του Δημήτρη Μακροδημόπουλου*
Οι εκδηλώσεις εορτασμού επετείων όπως των διακοσίων ετών από την Επανάσταση του 1821 θα πρέπει να είναι επικεντρωμένες στην ερμηνεία του παρόντος με αφετηρία την Παλιγγενεσία και όχι αποκομμένες από το σήμερα. Διότι το παρελθόν ενυπάρχει στο παρόν. Για να μπορέσουμε να δώσουμε απαντήσεις σε θεμελιώδη ερωτήματα για το σήμερα που βιώνουμε. Γιατί π.χ. οι πελατειακές σχέσεις, η οικογενειοκρατία και η αναξιοκρατία τροχοπεδούν και σήμερα την κοινωνία; Ποιές είναι οι ρίζες τους. Γιατί το έθνος συρρικνώθηκε στα στενά κρατικά του όρια; Πού οφείλονται οι σχέσεις εξάρτησής μας ακόμη και σήμερα από τις Μεγάλες Δυνάμεις; Τί μας “χρωστά” ακόμη το 1821; Παίρνοντας αφορμή από τον Ένζο Τραβέρσο, ο οποίος επικαλούμενος τον Γιούργκεν Χάμπερμας, περί της “δημόσιας χρήσης” της ιστορίας, γράφει στο “Τί απέγιναν οι διανοούμενοι;” ότι “η ιστορία δεν ανήκει σε αυτούς που ασκούν το επάγγελμα να τη γράφουν, ανήκει σε όλο τον κόσμο”, θεωρώ ότι νομιμοποιούμαστε να καταθέσουμε και τη δική μας οπτική γωνία.
- Η ενθύμηση 200 χρόνια μετά
Πολλοί ιστορικοί ασπάζονται τον ιστορικισμό. Γι’ αυτούς, η ιστορία είναι μια αποκομμένη ήπειρος, μια οριστικά τελειωμένη διαδικασία. Αυτό είναι ολοφάνερο από τον τρόπο εορτασμού των επετείων. Απέναντι σε αυτή την αντίληψη αντιπαρατίθεται μια αντίληψη της ιστορίας θεμελιωμένη πάνω στην ιδέα μια ανοιχτής διαχρονικότητας: Το παρελθόν δεν εγκαταλείπει ποτέ το παρόν κι αυτά τα δύο δεν μπορούν να διαχωριστούν. Το παρελθόν παραμένει εντός μας και, κατά συνέπεια μπορεί να επανενεργοποιηθεί. Τίποτα δεν χάνεται οριστικά. Γιαυτό οι εορτασμοί των επετείων, με τον τρόπο που εορτάζονται, στοχεύουν να ενταφιάσουν τα γεγονότα, όπως το 1821, στο μακρινό παρελθόν, ώστε να μη νοηματοδοτήσουν τις δυνατότητες του παρόντος. Όμως το να αφυπνίσει κανείς το παρελθόν – “να αφυπνίσουμε τους νεκρούς”, να αποχτήσουμε μια γόνιμη σχέση μαζί τους και να αναγνωρίσουμε μια “ενεργή” παρουσία τους στην κοινωνία μας – δεν είναι εύκολο πράγμα. Σύμφωνα με τον Βάλτερ Μπένγιαμιν, να ενεργοποιήσουμε και πάλι το παρελθόν σήμαινε να αλλάξουμε το παρόν, επομένως ήταν γι’ αυτόν ένα εγγενώς πολιτικό έργο. Διότι η ιστορική γνώση ήταν και είναι επαναστατική πράξη που δεν θα πρέπει να συγχέεται με την απλή πολυμάθεια. Η ατάραχη και μεθοδική έρευνα στα αρχεία – τους χώρους όπου το παρελθόν φυλάσσεται και προστατεύεται μακριά από επικίνδυνες διασυνδέσεις με τον κόσμο των ζωντανών – ήταν η αγαπημένη μέθοδος του ιστορικισμού, της πρακτικής στη χώρα μας και όχι μόνον. Αυτό, για παράδειγμα, είχε συμβεί γράφει ο Ντανιέλ Μπενσάιντ και κατά “τον επίσημο ενταφιασμό της Γαλλικής Επανάστασης που γιορτάστηκε με ηχηρή μεγαλοπρέπεια το 1989”, όπου “ο Φρανσουά Φυρέ είχε ιερουργήσει στην επικήδεια τελετή του 1789”. Και οι ήρωες του 1821, ο Κολοκοτρώνης, ο Καραϊσκάκης και τόσοι άλλοι; Οι αγρότες της Κουάουτλα στο Μεξικό μετά την επανάσταση είχαν εμποδίσει τη μεταφορά των λειψάνων του Εμιλιάνο Ζαπάτα στην πρωτεύουσα. Ήξεραν, εξηγεί ο Ντανιέλ Μπενσάιντ, ότι “αυτή η είσοδος σ’ ένα Πάνθεο όπου συγκατοικούσαν νικητές και νικημένοι, δολοφόνοι και θύματα, θα ήταν δεύτερος θάνατος”. Εμείς τους ήρωες του 1821, τους έχουμε τοποθετήσει μόνιμα στο Πάνθεον. Δεν μας αγγίζουν.
