του Δρ. Βενιαμίν Καρακωστάνογλου*
Εισαγωγή
Η Aποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) μόνο πρόσφατα αντιμετωπίζεται ως εθνικό ζήτημα στην Ελλάδα. Το θέμα αυτό όμως θα έπρεπε να είχε απασχολήσει το δημόσιο διάλογο, τις αρμόδιες κρατικές υπηρεσίες και τις εκάστοτε κυβερνήσεις ήδη από το 1982, οπότε υπογράφηκε (και από την Ελλάδα) η Διεθνής Σύμβαση του 1982 για το (Νέο) Δίκαιο της Θάλασσας, που τέθηκε σε ισχύ την 16.11.1994 (για την Ελλάδα από τον Αύγουστο 1995, Ν.2321/1995, ΦΕΚ Α΄ 136/23.06.1995, σε ισχύ από 21.08.1995)[1].
Ουσιαστικά, πρόκειται για το τεράστιο και ακατανόητο (με όρους ορθολογισμού και εθνικού συμφέροντος) έλλειμμα εφαρμογής και αξιοποίησης από την χώρα μας πολλών, παλαιών και νέων, θεσμών και δικαιωμάτων στις παρακείμενες θαλάσσιες περιοχές που την περιβάλλουν[2].
Η Έννοια της ΑΟΖ
Ο θεσμός της ΑΟΖ αποτελεί μια επαναστατικού χαρακτήρα μετεξέλιξη του προϋφιστάμενου καθεστώτος της Ηπειρωτικής Υφαλοκρηπίδας και των Ζωνών Αλιείας, που δημιούργησε έτσι μία ζώνη οικονομικής κυριαρχίας που φθάνει μέχρι τα 200 ναυτ. μίλια από τις ακτές ή τις ευθείες γραμμές βάσης, παρέχοντας στα παράκτια κράτη αποκλειστικότητα πάνω σε κάθε φυσικό πόρο (ζώντα ή μη ζώντα, του ζωικού όσο και του φυτικού θαλάσσιου περιβάλλοντος) και σε κάθε οικονομική δραστηριότητα της Ζώνης, τόσο των υδάτων όσο και του βυθού-υπεδάφους της περιοχής της (που αρχίζει βέβαια μετά το τέλος της Αιγιαλίτιδας Ζώνης)[3].
Η Οικονομική Σημασία της ΑΟΖ
Η περιοχή των 200 ν.μ. καλύπτει το 36% του παγκόσμιου θαλάσσιου χώρου (105 εκατ. τετραγωνικά μίλια), που ουσιαστικά εθνικοποιείται για οικονομικούς σκοπούς.
Σ’ αυτή τη περιοχή άλλωστε βρίσκεται σχεδόν το σύνολο των μέχρι σήμερα γνωστών υποθαλάσσιων αποθεμάτων πετρελαίου και φυσικού αερίου (δηλαδή το 1/3 των παγκόσμιων αποθεμάτων), ενώ εκεί αλιεύεται περί το 95% των παγκόσμιων αλιευμάτων (που παρέχουν περίπου το 25% των παγκόσμιων πρωτεϊνών) και πραγματοποιείται το 80% της θαλάσσιας επιστημονικής έρευνας παγκοσμίως! Εκεί βρίσκεται και το 10% των παγκόσμιων πολυμεταλλικών κονδύλων, πλουσίων σε κρίσιμα μεταλλεύματα.
Μεγάλη σημασία αποκτούν άλλωστε και οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που ανήκουν πλέον αποκλειστικά στο παράκτιο κράτος, στα όρια της ΑΟΖ, όπως η ενέργεια από τα κύματα, τους ανέμους και τα θαλάσσια ρεύματα. Τέλος, αλλά όχι λιγότερο σημαντικό, στα αποκλειστικά δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην ΑΟΖ θα ανήκει και κάθε μελλοντική νέα χρήση της θάλασσας που είναι ενδεχόμενο να προκύψει μέσω της τεχνολογικής εξέλιξης και θα έχει οικονομικό αποτέλεσμα. Εξαιρετικά σημαντική για την Ελλάδα είναι και η αποκλειστική δικαιοδοσία που προβλέπει η ΑΟΖ για την προστασία και διαφύλαξη του θαλάσσιου περιβάλλοντος από τη ρύπανση και που είναι κρίσιμη για τον ελληνικό τουρισμό, ιδίως στο Αιγαίο[4].
