του Γιώργου Ευτυχίδη, Δασολόγου
Ο αριθμός Έκτακτης Ανάγκης 112 είναι ένας ενιαίος αριθμός σε όλες τις χώρες της ΕΕ που οι πολίτες μπορούν να καλούν για βοήθεια σε περίπτωση κινδύνου ή έκτακτης ανάγκης, ανεξάρτητα από τη χώρα που βρίσκονται ή την υπηρεσία στην οποία θέλουν να απευθυνθούν. Ο μηχανισμός έχει δύο βασικές λειτουργίες: τη λειτουργία εισερχομένων κλήσεων που αντικατέστησε τους διαφορετικούς αριθμούς υπηρεσιών (100, 199, 188 κλπ) και τη λειτουργία εξερχομένων κλήσεων με υπηρεσίες κυψέλης (Cell Broadcast Service-CBS), για την ενημέρωση του κόσμου για κρίσιμες καταστάσεις και τις κατάλληλες ενέργειες που πρέπει να γίνουν (Σύστημα Συναγερμού Πολιτών) .
Στην Ελλάδα το 112 ξεκίνησε το 2007 με αφορμή τις πυρκαγιές στην Πελοπόννησο και την Εύβοια. Το 2010, υπογράφηκε μια συμφωνία για την υλοποίηση έργου ΕΣΠΑ για τον «εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση των υπηρεσιών που σχετίζονται με τον αριθμό έκτακτης ανάγκης (112) και τη βέλτιστη διαχείριση περιστατικών έκτακτης ανάγκης – κρίσεων». Ωστόσο, υπήρξαν καθυστερήσεις στην υλοποίηση του έργου και η σχετική σύμβαση μπήκε σε αναστολή το 2016 και ενσωματώθηκε στο πρόγραμμα “Μεταρρύθμιση Δημόσιου Τομέα” (2014-2020). Μέχρι το 2018, είχε υλοποιηθεί μόνο η λειτουργία εισερχόμενης κλήσης του 112, που επιτρέπει στους πολίτες να επικοινωνούν και να εντοπίζονται στον αριθμό αυτό κατά τη διάρκεια της κλήσης. Όπως επεσήμαινε η Επιτροπή Goldammer, τον Φεβρουάριο του 2019, η λειτουργία CBS δεν είχε ολοκληρωθεί παρά τις προβλέψεις του άρθρου 114 του ν. 4249/2014 για την ίδρυση και λειτουργία Εθνικού Συστήματος Έγκαιρης Προειδοποίησης (στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Αριθμού Έκτακτης Ανάγκης 112). Το σύνολο των προβλεπόμενων λειτουργιών ολοκληρώθηκε το 2019-2020, δέκα χρόνια από όταν ξεκίνησε, αξιοποιώντας και τη συγκυρία της πανδημίας.
Από τότε, η υλοποίηση της λειτουργίας προειδοποιήσεων του 112 έχει βοηθήσει να προστατευτούν πολλές ζωές έχει όμως συνδεθεί και με εκτεταμένες καταστροφές από τις πυρκαγιές σε γη, περιουσίες, υποδομές και φυσικά οικοσυστήματα. Οι ζημιές αυτές είναι περίπου δύο φορές περισσότερες από τη μέση καταγραφή των προηγούμενων 15 χρόνων. Οι καταστροφές δεν είναι βέβαια ευθύνη του 112 αλλά του τρόπου που χρησιμοποιείται, με πολιτικούς κυρίως και όχι με επιστημονικούς και επιχειρησιακούς όρους. Ένα σημαντικό επιχειρησιακό εργαλείο χρησιμοποιείται για να υποκαθιστά την αδυναμία (για να μην μιλήσουμε για αδιαφορία) του κράτους να οργανώσει αποτελεσματικά την πρόληψη δηλώνοντας συστηματικά πανέτοιμο πριν και αδύναμο μετά από κάθε κρίση. Έχει μάλιστα καταλήξει να θεωρείται το 112 υποκατάστατο της πρόληψης, με τη λογική ότι και τίποτε άλλο να μην γίνει από πλευράς της πολιτείας εκ των προτέρων για την προστασία των πολιτών αρκεί να τους ειδοποιήσει να απομακρυνθούν ή να αποφύγουν τον επερχόμενο κίνδυνο. Και είναι γεγονός ότι επειδή κανένας δεν θα ήθελε να βρεθεί στη θέση του υποψήφιου θύματος, το νέο δόγμα γίνεται θετικά αποδεκτό σαν ενδιαφέρον της πολιτείας για τη ζωή και την ασφάλειά μας. Υπονομεύει όμως και την ασφάλεια του πολίτη και την προστασία του δάσους να συνοψίζουμε τη στρατηγική της διαχείρισης των πυρκαγιών στο δίδυμο εναέρια μέσα και εκκενώσεις! Τα εργαλεία αυτά είναι απαραίτητα αλλά υποβαθμίζονται όταν χρησιμοποιούνται χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση διαχείρισης της κρίσης και χωρίς να έχουν προηγηθεί μέτρα σχεδιασμού χρήσεων γης, ενίσχυσης της ανθεκτικότητας και συμμετοχής του πολίτη.
