Τι αλλάζει στη Γερμανία με τη νέα κυβέρνηση συνασπισμού υπό τον Όλαφ Σολτς; Πρώτες δηλώσεις και μετακινήσεις στελεχών στέλνουν ενδιαφέροντα μηνύματα.
Σοσιαλδημοκράτες (SPD), Πράσινοι και Φιλελεύθεροι (FDP) ενέκριναν και τυπικά, τις τελευταίες ημέρες, τη νέα κυβερνητική συμμαχία υπό τον σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς, ο οποίος μέχρι πρότινος ήταν αντικαγκελάριος και υπουργός Οικονομικών. Πριν ακόμη ορκιστεί η νέα κυβέρνηση, οι προσδοκίες είναι τεράστιες. Κάποιοι προβλέπουν συνέχιση της πολιτικής Μέρκελ με άλλο «περιτύλιγμα». Αλλά οι περισσότεροι- και κυρίως οι ψηφοφόροι των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων που παρέμεναν για πολλά χρόνια «εκτός νυμφώνος»- ελπίζουν ότι η κυβέρνηση Σολτς θα δρομολογήσει μεγάλες αλλαγές και εκσυγχρονιστικές τομές.
Πώς μπορεί να λειτουργήσει η συνύπαρξη ετερόκλητων πολιτικών δυνάμεων με προοπτική (τουλάχιστον) τετραετίας; Στη γειτονική Αυστρία ο πρώην καγκελάριος Σεμπάστιαν Κουρτς, ηγούμενος μίας ασυνήθιστης συμμαχίας Συντηρητικών και Πρασίνων είχε καθιερώσει την αρχή της «μη ανάμειξης» των μεν στα υπουργεία των δε. Για παράδειγμα οι Πράσινοι δεν θα διαμαρτύρονταν για την πολιτική του υπερσυντηρητικού υπουργού Εσωτερικών στο προσφυγικό, έστω και αν δεν συνάδει με το πολιτικό τους πρόγραμμα. Για κάποιο διάστημα η τακτική απέδωσε, αλλά μεσοπρόθεσμα μάλλον δεν συνέβαλε στη μακροημέρευση του κυβερνητικού συνασπισμού. Όλα δείχνουν ότι στη Γερμανία ο Όλαφ Σολτς δεν ακολουθεί παρόμοια τακτική, αλλά διεκδικεί για τον εαυτό του έναν πιο παρεμβατικό ρόλο.
Σε κοινωνικά θέματα το πεδίο σύγκλισης φαίνεται μεγαλύτερο για τα κόμματα που συμμετέχουν στον νέο συνασπισμό. Η επικείμενη νομιμοποίηση της κάνναβης που προβλέπεται ρητώς στην προγραμματική συμφωνία για τη νέα κυβέρνηση, αποτελεί ριζική τομή, την οποία δύσκολα θα δρομολογούσε μία χριστιανοδημοκρατική κυβέρνηση. Τομές στο οικογενειακό δίκαιο εξήγγειλε τη Δευτέρα και η μελλοντική υπουργός Οικογενειακών Υποθέσεων Άνε Σπίγκελ, από το Κόμμα των Πρασίνων, λέγοντας ότι η έννοια της οικογένειας χαρακτηρίζεται πλέον από «πολυμορφία». Μία αναθεώρηση της παραδοσιακής έννοιας της οικογένειας, με ό,τι αυτό συνεπάγεται σε θέματα υιοθεσίας και κληρονομικών δικαιωμάτων, εάν πράγματι υλοποιηθεί, θα προκαλούσε μία μικρή …επανάσταση στη γερμανική κοινωνία.
