“Οδιάβολος κρύβεται στις λεπτομέρειες” λένε πάντοτε οι γνώστες των συμφωνιών. Επομένως το ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ αποτάθηκε σε έναν ειδικό αναλυτή προκειμένου να αποκρυσταλλώσει την εικόνα της ελληνογαλλικής συμφωνίας, και ιδίως του Άρθρου 2 αυτής σχετικά και με την ειδική έννοια του όρου “επικράτεια”!
Ο κ. Βενιαμίν Καρακωστάνογλου, Διεθνολόγος, Λέκτορας Νομικής Σχολής Α.Π.Θ., Πρόεδρος Περιφερειακού Συμβουλίου Κεντρικής Μακεδονίας, θέτει στο μικροσκόπιο το εν λόγω άρθρο της συνθήκης Αθήνας-Παρισίων. Ως απόλυτος γνώστης για το θέμα της νομικής φυσης της ΑΟΖ στο πλαίσιο της διδακτορικής του διατριβής, που αποτελεί το πρωτο και μοναδικό μέχρι σήμερα σύγγραμμα-μονογραφία στην ελληνική βιβλιογραφία για την ΑΟΖ (και άρα και για την υφαλοκρηπίδα), και κατέχοντας εις βάθος το αναλυτικό νομικό καθεστώς της από το 1998, εξηγεί όλες τις παραμέτρους.
Εξηγεί με ποιον τρόπο ενώ η ΑΟΖ και η Υφαλοκρηπίδα δεν ανήκουν στην παραδοσιακή επικράτεια του παράκτιου κράτους, όπου ασκείται πλήρης κυριαρχία, ωστόσο η επιθετική προσβολή τους και η διεκδίκησή τους, με παραβίαση των όρων του Διεθνούς Δικαίου, είναι αναμενόμενο να ενεργοποιήσει την ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής που περιέχει το άρθρο 2 της Ελληνογαλλικής Συμφωνίας.
Στην αποκλειστική του ανάλυση για το ΠΕΝΤΑΠΟΣΤΑΓΜΑ ο κ. Καρακωστάνογλου απαντάει στο εξής ερώτημα:
-Το Άρθρο 2 της συμφωνίας Αθήνας-Παρισίου αναφέρει πως τα μέρη παρέχουν το ένα στο άλλο βοήθεια και συνδρομή, με όλα τα κατάλληλα μέσα που έχουν στην διάθεσή τους, κι εφόσον υφίσταται ανάγκη με τη χρήση ένοπλης βίας, εάν διαπιστώσουν από κοινού ότι μία ένοπλη επίθεση λαμβάνει χώρα εναντίον της επικράτειας ενός από τα δύο, σύμφωνα με το Άρθρο 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών. Το ερώτημά είναι τι ακριβώς συνιστά “επικράτεια”; Η υφαλοκρηπίδα ακόμη και μετά την οριοθέτησή της και η ΑΟΖ ακόμη και μετά την ανακήρυξη και οριοθέτησή της συνιστούν ή όχι «επικράτεια» στην οποία ασκείται εθνική κυριαρχία;
Απάντηση:
Η ρήτρα αμυντικής συνδρομής που περιέχεται στην πρόσφατη Ελληνογαλλική Συμφωνία (άρθρο 2) αναφέρεται στη χρήση ένοπλης βίας από τις δύο χώρες σε περίπτωση ένοπλης επίθεσης εναντίον της επικράτειας μίας εκ των δύο από τρίτη χώρα, σύμφωνα με το άρθρο 51 του Χάρτη του ΟΗΕ. Πρόκειται δηλαδή για ένοπλη άμυνα που είναι νόμιμη σύμφωνα με το παραπάνω άρθρο, που αφορά το ομώνυμο δικαίωμα αυτοάμυνας (ή συλλογικής άμυνας) των κρατών απέναντι σε ένοπλη επίθεση.