Η Γεωπολιτική Σημασία της ΑΟΖ
Συνολικά, η ΑΟΖ δημιουργεί ένα ιδιαίτερα συνεκτικό δεσμό μεταξύ της ξηράς και της θάλασσας, που υπολείπεται μεν του αντίστοιχου της πλήρους κυριαρχίας στην Αιγιαλίτιδα Ζώνη, καθώς ισχύουν στο χώρο της οι ελευθερίες της ανοιχτής θάλασσας, της ναυσιπλοΐας, της υπέρπτησης, της τοποθέτησης αγωγών και καλωδίων (εφόσον βέβαια δεν συγκρούονται με τα οικονομικά δικαιώματα του παράκτιου κράτους), αλλά προσδίδουν στο παράκτιο κράτος ισχυρότατες εξουσίες ελέγχου της τεράστιας αυτής θαλάσσιας έκτασης, τόσο στον οικονομικό τομέα όσο και σε συναφείς τομείς άμεσα ή έμμεσα. Για παράκτια κράτη, μάλιστα, με εκτεταμένες ακτές και μεικτή αρχιπελαγική δομή, όπως η Ελλάδα, αυτά τα πλεονεκτήματα της ΑΟΖ καθίστανται κρισιμότατης σημασίας. Για την οικονομία, την ασφάλεια, το περιβάλλον, την επιστήμη και τελικά τον εθνικό χώρο και την διεθνή θέση της χώρας. Η θάλασσα, εκτός από «οδός» γίνεται πλέον και «θησαυρός» (δεξαμενή φυσικών πόρων και ενέργειας). Το μέλλον, υπό την επιρροή της επιστήμης και της τεχνολογίας, μπορεί να κρύβει απίστευτες εκπλήξεις και προκλήσεις σχετικά με το υγρό στοιχείο του πλανήτη.
Είναι πλέον ανεπίτρεπτο και ακατανόητο τα κυρίαρχα παράκτια κράτη να αμελούν να αξιοποιήσουν τα δικαιώματα που πληθωρικά τους παρέχει το Δίκαιο της Θάλασσας. Τα συντριπτικά περισσότερα παράκτια κράτη έχουν ήδη από πολλά χρόνια υιοθετήσει την ΑΟΖ (δηλαδή, περισσότερα από 130 κράτη από το σύνολο των 149 παρακτίων κρατών που είχαν τη σχετική δυνατότητα το έπραξαν, ως το 2014)[5].
Ανάγκη ριζικής αναμόρφωσης της Θαλάσσιας Δικαιοδοσίας της Ελλάδος
Η Ελλάδα οφείλει λοιπόν, απέναντι στον λαό της και τις μελλοντικές γενιές της να αναμορφώσει συνολικά την θαλάσσια νομοθεσία της και να υιοθετήσει: 1) Ευθείες γραμμές βάσης για την μέτρηση των θαλασσίων ζωνών της (κερδίζοντας έτσι 3,3% θαλάσσιο χώρο ως εσωτερικά της ύδατα) και τα 24 ναυτ. μίλια ως όριο για τον χαρακτηρισμό των κόλπων της, 2) Αιγιαλίτιδα Ζώνη 12 ναυτ. μιλίων (σε ορισμένα σημεία του Αιγαίου θα μπορούσε ίσως να ισχύσει το όριο των 10 ν.μ.). Μόνο στο Αιγαίο η επέκταση αυτή, από τα 6 στα 12 ν.μ. θα αυξήσει τον εθνικό κυρίαρχο χώρο μας από το 43% περίπου που είναι σήμερα στο 71% περίπου! 3) Συνορεύουσα ζώνη 24 ν.μ. (και μέσα σ’ αυτήν Αρχαιολογική Ζώνη) και 4) Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη 200 ν.μ. (που περιλαμβάνει ως βυθό-υπέδαφος και την Υφαλοκρηπίδα, μέχρι τα 200 ν.μ.). Όπου οι ζώνες αυτές συναντώνται (δηλαδή επικαλύπτονται) με αντίστοιχες ζώνες γειτονικών κρατών, θα υπάρξει οριοθέτηση με βάση την αρχή της μέσης γραμμής/ίσης απόστασης, ή άλλη μέθοδο, μέσω διαπραγμάτευσης ή δικαστικής επίλυσης[6].
