Δημήτρη Λιαρμακόπουλου. Εκδόσεις “Παρέκκλιση”
Στον Κήπο των Επικούρειων
Η φιλοσοφία βρίσκεται στο υπόβαθρο των συμπεριφορών μας, χρωματίζει τη νοοτροπία των ανθρώπων και κατ’ επέκταση τις κοινωνικές μας δομές, την πολιτική ακόμη και την οικονομική μας οργάνωση. Επομένως, όταν θελήσουμε να κρίνουμε τα κοινωνικά μας πράγματα, για να είναι η κριτική μας διεισδυτική και αποδοτική θα πρέπει να γίνεται με φιλοσοφικούς όρους.
Η «Ευτοπία» είναι ένα φιλοσοφικό κοινωνικοπολιτικό μυθιστόρημα. Ο μύθος του δεν ξεπερνά χρονικά την διάρκεια μιας ημέρας αντλεί όμως υλικό από μια υπόθεση αιώνων. Από τις απαρχές του πολιτισμού μας μέχρι σήμερα, ποια φιλοσοφικά ρεύματα εμφανίστηκαν, ποια και με ποιον τρόπο επικράτησαν. Και με βάση αυτά πώς διαμορφώθηκε ο τρόπος ζωής μας. Η συγκεκριμένη εργασία επιλέγει ως εργαλείο κριτικής την φιλοσοφία του Επίκουρου, όπως ευθέως επισημαίνεται στον υπότιτλο του βιβλίου.
Και εδώ βρίσκεται το ενδιαφέρον του πράγματος. Ο Επίκουρος είναι ο πλέον συκοφαντημένος φιλόσοφος. Από το τέλος της ύστερης αρχαιότητας την περίοδο δηλαδή της απολυταρχίας και της επικράτησης του χριστιανισμού έχουν παραμείνει οι χαρακτηρισμοί του ως ατομιστή και ηδονοθήρα φιλοσόφου, αδιάφορου για τους ανθρώπους και τα κοινά και ήδη παύει κάθε λόγος γι αυτόν. Αντίθετα, ο ευρωπαϊκός διαφωτισμός, όπως αναγνωρίζουν οι ιστορικοί της φιλοσοφίας, δέχτηκε ισχυρή επίδραση από τον Επίκουρο που ήρθε στο φως τον 17ο αιώνα, ενώ η μελέτη των λιγοστών αυθεντικών επικούρειων κειμένων που διασώθηκαν όπως και οι σχολιασμοί αρχαίων συγγραφέων διαψεύδουν την κακή φήμη που συνόδευε μέχρι πρόσφατα τον φιλόσοφο. Εδώ προβάλλει επιτακτικά το ερώτημα: ποια σκοπιμότητα υπηρέτησε η διαστρέβλωση;
Η «Ευτοπία» περιγράφει πως ο συγκριτισμός που επικράτησε, τροφοδοτήθηκε κατά πρώτο λόγο από το στωικισμό που στήριξε τις θρησκευτικές δοξασίες και τις αναγεννησιακές πολιτικοκοινωνικές ιδεολογίες και κατά δεύτερο από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους, που ερμηνεύοντας τους κλασσικούς Πυθαγόρα, Πλάτωνα και Αριστοτέλη επηρέασαν τη σύγχρονη δυτική φιλοσοφική σκέψη κι από κει τις διοικητικές δομές και την επιστημονική έρευνα. Η επικούρεια φιλοσοφία στέκεται απέναντι και οδηγεί τη ζωή σε άλλα μονοπάτια με στόχο την ευδαιμονία των ανθρώπων με βασική προϋπόθεση την αυτονόμησή τους. Το βιβλίο λοιπόν πραγματεύεται την αποδόμηση των κατεστημένων κοινωνικών δομών με επικούρεια επιχειρήματα και ταυτόχρονα την βιωματική προσέγγιση της επικούρειας φιλοσοφίας σε επίπεδο κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης.
Εδώ βρίσκεται ένα δεύτερο επίπεδο ενδιαφέροντος. Στα επικούρεια κείμενα δεν βρίσκουμε καμία νύξη για κοινωνική οργάνωση, αντίθετα μάλιστα είναι γνωστό το επικούρειο «λάθε βιώσας» που σημαίνει, με μια πρώτη πρόχειρη ερμηνεία: ζωή στην αφάνεια. Πάνω σ’ αυτό ο συγγραφέας έχει ομολογήσει από την εισαγωγή του πως διαπράττει υπέρβαση κειμένων, αντλώντας υλικό από την ουσία τους, καθώς αυτά αποτελούν σπαράγματα σε σχέση με τεράστιο συγγραφικό έργο του Επίκουρου, όπως συμφωνούν όλες οι αρχαίες πηγές. Υπέρβαση δεν σημαίνει αλλοίωση κι αυτό γιατί η ίδια η φιλοσοφία του Επίκουρου διαθέτει ένα εργαλείο που την καθιστά διαχρονική, επομένως σύγχρονη. Το εργαλείο αυτό είναι η μέθοδος σκέψης, – οι επικούρειοι την ονομάζουν Κανόνα – που αποτελεί την επικούρεια γνωσιοθεωρία.
Η εφαρμογή του Κανόνα διαπνέει εξ αρχής το περιεχόμενο της «Ευτοπίας» ως εργαλείο κατανόησης των δεδομένων της ζωής. Χάρη στον Κανόνα οι επικούρειοι ξεχώριζαν από τις άλλες σχολές, όπως μας παραδίδει ο σατιρικός Λουκιανός (2ος μ.Χ. αιώνας), λέγοντας πως οι επικούρειοι δεν παραμυθιάζονταν ενώ οι άλλοι βυθίζονταν όλο και περισσότερο στο μύθο. Θυμίζουμε πως το εκτενέστερο σωζόμενο αρχαίο κείμενο επικούρειας φιλοσοφίας είναι το επτάμισι χιλιάδων στίχων ποίημα του Λουκρήτιου του 1ου π. Χ. αιώνα, που επιγράφεται «De rerum natura», για την φύση των πραγμάτων. Οι επικούρειοι στην αρχαιότητα υπήρξαν απολύτως βέβαιοι, στο μέτρο του δυνατού, πως είχαν κατανοήσει τον κόσμο και την ανθρώπινη φύση.