- Η Επανάσταση ήταν ημιτελής;
Ο Murray Bookchin στον πρώτο τόμο του έργου του “Η Τρίτη Επανάσταση” γράφει ότι ορισμένοι μελετητές, με δημοφιλέστερο ίσως τον Κραίην Μπρίτον στην “Ανατομία της Επανάστασης”, υποστήριξαν μια θεωρία σταδίων για τις επαναστάσεις. Στο πρώτο στάδιο, την “πρώτη επανάσταση”, ο λαός ενωμένος οδηγείται σε μια εξέγερση ενάντια στην άρχουσα τάξη που μπορεί να έχει και εθνικά χαρακτηριστικά, όπως στην περίπτωση της Ελληνικής Επανάστασης του 1821 (Οθωμανοί) ή μόνον ταξικά, όπως στις επαναστάσεις εκείνης της περιόδου στην Ευρώπη (π.χ. ενάντια στους φεουδάρχες αρχικά το 1789, ενάντια στην αστική τάξη το 1848). Όμως, μετά την αρχική επιτυχία της επανάστασης μπαίνει θέμα εξουσίας. Ποιά τάξη θα αναλάβει την εξουσία; Διότι κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι οι Έλληνες ξεσηκώθηκαν εναντίον των Οθωμανών απλά και μόνον για να περιέλθει η κτηματική περιουσία των πασάδων στους κοτζαμπάσηδες. Ακολουθεί ή συμβαίνει ταυτόχρονα εμφύλιος πόλεμος, δηλαδή ταξικός πόλεμος για την κατοχή της εξουσίας, ο οποίος αφυπνίζει μεγάλα τμήματα των κατώτερων τάξεων, τα οποία αγωνίζονται ενάντια στους μετριοπαθείς πρώην συμμάχους τους, οδηγώντας έτσι στη “δεύτερη επανάσταση”. Η θεωρία αυτή επαληθεύτηκε στην Αγγλική, τη Γαλλική και τη Ρωσική Επανάσταση. Η Ελληνική Επανάσταση του 1821 περιορίστηκε στην πρώτη φάση της, άλλαξαν απλά οι κυρίαρχοι, η εξουσία και η γη πέρασε στους κοτζαμπάσηδες. Δεν ακολούθησε η δεύτερη φάση με τις ταξικές διεκδικήσεις που θα αποκαθήλωνε την ηγεμονία των κοτζαμπάσηδων. Γιαυτό η κοινωνία μας συνεχίζει να διατηρεί οθωμανικά χαρακτηριστικά με τις πελατειακές σχέσεις, την οικογενειοκρατία, την ξενοκρατία κ.α.π., με εντονότερα αυτά στις υψηλότερες βαθμίδες της εξουσίας σε υπουργεία, ΑΕΙ, Οργανισμούς, τους σύγχρονους “κοτζαμπάσηδες”.
Οι πάντες μαρτυρούν περί αυτού: Ο Γιάννης Σκαρίμπας στο βιβλίο του «Το 1821 και η Αλήθεια» γράφει: «Μεταξύ δουλείας και δουλείας δεν υπάρχει καμμιά διαφορά. Με το να κάμεις μιαν επανάσταση κι αποτινάξεις τον ζυγό δεν έκαμες τίποτα. Το 21 αυτό έκαμε. Το να μην ξαναεμπέσεις σε ζυγό, αυτό είναι επανάσταση». Πιο κάτω σημείωνε: «Οι Τούρκοι δεν ήσαν οι χειρότεροι…Ο ελληνικός λαός δεν θάκανε την επανάσταση για να αποκαταστήσει και πολιτικά τους κοτζαμπάσηδες. Οι λέγοντες ότι η Επανάσταση ήταν μόνον Εθνική, ή είναι αδιάβαστοι ή δεν μας λένε την αλήθεια. Σκοτώνοντας τον Τούρκο ήξερε ότι σκοτώνει τον σύμμαχο των κοτζαμπάσηδων. Χωρίς τον αφανισμό πρώτα αυτουνού, δεν μπόραε να ξεπάτωνε τους άλλους. Το ότι σε αυτό η Επανάσταση γελάστηκε δεν πάει να πεί ότι τους εφείσθη. Θα τους πέρναε εν στόματι μαχαίρας. Το ότι νόμισε ότι για τούτο είχε καιρό, αυτό την έφαγε…Η Επανάσταση απότυχε…».