Δημιουργείται όμως θέμα για την περιοχή που καλύπτει αυτή η επικράτεια.
Η πλήρης κυριαρχία των κρατών ασκείται στην χερσαία (ηπειρωτική και νησιωτική) περιοχή τους (έδαφος), καθώς και στην Αιγιαλίτιδα Ζώνη τους.
Από το 1958 όμως (Σύμβαση της Γενεύης για την Υφαλοκρηπίδα) και από το 1982 (Σύμβαση του Montego Bay για το νέο Δίκαιο της Θάλασσας) υιοθετήθηκαν οι δύο νέοι θεσμοί, συμπληρωματικοί μεταξύ τους, η Υφαλοκρηπίδα και η Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη (ΑΟΖ) που ολοκλήρωσε και παραπέμπει και στην Υφαλοκρηπίδα (μέχρι τα 200 ναυτικά μίλια από τις γραμμές βάσης μέτρησης των θαλάσσιων ζωνών), ως προς τον βυθό και το υπέδαφός της.
Κυριαρχικά δικαιώματα αποκλειστικού χαρακτήρα
Στις δύο αυτές ζώνες ασκούνται από τα παράκτια κράτη κυριαρχικά δικαιώματα, αποκλειστικού χαρακτήρα, ενώ τα τρίτα κράτη δικαιούνται να διεξάγουν ναυσιπλοΐα, υπέρπτηση και να τοποθετούν υποθαλάσσιους αγωγούς και υποβρύχια καλώδια. Αυτές όμως οι παραδοσιακές ελευθερίες της Ανοιχτής Θάλασσας (Διεθνή Ύδατα) πρέπει να μην συγκρούονται με τα οικονομικής φύσεως κυριαρχικά δικαιώματα των παράκτιων κρατών και να μην τα υπονομεύουν ή τα αναιρούν.
Πώς συγκρίνονται τα κυριαρχικά δικαιώματα στην ΑΟΖ και στην Υφαλοκρηπίδα με την πλήρη κυριαρχία επί του εδάφους (επικράτειας) των παράκτιων κρατών;
Ενώ η κυριαρχία επί του εδάφους και της Αιγιαλίτιδας Ζώνης είναι πλήρης (και ποσοτικά), τα οικονομικά κυριαρχικά δικαιώματα στην Υφαλοκρηπίδα αφορούν τους φυσικούς πόρους του βυθού και του υπεδάφους του βυθού, κυρίως μη ζώντες, δηλαδή π.χ. υδρογονάνθρακες (πετρέλαιο, φυσικό αέριο) και άλλα ορυκτά, αλλά και ορισμένους ζώντες πόρους του βυθού (καθιστικά είδη). Είναι όμως ποιοτικά ίδιας φύσεως με την κυριαρχία επί του εδάφους. Ποσοτικά υπολείπονται λόγω των τριών ελευθεριών της Ανοικτής Θάλασσας που συνυπάρχουν στην Υφαλοκρηπίδα υπέρ των τρίτων κρατών (μολονότι εξαίρεση της Αβλαβούς Διέλευσης ισχύει και στην Αιγιαλίτιδα Ζώνη).
Στην περίπτωση της ΑΟΖ το καθεστώς είναι ακόμη πιο ενισχυμένο υπέρ του παράκτιου κράτους. Κάθε φυσικός πόρος, ζωντανός ή μη ζωντανός, του βυθού, του υπεδάφους και των υδάτων της ζώνης, ανήκει αποκλειστικά, δηλαδή κυριαρχικά, στο παράκτιο κράτος και επιπλέον κάθε οικονομική δραστηριότητα που μπορεί να ασκηθεί στον θαλάσσιο χώρο ανήκει στα κυριαρχικά αποκλειστικά δικαιώματα του κράτους της ΑΟΖ. Στα δικαιώματα αυτά ανήκει μάλιστα τόσο η εξερεύνηση και εκμετάλλευση των φυσικών πόρων, όσο και η διαχείριση και διατήρηση των ζώντων πόρων, ζωικών και φυτικών, ώστε να επιτυγχάνεται αειφορία ταυτόχρονα με την βέλτιστη εκμετάλλευσή τους.