Με ποιον τρόπο όμως δίδεται στην «Ευτοπία» αυτή η βεβαιότητα; Κατ’ αρχήν βρισκόμαστε μπροστά σε μια χρονική ακροβασία: Η μυθοπλασία του έργου τοποθετείται χρονικά στις μέρες μας και θέλει μια επικούρεια κοινωνία να υπάρχει ήδη, σε μια ευάριθμη κοινότητα στις παρυφές της δικής μας και λίγο – λίγο ξετυλίγει τον τρόπο που αυτή πραγματοποιήθηκε. Η αφήγηση είναι σε πρώτο πρόσωπο. Όλα μας τα διηγείται ένας 17χρονος νέος, ο Δήμος που μαζί με τον επιστήθιο φίλο και συμμαθητή του τον Ζώη, επισκέπτονται έναν τόπο που αγνοούσαν με την πρωτοβουλία και υπό τη συνοδεία του θείου του Ζώη, του Αντώνη.
Ο θείος έχει φροντίσει για μια συνάντηση στο Σχολείο με την Διευθύντρια. Η ενημέρωσή τους λοιπόν, – και η δική μας – αρχίζει από την παιδεία. Τα σχολειά μας ακόμη και σήμερα εξακολουθούν να είναι οργανωμένα σαν εργοστάσια όπως ξεκίνησαν με την αυγή της βιομηχανικής κοινωνίας. Δεν έχουν διαφοροποιηθεί ιδιαίτερα, αφού κύρια αποστολή τους είναι να ετοιμάζουν τους νέους προς την υπηρέτηση του υφιστάμενου κοινωνικοοικονομικού μοντέλου με δόλωμα την τεχνολογική εξέλιξη. Στην Ευτοπία – ας αποκαλούμε έτσι το μέρος – τα πράγματα είναι πολύ διαφορετικά. Εφ όσον, όπως όλοι αποδεχόμαστε, ο σκοπός της ζωής μας είναι η ευδαιμονία κι όλα όσα κάνουμε είναι για χάρη της, προτεραιότητα εδώ έχουν οι ανθρωπιστικές σπουδές. Και της προσπάθειας για κοινωνική ένταξη προηγείται η φιλοσοφία. Φιλοσοφούν από νεαρή ηλικία για να αποκτήσουν κριτική σκέψη, να ξεχωρίσουν την χρήσιμη γνώση και να μη πέφτουν στο μύθο. Στο σημείο αυτό είναι ανάγκη να εξηγηθεί, – γιατί είναι απολύτως παρεξηγημένο από τον πολύ κόσμο – τι είναι στην πραγματικότητα η φιλοσοφία. Όλα μετά έρχονται μόνα τους: ο μαθητοκεντρικός τρόπος που γίνεται το μάθημα, η σχέση διδάσκαλου με μαθητές, η σχέση του σχολείου με την κοινωνία αλλά και ο τρόπος της ένταξης των νέων στην παραγωγική ζωή. Η πρώτη έκπληξη – αν μπορούμε να την χαρακτηρίσουμε έτσι – για τους επισκέπτες έρχεται από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν εδώ την έννοια του επαγγέλματος.
Με αυτή την απορία οι πρωταγωνιστές μας πραγματοποιούν την επόμενη συνάντηση όπου θα ενημερωθούν για την οργάνωση της εργασίας. Στο σημείο αυτό θα διαπιστώσουμε πως οι εκτεταμένες βιβλιογραφικές παραπομπές είναι κάτι παραπάνω από ακριβείς και πλούσιες. Στο συγκεκριμένο δεύτερο κεφάλαιο παρακολουθούμε τα επικούρεια δόγματα να στηρίζονται από τις απόψεις του Λιούϊς Μάμφορντ, του Νόαμ Τσόμσκι και του Μαξ Βέμπερ σχετικά με την οργάνωση της εργασίας. Στην Ευτοπία η κατανομή της εργασίας βασίζεται στον αλγόριθμο των επιθυμιών του Επίκουρου, στον προσδιορισμό του δικαίου με βάση το Κοινωνικό Συμβόλαιο και στο υπέρτατο αγαθό της φιλίας, που στον Επίκουρο βρίσκεται στην προσδοκία της αμοιβαίας ωφέλειας. Έτσι η οργάνωση της εργασίας βασίζεται στην αλληλεγγύη και όχι τον ανταγωνισμό αφού η ατομική ωφέλεια, όρος απαράβατος στην ανθρώπινη φύση, αντλείται από την συλλογική ωφέλεια.
Η επόμενη έκπληξη για τους επισκέπτες είναι ο τρόπος που αντιμετωπίζουν εδώ την ατομική ιδιοκτησία και εν γένει τα περιουσιακά ζητήματα. Πώς θα μας φαινόταν ένας τόπος χωρίς δικηγόρους, λογιστές, συμβολαιογράφους, χωρίς τράπεζες και εφορίες και όλα τα αναγκαία του παρόντος μας; Κι όμως χωρίς περιουσιακές επιδιώξεις η παράλειψή τους φαντάζει λογική και το απόλυτο ζητούμενο, που συμφωνήσαμε πως είναι η ευδαιμονία, όχι μόνο δεν φεύγει από τον ορίζοντα μα για τους «ευτοπίτες» γίνεται σαφώς διαυγέστερη.
Η επόμενη κορυφαία έκπληξη για τους πρωταγωνιστές μας είναι πως στην Ευτοπία δεν χρησιμοποιούν χρήματα. Κι ο συνομιλητής τους δεν μπαίνει καν στον κόπο να τους το εξηγήσει. Έτσι έρχεται η επόμενη συνάντηση, στο τρίτο κεφάλαιο που αφορά τα οικονομικά πράγματα. Συναλλαγές υπάρχουν, αλλά χρήματα χρησιμοποιούνται μόνο με τους έξω. Δεν στηρίζονται σε κάποιο οικονομικό σύστημα μα στους υπάρχοντες φυσικούς πόρους στη βάση της αειφορίας και στην εργασία τους. Οι οικονομικές σχέσεις δομούνται, όπως είδαμε, στην οργανωμένη αλληλέγγυα ανταλλαγή υπηρεσιών. Ο απόλυτος οικονομικός στόχος ορίζεται στη βάση της επικούρειας αυτάρκειας.