Το κοινωνικό αποτύπωμα της επανάστασης του 1821 είναι ολοφάνερο και εξήντα χρόνια μετά, το 1881, όταν η Θεσσαλία και τμήμα της Ηπείρου προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα ύστερα από απόφαση του Συνεδρίου του Βερολίνου, και τους πασάδες τους αντικατέστησαν στην ιδιοκτησία οι κοτζαμπάσηδες. Αποκαλύπτει ότι το ελληνικό κράτος πλέον διατηρούσε μετεπαναστατικά τα χαρακτηριστικά του κοτζαμπασισμού. Γράφει ο Μ. Μ. Παπαϊωάννου στην Εισαγωγή του έργου του Γ. Κορδάτου «Σελίδες από την Ιστορία του Αγροτικού..»: «H προσάρτηση της Θεσσαλίας και του Νότου της Ηπείρου σήμαινε εξάπλωση της ελληνικής φεουδαρχίας πάνω σε νέα εδάφη και σε νέους πληθυσμούς. Οι κολλίγοι το κατάλαβαν αυτό καλύτερα με την είσοδο του ελληνικού στρατού της προσάρτησης. Δεν ήταν απελευθερωτικός στρατός αυτός, μα στρατός κατοχής, στρατός τσιφλικάδων. Κατά την σύγκρουση κολλιγάδων και τσιφλικάδων ο στρατός υπερασπίσθηκε την “ιερά ιδιοκτησία” των δευτέρων. Για τους αγρότες άνοιξαν οι φυλακές και τα κρατητήρια, λειτούργησαν τα δικαστήρια..Κι αρωτάω: Απότυχε ή δεν απότυχε η Επανάσταση;» Έτσι ώστε ο καθηγητής Δημήτριος Τσάκωνας να διαπιστώνει: «Το Ελλαδικόν Κράτος των Κοτζαμπάσηδων διεδέχθη το τιμαριωτικόν της Οθωμανικής αυτοκρατορίας».
Για ποιό λόγο δεν ακολούθησε το 1821 η κοινωνική επανάσταση; Γιατί δεν μπήκε θέμα ταξικής εξουσίας; Έγραφε ο Μαρξ στη “18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη” για τις κοινωνικές επαναστάσεις: “Η κοινωνική επανάσταση του 19ου αιώνα δεν μπορεί να αντλήσει την ποίησή της από το παρελθόν, αλλά μόνο από το μέλλον. Δεν μπορεί να αρχίσει με τον ίδιο τον εαυτό της προτού σβήσει όλες τις προλήψεις σχετικά με το παρελθόν. Οι προηγούμενες επαναστάσεις είχαν ανάγκη από κοσμοϊστορικές αναμνήσεις για να κρύψουν από τον εαυτό τους το περιεχόμενό τους. Για να φθάσει στο δικό της περιεχόμενο η επανάσταση του 19ου αιώνα, πρέπει ν’ αφήσει τους πεθαμένους να θάψουν τους νεκρούς τους. Εκεί η φράση ξεπερνούσε το περιεχόμενο, εδώ το περιεχόμενο ξεπερνάει τη φράση”. Γιαυτό η επανάσταση του 1821 δεν είχε κοινωνικό χαρακτήρα Πρόβαλε το παρελθόν που σαγήνευσε τους ευρωπαϊκούς λαούς (όχι βέβαια και τις ηγεσίες τους που απέβλεπαν στη διανομή της οθωμανικής λείας) και έμεινε εγκλωβισμένη εκεί. Ακόμη και σήμερα εκεί παραμένουμε, εγκλωβισμένοι στο παρελθόν. Οι πεθαμένοι συνεχίζουν να μη θάβουν τους νεκρούς τους. Πώς όμως ήταν δυνατόν να προσλάβει κοινωνικό χαρακτήρα η επανάσταση του 1821 επικαλούμενη την αρχαιότητα της δουλοκτητικής περιόδου και όχι τις επαναστάσεις στην Αγγλία, τη Γαλλία και τις ΗΠΑ που είχαν προηγηθεί;
- Η Τρίτη Επανάσταση;