Οι υπηρεσίες προειδοποίησης και συναγερμού διαδραματίζουν κεντρικό ρόλο στην ευθυγράμμιση με τη στρατηγική αποφυγής κινδύνου στη διαχείριση κρίσεων. Η ορθολογική εφαρμογή του 112 με βάση τη στρατηγική αυτή, στο πλαίσιο των φυσικών καταστροφών, συνδέεται με το τελικό στάδιο της προστασίας των πολιτών. Οι υπηρεσίες αυτές αποτελούν τη βάση της στρατηγικής για την προστασία των πολιτών. Η αποτελεσματικότητά τους προϋποθέτει κατάλληλη ενημέρωση και εξοικείωση των πολιτών και εγκεκριμένα σχέδια απομάκρυνσης για την πρόληψη της έκθεσής τους σε κίνδυνο. Απαραίτητη είναι επίσης η προληπτική διαχείριση του τοπίου με έργα προστασίας για τον μετριασμό των συνεπειών από τα ακραία φαινόμενα και για να διευκολύνονται οι μετακινήσεις εφόσον απαιτηθεί. Η επιχειρησιακή εφαρμογή του 112 βασίζεται στις αρχές της εκτίμησης κινδύνων, της ανάλυσης τρωτότητας και της ποσοτικοποίησης του κινδύνου με τη χρήση προηγμένων υπολογιστικών μοντέλων και ψηφιακής χαρτογραφίας για την πρόβλεψη της εξέλιξης των φαινομένων στο χώρο και τον χρόνο και τη χαρτογράφηση του κινδύνου και της επικινδυνότητας των συνεπειών. Τα συστήματα αυτά θα εξασφαλίσουν την έγκαιρη και τεκμηριωμένη λήψη αποφάσεων δίνοντας χρόνο για την εφαρμογή μέτρων προστασίας, ισχυροποιώντας τη χρήση και την αποτελεσματικότητα του 112. Οι διαρκείς επιστημονικές επιτροπές για τη διαχείριση του κινδύνου φυσικών καταστροφών, όπως πρότεινε και η Επιτροπή Goldammer για τις πυρκαγιές και αναφέρονται στο άρθρο 13 του ανενεργού ακόμη Ν.4662/2020, θα μπορούσαν να παρέχουν σχετικό επιστημονικό, τεχνικό και συμβουλευτικό έργο στην πολιτεία κατά τη διάρκεια κρίσεων. Στα κέντρα επιχειρήσεων στην Ισπανία υπάρχουν αναλυτές πυρκαγιών που με κατάλληλο υπολογιστικό εξοπλισμό, εμπειρία και πρόσβαση σε στοιχεία και υπηρεσίες δεδομένων κάνουν εκτιμήσεις που υποστηρίζουν τον σχεδιασμό και τις αποφάσεις και για τη δασοπυρόσβεση και τις εκκενώσεις. Το Ευρωπαϊκό Κέντρο Συντονισμού Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών (ERCC) διαθέτει ομάδες τεχνικής υποστήριξης με αναλυτές πυρκαγιών που συμμετέχουν σε διεθνείς αποστολές τεχνικής βοήθειας για τις δασικές πυρκαγιές. Αντίστοιχος ρόλος είναι απαραίτητος και στην Ελλάδα.