Η αυτάρκεια στον Επίκουρο συνομιλεί με την ολιγάρκεια αλλά όχι και με την λιτότητα. Επομένως δεν αρνείται ούτε το περισσότερο ούτε το πολυτελές καθώς αυτά «…τα απολαμβάνει καλύτερα εκείνος που δεν τα έχει ανάγκη». Στην «Ευτοπία» η αυτάρκεια ορίζεται ως ποιοτικός πλούτος σε πλήρη αντιδιαστολή με τον εξουσιαστικό πλούτο των λίγων στις σύγχρονες κοινωνίες, οι οποίοι για την προστασία και επαύξησή του επιβάλλουν ετερονόμηση στους υπόλοιπους. Ο συγγραφέας κι εδώ ζητά τη συνδρομή και άλλων από τους σύγχρονους διανοητές όπως του Άλβιν Τόφφλερ ή του Πασκάλ Μπρυκνέρ. Στο σημείο αυτό είναι ολοφάνερη η αποδοκιμασία του οικονομικού μας μοντέλου στο επίπεδο της μη επαλήθευσης των επαγγελλόμενων προσδοκιών. Το χρήμα που σαν υπάρχει φέρνει τη χαρά, όταν λείπει φέρνει λύπη. Έτσι γίνεται συνώνυμο και της χαράς και της λύπης, ώστε να δυναστεύει τη ζωή και να στρεβλώνει την ανθρώπινη φύση. Η οικονομία της αγοράς μετατρέπει τον άνθρωπο σε καταναλωτή και τον υποβάλλει σε έναν αφύσικο τρόπο ζωής.
Κατά τον Επίκουρο «ζούμε μόνο μια φορά και δεύτερη δεν υπάρχει στον αιώνα τον άπαντα», και είναι μεγάλο κρίμα η μοναδική μας ζωή να περνά και να χάνεται σ’ ένα ατελέσφορο κυνηγητό αχρείαστων πραγμάτων και ανώφελων προσδοκιών. Η ηθική φιλοσοφία του Επίκουρου εκφράζει τη βεβαιότητα, όπως εύστοχα επισημαίνει ο αείμνηστος καθηγητής Χαράλαμπος Θεοδωρίδης πως «ο άνθρωπος είναι αρκετός να φτιάξει την ευτυχία του, αρκεί να λείψουν οι ενοχλήσεις». Στο 4ο κεφάλαιο που επιγράφεται «Τετραφάρμακος», και είναι το μεγαλύτερο σε έκταση, αναλύεται το φιλοσοφικό υπόβαθρο της ελευθερόφρονης ευδαίμονος ζωής των κατοίκων της Ευτοπίας.
Οι ενοχλήσεις από τις οποίες είναι απαλλαγμένος ο επικούρειος, είναι ο φόβος του Θεού, ο φόβος του θανάτου και η αστήρικτη στη φύση των πραγμάτων προσδοκία για μετά θάνατον ζωή. Εδώ η ηθική φιλοσοφία είναι αλληλένδετη με την φυσική και την γνωσιοθεωρία. Ο κόσμος μας αποτελείται από άτομες (άτμητες) φύσεις, – τα άτομα του Δημόκριτου – και κενό ή καλύτερα, σύμφωνα με τον Επίκουρο, αναφή (άψαυστη) φύση, που επιτρέπει την κίνηση των σωμάτων. Τα άτομα παρ’ όλο που δεν τα αντιλαμβανόμαστε υπάρχουν γιατί αν δεν υπήρχαν τα πάντα θα διαλύονταν στο τίποτε (μη ον). Είναι αθάνατα και άπειρα γι αυτό υπάρχουν και άπειροι κόσμοι όμοιοι ή διαφορετικοί από τον δικό μας. Όλα όσα αποτελούν τον κόσμο μας είναι ενώσεις (συσσωματώσεις) ατόμων. Τον κόσμο μας τον αντιλαμβανόμαστε μέσω των αισθήσεων, τον φιλτράρουμε με τα συναισθήματά μας, τον εντυπώνουμε και τον κρίνουμε με τη νόηση χρησιμοποιώντας την όλο και αυξανόμενη αποθήκη παραστάσεων (προλήψεις) που προσλαμβάνουμε στην πορεία της ζωής μας. Η αλήθεια της κρίσης μας αναδεικνύεται από τον βαθμό επιβεβαίωσής της από την πραγματικότητα. Τίποτε δεν προκύπτει από το τίποτε και κάθε τι μπορεί να προέρχεται από περισσότερες της μιας αιτίας (κατά πλεοναχόν τρόπον), όπως από μιαν αιτία μπορεί να προκύπτουν πολλαπλά αποτελέσματα.
Με οδηγό τα προηγούμενα οι θεοί αποτελούν μακάριες υπάρξεις αποστασιοποιημένες από τα ανθρώπινα (απρονόητοι), όπως ταιριάζει στην μακαριότητά τους. Το θάνατο δεν τον αντιλαμβανόμαστε (ανύποπτον), αφού κάθε τι που βιώνουμε προέρχεται από τις αισθήσεις και ο θάνατος επιφέρει κατάργηση των αισθήσεων. Η ψυχή αποτελείται από άτομα διάσπαρτα στο σώμα και με το θάνατο και αυτή διαλύεται. Ο άνθρωπος από τη φύση του έλκεται απ’ ό,τι του είναι ευχάριστο (ηδονή) και αποφεύγει τον πόνο (αλγηδών). Η ηδονή στον Επίκουρο ως φυσικό αγαθό, αποτελεί σκοπό (αρχή και τέλος) της ευδαίμονος (μακάριας) ζωής και ορίζεται ως απονία του σώματος και αταραξία της ψυχής. Με κορυφαία αρετή τη φρόνηση θα σταθμίσουμε τα καλά και αναγκαία, που είναι ευπόριστα, θα ελέγξουμε τις επιθυμίες και τις προτιμήσεις μας, ακόμη και σε σχέση με τις ηδονές και τον πόνο, με στόχο την ευδαιμονία. Και θα πάρουμε την ευθύνη της ζωής μας αντιμετωπίζοντας με γνώση όσα γίνονται κατ’ ανάγκη, προετοιμασμένοι για όσα φέρνει η τύχη, καθώς, ως άνθρωποι διαθέτουμε ελεύθερη βούληση.