Η κληρονομιά του Σόιμπλε στην οικονομική πολιτική
Η ανάληψη του υπουργείου Οικονομικών από τον φιλελεύθερο Κρίστιαν Λίντνερ, τον οποίο κάποιοι αποκαλούν «νέο Σόιμπλε», προκαλεί ανησυχία στον ευρωπαϊκό Νότο. Ο ίδιος ο Λίντνερ, καθώς και άλλα κορυφαία στελέχη των Φιλελευθέρων, είχαν θέσει επανειλλημμένα το ζήτημα του χρέους στη διάρκεια του προεκλογικού αγώνα, προβάλλοντας το FDP ως μία «φωνή σύνεσης» στη διαχείριση των δημοσίων οικονομικών. Μιλώντας πρόσφατα στο περιοδικό DER SPIEGEL ο Λίντνερ υπενθυμίζει ότι το κόμμα του, όντας ακόμη στην αντιπολίτευση, είχε υπερψηφίσει το Ταμείο Ανάκαμψης. Κατά συνέπεια, λέει, «στηρίζουμε τα συμπεφωνημένα στην ΕΕ, από τα οποία όμως δεν προκύπτει μία νέα, διαρκής (οικονομική) αρχιτεκτονική. Το έχουν αποκλείσει αυτό πολλά κράτη-μέλη, μεταξύ αυτών πρόσφατα και η πρωθυπουργός της Φινλανδίας». Απαντώντας σε ερώτημα για τον τρόπο που θα διοικήσει το υπουργείο του και για τη σχέση του με τον σοσιαλδημοκράτη Όλαφ Σολτς, τον οποίο διαδέχεται στο υπουργείο Οικονομικών, ο Λίντνερ ανέφερε: «Δεν θα διστάσω να ζητήσω τη συμβουλή των ειδικών ή και των προκατόχων μου. Σε αυτούς περιλαμβάνεται, σημειωτέον, και ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε».
Από την άλλη πλευρά ο Κρίστιαν Λίντνερ τονίζει, στην ίδια συνέντευξη, ότι δεν αναλαμβάνει «το υπουργείο Οικονομικών του FDP, αλλά της Ομοσπονδιακής Γερμανίας». Η αλήθεια είναι ότι τους τελευταίους μήνες ο πρόεδρος των Φιλελευθέρων έχει επιδείξει ευελιξία, όπου αυτό ήταν απαραίτητο. Τον Αύγουστο προειδοποιούσε ότι μία συμμαχία με τους Σοσιαλδημοκράτες και τους Πράσινους «θα αποτελούσε απειλή για την ύπαρξη του FDP», αλλά σήμερα συμμετέχει σε αυτήν ακριβώς τη συμμαχία. Προ μηνών είχε ταχθεί κατά του υποχρεωτικού εμβολιασμού, σήμερα όμως δηλώνει ότι θα τον υπερψηφίσει στη Βουλή, καθώς «έχουν αλλάξει τα δεδομένα της πανδημίας». Πόσο «ευρωπαϊκό» νερό θα βάλει στο «βερολινέζικο κρασί» του ο Κρίστιαν Λίντνερ, εξαρτάται και από τον βαθμό παρέμβασης του Όλαφ Σολτς. Ενδεικτικό είναι ότι στην προγραμματική συμφωνία για τη νέα κυβέρνηση, η λέξη «Ευρώπη» αναφέρεται περίπου είκοσι φορές, ενώ στα προεκλογικά ντιμπέιτ μεταξύ των κορυφαίων υποψηφίων δεν είχε ακουστεί ούτε μία φορά. Προεκλογικά πάντως ο Σολτς είχε προειδοποιήσει τους Φιλελεύθερους ότι πρέπει να υποχωρήσουν από κάποιες προεκλογικές εξαγγελίες, γιατί πολύ απλά δεν βγαίνει η εξίσωση «φοροαπαλλαγές συν αυξημένες κρατικές επενδύσεις συν έκακτες επιδοτήσεις για την πανδημία, αλλά χωρίς νέο δανεισμό».
