟΝ ΤΟΥ ΕΘΝΟΜΑΡΤΥΡΟΣ ΚΑΙ ΑΓΙΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ , τον επίλογο της οποίας παραθέτω” Είχατε την άτυχη κα ΕΝΟΧΟΝ έμπνευσιν να διατάξητε εκλογάς κατ’αυτάς ακριβώς τας παραμονάς της εισόδου σας εις Κωνσταντινούπολιν και της καταλήψεως αυτής υπό του Ελληνικού στρατού προς εκτέλεσιν των όρων της οίμοι -δια παντός -καταστραφείσης Συνθήκης των Σεβρών”.
Υ.Γ 1.-Η Μεγάλη Ελλάδα -αγαπητοί Βενιζελοφύλακες-συνιστούσε ένα πολιτικό πρόταγμα από το 1844 ,το οποίο όμως δεν μπορούσε να οδηγηθεί σε πραγμάτωση ,ενόσω το κράτος και οι Έλληνες ήταν βαθιά διχασμένοι από το 1915 και ταλαιπωρημένοι από τους συνεχείς αγώνες και πολέμους από το 1912.
Ο δε στρατηγός Μεταξάς προειδοποιούσε στο υπόμνημα του προς τον 2.-Βενιζέλο για τον κίνδυνο υπερέκτασης και στρατιωτικής εξασθένησης από την ανάληψη επιχειρήσεων στην Σμύρνη και την ενδοχώρα της ,όπου ”οι σπουδαίες” παραχωρήσεις της ΑΝΤΑΝΤ στον Βενιζέλο. ΚΑΙ
3.-Το ερώτημα αν ήταν ορθή εθνικώς και στρατηγικώς η απόβαση στην Σμύρνη ,λή υπήρξε συνέπεια πολιτικής οιήσεως και πάθους του Βενιζέλου παραμένει αναπάντητο 100 χρόνια τώρα.
Κατά παράδοξο τρόπο ο Εθνεγέρτης φαίνεται να φταίει ακόμη και για τις αστοχίες των αντιπάλων του.
Όντως βρισκόμαστε σε πόλεμο από το 1912, το ίδιο όμως και οι τούρκοι. Όντως ήμαστε διχασμένοι από το 1915, επειδή κάποιοι έφθασαν σε σημείο να παραδώσουν ολόκληρο σώμα στρατού στις κεντρικές δυνάμεις για να αποτρέψουν την είσοδο της χώρας στον πόλεμο και επειδή επεδίωκαν πεισματικά, παρά τους εθνικούς πόθους από το 1844 όπως σημειώνεις, να κρατήσουν την Ελλάδα μικρή (πλην έντιμον). Για τις επισημάνσεις Μεταξά έχω να πώ, ότι δεν ήταν ο Εθνεγέρτης αυτός ο οποίος διέταξε την προέλαση στην Άγκυρα. Βεβαίως οι παραχωρήσεις της ΑΝΤΑΝΤ δεν έγιναν με τρόπο ο οποίος μας διευκόλυνε, είχαμε όμως την ευκαιρία να διαπραγματευτούμε καλύτερους όρους, μεσούντος του παγκόσμιου πολέμου, όταν οι σύμμαχοι μας χρειαζόταν για να επιτεθούν στην Κωνταντινούπολη. Τότε όμως είχαμε δυστυχώς έναν βασιλιά ο οποίος δήλωνε φανατικά… ειρηνιστής.
Η απόβαση στην Σμύρνη ήταν άλλο τόσο σωστή όσο και η απόφαση για την Εθνεγερσία το 1821 στην Πελοπόννησο, στην Στερεά Ελλάδα και στα νησιά. Δεν είναι τυχαίο ότι έχεις τις αμφιβολίες σου καί για αυτά τα δυο. Το μόνο ωστόσο αναπάντητο ερώτημα εδώ είναι γιατί πιστεύεις ότι εάν περιμέναμε ακόμα 50 χρόνια θα μας είχε πέσει η αυτοκρατορία σαν ώριμο φρούτο.
