Του Αλκη Καλλιαντζίδη, Οικονομολόγου, [email protected], www.kalkis.eu
Αυτό προκύπτει από το σχετικό ρεπορτάζ της Anne-Sophie Faivre Le Cadre, ανταποκρίτριας στην Κωνσταντινούπολη της εφημερίδας Libération, στις 5-12-2022, με τίτλο : «ΣτηνΤουρκία, ντόπιοι και διεθνείς δημοσιογράφοι ασφυκτιούν κάτω από την ίδια φίμωση» (En Turquie, journalistes locaux et internationaux étouffent sous le même bâillon). «Οι συνθήκες εργασίας των δημοσιογράφων γίνονται ολοένα και πιο δύσκολες υπό την αυξημένη καταπίεση της κυβέρνησης, η οποία δεν διστάζει πλέον να φιμώνει την παραμικρή κριτική, συμπεριλαμβανομένων και των ξένων ανταποκριτών», συνοψίζει η Anne-Sophie Faivre Le Cadre.
Ο Ευάγγελος Αρεταίος αποκλείστηκε. Μετά από 23 χρόνια του να διασχίζει τη χώρα (την Τουρκία) όπου γεννήθηκαν τα δύο παιδιά του, ο Έλληνας δημοσιογράφος συνελήφθη στο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης στις 26 Αυγούστου 2022, ανακρίθηκε από την αστυνομία για επτά ώρες και ειδοποιήθηκε για την απαγόρευση επιστροφής του στη χώρα όπου έχει χτίσει ολόκληρη επαγγελματική ζωή. «Δεν κατάλαβα, δεν έκανα ή έγραψα κάτι διαφορετικό από τα συνηθισμένα. Δεν υπήρχαν προειδοποιητικά σημάδια. Τι συνέβη ;», αναρωτήθηκε ο δημοσιογράφος.
«Συλλήψεις με ψευδή προσχήματα»
Η απέλαση του Έλληνα δημοσιογράφου είναι ένα από τα τελευταία παραδείγματα σκλήρυνσης των συνθηκών εργασίας Τούρκων και διεθνών δημοσιογράφων, που λανθάνει από το κίνημα διαμαρτυρίας Γκεζί το 2013. «Πολιτική και ιδεολογική εξυγίανση, και η κυβέρνηση κάνει ό,τι μπορεί για να πραγματοποιήσει αυτήν την διαδικασία που επιβάλλει μια ισλαμο-εθνικιστική ιδεολογία σε ολόκληρη την κοινωνία, στην κοινή γνώμη, στα μέσα ενημέρωσης και στην κοινωνία των πολιτών», εξηγεί ο Erol Onderoglu, Γαλλότουρκος και εκπρόσωπος των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα στην Τουρκία, έχοντας συλληφθεί και στη συνέχεια φυλακίστηκε το 2016. «Αυτό ώθησε σε μια ανείπωτη πόλωση στον κλάδο και οδήγησε σε μια πολύ ισχυρή καταπίεση κατά την οποία το να εκφράζεις μια άλλη άποψη από την καθημερινότητα του προέδρου και των κολλητών του γίνεται απαγορευτική», διεκτραγωδεί.
Τα ξένα μέσα ενημέρωσης αντιμετωπίζουν αυξανόμενο αριθμό μηνύσεων από την τουρκική κυβέρνηση. Η τελευταία μήνυση, ενάντια στην εφημερίδα Charlie Hebdo, της οποίας η δίκη για «εξύβριση του Προέδρου» έχει προσδιοριστεί για τον Ιούνιο του 2023. Οι ξένοι δημοσιογράφοι που εργάζονται στην Κωνσταντινούπολη ή την Άγκυρα γνωρίζουν ότι παρακολουθούνται στενά από τις τουρκικές υπηρεσίες. «Η Τουρκία είναι μια από τις καλύτερα εξοπλισμένες χώρες στον κόσμο, όσον αφορά την επιτήρηση και την υψηλή τεχνολογία. Δεν πρέπει να υπάρχουν αυταπάτες», προειδοποιεί ο Ερόλ Οντέρογλου. Ποια είναι η πιο ύπουλη συνέπεια αυτού του μολυβένιου κλίματος; Η αυτολογοκρισία, συνειδητή ή ασυνείδητη. «Κάπου όλοι έχουμε αναπτύξει αυτά τα αντανακλαστικά του να μην μιλάμε για ορισμένα πράγματα, κάτι που δείχνει ότι αυτή η κατάσταση μας απασχολεί», προσθέτει ο Ευάγγελος Αρεταίος.