Στην «Ευτοπία», μέσα από την εξέταση των προαναφερόμενων αναδεικνύεται η αντίθεση της επικούρειας προς τις ιδεαλιστικές φιλοσοφίες. Ιδιαίτερα την μεταφυσική του Πλάτωνα, τη μοιρολατρεία των στωικών και την μηχανική λογική του Αριστοτέλη. Πάνω σ’ αυτά όμως είναι χτισμένη η σύγχρονη ζωή. Και το βιβλίο αυτό από τις πρώτες του γραμμές παρουσιάζει την οργάνωση στην πράξη ενός διαφορετικού τρόπου ζωής. Στο τελευταίο του κεφάλαιο επί πλέον εξετάζει και την δυνατότητα εξάπλωσης αυτού του τρόπου.
Εδώ αναγνωρίζουμε ακόμη μιαν αντίθεση προς τις ιδεολογίες που βρήκαν εφαρμογή στην εποχή μας. Η λύση δεν επιβάλλεται από πάνω, μα διαχέεται στην κοινωνία με το παράδειγμα. Έτσι βρίσκει εφαρμογή στην «Ευτοπία» το επικούρειο λάθε βιώσας, το οποίο δεν είναι τίποτε άλλο από παρεκκλιτική δράση του ανθρώπου που βούλεται ελεύθερα προς αποφυγή της ταραχής που του επιβάλλει η ισχύς της εξουσίας. Μ’ αυτό συμφωνεί κι ο Νίτσε: «Σαν αντιπαλεύεις το τέρας γίνεσαι κι ο ίδιος τέρας». Η μυθοπλασία του βιβλίου περιγράφει εδώ τις αφορμές και τον τρόπο που ιδρύθηκε η Ευτοπία.
Κι έπειτα, σε εφαρμογή και πάλι του Κανόνα ανατρέχει στις πρώτες αρχές, σκαλίζει το παρελθόν, εντοπίζει τη σχέση της επιβολής της πατριαρχίας με το θεσμό της ατομικής ιδιοκτησίας και αναδεικνύει το ρόλο της γυναίκας στη διάσωση του μέλλοντός μας. Το μόνο που απομένει είναι η περιγραφή των διοικητικών δομών. Στην Ευτοπία, τα δημόσια πράγματα αντιμετωπίζονται όπως οι υποθέσεις του οίκου μας. Κανείς μας δεν αφήνει στο σπίτι του να κάνουν άλλοι το κουμάντο. Η αντιπαραβολή με τις μεθόδους αντιπροσώπευσης των δημοκρατιών μας έρχεται από μόνη της. Το βιβλίο μεταφέρει στο σήμερα ως δυνατότητα την αρχαία δημοκρατία. Απορρίπτει τον μεσσιανισμό και εκφράζεται με δυσπιστία ως προς τα κριτήρια ανάδειξης των αρίστων, ιδιαίτερα μέσα από κομματικούς σχηματισμούς. Και επιχειρηματολογεί φιλοσοφικά.
Σαν ανάγνωσμα η «Ευτοπία» παρουσιάζει ιδιαιτερότητες. Ενώ περιλαμβάνει εκτεταμένες παραπομπές και σημειώσεις, που πιάνουν το ένα τρίτο της έκτασης, ώστε να δικαιούται τον χαρακτηρισμό του «πονήματος», δεν αποτελεί εν τούτοις μια κλασσική μελέτη. Η θεατρικά δοσμένη διαλογική του μορφή που σκοπό έχει να εκλαϊκεύσει τις φιλοσοφικές έννοιες, καθώς αυτές ολοκληρώνονται κατ’ ανάγκη προοδευτικά, απαιτεί από τον αναγνώστη την διαρκή του προσοχή.
Στο βάθος του όμως αποτελεί αισιόδοξο βιβλίο στο βαθμό της εμπιστοσύνης στον άνθρωπο και στη γνώση. Η υπόθεση που διαχειρίζεται είναι τόσο παλιά όσο η κοινωνική μας ζωή και οι απαρχές των προβληματισμών μας γι αυτήν. Με εργαλείο τη φιλοσοφία του Επίκουρου αναλύει τις πηγές των αδιεξόδων μας και ταυτόχρονα προτείνει ένα δυνητικό «δια ταύτα» περιγράφοντας δομές που συντηρούν ένα ευδαιμονικό περιβάλλον. Ο άνθρωπος γνώστης πλέον της φύσης των πραγμάτων δείχνεται να περνά στην αντεπίθεση. Η επικούρεια φιλοσοφία αποδεικνύεται ακτιβιστική και γνήσια «επαναστατική», διαχρονικός οδηγός του ανθρώπου στην κατάκτηση της ευδαιμονίας.
Καλογραμμενο το βιβλιο, οπως προκυπτει απο την περιληπτικη ,αλλα πληρη -σε στυλ μπροσουρας- παρουσιαση του , ο δε τιτλος του ΕΥΤΟΠΙΑ , καλυπτει επιμελεστατα την ουσια της Ε
Καλογραμμενο το βιβλιο, οπως προκυπτει απο την περιληπτικη ,αλλα πληρη -σε στυλ μπροσουρας- παρουσιαση του , ο δε τιτλος του ΕΥΤΟΠΙΑ , καλυπτει επιμελεστατα την προσπαθεια παλινορθωσης της Επικουρειας φιλοσοφιας, -που ουτε στην εποχη της δεν ειχε αποδοχη και βιοτη- και γιαυτο σημερα η ΕΥΤΟΠΙΑ ειναι ΟΥΤΟΠΙΑ , αλλα ”στης ακριβειας τον καιρο”, η επιβιωση και μαλιστα στο καφενειο ΛΑΘΕ ΒΙΩΣΑΣ της Θεσ/νικης με ολα τα οινοπνευματωδη ποτα και τους αναγκαιους καλους μεζεδες , το επικουρειο λαθε βιωσας μαλλον καταντα φενακη. Ενας, γνωστος , συγχρονος μας, ΗΤΑΝ -αν ηταν και αθεος- συνεπης οπαδος του Επικουρου. Ο μοναδικος Νικολας ο Ασημος. Με την αποτυχημενη, αλλα επιβληθεισα πολυπολιτισμικοτητα και την πολυδιασπαση διασπαση των σπουδαγμενων -κυριως- και των ”κολλημενων” στο ΙΝΤΕΡΝΕΤ , θα μαθαινουμε πολλα για πολλες συλλογικοτητες -σεχτες-, τα μελη των οποιων ,φυσικα, θα απολαμβανουν ολες τις ανεσεις του σημερινου πολιτισμου , πλην θα νοσταλγουν την ζωη των προπατορων τους και , παρ’οτι βαφτισμενοι χριστιανοι ορθοδοξοι , δεν πιστευουν στην ανασταση των νεκρων , την οποιαν θα επιβεβαιωσουμε οι υπολοιποι χριστιανοι σε 17 ημερεςς, την Κυριακη του Πασχα. Για τους ενδιαφερομενους για τα Επικουρεια ”διδαγματα” σχετικο ειναι και το βιβλιο του Ντανιελ Κλαιν ΤΑΞΙΔΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΕΠΙΚΟΥΡΟ. Καλη συνεχεια.