Αντ’ αυτών δυστυχώς η Ελλάδα, επί τουλάχιστον 36 χρόνια, δεν έχει αναμορφώσει το καθεστώς των θαλάσσιων δικαιωμάτων της. Αιτίες ή προσχήματα: Το «φοβικό σύνδρομο» απέναντι στην Τουρκία και τις απειλές πολέμου που εκτοξεύει, η αμφιθυμία, η μη ετοιμότητα ή η αναποφασιστικότητα των πολιτικών ηγεσιών για την ανάληψη ουσιαστικών πρωτοβουλιών, ιδίως στην εξωτερική πολιτική, που, εκτός από τα μεγάλα πλεονεκτήματα, ίσως προς στιγμή να υποκρύπτουν και κάποιους κινδύνους (π.χ. ένταση με την Τουρκία). Τέλος, η μη επαρκής μελέτη ή μη ορθή αξιολόγηση και κατανόηση των νέων θεσμών του Δικαίου της Θάλασσας, όπως η ΑΟΖ[7].
Η συνολική αναμόρφωση του κράτους που, με αφορμή την οικονομική κρίση, επιχειρείται στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, αποτελεί μια εξαιρετική ευκαιρία για την λήψη των μέτρων που η χώρα μας παρέβλεψε αδικαιολόγητα να λάβει στο παρελθόν.
Έτσι, με την ΑΟΖ, θα υπερτριπλασιαστεί (494.605 τετρ. χλμ. θαλάσσιος χώρος)[8] ο εθνικός μας χώρος, θα διασφαλισθούν σοβαρότατοι (καθ’ όλες τις ενδείξεις) ενεργειακοί πόροι (πετρέλαιο, φυσικό αέριο), θα ελεγχθούν οι παραδοσιακές θάλασσες όπου έδρασε επί χιλιετίες ο Ελληνισμός, θα αυξηθεί η ασφάλεια και η συνοχή του ηπειρωτικού με τον νησιωτικό μας χώρο και θα αποσαφηνιστούν τα θαλάσσια σύνορα της Ελλάδος. Εξάλλου, με την καθιέρωση και Συνορεύουσας Ζώνης θα παταχθεί ευκολότερα η λαθρομετανάστευση και η αρχαιοκαπηλία.
Απαραίτητη προϋπόθεση για την υιοθέτηση της ΑΟΖ είναι, ταυτόχρονα τουλάχιστον, να επεκταθεί μέχρι τα 12 ν.μ. (ή έστω ως τα 10 ν.μ.) και το πλάτος της Αιγιαλίτιδας Ζώνης μας (που έχει ισχυρότερο καθεστώς πλήρους κυριαρχίας), καθώς, από το εξωτερικό όριο της Αιγιαλίτιδας Ζώνης και μετά αρχίζει η περιοχή της ΑΟΖ ή της Υφαλοκρηπίδας, που έχουν ασθενέστερο καθεστώς, μόνο οικονομικής κυριαρχίας, που είναι όμως σημαντικότατη για τα κράτη. Με την επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης θα υπάρξει πλέον ενιαίο πλάτος και με τον εθνικό εναέριο χώρο μας[9].