Ο επαναστατικός θεσμός της ΑΟΖ
Είναι τόσο επαναστατικός θεσμός η ΑΟΖ, ώστε και η προστασία του θαλάσσιου περιβάλλοντος, η θαλάσσια επιστημονική έρευνα, δηλαδή και μη αμιγώς οικονομικές χρήσεις, ανήκουν ως αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα στο παράκτιο κράτος! Επιπλέον δε, κάθε μελλοντική τεχνολογική εξέλιξη που θα επιτρέπει νέες χρήσεις της θάλασσας, θα εμπλουτίζει με αποκλειστικότητα (κυριαρχικά) μόνο τα δικαιώματα του παράκτιου κράτους στην ΑΟΖ!
Επίσης, όπως συμβαίνει και στην Υφαλοκρηπίδα, κάθε τεχνητό νησί ή άλλη εγκατάσταση στην επιφάνεια ή στο βυθό της θάλασσας, για κάθε σκοπό, θα κατασκευάζεται μόνο από το κράτος της ΑΟΖ ή μόνο με δική του εξουσιοδότηση από τρίτους. Τονίζεται δε, ήδη από το 1958, ότι κανένα άλλο κράτος δεν δικαιούται να ερευνά ή να εκμεταλλεύεται ξένη Υφαλοκρηπίδα, και αν το πράξει, δεν αποκτά κανένα δικαίωμα επ’ αυτής. Ακόμη και όλες οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας στην ΑΟΖ ανήκουν στο παράκτιο κράτος. Δηλαδή, όπως γίνεται παγίως πλέον αποδεκτό από την βιβλιογραφία του Δικαίου της Θάλασσας και από τα περισσότερα κράτη (σύνολο περί τα 137) που ανακήρυξαν την ΑΟΖ τους, τα δικαιώματα επί της ΑΟΖ αποτελούν μία «Οικονομική Κυριαρχία» που συνυπάρχει με τις 3 ελευθερίες της Ανοικτής Θάλασσας (ναυσιπλοΐας, υπέρπτησης και κατασκευής υποθαλάσσιων αγωγών και καλωδίων) για την διευκόλυνση των τρίτων χωρών. Απαράβατη προϋπόθεση αυτές να μην συγκρούονται με την οικονομική κυριαρχία του παράκτιου κράτους στην ΑΟΖ.
Ξεκινώντας λοιπόν από την προσθήκη των υδάτων (δηλ. κυρίως της Αλιείας) στην προϋφιστάμενη έννοια της Υφαλοκρηπίδας, ο θεσμός της ΑΟΖ συμπεριέλαβε ως βυθό-υπέδαφός του και την Υφαλοκρηπίδα ως τα 200 ν.μ., επαυξάνοντας συνολικά την περιοχή της και εμπλουτίζοντας δραστικά και καθολικά τις αποκλειστικές οικονομικές χρήσεις στα πρώτα 200 ν.μ. του θαλάσσιου χώρου. Έτσι το σύνολο των ΑΟΖ όλων των παράκτιων χωρών φθάνει το 36% των ωκεανών (μαζί με την Αιγιαλίτιδα) και περιλαμβάνει το σύνολο σχεδόν της παγκόσμιας Αλιείας, των υποθαλάσσιων υδρογονανθράκων και την θαλάσσιας επιστημονικής έρευνας, μαζί και με άλλες αρμοδιότητες, στα αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα και τις δικαιοδοσίες της ΑΟΖ!