Καλύτερη η Ζουτοπία !
(ταινία κινουμένων σχεδίων του 2016)
βλ. ZOOTOPIA
https://www.youtube.com/watch?v=jWM0ct-OLsM
https://youtu.be/yCOPJi0Urq4
https://www.youtube.com/watch?v=tDkhwOo6S5o
https://www.youtube.com/watch?v=qvcG8K1-kJE http://www.greek-movies.com/movies.php?m=5644
Η παρουσίαση του βιβλίου ξεκινάει με μια αντι-επικούρεια μυθολογία: «Η φιλοσοφία βρίσκεται στο υπόβαθρο των συμπεριφορών μας, χρωματίζει τη νοοτροπία των ανθρώπων και κατ’ επέκταση τις κοινωνικές μας δομές, την πολιτική ακόμη και την οικονομική μας οργάνωση».
Η πρόσληψη του Επίκουρου δεν είναι δυνατή χωρίς κατανόηση της θέσης του ««ουδ’ εν παντί έθνει σοφόν γενέσθαι», «μόνους φιλοσοφήσαι Έλληνες δύνασθαι»!
Δεν διαμορφώνουν τη ζωή μας «τα φιλοσοφικά ρεύματα». Αυτά, όπως και οι θρησκείες, καλουπώνονται στη βάση κοινωνικών προϋποθέσεων. Και οι προϋποθέσεις για την αληθινή, ελληνική φιλοσοφία, την επικούρεια, συνοψίζονται στο τρίπτυχο της ελληνικής σκέψης: Κοσμολογία-Οντολογία-Ψυχολογία
Δεν πρόκειται για «μέθοδο σκέψης» που «οι επικούρειοι την ονομάζουν Κανόνα και που αποτελεί την επικούρεια γνωσιοθεωρία». Η σκέψη του Επίκουρου είναι η γνήσια ελληνική και για αυτό δεν κόβονται σε φέτες η Φυσική του (κοσμολογία), η Κονονική του (οντολογία) και η Ηθική του (ψυχολογία-γνωσιοθεωρία). Αποτελούν ένα ενιαίο πράγμα, τρίπτυχο.
Και μόνο που βάζει, ο συγγραφέας, να στηρίζονται τα επιχειρήματα του Επίκουρου από τους συγκεκριμένους δυτικούς στοχαστές κάνει να μπάζουν πολλά νερά στο έργο του.
Παρόλα αυτά, κάθε βοήθημα στην προσέγγιση του Επίκουρου είναι ευπρόσδεκτο. Φτάνει και μόνο να μας μείνει ότι είναι το αντίθετο του απολίτικου στωικισμού και νεοπλατωνισμού που νομίζουν οι Δυτικοί για ελληνική φιλοσοφία.
Το σχόλιο δείχνει γνώση της επικούρειας φιλοσοφίας.
Για το ότι η φιλοσοφία βρίσκεται στο υπόβαθρο των συμπεριφορών και της κοινωνικής οργάνωσης δεν βρίσκω να αναιρείται από το ότι “καλουπώνονται στη βάση κοινωνικών προϋποθέσεων”.
Από τις επιστολές σε Πυθοκλή και Ηρόδοτο μπορούμε πράγματι να δομήσουμε βήματα (μέθοδο) σκέψης που καθιστούν την επικούρεια φιλοσοφία διαχρονική. Το ότι αποτελεί ταυτόχρονα την γνήσια έκφραση του ελληνικού τρόπου, συμφωνούμε:
http://www.epicuros.net/new/76_Ellhnikothta-kai-epikoyreia-filosofia
Το θέμα του βιβλίου είναι η κριτική της σύγχρονης ζωής και η απόπειρα να διατυπωθεί ένα έντιμο “δια ταύτα” με βάση τα επικούρεια.
Για τα σύγχρονα οικονομικά, εκπαιδευτικά, εργασιακά, διοικητικά παίρνουμε συνδρομή και από Νίτσε, Λιαντίνη, Μάμφορντ(“Οι μεταμορφώσεις του ανθρώπου”, “Ο μύθος της μηχανής”), Βέμπερ (Η προτεσταντική ηθική και το πνεύμα του καπιταλισμού), Άλβιν Τόφφλερ (Το τρίτο κύμα), Μπρυκνέρ (Η μιζέρια του πλούτου)κά. Δεν είναι όλοι αυτοί επικούρειοι βέβαια αλλά γιατί να “μπάζουν πολλά νερά” από αυτό;
Πολύ φιλόδοξο το έργο του συγγραφέα. Αυτό που μου αρέσει είναι ότι θέλει πολύ ψυχή και τόλμη γιά να ασχοληθεί κάποιος με προτάσεις και μάλιστα προτάσεις σε αχαρτογράφητα νερά. Κυριολεκτικά έχω βαρεθεί όλα τα βιβλία που το μόνο που κάνουν είναι η κριτική. Σμπρόχνωνται όλοι ποιός θα καυτηριάσει πιό τσουχτερα αυτό που συμβαίνει. Εκ του ασφαλούς. Τζάμπα μάγκες. Από ότι βλέπω το βιβλίο αυτό έγινε γιά να υφίσταται κριτική και όχι γιά να κάνει. Λοκατζής στο είδος του ο συγγραφέας. Εύχομαι καλή πορεία και . . . . ένα – δύο – τρία – εκατό τέτοια βιβλία.
Υ.Γ. Το “Λοκατζής” μου βγήκε από τον συνειρμό “ο τολμών νικά”.