ΑΟΖ ή Υφαλοκρηπίδα; Μία Σύγκριση:
Κάποιες απόψεις υποστηρίζουν την μη καθιέρωση ΑΟΖ αλλά την αξιοποίηση μόνο της Υφαλοκρηπίδας. Τι απαντάμε σ’αυτούς;
1) Μoλονότι το κύριο οικονομικό αντικείμενο σήμερα βρίσκεται στο υπέδαφος της ΑΟΖ (δηλ. στην Υφαλοκρηπίδα), δεν πρέπει να υποβαθμίζεται το όφελος από την αποκλειστική αλιεία που θα ασκεί η Ελλάδα στα ύδατα όλης της ΑΟΖ της. Άλλωστε, χώρες όπως η Ισλανδία, το Περού, η Νορβηγία κλπ., οφείλουν σε σημαντικό βαθμό την οικονομική τους ανάπτυξη στον τομέα της αλιείας. Επίσης, η παραγωγή ενέργειας από τον θαλάσσιο χώρο (ήπιες ή ανανεώσιμες πηγές ενέργειας) και βέβαια η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, αποτελούν πολύτιμα ωφελήματα της ΑΟΖ.
2) Η εξέλιξη της τεχνολογίας μπορεί να επιφυλάσσει στο μέλλον εκπλήξεις ως προς την οικονομική αξιοποίηση των υδάτων και του βυθού-υπεδάφους της θάλασσας που σήμερα ίσως ούτε καν μπορούμε να φανταστούμε.
3) Αν αποφασισθεί (κακώς βέβαια) η μη επέκταση της Αιγιαλίτιδας Ζώνης πέραν των 6 ν.μ. (προφανώς μόνο στο Αιγαίο), τότε η ΑΟΖ παρέχει ένα ενδιάμεσο καθεστώς εξουσιών στη χώρα μας που μπορεί να υποκαταστήσει τον έλεγχο που θα ασκούσαμε στην Αιγιαλίτιδα Ζώνη[10].
Είναι σημαντικό να τονισθεί ότι, καθώς τα νησιά (με εξαίρεση τις μη οικονομικά αυτόνομες βραχονησίδες) έχουν δική τους ΑΟΖ (άρθρο 121 της Σύμβασης του 1982), όλα τα κατοικημένα Ελληνικά νησιά (και βέβαια του Ανατολικού Αιγαίου και το Καστελόριζο) θα έχουν την δική τους ΑΟΖ. Άρα, στο Αιγαίο, το σύνολο της περιοχής (από τις ηπειρωτικές ακτές της Ελλάδος μέχρι τα ελληνικά νησιά του Ανατ. Αιγαίου), θα αποτελέσει ελληνική ΑΟΖ (χωρίς να θιγεί βέβαια η ναυσιπλοΐα και τα άλλα δικαιώματα επικοινωνίας της Τουρκίας ή των τρίτων κρατών, που συνυπάρχουν, με σχετικούς περιορισμούς, μέσα στην ΑΟΖ).
4) Επίσης, η ΑΟΖ θα πρέπει να καθιερωθεί και σ’ όλες τις άλλες παρακείμενες θάλασσες της χώρας μας, δηλαδή Ιόνιο, Κρήτη, Κω, Λιβυκό και ανατολικά της Κρήτης.
5) Το κριτήριο της απόστασης από την ακτή, που είναι κυρίαρχο στην ΑΟΖ για την οριοθέτησή της με άλλες επικαλυπτόμενες ΑΟΖ, δίνει σοβαρό πλεονέκτημα (ιδίως αν το θέμα λυθεί από Διεθνές Δικαστήριο) στην ΑΟΖ, απέναντι στην οριοθέτηση απλώς γειτονικών Υφαλοκρηπίδων, όπου λόγω των γεωλογικών στοιχείων που παραμένουν στην έννοιά της (βέβαια κυρίως πέραν των 200 ν.μ.) θα μπορούσαν να εφαρμοσθούν ευκολότερα αποκλίσεις στην αρχή της μέσης γραμμής/ίσης απόστασης, με βάση γεωλογικά χαρακτηριστικά του βυθού και την αρχή της ευθυδικίας. Αυτό μάλιστα το πλεονέκτημα ενισχύεται ενόψει και του ενιαίου ορίου, τόσο για τον βυθό όσο και για τα ύδατα, που έχει εφαρμοσθεί στις οριοθετήσεις ΑΟΖ, στην συντριπτική πλειοψηφία των διεθνών προηγουμένων που υπάρχουν[11].
