Του Αλκη Καλλιαντζίδη, Οικονομολόγου [email protected] www.kalkis.eu
Μάλλον αυτό απέδειξε η προσωρινή κατάληψη του αμερικανικού Καπιτωλίου από τους υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ. Η απόρριψη των εμβολίων, η πίστη στο υπερφυσικό, η εμπιστοσύνη στις μαγικές λύσεις των λαϊκιστών και η παράνοια των συνωμοσιολόγων όντως δείχνουν ότι η λογική απουσιάζει. Την θέση της επιχειρεί να πάρει ο τραμπικός «κυριαρχισμός» της ακροδεξιάς Διεθνούς.
Ας θυμηθούμε όμως για λίγο τι περιελάμβανε η αρχαιοελληνική λογική : τη σύνεση, τη δικαιοσύνη, το θάρρος και την ιδιοσυγκρασία που συγκροτούσαν τις τέσσερις βασικές αρετές που όριζαν το «ειλικρινές», σύμφωνα με τον Κικέρωνα. Ο δυτικός πολιτισμός τις χρωστάει τα μαθηματικά, το ορθολογικό νομικό δόγμα, τη μουσική αρμονία, τα περιοδικώς εκλεγμένα κοινοβούλια και στη συνέχεια την οικονομική ευημερία, σημείωσε ο οικονομολόγος Max Weber. Σήμερα, στις αρχές του 21ου αιώνα, το 2021, δεν χάνουμε αυτές τις αρετές, δηλαδή αυτό που ονομάστηκε η «ελληνική λογική»; Δεν είμαστε απελπιστικά ελκυόμενοι από το σκοτάδι του παραλογισμού, του αντιεπιστημονισμού, από το συναίσθημα, από τον φόβο και από τη βία ; Η επίθεση στο Καπιτώλιο από υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ είναι μια τρανή απόδειξη αυτής της πικρής αλήθειας. Και είναι πολύ λυπηρή, διότι ψηφίστηκε ο Τράμπ, ύστερα από 4 χρόνια στην εξουσία, από 74 εκατ. Αμερικανούς κι έχει συμπαθούντες : τον Πούτιν, τον Ερντογάν, τον Ορμπάν, τον Σαλβίνι, της Μαρίν Λεπέν, κλπ, εξ ου και η αργοπορία τους να αναγνωρίσουν την αναμφισβήτητη εκλογική νίκη του Τζο Μπάϊντεν.
Από τους τελευταίους ας πάρουμε την περίπτωση της Μαρίν Λεπέν η οποία θεωρητικά και πρακτικά θα μπορούσε να εκλεγεί πρόεδρος της Γαλλίας στις προσεχείς εκλογές του 2022 με τη θέληση των Γάλλων ψηφοφόρων, ως αντίπαλος του Μακρόν του οποίου την αρχική αίγλη έχει φθείρει η άσκηση της εξουσίας.
Η πρόεδρος του «Εθνικού Συναγερμού» περίμενε την Πέμπτη 7-1-2021, μετά τα γεγονότα της προηγούμενης ημέρας στο Καπιτώλιο, για να αναγνωρίσει επιτέλους τη νίκη του Δημοκρατικού Τζο Μπάιντεν. Ενώ ο Thierry Mariani και τα ριζοσπαστικά εξαπτέρυγά της, του πρώην Εθνικού Μετώπου (FN), υποστηρίζουν ακόμα τους ταραχοποιούς του Τραμπ, όπως αναφέρει ο Tristan Berteloot, στην ηλεκτρονική στην Libération στις 7-1-2021 με τίτλο : «Η Marine Le Pen κατέληξε να παραδεχτεί την ήττα του Ντόναλντ Τραμπ με μισόλογα» (Marine Le Pen finit par admettre la défaite de Donald Trump, du bout des lèvres).
Πράγματι, η Marine Le Pen περίμενε μέχρι και την Πέμπτη το Αμερικανικό Κογκρέσο να πιστοποιήσει την εκλογή του Joe Biden, δηλαδή δύο μήνες μετά τις εκλογές, για να «παραδεχτεί» τελικά τη νίκη του Δημοκρατικού ως επικεφαλής των Ηνωμένων Πολιτειών. Μέχρι τότε, η αρχηγός του «Εθνικού Συναγερμού» είχε εκμεταλλευτεί τις κατηγορίες για καλπονοθεία από τον άλλο υποψήφιο, τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ, τον αγαπημένο της, για να μην αναγνωρίσει το αποτέλεσμα, «απολύτως όχι», επέμεινε να λέει. Ήταν μια «από αυτούς που δεν συνεχάρησαν τον μελλοντικό πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών, γιατί», δήλωσε, «δεν θεωρώ ότι το παιχνίδι τελείωσε, μέχρι να λήξει και η παράταση». Αν και δεν υπήρξε καμία απόδειξη μαζικής καλπονοθείας στις ΗΠΑ, η Marine Le Pen θεώρησε ότι «όταν υπάρχουν προσφυγές, η δικαιοσύνη πρέπει να μπορεί να αποφασίσει πριν να πούμε αυτό το οποίο βγήκε από τις κάλπες».