«…ό κ. Δημήτρης Λιαρμακόπουλος γεννήθηκε καί ζεί στή Θεσσαλονίκη, είναι απόφοιτος Νομικής τού Αρστοτελείου Πανεπιστημίου, δραστηρειοποιείται στό εμπόριο καί τίς πωλήσεις,
είναι μέλος τών φίλων επικούρειας φιλοσοφίας Κήπος Θεσσαλονίκης…»*
κι αυτό πού εμπορεύεται μέ τό βιβλίο του καί προσφέρει γιά πώληση μέ δαύτο,
σύμφωνα μέ τήν παρουσίαση, είναι
a. «ζούμε μόνο μια φορά>/i> και δεύτερη δεν υπάρχει στον αιώνα τον άπαντα»
b. Οι ενοχλήσεις από τις οποίες είναι απαλλαγμένος ο επικούρειος(σαδδουκαίος σσ βκ), είναι
ο φόβος του Θεού, ο φόβος του θανάτου και η αστήρικτη στη φύση των πραγμάτων
προσδοκία για μετά θάνατον ζωή.
καί όπως γράφει η ίδιος στό σχόλιο 4.1
c. «ένα έντιμο “δια ταύτα” με βάση τα επικούρεια…» καί
«…παίρνουμε συνδρομή και από Νίτσε, Λιαντίνη…»,
αρκεί νά βρεί τρόπο κανείς νά μήν ψωνίσει μαζί μέ δαύτους τούς αυτοκαταστροφικούς καί
ci. Σύφιλη τού σαβουρογάμη, μαζί μέ
cii. τελευτή τού βίου σέ κατάσταση φυτού επί δεκαετία σέ άσυλο
(γιά τόν προκομμένο τόν Νίτσε μιλάμε, έ;!),
ciii. αποψάτο φουντάρισμα στόν Ταΰγετο κι άσε γυναίκα, κόρη, πανεπιστήμιο, κυρία Γουλανδρή, τά ΕΚΑΜ κι όλη τήν κοινωνία, νά σέ ψάχνουν…,
νά πουλήσει δηλαδή σέ επικούρεια συσκευασία,
σέ brand-name πρώτης(ελληνικής, έ;!) τάξεως
οπού ‘χει πέραση διεθνώς γιά λόγους ακατάλληλους, όπως καί τόσα άλλα…
διά τών mall «Κήπος Θεσσαλονίκης», «Κήπος Αθηνών» etc,
τίς αντιλήψεις τών “σαδδουκαίων” τού εβραϊσμού τής mother companty τού Κ.Ι.Σ. ελλάδος, πού
δέν αποδέχονται τήν αθανασία τής ψυχής καί
θέτουν ώς κύριο σκοπό τής ζωής τους τήν “ευζωία” καί τίς διασκεδάσεις…
*
Ευχαριστουμε για το βιντεο . Ετσι εχουμε πληροτητα για το θεμα. Φυσικα για την συμβολη του στην καλυτερευση του συνανθρωπου μας αμφιβαλλουμε ,ελλειψει συνεπειας θεωριας και πραξης απο τους διδαχους. Ειπαμε δεν ειναι ολοι Ασημοι, αλλα ”μας τραβαει” το μυστηριο και η προφητεια, τωρα μαλιστα που παρ’οτι δεν εχουμε ”γεματο το στομαχι”, οπως οι αρχαιοι Αθηναιοι , φιλοσοφουμε αδιακοπα, -οπως αυτοι καπου δυο αιωνες- μαλλον ,για να αναθεωρησουμε τα επι 2000 χρονια θεωρητικα και θετικα στανταρς των οικειων επιστημονων και θρησκειων. Να μη πουμε οτι ειναι σημειο των καιρων ο αναθεωρητισμος;;;.
ποιός στραβολαίμιασε απόψε,
πολλών πλαγίων ένεκα, στό 7;
αποκατάστασις
καί μέ τό συμπάθιο:
«…ό κ. Δημήτρης Λιαρμακόπουλος γεννήθηκε καί ζεί στή Θεσσαλονίκη, είναι απόφοιτος Νομικής τού Αρστοτελείου Πανεπιστημίου, δραστηρειοποιείται στό εμπόριο καί τίς πωλήσεις,
είναι μέλος τών φίλων επικούρειας φιλοσοφίας Κήπος Θεσσαλονίκης…»*
κι αυτό πού εμπορεύεται μέ τό βιβλίο του καί προσφέρει γιά πώληση μέ δαύτο,
σύμφωνα μέ τήν παρουσίαση, είναι
a. «ζούμε μόνο μια φορά και δεύτερη δεν υπάρχει στον αιώνα τον άπαντα»
b. «Οι ενοχλήσεις από τις οποίες είναι απαλλαγμένος ο επικούρειος(σαδδουκαίος σσ βκ), είναι
ο φόβος του Θεού, ο φόβος του θανάτου και η αστήρικτη στη φύση των πραγμάτων
προσδοκία για μετά θάνατον ζωή.»
καί όπως γράφει η ίδιος στό σχόλιο 4.1
c. «ένα έντιμο “δια ταύτα” με βάση τα επικούρεια…» καί «…παίρνουμε συνδρομή και από Νίτσε, Λιαντίνη…»,
αρκεί βέβαια νά βρεί τρόπο κανείς
νά μήν ψωνίσει μαζί μέ δαύτους τούς ανισόρροπους/αυτοκαταστροφικούς καί
ci. Σύφιλη τού σαβουρογάμη, μαζί μέ
cii. τελευτή τού βίου σέ κατάσταση φυτού επί δεκαετία σέ άσυλο
(γιά τόν προκομμένο τόν Νίτσε μιλάμε, έ;!),
ciii. αποψάτο φουντάρισμα στόν Ταΰγετο, ό Λιαντίνης πού γεννήθηκε Νικολακάκος αγκαλιά μέ τό οιδιπόδειο κι άφησε γυναίκα, κόρη, πανεπιστήμιο, κυρία Γουλανδρή
κι όλη τήν κοινωνία, νά τόν ψάχνουν…
νά πουλήσει δηλαδή σέ επικούρεια συσκευασία,
σέ brand-name πρώτης(ελληνικής, έ;!) τάξεως
οπού ‘χει πέραση διεθνώς γιά λόγους ακατάλληλους, όπως καί τόσα άλλα…
διά τών mall «Κήπος Θεσσαλονίκης», «Κήπος Αθηνών» etc,
τίς αντιλήψεις τών “σαδδουκαίων” τού εβραϊσμού τής mother company τού Κ.Ι.Σ. ελλάδος, πού
δέν αποδέχονται τήν αθανασία τής ψυχής καί
θέτουν ώς κύριο σκοπό τής ζωής τους τήν “ευζωία” καί τίς διασκεδάσεις…
*
συνωμοσία, αίσχος, ντροπή,
είπαμε νά διορθώσουμε τό company,
όχι νά εξαφανίσουμε τά ΕΚΑΜ
πού ψάχνανε γιά καιρό νά βρούνε τόν Λιαντίνη τού Νικολακάκου
σάν πήρε τά βουνά…
μετά λοιπόν τήν κυρία Γουλανδρή πού τόν έψαχνε από τηλεοράσεως,
νά προσθέσετε παρακαλώ «τά ΕΚΑΜ» πού τόν έψαχναν στόν Ταΰγετο
Οι Δυτικοί δεν καταλαβαίνουν την ελληνική Φιλοσοφία επειδή είναι Πολιτική ενώ αυτοί είναι εντελώς «απολίτευτοι». Δηλαδή αγνοούν το δεύτερο επίπεδο ζωής, τον ΒΙΟ, που αρμόζει στο ανθρώπινο είδος, και ο οποίος εξασφαλίζεται μόνο με την πολιτική κοινωνία, η οποία είναι κοινωνία θεμελιωμένη σε σχέσεις Φιλίας και Αγάπης. Και το αγνοούν επειδή αγνοούν τον δεύτερο όροφο ψυχής-νου, που δεν υπάρχει στα ζώα. Αυτό το υποστηρίζουν και ο Επίκουρος και ο Αριστοτέλης, του οποίου η Σκέψη ταυτίζεται με του Επίκουρου!