6) Εφόσον κάποτε, προφανώς, θα οριοθετηθεί η Υφαλοκρηπίδα με όλα τα γειτονικά μας κράτη, είναι σαφώς προσφορότερο να οριοθετηθούν ταυτόχρονα και τα ύδατα, δηλ. συνολικά η ΑΟΖ.
Οι Νεότερες Εξελίξεις για την ΑΟΖ
Ο συντάκτης του παρόντος άρθρου υποστηρίζει ήδη από τη δεκαετία του 1980 (πρώτος στην Ελλάδα) τα πλεονεκτήματα και την ανάγκη θέσπισης ΑΟΖ από την Ελλάδα (δημοσιευμένες εισηγήσεις μου στα Πανελλήνια Συνέδρια της Ελληνικής Εταιρείας Διεθνούς Δικαίου το 1986 στη Θεσσαλονίκη, του Ελληνικού Κέντρου Ευρωπαϊκών Μελετών το 1994 στη Ρόδο, στη Διδακτορική Διατριβή μου για το Νομικό Καθεστώς της ΑΟΖ το 1998 και εφεξής). Δυστυχώς χωρίς ανταπόκριση, τουλάχιστον μέχρι κάποιες πρόδρομες ενέργειες που έγιναν από το 2004 και μετά[12].
Υπήρξαν ευτυχώς οι θετικότατες πρωτοβουλίες της Κύπρου που θέσπισε ΑΟΖ το 2004 (αν και κατεχόμενη κατά το 37% του εδάφους της και απειλούμενη από την Τουρκία) και προέβη σε οριοθετήσεις της με τις αντίστοιχες Ζώνες της Αιγύπτου (2003), του Λιβάνου (2007) και του Ισραήλ (2010) και στη συνέχεια άρχισε τη διεξαγωγή ερευνών, με εντυπωσιακά αποτελέσματα (πλέον προχωράει και σε αναθέσεις εκμετάλλευσης)[13].
Με τη μη εφαρμοσθείσα ακόμη με ευθύνη της Αλβανίας, ελληνοαλβανική οριοθέτηση του 2009 για «όριο πολλαπλών χρήσεων» (δηλαδή και για την ΑΟΖ αφότου θεσπιστεί) στο Ιόνιο (επί Κυβερνήσεως Κ. Καραμανλή)[14], αλλά και με τον νόμο 4001/2011, Άρθρο 156, έγιναν τα πρώτα βήματα που αφορούν και μια μελλοντική ανακήρυξη ΑΟΖ από την Ελλάδα. Έτσι διεκδικήθηκαν, μέχρι τη μέση γραμμή, με τις απέναντι θαλάσσιες και υποθαλάσσιες περιοχές των γειτονικών με την Ελλάδα χωρών (Αλβανίας, Ιταλίας, Λιβύης, Αιγύπτου, Κύπρου, Τουρκίας) οι περιοχές που αποτελούν την Υφαλοκρηπίδα και την μελλοντική ΑΟΖ της Ελλάδας[15].