Μια λεπενική αντιπροσωπεία συμμετείχε στην τελευταία συγκέντρωση του Τραμπ
Η αλλαγή στάσης της Λεπέν έγινε με μισόλογα. Την Πέμπτη 7-1-2021, στο κανάλι France 2, περιορίστηκε να πει ότι «από τη στιγμή που πραγματοποιήθηκε η πιστοποίηση των ψήφων, δεν έχω καμία δυσκολία, όπως και κανένας άλλος, να παραδεχτώ ότι ο κ. Μπάιντεν είναι πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών». Την προηγουμένη, μετά από μια μέρα βίας στην Ουάσινγκτον, οι υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ είχαν σπείρει το χάος μέσα στο Καπιτώλιο, τον ναό της αμερικανικής δημοκρατίας, προκαλώντας την ομόφωνη καταδίκη από ολόκληρη την πολιτική τάξη. «Πρέπει να σεβόμαστε τη δημοκρατική διαδικασία», δήλωσε η Marine Le Pen, η οποία είπε ότι «σοκαρίστηκε». «Είμαι η πρόεδρος του Εθνικού Συναγερμού, ένα κόμμα που σύντομα θα είναι 50 ετών και που γνώρισε ήττες. Αλλά τις είχαμε πάντα αποδεχθεί με μεγάλο σεβασμό για τη δημοκρατική διαδικασία».
Κάποιοι στο στρατόπεδό της πρέπει να ασφυκτιούν : μέχρι στιγμής, αρκετά στελέχη του Εθνικού Συναγερμού (RN) αμφισβήτησαν δημόσια την εκλογή του Τζο Μπάιντεν. Και το ακροδεξιό κόμμα, το οποίο έστειλε αντιπροσωπεία για να παρευρεθεί στην τελευταία συγκέντρωση του Ντόναλντ Τραμπ στην Πενσυλβάνια, δεν έκανε τίποτα για να τους σταματήσει. Την Πέμπτη, ο γερουσιαστής Stéphane Ravier, ο οποίος είχε συμμετάσχει σε αυτήν την αποστολή και, από τότε, διαβεβαίωνε ότι ο Τραμπ ήταν «θύμα μαζικής καλπονοθείας», αρκέστηκε στο να αναπαράξει το twit της αρχηγού του: «Κάθε δράση βίας που αποσκοπεί στην υπονόμευση της δημοκρατικής διαδικασίας είναι απαράδεκτη».
«Απελπισμένοι και σαστισμένοι οι Αμερικανοί»
Η ριζοσπαστική ακροδεξιά, πρώην Εθνικό Μέτωπο FN, όπως ο Alexandre Gabriac και ο Yvan Benedetti (οι δυο δίπλα), ή τα μέλη του γκρουπούσκουλου της Ταυτοτικής γενιάς (Generation Identity) εξέφρασαν την ικανοποίησή τους για τις εκπληκτικές σκηνές που τραβήχτηκαν από το Καπιτώλιο. Οι αρμόδιοι του κόμματος, αυτοί, κράτησαν χαμηλό προφίλ. Όπως ο Louis Aliot, δήμαρχος του Περπινιάν, που θεώρησε ότι «δημοκρατία είναι οι κάλπες. Η βία δεν έχει καμία σχέση με τη δημοκρατική συζήτηση. Τα δικαστήρια είναι αυτά που τιμωρούν την καλπονοθεία και όχι το πεζοδρόμιο». Ο Gilbert Collard, άλλο υψηλόβαθμο στέλεχος, με διαφορετικό στιλ, δήλωσε ότι «η δημοκρατία πρέπει να γίνει σεβαστή ακόμη και ενάντια σε πιθανούς καλπονοθευτές». Μόνο ο Thierry Mariani, πρώην μέλος του κόμματος της παραδοσιακής Δεξιάς (UMP) και νυν αιρετός ευρωβουλευτής με το κόμμα της Λεπέν, δήλωσε ότι οι φίλοι του Τραμπ που φωτογραφήθηκαν στα γραφεία των αμερικανών βουλευτών έμοιαζαν «περισσότερο με απελπισμένους και σαστισμένους Αμερικανούς παρά με επικίνδυνους πολιτοφύλακες». Η Marine Le Pen, αντιθέτως, εξήγησε ότι αυτοί οι άνθρωποι είναι «εξτρεμιστές, που επιχείρησαν να διακόψουν μια δημοκρατική διαδικασία. Δεν συγχέω αυτούς τους εξτρεμιστές με τα 74 εκατομμύρια Αμερικανούς που ψήφισαν τον Ντόναλντ Τραμπ και που δεν θέλουν να ταυτίζονται με αυτό το είδος συμπεριφοράς».
Στην πολιτική, όλα αυτά μαζί ονομάζονται ακροδεξιά κακοφωνία.