Εγώ πιστεύω όχι αυτό που με ρωτάτε , αλλά αφού πήραμε απόφαση και φλογιζόμασταν οι Πανέλληνες από το 1844 (Κωλέττης) για την Μεγάλη Ελλάδα και την απελευθέρωση της πρωτεύουσας μας Κωνσταντινουπόλεως, να απαιτούσε- ο εθνεγέρτης σας- να μας την παραδώσουν -οι Σύμμαχοι που την κατείχαν -,όπως την Δυτική Θράκη και επιπλέον να πιέσουν όλοι μαζί οι Σύμμαχοι -και εμείς- για την προστασία όλων των Χριστιανών της Ανατολής και αν δεν εξασφάλιζαν αυτήν την προστασία να επεμβαίναμε πάλι όλοι μαζί για να την επιβάλλουμε.
Τι στα καλό ο έξυπνος Βενιζέλος -κανένας δεν αμφιβάλλει γιαυτό -για αυτούς τους Συμμάχους του, χώρισε το κράτος μας στα δυό το 1916 , έδιωξε χωρίς δημοψήφισμα τον Βασιλιά, εξόρισε όλη την Αντιπολίτευση στην Κορσική -σχεδόν ”ξεβρακώθηκε” γιαυτούς- θα τον ευγνωμονούσαμε όλοι ,αν το απαιτούσε και ας μη το εξασφάλιζε, γιατί -αν το εξασφάλιζε κιόλας- θα είχαμε από τότε το δεύτερο κλειδί των Στενών , τα οποία θα ανοιγοκλείναμε μαζί με την Τουρκία του Κεμάλ ,που τον έκαναν ”μάγκα” -το ξανάγραψα- ο Τσώρτσιλ και ο Βενιζέλος, ο οποίος τον πρότεινε (ο πανέξυπνος ) και για το Νόμπελ Ειρήνης-αν είναι δυνατόν-.
Να υπενθυμίσω τμήμα της επιστολής του Χρυσοστόμου Σμύρνης προς τον Βενιζέλο” Είχατε την άτυχη και ΕΝΟΧΟΝ (τι εννοεί ένοχον ο Άγιος Σμύρνης) έμπνευσιν να διατάξητε εκλογάς …..-παρ΄ότι εκ του Συντάγματος λόγω του πολέμου μπορούσε να τις παρατείνει μέχρι το τέλος του πολέμου(προσθέτω εγώ).
Ε… ΑΥΤΕΣ ΟΛΕΣ ΤΙΣ -ΕΣΤΩ-ΑΣΤΟΧΙΕΣ ΚΑΙ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥ, ΟΥΤΕ ΜΕΤΑ ΑΠΟ 100 ΧΡΟΝΙΑ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΙΣ ”ΚΑΝΟΥΜΕ ΦΥΛΛΟ ΚΑΙ ΦΤΕΡΟ” ,ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΔΑΧΘΟΥΜΕ , ΟΤΑΝ ΜΑΛΙΣΤΑ ΕΡΧΟΝΤΑΙ ΝΕΑ ΓΡΑΠΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΕΚΕΙΝΗ ΤΗΝ ΕΠΟΧΗ ,ΣΤΗΝ ΟΠΟΙΑΝ ΟΥΤΕ ΚΥΣΕΑ ,ΟΥΤΕ ΠΟΛΕΜΙΚΑ ΣΥΜΒΟΥΛΙΑ ΕΓΙΝΑΝ ,ΟΥΤΕ ΔΗΜΟΨΗΦΙΣΜΑ ΤΟ 1919 ΕΓΙΝΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΠΟΒΑΣΗΣ ΣΤΗ ΣΜΥΡΝΗ ;;;.
ΤΙ ΗΤΑΝ Ο ΛΑΟΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ”ΔΗΜΟΚΡΑΤΗ” ΒΕΝΙΖΕΛΟ , ΟΠΩΣ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΟΝ ”ΔΗΜΟΚΡΑΤΑΡΟ” Κ.ΤΣΙΠΡΑ ΟΙ ΠΡΕΣΠΕΣ ΤΟΥ. ;;;
Ως σώφρων και φιλίστορας δεν το δέχομαι .Εξ άλλου λάθη -δέχομαι -δεν κάνουν μόνο όσοι δεν ενεργούν και αλάθητος είναι επί γης μόνο ο Πάπας -όπως πιστεύουν οι Καθολικοί .