Ο Αριστοτέλης δεν είναι απέναντι στον Επίκουρο. Οι Δυτικοί νομίζουν ότι ο Αριστοτέλης διαθέτει «μηχανική λογική». Ούτε ο Πλάτων είναι «μεταφυσικός» και «ιδεαλιστής», όπως τον προσλαμβάνουν οι Δυτικοί.
Κανένας από τα δυτικά μυαλά της βιβλιογραφίας δεν είναι σε θέση να στηρίξει την ελληνική πολιτική φιλοσοφία, η οποία στον Επίκουρο βρίσκει ευτυχώς και επιτυχώς μια σύνοψη κατάλληλη για μεταλαμπάδευση. Όχι μόνο γιατί δεν είναι φιλόσοφοι.
{Αφαιρεί αντί να προσθέτει αρετές στο βιβλίο η προσφυγή στον δομιστή γλωσσολόγο, αναρχοσυνδικαλιστή και ακτιβιστή Ν. Τσόμσκι. Παίρνει από το δύναμη του βιβλίου η συνδρομή του ιδεαλιστή-υποκειμενιστή κοινωνιολόγου Μ. Βέμπερ. Ο Α. Τόφλερ, ένας σκέτος «φουτουριστής», το αποδυναμώνει εντελώς, όχι μόνο επειδή πίστευε στην ‘πρακτοπία’ της ‘κοινωνίας της γνώσης’, όχι στην ουτοπία, αλλά γιατί τα μάτια του ήταν στραμμένα μόνο στον τρόπο δημιουργίας πλούτου και τις αλλαγές στους συσχετισμούς εξουσίας. Ο Λ. Μάμφορντ, μπορεί να κολλάει ως ουτοπιστής, αλλά οι απόψεις τους για την εξέλιξη του ανθρώπου και του πολιτισμού είναι εντελώς αντιφιλοσοφικές, αντιεπικούρειες, φτυστές ρωμαϊκός στωικισμός. Όσο για τον μόνο ψιλο-φιλόσοφο («νέο»-φιλόσοφο), τον Π. Μπρυκνέρ κάνει απόλυτη ζημιά ως «βυθισμένος στον μύθο του Διαφωτισμού» να υπερασπίζεται την επικούρεια ολιγάρκεια/αυτάρκεια. Για τον Νίτσε, μόνο φιλόσοφο εξ άλλου, δεν αντιλέγω. Σχετικά με αυτόν όμως δεν μου φάνηκε να αναφέρεστε σε συμβολή επί του συγκεκριμένου.}
Tο σχόλιο μου περί του ότι η βιβλιογραφία «μπάζει νερά», περισσότερο από αδυναμία της επιχειρηματολογίας έχει να κάνει με το «δυο καρπούζια στην ίδια μασχάλη». Αν το βάρος πέφτει στο στόχο κριτικής της δυτικής κοινωνίας, όλη μαζί η προσέγγιση δείχνει αδύναμη. Αν το βάρος πέφτει στην αισιοδοξία για τη δυνατότητα μεταφοράς της αρχαίας δημοκρατίας στο σήμερα, η αδυναμία εμφανίζεται στη βιβλιογραφία.
Ο Επίκουρος μόνο με ελληνικούς όρους μπορεί να γίνει κατανοητός: Μόνο αν ξαναβρούμε το ελληνικό μας βλέμμα, αγνοώντας τις παραμορφώσεις λόγω σοβαρής τυφλότητας των Δυτικών!
Τα δε ουσιώδη του Επίκουρου ταυτίζονται με την ουσία της όλης ελληνικής Σκέψης-Παράδοσης-Δημοκρατίας : Φιλία-Φιλότιμο-Ελευθερία
Η Φιλία είναι η Αγάπη που «περιχορεύει την οικουμένη κηρύττουσα δη πάσιν ημίν εγείρεσθαι επί τον μακαρισμόν».
Φιλότιμο είναι η υπ’ αριθμόν ένα πολιτική αρετή της Φρόνησης, δηλαδή «η αυτή έξις» με την Πολιτική.
Ελευθερία/ψυχική αυτάρκεια είναι η απελευθέρωση/απολειτουργικοποίηση της ψυχής, της νόησης, της συνείδησης στον δεύτερο όροφο ύπαρξης του «ηδονικού» ΒΙΟΥ, ο οποίος εξασφαλίζεται με την έξοδο από τις «ενοχλήσεις» του πρώτου ορόφου ύπαρξης, της ζωώδους ιδιοτέλειας.
Φιλία και Φιλότιμο για την «φιλάνθρωπη» Ελευθερία, θέλουν μάλλον την χαρά και την αγάπη της ελληνικής επικούρειας Συντροφιάς παρά σημασία στη γνώση και τον ακτιβισμό.
Πάντως, οφείλω να πω συγχαρητήρια για τη δουλειά!
και καλή επιτυχία!