Δεν πρέπει λοιπόν να επιχειρείται η μείωση της σημασίας των κυριαρχικών δικαιωμάτων και της δικαιοδοσίας που ασκεί το παράκτιο κράτος στην ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα, που δεν εξομοιώνονται βέβαια με την εδαφική κυριαρχία ποσοτικά, αλλά είναι βέβαιο ότι ποιοτικά αποτελούν αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα οικονομικής φύσεως, λειτουργικού χαρακτήρα (και αυτό δεν είναι μειωτικό) με στόχο κάθε οικονομική χρήση των θαλασσών, μέχρι τα 200 ν.μ., δηλαδή μία πλήρη οικονομική κυριαρχία, που στην εποχή μας έχει τεράστια σημασία για τα κράτη.
Η ΑΟΖ και η Υφαλοκρηπίδα λοιπόν, δεν ανήκουν στην παραδοσιακή επικράτεια του παράκτιου κράτους, όπου ασκείται πλήρης κυριαρχία. Αποτελούν όμως δύο σχετικά νέες περιοχές θάλασσας-βυθού και υπεδάφους των παράκτιων κρατών, με οικονομική κυριαρχία, δηλαδή αποκλειστικά κυριαρχικά δικαιώματα, τεράστια έκταση, όπου το επιτρέπει η γεωγραφία και τεράστια οικονομικά συμφέροντα τους.
Συνεπώς η επιθετική προσβολή τους και η διεκδίκησή τους, με παραβίαση των όρων του Διεθνούς Δικαίου (π.χ. άρθρο 121 για τις ζώνες των νησιών της Σύμβασης για το Δίκαιο της Θάλασσας), είναι αναμενόμενο να ενεργοποιήσει την ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής που περιέχει το άρθρο 2 της Ελληνογαλλικής Συμφωνίας, καθώς το έδαφος του κράτους (Ελλάδα) και η Αιγιαλίτιδα Ζώνη του θα προσβληθούν από την στρατιωτική δράση του επιτιθέμενου (Τουρκία), ακόμη και αν η αφορμή αφορά την ΑΟΖ/Υφαλοκρηπίδα.
Το ζήτημα όμως του άρθρου 2 της Συμφωνίας δεν θα το ερμηνεύσουν καθηγητές πάσης επιστήμης ,αλλά οι αρμόδιοι πολιτικοί και διπλωμάτες , οι οποίοι όταν συζητούν για να αποφασίσουν για την εφαρμογή- ιδιαίτερα του άρθρου 51 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών -ξεχνούν να πάρουν αποφάσεις.
Αρίστη η Συμφωνία ως πολλαπλασιαστής της αποτροπής για ενδεχόμενη είσοδο της Τουρκίας ”στο φρενοκομείο” ,αλλά καλά θα είναι από τώρα τα αρμόδια ΥΠΕΞ και ΥΠΕΘΑ να ”προσομοιώσουν” περιπτώσεις αμέσου εφαρμογής του άρθρου 2 της Συμφωνίας, για να ΄΄δέσουμε τον γαιδαρό μας” ,όπως λέει και η παροιμία μας..
Αργά ή γρήγορα ο Ερντογάν θα τεστάρει την αμυντική συμφωνία, οπότε θα βγουν τα συμπεράσματα εφαρμογής της.
Οι συμφωνίες αυτής της βαρύτητας κρίνονται περισσότερο σε πολιτικό παρά σε νομικό και τεχνικό επίπεδο.
Αν η Γαλλία θέλει, θα υπερασπιστεί την Ελληνική επικράτεια. Πάντως η αύξηση της Ελληνικής συμμετοχής στην Αφρική πιθανότερο είναι να έρθει έμμεσα στο πλαίσιο της συνεισφοράς δυνάμεων στις επιχειρήσεις της ΕΕ.
Άμεση αποστολή Ελληνικών δυνάμεων στο Σαχέλ στο πλαίσιο της διμερούς θα είναι δύσκολο εγχείρημα, παρόλο που η Σαουδική Αραβία δείχνει θετική πρόθεση.