Καταρχάς έχεις αποφασίσει για τον εαυτό σου, ότι οι αυτοκρατορίες “παραδίδονται” και δεν κατακτούνται. Ο Εθνεγέρτης επεδίωξε ακριβώς αυτό, να γίνει η χώρα μας αυτοκρατορία και το πέτυχε για αυτό και η χώρα μας εκείνη την περίοδο (και για πρώτη φορά στην νεοελληνική μας ιστορία) αντιμετωπίστηκε από τις μεγάλες δυνάμεις ως απειλή (κυρίως από την Ιταλία και δευτερευόντως από την Γαλλία) και όχι ως παρίας.
Σου υπενθυμίζω ότι επί Εθνεγέρτου οι Έλληνες έφθασαν να συνορεύουν μια ανάσα από την Πόλη ενώ εκεί έφθασε και το Αβέρωφ ως ένδειξη συμμετοχής στην κατάληψή της. Αλλά επειδή προσεγγίζεις την εξωτερική πολιτική με τον ίδιο αφελή τρόπο όπως και ο Μεταξάς οφείλουμε σχετικά με την απόβαση στην Σμύρνη να πούμε τα εξής:
1. η Σμύρνη, σε αντίθεση με την Πόλη, ήταν η ανερχόμενη τότε πύλη εισόδου στην Μικρά Ασία και στον ορυκτό πλούτο της μέσης ανατολής. Σε αντίθεση επίσης με την Πόλη η Σμύρνη μπορεί να χαρακτηρισθεί μια σχεδόν ακραιφνή ελληνική πόλη με ακμάζουσα πληθυσμιακά και προπαντώς οικονομικά και κοινωνικά ελληνικό πληθυσμό. Ήταν σαφές ότι το σχέδιο του Εθνεγέρτη ήταν μέσα από την Σμύρνη και σε συνεργασία με τους Βρετανούς να αποκτηθεί ο έλεγχος στην οδό μεταφοράς του πετρελαίου. Οι διαστάσεις αυτής της δυναμικής και οι προοπτικές μέσα από αυτή για την ανάπτυξη της Ελλάδος σε βάρος της Ιταλίας και της Γαλλίας ήταν τόσο εφιαλτικές για τις δυο τελευταίες ώστε η Ιταλία μέχρι και το 1940 επεδίωξε την καταστρφή της χώρας μας.
2. τα διεθνή συμφέροντα στην Πόλη ήταν πολύ πιο περίπλοκα και αυτό φάνηκε από το γεγονός ότι δεν καταλάβαμε την Πόλη επί Γούναρη ενώ θα μπορούσαμε, αφού κυρίως η Γαλλία μας απείλησε ανοιχτά με πόλεμο. Στην Σμύρνη η ισορροπία συμφερόντων ήταν πολύ πιο θετική για εμάς και αυτή την ευκαιρία την εκμεταλλεύτηκε ο Εθνεγέρτης προφανώς ως αφετηρία για την γενικότερη επικυριαρχία στην ανατολική Μεσόγειο.
3. τί θέλω και σου τα γράφω όλα τα παραπάνω, όταν ακόμη και εσύ ο ίδιος μέμφεσαι τον Εθνεγέρτη για τις εκλογές του 1920;
Πολλοί ,πολλά έγραψαν σαν τον ο κ.Αγτζίδη, που επιμένει παθολογικά στην μίαν και μόνη αλήθεια την Βενιζελική και των ηττημένων στρατιωτικών ,που αντί να επανέλθουν από την Μικρά Ασία με σκυμμένο κεφάλι στην Πατρίδα έκαναν Κίνημα ,έδιωξαν τον Βασιλιά και καταδίκασαν σε Έκτακτο Στρατοδικείο-όχι σε Ειδικό για τους πολιτικούς Δικαστήριο-τους έξι σε θάνατο -διότι εκ προθέσεως συνετέλεσαν στην Μικρασιατική καταστροφή (κάτι που δεν δέχθηκε ο Άρειος Πάγος )και εκτέλεσαν και την ποινή -έστω και χωρίς την επίνευση του ”ουδετέρου” Βενιζέλου. ΟΜΩΣ
Το ερώτημα αν ήταν ορθή εθνικώς και στρατηγικώς η απόβαση στην Σμύρνη ,ή υπήρξε συνέπεια πολιτικής οιήσεως και πάθους του Βενιζέλου παραμένει αναπάντητο εδώ και 100 χρόνια.
“Το ερώτημα αν ήταν ορθή εθνικώς και στρατηγικώς η απόβαση στην Σμύρνη…”
Όχι, έπρεπε να είχε αφήσει ο Βενιζέλος τους Τούρκους να σφάξουν όλους τους Μικρασιάτες και η Ελλάς να σφυρίζει αμέριμνα.
ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΑΠΑΙΤΟΥΣΕ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ ΤΟΥ ΝΑ ΠΑΡΕΜΒΟΥΝ ΚΑΙ ΑΥΤΟΙ ΚΑΙ ΑΥΤΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΤΟΥΣ Ή ΝΑ ΤΗΝ ΕΠΙΒΑΛΛΟΥΝ ΜΕ ΤΑ ΤΟΣΑ ΠΟΥ ΠΡΟΣΕΦΕΡΕ ΣΤΟΥΣ ΣΥΜΜΑΧΟΥΣ ΑΠΟ ΤΟ 1915;;;.
Μάλλον υπάρχει κάποιο τεχνικό πρόβλημα. Βλέπω στο ενημερωτικό ηλ. ταχυδρομείο ότι μου έχει αποσταλεί ανταπόκριση από τον Λούμπεν, αλλά δεν την βλέπω δημοσιευμένη.
Αν τυχόν μας διαβάζει ο κ. Σαββίδης, ας ξεμπλοκάρει το σχόλιο. Ευχαριστώ πολύ.
Θεέ μου τι βλέπουν τα ματάκια μου… Δλδ συγγνώμη, αν η Μικρασιατική καταστροφή δεν είναι προδοσία, τότε τι είναι;;; Ο Εφιάλτης;;; Μόνο;;; Αν η δεξιά της εποχής δεν έκανε την προδοσία, τότε ποιος;;; Ο Βενιζέλος;;; Αν δεν γινόταν αυτό, τότε γιατί είμαστε στον βούρκο συνεχώς;;; Κανείς σύμμαχος ούτε Αγγλοσάξονες, ούτε Γερμανός δεν έχει συγχωρήσει την στάση μας μέχρι και σήμερα. Απλά τους έμαθαν τι σημαίνει Ελλάδα υπό ξένη εποπτεία και γονυπετής.
Αν δεν είναι προδοσία το ΦΕΚ να μην έρθουν οι ΕΛΛΗΝΕΣ στην Ελλάδα, τότε φαντάστειτε τι γίνεται με τους σημερινούς μετανάστες που δεν είναι Έλληνες.
Μην ανησυχείτε κε Αγτζιδη. Έτσι κι αλλιώς και ανεξαρτήτως των σχολίων των μερικών παραπάνω, που επιχειρούν με ντους να ξεπλύνουν τα αμετάκλητα λερωμένα, ο ελληνικός λαός στο σύνολο του πιστεύω και στο θυμικό του την Μικρασιατική Καταστροφή, σαν προδοσία την βλέπει. Και μόνο. Και μάλιστα του Κωνσταντίνου προδοσία. Όταν μου μιλάτε για μικρασιατική καταστροφή, που προφανώς δεν την έζησα, στο μυαλό μου έρχεται κάτι σαν τα ιμια σε πολύ παρά πολύ μικρότερη κλίμακα. Προδοσία κόντρα στην προδοσία. Τι άλλο χαρακτηρίζει την λέξη προδοσία, πέραν της στάσης σε κρισιμότατες και σε βάθος χρόνου αλλαγές εναντίον του λαού σου που δεν ανατρέπονται. Ότι και να κάνουν οι παραχαράκτες, μεταξύ άλλων και οι δικαστές, προδοσία, μεγάλη, του έθνους είναι.
Τα αποτελέσματα άλλωστε, δεν θέλει πολύ, εδώ είναι σήμερα.