Την περίοδο 2012-2014 (επί Κυβερνήσεως Α. Σαμαρά) προετοιμάστηκαν και έγιναν οι πρώτες έρευνες στο Ιόνιο και το Λιβυκό Πέλαγος (νοτίως της Κρήτης) με ιδιαίτερα θετικές ενδείξεις για την ύπαρξη υδρογονανθράκων. Επίσης, το Καλοκαίρι του 2012, ενημερώθηκε επίσημα η Βάση Δεδομένων των Ηνωμένων Εθνών (Διεύθυνση Θαλασσίων Υποθέσεων και Δικαίου της Θάλασσας – DOALOS) για το Δίκαιο της Θάλασσας, για τις συντεταγμένες των θαλάσσιων περιοχών μέχρι την μέση γραμμή με τις απέναντι γειτονικές κατά θάλασσα χώρες της Ελλάδος, ώστε να είναι γνωστές οι διεκδικήσεις της χώρας μας, κατά προσέγγιση για τα εξωτερικά όρια της υφαλοκρηπίδας / ΑΟΖ (αφότου αυτή θεσπισθεί). Εξάλλου, τότε απαντήθηκαν οι παράνομες εκχωρήσεις αδειών σε θαλάσσιες περιοχές νοτίως της Ρόδου και του Καστελόριζου από την Τουρκική Κυβέρνηση προς την Κρατική Τουρκική Εταιρεία Πετρελαίου (TPAO), που είχαν γίνει τον Απρίλιο του 2012 και κατατέθηκε σχετική διακοίνωση από την Ελλάδα στον ΟΗΕ τον Φεβρουάριο του 2013[16]. Έγιναν επίσης (και συνεχίζονται) διπλωματικές επαφές για την επίτευξη οριοθετήσεων με την Αίγυπτο και τη Λιβύη, αλλά και με την Ιταλία (για την επέκταση της οριοθέτησης της Υφαλοκρηπίδας που έγινε το 1977 και ως προς την ΑΟΖ, αφότου θεσπιστεί), αλλά και με την Αλβανία για το γνωστό θέμα, της «παγωμένης» Συμφωνίας του 2009.
Επίλογος – Συμπέρασμα
Ποτέ λοιπόν δεν είναι αργά! Χρειάζεται, βέβαια, γνώση, οργάνωση, αποφασιστικότητα, ετοιμότητα για τις δυσκολίες και αξιοποίηση διεθνών συσχετισμών. Το κράτος και το πολιτικό σύστημα, όμως, οφείλουν προς το λαό και το έθνος μας να διασφαλίσουν και να αξιοποιήσουν άμεσα τους φυσικούς πόρους και το θαλάσσιο περιβάλλον των παρακείμενων θαλασσών μας και τα λοιπά δικαιώματα που μας παρέχει πληθωρικά το Διεθνές Δίκαιο.
Δυστυχώς, ακόμη και σήμερα, η Ελλάδα παραμένει πραγματικά το τελευταίο από τα 149 παράκτια κράτη στην υφήλιο ως προς τις θαλάσσιες ζώνες, καθώς δεν έχει θεσπίσει (από το 1936) παρά μόνον την Αιγιαλίτιδα Ζώνη (χωρικά ύδατα) των 6 ν.μ.! Ας σημειωθεί ότι η Τουρκία θέσπισε ήδη από το 1964 Αιγιαλίτιδα Ζώνη 12 ν.μ. στον Εύξεινο Πόντο και στις νότιες Μεσογειακές ακτές της (διατηρεί για ευνόητους λόγους τα 6 ν.μ. στο Αιγαίο), ενώ έχει θεσπίσει από το 1986 ΑΟΖ στον Εύξεινο Πόντο και την οριοθέτησε με την (πρώην) Σοβιετική Ένωση το 1988!
Έχει έλθει πλέον ο χρόνος να σταματήσει αυτή η ιδιότυπη «εθνική μας μοναξιά» και να προχωρήσει η καθιέρωση όλων των θαλάσσιων ζωνών από τη χώρα μας, η οποία, έχοντας περί τα 16.000 χλμ. ακτών, μεγάλο μέρος της επικράτειας της νησιωτικό, και λαμπρή μακραίωνη σχέση με τη θάλασσα, εξαρτά μείζονα συμφέροντα και την ίδια την επιβίωσή της, από τις παρακείμενες θαλάσσιες περιοχές της.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
- Attard, D.J. (1987), The Exclusive Economic Zone in International Law, Oxford, Clarenton Press.
- Extavour, W.C. (1979), The Exclusive Economic Zone. A Study of the Evolution and Progressive Development of the International Law of the Sea, Genève, Leiden, Sijthoff.