Οι πλημμύρες ανέδειξαν πόσο η δυναμική των φαινομένων επηρεάζει τη χρήση και την αποτελεσματικότητα του 112 και της οργανωμένης απομάκρυνσης. Πόσο δηλαδή ο διαθέσιμος χρόνος απόκρισης, η ετοιμότητα του μηχανισμού και οι περιβαλλοντικές συνθήκες καθορίζουν τη δυνατότητα για οργανωμένη απομάκρυνση. Στην περίπτωση των πυρκαγιών, οι εκκενώσεις, πολλές ώρες πριν, μπορεί να είναι η «εύκολη λύση ασφάλειας» χωρίς κανένα προηγούμενο σχέδιο. Ωστόσο, σε συνθήκες καταιγίδας καμία αρχή δεν παίρνει την ευθύνη, απουσία σχεδίου, να απομακρύνει τον κόσμο από το σπίτι του. Ετσι παρόλο που στις αρχές Σεπτεμβρίου, υπήρχε χρόνος για να βαφτιστεί η καταιγίδα .. Ντάνιελ και παρά τις έγκαιρα διαθέσιμες και ακριβείς μετεωρολογικές προβλέψεις από την Κυριακή (4/9) για τα ακραία καιρικά φαινόμενα που πλημμύρισαν τα χωριά της Θεσσαλίας την Τρίτη (6/9), το 112 .. κόμπιασε! Κι αυτό επειδή ούτε στην πρόληψη των πλημμυρών γίνεται επιχειρησιακή χρήση υπολογιστικών εργαλείων προσομοίωσης που θα αξιοποιούσαν τις μετεωρολογικές προβλέψεις για να προσδιορίσουν έγκαιρα ποιές περιοχές, πότε, σε ποια έκταση και με ποιες συνθήκες (ύψος και ταχύτητα νερού) θα πλημμυρίσουν, έτσι ώστε να υποστηριχθούν τεκμηριωμένα πιθανές αποφάσεις για απομάκρυνση.
Για τον λόγο αυτό οι ειδοποιήσεις στις πρόσφατες πλημμύρες αφορούσαν «αποφυγή άσκοπων μετακινήσεων κατά τη διάρκεια των φαινομένων» και «παραμονή σε ετοιμότητα», χωρίς σαφείς οδηγίες παρά μόνο ότι ο πολίτης οφείλει «να ακολουθεί τις οδηγίες των αρχών». Είναι ευθύνη της πολιτείας αντί να δίνει απλώς οδηγίες και εντολές για να μας φυγαδεύσει να μας ενημερώσει και να μας εκπαιδεύσει, όχι κατά τη διάρκεια της κρίσης, για το πως θα αυτοπροστατευτούμε εμείς και οι οικογένειές μας και πως θα μπορέσουμε να βοηθήσουμε την κοινότητα που ζούμε σε περιπτώσεις τέτοιων κρίσεων. Θα πρέπει βέβαια να οργανωθεί πρώτα το ίδιο το κράτος και να ανασχεδιάσει τους μηχανισμούς του που αποδεδειγμένα δεν είναι αποτελεσματικοί. Οι απεγκλωβισμοί με κάδους εκσκαφέων μπορεί να είναι ανακουφιστικοί και σωτήριοι αλλά ούτε ασφαλείς είναι ούτε αποτελούν μέρος κάποιου σχεδίου οργανωμένης απομάκρυνσης ..
Ένα χρήσιμο συμπέρασμα που προκύπτει από τα παραπάνω είναι ότι οι υπηρεσίες ειδοποίησης έκτακτης ανάγκης του 112 θα πρέπει να αξιοποιηθούν ως συμπληρωματικό μέτρο (και όχι ως κύριο μέσον .. πολλώ δε μάλλον όχι σαν το μόνο) στη διαχείριση του κινδύνου φυσικών καταστροφών. Είναι κρίσιμο να διατηρηθεί η εμπιστοσύνη των πολιτών, καθώς η υπηρεσία έχει γίνει ήδη αποδεκτή. Για να επιτευχθεί αυτό, στις συνθήκες που θα βιώσουμε τις επόμενες δεκαετίες, πρέπει να βελτιωθεί η δυνατότητα ανάλυσης του κινδύνου, να τυποποιηθεί το περιεχόμενο των μηνυμάτων, να ενσωματωθεί η υπηρεσία στα εγκεκριμένα σχέδια οργανωμένης απομάκρυνσης και να αξιοποιηθούν οι δυνατότητες του συστήματος ειδοποίησης για την εξοικείωση του κοινού στις ανάγκες αντιμετώπισης των φυσικών κινδύνων.
Γιώργος Ευτυχίδης
Δασολόγος