Το θέμα είναι σύνθετο. Προδοσία σημαίνει, ότι επεδίωξαν συνειδητά την καταστροφή. Κάτι τέτοιο δεν συνέβει. Αντιθέτως επί Γούναρη και Κωνσταντίνου επιδιώχθηκε η πλήρη επικράτηση στην Μικρά Ασία, δυστυχώς χωρίς μια ρεαλιστική εκτίμηση της ισορροπίας συμφερόντων γύρω από την περιοχή και χωρίς τις πολιτικές και διπλωματικές ικανότητες για να τις διαχειριστούν. Ο λόγος για τον οποίο απετράπει η συντεταγμένη και οργανωμένη εκκένωση της Μικράς Ασίας από τον ελληνικό πληθυσμό είναι ο ίδιος για τον οποίο δεν ενσωματώθηκε αυτός συνολικά στον αγώνα: ο ελληνικός πληθυσμός εκεί έπρεπε να μείνει εκεί στην Μικρά Ασία για να κρατηθούν οι περιοχές ελληνικές. Εάν ο ελληνικός πληθυσμός εγκατέλειπε “οικειοθελώς” τις εστίες του η Μικρά Ασία θα χανόταν για τον Ελληνισμό μια για πάντα. Βεβαίως υπήρχαν επιπλέον συλλογισμοί σχετικά με τις δυνατότητες της χώρας μας να δεχθεί έναν τόσο μεγάλο αριθμό προσφύγων, όπως σίγουρα υπήρχε και μια γενικότερη καχυποψία σχετικά με τις επιπτώσεις της μετακίνησης ενός τόσο μεγάλου αριθμού κόσμου στην χώρα μας για το πολιτικό της σύστημα. Αλλά όλα αυτά δεν αιτιολογούν την κατηγορία περί προδοσίας.
Ωραία. Δεν θα το πω προδοσία. Επιτρέπεται να το πω εθνική μειοδοσία;;; Το κακό βλέπετε, είναι ότι ο ακατανόμαστος Κων/νος δεν αρκέστηκε στην Μικρά Ασία. Ήθελε να φθάσει μέχρι την Άγκυρα. Μη μου πείτε ότι είναι Μικρά Ασία εκεί…
Μη μου πείτε ότι το ΦΕΚ στις 20/7/1922 περί απαγόρευσης υποβοήθησης των Ελλήνων να έρθουν, αφορούσε απλά θέματα πολιτικής… Βγήκε τόσο κοντά στα τεκταινόμενα που αποτελεί την απόλυτη ντροπή και στίγμα του Ελληνικού κράτους. Το κράτος υπάρχει για να προστατεύει πρώτα και πάνω απολα την ζωή. Χωρίς αυτήν δεν υπάρχει κράτος. Οποίο κι αν είναι το πολιτικό, οικονομικό και σε όλες τις εκφάνσεις του κόστος, το κράτος προστατεύει την ζωή των μελών του. Αλλιώς γιατί να το έχω;;; Πρέπει να προστατεύεται η ελληνικότητα όπου και να δρα. Είμαστε υποχρεωμένοι, ανεξαρτήτως πολιτικού, οικονομικού, ή άλλου κόστους. Ναι οι Μικρασιάτες και λόγω οικονομικού και λόγω μορφωτικού αλλά και λόγω του ότι εδώ έγιναν λούμπεν και προλεταριακά στοιχεία, πολιτικά ήταν ανεπιθύμητοι. Αυτός είναι επαρκής λόγος για το ελληνικό κράτος να μην τους περιθάλψει;;; Τότε να δώσουμε τα εύσημα και στον «γιατρό» που είπε τι θέλουν οι καρκινοπαθείς;;; Να ζήσουν;;; Σιγά… καπποιος τους πληρώνει. Απέφυγε βέβαια να πει ότι μια ζωή πλήρωναν γι αυτό… το επόμενο βήμα θα είναι ότι όσοι πέφτουν σε κώμα να αποσυνδέονται, ότι όσοι είναι ΑΜΕΑ να εγκαταλείπονται. Κοστίζουν αδελφέ… θες να πέφτουν τα λεφτά σου σε μαύρη τρύπα;;; Θέλω αδελφέ, λέω εγώ, διότι όταν έρθει η σειρά μου θέλω να πέφτουν τα λεφτά.
Τρομακτική εντύπωση μου είχε κάνει ένας τύπος στην δουλειά μου την 10ετια του 2000. Μου ανέφερε ότι οι παππούδες του ήταν μικρασιατες πρόσφυγες. Η εντύπωση που μου είχε κάνει ήταν ότι βειωνε την καταστροφή σαν να την είχε ζήσει ο ίδιος. Τα συναισθήματα του ήταν παρά πολύ έντονα.
Μη μου λέτε λοιπόν για προδοσίες ή για εθνικές μειοδοσίες. Κυρίως του Έλληνες που από αρχαιοτάτων χρόνων ζήσανε στις απωτατες άκρες της ανατολικής Ευρώπης και δυτικής Ασίας, τους προδώσαμε (με την ευρύτερη έννοια του όρου) πολλαπλά. Άλλωστε κυρίως η Μικρά Ασία είναι ελληνικό έδαφος.