SPD: Οι ισορροπίες με την αριστερή πτέρυγα
Ένα άλλο ζήτημα που καλείται να επιλύσει, ή τουλάχιστον να μην αγνοήσει, ο Όλαφ Σολτς, είναι οι δύσκολες σχέσεις του με τον κομματικό μηχανισμό και κυρίως με την αριστερή πτέρυγα του SPD. Η απόφασή του να στηρίξει τον 30χρονο Κέβιν Κούνερτ, φοιτητή Πολιτικών Επιστημών, ως νέο γενικό γραμματέα του κόμματος προκαλεί αίσθηση. Πολλοί πιστεύουν ότι η παρασκηνιακή δουλειά του Κούνερτ ήταν εκείνη που οδήγησε σε ήττα του Σολτς το 2019, όταν είχε διεκδικήσει την προεδρία του SPD, αλλά τελικά η εσωκομματική κάλπη ανέδειξε στην ηγεσία το αριστερό δίδυμο Σάσκια Έσκεν και Νόρμπερτ Βάλτερ Μπόργανς. Φέτος ο- κατά γενική ομολογία- χαρισματικός Κούνερτ πραγματοποίησε αλματώδη άνοδο στη σταδιοδρομία του. Στις αρχές της χρονιάς παραιτήθηκε από την ηγεσία της σοσιαλδημοκρατικής νεολαίας (Jusos), τον Σεπτέμβριο έβαλε υποψηφιότητα για βουλευτής για να εκλεγεί με χαρακτηριστική άνεση, τώρα προορίζεται για νέος γενικός γραμματέας του κόμματος.
Πρόκειται άραγε για μία «σοφή» παραχώρηση του Σολτς που προφανώς δεν τον ενοχλεί να ελέγχει η αριστερή πτέρυγα το κόμμα, όσο εκείνος ελέγχει την κυβέρνηση; Μπορεί να είναι και έτσι. Από την άλλη πλευρά, σημειώνουν κάποιοι σχολιαστές, μέχρι τις εκλογές του Σεπτεμβρίου ένα από τα κύρια καθήκοντα του γενικού γραμματέα του SPD ήταν να προσκαλείται στα τηλεοπτικά τοκ-σώου για να υπερασπίζεται την πολιτική της κυβέρνησης. Μπορούμε να φανταστούμε τον Κέβιν Κούνερτ σε αυτόν τον ρόλο; Ο χρόνος θα δείξει.
Η Αναλένα Μπέρμποκ και ο «διάλογος»
Νέο ύφος φαίνεται ότι θα επικρατήσει στο υπουργείο Εξωτερικών με την Αναλένα Μπέρμποκ. Αυτό τουλάχιστον υποστηρίζει η ίδια η Μπέρμποκ σε πρόσφατη συνέντευξή της στην εφημερίδα Tageszeitung. «Ο διάλογος αποτελεί θεμέλιο λίθο της διεθνούς πολιτικής, αλλά διάλογος δεν σημαίνει να απωσιωπούμε ή να εξωραίζουμε τα πράγματα» τονίζει η Μπέρμποκ, απαντώντας σε ερώτημα για την μελλοντική πολιτική απέναντι στην Κίνα. Για τη Ρωσία η μελλοντική υπουργός Εξωτερικών δηλώνει απλώς ότι «πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη τα θεμιτά συμφέροντα ασφαλείας των ανατολικοευρωπαίων εταίρων μας». Πάντως η Tageszeitung παρατηρεί ότι στην προγραμματική συμφωνία για τη νέα κυβέρνηση συνασπισμού δεν υπάρχει η παραμικρή αναφορά στον αγωγό Nord Stream 2. Και αυτό παρότι προεκλογικά οι Πράσινοι είχαν εκφράσει την αντίθεσή τους στο έργο, προκαλώντας μάλιστα δυσαρέσκεια στη Μόσχα. Προφανώς αναζητούνται και εδώ οι απαραίτητες ισορροπίες.
Γιάννης Παπαδημητρίου
DW