- Gavouneli, M. (2007), Functional Jurisdiction, Publications on Ocean Development No 62, Martinus Nijhoff Publishers.
- Kariotis, Th. (Ed.) (1997), Greece and the Law of the Sea, Aegean Institute of the Law of the Sea and Maritime Law / Martinus Nijhoff Publishers.
- Kariotis, Th. (Ed.) (2007), A Greek EEZ in the Aegean Sea, 18 Mediterranean Quarterly, p. 56-71.
- Kwiatkowska, B. (1989), The 200-mile Exclusive Economic Zone in the New Law of the Sea, Dordrecht – Boston – London, Martinus Nijhoff Publishers.
- Orrega – Vicuna, F. (1989), The EEZ: Regime and Legal Nature under International Law, Cambridge University Press.
- Simmonds, R. Kenneth (1983), N. Convention on the Law of the Sea, 1982, Dobbs Ferry, New York, OCEANA Publications, Inc.
- Syrigos, A. (1998), The Status of the Aegean Sea According to International Law, Athens-Brussels, Sakkoulas/Bruylant.
- Δίπλα Χαριτίνη – Ροζάκης Χρήστος (Επιμ.) (2004), Το Δίκαιο της Θάλασσας και η Εφαρμογή του στην Ελλάδα, Ινστιτούτο Αιγαίου του Δικαίου της Θάλασσας και του Ναυτικού Δικαίου, Αθήνα, Εκδόσεις Σιδέρης.
- Ιωάννου Κ. – Στρατή Α. (2000), Δίκαιο της Θάλασσας, Β’ Έκδοση, Αθήνα-Κομοτηνή, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα.
- Καρακωστάνογλου Βενιαμίν (1989), Αιγαίο και Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, Διεθνές Δίκαιο και Διεθνής Πολιτική, Τεύχος 16, Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Παρατηρητής, Σελ. 121 επ.
- Καρακωστάνογλου Βενιαμίν (1996), Τα Δικαιώματα του Παράκτιου Κράτους στην Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη: Προκλήσεις και Προοπτικές στο Αιγαίο, Περράκης Στ., (Επιμ.), Το Αιγαίο Πέλαγος και το Νέο Δίκαιο της Θάλασσας (Πρακτικά Συμποσίου, Ρόδος 4-6 Νοε 1994), Αθήνα, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα, Σελ. 175 επ.
- Καρακωστάνογλου Βενιαμίν (2001), Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη, στο Νέο Δίκαιο της Θάλασσας. Το Νομικό Καθεστώς με έμφαση στην Αλιεία, Ινστιτούτο Διεθνούς Δημοσίου Δικαίου και Διεθνών Σχέσεων, Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Αντ. Σάκκουλα Σελ. 600.
- Ροζάκης Λ. Χρήστος (1976), Το Δίκαιο της Θάλασσας και η διαμόρφωσή του από τις διεκδικήσεις των Παράκτιων Κρατών, Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση.
- Ροζάκης Λ. Χρήστος (2013), Η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη και το Διεθνές Δίκαιο, Αθήνα, Εκδόσεις Παπαζήση.
- Ρούκουνας Εμμανουήλ (2010), Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη.
- Στρατή Γ. Αναστασία (2012), Ελληνικές Θαλάσσιες Ζώνες και Οριοθέτηση με γειτονικά Κράτη, Αθήνα, Νομική Βιβλιοθήκη.
- Συρίγος Μ. Άγγελος (2015), Ελληνοτουρκικές Σχέσεις, Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη.
- Τσάλτας Γρ. – Κλάδη-Ευσταθοπούλου Μαρ. (2003), Το Διεθνές Καθεστώς των Θαλασσών και των Ωκεανών, Τόμος Πρώτος, Αθήνα, Ι. Σιδέρης.
- Χατζηκωνσταντίνου Κ., Αποστολίδης Χ., Σαρηγιαννίδης Μ. (2014), Θεμελιώδεις Έννοιες στο Διεθνές Δημόσιο Δίκαιο, Β’ Έκδοση Αθήνα-Θεσσαλονίκη, Εκδ. Αντ. Σάκκουλα.