Άλλωστε κι εγώ πρόσφυγας είμαι. Από την Αίγυπτο όμως. Καμία σχέση στην μετοίκηση και στην συμπεριφορά του κράτους από που φύγαμε. Η συμπεριφορά του κράτους που ήρθαμε;;; Μη πω. Απλά είμασταν λίγοι.
1. φυσικά και η Άγκυρα είναι Μικρά Ασία,
2. όπως έγραψα και πριν, η προέλαση στην Άγκυρα δεν υπηρετούσε συγκεκριμένες εδαφικές διεκδικήσεις μας εκεί, αλλά την πρόθεση να διαλυθεί το κεμαλικό καθεστώς με την κατάληψη του πολιτικού του κέντρου,
3. όλη η επιχείρηση κατάληψης της Άγκυρας υπηρετούσε την εξασφάλιση του μικρασιατικού Ελληνισμού. Σε αντίθεση με τον Εθνεγέρτη, η αντιβενιζελική παράταξη συνέχισε την μικρασιατική εκστρατεία αποκλειστικά και μόνο για τον λόγο ότι δεν υπήρχε άλλος τρόπος να διασφαλιστεί η παραμονή των Ελλήνων εκεί,
4. οι Μικρασιάτες ήτα ένα υπολογίσιμο μέγεθος τόσο μικροπολιτικά, όσο και κοινωνικά και οικονομικά. Είχαν επιπλέον και ένα άλλο μειονέκτημα: ήταν στην πλειοψηφία βενιζελικοί. Εάν έφθαναν στην Ελλάδα με τις περιουσίες των θα οδηγούσαν σίγουρα σε δραματικές ανατροπές και αλλαγές. Όλα αυτά έπαιξαν έναν σημαντικό ρόλο, αλλά οφείλουμενα δούμε και το τίμημα το οποίο πλήρωσε η κυβέρνηση Γούναρη, το παλάτι και μαζί με αυτούς ο ελλαδικός πληθυσμός,
5. βεβαίως τα συναισθήματα είναι έντονα, αλλά αυτό ισχύει καί για τις δυο πλευρές. Για τον λόγο αυτό προσπαθώ να μεσολαβήσω με την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα έχουμε το θάρρος να μάθουμε να συζητάμε για τον εθνικό διχασμό και όχι να το αποφεύγουμε,
6. η συμπεριφορά αυτού του κράτους απέναντι σε όλους τους πολίτες ακόμη και σήμερα και όχι μόνο στους πρόσφυγες εκείνης τς εποχής ήταν δύσκολη.
Όταν γράφεις για ιστορικά γεγονότα με την συναισθηματική φόρτιση των προσφύγων προγόνων σου όλοι είμαστε πρόσφυγες στην μικρή Ελλάδα που ελέω των τριών Συμμάχων το 1927 γίναμε κρατίδιο ,χωρίς να ελευθερώσουμε την βασιλεύουσα-πρωτεύουσά μας γράφεις μυθιστορία -ή σχολιάζεις χωρίς να διαβάσεις τα γραπτά στοιχεία που ”έρχονται στο φως της δημοσιότητος” από πέρυσι με την συμπλήρωση 100 χρόνων από εκείνη την καταστροφή που έθαψε την Μεγάλη Ιδέα και περιόρισε την γεωπολιτική μας αξία ,αφού επί Βενιζέλου το 1922 εκκενώσαμε και την Ανατολική Θράκη.
ΜΕΛΕΤΗ ,ΛΟΙΠΟΝ , ΠΟΛΛΗ ΜΕΛΕΤΗ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΣΧΕΤΙΚΩΝ ΠΟΝΗΜΑΤΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑ” ΝΑ ΠΕΤΑΞΟΥΜΕ ΤΙΣ ΣΚΟΥΦΙΕΣ ΜΑΣ” ΓΙΑ ΠΕΡΙΤΤΟ ΚΑΥΓΑ ΜΟΝΟ ΚΑΙ ΜΟΝΟ ΓΙΑ ΝΑ ΔΙΑΣΩΣΟΥΜΕ ΤΗΝ ΥΣΤΕΡΟΦΗΜΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΥ ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1915 ΕΛΕΥΘΕΡΙΟΥ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΚΟΥ-ΑΝ ΜΗ ΤΙ ΑΛΛΟ- ΜΕΧΡΙ ΤΟ 1935.