Είναι θαύμα που υπάρχουν ακόμα δημοσιογράφοι στην Τουρκία. Κινδυνεύουν να πάνε φυλακή, να πληρώσουν πολύ βαριά πρόστιμα, και να εμπλακούν σε δίκες… Αυτό είναι μια συνειδητή στρατηγική εκ μέρους της κυβέρνησης, ώστε να σπαταλούν χρόνο και ενέργεια οι δημοσιογράφοι. Και ο νέος νόμος για την παραπληροφόρηση δίνει στην εξουσία πρόσθετα όπλα για τη σύλληψη δημοσιογράφων με ψευδείς προφάσεις», δήλωσε ο Εμρέ Κιζιλκάγια, Τούρκος δημοσιογράφος και αντιπρόεδρος του Διεθνούς Ινστιτούτου Τύπου (IPI), ενός δικτύου δημοσιογράφων που υπερασπίζονται την ελευθερία του Τύπου.
«Δεν τολμάμε πια να λέμε τίποτα»
Αν και τα κυρίαρχα μέσα ελέγχονται σχεδόν πλήρως από τον Ερντογάν και τους συμμάχους του, μια νέα γενιά ανεξάρτητων ρεπορτάζ ανθίζει σε μια ποικιλία μέσων και ψηφιακών μορφών, από ενημερωτικά δελτία έως βίντεο και podcast, φέρνοντας μια ανάσα φρεσκάδας σε αυτό το ζοφερό τοπίο. Μια σχετική ελπίδα, σύμφωνα με τον Emre Kizilkaya, επειδή αυτά τα νέα μέσα αγγίζουν τουλάχιστον έναν αστικό και μορφωμένο πληθυσμό.
«Δεν τολμάμε να λέμε τίποτα πια. Κάνουμε τόσες ερωτήσεις στον εαυτό μας, είμαστε τόσο προσεκτικοί πριν δημοσιεύσουμε κάτι που καταλήγουμε να αναρωτιόμαστε αν είμαστε πραγματικά δημοσιογράφοι», αναστενάζει ο Basak (ψευδώνυμο για λόγους ασφαλείας), ο οποίος εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα σε αντιπολιτευτική εφημερίδα προτού σιγήσει. «Σήμερα, συνεργάζομαι μόνο με ξένα μέσα, σε θέματα που δεν έχουν καμία σχέση με τη χώρα μου. Έχω την εντύπωση ότι την προδίδω όπως και τον εαυτό μου, αλλά η ησυχία μου έχει αυτό το τίμημα», λυπάται ο τριαντάχρονος από την Κωνσταντινούπολη δημοσιογράφος. Όπως ο Μπασάκ, πόσοι Τούρκοι δημοσιογράφοι έχουν κρεμάσει τα μολύβια τους, εξαντλημένοι από την κυβερνητική καταπίεση, τις σωματικές και ψυχολογικές απειλές της, τα βαριά πρόστιμα που επιβάλλει σε δημοσιογράφους που είναι ένοχοι γιατί ενημερώνουν ;
Οι ξένοι δημοσιογράφοι προστατεύονται από το διαβατήριό τους – και ακόμη περισσότερο όταν είναι Ευρωπαίοι. Το χειρότερο που μπορεί να τους συμβεί είναι να τους απελάσουν και μετά να τους απαγορεύσουν να επιστρέψουν στην Τουρκία», αναφέρει ο ανταποκριτής των Δημοσιογράφων Χωρίς Σύνορα στην Κωνσταντινούπολη. Όπως π.χ. ο Ευάγγελος Αρεταίος που τρεις μήνες μετά τη σύλληψή του προσπαθεί να ξαναφτιάξει τον εαυτό του μακριά από μια χώρα που θεωρούσε δική του. «Αισθάνομαι βαθιά ανησυχία για την κατάσταση της ελευθερίας του Τύπου στην Τουρκία, η οποία συνοδεύεται από βαθιά θλίψη. Είναι σαν να μου έχουν αποκόψει ένα κομμάτι του εαυτού μου – γιατί αυτή τη χώρα, εξακολουθώ να την αγαπώ».
Άβυσσος η ψυχή του εν λόγω έλληνα δημοσιογράφου. Οφείλουμε όμως να τη σεβαστούμε.