Όμως ο Murray Bookchin αναφέρεται και σε προσδοκίες για Τρίτη Επανάσταση. Κάποια στιγμή, στη διάρκεια της Δεύτερης Επανάστασης οι συγκρούσεις στο εσωτερικό του επαναστατικού στρατοπέδου λύνονται στη συντηρητική κατεύθυνση και οι προσδοκίες των επαναστατών μένουν ανεκπλήρωτες με αποτέλεσμα να προσδοκούν μια Τρίτη Επανάσταση. Το αίτημα της “Τρίτης Επανάστασης”, γράφει, πρόβαλαν οι επαναστάτες “Αβράκωτοι” στο Παρίσι του 1793 για να αντικαταστήσουν την υποτιθέμενα ριζοσπαστική Συμβατική Συνέλευση με μια λαϊκή δημοκρατία, τα παρισινά “τμήματα”, που οι ίδιοι είχαν εγκαθιδρύσει κατά τη διάρκεια μιας σειράς εξεγέρσεων συχνά παρά τη θέληση των Ιακωβίνων ηγετών, οι οποίοι ισχυρίζονταν ότι μιλούσαν εξ ονόματός τους. Σε διαφορετικό χρόνο, στη Ρωσία του 1921, οι επαναστατημένοι εργάτες της Πετρούπολης και οι περίφημοι “κόκκινοι ναύτες” της Κροστάνδης ύψωσαν το ίδιο αίτημα. Επιδίωξαν – γράφει – και εκείνοι να ανατρέψουν ένα αυταρχικό αν και φαινομενικά ριζοσπαστικό καθεστώς – στην περίπτωση τους καθοδηγούμενο από τους Μπολσεβίκους – προκειμένου να το αντικαταστήσουν με λαοκρατικά εκλεγμένα συμβούλια ή σοβιέτ. Στην Ελληνική “περίπτωση”, η ταξική σύγκρουση, η δεύτερη επανάσταση, ήλθε πολύ αργότερα μετά την πρώτη, με τον εμφύλιο του 1946 με κορμό την Εθνική Αντίσταση. Οι πόθοι για μια δικαιότερη κοινωνία των ηττημένων θα παραμείνουν ανεκπλήρωτοι;
Μακροδημόπουλος Δημήτρης
Αλεξ/πολη – κιν. 6947-771412
20/12/2021
Χρόνια πολλά και καλή χρονιά Δημήτρη!
Εξαιρετική ιστορική αναδρομή και εύστοχος σχολιασμός!!
Μια γελοία παρατήρηση από μέρους μου μόνο, στη σειρά των πρόσφατων επαναστάσεων, η γαλλική έπεται της αμερικανικής η οποία με ταξικά και εξουσιαστικά δεδομένα όπως τα περιγράφεις θα μπορούσε να θεωρηθεί ως η μόνη πετυχημένη μιας και κυριάρχησε στον πλανήτη.
Αντιγράφω επίσης το σχόλιό μου στο εξαίρετο άρθρο της Πωλίνας Άνιφτου και νομίζω είναι κάπως σχετικό για προβληματισμό στο παρόν:
“Επιπλέον στα όσα γράφει ο συνομιλητής παραπάνω, θα πρέπει να ειπωθεί πως η Γαλλία αποτελεί ηττημένο πολιτικό σύστημα από το 1815 και υποτελές στους Βρετανούς μετά την αποτυχία του Ναπολέοντα κατά τον πρώτο πραγματικό παγκόσμιο πόλεμο.
Χρειάστηκαν δύο ακόμη παγκόσμιοι πόλεμοι και πολλοί περιφερειακοί στα επόμενα 130 χρόνια ώστε να περιοριστεί η κυριαρχία της Βρετανίας και να περάσει η ηγεμονία στις ΗΠΑ.
Ως πιόνι και μόνο των Αμερικανών υπάρχει και λειτουργεί ΚΑΙ η Γαλλία.
Θα πρέπει να ανησυχεί όλες τις μικρότερες χώρες και ειδικά την Ελλάδα η απόσυρση των ΗΠΑ από κρίσιμες περιοχές αφενός και η εσωτερική πολιτική της ιδιότυπης ΥΕΝΕΔ του γαλλικού κόμματος που εφοδεύει σε πολλαπλά κανάλια επικοινωνίας και εμμέσως εάν όχι αμέσως προτρέπει την κοινωνία να πιέσει το εγχώριο πολιτικό σύστημα να κινηθεί, να επιτεθεί στα δικά μου μάτια διότι υπάρχει παράθυρο ευκαιρίας.
Προφανώς, στη νέα αρχιτεκτονική των ΗΠΑ της περιφερειακής τριβής των Βρετανών με τους Γάλλους ως σύμμαχοι και νικητές του ΒΠΠ και όλων των άλλων και όλων μεταξύ τους αυτή η ιδιότυπη ΥΕΝΕΔ δε λαμβάνει ή ετσιθελικά διαγραφεί ή εξαφανίζει από το κάδρο παίκτες όπως η Βρετανία.
Επικίνδυνοι!!
Και ας κρατάμε μικρό καλάθι για να μην καταλήξουμε να σπρωχνώμαστε στα συρματοπλέγματα του Όρμπαν μαζί με τους κακόμοιρους Σύριους και λοιπούς!”
Στέφανος