[1] Βλ. Simmonds (1983) ● Βλ. Ρούκουνας (2010), Σελ 21 επ. ● Βλ. επίσης, Καρακωστάνογλου (2001), Σελ. 523 επ.
[2] Βλ. μεταξύ άλλων και Συρίγος (2015), Σελ. 742-750
[3] Βλ. Καρακωστάνογλου (2001) (Πρόκειται για την διδακτορική διατριβή του συγγραφέα (1998), η οποία είναι και η πρώτη και μοναδική μέχρι σήμερα επιστημονική μονογραφία για το Νομικό Καθεστώς της ΑΟΖ, στην Ελλάδα και στην Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία, Σελίδες 600) ● Βλ. επίσης για την ΑΟΖ: Attard (1987), Extavour (1979), Kwiatkowska (1989), Orrego–Vicuna (1989), Τσάλτας (2003), Ρούκουνας (2010), Ιωάννου-Στρατή (2000), Δίπλα-Ροζάκης (2004), Χατζηκωνσταντίνου, Αποστολίδης, Σαρηγιαννίδης (2014), Στρατή (2012) Συρίγος (2015), Καρακωστάνογλου (1996), Kariotis (1997), Kariotis (2007), Gavouneli (2007), Στρατή (2004), Ροζάκης (2013), Ροζάκης (1976)
[4] Βλ. Καρακωστάνογλου (2001), Σελ. 100 επ. ● Βλ. Στρατή (2012), Σελ. 48 επ.
[5] Βλ. Συρίγος (2015), Σελ. 744, 749, 789 ● Βλ. Καρακωστάνογλου (2001), Σελ. 512 ● Βλ. Στρατή (2012)
[6] Βλ. Καρακωστάνογλου (1989) ● Βλ. Καρακωστάνογλου (1996) ● Βλ. Συρίγος (2015), Σελ. 257.
[7] Βλ. Καρακωστάνογλου (1989) ● Βλ. Καρακωστάνογλου (1996) ● Βλ. Καρακωστάνογλου (2001) ● Βλ. Στρατή (2012), Σελ. 171-174 ● Βλ. Συρίγος (2015), Σελ. 749
[8] Βλ. Στρατή (2012), Σελ. 156, Υποσ. 277
[9] Βλ. Καρακωστάνογλου (2001), Σελ. 527 ● Βλ. Συρίγος (2015), Σελ. 787 επ.
[10] Βλ. Καρακωστάνογλου (2001), Σελ. 527 επ. ● Βλ. Καρακωστάνογλου (1996), Σελ. 195 επ. ● Βλ. Καρακωστάνογλου (1989), Σελ. 141 επ.
[11] Βλ. Καρακωστάνογλου (1989), Σελ. 131 επ. ● Βλ. Καρακωστάνογλου (1996), Σελ. 186 ● Βλ. Καρακωστάνογλου (2001), Σελ. 171 επ.
[12] Βλ. Καρακωστάνογλου (1989) ● Βλ. Καρακωστάνογλου (1996) ● Βλ. Καρακωστάνογλου (2001)
[13] Βλ. Στρατή (2012), Σελ. 100 επ.
[14] Βλ. Στρατή (2012), Σελ. 135 επ.
[15] Βλ. Συρίγος (2015), Σελ. 738 επ.
[16] Βλ. Συρίγος (2015), Σελ. 740 επ.
Ο Δρ Βενιαμίν Καρακωστανογλου είναι Διεθνολόγος, Λέκτορας Τομέα Διεθνών Σπουδών Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Πρόεδρος του Περιφερειακού Συμβουλίου της Περιφ. Κεντρικής Μακεδονίας
πρ. Διπλωμάτης Διεθνών Οργανισμών στα Βαλκάνια
πρ. Αντιδήμαρχος Θεσσαλονίκης, πρ. Υποψήφιος Βουλευτής – Ευρωβουλευτής Ν.Δ.