Για τις ευχές,ειλικρινά ευχαριστώ! Κρίνοντας από το σχόλιό σου, και τις θέσεις που εκφράζεις, θα πω πως το βιβλίο διαθέτει στοιχεία που θα σε ικανοποιούσαν, καθώς επιχειρεί να προσεγγίσει την επικούρεια φιλοσοφία βιωματικά. Εννοείται πως δεν διεκδικεί κανένα αλάθητο.
Θα ήταν δίκαιο να πούμε ότι σε πολλά ο Επίκουρος συμβουλεύτηκε τον Αριστοτέλη, αλλά να μιλάμε για ταύτιση είναι υπερβολή. Εν τούτοις θα είχε ενδιαφέρον μια σχετική ανάλυση.
Οι δυτικοί πράγματι κατανόησαν επιλεκτικά τους Έλληνες. Εμείς τους μαθαίνουμε μέσα από τις δικές τους μελέτες. Μέγα λάθος. Οφείλουμε να πάμε κατ’ ευθείαν στις πηγές.
Μηπως οι θιαασωτες του ελαχιστου εργου του Επικουρου ,που διασωθηκε και τωρα κατεστη εκμεταλλευσιμο -κυριως λογω του διαδικτυου- να πηγαιναν , για ανταλλαγη αποψεων εκ του συνεγγυς στον χωρο του ΛΑΘΕ ΒΙΩΣΑΣ, για να απολαυσουν και την συγχρονη ζωη;;;. Παντως προτιμωτερος ο Επικουρος απο την Ινδουιστικη γιογκα , οι οπαδοι της οποιας αυξανονται, παρα την οικονομικη ανεχεια, στην Ελλαδα μας. Να το επαναλαβουμε οτι ολα αυτα ειναι σημεια των καιρων ,για να μη πουμε το ”τι κανει ο διαβολος οταν δεν εχει δουλεια…, Εμεις συνελληνες , δεν θελουμε νιρβανα, αλλα εργασια για τους δυναμενους να εργασθουν συνελληνες στην τριτη, τουλαχιστον.
Πάνε 45 χρόνια, πού
οί Ρεπόρτερς έκαναν μιά πανελλήνια έρευνα,
ζητώντας από μαθητές Γυμνασίου ν’ απαντήσουν στό ερώτημα:
άν είχατε στή διάθεσή σας γιά μία μόνο χρήση
τό μαγικό ραβδάκι τής νεράϊδας πού ικανοποιεί κάθε επιθυμία,
τί θά κάνατε;
κι ένας δεκαπεντάχρονος από Σχολείο τής Θεσσαλονίκης «δικαίωσε τήν έρευνα»,
κατά παραδοχή τών ίδιων τών Ρεπόρτερς,
«ξεσκίζοντας» τό θέμα μέ τήν απόκρισή του:
θά έστελνα λεφτά στήν Αμερική καί όπλα στό Βιετνάμ,
άμμο στούς κατοίκους τής Σαχάρας καί παγάκια στούς Εσκιμώους…, γιατί
όπως οί θεοί, έτσι καί οί άνθρωποι
κάνουν πάντα παράλογα πράγματα.
Έχοντας φτάσει εδώ πού φτάσαμε
υπό τήν καλοοργανωμένη επίβλεψη τόσων καραφλών από μέσα καί απ’ έξω φιλοσόφων,
σάν τόν Καστοριάδη πού γεννήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη έχων έκτοτε
σταθερά μαύρα πατροκτονικά μεσάνυχτα γιά τό «τί εστί Βυζάντιο»,
πασκίζων μόνο, τελευταίος στή σειρά,
νά πουλήσει στούς Φράγκους
-μπροστά μας μόνο τούς αποκαλούσε Γάλλους γιά λόγους κακοπροαίρετους,
ώς ὤνιον εἶναι τού «Ματαρόα»…-
διάσωση τής χαντακωμένης νεοτερικότητας πού εκβάλλει στό πουθενά,
μάς πουλάνε τά δικά μας σημαντικά,
αφενός αχρηστευμένα κι αφετέρου μέ τρόπο new
-μέ δυτικιά περικοκλάδα κουλτουρέ κι απάνω τούρλα εβραιομασoνικώς, πές-
ώστε νά δείχνουν μπράντ-νιού,
«Νέος Κόσμος», «Νέα Εποχή»(νιού έϊτζ, έ;!), NEW MAN, new-new, new-new-new…
έτσι πού
ό αρχαιότατος κι ολιγογραφότατος, εδώ μέσα
Λιόντας,
νά παραγγέλνει τού φιλόσοφου(«Ο τελευταίος των μεγάλων Γάλλων φιλοσόφων…», αμέε), πού
αυτός τουλάχιστον δέν είναι συφιλιάρης καί καμωμένος φυτό σέ άσυλο,
δέν έζησε απογυμνωμένος ακόμη κι από φρύδια κι από ματοτσίνορα,
ούτε τόν ψάχνανε τά ΕΚΑΜ καί η κυρία Γουλανδρή γιά νά βρούνε πού πήγε νά φουντάρει, τρελλαμένος…):
«Τα έχει αναλύσει ο Πλάτων Αλαίν πριν απο κανά 2.500 χρόνια…Πιάσε άλλο θέμα.»
Κι έτσι, λοιπόν:
Εκεί στης Ύδρας τ’ ανοιχτά και των Σπετσών
να σου μπροστά μου ένα δελφινοκόριτσο
Μωρέ του λέω πούν’ το μεσοφόρι σου
έτσι γυμνούλι πας να βρεις τ’ αγόρι σου
Αγόρι εγώ δεν έχω, μ’ αποκρίνεται
Βγήκα μια τσάρκα για να δω τι γίνεται
Δίνει βουτιά στα κύματα και χάνεται
ξανανεβαίνει κι απ’ τη βάρκα πιάνεται
Θεέ μου, συγχώρεσέ με, σκύβω για να δω
κι ένα φιλί μου δίνει, το παλιόπαιδο
Σα λεμονιά τα στήθη του μυρίζουνε
κι όλα τα μπλε στα μάτια του γυαλίζουνε
Άιντε μωρό μου, ανέβα και κινήσαμε
πέντε φορές τους ουρανούς γυρίσαμε
Το δελφινοκόριτσο
Στίχοι: Οδυσσέας Ελύτης
Μουσική: Λίνος Κόκοτος
Ήχοι του “χθες”…